5.2 Η έννοια του “άλλου” και η έννοια του “εγώ” - Point of view

Εν τάχει

5.2 Η έννοια του “άλλου” και η έννοια του “εγώ”



Η παρούσα ανάρτηση ανήκει στο σύνολο των άρθρων του Χάρη Φουνταλή επί θεμάτων νοολογίας

Σε μια προηγούμενη παράγραφο σας ζήτησα να φανταστείτε οτι είστε σκίουρος, περιστέρι, ή κάτι τέτοιο. Τώρα θα σας ζητήσω να φανταστείτε οτι είστε πίθηκος. Όχι μικρή μαϊμού, αλλά μεγάλος πίθηκος, κάτι σαν το προγονικό-μας είδος πιθήκων από το οποίο προήλθαν τόσο οι χιμπαντζήδες όσο και (τελικά, μετά από διάφορα άλλα ενδιάμεσα είδη) εμείς οι άνθρωποι. Ο λόγος που επιλέγω έναν μεγάλο πίθηκο και όχι πάλι κάποιο μικρό θηλαστικό ή πτηνό, είναι οτι θέλω το ζώο να έχει μεγάλο εγκέφαλο, που “να του κόβει” λιγάκι, για να μπορεί να επιτελέσει τον παρακάτω νοητικό άθλο. (Αλλά δεν χρειάζομαι έναν εγκέφαλο τόσο έξυπνο όσο του ανθρώπου, γιατί για τον άνθρωπο αυτό που θα περιγράψω δεν είναι άθλος, αλλά κάτι το τετριμμένο.)
Ζείτε λοιπόν μεταξύ άλλων πιθήκων του είδους-σας. Η κύρια αίσθησή σας είναι η όραση, όπως άλλωστε και σε όλα τα άλλα πρωτεύοντα (αγγλ.: primates). Ο ορατός κόσμος-σας περιλαμβάνει πολλά και διάφορα υλικά αντικείμενα, όπως δέντρα, κλαδιά, φύλλα, φρούτα, το έδαφος, πέτρες, τον ουρανό, τον ήλιο, και φυσικά τους συντρόφους-σας. Για όλα αυτά δημιουργείτε εσωτερικές παραστάσεις στον εγκέφαλό σας. Δηλαδή: όπως στην περίπτωση μιας σκέτης ευθείας, που παριστάνεται εσωτερικά στον εγκέφαλο ενός μικρότερου ζώου μέσω μιας αφηρημένης δομής που έχει τη μορφή πυρήνα–άλω, το ίδιο και με όλα τα αντικείμενα που βρίσκονται στον πιθηκίσιο κόσμο-σας: μπορείτε και τα παριστάνετε κι αυτά με δομές της μορφής πυρήνα–άλω, σαν έννοιες δηλαδή· μόνο που αυτές οι έννοιες (π.χ., “φρούτο”) είναι αρκετά περίπλοκες — τόσο περίπλοκες που δεν έχω καμιά ελπίδα να τις ζωγραφίσω εδώ με σχεδιαγράμματα, όπως έκανα στην περίπτωση της ευθείας. Αν το τολμούσα, θα γέμιζα τη σελίδα με αναρίθμητους κύκλους, βελάκια, κλπ., και το αποτέλεσμα θα ήταν ένα τέλειο ανακάτεμα, όπου κανείς δεν θα καταλάβαινε τίποτε. (Για σύγκριση αναφέρω οτι όταν σε μια παρουσίαση της διδακτορικής-μου εργασίας έφτιαξα και παρουσίασα χάριν παραδείγματος την εσωτερική παράσταση του κεφαλαίου γράμματος Α, που μας φαίνεται σαν ένα απλούστατο σχήμα, η παράστασή του κατέλαβε το μεγαλύτερο μέρος μιας σελίδας Α4.)
Επομένως δημιουργείτε εσωτερικές παραστάσεις και για καθέναν από τους συντρόφους-σας. Σημειώστε μάλιστα, οτι ενώ για ένα σκίουρο είναι αρκετή η έννοια “καρύδι”, και δεν χρειάζεται ο σκίουρος να κάνει διάκριση ανάμεσα στα “καρύδι Α” και “καρύδι Β”, ένας πίθηκος είναι υποχρεωμένος να διαχωρίσει ανάμεσα στον “πίθηκο Α” και “πίθηκο Β”, γιατί άλλο χαρακτήρα και ιδιότητες έχει ο πίθηκος Α, και άλλον ο πίθηκος Β, καθώς έχουμε να κάνουμε με νοητικά πολύπλοκα και κυρίως κοινωνικά όντα.
Επειδή μάλιστα είστε αρκετά έξυπνο ον, πιθανόν να διατηρείτε και κάποια υποτυπώδη αφηρημένη παράσταση της έννοιας “σύντροφος πίθηκος”. (Αν δεν έχετε αυτή τη δυνατότητα, τότε αρκεί να επιλέξουμε να μιλήσουμε για κάποιο από τα προγονικά-μας ανθρωποειδή είδη, που επιτέλους ανέπτυξε αυτήν την ικανότητα — κάποτε θα πρέπει να έγινε δυνατό αυτό, κάποιο προγονικό είδος θα πρέπει να το κατάφερε, εφόσον εμείς έχουμε την ικανότητα αυτή.)
Τώρα, καθρέφτες δεν υπάρχουν στον κόσμο-σας, ώστε να δείτε πόσο μοιάζετε με τους συντρόφους-σας,(*) αλλά κι από τα λίγα τμήματα του εαυτού-σας που μπορείτε να δείτε (χέρια, πόδια, εμπρός πλευρά σώματος), καταλαβαίνετε οτι είστε “ένας από κείνους”. (Αυτό, που ακούγεται κοινότοπο και τετριμμένο, είναι πολύ αμφίβολο αν μπορούν να το συμπεράνουν άλλα είδη ζώων, που δεν διαθέτουν τη νοημοσύνη ενός πιθήκου, ενός δελφινιού, κλπ., και που λόγω του τρόπου με τον οποίο είναι τοποθετημένα τα μάτια-τους — στα πλάγια της κεφαλής — δεν βλέπουν σχεδόν τίποτα από τον εαυτό-τους.) Φυσικό είναι λοιπόν να διατηρείτε κάποια εσωτερική παράσταση και για το αντικείμενο “εγώ, αυτό το σώμα που είναι πάντα κοντά-μου, που πονάει όταν το χτυπήσουν”, κλπ.
Συνεχίζουμε τώρα αυτό το “πείραμα σκέψης”.

