Ανάμεσα σε αυτούς που έχουν μάθει να
περιμένουν πάντα το φως εκ της Εσπερίας, δεν ήταν λίγοι όσοι
υποδέχθηκαν τα δραματικά γεγονότα της Ουκρανίας υπό το κράτος μιας
εμμονικής ρωσοφοβίας. Τα γνωστά στερεότυπα του Ψυχρού Πολέμου
ανασύρθηκαν από τη ναφθαλίνη: η Ρωσική Αρκούδα, η σκοτεινή χώρα του
τσαρικού ή σταλινικού δεσποτισμού και της μισοασιατικής βαρβαρότητας, η
τόσο ξένη με τον Δυτικό πολιτισμό, απειλεί να πνίξει στο αίμα τους
δημοκρατικούς πόθους ενός έθνους που σπάει τις αλυσίδες του. Πώς να μην
εξεγερθούν οι ευαίσθητες συνειδήσεις ανθρώπων της Τέχνης, όπως η Μιμή
Ντενίση, η Βάνα Μπάρμπα, ο Στέλιος Ρόκκος και η Γωγώ Μαστροκώστα, που
στάθηκαν θαρραλέα στο πλευρό μιας σύγχρονης Πασιονάριας, όπως η
ομότεχνός τους Ρουσλάνα;
Προφανώς, τα κριτήρια των εν λόγω προσωπικοτήτων, όπως και όσων
μοιράζονται τις εμμονές τους, είναι εξαιρετικά αυστηρά. Τόσο αυστηρά,
που δεν καταδέχονται να συμπεριλάβουν στον ευρωπαϊκό πολιτισμό τα
μυθιστορήματα του Ντοστογέφσκι, την ποίηση του Μαγιακόφσκι, το θέατρο
του Τσέχοφ, τον κινηματογράφο του Αϊζενστάιν, τους πίνακες του Σαγκάλ,
τις συμφωνίες του Τσαϊκόφσκι, τη φιλοσοφία του Τσερνισέφσκι, το πολιτικό
δαιμόνιο του Λένιν, τον περιοδικό πίνακα του Μεντελέγεφ, τη φυσιολογία
του Παβλόφ, το ταξίδι του Γκαγκάριν και την πυρηνική φυσική του Ζαχάροφ.
Αλλά αν η πνευματική ελαφρότητα της ρωσοφοβίας έχει τη διασκεδαστική
της πλευρά, δεν συμβαίνει το ίδιο με τα πολιτικά της συνεπακόλουθα.
Κοινή μοίρα
Είναι αλήθεια ότι η αχανής ευρασιατική χώρα δεν ακολούθησε, για
συγκεκριμένους ιστορικούς λόγους, το Δυτικό κοινωνικοπολιτικό πρότυπο,
που αποθεώνει την ατομικότητα και στηρίζεται στον κοινοβουλευτισμό.
Ακόμη και επί τσαρικής εποχής, οι αγροτικές κοινότητες με την κοινή
ιδιοκτησία της γης στην ύπαιθρο (obshchina) και οι συνεταιρισμοί των
μαστόρων στις πόλεις (artel) τροφοδοτούσαν μια ισχυρή παράδοση
συλλογικότητας, αυτό το αίσθημα της αλληλεγγύης και της κοινής μοίρας,
που ξεπερνά την ατομική ύπαρξη και εκδηλώνεται με τον παροιμιώδη ηρωισμό
του Ρώσου στρατιώτη στο πεδίο της μάχης.
Αλλο τόσο αλήθεια είναι ότι η Ρωσία ουδέποτε απείλησε τις μεγάλες,
φιλελεύθερες χώρες της Δύσης, με τις οποίες βρέθηκε στο ίδιο στρατόπεδο
τόσο στην υποστήριξη της ελληνικής ανεξαρτησίας, απέναντι στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία, όσο και στους δύο παγκοσμίους πολέμους. Αντίθετα, ήταν
εκείνη που γνώρισε διαδοχικές εισβολές από τη Δύση – πρώτα από τον
Ναπολέοντα, μετά από τον δυτικό συνασπισμό στον Κριμαϊκό Πόλεμο και
ύστερα από την Αντάντ, την επαύριο της Οκτωβριανής Επανάστασης. Η θυσία
είκοσι εκατομμυρίων Σοβιετικών στον βωμό της αντιφασιστικής νίκης ήταν
ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες που έσωσαν την αστική δημοκρατία
από τη ναζιστική απειλή.
Με τη διάλυση της ΕΣΣΔ και την τροχοδρόμηση της Ρωσίας στον
καπιταλιστικό δρόμο θα περίμενε κανείς από τις ηγετικές ελίτ της Δύσης
να απαλλαγούν από τα κληροδοτημένα αντιρωσικά αντανακλαστικά τους.
Ωστόσο, τίποτα τέτοιο δεν συνέβη. Παραβιάζοντας τις υποσχέσεις που είχε
δώσει ο πατήρ Μπους στον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ για να εξασφαλίσει τη
συναίνεσή του στη γερμανική ενοποίηση, οι Αμερικανοί βάλθηκαν να
περικυκλώσουν τη Ρωσία με τη διαβόητη «αντιπυραυλική ασπίδα» και την
ένταξη πρώην σοβιετικών δημοκρατιών στο ΝΑΤΟ. Τα δύο πλέον πολύκροτα
βιβλία της αμερικανικής γεωπολιτικής σκέψης τη δεκαετία του 1990, η
«Μεγάλη σκακιέρα» του Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι και ο «Πόλεμος των
πολιτισμών» του Σάμιουελ Χάντιγκτον, παρά τις μεγάλες διαφορές τους στο
επίπεδο της ανάλυσης, συνέπιπταν σε δύο βασικά σημεία: η νέα Ρωσία
παραμένει ο υπ’ αριθμόν ένα γεωπολιτικός αντίπαλος της Δύσης και το πιο
σημαντικό πεδίο της αντιπαράθεσης θα είναι η Ουκρανία.
