3. Ζωή - Point of view

Εν τάχει

3. Ζωή



Η παρούσα ανάρτηση ανήκει στο σύνολο των άρθρων του Χάρη Φουνταλή επί θεμάτων νοολογίας

3.1 Αναφυόμενες, Ανακυκλούμενες, αλλά και Διατηρούμενες!

Στην υπο-ενότητα αυτή θα δούμε πώς κάποιες ιδιότητες, εκτός από το οτι είναι αναφυόμενες και ανακυκλούμενες, διατηρούνται επίμονα στην έμβια ύλη. Στη συνέχεια, στην §4 θα διαπιστώσουμε οτι κάποιες απ’ αυτές τις διατηρούμενες ιδιότητες της ύλης γίνονται οι βάσεις γι’ αυτά που χαρακτηρίζουμε σαν συναισθήματα, δηλαδή ιδιότητες της προσωπικότητας ενός ατόμου.
3.1.1 Τροφή
Πάμε πρώτα να εξετάσουμε μια βασική και επίμονη ιδιότητα της ύλης, τόσο βασική που την εκτελούμε καθημερινά (τουλάχιστον οι περισσότεροι από μας, όσοι μπορούμε): την πρόσληψη τροφής. Αυτό όμως που δεν είναι εύκολο ν’ αναγνωρίσουμε είναι οτι η πρόσληψη τροφής δεν είναι καν ιδιότητα της έμβιας ύλης. Μας έρχεται από το πολύ μακρινό παρελθόν, από τότε που είχαμε μόνο χημεία και καθόλου βιολογία στον πλανήτη-μας: τότε που δεν υπήρχε τίποτα το ζωντανό που θα μορούσαμε να το δείξουμε και να πούμε οτι «αυτό έφαγε εκείνο».
Μπορεί η ιδέα ενός γεύματος (είτε πρόκειται για νοστιμότατο στιφάδο, είτε για ταπεινό σουβλάκι — όπως τα περίφημα πλέον του Τζίμη) να μας φαίνεται κοινότατη· δεν είναι όμως καθόλου άνευ σημασίας για τη συζήτησή μας. Γνωρίζουμε βέβαια πολύ καλά οτι δεν τρώμε μόνο εμείς οι άνθρωποι, αλλά και κάθε ζωντανός οργανισμός που έχει μεταβολισμό, που προσλαμβάνει δηλαδή κάποιες ουσίες από το περιβάλλον, και αποβάλλει κάποιες άλλες. Και τα ζώα τρώνε — μερικά μάλιστα ακριβώς όπως εμείς, — και τα φυτά απομυζούν ουσίες από το έδαφος, και οι μονοκύτταροι οργανισμοί βρίσκουν θραύσματα οργανικής ύλης και τα ενσωματώνουν (όπως οι αμοιβάδες, που αλλάζουν το σχήμα-τους και περικλείουν την τροφή στα κολπίδια που σχηματίζει η κυτταρική-τους μεμβράνη — θα μιλήσουμε γι’ αυτά παρακάτω). Όλα αυτά όμως είναι τετριμμένες παρατηρήσεις. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι να παρατηρήσουμε οτι και τα μόρια “τρώνε”! Βέβαια στη χημεία δεν τη λέμε “φαγητό” τη διαδικασία, αλλά “ένωση ενός μορίου με άλλο”· εκεί όμως βρίσκεται η βάση της έννοιας “τροφή”: στην ένωση μορίων. Επιτρέψτε-μου να εξηγήσω τί εννοώ μ’ αυτό.
