Κάποιοι φίλοι με ρωτούν γιατί δεν γράφω πια. Μάλιστα κάποιος μου είπε πως αυτά που έγραφα ήταν μια μεταφορά εδώ μέσα από τις σκέψεις του, τα συναισθήματα του, που δεν μπορούσε να εκφράσει κι ένοιωθε ανακούφιση όταν σκεφτόταν πως κάποιος περιγράφει αυτές τις σκέψεις, αυτά τα συναισθήματα με τέτοιο τρόπο...
Να γράψω τι, σ΄αυτή τη φάρσα που βιώνουμε όλοι; Τι να γράψω σε μια χώρα ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ από το δημιουργό, τη φύση, το σύμπαν , όπως θέλετε πείτε το, που τη σκεπάζει ένας απίστευτος ουρανός, που τη χαϊδεύει μια απίθανη θάλασσα, γεμάτη από αρώματα από τη μια άκρη ως την άλλη, θησαυρούς που και μόνο να τους χαζεύεις νοιώθεις ΔΕΟΣ. Μια μικρή γωνιά του πλανήτη που θα μπορούσε να διεκδικήσει άνετα το τίτλο του παραδείσου...
Ενας παράδεισος όμως, που ΑΝΗΚΕΙ, σ΄ενα παγκόσμιο παρανοικό σύστημα τάξης των πραγμάτων που δεν έχει φτιαχτεί ούτε με γνώμονα την ομορφιά, ούτε τον έρωτα, ούτε την αγάπη, ούτε το δέος της συνειδητοποίησης πως η ζωή είναι ένα υπέροχο δώρο που πρέπει κανείς να την ΑΠΟΛΑΥΣΕΙ μέχρι τέλους...
Γιατί είμαστε έτσι; Γιατί δεν μπορούμε να απολαύσουμε αυτό το θαύμα; Γιατί αυτό το θαύμα είναι κρυμμένο βαθιά, κάτω από μια μάζα κανόνων, απειλών, υποδείξεων, εντολών, τρομοκρατίας, τιμωρίας, που επιμένει σαδιστικά να ονομάζεται πολιτισμός, πρόοδος, ανάπτυξη παρασέρνοντας στη παράνοια, τη δυστυχία, τη κατάθλιψη, την απελπισία δισεκατομμύρια ανθρώπους πάνω στο πλανήτη, σε μια συνεχή υποβάθμιση αυτής της απόλαυσης σε ΔΟΥΛΕΙΑ, στη χειρότερη μορφή δουλείας. Εκείνου του είδους φυλακής που δεν μπορείς να καταλάβεις ούτε πως μπήκες, ούτε με τι κατηγορία, ούτε ποιος δικαστής είχε το δικαίωμα να υπογράψει τα δεσμά σου, ισόβια...
Εμείς εδώ οι ανυπότακτοι, οι κακοί μαθητές, ο λαός που προσπαθούσε πάντα να το σκάσει από όλους όσους προσπαθούσαν να του σφίξουν τα λουριά, σήμερα βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση να νοιώθουμε πως δεν είμαστε πια λαός, δεν είμαστε πια ανυπότακτοι, δεν έχουμε καν φαντασία, είμαστε ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ, παραδομένοι σε κάτι που αυτοαποκαλείται μοιραίο, αναπόφευκτο, κάτι που ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ...
Θέλετε να γράψω τι νοιώθουμε οι περισσότεροι; Είμαστε χωρισμένοι σε δυο κατηγορίες. Οι μεν νοιώθουν σαν τις γριές θεατρίνες, που το γλέντησαν, που ερωτεύτηκαν τρελά με τη ζωή και θέλησαν να αποκτήσουν τα πάντα, που αγαπήθηκαν κι αγάπησαν με όλη τους τη ψυχή, που ονειρεύτηκαν, που έκαναν τρέλες, σφάλματα, αλλά ΕΖΗΣΑΝ και τώρα δεν μπορούν να ανεχτούν αυτό το κουστούμι γιατί δεν είναι δικό τους. Δεν είναι της ράτσας τους. Είναι οι άνθρωποι που είχαν την αγέλη τους, συνειδητοποιημένα αγρίμια και βλέπουν γύρω τους όλα να έχουν γίνει μακελείο...