5.2.1 Τί το ιδιαίτερο έχει η έννοια του “εγώ”

Λοιπόν, η εσωτερική παράσταση της έννοιας του “εγώ” οφείλει να έχει ορισμένες ξεχωριστές ιδιότητες, που δεν τις έχει καμιά άλλη εσωτερική παράσταση κανενός άλλου αντικειμένου.
Πρώτα-πρώτα, ενώ κάθε αλλος σύντροφος πίθηκος εμφανίζεται περιστασιακά στο οπτικό-σας πεδίο, τα μέλη του ίδιου του σώματός σας σας ακολουθούν μόνιμα. Δηλαδή, ενώ στην ελκυστική πιθηκίνα του διπλανού δέντρου αφορούν μόνο κάποια γεγονότα της ζωής-σας (όχι όλα), εντούτοις σε όλα τα γεγονότα της ζωής-σας είναι παρόντα τα μέλη του σώματός σας, που ανήκουν στην εσωτερική-σας παράσταση του “εγώ”. Άρα το “εγώ” συμμετέχει στα πάντα. Σε όσο πιο πολλά γεγονότα της μνήμης-σας συμμετέχει ένας άλλος πίθηκος, τόσο πιο πολύπλοκη εσωτερική παράσταση κατασκευάζετε για κείνον, γιατί η παράστασή του συνδέεται με όλα εκείνα τα γεγονότα. Π.χ., για κάποιον μακρυνό συγγενή, που τον είδατε μόνο μια-δυο φορές σε μια γειτονική αποικία, διατηρείτε μια απλούστατη παράσταση· για την πιθηκίνα του διπλανού δέντρου όμως, που σας ενδιαφέρει τα μάλα, και στην οποία η προσοχή-σας εστιάζεται όλη την ώρα, έχετε σχηματίσει μια αρκετά πολύπλοκη παράσταση, αφού γνωρίζετε πάμπολλες ιδιότητές της. Παρόμοια λοιπόν, για τον ίδιο-σας τον εαυτό, για το “εγώ”, έχετε σχηματίσει την πιο πολύπλοκη παράσταση όλων, αφού — θέλετε-δεν-θέλετε — το “εγώ”-σας συμμετέχει σε όλα τα γεγονότα.
Όμως η εσωτερική παράσταση της έννοιας του “εγώ” έχει μία ακόμη ιδιαιτερότητα. Πρόκειται για τη μόνη παράσταση η οποία δείχνει προς τον εαυτό-της. Δηλαδή υπάρχουν ανακυκλώσεις, κλειστοί “βρόχοι” (αγγλ.: loops) μέσα στην παράσταση. Τί σημαίνει αυτό;
Θεωρείστε τη σκέψη: «Σήμερα χάιδεψα την πιθηκίνα.»
(Ή μάλλον, προκειμένου για πιθήκους, πιο λογικό θα ήταν το «ξεψείριασα», αλλά για να μην κάνουμε τελείως μπανάλ τη συζήτηση, και να της δώσουμε μια κάποια ρομαντική χροιά, ας κάνουμε χρήση του «χάιδεψα». )
Για τη σκέψη αυτή (όπως και για κάθε άλλη), δημιουργείτε μια εσωτερική παράσταση. (Αν το “σήμερα”, και ο αόριστος χρόνος του ρήματος “χάιδεψα” σας φαίνονται πολύ προχωρημένα για τη σκέψη ενός πιθήκου, θα προτείνω και πάλι να θεωρήσετε ένα αρκούντως εξελιγμένο προγονικό-μας είδος, που να μπορεί να κάνει τη σκέψη αυτή· αντικαταστείστε και το “πιθηκίνα” με το “γειτόνισσα της διπλανής σπηλιάς”, κ’ ελπίζω πως είμαστε εντάξει.) Ας σκεφτούμε με τί θα έμοιαζε το σχεδιάγραμμα της σκέψης αυτής:
Κατ’ αρχήν, στον πυρήνα πρέπει να βρίσκεται το ρήμα της πρότασης, το “χάιδεψα”, ή καλύτερα το “χαϊδεύειν”, μια που μιλάμε για έννοιες κι όχι για λέξεις. Το υποκείμενο του πυρήνα είναι το “εγώ”, και μέσα στην άλω βρίσκονται το άμεσο αντικείμενο (“πιθηκίνα”) και ένας χρονικός προσδιορισμός, το “σήμερα”.
Πολύ ωραία· όμως αυτή η σκέψη δεν επιπλέει σε έναν ωκεανό άλλων σκέψεων, ασύνδετη με οτιδήποτε άλλο. Αν ήταν ασύνδετη, δεν θα μπορούσε ποτέ να βρεθεί και ν’ ανακληθεί στη μνήμη ώστε να γίνει χρήση-της. Όλες οι σκέψεις πρέπει να συνδέονται με κάτι, και αυτό το κάτι πιστεύω οτι είναι η έννοια “εγώ” (γιατί εγώ είμαι που κάνω την κάθε σκέψη και συμμετέχω σ’ αυτή). Σ’ ένα διάγραμμα θα συνέδεα την όλη σκέψη — τον πυρήνα-της δηλαδή — με την έννοια “εγώ”, ως εξής:
Βλέπουμε λοιπόν οτι, ναι μεν ο πυρήνας συνδέεται με το υποκείμενο “εγώ”, αλλά και το “εγώ” συνδέεται με τον πυρήνα, μέσω ενός συνδέσμου που έχει το νόημα “εγώ κάνω την εξής σκέψη”.
Αν το καλοσκεφτούμε, κάθε σκέψη στην οποία συμμετέχει το “εγώ” θα παρουσιάζει την παραπάνω εικόνα, με αυτό το βρόχο των συνδέσμων: από το “εγώ” προς τον πυρήνα της σκέψης, και πίσω πάλι, από τον πυρήνα προς το “εγώ”. Η έννοια “εγώ”, στη μνήμη ενός ατόμου, θα πρέπει να είναι γεμάτη από τέτοιους βρόχους, που θα σχηματίζονται σε κάθε σκέψη όπου συμμετέχει το “εγώ”.
Ποια είναι η σπουδαιότητα της ύπαρξης αυτών των βρόχων;
Η σπουδαιότητά τους έγκειται στο οτι μέσω αυτών των βρόχων επιτυγχάνεται αυτογνωσία.(*)
Γιατί; Κοιτάξτε πάλι το παραπάνω διάγραμμα. Ξεκινώντας από τον πυρήνα της σκέψης, μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα: Ποιος είναι αυτός/αυτή που το έκανε αυτό το πράγμα; Η απάντηση βρίσκεται ακολουθώντας το βέλος που έχει την ετικέττα “υποκείμενο”. Άρα είναι το “εγώ” που το έκανε αυτό το πράγμα. Και τί άλλο ξέρουμε για την έννοια αυτή, για το “εγώ”; Η απάντηση είναι οτι ξέρουμε “τα πάντα”. Δηλαδή ξέρουμε τόσο πολλά όσα δεν ξέρουμε για κανέναν άλλο σύντροφό μας, ή άλλη έννοια. Απαντώντας στο ερώτημα του Ποιος, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια έννοια εξαιρετικής πολυπλοκότητας, που όμοιά της δεν υπάρχει στην ανθρώπινη μνήμη-μας. Αυτό το “εγώ”, στο οποίο μόλις αποκτήσαμε πρόσβαση μέσω του βρόχου, είναι το ίδιο “εγώ” που έμαθε να απαγγέλλει ένα ποιηματάκι όταν ήταν μόλις τεσσάρων χρονών· το ίδιο που άρχισε να κλαίει γιατί δεν έσβησε με τη μία όλα τα κεράκια της τούρτας σε ένα πάρτυ γενεθλίων· το ίδιο που έπεσε μια φορά και χτύπησε καθώς μάθαινε ποδήλατο· το ίδιο που το κατέλαβε κεραυνοβόλος έρωτας στα εφηβικά-του χρόνια· το ίδιο που πέρασε σε μια σχολή που δεν ήταν η πρώτη προτίμησή του· που βρήκε μια καλούτσικη δουλειά αργότερα· που παντρεύτηκε και έκανε οικογένεια· και ούτω καθεξής, με χιλιάδες αναμνήσεις, δηλαδή συνδέσμους από το “εγώ” προς όλα αυτά τα επεισόδια στη μνήμη, τα οποία προφανώς δεν μπορώ να δείξω στο ανωτέρω διάγραμμα γιατί θα χρειαζόμουν να ζωγραφίσω χιλιάδες βελάκια που να ξεκινούν από το “εγώ” και να καταλήγουν στις αναμνήσεις αυτές· όπως και χιλιάδες άλλα βελάκια που να έρχονται πίσω στο “εγώ”, ένα για κάθε βρόχο.

