Αλήθεια είναι, γενικά, η υπαρκτότητα μιας κατάστασης ή η
πραγματικότητα ενός γεγονότος. Ως αλήθεια δεχόμαστε αυτό που
αντιλαμβάνονται ως πραγματικότητα, με σιγουριά, οι περισσότεροι
άνθρωποι. Όταν δύο ή περισσότεροι άνθρωποι συμφωνούν στην αντίληψη ενός
φαινομένου, δημιουργούν μια κοινή σύμβαση για το φαινόμενο και την
«αίσθηση» που αυτό προκαλεί. Όταν αυτή η κοινή σύμβαση αφορά ένα μεγάλο
σύνολο ανθρώπων, όταν δηλαδή «όλοι» αντιλαμβάνονται κάτι με όμοιο τρόπο,
τότε η κοινή αυτή σύμβαση γίνεται αποδεκτή ως αλήθεια.
Αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι συμφωνούν ότι είναι αληθινό.
Δύο διαφορετικές ομάδες ανθρώπων μπορούν να έχουν διαφορετικές «αλήθειες»: οι μεν να λένε ότι ο ουρανός είναι γαλάζιος και οι δε ότι ο ουρανός είναι μπλε. Καθώς το χρώμα είναι μόνο μια μορφή που σχηματίζεται στον εγκέφαλο από την επεξεργασία της αλληλουχίας ηλεκτρικών ώσεων που μεταφέρει το οπτικό νεύρο, το μπλε είναι μια σύμβαση, η οποία εξαρτάται από την ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε όλοι με όμοιο τρόπο κάτι όπως το χρώμα. Η αχρωματοψία για παράδειγμα θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια ασυμφωνία.
Η αλήθεια ως όρος χρησιμοποιείται από την ευρωπαϊκή φιλοσοφία για να καθορίσει αυτό που αποτελεί μέρος της πραγματικότητας. Γενικά η έννοια και η αξία της αλήθειας αποτελεί ένα από τα δυσκολότερα προβλήματα της φιλοσοφίας, με πολλές διαφορετικές θεωρίες να έχουν ειπωθεί.
Η έκφραση της μη αλήθειας είναι το ψέμα.
Η λέξη προέρχεται από το στερητικό α- και τη λέξη λήθη (λησμονιά).Σύμφωνα όμως με το λεξικό των Liddell – Scott η λέξη προέρχεται από το λήθω = λανθάνω (= μου διαφεύγει) και το στερητικό “α”.
Το ψέμα δεν είναι το ακριβώς αντίθετο της αλήθειας. Η αλήθεια αντανακλά και παράγει πραγματικότητα, η μη αλήθεια δεν παράγει πραγματικότητα, ενώ το ψέμα, ενώ δεν αντανακλά την πραγματικότητα, παράγει νέα πραγματικότητα, νέα δηλαδή αλήθεια, όταν το πιστεύει κάποιος. Πολλές φορές κάποιος μπορεί να κάνει αληθείς δηλώσεις, να μη λέει δηλαδή ψέματα για όσα τον ρωτούν και παρόλα αυτά να κρύβει μέρος της αλήθειας, ηθελημένα. Αυτού του είδους η πρακτική για πολλούς είναι ομότιμη με ψέμα, με την έννοια ότι έχει την ίδια πρόθεση.
Η αλήθεια για τον καθένα είναι η πραγματικότητα που βιώνει. Η πραγματικότητα αυτή καθορίζεται από όσα αισθάνεται και πιστεύει. Συνήθως, όταν χρησιμοποιούμε τον όρο αλήθεια, αναφερόμαστε σε πράγματα που αισθανόμαστε και πιστεύουμε από κοινού.