Κι είναι κι εκείνη η άλλη κατηγορία εκείνων που δεν έζησαν ΠΟΤΕ. Των νεκρών που πριν ένοιωθαν σαν τους σπασίκλες της τάξης. Οι χαφιέδες της ευτυχίας που δεν μπορούσαν να αγγίξουν που τώρα οι φουκαριάρηδες ψάχνουν να μοιάσουν σ΄εκείνους που χόμπυ τους είναι οι δυστυχία των άλλων. Θαυμάζουν τους μακελάρηδες και νοιώθουν ενοχές που είναι έλληνες. Θέλουν να σηκώσουν το χέρι ψηλά μπροστά στο κύριο καθηγητή και να του αποδείξουν πως είναι καλοί μαθητές, να του σκουπίσουν τα παπούτσια, να τον κολακέψουν μήπως τους πει το μυστικό.... πως επιβιώνουν χωρίς προβλήματα οι ΚΟΥΦΙΟΙ. Οι ΤΙΠΟΤΑ. Πως δείχνουν τόσο επιτυχημένα τα σακιά με άχυρα που παριστάνουν τους ανθρώπους.
Η Ελλάδα σκίζεται στα δυο. Με βαρβαρότητα. Μ΄ενα κουβάρι που κυλάει όπου το κλωτσάνε και που μέσα του κρύβει το μεγαλείο και την αθλιότητα μπλεγμένα με τρόπο πολύ επικίνδυνο.
Με ρωτάς γιατί δεν γράφω.... Μα για ποιους να γράψω... Για εκείνους που πονάνε γιατί μπορούν μέσα τους να κάνουν μια σύγκριση για το τι είναι ευτυχία και τι δυστυχία γιατί τα ένοιωσαν και τα δύο....
Να γράψω για τους άλλους που γεννήθηκαν και θα πεθάνουν μίζεροι, ανίδεοι, φωτοκόπιες ανόητες των πρέπει ενός ολόκληρου συστήματος που θέλει να τους κρατήσει ακριβώς έτσι..ανόητους...
Να γράψω για κάποιους άλλους που πνίγονται μέσα στα στερητικά σύνδρομα από τις αηδίες που τους αφαιρέθηκαν και θεωρούσαν ζωτικής σημασίας για την επιβίωσή τους, το αυτοκινητάκι, το σπιτάκι, το τηλεφωνάκι, το μεζεδάκι, το τομαράκι....
Η για εκείνους που δεν τους δόθηκε ποτέ περιθώριο να σκεφτούν τι κρύβεται πίσω από αυτό το παιχνίδι..
Μήπως θέλεις να γράψω για τους δήθεν αφυπνισμένους γκουρού, που θεωρούν πως η φώτιση, τα μυστηρια της ζωής, η μαγεία της, η γνώση, η σοφία, είναι μια καλή ξεπατικωτούρα όλων αυτών που έχουν ειπωθεί σε πακέτο προσφοράς για τα κορόϊδα...
Μήπως να γράψω για εκείνους στην απέναντι όχθη που έχουν πάθει μια παράκρουση λατρείας σε οτιδήποτε είναι ξενόφερτο, ψάχνουν απεγνωσμένα να μοιάσουν στους αμερικάνους, στους γερμανούς, στους άγγλους ή στους γιαπωνέζους κι όταν τους ρωτήσεις αν είναι έλληνες λένε «μετα συγχωρήσεως ναι...»
Είμαστε ένα κομάτι από τη κόλαση που έτυχε να ζει στο παράδεισο...
Η απόδειξη πως σ΄ενα ελάχιστο χώρο μπορεί να χωρέσει όλο το ανθρώπινο μεγαλείο κι όλη η ανθρώπινη μιζέρια, δίπλα δίπλα... Η απόδειξη πως σ΄ενα ελάχιστο χώρο μπορεί να επιβιώνει η ελπίδα κι η ομορφιά κάτω από τα σκ@τά....
Είμαστε ένας λαός δέκα εκατομυρίων ανθρώπων μονάχων...
Ενα πλήθος που παλεύει ανάμεσα σ΄εκείνο που διαισθάνεται πως είναι η αληθινή ζωή κι εκείνο που θέλουν να του πλασάρουν τα ντόπια και ξένα σκιάχτρα.
Είμαστε οι κακοί μαθητές που η αχαλίνωτη φαντασία μπορεί στο τέλος να γίνει όπλο στα χέρια ενός εγκληματία ή πινέλο στα χέρια ενός ζωγράφου...