Δείτε πρώτα ένα από τα απλούστερα μόρια που υπάρχουν στη φύση, ένα μόριο μεθανίου:
Αποτελείται μόνο από ένα άτομο άνθρακα (μαύρο, στο μέσον), και τέσσερα άτομα υδρογόνου (άσπρα, γύρω-γύρω). (Όχι, δεν σκοπεύω να σας στείλω για ύπνο με ένα μάθημα χημείας. ) Ας υποθέσουμε τώρα οτι ένα από τα τέσσερα υδρογόνα αντικαθίσταται από κάποιο άλλο είδος ατόμου, ας πούμε από ένα χλώριο. (Εννοείται οτι τα άτομα δεν έχουν χρώματα, ούτε μοιάζουν με μπάλες του μπιλιάρδου, όπως τόνισα στην §1· απλά, τα ζωγραφίζουμε έτσι για να έχουμε μια οπτική αντίληψή τους.)
Θα λέγατε ποτέ οτι το μεθάνιο απέβαλε ένα υδρογόνο και “έφαγε ένα άτομο χλωρίου;” Ασφαλώς όχι. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να περιγραφεί ένα τέτοιο χημικό γεγονός με γαστριμαργικούς όρους. Υπόψη οτι το εικονιζόμενο μόριο δεν λέγεται πλέον μεθάνιο, αλλά “μεθυλοχλωρίδιο” (ή χλωρομεθάνιο), και έχει πολύ διαφορετικές ιδιότητες από το μεθάνιο (π.χ. δεν μυρίζει όπως το μεθάνιο, έχει άλλα σημεία τήξης και πήξης, χρησιμοποιείται σε ψυκτικά υγρά ψυγείων, κλπ.). Άλλωστε έτσι τεράστιο που φαίνεται εκείνο το άτομο χλωρίου στην εικόνα (πράσινο), εμένα μου μοιάζει μάλλον σαν να είναι το χλώριο που “κατάπιε” το υπόλοιπο μόριο. Προχωράμε λοιπόν.
Δείτε τώρα ένα ελαφρώς πιο πολύπλοκο μόριο: πρόκειται για ένα μόριο χοληστερόλης. Τα μαύρα είναι και πάλι άτομα άνθρακα (που αποτελούν τον σκελετό, τον “πυρήνα” του μορίου), και τα άσπρα είναι άτομα υδρογόνου, ενώ το κόκκινο είναι ένα άτομο οξυγόνου (αυτά λοιπόν είναι η άλως της δομής πυρήνα–άλω).
Ας υποθέσουμε και πάλι, όπως και πριν, οτι ένα από τα πολλά άτομα υδρογόνου φεύγει, και στη θέση-του έρχεται ένα άτομο χλωρίου. (Είναι το μισοκρυμμένο πράσινο σφαιρίδιο στα δεξιά.) Τώρα; Τί θα λέγατε;
Πάλι δεν είναι σωστό να πούμε οτι “έφαγε” ένα χλώριο η χοληστερόλη (και απέβαλε ένα υδρογόνο). Έτσι δεν είναι; Απλώς αντάλλαξε ένα υδρογόνο με ένα χλώριο — τί νόημα έχει το ρήμα “τρώω” εδώ; Πάντως η φύση του μορίου της χοληστερόλης δεν άλλαξε τόσο δραστικά όπως στο προηγούμενο παράδειγμα, γιατί όλα τα άλλα άτομα άνθρακα και υδρογόνου παρέμειναν στις θέσεις-τους. Το μόριο που παίρνουμε σαν αποτέλεσμα αυτής της αντίδρασης σίγουρα θα μοιάζει αρκετά με το αρχικό της χοληστερόλης.(*)
Κι αν είχαμε να κάνουμε μ’ ένα σημαντικά μεγαλύτερο μόριο; Τί θα λέγατε αν είχαμε ένα από τα παρακάτω;
πολύπλοκο πολυπλοκότερο πολυπλοκότατο
Τί θα άλλαζε στις ιδιότητες τέτοιων μορίων αν ένα και μοναδικό άτομο κάποιου στοιχείου ερχόταν και κολλούσε στην υπόλοιπη δομή του μορίου; Σχεδόν τίποτα. Όσο πιο μεγάλο το μόριο, τόσο πιο εύκολο είναι να φανταστούμε την έννοια οτι το μόριο καταπίνει ένα άτομο — ένα τοσοδά, μικρούλι ατομάκι! — και το προσθέτει στη δομή-του, χωρίς ν’ αλλάζει κατά ουσιαστικό τρόπο. Επίσης, όσο πιο μεγάλο το μόριο (φανταστείτε βιολογικά μόρια, με χιλιάδες άτομα), τόσο πιο μεγάλο μπορεί να είναι και το “κομματάκι τροφής”, το οποίο έτσι μπορεί να είναι κ’ εκείνο ένα ολόκληρο μόριο, πάντα όμως σημαντικά μικρότερο από το μεγάλο που το “καταπίνει”, ώστε να μην αλλάζουν ουσιαστικά οι ιδιότητες του μεγάλου μορίου (να μη “βαρυστομαχιάζει”! ).