Ακόμα κι αυτό το εικονικό σκίτσο πρέπει να ωχριά μπροστά την πολυπλοκότητα
της πραγματικής εσωτερικής παράστασης ενός ανθρώπινου “εγώ”.
Βέβαια η εσωτερική παράσταση του “εγώ” πρέπει να έχει έναν πυρήνα (στο παραπάνω σκίτσο, σημειώνεται με κίτρινο χρώμα). Προσοχή, το “εγώ” δεν είναι απλώς ο πυρήνας· είναι ολόκληρη η δομή, πυρήνας + άλως. Η ύπαρξη όμως ενός πυρήνα μας κάνει να σκεφτούμε οτι κάποιοι νευρώνες (μαζί με τις συνάψεις-τους) στον εγκέφαλο ενός ανθρώπου θα είναι ίσως αφιερωμένοι στην “υλοποίηση” (την πραγμάτωση) αυτού του πυρήνα. Πόσοι νευρώνες; Εκατοντάδες; Χιλιάδες; Δεκάδες χιλιάδες; Δεν έχω ιδέα. Να είναι άραγε αυτοί οι νευρώνες διασκορπισμένοι στον εγκέφαλο, ή μήπως περιορισμένοι σε κάποιο χώρο; Αν είναι περιορισμένοι στο χώρο, τότε μήπως ένα μικρό εγκεφαλικό επεισόδιο (το σπάσιμο ενός αιμοφόρου αγγείου και το πλημμύρισμα νευρώνων με αίμα, που έτσι δηλητηριάζονται και πεθαίνουν) στην περιοχή εκείνη μπορεί να καταστρέψει — προσωρινά έστω — ένα “εγώ”; Ποτέ δεν έχω ακούσει για κάποια τέτοια περίπτωση. Γνωρίζω βέβαια για την αμνησία (αγγλ.: retrograde amnesia), αλλά δεν μου φαίνεται το ίδιο πράγμα. Στη retrograde amnesia μοιάζει να υπάρχει ο πυρήνας ενός “εγώ”, που όμως έχει χάσει την πρόσβαση σε πολλά από τα στοιχεία της άλω.
Τώρα, ότι ισχύει για τον πυρήνα, ισχύει και για όλους τους άλλους κόμβους. (Άλλωστε και ο πυρήνας ένας απλός κόμβος είναι· το οτι είναι πυρήνας οφείλεται στον τρόπο που συνδέεται με τους άλλους κόμβους, όχι στο οτι αποτελείται από κάποια διαφορετική ποιότητα.) Όπως λοιπόν ο πυρήνας υλοποιείται μέσω χιλιάδων νευρώνων, το ίδιο πρέπει να ισχύει και για κάθε άλλον κόμβο που συμμετέχει σε μια έννοια. Κάθε έννοια επομένως πρέπει να υλοποιείται στον ανθρώπινο εγκέφαλο μέσω χιλιάδων, ή εκατομμυρίων νευρώνων. Πώς ακριβώς γίνεται η υλοποίηση, είναι κάτι που πολύ θα ήθελα να μάθω στο μέλλον.
Ας δούμε τώρα τη συνολική εικόνα: το δάσος, που αποτελείται από δέντρα, που αποτελούνται από φύλλα, που αποτελούνται από...
  • Το “εγώ” (όπως και κάθε άλλη έννοια), αποτελείται από έναν πολύ μεγάλο αριθμό κόμβων (ένας απ’ τους οποίους είναι ο πυρήνας).
  • Ο κάθε κόμβος, που είναι μια άυλη οντότητα (όπως ένα φωτεινό σήμα της πινακίδας του Τζίμη), υλοποιείται από έναν πολύ μεγάλο αριθμό νευρώνων (και των συνάψεών τους) στον ανθρώπινο εγκέφαλο.
  • Ο κάθε νευρώνας αποτελείται από έναν πολύ μεγάλο αριθμό οργανικών μορίων.
Έχουμε λοιπόν ένα πολύπλοκο σύστημα (το “εγώ”), που αποτελείται από πολύπλοκα συστήματα (κόμβους), που υλοποιούνται από πολύπλοκα συστήματα (νευρώνες), κ.ο.κ. Σύστημα μέσα σε σύστημα, σαν τις ρωσσικές κούκλες, τις “μπάμπουσκες”, που βρίσκονται φωλιασμένες η μία μέσ’ στην άλλη. Όμως αντίθετα με τις μπάμπουσκες, εδώ ανοίγουμε μια κούκλα και βρίσκουμε μέσα-της ένα πολύ μεγάλο αριθμό από άλλες κούκλες, οι οποίες μάλιστα είναι τελείως διαφορετικής ποιότητας, δεν μοιάζουν καθόλου με την κούκλα που τις περιέχει μέσα-της. Και το ίδιο ισχύει για την κάθε υπο-κούκλα.
Τί σας θυμίζει αυτό το σενάριο; Μήπως το “ταξίδι προς τα κάτω” που επιχειρήσαμε στην §2.1.2, όπου ξεκινήσαμε από μια κοινωνία ανθρώπων, και καταλήξαμε ως τα μόρια, τα άτομα, τα κουόρκ, και τα γλοιόνια; Κ’ εκεί είδαμε συστήματα μέσα σε συστήματα. Και μάθαμε για τις αναφυόμενες ιδιότητες. Ε λοιπόν, κ’ εδώ έχουμε πάμπολλες αναφυόμενες ιδιότητες. Και μία απ’ αυτές τις ιδιότητες είναι αυτό ακριβώς που μας βασανίζει σ’ ολόκληρο το παρόν κείμενο.