Καταλαβαίνεις τι λέω; Οταν δεν είσαι τίποτα, όταν δεν υπάρχει κάτι μέσα σου ούτε καλό, ούτε κακό, όταν δεν μπορείς ΝΑ ΝΟΙΩΣΕΙΣ, ούτε σαν άγγελος, ούτε σαν δαίμονας, όταν είσαι ένα ΚΡΕΑΣ, μπορείς να φτιάξεις το παρόν σου το μέλλον σου, με το μέτρο. Να υπολογίζεις και τα εκατοστά των ημερών σου, να κόβεις και να τραβάς σε προκρούστια κλίνη τη ζωή σου, να προσπαθείς να γίνεις καλός παπαγάλος ή γραβατωμένος πίθηκος...
Οταν όμως έχεις ακόμα μέσα σου ψυχή....
Θα νοιώθεις όπως νοιώθεις τώρα. Θα ξέρεις πως αυτό που συμβαίνει είναι μια γελοία φάρσα που προσπαθεί να σου αρπάξει την ουσία τη ζωής και να στη μετατρέψει σε ετοιματζίδικο κουστούμι.
Η μάχη αυτή τη στιγμή δεν είναι ανάμεσα σε ιδεολογίες, κόμματα, παρατάξεις, ομάδες....
Είναι ανάμεσα στο μαγειρεμένο από τα χεράκια σου φαί, και το ετοιματζίδικο χάμπουργκερ...
Είναι ανάμεσα σ΄ενα αυθεντικό έργο τέχνης και μια φωτοτυπία του...
Είναι ανάμεσα στους ζωντανούς που ξέρουν να απολαμβάνουν και να κάνουν λάθη, να πονάνε και να γελάνε, να ερωτεύονται και να μισούν...
Και τους νεκρούς που προσπαθούν με άχαρο τρόπο να παραστήσουν πως ζουν, κι επειδή είναι αδύνατον να το καταφέρουν, θέλουν να μολύνουν με τη βρώμα τους τους υπόλοιπους.
Το να μιλάς με τη ψυχή σου, είναι λαϊκισμός ή ηλιθιότητα στο νέο κόσμο..
Το να ονειρεύεσαι είναι σπατάλη...
Το να ερωτεύεσαι είναι χαρακτηριστικό υπερφίαλης προσωπικότητας...
Το να δακρύζεις είναι ίσως κάποιο σύμπτωμα κρυπτο-κατάθλιψης...
Το να βρίσεις ένα κάθαρμα που προκαλεί πόνο γύρω του, είναι λαϊκισμός...
Το να σφάλεις, να κάνεις βλακείες, το να θελήσεις να τεμπελιάζεις, είναι απαράδεκτο στον στημένο καθωσπρεπισμό....
Εδώ σ΄αυτή τη μικρή γωνιά πρώτη φορά έχει κανείς τη δυνατότητα να δει σε όλο του το μεγαλείο την ουσία με την ανοησία να χτυπιούνται αλύπητα ποια θα επιζήσει...
Άνθρωποι μονάχοι...
Σαν κι εσένα, σαν κι εμένα...
Υπάρχει μια Ελλάδα, κάτω από την Ελλάδα που καταστρέφεται που δεν μπορούμε να την δούμε ανόητοι, εμείς όλοι.. Δεν θέλουν να σου αφαιρέσουν τη δυνατότητα να έχεις θερμοσίφωνα ηλιακό, θέλουν να σου αφαιρέσουν τη δυνατότητα να καίγεσαι στον ήλιο και να νοιώθεις ευτυχισμένος. Κι αυτός που αντάλαξε τον ήλιο με το σολάριουμ είσαι εσύ ο ίδιος... Αυτος που ξέχασε το περιγιάλι είσαι εσύ ο ίδιος... αυτός που αντάλλαξε τη γυναίκα που καθάριζε φασολάκια με την ηλίθια γλάστρα στο χαζοκούτι είσαι εσύ ο ίδιος.... αυτός που μετέτρεψε τη λεβεντιά του χορού σε τεταρτοκλασάτη καψούρικη φιγούρα είσαι εσύ ο ίδιος.. αυτός που δεν φυλάει τη ζωή του περπατώντας πάνω σε κίτρινα φύλλα αλλά σε λάστιχα με ζάντες αλουμινίου είσαι εσύ ο ίδιος...
