-
Η δουλειά, η παρέα, η βόλτα, οι διακοπές, τα ταξίδια, μια βραδιά έξαλλου κεφιού με φίλους σε κάποιο κλαμπ δεν είναι παρά το υλικό για το επόμενο status υρdates μας. Στην πραγματικότητα, εδώ και καιρό ζούμε δύο ζωές: μία πραγματική και μία ψηφιακή.
Ακολουθεί πραγματική ιστορία: H Ε.και η A. είναι
μητέρα και κόρη. H E. εργάζεται στο Τμήμα Πληροφορικής μεγάλης εταιρείας
των media, η A. φοιτά στη B’ Γυμνασίου. H E. λέει πως τα τελευταία δύο
χρόνια ο καθημερινός όγκος της δουλειάς της έχει αυξηθεί – πλέον, εκτός
από τις εφημερίδες, είναι επιφορτισμένη με το διαρκές updating του
«λογαριασμού» της εταιρείας στο Linkedln, το Facebook και το Twitter.
Πρέπει να απευθύνει προσκλήσεις, να προσθέτει links, να ενημερώνει για
εταιρικές πρωτοβουλίες και νέες δράσεις, να διαβάζει τα σχόλια χρηστών
και followers, να απαντάει σε tweets. Και η A. παραπονιέται πως ο χρόνος
δεν της φτάνει για να κάνει add τους νέους της FB friends (ή τους
φίλους των φίλων τους), να απαντάει σε περίεργα κουίζ, tests και
προσκλήσεις για συμμετοχές σε groups ή για ένα απλό chat στη σελίδα της –
πάντα, υπό την εποπτεία της «μαμάς», που της γκρινιάζει πως παραμελεί
το διάβασμα για να χαζέψει βιντεάκια στο wall της ή να ανεβάσει
καινούργιες φωτογραφίες στο ψηφιακό της album.
Αν δυσκολευτήκατε να κατανοήσετε την προηγούμενη
παράγραφο, σημαίνει πως οι όροι «social networking» και «social media»
σας προκαλούν αμηχανία. Κι όμως, στην ουσία του, το πράγμα είναι απλό: H
κοινωνική δικτύωση δεν είναι παρά η σύγχρονη digit -εκδοχή της απλής
συναναστροφής πολλών ανθρώπων με κοινά ενδιαφέροντα, σε έναν κοινό τόπο –
απλώς, τώρα πια, δεν ντύνεσαι για να βγεις έξω. Το κάνεις από την
καρέκλα σου.
Στην εποχή των μεγάλων εικονικών κοινοτήτων
Για την ιστορία, οι πρώτοι ιστότοποι κοινωνικής
δικτύωσης εμφανίστηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’90, αλλά το μεγάλο
«μπουμ» με τη μαζική εισροή χρηστών έγινε τα τελευταία 3-4 χρόνια.
Κάποιοι από αυτούς προσφέρουν εξειδικευμένες υπηρεσίες (όπως π.χ. ο
Linkedln, που αποσκοπεί στις επαγγελματικές επαφές και διασυνδέσεις),
όμως οι πιο δημοφιλείς, όπως πχ το Facebook και το MySpace, είναι πολύ
πιο «γενικοί» και εύκολα προσβάσιμοι.
Πρόκειται απλώς για μεγάλες εικονικές κοινότητες μες
στις οποίες άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο ανταλλάσσουν νέα, απόψεις,
φωτογραφίες, δεδομένα της προσωπικής τους ζωής, συνομιλούν με φίλους,
παλιούς συμμαθητές, μακρινούς συγγενείς κ.λπ. ή επεκτείνουν το «δίκτυο»
τους, δημιουργώντας συνδέσεις με νέους φίλους και φίλους των φίλων τους.
Όλα αυτά, πιθανόν, αποτελούν κοινό τόπο για τους 6 στους 10 Έλληνες
χρήστες του Διαδικτύου που χρησιμοποιούν υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης
(σ.σ.: Πανευρωπαϊκές έρευνες δείχνουν πως το 63% των Ελλήνων χρηστών
διατηρεί προφίλ στο Facebook ή το MySpace – τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός
μέσος όρος είναι 45%. Μάλιστα, το 33% το ανανεώνει καθημερινά!). Το ίδιο
και οι συζητήσεις για τα social media και την κυβερνοασφάλεια, που
ωστόσο παραμένουν τραγικά επίκαιρες, ιδίως όσο συζητούνται ζητήματα
ιδιωτικού απορρήτου, cyber-bullying ή παραχάραξης ηλεκτρονικής
ταυτότητας.