Είμαστε έτοιμοι να ξαναδούμε στο σημείο αυτό κάτι που ανέφερα και πρωτύτερα, που αποτελεί τον “πυρήνα” αυτού του κειμένου· έναν πυρήνα τον οποίο μπορούμε να κρίνουμε τώρα υπό το φως των ιδεών περί εννοιών και ανθρώπινων μνημών:

Αυτό που ονομάζουμε “ψυχή” είναι μια αναφυόμενη ιδιότητα
μιας εξαιρετικά πολύπλοκης μνήμης: της μνήμης του “εγώ”.


Αυτό είναι ο πυρήνας, το “απόσταγμα” των όσων ανέφερα, και των όσων θα αναφέρω. Δεν θα μπορούσα όμως ποτέ να δώσω απλώς τον πυρήνα αυτό σαν απάντηση στην ερώτηση του φίλου-μου του Αρίσταρχου, που με ρώτησε «Τί είναι η ψυχή του ανθρώπου», γιατί όντας αντιμέτωπος με ένα σκέτο πυρήνα, απογυμνωμένο από την άλω-του, ούτε ο Αρίσταρχος, ούτε κανείς άλλος θα μπορούσε να καταλάβει τίποτα.
Η ψυχή προκύπτει σαν ιδιότητα μιας έννοιας: του “εγώ”· που μέσω των απειράριθμων βρόχων που σχηματίζονται στη δομή-του έχει τη δυνατότητα να “κοιτά”, να μελετά, να εξετάζει τον εαυτό-του. Δεν μπορεί όμως να “δει” τους κόμβους που το αποτελούν, γιατί οι κόμβοι ανήκουν σε χαμηλότερο επίπεδο. “Βλέπει” μόνο τον εαυτό-του σε υψηλό επίπεδο, σαν ολότητα, δηλαδή σαν ένα, αδιαίρετο, ζωντανό “κάτι”, που δρα μέσα στο χρόνο, και που συνδέεται με όλες τις αναμνήσεις-του.
Οι κόμβοι, που είναι σε χαμηλότερο επίπεδο από το “εγώ”, δρουν ανεξάρτητα από την ολότητα του “εγώ”, αλλά πάντα μέσα σε κάποια όρια, όπως οι άνθρωποι μιας κοινωνίας δρουν ανεξάρτητα από την κοινωνία, αλλά πάντα μέσα σε κάποια κοινωνικά αποδεκτά όρια. Το ίδιο συμβαίνει και σε ακόμα πιο χαμηλό επίπεδο. Οι νευρώνες, που υλοποιούν τους κόμβους, δρουν ανεξάρτητα από τον κόμβο τον οποίο υλοποιούν (π.χ. ένας νευρώνας μπορεί να συμμετέχει στην υλοποίηση περισσότερων του ενός κόμβων), κ.ο.κ.
Παρατηρείστε και το εξής ενδιαφέρον: όσο κατεβαίνουμε τα επίπεδα της οργάνωσης, τόσο πιο φρενήρης γίνεται ο ρυθμός λειτουργίας των συστημάτων. Οι νευρώνες, λόγου χάρη, λειτουργούν ταχύτατα σε σχέση με τους χρόνους που είναι σε θέση να παρακολουθήσει συνειδητά το “εγώ”-μας. Για να καταλάβετε τί εννοώ όταν λέω “ταχύτατα”, ένας νευρώνας φορτίζεται και αποφορτίζεται κάπου 40 φορές το δευτερόλεπτο — ένας ρυθμός που κάποτε γίνεται μεγαλύτερος, κάποτε πιο αργός, πράγμα που έχει σημασία για το πώς μεταδίδει την πληροφορία ο νευρώνας. Την κάθε μία απ’ αυτές τις δεκάδες φορτίσεις και αποφορτίσεις, οργανικά μόρια εισάγονται και αποβάλλονται κατά εκατομμύρια από την κυτταρική μεμβράνη του νευρώνα. Οπότε αν κατέβουμε σε επίπεδο μορίων, η φράση “φρενήρης ρυθμός” ωχριά σαν περιγραφή της πραγματικότητας. Πόσο γρήγορα κινούνται τα μόρια; Μέσα σε μια σταγόνα νερού, τα μόρια Η2Ο κινούνται με μέση ταχύτητα 1600 χιλιομέτρων την ώρα, δηλαδή υπερηχητικά!
Κι άλλη μια σημαντική παρατήρηση: το κάθε στοιχείο ενός επιπέδου (π.χ. ο κάθε κόμβος, ή ο κάθε νευρώνας) “κάνει τη δουλειά-του” χωρίς να “νοιάζεται” για το τί κάνουν σχεδόν όλα τα άλλα στοιχεία του ίδιου επιπέδου (άλλοι κόμβοι, άλλοι νευρώνες), εκτός από εκείνα με τα οποία επικοινωνεί άμεσα. Ούτε έχει καμιά ιδέα περί ύπαρξης ανώτερου συστήματος στο οποίο ανήκει. Ούτε καμιά άλλη ιδέα όπως οτι αποτελείται από μεγάλο αριθμό κατώτερων συστημάτων.

5.2.2 Πώς και γιατί προκύπτει η κοινή αντίληψη περί “ψυχήςαπό την εσωτερική παράσταση του “εγώ”