Η τραγικότητα αυτής της φάρσας που εξελίσσεται χωρίς έλεος μπροστά μας είναι πως οι έλληνες παραδόθηκαν εδώ και πάρα πολύ καιρό σε ένα τομάρι που δεν ξέρουν ούτε πως να το δαμάσουν, ούτε πως να το αποβάλλουν...
Ολοι περπατήσαμε σ΄αυτά τα χώματα, καήκαμε στον ήλιο, ψηθήκαμε στη θάλασσα, ξαπλώσαμε μέσα στα δάση, νοιώσαμε πολλές φορές στη ζωή μας τη γοητεία του αγριμιού αλλά επιλέξαμε την ησυχία ενός μαντριού, με αντάλλαγμα να γίνουμε προβλέψιμες μπριζόλες...
Ναι είναι χιλιάδες πράγματα που θέλω να σας πω..
Αλλά σε ποιον;
Ποιος ακούει; Ποιος θέλει να ρισκάρει; Ποιος θέλει να ζήσει ελεύθερος;
Γύρω από ένα τάφο κάποιου που δεν έχει τίποτα, δεν ελπίζει σε τίποτα κι είναι ελεύθερος, έχει μαζεύτεί ένα πλήθος από χιλιάδες ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα αλλά ονειρεύονται να πάρουν τα μπιχλιμπίδια τους πίσω, άνθρωποι που βιώνουν το στερητικό σύνδομο από την έλλειψη της κάθε πρέζας τους, τα ποιο γελοία δεσμά, τις πιο τιποτένιες επιλογές και δεν είναι ελεύθεροι αλλά σκλάβοι.
Χάρτινο το φεγγαράκι, ψεύτικη η ακρογιαλιά, γιατί δεν μπορείς να πιστέψεις. Δεν έχεις οράματα. Δεν θυμάσαι πια ούτε τους μύθους ούτε τους θρύλους. Κατάντησες να ντρέπεσαι για την ίδια σου τη μάνα, όπως κάποιο επαρχιώτες μιας άλλης εποχής που λέγανε πως είναι από τη πρωτεύουσα , για να τους εγκρίνει η καλή κοινωνία...
Το μεγάλο μας πρόβλημα είναι πως προσπαθούμε να αποδείξουμε αν είμαστε καλύτεροι ή χειρότεροι.. πιο μάγκες ή πιο βλάκες από εκείνους που μας πατάνε στο κεφάλι. Δεν είμαστε ούτε καλύτεροι ούτε χειρότεροι, είμαστε αλλιώτικοι. Αλλά, ξέχασα... ήμασταν αλλιώτικοι μέχρι που μετατραπήκαμε σ΄ενα κακό αντίγραφο εκείνων που δεν κατανοούμε γιατί είναι έτσι. Αλλά μοιάζουν επιτυχημένοι... Μοιάζουν εργατικοί, ευσυνείδητοι, πολιτισμένοι, με καλοσιδερωμένα ρούχα και σύγχρονα σπίτια. Η πόρνη ντυμένη πρόοδος, με το μπάσταρδό της βαπτισμένο πρόγραμμα αναμόρφωσης, σηκώνει απειλητικά το χέρι σ΄εκείνους που δεν δίνουν το παρόν.
Να ντρέπεστε σαν έλληνες ουρλιάζει...
Κι όμως ο Ελύτης δεν θα μπορούσε να γράψει αν δεν είχε ψηθεί σ΄αυτό τον ήλιο...
Ο Παλαμάς δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει αν δεν θυμόταν τη ντόπια δόξα..
Ο Βάρναλης δεν θα ήξερε πως είναι οι μοιραίοι αν δεν ήταν εδώ...
Το αν άξιζε το κόπο όλη αυτή η μετάλλαξη, είναι απλό να το ανακαλύψει κάποιος...
Πόσοι γελάνε ακόμα; Πόσοι νοιώθουν ακόμα την απόλαυση της ζωής; Πόσοι μπορούν να κατανοήσουν τι είναι μεγαλείο και τι είναι μιζέρια; Πόσοι μπορούν ακόμα να ονομάσουν τον εαυτό τους εραστή της ζωής κι όχι προικοθήρα; Πόσοι έχουν καταλάβει πως πίσω από το τυράκι κρυβόταν η φάκα; Πόσοι θα καταφέρουν να μην ξεχάσουν πως έχουν ένα όνομα κι όχι έναν αριθμό που τους αντιστοιχεί; Πόσοι θα κατορθώσουν να παραμείνουν άνθρωποι ότι και να συμβεί;
Τόσοι λοιπόν θα είναι οι τελευταίοι ωραίοι έλληνες...