Η αλήθεια δεν είναι ίδια για τον καθένα. Για την αλήθεια διαφωνούν ακόμη και ειδικοί επί των θεμάτων. Για παράδειγμα οι επιστήμονες διαφωνούν σε πολλά θέματα για το τι ισχύει πραγματικά και οι θρησκείες αποδέχονται διαφορετική εκδοχή της αλήθειας η μία από την άλλη. Ακόμη και όταν αλήθεια θεωρείται η πραγματικότητα που βιώνουμε, όσοι υποστηρίζουν πως υπάρχουν παράλληλα σύμπαντα, θεωρούν πως ένα σύμπαν σαν το δικό μας είναι επίσης μια εκδοχή της αλήθειας.
Για να αποφεύγει το λάθος, η επιστήμη αναζητά την αλήθεια μέσα από αυστηρές διαδικασίες ελέγχου. Η επιστημονική αλήθεια φαίνεται να είναι αρκετά αντικειμενική καθώς ζητά τα όσα ισχυρίζεται κάποιος να επαληθεύονται πειραματικά, όσες φορές κι αν κάποιο πείραμα επαναλαμβάνεται. Για όσο διάστημα μια θεωρία καλύπτει όσα παρατηρούμε, η θεωρία αυτή θεωρείται αληθής. Καθώς η επιστήμη κάνει συνεχώς νέες ανακαλύψεις, η επιστημονική αλήθεια αναπροσαρμόζεται ή επεκτείνεται.
Η αλήθεια των θρησκειών είναι περισσότερο αξιωματική και αδιαπραγμάτευτη από αυτή της επιστήμης.
Η θρησκευτική αλήθεια παραμένει σταθερή, ενδεχομένως όμως να αλλάζει η ερμηνεία των πιστεύω της ώστε να ακολουθεί τις σύγχρονες παρατηρήσεις. Στον χριστιανισμό, η θρησκευτική αλήθεια φανερώνει τον ίδιο τον Θεό ως την απαρχή και συνέχεια της αλήθειας: «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. γ΄ 21). Μεγάλο μέρος της θρησκευτικής αλήθειας δεν φαίνεται να είναι δυνατό να τεκμηριωθεί με επιστημονική διαδικασία και ως εκ τούτου γίνεται αποδεκτή μέσω της πίστης. Στη θρησκευτική αλήθεια γίνεται φανερό πως, εννοιολογικά, η αλήθεια δεν είναι το αντίθετο του ψέματος, καθώς οι θρησκευτικές αλήθειες διαφέρουν μεταξύ τους.
Η αλήθεια σύμφωνα με τη «Θεωρία των Ιδεών» του Πλάτωνα. Ο Πλάτωνας, θέλοντας να δείξει τη δυσκολία του να συλλάβει κανείς την αλήθεια, χρησιμοποίησε μια αλληγορία. Είπε πως οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τις αισθήσεις τους για να συλλάβουν την αλήθεια, όμως εξαπατώνται από αυτές. Μοιάζουν σαν να είναι δεμένοι μέσα σε ένα σπήλαιο από το οποίο δεν μπορούν να βγουν ή να κοιτάξουν πίσω, όπου (πίσω τους) βρίσκεται αναμμένη μία φωτιά, καθώς και διάφορα αντικείμενα που περνούν από μπροστά της. Το μόνο που βλέπουν είναι οι σκιές που σχηματίζονται από τα αντικείμενα στον τοίχο του σπηλαίου καθώς αυτά φωτίζονται από τη φωτιά.
Η σκιά ενός κύβου θα μπορούσε να εμφανίζεται είτε σαν ακανόνιστο εξάγωνο, σαν παραλληλόγραμμο ή σαν τετράγωνο, αλλάζοντας συνεχώς μορφή καθώς αυτός περιστρέφεται. Οι σκιώδεις αυτές μορφές εμφανίζονται μάλιστα παραμορφωμένες από τη φωτιά που κυματίζει και από το ανάγλυφο του τοίχου του σπηλαίου. Οι άνθρωποι τελικά, εμπιστευόμενοι την εικόνα που τους δίνει η περιορισμένη όρασή τους, την οποία και συνηθίζουν, πιστεύουν πως η αλήθεια είναι οι σκιές.