Η αίσθηση της υπαρξιακής-μας συνέχειας, τύπου κινηματογραφικής ταινίας

Καλά όλ’ αυτά, καλή και η πολυπλοκότητα της εσωτερικής παράστασης του ανθρώπινου “εγώ”, αλλά από πού κι ως πού μας προκύπτει αυτή η εκπληκτική αίσθηση της συνέχειας της ύπαρξής μας στο χρόνο; Το “εγώ” δεν το αισθανόμαστε σαν ένα ασάλευτο αντικείμενο στο χώρο, αλλά σαν κάτι που ζει στο χρόνο, που του φαίνεται σαν ο χρόνος να κυλά με μια σταθερή ταχύτητα, και τα γεγονότα σαν να έρχονται από το άγνωστο μέλλον και να καταλήγουν στο για πάντα καθορισμένο παρελθόν. Από πού προέρχεται αυτή η εντύπωση;
Θα πρέπει να σημειώσω οτι εδώ υπεισέρχομαι βαθιά σε θέματα φιλοσοφίας, και κινδυνεύω ν’ ανοίξω ένα κουτί της Πανδώρας με προβλήματα-τέρατα, που απαιτούν ένα κείμενο ίσου ή μεγαλύτερου μεγέθους από το παρόν για να συζητηθούν. Δεν είναι δυνατό λοιπόν να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες στο παρόν. Επιγραμματικά μόνο θα αναφέρω οτι, όπως υποστηρίζω σε ένα άλλο άρθρο (αλλά στα αγγλικά), η αίσθηση οτι ο χρόνος κυλά είναι νοητική απάτη. Ο χρόνος δεν κυλά, απλά είναι (όπως και ο χώρος άλλωστε απλά είναι, ή όπως θα έλεγαν οι φυσικοί σήμερα, αυτό που “είναι” είναι ο χωροχρόνος). Η νοητική απάτη που μας κάνει να πιστεύουμε οτι ο χρόνος κυλά είναι αποτέλεσμα κάποιων ιδιοτήτων της φυσικής-μας σύστασης, όπως εξηγώ στο προαναφερθέν άρθρο. Χωρίς διεξοδική εξέταση όμως, αυτές οι ιδέες ακούγονται σαν αποκυήματα καλπάζουσας (και ίσως ελαφρώς “πειραγμένης”) φαντασίας. Ή μάλλον, πιο συγκεκριμένα, οι προηγούμενες προτάσεις δεν είναι παρά ένας “πυρήνας” απογυμνωμένος από τα μύρια στοιχεία της άλω-του. Γιαυτό θα βιαστώ να κλείσω το κουτί της Πανδώρας σ’ αυτό το σημείο, θα θεωρήσω οτι ο χρόνος πράγματι κυλά όπως μάλλον θα πιστεύετε κ’ εσείς, και θα εστιάσω στην αίσθηση που έχουμε οτι η ζωή-μας κυλάει μαζί με το χρόνο, σαν σε μια κινηματογραφική ταινία. Και πάλι υπάρχει το ερώτημα του τί προκαλεί την αίσθηση οτι μπορούμε να “παίξουμε την ταινία” της ζωής-μας, και μάλιστα αρχίζοντας από οποιοδήποτε χρονικό σημείο επιθυμούμε.
Ας σκεφτούμε όμως το εξής: την “ταινία της ζωής-μας” την παίζουμε μόνο στη μνήμη-μας, πουθενά αλλού. Δεν συμβαίνουν πραγματικά τα γεγονότα της γαμήλιας τελετής-μας δέκα χρόνια μετά, ή του πρώτου φιλιού που δώσαμε στο κορίτσι ή στο αγόρι-μας· απλά ανακαλούμε από τη μνήμη-μας αναμνήσεις, και έχουμε την ικανότητα (μερικές φορές) να το κάνουμε έτσι ώστε να μας δημιουργείται η εντύπωση οτι τα γεγονότα “κυλούν” σε πραγματικό χρόνο. Το “εγώ”-μας συνδέεται μ’ αυτά τα “στιγμιότυπα” που είναι αποθηκευμένα στη μνήμη. Όπως μπορούμε ν’ ανακαλούμε στατικές εικόνες (π.χ., την Αφροδίτη της Μήλου), έτσι μπορούμε να ανακαλούμε και κινούμενες εικόνες (π.χ. τον Νηλ Άρμστρονγκ να κατεβαίνει από τη σκάλα της σεληνακάτου και να πατά στο φεγγάρι). Όσο επιτακτική ανάγκη είναι η ανάκληση στατικών εικόνων (λόγω επιβίωσης), άλλο τόσο επιτακτική ανάγκη είναι και η ανάκληση των κινούμενων. Έχοντας ένα πλήθος κινούμενων και στατικών αναμνήσεων από το παρελθόν-μας συνδεμένες με το “εγώ”-μας, μας δίνεται η εντύπωση της συνέχειας της ύπαρξής μας. Γνωρίζουμε οτι αποτελούμε συνέχεια εκείνου του ατόμου που έδωσε το πρώτο ερωτικό φιλί σε μια μάλλον τρυφερή ηλικία, και παρόλο που δεν θυμόμαστε παρά μόνο αποσπασματικά τις μυριάδες των γεγονότων που μεσολάβησαν από τότε μέρι σήμερα, τις έχουμε σε μια πάνω-κάτω χρονολογικά σωστή σειρά, και το λογικό-μας μας λέει οτι είμαστε εκείνο το ίδιο άτομο. Λογικά λοιπόν αντιλαμβανόμαστε τη συνέχεια της ύπαρξής μας ως το μακρυνό παρελθόν, ως όπου φτάνει η μνήμη-μας. Εξάλλου, εκτός από τη μνήμη τη δική-μας, συμφωνούν και οι μνήμες των συγγενών-μας, και οι φωτογραφίες και ταινίες που έχουμε από το παρελθόν, και άλλα πολλά, ώστε να μας δημιουργείται μια λογικά συνεπής αίσθηση συνέχειας. Το παν όμως είναι θέμα μνήμης σ’ αυτό το συνεχώς υπάρχον “εγώ”.
Πέρα όμως από την αίσθηση της συνέχειας της ύπαρξής μας λόγω της μακρόχρονης μνήμης, υπάρχει και η αίσθηση της συνέχειας ενός χρόνου που ρέει εδώ και τώρα, που την αντιλαμβανόμαστε μέσω της βραχύχρονης μνήμης. Δηλαδή: τώρα, αυτή τη στιγμή που διαβάζω αυτές τις λέξεις πέρασε μια στιγμή, και τώρα πέρασε μια άλλη ενώ η προηγούμενη στιγμή έμεινε στο παρελθόν, και τώρα μια άλλη, κ.ο.κ. Μας δίνεται λοιπόν η αίσθηση της συνέχειας και της ροής του παρόντος χρόνου. Και αυτή η αίσθηση είναι νοητική απάτη, και οφείλεται σε ιδιότητες της βραχύχρονης μνήμης — συγκεκριμένα στον τρόπο με τον οποίο “σβήνουν” οι ενεργοποιήσεις (αγγλ.: activations) των εννοιών στη βραχύχρονη μνήμη. Και πάλι όμως αναγκάζομαι να δίνω τηλεγραφικές εξηγήσεις για θέματα που χρειάζονται ολόκληρα νέα άρθρα για μια πλήρη εξήγησή τους. Αναγκάζομαι να σας παρουσιάζω έναν πυρήνα χωρίς άλω, και όποτε γίνεται αυτό, ο γυμνός πυρήνας μοιάζει ακατανόητος και δεν γίνεται αντιληπτός — ούτε αποδεκτός — από τον αναγνώστη. Πάλι επομένως θα ζητήσω την κατανόησή σας για το γεγονός οτι δεν μπορώ να αναφερθώ σε όση έκταση απαιτείται στο παρόν κείμενο, γιατί θα φύγω εκτός θέματος, και μάλιστα δημιουργώντας μια πολύ μεγάλη νέα ενότητα.