Αυτό, όμως, που προς το παρόν είναι άγνωστο και μένει
να ερευνηθεί είναι ο βαθμός που τα «δίκτυα» μας μας επηρεάζουν. Το αν
και πώς αλλάζουν τον τρόπο ζωής μας, τις απόψεις, τις συνήθειες μας…
«Πολύ. Είμαστε όλοι συνδεδεμένοι και στο καλό και στο κακό» είναι η
σύντομη απάντηση σ’ αυτή την ερώτηση, σύμφωνα με τον ικανό επιστήμονα
Νίκο Χρηστάκη, καθηγητή Ιατρικής, Ιατρικής Κοινωνιολογίας και
Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Το βιβλίο του «Connected –
H εκπληκτική δύναμη των κοινωνικών δικτύων και πώς αυτά διαμορφώνουν τη
ζωή μας» είναι πλέον παγκόσμιο μπεστ σέλερ, ενώ και ο ίδιος πέρυσι
φιγουράριζε στη λίστα των 10O ανθρώπων με τη μεγαλύτερη επιρροή στον
κόσμο του περιοδικού «Time».
H δύναμη της δικτύωσης
H θεωρία του Νίκου Χρηστάκη, που βασίζεται στην
ύπαρξη των δικτύων, μικρών ή μεγάλων, – του περίφημου «κοινωνικού ιστού»
-, έχει τις ρίζες της σε μια έρευνα που ξεκίνησε πριν από δεκαπέντε
χρόνια, όταν άρχισε να εργάζεται ως γιατρός σε ασθενείς με ανίατες
παθήσεις. Τότε, υποστηρίζει, βίωσε για πρώτη φορά τις επιπτώσεις της
μεταδοτικότητας που είχαν ο πόνος της αρρώστιας και ο φόβος του θανάτου
στους ασθενείς και στους οικείους τους – ήταν περίπου σαν να
παρακολουθούσε την εξάπλωση ενός ψυχολογικού ιού σε διάφορες
μικροκοινωνίες.
Συμπέρασμα; Σύμφωνα με τον Χρηστάκη, εμείς και το
σύνολο των ανθρώπων που μας περιστοιχίζουν, έστω και σε τρεις βαθμούς
απόστασης (οι φίλοι, οι φίλοι των φίλων μας και οι δικοί τους φίλοι,
καθώς και οι συγγενείς μας, οι γείτονες, οι συνάδελφοι, οι γνωστοί μας
κ.λπ.), όλοι εν τέλει όσοι συνθέτουν το χώρο στον οποίο κινούμαστε,
σκεφτόμαστε, εκφραζόμαστε, είμαστε συνδεδεμένοι σε έναν τεράστιο,
πολυδαίδαλο ιστό. Όλες οι εκδηλώσεις κοινωνικότητας μέσα σε αυτό τον
ιστό (π.χ., οι απόψεις μας για ζητήματα όπως η παχυσαρκία, το κάπνισμα, η
κατανάλωση αλκοόλ, το διαζύγιο, η χρήση ναρκωτικών, ιδέες, ακόμα και
συναισθήματα, όπως η ευτυχία, η μοναξιά, η κατάθλιψη κ.λπ.) μεταδίδονται
μέσα από το «δίκτυο», τροφοδοτούνται και αναπαράγονται από τους χρήστες
του, με συσχετισμούς πολύπλοκους που δεν αντιλαμβανόμαστε συνειδητά.
Αν, π.χ., υποστηρίζει ο Χρηστάκης, ο φίλος σου σε μια
αμφίδρομη σχέση φιλίας είναι παχύσαρκος, έχεις σχεδόν 100% πιθανότητες
να πάρεις κι εσύ βάρος. Αν η σχέση είναι μονομερής -αν δηλαδή εσύ
θεωρείς ότι ο άλλος είναι φίλος σου, όχι όμως κι εκείνος-, τότε το
ποσοστό περιορίζεται στο 50%. Αν ο φίλος του φίλου σου είναι παχύσαρκος,
τότε οι πιθανότητες επιρροής μειώνονται αλλά υπάρχουν, καθώς αυτός θα
επηρεάσει το φίλο σου και εκείνος εσένα.