Έτσι, μεγαλώνοντας πολλές χιλιάδες φορές το μέγεθος των υλικών που “καταπίνουν” το ένα το άλλο, ερχόμαστε στο στάδιο της βιολογίας, όπου κύτταρα, που αποτελούνται από τρισεκατομμύρια μόρια, συχνά καταπίνουν (στην κυριολεξία όμως τώρα) μικρά κομματάκια βιολογικής ύλης, που μερικές φορές είναι άλλα, πολύ μικρότερα κύτταρα. Αυτό το πετυχαίνουν δημιουργώντας ένα “κολπίδιο” στην εξωτερική μεμβράνη-τους, που λειτουργεί σαν στόμα, με το οποίο περικλείουν το κομματάκι τροφής, όπως δείχνει το παρακάτω σχεδιάγραμμα.
Αφού κλειστεί το κομματάκι τροφής μέσα στο κολπίδιο, αρχίζει η πέψη-του μέσα στο σώμα του κυττάρου με τη βοήθεια οργανιδίων που ονομάζονται λυσοσώματα, που περιέχουν πεπτικά υγρά και “λύουν” (χωνεύουν) έτσι τα συστατικά της τροφής. Τα λυσοσώματα παίζουν επομένως ρόλο στομάχου για τα κύτταρα.
Βλέπουμε έτσι οτι σε επίπεδο κυττάρου αρχίζουμε να συναντούμε έννοιες, όπως “στόμα”, “πέψη”, “στομάχι”, κλπ., που γίνονται πιο πολύπλοκες σε οργανισμούς που εμφανίστηκαν αργότερα στη φύση. Τα μόρια δεν έχουν τέτοιες πολυτέλειες.
Εδώ όμως μπορεί κανένας να διαμαρτυρηθεί οτι πραγματοποίησα ένα γιγαντιαίο βήμα περνώντας από τη χημεία στη βιολογία, προσπαθώντας να σας πείσω οτι “το φαγοπότι αρχίζει από πολύ νωρίς”: απ’ το επίπεδο των μορίων, ενώ στην πραγματικότητα σ’ εκείνο το επίπεδο δεν υπάρχει τίποτε το ουσιαστικό που σχετίζεται με την έννοια “τροφή”. Σας έχω παραπλανήσει, με άλλα λόγια — αυτό θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς.
Και όμως, όχι μόνο δεν σας παραπλάνησα, αλλά έχω ξεκινήσει να σας δίνω ένα παράδειγμα μιας έννοιας, η οποία εμφανίστηκε σε εξαιρετικά απλοϊκή μορφή στο σύμπαν. Την έννοια αυτή μπορούμε να την πούμε “τρώγειν”, δανειζόμενοι έναν αρχαίο ρηματικό τύπο (το απαρέμφατο, που είναι “σκέτο το ρήμα”, αφού στα νέα ελληνικά είμαστε υποχρεωμένοι να βάλουμε πρόσωπο και αριθμό: “εγώ τρώω”, “εσύ τρώς”, κλπ.). Αυτό το “τρώγειν” λοιπόν, έχει έναν πυρήνα, που περιγράφεται κάπως έτσι:
 
“Τρώγειν” = Αφομοίωση μικρότερης ποσότητας ύλης από μεγαλύτερη,
έτσι ώστε τελικά η μεγαλύτερη ύλη να μην αλλάζει ουσιαστικά τις ιδιότητές της.