Να γράψω τι, σ΄αυτή τη φάρσα που βιώνουμε όλοι; Τι να γράψω σε μια χώρα ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ από το δημιουργό, τη φύση, το σύμπαν , όπως θέλετε πείτε το, που τη σκεπάζει ένας απίστευτος ουρανός, που τη χαϊδεύει μια απίθανη θάλασσα, γεμάτη από αρώματα από τη μια άκρη ως την άλλη, θησαυρούς που και μόνο να τους χαζεύεις νοιώθεις ΔΕΟΣ. Μια μικρή γωνιά του πλανήτη που θα μπορούσε να διεκδικήσει άνετα το τίτλο του παραδείσου...
Ενας παράδεισος όμως, που ΑΝΗΚΕΙ, σ΄ενα παγκόσμιο παρανοικό σύστημα τάξης των πραγμάτων που δεν έχει φτιαχτεί ούτε με γνώμονα την ομορφιά, ούτε τον έρωτα, ούτε την αγάπη, ούτε το δέος της συνειδητοποίησης πως η ζωή είναι ένα υπέροχο δώρο που πρέπει κανείς να την ΑΠΟΛΑΥΣΕΙ μέχρι τέλους...
Γιατί είμαστε έτσι; Γιατί δεν μπορούμε να απολαύσουμε αυτό το θαύμα; Γιατί αυτό το θαύμα είναι κρυμμένο βαθιά, κάτω από μια μάζα κανόνων, απειλών, υποδείξεων, εντολών, τρομοκρατίας, τιμωρίας, που επιμένει σαδιστικά να ονομάζεται πολιτισμός, πρόοδος, ανάπτυξη παρασέρνοντας στη παράνοια, τη δυστυχία, τη κατάθλιψη, την απελπισία δισεκατομμύρια ανθρώπους πάνω στο πλανήτη, σε μια συνεχή υποβάθμιση αυτής της απόλαυσης σε ΔΟΥΛΕΙΑ, στη χειρότερη μορφή δουλείας. Εκείνου του είδους φυλακής που δεν μπορείς να καταλάβεις ούτε πως μπήκες, ούτε με τι κατηγορία, ούτε ποιος δικαστής είχε το δικαίωμα να υπογράψει τα δεσμά σου, ισόβια...
Εμείς εδώ οι ανυπότακτοι, οι κακοί μαθητές, ο λαός που προσπαθούσε πάντα να το σκάσει από όλους όσους προσπαθούσαν να του σφίξουν τα λουριά, σήμερα βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση να νοιώθουμε πως δεν είμαστε πια λαός, δεν είμαστε πια ανυπότακτοι, δεν έχουμε καν φαντασία, είμαστε ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ, παραδομένοι σε κάτι που αυτοαποκαλείται μοιραίο, αναπόφευκτο, κάτι που ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ...
Θέλετε να γράψω τι νοιώθουμε οι περισσότεροι; Είμαστε χωρισμένοι σε δυο κατηγορίες. Οι μεν νοιώθουν σαν τις γριές θεατρίνες, που το γλέντησαν, που ερωτεύτηκαν τρελά με τη ζωή και θέλησαν να αποκτήσουν τα πάντα, που αγαπήθηκαν κι αγάπησαν με όλη τους τη ψυχή, που ονειρεύτηκαν, που έκαναν τρέλες, σφάλματα, αλλά ΕΖΗΣΑΝ και τώρα δεν μπορούν να ανεχτούν αυτό το κουστούμι γιατί δεν είναι δικό τους. Δεν είναι της ράτσας τους. Είναι οι άνθρωποι που είχαν την αγέλη τους, συνειδητοποιημένα αγρίμια και βλέπουν γύρω τους όλα να έχουν γίνει μακελείο...