Η επιθυμία αποφυγής του θανάτου, και το θρησκευτικό συναίσθημα

Όμως άλλο η αίσθηση της συνέχειας του “εγώ”, που είναι συνέπεια της μνήμης-μας, και άλλο η αίσθηση του οτι έχουμε “ψυχή”, που μάλιστα μπορεί να εξακολουθεί να υπάρχει και μετά θάνατο. Αυτή πάλι η δοξασία από πού προέκυψε;
Όπως εξηγώ στο άρθρο περί θρησκείας, την πολύπλοκη νοημοσύνη του ανθρώπου βαραίνουν σκέψεις που είναι απλησίαστες για τα άλλα ζώα. Ο άνθρωπος είναι το μόνο ον που έχει το φόβο του θανάτου, και ο λόγος γι’ αυτό είναι οτι μόνο ο άνθρωπος μπορεί να σκεφτεί για το απώτερο μέλλον, και να κάνει την εξής λογική σκέψη: «Όπως πεθαίνουν ένας-ένας οι γηραιότεροι συγγενείς-μου, έτσι θα πεθάνω μια μέρα κ’ εγώ, ερχόμενος στη θέση-τους.» Αυτή η σκέψη, παρόλο που δεν παίζει ρόλο στα καθημερινά γεγονότα της ζωής ενός ανθρώπου, εντούτοις υπάρχει πάντα στο παρασκήνιο των σκέψεων ενός ενήλικου. Όταν ο άνθρωπος βρίσκει την ευκαιρία να ξεφύγει από τον καθημερινό αγώνα για την εξασφάλιση της επιβίωσης, στο μυαλό-του έρχονται σκέψεις όπως: «Μα είναι δυνατό να τελειώνουν όλα με το θάνατο; Να “σβήνουν” τα πάντα, όπως σβήνει κανείς τη φλόγα στο κερί; Αδύνατον! Θα πρέπει να υπάρχει κάποια συνέχεια.» Αυτήν την ελπίδα για συνέχεια, ο άνθρωπος την έκανε πίστη οτι όντως υπάρχει συνέχεια, χωρίς να έχει καμιά ένδειξη(*) οτι μια τέτοια προοπτική είναι αληθινή. Η πίστη στη συνέχεια της ζωής μετά θάνατο παρέχει ένα απαραίτητο “ψυχολογικό σωσίβιο”, γιατί για ποιο λόγο να επιμένει να ζει κάποιος ο οποίος βρίσκεται σε δυσχερή κατάσταση και επιβιώνει με μεγάλη δυσκολία, αν ξέρει οτι με το θάνατο τελειώνουν όλα τα βάσανά του; Αντίθετα, αν πιστεύει οτι με το θάνατο τίποτα δεν τελειώνει, δεν έχει κανένα λόγο να εγκαταλείψει την προσπάθεια επιβίωσης. Άρα λοιπόν έχει ευεργετικά αποτελέσματα στην επιβίωση του ατόμου η πίστη σε μια μετά θάνατο ζωή. Έπειτα υπάρχει και το “ηθικό σωσίβιο”: αν κάποιος αδικείται στη ζωή-του από άλλους, μπορεί να πιστέψει οτι στη μετά θάνατο ζωή θ’ αλλάξει η κατάσταση, και οτι αυτός που τον αδικεί θα τιμωρηθεί όπως του αξίζει. Έτσι δεν επαναστατεί ενάντια στην αδικία, και γίνεται πιο εύκολα εκμεταλλεύσιμος απ’ αυτούς που μπορούν να τον εκμεταλλευτούν. Σε πρώιμα στάδια της ανάπτυξης της ανθρώπινης διάνοιας, οι “επαναστάτες” που θα ήθελαν να αντιταχθούν στην αδικία “εδώ και τώρα” (χωρίς να πιστεύουν σε κάποιο αντιστάθμισμα στη μετά θάνατο ζωή) έχαναν τη μάχη με τους ισχυρούς της φυλής, εξοστρακίζονταν, κ’ έτσι δεν άφηναν πολλούς απογόνους που να κληρονομήσουν την επαναστατικότητά τους. Οι άλλοι, οι “πιστοί” στην ιδέα του μετά θάνατον αντισταθμίσματος, περνούσαν πολύ καλύτερα, και πολλαπλασίαζαν τα “πιστά” γονίδιά τους. Αυτό τουλάχιστον έχει υποστηρίξει ο βιολόγος E. O. Wilson, για να εξηγήσει την παρατήρηση οτι υπάρχει μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που πειθήνια βάζουν το κεφάλι κάτω και κάνουν ότι τους λένε οι λίγοι, οι “αρχηγοί”.
Από κάποιο σημείο κ’ έπειτα ήρθε η θρησκεία για να παγιώσει και να κωδικοποιήσει την πίστη σ’ έναν μετά θάνατο κόσμο αγαθών και πονηρών πνευμάτων, όπου το κακό τιμωρείται και το καλό επιβραβεύεται. Μάλιστα η θρησκεία, όπως εξηγώ πιο λεπτομερειακά στο ίδιο άρθρο (περί θρησκείας), δεν εμφανίστηκε ξαφνικά σε όλη τη σημερινή-της πολυπλοκότητα και μεγαλοπρέπεια, αλλά εξελίχθηκε σταδιακά, από πολύ απλές και ταπεινές δομές, στις σημερινές πολυπλοκότατες των μονοθεϊστικών θρησκευμάτων. Με άλλα λόγια, και η θρησκεία παρουσίασε εξελικτικά αυξητική τάση, όπως και τόσες άλλες έννοιες στον κόσμο, σαν κι αυτές τις οποίες συζητήσαμε σε προηγούμενες ενότητες. Μέσω της θρησκείας, η πίστη σε μια ψυχή που ζει αιώνια απέκτησε και το “θεωρητικό φιλοσοφικό υπόβαθρο”, κ’ έγινε περίπου ακλόνητη και ακαταμάχητη, αναπόσπαστο μέρος της κουλτούρας των ανθρώπων.