Το ίδιο μπορεί να συμβεί με τους συναδέλφους, τους
συγγενείς, τους γείτονες κ.λπ. Στην περίπτωση των συναισθημάτων, η
μεταδοτικότητα είναι πιο άμεσπ και γρήγορη, κυρίως όταν έχει να κάνει με
τη σχέση δύο ατόμων στον πρώτο βαθμό απόστασης.
Για παράδειγμα, ένα θορυβώδες διαζύγιο σε ένα μεγάλο
δίκτυο στενών φίλων ενδέχεται να δημιουργήσει ντόμινο διάλυσης γάμων.
Ευτυχώς ή δυστυχώς, ιδίως σε ό,τι αφορά το social networking, ο
Χρηστάκης εξηγεί πως, παρότι η συναισθηματική επιρροή του καθενός από
μας στο δίκτυο των φίλων μας είναι δεδομένη, αυτή δεν μπορεί ποτέ να
αγγίξει τπ μεταδοτικότητα των διαπροσωπικών σχέσεων στην κανονική ζωή
μας. To αντίθετο συμβαίνει με τις ιδέες μας, οι οποίες, καθώς
σχετίζονται με εκείνες ενός μεγαλύτερου κύκλου ανθρώπων, αποκτούν
συλλογικό χαρακτήρα και δύναμη ικανή να επηρεάσει και άλλα «δίκτυα».
Εκεί, π ταχεία ανάπτυξη της κοινωνικής δικτύωσης επιτρέπει στους χρήστες
των social media να πληροφορούνται, να ασπάζονται, να προωθούν κάθε
είδους καινοτομίες, ασκώντας ολοένα μεγαλύτερη επιρροή τόσο στην αγορά
όσο και στην πολιτική.
Εκτεθειμένοι στο «καταφύγιο»;
Παρά ταύτα -και αυτό αποτελεί γενικότερη ανησυχία
όσων ασχολούνται με τα social media – το να είναι κανείς στο κέντρο ενός
τέτοιου social network δεν είναι μόνο ευχάριστο ή ωφέλιμο. Μπορεί να
γίνει και προβληματικό, καθώς ο χρήστης είναι περισσότερο εκτεθειμένος
σε «προσβολές», παρενόχληση ή παραβατικές συμπεριφορές. Με δεδομένο πως η
κοινωνική δικτύωση λειτουργεί πάνω στη βάση ενός κύκλου εμπιστοσύνης
(π.χ., κάνω add ένα φίλο, γνωρίζοντας πως έχουμε άλλους 23 κοινούς
φίλους), ο χρήστης εμφανίζεται συχνά εξαιρετικά πρόθυμος να
δημοσιοποιήσει πολλές, πραγματικές και εμπιστευτικές πληροφορίες για τον
εαυτό του.
Ακόμα χειρότερο, ο ίδιος ενδέχεται να βρεθεί
εκτεθειμένος από στοιχεία, μηνύματα και φωτογραφίες που «ανεβάζουν» οι
φίλοι του γι’ αυτόν. Στην καλύτερη περίπτωση, όλα αυτά, συνιστούν ένα
ιδιότυπο ψηφιακό «φακέλωμα» προσωπικών δεδομένων, σε βάσεις data και
σκληρούς δίσκους μεγάλων εταιρειών, των οποίων οι αγνές προθέσεις είναι
δύσκολο να ανιχνευθούν.
Τέλος – με δεδομένο πως οι πολύωροι χρήστες, π.χ. του
Facebook, αφιερώνουν μεγάλο μέρος της ημέρας τους συνομιλώντας και
αλληλεπιδρώντας με άλλους ανθρώπους σε εικονικό περιβάλλον – υπάρχει
πάντα η αγωνία μήπως το social networking είναι το καταφύγιο μας για να
αποφύγουμε το ρίσκο και τπν αμεσότητα της πραγματικής επαφής σε ένα non
virtual κόσμο.
Μήπως, τελικά, η ζωή είναι αυτό που συμβαίνει εκεί
έξω, όσο εμείς καλλιεργούμε ραπανάκια στη Farmville; Σ’ αυτό δεν υπάρχει
απάντηση – όπως στις διαδικτυακές μας φάρμες έτσι κι έξω απ’ αυτές η
ζωή δεν έχει την ίδια γεύση για όλους…
της Καλλίας Καστάνη