Αυτό είναι η ουσία, ο πυρήνας της έννοιας “τρώγειν”. Όλα τ’ άλλα — στόματα, κολπίδια, στομάχια — είναι “σάλτσες”, η άλως, μπιχλιμπίδια που προστέθηκαν μετά. Και μάλιστα τα μπιχλιμπίδια συνέχισαν να προστίθενται καθώς περνούσαν τα εκατομμύρια χρόνια και εξελισσόταν η ύλη. Π.χ., τα κύτταρα δεν έχουν πεπτικό σωλήνα· από κάποιο σημείο και μετά προστέθηκε ο πεπτικός σωλήνας (που περιλαμβάνει το στόμα, το στομάχι, και τα έντερα μεταξύ άλλων). Μετά προστέθηκαν αισθήσεις μέσω των οποίων η τροφή εντοπίζεται, και ο οργανισμός συνήθως πηγαίνει προς την τροφή αν είναι ζώο, αντί να περιμένει να έρθει τυχαία η τροφή σ’ αυτό. Κι όχι μόνο πηγαίνει, αλλά στήνει και ενέδρα για να την πιάσει. Μπορεί το ζώο να κυνηγάει την τροφή-του, ενώ εκείνη να προσπαθεί να ξεφύγει. Κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι για να φτάσουμε ως το τωρινό σημείο μιας πολύ μακρινής διαδρομής, όπου η τροφή μπορεί να μας σερβίρεται σε πιάτο· ν’ ανήκει σε κάποιο είδος κουζίνας, όπως Κινεζική, Ιταλική, Γαλλική, κλπ.· να τη στολίζουμε με καρυκεύματα· να έχει η τροφή τη μορφή τούρτας γενεθλίων· να νηστεύουμε· να πηγαίνουμε με φίλους σε ταβέρνα για να τη φάμε, όπου ο κύριος σκοπός μπορεί να μην είναι καν η κατανάλωση της τροφής, αλλά η κουβέντα με τους φίλους· και χίλια δυο άλλα. Όλα αυτά, που ονόμασα “μπιχλιμπίδια”, είναι έννοιες σχετιζόμενες με τον πυρήνα του “τρώγειν”, και ανήκουν στην άλω.
Βλέπουμε λοιπόν οτι η γλώσσα που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε μια έννοια (οποιαδήποτε γλώσσα, όχι ειδικά η ελληνική) διαθέτει μια και μοναδική λέξη (“τρώγειν”, ή κάτι τέτοιο), ενώ η έννοια ξεκινάει από τελείως στοιχειώδη μορφή όπου νοιώθουμε οτι η λέξη δεν είναι κατάλληλη: σε επίπεδο μορίων και ατόμων μας φαίνεται οτι πρόκειται για κάτι άλλο, όχι για τροφή· και όμως, πρόκειται για τον πυρήνα της ίδιας έννοιας, “γυμνό” από τα περιττά ενδύματα. Έπειτα, την ίδια λέξη χρησιμοποιούμε για το κύτταρο που “τρώει” ένα βιολογικό θραύσμα ύλης, αλλά και για το Μεγάλο Πέτρο που έτρωγε αστακούς με σως από κάστανα και συκώτι αγριόπαπιας. Άρα η γλώσσα αναγνωρίζει μεν την ομοιότητα και την ουσία του τρώγειν στα δύο αυτά πολύ διαφορετικά παραδείγματα (άνθρωπος και κύτταρο), αλλά φτάνει μέχρις ενός σημείου και δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη της ουσίας παραπέρα, στο πεδίο της χημείας. Επίσης έχει λέξη ή λέξεις για τον πυρήνα (“τρώω”, “τροφή”) αλλά συχνά δεν διαφοροποιεί το στοιχειώδες από το πολύπλοκο (άλλο το “τρώγειν” του κυττάρου, και άλλο εκείνο του Μεγάλου Τσάρου). Όλα αυτά είναι χαρακτηριστική αντιμετώπιση των περισσοτέρων εννοιών εκ μέρους της γλώσσας, και θα τη συναντήσουμε ξανά και ξανά. Το συμπέρασμα είναι οτι δεν πρέπει η γλώσσα να μας μπερδεύει στην αναγνώριση της προέλευσης μιας έννοιας, του πυρήνα-της, και της άλω-της.