Ακόμη και αν κάποιος δραπετεύσει και βγει από το σπήλαιο στο φως του ήλιου, αν δεν έχει ανοικτό φιλοσοφικό πνεύμα τυφλώνεται από το φως και ξαναμπαίνει στη σιγουριά του σπηλαίου, ανίκανος να ξεφύγει από αυτό που έχει συνηθίσει ως αληθινό. Ο φιλόσοφος, αυτός δηλαδή που συνεχώς θέτει ερωτήματα για το «τι», «πώς» και «γιατί», είναι ο μόνος που μπορεί να δει την αλήθεια και παρόλο που γνωρίζει πως θα χλευαστεί στην προσπάθειά του να τη μεταφέρει και στους υπόλοιπους μέσα στο σπήλαιο, ο Πλάτωνας υποστηρίζει πως είναι χρέος του να τους μεταδώσει τη γνώση αυτή.
Με το ζήτημα της αλήθειας, ασχολήθηκαν και ανέπτυξαν διάφορες θεωρίες και πολλοί άλλοι φιλόσοφοι, όπως οι Ιμμάνουελ Καντ, Ρενέ Ντεκάρτ, Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς, Φρειδερίκος Νίτσε, Πολ Νατόρπ και άλλοι.
Η σύγχρονη φιλοσοφική σκέψη δίνει στον όρο αλήθεια διάφορες ερμηνείες:
Οντολογική αλήθεια: Είναι η αλήθεια για τα πράγματα όπως υπάρχουν καθ’ εαυτά και όπως είναι η πραγματική τους φύση και όχι όπως ο άνθρωπος έχει την δυνατότητα να τα γνωρίσει.
Τυπική αλήθεια: Στην τυπική αλήθεια προϋπόθεση είναι η έλλειψη αντιφατικότητας και η ταυτόχρονη παρουσία λογικής ακολουθίας. Ωστόσο μία τυπική αλήθεια μπορεί να μην είναι ουσιαστική. Στην φράση «η ψυχή είναι αθάνατη», περιέχεται μία τυπική αλήθεια, δεδομένου ότι δεν είναι ουσιαστικά επιβεβαιωμένη.
Καθ’ ύλην αλήθεια: Είναι η αλήθεια κατά την οποία υπάρχει πλήρης ταύτιση της γνώσης προς το περιεχόμενο και τα πραγματικά δεδομένα. Η φράση «Η γη κινείται γύρω από τον ήλιο» είναι πραγματική αλήθεια και διαθέτει απόλυτο κύρος.
Μεταφυσική αλήθεια: Πρόκειται για την αλήθεια που δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει με βεβαιότητα. Έρχεται σε αντίθεση με την θετική σχολή, που υποστηρίζει ότι γνωρίζουμε την αλήθεια μόνο με τα εμπειρικά δεδομένα.
Δογματική αλήθεια: Είναι η άποψη ότι μπορούμε με βεβαιότητα να γνωρίσουμε την αλήθεια των πραγμάτων, τα οποία είναι όπως ακριβώς μας φαίνονται. Το αληθές είναι μία από τις δύο βασικές αξίες (τιμές) της λογικής. Η δεύτερη είναι το ψευδές.
Ο Αριστοτέλης φαίνεται να ήταν ο πρώτος που έθεσε τυπικό πλαίσιο για τη λογική, την προτασιακή λογική, που εξελίχθηκε και συνδέεται άμεσα με την ευρύτερη μαθηματική λογική. Η Άλγεβρα Μπουλ, που έχει προκύψει ως μαθηματική έκφραση της Αριστοτέλειας λογικής (του είναι ή δεν είναι), έχει βρει ευρεία εφαρμογή στην σχεδίαση του λογισμικού και των κυκλωμάτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Η Αλήθεια ήταν θεότητα στην Ελληνική Μυθολογία, ιδεατή ανθρωπόμορφη προσωποποίηση της αλήθειας των αρχαίων Ελλήνων φερόμενη προστάτις της έννοιας. Σύμφωνα με τον Πίνδαρο ήταν κόρη του Δία. Ο Πλούταρχος την αναφέρει ως “Τροφό του θεού Απόλλωνα”, μαζί με την Κορυθάλεια.
