Ομιλία στο αποστολικό ανάγνωσμα της ΙΕ΄ Κυριακής των επιστολών του αποστόλου Παύλου
(β Κορ. 4, 6-15)
Οἱ τέσσερες μετοχές τῶν ἀποστόλων
Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ἀκούσαμε τόν ἀπόστολο Παῦλο νά
περιγράφει τήν ζωή τῶν ἁγίων ἀποστόλων μέ τέσσερες μετοχές:
Θλιβόμενοι, ἀπορούμενοι, διωκόμενοι, καταβαλλόμενοι. Αὐτά τά
τέσσερα πράγματα, πού καί μόνο του τό καθένα προξενεῖ πολύ πόνο, τά
ἐννοεῖ ὁ ἀπόστολος ὅτι συμβαίνουν λίγο – πολύ σέ ὅλους μας.
Θλιβόμενοι: Σημαίνει στήν ἀρχαία γλώσσα, ὄχι ἁπλῶς ἔχω κάποια
στενοχώρια, ἀλλά πιέζομαι. Ἡ στενοχώρια, ἄν πρόκειται γιά στενοχώρια μέ
πιέζει. Πιέζει τήν ψυχή μου. Τόν ψυχικό μου κόσμο. Πιέζει ὁλόκληρο τό
εἶναι μου.
Ἴσως νά μήν εἶναι στενοχώρια ὅπως τήν φανταζόμαστε. Μπορεῖ νά εἶναι
πίεση-ψυχικός πόνος ἀπό δύσκολες καταστάσεις, ἀπό τίς ὁποῖες ἔρχεται σάν
ἐπακόλουθο αὐτό πού εἶπε παρακάτω:
Ἀπορούμενοι. Δηλαδή ψάχνω νά βρῶ διέξοδο καί δέν βρίσκω πουθενά.
Προσπαθῶ νά βρῶ παρηγορία καί δέν βρίσκω πουθενά. Προσπαθῶ νά βρῶ λίγη
δύναμη, λίγη ἀντοχή νά ξεπεράσω αὐτές τίς καταστάσεις πού βιώνω, καί δέν
βρίσκω πουθενά.
Καί δέν φτάνουν μόνο αὐτά, τό «θλιβόμενοι καί ἀπορούμενοι», πού μπορεῖ
νά συμβαίνουν στή ζωή μου, τήν προσωπική μου ζωή, μά ἔρχονται καί κάποια
ἀκόμη χειρότερα: Διωκόμενοι. Ἔχω νά ἀντιμετωπίσω κατατρεγμό
ἀπό ἄλλους ἀνθρώπους μικρότερο ἤ μεγαλύτερο. Καί μερικές φορές, τόσο
μεγάλο καί τόσο ἰσχυρό, πού συνεχίζει ὁ ἀπόστολος καί λέγει:
Καταβαλλόμενοι: Αἰσθάνομαι ὅτι μέ ἔριξε κάτω. Ἐξουθενώθηκα δέν εἶμαι
τίποτε. Δέν μπορῶ νά κάνω καμιά ἀντίδραση. Δέν μπορῶ νά γλυτώσω, νά
ξεφύγω.
Νά πεθάνει ἡ ἀγάπη γιά τήν ἁμαρτία
Αὐτά τά δυσάρεστα ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀλλά κάνει καί μιά
ἀναφορά: Ὅλα πρέπει νά τά βλέπομε κάτω ἀπό τό πρίσμα τοῦ Χριστοῦ.
Ποιό εἶναι αὐτό;
Κάτι τέτοια πέρασε καί ὁ Χριστός. Χειρότερα ἀπό μᾶς. Χειρότερα
ἀπό ὅτι μπορεῖ νά φαντασθεῖ, ὁ πιό πολύ ἀπ' ὅλους πιεσμένος καί
κατατρεγμένος ἄνθρωπος. Καί τό ξέρομε καλά, ὅτι ὁ Χριστός ἐσταυρώθη καί
ἀπέθανε, μέ τό χειρότερο τρόπο. Ὄχι ὅπως ἤθελε ὁ ἴδιος, ἀλλά καί ὅπως
ἤθελαν οἱ ἐχθροί του. Πού φρόντισαν ὄχι μόνο νά τόν σταυρώσουν, ἀλλά καί
νά τόν κάνουν κατάρα. Καί καταραμένο.
Ἀλλά ἐμεῖς ξέρομε ὅτι ὁ Χριστός σταυρώθηκε γιά μᾶς. Ἐθλίβη, ἦλθε σέ
ἀπορία. Ἐδιώχθη καί κατεβλήθη· γιά μᾶς. Καί πέθανε γιά μᾶς.