Αυτό που πρέπει να μας μείνει από την παρούσα συζήτηση είναι οτι το “τρώγειν” είναι μια διατηρούμενη έννοια, που εμφανίστηκε πολύ νωρίς, πριν ακόμα δημιουργηθεί το ηλιακό-μας σύστημα (μόρια υπήρχαν και πιο πριν, σε άλλους πλανήτες άλλων ηλιακών συστημάτων), και έκτοτε μεγαλώνει σε πολυπλοκότητα, προσθέτοντας όλο και περισσότερα στην άλω της δομής της έννοιας αυτής. Σημειώστε όμως οτι πρόκειται για μια άυλη δομή — κάθε έννοια άλλωστε είναι άυλη. Άυλη, αλλά όχι μεταφυσική.
Παρόλο όμως που εμφανίστηκε από πολύ νωρίς, το “τρώγειν” ουσιαστικά “πήρε τ’ απάνω-του” από τη στιγμή που συνδυάστηκε με μια ιδιότητα της ύλης που πραγματικά οδήγησε σε ένα νέο επίπεδο οργάνωσης: το βιολογικό επίπεδο, ενώ πρωτύτερα υπήρχε μόνο το χημικό. Αυτή η ιδιότητα είναι η αναπαραγωγή, η οποία εξετάζεται αμέσως παρακάτω.
3.1.2 Αναπαραγωγή
Χμμ... «αναπαραγωγή». Μμμμάλιστα. Και διαβάζοντάς το αυτό, ξέρω πού πάει το μυαλό-σας, ω πονηρέ αναγνώστα! Στο “ξες”! (Όπως λέμε, “Ξες εσύ!”) Αλλά δεν πρόκειται να τη γράψω τη λέξη αυτή κανονικά. Θα τη γράψω μόνο ανεστραμμένη: “ξες”. Γιατί αν τη γράψω κανονικά θα έρθει η γνωστή μηχανή αναζήτησης που χώνει τη μύτη-της σε όλες τις ιστοσελίδες, θα σημειώσει την παρούσα σελίδα ως σχετική με το “ξες”, κι από κει και πέρα θα γίνει της κακομοίρας, ή μάλλον του κακομοίρη: θα την επισκέπτεται όποιος κακομοίρης ψάχνει για “ξες” στο Διαδίκτυο, με αποτέλεσμα να φορτωθεί η ηλεκτρονική-μου διεύθυνση με επισκέψεις από τη Σάρα, τη Μάρα, και το Κακό Συναπάντημα. Ε λοιπόν όχι. Προτιμώ χίλιες φορές να έχω μηνύματα από πιο επιλεγμένους αναγνώστες: αυτούς που έφτασαν στο παρόν σημείο επειδή τους ενδιέφερε το “κυρίως πιάτο” της σελίδας αυτής, κι όχι το περιστασιακά αναφερόμενο “ξες”.