Σύμφωνα με έναν μύθο του Αισώπου ο Προμηθέας είχε πλάσει την Αλήθεια από πηλό, πριν όμως την ζωντανέψει, o Δόλος έπλασε ένα δεύτερο ομοίωμα, που όμως του τέλειωσε ο πηλός και έτσι άφησε το έργο του χωρίς πόδια. Επιστρέφοντας ο Προμηθέας και βλέποντας τα δύο πανομοιότυπα καλλιτεχνήματα αποφάσισε να τα ζωντανέψει και τα δυο. Η Αλήθεια περπάτησε, το ομοίωμα του Δόλου όμως δεν μπόρεσε να κάνει ούτε ένα βήμα. Σύμφωνα με τον Φιλόστρατο η θεά Αλήθεια φορούσε λευκή εσθήτα και περιφέρονταν “λευκοχειμωνούσα” κοντά στο Αμφιαράειο.
Οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν την Αλήθεια Veritas, θεωρώντας την κόρη του Κρόνου (Saturnus), ή του Χρόνου (Tempus). Επειδή η Αλήθεια εικονίζονταν πάντα χωρίς στολίδια και πλούσια ενδύματα έναντι των άλλων θεοτήτων, ο Οράτιος την αποκαλούσε “nuda” Veritas, δηλαδή “γυμνή αλήθεια”. Από τότε καθιερώθηκε η ρητορική έκφραση “γυμνή αλήθεια”, ή “αλήθεια γυμνή” που λέγεται μέχρι και σήμερα εκ του γεγονότος ότι δεν χρειάζεται στην απόδοσή της ιδιαίτερα καλολογικά στοιχεία ή προλόγους, εξ ου ακόμη και η έκφραση “ωμή αλήθεια”.
Τέλος στη αρχαία Αίγυπτο όπως αναφέρει ο Κλαύδιος Αιλιανός στις διηγήσεις του ο Αιγύπτιος Αρχιερέας, ως δείγμα δίκαιου ανθρώπου, όταν εκτελούσε καθήκοντα δικαστή, κρεμούσε από το λαιμό του ιδιαίτερο περίαπτο από ζαφείρι που έφερε το όνομα “Αλήθεια”.
Αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι συμφωνούν ότι είναι αληθινό.
Δύο διαφορετικές ομάδες ανθρώπων μπορούν να έχουν διαφορετικές «αλήθειες»: οι μεν να λένε ότι ο ουρανός είναι γαλάζιος και οι δε ότι ο ουρανός είναι μπλε. Καθώς το χρώμα είναι μόνο μια μορφή που σχηματίζεται στον εγκέφαλο από την επεξεργασία της αλληλουχίας ηλεκτρικών ώσεων που μεταφέρει το οπτικό νεύρο, το μπλε είναι μια σύμβαση, η οποία εξαρτάται από την ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε όλοι με όμοιο τρόπο κάτι όπως το χρώμα. Η αχρωματοψία για παράδειγμα θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια ασυμφωνία.
Η αλήθεια ως όρος χρησιμοποιείται από την ευρωπαϊκή φιλοσοφία για να καθορίσει αυτό που αποτελεί μέρος της πραγματικότητας. Γενικά η έννοια και η αξία της αλήθειας αποτελεί ένα από τα δυσκολότερα προβλήματα της φιλοσοφίας, με πολλές διαφορετικές θεωρίες να έχουν ειπωθεί.
Η έκφραση της μη αλήθειας είναι το ψέμα.
Η λέξη προέρχεται από το στερητικό α- και τη λέξη λήθη (λησμονιά).Σύμφωνα όμως με το λεξικό των Liddell – Scott η λέξη προέρχεται από το λήθω = λανθάνω (= μου διαφεύγει) και το στερητικό “α”.