Κι είναι κι εκείνη η άλλη κατηγορία εκείνων που δεν έζησαν ΠΟΤΕ. Των νεκρών που πριν ένοιωθαν σαν τους σπασίκλες της τάξης. Οι χαφιέδες της ευτυχίας που δεν μπορούσαν να αγγίξουν που τώρα οι φουκαριάρηδες ψάχνουν να μοιάσουν σ΄εκείνους που χόμπυ τους είναι οι δυστυχία των άλλων. Θαυμάζουν τους μακελάρηδες και νοιώθουν ενοχές που είναι έλληνες. Θέλουν να σηκώσουν το χέρι ψηλά μπροστά στο κύριο καθηγητή και να του αποδείξουν πως είναι καλοί μαθητές, να του σκουπίσουν τα παπούτσια, να τον κολακέψουν μήπως τους πει το μυστικό.... πως επιβιώνουν χωρίς προβλήματα οι ΚΟΥΦΙΟΙ. Οι ΤΙΠΟΤΑ. Πως δείχνουν τόσο επιτυχημένα τα σακιά με άχυρα που παριστάνουν τους ανθρώπους.
Η Ελλάδα σκίζεται στα δυο. Με βαρβαρότητα. Μ΄ενα κουβάρι που κυλάει όπου το κλωτσάνε και που μέσα του κρύβει το μεγαλείο και την αθλιότητα μπλεγμένα με τρόπο πολύ επικίνδυνο.
Με ρωτάς γιατί δεν γράφω.... Μα για ποιους να γράψω... Για εκείνους που πονάνε γιατί μπορούν μέσα τους να κάνουν μια σύγκριση για το τι είναι ευτυχία και τι δυστυχία γιατί τα ένοιωσαν και τα δύο....
Να γράψω για τους άλλους που γεννήθηκαν και θα πεθάνουν μίζεροι, ανίδεοι, φωτοκόπιες ανόητες των πρέπει ενός ολόκληρου συστήματος που θέλει να τους κρατήσει ακριβώς έτσι..ανόητους...
Να γράψω για κάποιους άλλους που πνίγονται μέσα στα στερητικά σύνδρομα από τις αηδίες που τους αφαιρέθηκαν και θεωρούσαν ζωτικής σημασίας για την επιβίωσή τους, το αυτοκινητάκι, το σπιτάκι, το τηλεφωνάκι, το μεζεδάκι, το τομαράκι....
Η για εκείνους που δεν τους δόθηκε ποτέ περιθώριο να σκεφτούν τι κρύβεται πίσω από αυτό το παιχνίδι..
Μήπως θέλεις να γράψω για τους δήθεν αφυπνισμένους γκουρού, που θεωρούν πως η φώτιση, τα μυστηρια της ζωής, η μαγεία της, η γνώση, η σοφία, είναι μια καλή ξεπατικωτούρα όλων αυτών που έχουν ειπωθεί σε πακέτο προσφοράς για τα κορόϊδα...
Μήπως να γράψω για εκείνους στην απέναντι όχθη που έχουν πάθει μια παράκρουση λατρείας σε οτιδήποτε είναι ξενόφερτο, ψάχνουν απεγνωσμένα να μοιάσουν στους αμερικάνους, στους γερμανούς, στους άγγλους ή στους γιαπωνέζους κι όταν τους ρωτήσεις αν είναι έλληνες λένε «μετα συγχωρήσεως ναι...»
Είμαστε ένα κομάτι από τη κόλαση που έτυχε να ζει στο παράδεισο...
Η απόδειξη πως σ΄ενα ελάχιστο χώρο μπορεί να χωρέσει όλο το ανθρώπινο μεγαλείο κι όλη η ανθρώπινη μιζέρια, δίπλα δίπλα... Η απόδειξη πως σ΄ενα ελάχιστο χώρο μπορεί να επιβιώνει η ελπίδα κι η ομορφιά κάτω από τα σκ@τά....
Είμαστε ένας λαός δέκα εκατομυρίων ανθρώπων μονάχων...
Ενα πλήθος που παλεύει ανάμεσα σ΄εκείνο που διαισθάνεται πως είναι η αληθινή ζωή κι εκείνο που θέλουν να του πλασάρουν τα ντόπια και ξένα σκιάχτρα.
Είμαστε οι κακοί μαθητές που η αχαλίνωτη φαντασία μπορεί στο τέλος να γίνει όπλο στα χέρια ενός εγκληματία ή πινέλο στα χέρια ενός ζωγράφου...