Η διαχωριστική γραμμή
Στο πρώτο από αυτά τα βιβλία, ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του
Τζίμι Κάρτερ είναι κατηγορηματικός: χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία θα είναι
απλώς μια μεγάλη περιφερειακή, βασικά ασιατική δύναμη, με την Ουκρανία
θα ξαναγίνει παγκόσμια υπερδύναμη, κάτι που πρέπει πάση θυσία να
αποφευχθεί. Από την πλευρά του, ο Χάντιγκτον, στον περίφημο χάρτη του,
που απεικονίζει τα σύνορα Ανατολής–Δύσης, βάζει τη διαχωριστική γραμμή
να περνάει από το Κίεβο, αφήνοντας τη μισή Ουκρανία στο ένα στρατόπεδο
και την άλλη μισή στο απέναντι. Αμφότεροι επισημαίνουν ότι η μάχη για
την Ουκρανία έχει τεράστια σημασία για να αποτραπεί όχι μόνο η
νεκρανάσταση της ρωσικής αυτοκρατορίας, αλλά και μια στρατηγική,
ενεργειακή και γεωπολιτική συνεργασία της με τη Γερμανία.
Ο πρώτος γύρος της ένοπλης εξέγερσης που ανέτρεψε τον –κλεπτοκράτη και
ανίκανο– Γιανουκόβιτς δικαιώνει αυτήν τη γραμμή. Με πρωθυπουργό τον
φιλοαμερικανό Αρσένι Γιατσένιουκ, η νέα κυβέρνηση του Κιέβου δείχνει
αποφασισμένη να δρομολογήσει την οικονομική πρόσδεση της Ουκρανίας στην
Ε.Ε. και το ΔΝΤ και τη στρατιωτική της αγκίστρωση στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο, ο
δεύτερος γύρος προμηνύεται ιδιαίτερα απρόβλεπτος, όσο και επικίνδυνος. Η
Μόσχα ξεκαθαρίζει ότι η ανέκαθεν (φιλο)ρωσική Κριμαία θα παραμείνει υπό
τον έλεγχό της, είτε ντε φάκτο είτε και ντε γιούρε, με την ενσωμάτωσή
της στη Ρωσία, όπου ανήκε μέχρι το 1954, ύστερα από δημοψήφισμα.
Παράλληλα, διαμηνύει στη Δύση ότι είτε θα δεχθεί μια συναινετική,
πιθανόν ομοσπονδιακού τύπου, λύση για την υπόλοιπη Ουκρανία είτε θα
διακινδυνεύσει τον δρόμο της Κριμαίας να ακολουθήσουν και οι ανατολικές
περιοχές, με το έντονο ρωσικό στοιχείο, όπου είναι συγκεντρωμένος ο
εθνικός πλούτος της χώρας.
Το μεγαλύτερο τίμημα, όμως, που κινδυνεύει να πληρώσει η Δύση είναι στο
ηθικό επίπεδο. Η «δημοκρατική επανάσταση» του Κιέβου ανέδειξε μια
κυβέρνηση, όπου αφθονούν πολιτικοί–μαριονέτες της κλεπτοκρατίας
(Γκρόισμαν, Προντάν, Σιαπάκ κ.ά.). Το κυριότερο, όλα τα κρίσιμα πόστα
στον τομέα της ασφάλειας δόθηκαν σε ανθρώπους του αντισημιτικού,
ακροδεξιού κόμματος Σβόμποντα (πρώην Εθνικοσοσιαλιστικού) και του ακόμη
περισσότερο ακραίου «Δεξιού Τομέα», που πρωτοστάτησε στην ένοπλη
εξέγερση εναντίον της προηγούμενης κυβέρνησης.
Συνιδρυτής του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος ήταν ο σημερινός γραμματέας
του Εθνικού Συμβουλίου Άμυνας και Ασφάλειας, Αντρέι Παρούμπι, και
αρχηγός του «Δεξιού Τομέα» είναι ο αναπληρωτής γραμματέας του ίδιου
θεσμού, Ντιμίτρο Γιάρος. Οι άνθρωποι αυτοί, όπως και τα κόμματά τους,
θεωρούν εθνικό ήρωα της Ουκρανίας τον διαβόητο Στέπαν Μπαντέρα, του
οποίου η εθνικιστική οργάνωση (OUN) στηρίχθηκε από τους ναζί, κατέσφαξε
εκατοντάδες Εβραίους και κομμουνιστές στο Λβοφ και επιχείρησε να ιδρύσει
ανεξάρτητο ουκρανικό κράτος πίσω από τα γερμανικά πάντσερ, κατά την
εισβολή των ναζί στην ΕΣΣΔ, το 1941.
«Είμαστε όλοι Ουκρανοί», είπατε; Μήπως να το ξανασκεφτούμε;
Πέτρος Παπακωνσταντίνου