Το ψέμα δεν είναι το ακριβώς αντίθετο της αλήθειας. Η αλήθεια αντανακλά και παράγει πραγματικότητα, η μη αλήθεια δεν παράγει πραγματικότητα, ενώ το ψέμα, ενώ δεν αντανακλά την πραγματικότητα, παράγει νέα πραγματικότητα, νέα δηλαδή αλήθεια, όταν το πιστεύει κάποιος. Πολλές φορές κάποιος μπορεί να κάνει αληθείς δηλώσεις, να μη λέει δηλαδή ψέματα για όσα τον ρωτούν και παρόλα αυτά να κρύβει μέρος της αλήθειας, ηθελημένα. Αυτού του είδους η πρακτική για πολλούς είναι ομότιμη με ψέμα, με την έννοια ότι έχει την ίδια πρόθεση.
Η αλήθεια για τον καθένα είναι η πραγματικότητα που βιώνει. Η πραγματικότητα αυτή καθορίζεται από όσα αισθάνεται και πιστεύει. Συνήθως, όταν χρησιμοποιούμε τον όρο αλήθεια, αναφερόμαστε σε πράγματα που αισθανόμαστε και πιστεύουμε από κοινού.
Η αλήθεια δεν είναι ίδια για τον καθένα. Για την αλήθεια διαφωνούν ακόμη και ειδικοί επί των θεμάτων. Για παράδειγμα οι επιστήμονες διαφωνούν σε πολλά θέματα για το τι ισχύει πραγματικά και οι θρησκείες αποδέχονται διαφορετική εκδοχή της αλήθειας η μία από την άλλη. Ακόμη και όταν αλήθεια θεωρείται η πραγματικότητα που βιώνουμε, όσοι υποστηρίζουν πως υπάρχουν παράλληλα σύμπαντα, θεωρούν πως ένα σύμπαν σαν το δικό μας είναι επίσης μια εκδοχή της αλήθειας.
Για να αποφεύγει το λάθος, η επιστήμη αναζητά την αλήθεια μέσα από αυστηρές διαδικασίες ελέγχου. Η επιστημονική αλήθεια φαίνεται να είναι αρκετά αντικειμενική καθώς ζητά τα όσα ισχυρίζεται κάποιος να επαληθεύονται πειραματικά, όσες φορές κι αν κάποιο πείραμα επαναλαμβάνεται. Για όσο διάστημα μια θεωρία καλύπτει όσα παρατηρούμε, η θεωρία αυτή θεωρείται αληθής. Καθώς η επιστήμη κάνει συνεχώς νέες ανακαλύψεις, η επιστημονική αλήθεια αναπροσαρμόζεται ή επεκτείνεται.
Η αλήθεια των θρησκειών είναι περισσότερο αξιωματική και αδιαπραγμάτευτη από αυτή της επιστήμης.
Η θρησκευτική αλήθεια παραμένει σταθερή, ενδεχομένως όμως να αλλάζει η ερμηνεία των πιστεύω της ώστε να ακολουθεί τις σύγχρονες παρατηρήσεις. Στον χριστιανισμό, η θρησκευτική αλήθεια φανερώνει τον ίδιο τον Θεό ως την απαρχή και συνέχεια της αλήθειας: «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. γ΄ 21). Μεγάλο μέρος της θρησκευτικής αλήθειας δεν φαίνεται να είναι δυνατό να τεκμηριωθεί με επιστημονική διαδικασία και ως εκ τούτου γίνεται αποδεκτή μέσω της πίστης. Στη θρησκευτική αλήθεια γίνεται φανερό πως, εννοιολογικά, η αλήθεια δεν είναι το αντίθετο του ψέματος, καθώς οι θρησκευτικές αλήθειες διαφέρουν μεταξύ τους.