5.2.3 Πώς το “εγώ” δημιουργείται εκ του μη όντος

Δεν ήταν χωρίς λόγο που σας ζήτησα σε μια προηγούμενη παράγραφο να μπείτε αρχικά στο μυαλό ενός σκίουρου που παρατηρεί μια ευθεία γραμμή, και ύστερα στο μυαλό ενός μεγάλου πιθήκου που αναπολεί μια ευχάριστη στιγμή του άμεσου παρελθόντος. Το έκανα αυτό για να σας ενθαρρύνω να σκεφτείτε την άποψη οτι ίσως να μην έχουμε εμείς οι άνθρωποι την αποκλειστικότητα της κατοχής μιας έννοιας οπως το “εγώ”. Δεν γνωρίζουμε αν κάποια στοιχειώδη μορφή “εγώ” κατέχουν και πουλιά, όπως τα περιστέρια, ή τα ακόμα πιο έξυπνα κοράκια· είναι όμως μάλλον απίθανο να μην κατέχουν “εγώ” τα πιο έξυπνα από τα θηλαστικά, όπως δελφίνια, φάλαινες, ελέφαντες, πολλά αιλουροειδή και κυνοειδή, και οι μεγάλοι πίθηκοι (χιμπαντζήδες, γορίλλες, και ουραγκοτάγκοι). Αλλά το “εγώ” ενός ζώου μάλλον είναι τόσο πιο απλό όσο (1) πιο μικρός είναι ο εγκέφαλός του, και (2) λιγότερο κοινωνικό είναι το ζώο. Κοινωνικά ζώα όπως οι λύκοι, πολλά είδη δελφινιών, οι γορίλλες, οι χιμπαντζήδες, κ.ά., χρειάζονται τόσο την έννοια του “εγώ” όσο και την έννοια του “άλλου”, ώστε να καταφέρνουν να διεκπεραιώνουν τις καθημερινές κοινωνικές συναναστροφές-τους με επιτυχία.
Τώρα, εμείς οι άνθρωποι, δηλαδή το τωρινό είδος Homo sapiens, στο οποίο ανήκουν όλα τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων στη Γη, και που έχουμε μέγεθος εγκεφάλου γύρω στα 1400 cm3, γνωρίζουμε οτι προήλθαμε από προγενέστερα ανθρωποειδή είδη, όπως το είδος Homo erectus, που πρωτοεμφανίστηκε από 2 με 1,5 εκατομμύρια χρόνια πριν, με μέγεθος εγκεφάλου από 1100 cm3 (στα μεταγενέστερα άτομα), έως 850 cm3 (στα προγενέστερα). Αν πάμε πιο πίσω στο παρελθόν, στα 3,5 εκατομμύρια χρόνια, θα βρούμε πιο παλιούς-μας προγόνους: τους αυστραλοπίθηκους (που καμία σχέση δεν έχουν με την Αυστραλία· απλώς το πρόθεμα australo- σημαίνει νοτιο- στα λατινικά, επειδή απολιθώματα αυστραλοπίθηκων πρωτοεντοπίστηκαν στα νότια μέρη της Αφρικής). Αυτοί είχαν εγκέφαλο με μέγεθος περίπου 600 cm3. Ακόμα πιο πριν, στα 6-7 εκατομμύρια χρόνια, οι κοινοί-μας πρόγονοι με τους χιμπαντζήδες θα πρέπει να είχαν εγκέφαλο όσο και οι σημερινοί χιμπαντζήδες, δηλαδή περίπου 400 cm3. Όσο προχωράμε στο παρελθόν, τόσο το μέγεθος του εγκεφάλου των προγόνων-μας μειώνεται. (Και μάλιστα δεν είναι μόνο η απόλυτη ποσότητα εγκεφάλου, αλλά και ο λόγος της ποσότητας αυτής προς το συνολικό όγκο του σώματος, κι αυτός μειώνεται.) Κατά την αντίστροφη φορά στο χρόνο, όσο προχωράμε από το παρελθόν προς το μέλλον, τόσο το μέγεθος του εγκεφάλου αυξάνεται. Άρα, μαζί μ’ αυτό, λογικό είναι να αυξανόταν και η πολυπλοκότητα της εσωτερικής παράστασης του “εγώ” των προγόνων-μας. Κάποτε, αρκούντως παλιά στο παρελθόν, το “εγώ” θα ήταν τόσο απλοϊκό όσο και οποιαδήποτε άλλη έννοια, δηλαδή πρακτικά θα ήταν σαν να μην υπήρχε. Σιγά-σιγά, στη διάρκεια μιας εξελικτικής διαδικασίας δεκάδων εκατομμυρίων ετών, γινόταν όλο και πιο πολύπλοκο, μέχρι που έφτασε να έχει την εξαιρετική πολυπλοκότητα που έχει στα άτομα του είδους-μας, δίνοντάς μας την επιφαινόμενη εντύπωση της “ψυχής”.
Αυτό που μόλις περιέγραψα είναι η μία μόνο από τις δύο διαδικασίες κατά τις οποίες αναπτύχθηκε (ή αναπτύσσεται) το “εγώ”, δηλαδή αυτό που είναι υπεύθυνο για ότι ο μέσος άνθρωπος ονομάζει “ψυχή”. Πρόκειται για την εξελικτική διαδικασία (αγγλ.: evolutionary process), που διήρκεσε, όπως είπα, πάμπολλα εκατομμύρια χρόνια.
Υπάρχει όμως και μια δεύτερη διαδικασία, κατά την οποία επίσης αναπτύσσεται η έννοια του “εγώ” και της ψυχής “εκ του μη όντος”, και διαρκεί λιγότερο από μια δεκαετία: είναι η διαδικασία κατά την οποία το γονιμοποιημένο ανθρώπινο ωάριο γίνεται έμβρυο, γεννιέται, μεγαλώνει, και γίνεται μικρό παιδί. Αυτή είναι η αναπτυξιακή διαδικασία (αγγλ.: developmental process).