Γιατί πέθανε γιά μᾶς ὁ Χριστός;
Γιά νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τόν θάνατο.
Πέθανε γιά μᾶς· ὥστε μέ τόν δικό του θάνατο, νά ἐλευθερώσει ἐμᾶς, ἀπό τόν δικό μας θάνατο.
Δικός μας θάνατος, εἶναι πρῶτα ἐκεῖνος πού ἐμεῖς τόν διαλέγομε. Πού
ψάχνομε νά τόν βροῦμε. Καί τόν βρίσκομε. Αὐτός εἶναι ἡ
ἁμαρτία. Μερικοί, τήν θεωροῦν τήν ἁμαρτία τήν μεγαλύτερή τους χαρά.
Ὅποιας μορφῆς καί ἄν εἶναι.
Μερικοί βέβαια, φωτισμένοι ἀπό τόν Θεό, ἀντιδροῦν στήν ἁμαρτία. Ἀλλά ἡ
ἁμαρτία πού ἔχει δύναμη, στό σῶμα, στήν ψυχή καί στόν κόσμο, τούς
πιέζει, τούς θλίβει.
Μᾶς κάνει νά ἐρχόμαστε σέ ἀπορία καί σέ ἀπόγνωση.
Μά ὅταν αἰσθανόμαστε ἔτσι, λέγει ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος, κάνομε τόν Σταυρό μας καί λέμε:
«Χριστέ μου, ἐσύ ἀπέθανες γιά μᾶς. Ἔχομε καί ἐμεῖς χρέος νά πεθάνομε
γιά σένα. Ποιός νά πεθάνει; Αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού αἰσθάνεται τήν γοητεία
τοῦ κακοῦ νά τόν τραβάει. Κάνε τον νά πεθάνει. Καί κάνε νά πεθάνει μέσα
του ἡ ἀγάπη γιά τήν ἁμαρτία. Ἤ ἔστω ἡ ὑποχωρητικότητα στήν ἁμαρτία, νά
μή λέω ὅτι τάχα δέν μποροῦσα νά κάνω διαφορετικά».
Μιά θεία ἀποκάλυψη
Θέλεις νά εἶσαι ζωντανός...
Ζωντανός, μέ τά δικά σου αἰσθήματα, μέ τίς δικές σου ὀρέξεις, μέ τά
δικά σου πάθη, μέ τόν ἑαυτό σου. Γι’ αὐτό βρίσκεσαι σ’ αὐτή τήν
κατάσταση. Κάνε τον νά πεθάνει τόν παλαιό ἄνθρωπο γιά τήν ἁμαρτία, γιά
νά γλυτώσεις ἐσύ.
Εἶναι φορές πού ἔρχονται ἀκόμη πιό δύσκολες συνθῆκες, πού συντρίβεται
τό ἐγώ. Συντρίβεται ἡ ὑπόστασή μας, ἡ ζωή μας, καί τότε αἰσθανόμαστε
ἀκόμη πιό πιεστική τήν δύναμη τοῦ κακοῦ ἐπάνω μας. Χωρίς τήν θέλησή μας!
Χωρίς καθόλου νά τό ἐπιδιώκομε.
Μᾶς λέει ὁ Κύριος:
Δέξου τόν «θάνατο» τόν ὁποῖο σου ἐπιβάλλουν, ὅπως ἐγώ τόν δέχθηκα γιά
σένα. Δέξου καί σύ αὐτά πού σοῦ ἔρχονται. Γιά μένα.
Γι’ αὐτό ἀκριβῶς καταλήγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος:
-Ἐμεῖς ἔχομε ὑποχρέωση νά περιφέρομε πάντοτε τήν νέκρωση τοῦ Κυρίου
Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν. Μέσα στό ἀτομικό μας εἶναι. Στή ζωή μας νά
δείχνομε ὅτι προτιμᾶμε τόν θάνατο. Ποιόν θάνατο;
Τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ κακοῦ πού κυριαρχοῦν πάνω μας. Γιατί;
«Ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ φανερωθεῖ ἐν τῇ θνητῇ σαρκί ἡμῶν».
Ἅμα τό κάνομε αὐτό καί φροντίσομε νά παραμερίσομε τίς δυνάμεις τοῦ
κακοῦ, πού ἐνεργοῦν ἔτσι ἐπάνω μας, τότε ἔρχεται μιά θεία ἀποκάλυψη:
Φανερώνεται σέ μᾶς, πάνω μας, ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ.