Η αλήθεια σύμφωνα με τη «Θεωρία των Ιδεών» του Πλάτωνα. Ο Πλάτωνας, θέλοντας να δείξει τη δυσκολία του να συλλάβει κανείς την αλήθεια, χρησιμοποίησε μια αλληγορία. Είπε πως οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τις αισθήσεις τους για να συλλάβουν την αλήθεια, όμως εξαπατώνται από αυτές. Μοιάζουν σαν να είναι δεμένοι μέσα σε ένα σπήλαιο από το οποίο δεν μπορούν να βγουν ή να κοιτάξουν πίσω, όπου (πίσω τους) βρίσκεται αναμμένη μία φωτιά, καθώς και διάφορα αντικείμενα που περνούν από μπροστά της. Το μόνο που βλέπουν είναι οι σκιές που σχηματίζονται από τα αντικείμενα στον τοίχο του σπηλαίου καθώς αυτά φωτίζονται από τη φωτιά.
Η σκιά ενός κύβου θα μπορούσε να εμφανίζεται είτε σαν ακανόνιστο εξάγωνο, σαν παραλληλόγραμμο ή σαν τετράγωνο, αλλάζοντας συνεχώς μορφή καθώς αυτός περιστρέφεται. Οι σκιώδεις αυτές μορφές εμφανίζονται μάλιστα παραμορφωμένες από τη φωτιά που κυματίζει και από το ανάγλυφο του τοίχου του σπηλαίου. Οι άνθρωποι τελικά, εμπιστευόμενοι την εικόνα που τους δίνει η περιορισμένη όρασή τους, την οποία και συνηθίζουν, πιστεύουν πως η αλήθεια είναι οι σκιές.
Ακόμη και αν κάποιος δραπετεύσει και βγει από το σπήλαιο στο φως του ήλιου, αν δεν έχει ανοικτό φιλοσοφικό πνεύμα τυφλώνεται από το φως και ξαναμπαίνει στη σιγουριά του σπηλαίου, ανίκανος να ξεφύγει από αυτό που έχει συνηθίσει ως αληθινό. Ο φιλόσοφος, αυτός δηλαδή που συνεχώς θέτει ερωτήματα για το «τι», «πώς» και «γιατί», είναι ο μόνος που μπορεί να δει την αλήθεια και παρόλο που γνωρίζει πως θα χλευαστεί στην προσπάθειά του να τη μεταφέρει και στους υπόλοιπους μέσα στο σπήλαιο, ο Πλάτωνας υποστηρίζει πως είναι χρέος του να τους μεταδώσει τη γνώση αυτή.
Με το ζήτημα της αλήθειας, ασχολήθηκαν και ανέπτυξαν διάφορες θεωρίες και πολλοί άλλοι φιλόσοφοι, όπως οι Ιμμάνουελ Καντ, Ρενέ Ντεκάρτ, Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς, Φρειδερίκος Νίτσε, Πολ Νατόρπ και άλλοι.
Η σύγχρονη φιλοσοφική σκέψη δίνει στον όρο αλήθεια διάφορες ερμηνείες:
Οντολογική αλήθεια: Είναι η αλήθεια για τα πράγματα όπως υπάρχουν καθ’ εαυτά και όπως είναι η πραγματική τους φύση και όχι όπως ο άνθρωπος έχει την δυνατότητα να τα γνωρίσει.
Τυπική αλήθεια: Στην τυπική αλήθεια προϋπόθεση είναι η έλλειψη αντιφατικότητας και η ταυτόχρονη παρουσία λογικής ακολουθίας. Ωστόσο μία τυπική αλήθεια μπορεί να μην είναι ουσιαστική. Στην φράση «η ψυχή είναι αθάνατη», περιέχεται μία τυπική αλήθεια, δεδομένου ότι δεν είναι ουσιαστικά επιβεβαιωμένη.
Καθ’ ύλην αλήθεια: Είναι η αλήθεια κατά την οποία υπάρχει πλήρης ταύτιση της γνώσης προς το περιεχόμενο και τα πραγματικά δεδομένα. Η φράση «Η γη κινείται γύρω από τον ήλιο» είναι πραγματική αλήθεια και διαθέτει απόλυτο κύρος.