Και όμως, αν νομίζετε οτι το “ξες” είναι η ουσία, ο πυρήνας της αναπαραγωγής, “πλανάσθε πλάνην οικτράν”! Το “ξες” είναι ένα απλό μπιχλιμπίδι, ένα από εκείνα της άλω της αναπαραγωγής, ένας μηχανισμός που ανακαλύφθηκε σχετικά πρόσφατα, αλλά αποδείχτηκε αποτελεσματικότατος (για λόγους που θα εξηγήσω), γιαυτό διατηρήθηκε στα είδη των έμβιων όντων που τον “ανακάλυψαν”. Για μας τους ανθρώπους, σύμφωνοι, παίζει σπουδαίο ρόλο το “ξες”, και μάλιστα για μεγάλο μέρος της ζωής-μας. Όμως επί ενάμισο δισεκατομμύριο χρόνια υπήρχε ζωή, υπήρχε αναπαραγωγή στη Γη, αλλά δεν υπήρχε “ξες”. Τί βρίσκεται λοιπόν στον πυρήνα της αναπαραγωγής, αν όχι το “ξες”;
Αυτό που βρίσκεται στον πυρήνα λέγεται αντιγραφή. Έτσι άρχισε αυτό που ονομάζουμε “ζωή”, με την αντιγραφή από μόριο σε μόριο, ώστε από κει που υπήρχε ένα μόριο κάποιου τύπου, μέσω αντιγραφής τα μόρια έγιναν δύο· μετά, πάλι μέσω αντιγραφής, τα δυο μόρια έγιναν τέσσερα· μετά οκτώ· κ.ο.κ. Βέβαια δεν ήσαν τόσο απλά τα πράγματα. Επιτρέψτε-μου να αναφερθώ με περισσότερες λεπτομέρειες στο πώς αναπτύχθηκε η έννοια της αναπαραγωγής, και πώς έφτασε να μοιάζει μ’ αυτό που βλέπουμε σήμερα.
Υπάρχουν κάποιες βασικές αρχές σε κάθε επιστήμη, κάποιοι θεμελιώδεις νόμοι. Έτσι π.χ. στην κλασική φυσική (μηχανική, κινηματική) έχουμε τους νόμους της κίνησης, του Νεύτωνα· στη νεώτερη φυσική έχουμε τα αξιώματα της σχετικότητας, του Αϊνστάιν· στην κβαντομηχανική έχουμε, μεταξύ άλλων, την αρχή της απροσδιοριστίας, του Χάιζενμπεργκ, και την απαγορευτική αρχή του Πάουλι· στην αστρονομία έχουμε τους νόμους της κίνησης των ουρανίων σωμάτων, του Κέπλερ· στη χημεία έχουμε τους μοριακούς νόμους του Ντάλτον· και στη βιολογία έχουμε το νόμο της εξέλιξης μέσω φυσικής επιλογής, του Κάρολου Δαρβίνου (Charles Darwin).
Στο παρόν κείμενο δεν πρόκειται να κάνω λεπτομερειακή εξήγηση του πώς λειτουργεί η εξέλιξη των ειδών στη φύση, γιατί θα έφευγα εκτός θέματος. Η εξέλιξη είναι ο βασικός μηχανισμός μέσω του οποίου αναπτύχθηκε η ζωή στη Γη, κι αυτό που κάνω στο παρόν κείμενο είναι οτι δεν μπαίνω σε λεπτομερή επεξήγηση μηχανισμών, αλλά σε απλή περιγραφή των γεγονότων· λέω δηλαδή τί έγινε, όχι πώς έγινε.