Καί τότε, βλέπομε τί σημαίνει ἀνάσταση, τί σημαίνει νίκη κατά τοῦ κακοῦ, τί σημαίνει ζωή κοντά στό Θεό.
Μερικές φορές ὅλα αὐτά τά βλέπομε μέ τά θαύματα. Θαύματα πού
κάνει ὁ Θεός γύρω μας, σέ ἐμᾶς, γιά νά μᾶς κάνει νά τό καταλάβομε καί νά
τό πιστεύσομε, ὅτι ὅταν στίς θλίψεις μας, στά πάθη μας, στίς κακουχίες
μας, θυμόμαστε τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ γιά μᾶς, καί προσπαθοῦμε νά
νικήσομε τήν ἁμαρτία, πού ἀπό ὅλες τίς πλευρές μᾶς κυκλώνει, γεμίζομε
ἀπό οὐράνια δόξα.
Κύριε, ποῦ ἤσουν; Δίπλα σου ἤμουν!
Διαβάζομε στόν βίο τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου:
Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος κάποια φορά, βασανιζόταν ἀπό τόν διάβολο. Τί ἦταν
αὐτός ὁ βασανισμός; Δέν χρειάζεται νά τό πολυεξηγήσομε.
Ὁ διάβολος, τοῦ ἔφερνε ἕνα σωρό λογισμούς, ξεσήκωνε τά πάθη, τοῦ θύμιζε
διάφορες κακίες, τόν γέμιζε ἀπογοήτευση, θλίψη, πικρία γιά ὅλη του τήν
ζωή.
Τότε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος βρισκόταν σέ μιά τέτοια κατάσταση πού νόμιζε, ὅτι
τόν εἶχε βάλει κάτω ὁ διάβολος καί τόν κοπάναγε ἀλύπητα. Μέ λουριά καί
μέ ραβδιά.
Μά ὁ ἅγιος Ἀντώνιος, θυμόταν τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Τόν παρακαλοῦσε καί τοῦ ἔλεγε:
-Κύριε, σύ πού ἀπέθανες γιά μᾶς, ἔλα καί μή μέ ἀφήνεις νά πεθάνω στά
χέρια τοῦ διαβόλου, ἀλλά δόσ’ μου δύναμη νά ἀντιδράσω. Ἐπειδή δέν
αἰσθάνομαι νά ἔχω ἄλλη δύναμη, ἔλα. Ἔλα γρήγορα.
Καί γιά μιά στιγμή, ἐνῶ αἰσθανόταν τελείως ἐξουθενωμένος, βλέπει τό
μέρος στό ὁποῖο ἔμενε γεμάτο ἀπό τό φῶς τῆς θεότητος. Τό γλυκύτατο καί
«ἱλαρό φῶς» μέ τό ὁποῖο ὀνομάζομε τόν Χριστό «φῶς ἱλαρόν ἁγίας δόξης».
Αὐτό τό ἅγιο φῶς της Μεταμορφώσεως, ἔλαμψε ἐκεῖ μέσα καί ἀνάμεσα στό
φῶς αὐτό, εἶδε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.
Τόν ρώτησε:
-Κύριε, πού ἤσουν τόση ὥρα πού ὑπέφερα τόσα καί σέ παρακαλοῦσα;
Τοῦ ἀπάντησε ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός:
-Ἐδῶ ἤμουν, δίπλα σου, καί σέ καμάρωνα.
Τί μᾶς λέει αὐτό τό γεγονός;
Ἀπό τήν στιγμή πού μᾶς ἔρχονται οἱ θλίψεις καί οἱ στενοχώριες καί αἰσθανόμαστε ἀπορημένοι...
Πού δέν ξέρομε νά βροῦμε διέξοδο.
Πού διωκόμεθα καί αἰσθανόμεθα ὅτι καταβαλλόμεθα καί μένομε ἐξουθενωμένοι.
Ἐάν ἔχομε τήν ἀναφορά μας στόν Χριστό καί θυμόμαστε τόν θάνατό του γιά
μᾶς καί τό χρέος μας ἀπέναντί του, ὁ Χριστός εἶναι κοντά μας, ἔστω καί
ἄν δέν τήν δοῦμε τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ δίπλα μας...
Γεμίζει τήν καρδιά μας δόξα καί χάρη καί μᾶς καμαρώνει. Καί
πραγματοποιεῖται μέσα μας, ἡ ζωή τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός μέ τό ἔλεός του καί τόν ἀγώνα μας, νά ἔχομε πάντοτε τή ζωή τοῦ Χριστοῦ μέσα μας. Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο στίς 10.01.2000