Μεταφυσική αλήθεια: Πρόκειται για την αλήθεια που δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει με βεβαιότητα. Έρχεται σε αντίθεση με την θετική σχολή, που υποστηρίζει ότι γνωρίζουμε την αλήθεια μόνο με τα εμπειρικά δεδομένα.
Δογματική αλήθεια: Είναι η άποψη ότι μπορούμε με βεβαιότητα να γνωρίσουμε την αλήθεια των πραγμάτων, τα οποία είναι όπως ακριβώς μας φαίνονται. Το αληθές είναι μία από τις δύο βασικές αξίες (τιμές) της λογικής. Η δεύτερη είναι το ψευδές.
Ο Αριστοτέλης φαίνεται να ήταν ο πρώτος που έθεσε τυπικό πλαίσιο για τη λογική, την προτασιακή λογική, που εξελίχθηκε και συνδέεται άμεσα με την ευρύτερη μαθηματική λογική. Η Άλγεβρα Μπουλ, που έχει προκύψει ως μαθηματική έκφραση της Αριστοτέλειας λογικής (του είναι ή δεν είναι), έχει βρει ευρεία εφαρμογή στην σχεδίαση του λογισμικού και των κυκλωμάτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Η Αλήθεια ήταν θεότητα στην Ελληνική Μυθολογία, ιδεατή ανθρωπόμορφη προσωποποίηση της αλήθειας των αρχαίων Ελλήνων φερόμενη προστάτις της έννοιας. Σύμφωνα με τον Πίνδαρο ήταν κόρη του Δία. Ο Πλούταρχος την αναφέρει ως “Τροφό του θεού Απόλλωνα”, μαζί με την Κορυθάλεια.
Σύμφωνα με έναν μύθο του Αισώπου ο Προμηθέας είχε πλάσει την Αλήθεια από πηλό, πριν όμως την ζωντανέψει, o Δόλος έπλασε ένα δεύτερο ομοίωμα, που όμως του τέλειωσε ο πηλός και έτσι άφησε το έργο του χωρίς πόδια. Επιστρέφοντας ο Προμηθέας και βλέποντας τα δύο πανομοιότυπα καλλιτεχνήματα αποφάσισε να τα ζωντανέψει και τα δυο. Η Αλήθεια περπάτησε, το ομοίωμα του Δόλου όμως δεν μπόρεσε να κάνει ούτε ένα βήμα. Σύμφωνα με τον Φιλόστρατο η θεά Αλήθεια φορούσε λευκή εσθήτα και περιφέρονταν “λευκοχειμωνούσα” κοντά στο Αμφιαράειο.
Οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν την Αλήθεια Veritas, θεωρώντας την κόρη του Κρόνου (Saturnus), ή του Χρόνου (Tempus). Επειδή η Αλήθεια εικονίζονταν πάντα χωρίς στολίδια και πλούσια ενδύματα έναντι των άλλων θεοτήτων, ο Οράτιος την αποκαλούσε “nuda” Veritas, δηλαδή “γυμνή αλήθεια”. Από τότε καθιερώθηκε η ρητορική έκφραση “γυμνή αλήθεια”, ή “αλήθεια γυμνή” που λέγεται μέχρι και σήμερα εκ του γεγονότος ότι δεν χρειάζεται στην απόδοσή της ιδιαίτερα καλολογικά στοιχεία ή προλόγους, εξ ου ακόμη και η έκφραση “ωμή αλήθεια”.
Τέλος στη αρχαία Αίγυπτο όπως αναφέρει ο Κλαύδιος Αιλιανός στις διηγήσεις του ο Αιγύπτιος Αρχιερέας, ως δείγμα δίκαιου ανθρώπου, όταν εκτελούσε καθήκοντα δικαστή, κρεμούσε από το λαιμό του ιδιαίτερο περίαπτο από ζαφείρι που έφερε το όνομα “Αλήθεια”.