Κατά την αναπτυξιακή διαδικασία αυτό που συμβαίνει είναι σαν να “παίζεται το έργο” της εξελικτικής διαδικασίας, αλλά σε γρήγορη κίνηση, στο fast forward. Το γιατί συμβαίνει αυτό είναι εκτός του θέματος που μας απασχολεί, πάντως συμβαίνει: το γονιμοποιημένο ωάριο είναι ένας μονοκύτταρος οργανισμός, σαν αυτούς που πρωτοδημιουργήθηκαν στη Γη πριν από 2,7 με 2,1 δισεκατομμύρια χρόνια. Σύντομα το γονιμοποιημένο ωάριο σχάται και γίνεται δύο, μετά τέσσερα, μετά οκτώ κύτταρα, κ.ο.κ.· μετατρέπεται δηλαδή σε έναν πολυκύτταρο οργανισμό, σαν κι αυτούς που πρωτοεμφανίστηκαν στον πλανήτη ίσως(*) γύρω στα 1 δισ. χρόνια πριν. Το πολυκύτταρο ανθρώπινο έμβρυο μεγαλώνει λίγο, κ’ ενώ είναι τόσο μικρό που παραμένει δυσδιάκριτο στο γυμνό μάτι, μοιάζει με σκουληκάκι, δηλαδή με αυτό που θα πρέπει να έμοιαζαν οι πρόγονοι των σπονδυλωτών. Μετά αποκτά τους πρώτους χόνδρους που σύντομα θα αποτελέσουν τη σπονδυλική-του στήλη, οπότε μοιάζει όντως με αρχέγονα σπονδυλωτά, που εμφανίστηκαν ίσως 800 εκατομμύρια έτη πριν. Συνεχίζει έτσι και περνάει διαδοχικά στάδια, μοιάζοντας με έμβρυο ψαριού, έμβρυο αμφίβιου (~300 εκ. έτη πριν), έμβρυο ερπετού (ή μάλλον τετράποδου, όπως λέγεται ο συνδετικός κρίκος μεταξύ αμφιβίων και θηλαστικών), και τελικά με έμβρυο θηλαστικού (~260 εκ. έτη πριν). Αλλά και κατά τους τελευταίους μήνες της κύησης μοιάζει με έμβρυο πρωτεύοντος (~60 εκ. έτη πριν), και πιθήκου (~14 εκ. έτη πριν)· ώσπου μόνο κατά τις τελευταίες εβδομάδες αποκτά τα ειδικά χαρακτηριστικά του μωρού του ανθρώπου (~200 χιλιάδες έτη πριν).
Έχουμε έτσι δύο διαδικασίες: την εξελικτική, διάρκειας δισεκατομμυρίων ετών, και την αναπτυξιακή, διάρκειας μερικών μόνο ετών (μάλιστα η αρχή της δεύτερης — προ του τοκετού — είναι “αντιγραφή” της πρώτης), στις οποίες είτε έχει ήδη δημιουργηθεί (εξελικτική), είτε δημιουργείται ξανά και ξανά (αναπτυξιακή) κάποια εσωτερική παράσταση ενός “εγώ” τόσο πολύπλοκου ώστε να πετυχαίνει την αυτογνωσία. Το ερώτημα είναι: πότε ακριβώς, κατά τις διαδικασίες αυτές, σχηματίστηκε/σχηματίζεται αυτό το τόσο πολύπλοκο “εγώ” που να του αποδίδουμε ιδιότητες “ψυχής”; Συγκεκριμένα:
  • Κατά την εξελικτική διαδικασία, είναι σαφές οτι σήμερα υπάρχει ένα είδος (το δικό-μας, Homo sapiens), που έχει εγκέφαλο ικανό να παριστάνει το “εγώ” με τον πιο πολύπλοκο τρόπο, και κατά συνέπεια να αισθάνεται οτι “έχει ψυχή”. Αλλά πριν από εμάς υπήρξαν άλλα ανθρωποειδή, με απλούστερο εγκέφαλο: Homo erectus, Homo ergaster, Homo habilis, Australopithecus afarensis... Πότε, σε ποιο χρονικό σημείο κάποιος πρόγονός μας μπόρεσε και σκέφτηκε οτι είχε ψυχή;
  • Κατά την αναπτυξιακή διαδικασία, το ερώτημα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον, γιατί τα μωρά αναπτύσσονται αρχικά μέσα στα σπλάχνα-μας, και ακολούθως μέσα στις αγκαλιές-μας, οπότε, αντίθετα με την εξελικτική, η αναπτυξιακή διαδικασία λαμβάνει χώρα “μπροστά στα μάτια-μας”. Επιπλέον, εμείς οι ίδιοι υπήρξαμε κάποτε μωρά. Πότε λοιπόν, σε ποια ηλικία το μωρό ή το παιδί συνειδητοποιεί τον εαυτό-του;
Δεν έχουν όλα τα ερωτήματα απάντηση. Το συγκεκριμένο (διπλό) ερώτημα που διατύπωσα παραπάνω, δεν έχει απάντηση όχι γιατί δεν τη γνωρίζουμε, αλλά γιατί είναι ένα ψευδοερώτημα, όπως το “Η κότα έκανε τ’ αβγό, ή το αβγό την κότα;” ή μάλλον όπως το “Πότε εμφανίστηκε ο πρώτος άνθρωπος στη Γη;” Δεν υπήρξε ποτέ καμία στιγμή στη διάρκεια των δισεκατομμυρίων ετών της εξέλιξης κατά την οποία κάποιο είδος να απέκτησε ένα αρκούντως πολύπλοκο “εγώ” που να το ώθησε να πιστέψει πως έχει ψυχή. Παρόμοια, δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη στιγμή στην ανάπτυξη ενός παιδιού κατά την οποία το παιδί να συνειδητοποιεί ξαφνικά τον εαυτό-του.
Και όμως, αν και ψευδοερώτημα, ίσως φαντάζει πολύ σημαντικό για κάποιους αναγνώστες, γιατί εφόσον ισχυρίζομαι οτι η ψυχή είναι μια αναφυόμενη ιδιότητα της έννοιας “εγώ” που σχηματίζουμε και διατηρούμε στη μνήμη-μας, κάποιοι μπορεί να σκέφτονται: «Πότε ακριβώς δημιουργείται λοιπόν αυτό το “εγώ”, δηλαδή η “ψυχή”;» «Πότε μπορούμε να πούμε οτι “απέκτησε ψυχή” ένας άνθρωπος;» Και το πιο σημαντικό ψευδοερώτημα: «Δηλαδή ο συγγραφέας ισχυρίζεται οτι πριν από εκείνο το χρονικό σημείο ο άνθρωπος δεν έχει ψυχή;» Τελικά αυτά οδηγούν σε άλλα ψευδοερωτήματα: «Μήπως τα ζώα δεν έχουν ψυχή, άρα δεν τίθεται κανένα ηθικό ζήτημα όταν τα σκοτώνουμε;» και, «Μήπως τα αγέννητα έμβρια δεν έχουν ψυχή, άρα δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα όταν μια γυναίκα καταφεύγει στην έκτρωση;»
Όλα τα ερωτήματα αυτά είναι λάθος. Αλλά για να καταλάβουμε γιατί είναι λάθος, πρέπει να εξετάσουμε έναν γενικότερο τρόπο σκέψης-μας που στηρίζει αυτά τα ερωτήματα: τη “λογική σε άσπρο–μαύρο”, που είναι τελείως λανθασμένη. Αυτή η λανθασμένη λογική διαποτίζει τον Δυτικό τρόπο σκέψης από τα πανάρχαια χρόνια· και όταν μιλάμε για πανάρχαια χρόνια και Δυτικό τρόπο σκέψης, εννοούμε βέβαια την Αρχαία Ελλάδα. Πάμε λοιπόν να δούμε την αρχαιοελληνική προέλευση της “λογικής σε άσπρο–μαύρο”, το πώς αυτή βοήθησε να αναδυθεί η Δυτική σκέψη, και το γιατί σε τελευταία ανάλυση είναι λαθεμένη.


Pages