Καταλαβαίνεις τι λέω; Οταν δεν είσαι τίποτα, όταν δεν υπάρχει κάτι μέσα σου ούτε καλό, ούτε κακό, όταν δεν μπορείς ΝΑ ΝΟΙΩΣΕΙΣ, ούτε σαν άγγελος, ούτε σαν δαίμονας, όταν είσαι ένα ΚΡΕΑΣ, μπορείς να φτιάξεις το παρόν σου το μέλλον σου, με το μέτρο. Να υπολογίζεις και τα εκατοστά των ημερών σου, να κόβεις και να τραβάς σε προκρούστια κλίνη τη ζωή σου, να προσπαθείς να γίνεις καλός παπαγάλος ή γραβατωμένος πίθηκος...
Οταν όμως έχεις ακόμα μέσα σου ψυχή....
Θα νοιώθεις όπως νοιώθεις τώρα. Θα ξέρεις πως αυτό που συμβαίνει είναι μια γελοία φάρσα που προσπαθεί να σου αρπάξει την ουσία τη ζωής και να στη μετατρέψει σε ετοιματζίδικο κουστούμι.
Η μάχη αυτή τη στιγμή δεν είναι ανάμεσα σε ιδεολογίες, κόμματα, παρατάξεις, ομάδες....
Είναι ανάμεσα στο μαγειρεμένο από τα χεράκια σου φαί, και το ετοιματζίδικο χάμπουργκερ...
Είναι ανάμεσα σ΄ενα αυθεντικό έργο τέχνης και μια φωτοτυπία του...
Είναι ανάμεσα στους ζωντανούς που ξέρουν να απολαμβάνουν και να κάνουν λάθη, να πονάνε και να γελάνε, να ερωτεύονται και να μισούν...
Και τους νεκρούς που προσπαθούν με άχαρο τρόπο να παραστήσουν πως ζουν, κι επειδή είναι αδύνατον να το καταφέρουν, θέλουν να μολύνουν με τη βρώμα τους τους υπόλοιπους.
Το να μιλάς με τη ψυχή σου, είναι λαϊκισμός ή ηλιθιότητα στο νέο κόσμο..
Το να ονειρεύεσαι είναι σπατάλη...
Το να ερωτεύεσαι είναι χαρακτηριστικό υπερφίαλης προσωπικότητας...
Το να δακρύζεις είναι ίσως κάποιο σύμπτωμα κρυπτο-κατάθλιψης...
Το να βρίσεις ένα κάθαρμα που προκαλεί πόνο γύρω του, είναι λαϊκισμός...
Το να σφάλεις, να κάνεις βλακείες, το να θελήσεις να τεμπελιάζεις, είναι απαράδεκτο στον στημένο καθωσπρεπισμό....
Εδώ σ΄αυτή τη μικρή γωνιά πρώτη φορά έχει κανείς τη δυνατότητα να δει σε όλο του το μεγαλείο την ουσία με την ανοησία να χτυπιούνται αλύπητα ποια θα επιζήσει...
Άνθρωποι μονάχοι...
Σαν κι εσένα, σαν κι εμένα...
Υπάρχει μια Ελλάδα, κάτω από την Ελλάδα που καταστρέφεται που δεν μπορούμε να την δούμε ανόητοι, εμείς όλοι.. Δεν θέλουν να σου αφαιρέσουν τη δυνατότητα να έχεις θερμοσίφωνα ηλιακό, θέλουν να σου αφαιρέσουν τη δυνατότητα να καίγεσαι στον ήλιο και να νοιώθεις ευτυχισμένος. Κι αυτός που αντάλαξε τον ήλιο με το σολάριουμ είσαι εσύ ο ίδιος... Αυτος που ξέχασε το περιγιάλι είσαι εσύ ο ίδιος... αυτός που αντάλλαξε τη γυναίκα που καθάριζε φασολάκια με την ηλίθια γλάστρα στο χαζοκούτι είσαι εσύ ο ίδιος.... αυτός που μετέτρεψε τη λεβεντιά του χορού σε τεταρτοκλασάτη καψούρικη φιγούρα είσαι εσύ ο ίδιος.. αυτός που δεν φυλάει τη ζωή του περπατώντας πάνω σε κίτρινα φύλλα αλλά σε λάστιχα με ζάντες αλουμινίου είσαι εσύ ο ίδιος...
Η τραγικότητα αυτής της φάρσας που εξελίσσεται χωρίς έλεος μπροστά μας είναι πως οι έλληνες παραδόθηκαν εδώ και πάρα πολύ καιρό σε ένα τομάρι που δεν ξέρουν ούτε πως να το δαμάσουν, ούτε πως να το αποβάλλουν...
Ολοι περπατήσαμε σ΄αυτά τα χώματα, καήκαμε στον ήλιο, ψηθήκαμε στη θάλασσα, ξαπλώσαμε μέσα στα δάση, νοιώσαμε πολλές φορές στη ζωή μας τη γοητεία του αγριμιού αλλά επιλέξαμε την ησυχία ενός μαντριού, με αντάλλαγμα να γίνουμε προβλέψιμες μπριζόλες...
Ναι είναι χιλιάδες πράγματα που θέλω να σας πω..
Αλλά σε ποιον;
Ποιος ακούει; Ποιος θέλει να ρισκάρει; Ποιος θέλει να ζήσει ελεύθερος;
Γύρω από ένα τάφο κάποιου που δεν έχει τίποτα, δεν ελπίζει σε τίποτα κι είναι ελεύθερος, έχει μαζεύτεί ένα πλήθος από χιλιάδες ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα αλλά ονειρεύονται να πάρουν τα μπιχλιμπίδια τους πίσω, άνθρωποι που βιώνουν το στερητικό σύνδομο από την έλλειψη της κάθε πρέζας τους, τα ποιο γελοία δεσμά, τις πιο τιποτένιες επιλογές και δεν είναι ελεύθεροι αλλά σκλάβοι.
Χάρτινο το φεγγαράκι, ψεύτικη η ακρογιαλιά, γιατί δεν μπορείς να πιστέψεις. Δεν έχεις οράματα. Δεν θυμάσαι πια ούτε τους μύθους ούτε τους θρύλους. Κατάντησες να ντρέπεσαι για την ίδια σου τη μάνα, όπως κάποιο επαρχιώτες μιας άλλης εποχής που λέγανε πως είναι από τη πρωτεύουσα , για να τους εγκρίνει η καλή κοινωνία...
Το μεγάλο μας πρόβλημα είναι πως προσπαθούμε να αποδείξουμε αν είμαστε καλύτεροι ή χειρότεροι.. πιο μάγκες ή πιο βλάκες από εκείνους που μας πατάνε στο κεφάλι. Δεν είμαστε ούτε καλύτεροι ούτε χειρότεροι, είμαστε αλλιώτικοι. Αλλά, ξέχασα... ήμασταν αλλιώτικοι μέχρι που μετατραπήκαμε σ΄ενα κακό αντίγραφο εκείνων που δεν κατανοούμε γιατί είναι έτσι. Αλλά μοιάζουν επιτυχημένοι... Μοιάζουν εργατικοί, ευσυνείδητοι, πολιτισμένοι, με καλοσιδερωμένα ρούχα και σύγχρονα σπίτια. Η πόρνη ντυμένη πρόοδος, με το μπάσταρδό της βαπτισμένο πρόγραμμα αναμόρφωσης, σηκώνει απειλητικά το χέρι σ΄εκείνους που δεν δίνουν το παρόν.
Να ντρέπεστε σαν έλληνες ουρλιάζει...
Κι όμως ο Ελύτης δεν θα μπορούσε να γράψει αν δεν είχε ψηθεί σ΄αυτό τον ήλιο...
Ο Παλαμάς δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει αν δεν θυμόταν τη ντόπια δόξα..
Ο Βάρναλης δεν θα ήξερε πως είναι οι μοιραίοι αν δεν ήταν εδώ...
Το αν άξιζε το κόπο όλη αυτή η μετάλλαξη, είναι απλό να το ανακαλύψει κάποιος...
Πόσοι γελάνε ακόμα; Πόσοι νοιώθουν ακόμα την απόλαυση της ζωής; Πόσοι μπορούν να κατανοήσουν τι είναι μεγαλείο και τι είναι μιζέρια; Πόσοι μπορούν ακόμα να ονομάσουν τον εαυτό τους εραστή της ζωής κι όχι προικοθήρα; Πόσοι έχουν καταλάβει πως πίσω από το τυράκι κρυβόταν η φάκα; Πόσοι θα καταφέρουν να μην ξεχάσουν πως έχουν ένα όνομα κι όχι έναν αριθμό που τους αντιστοιχεί; Πόσοι θα κατορθώσουν να παραμείνουν άνθρωποι ότι και να συμβεί;
Τόσοι λοιπόν θα είναι οι τελευταίοι ωραίοι έλληνες...