Όμως στην περίπτωση της εξέλιξης, δηλαδή της θεωρίας που πρωτοδιατύπωσε ο Δαρβίνος (όπως και ο Άλφρεντ Γουάλλας), έχουμε μια ειδική περίπτωση, γιατί η θεωρία αυτή έχει δεχτεί — και δέχεται ακόμη — λυσσαλέα επίθεση εναντίον-της από τον κάθε θρησκόληπτο που νοιώθει οτι προσβάλλεται το θρησκευτικό-του συναίσθημα όταν μαθαίνει οτι, σύμφωνα με τη θεωρία της εξέλιξης, ο άνθρωπος δεν δημιουργήθηκε με ειδική φροντίδα από το Θεό, αλλά είναι προϊόν τής ίδιας εξελικτικής διαδικασίας που δημιούργησε όλα τα έμβια όντα· και οτι εμείς οι άνθρωποι έχουμε κοινούς προγόνους με τους πιθήκους (αλλά και με τα βακτήρια, παρόλο που δεν το καταλαβαίνουν αυτό οι θρησκόληπτοι)· επίσης οτι δεν προήλθαμε από τους σημερινούς πιθήκους, όπως γορίλλες, χιμπαντζήδες, κλπ. (που ούτε αυτό το καταλαβαίνουν οι θρησκόληπτοι). Έτσι, προτιμώ να πω απλώς δυο λόγια, ελπίζοντας να ξεκαθαρίσω κάποιες έννοιες στο μυαλό μερικών αναγνωστών που δεν προσβάλλονται από την ιδέα οτι όλα τα έμβια όντα έχουν κοινή και ταπεινή καταγωγή.
Κατ’ αρχήν, μια και αναφέρθηκα σε λυσσαλέες επιθέσεις, να σημειώσω οτι στη χώρα-μας αυτές δεν παρατηρούνται σε τόσο μεγάλο βαθμό όσο παρατηρούνται στις Η.Π.Α.: τη Μέκκα του χριστιανικού φανατισμού, του “φονταμενταλισμού” όπως λέγεται, δηλαδή της απαγκίστρωσης από τις θεμελιώδεις (fundamental) αρχές της χριστιανικής και ιουδαϊκής πίστης. Εκεί στις Η.Π.Α. αναπτύχθηκε η ιδέα του “δημιουργισμού” (creationism), σαν αντίδραση στη θεωρία της εξέλιξης. Σύμφωνα με το δημιουργισμό, η ζωή δημιουργήθηκε στη Γη από κάποιο Υπέρτατο Ον, και φυσικά μ’ αυτό εννοούν το Θεό, παρόλο που δεν το λένε ξεκάθαρα γιατί θέλουν να περνάνε για επιστήμονες και ουδέτεροι. Και βέβαια εννοούν οτι η ζωή δημιουργήθηκε έτσι όπως περιγράφεται στη Γένεση, κεφ. 1, της Παλαιάς Διαθήκης, παρόλο που ούτε αυτό το λένε ξεκάθαρα, για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Στη χώρα-μας ο δημιουργισμός έχει ρηχές ρίζες, γιατί για κάποιο λόγο εμείς οι Έλληνες δεν νοιώθουμε οτι απειλείται δα η ύπαρξή μας αν η ζωή εξελίχθηκε όπως λέει η επιστήμη, και δεν δημιουργήθηκε όπως πιστεύουν οι θρησκόληπτοι. Ίσως να έχουμε πιο άμεσα προβλήματα να επιλύσουμε από τους Αμερικάνους. Πάντως μερικές παραφυάδες του δημιουργισμού έχουν εμφανιστεί κ’ εδώ. Βγαίνουν λοιπόν διάφοροι (καλόγεροι, παπάδες, αρχιμανδρίτες, και αυτοδημιούργητοι “φιλόσοφοι” — μίζεροι “διανοητές” με πλήρη άγνοια της άγνοιάς τους), και γράφουνε βιβλία και ιστοσελίδες, και δίνουν διαλέξεις, μερικές φορές έχοντας σαν στόχο-τους τα εύπλαστα μυαλά των Ελληνόπουλων, ώστε ο σκοταδισμός-τους να βρει πρόσφορο έδαφος και να ριζώσει. (Ιδού ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.) Από την άλλη, στα σχολεία δεν γίνεται καμία μνεία στην εξέλιξη στο μάθημα της βιολογίας. Η εξέλιξη περιλαμβάνεται σε κάποιο από τα τελευταία κεφάλαια, στο οποίο ποτέ δεν “προλαβαίνουν” να φτάσουν οι καθηγητές, λες και δεν ξέρουν τη σχολική ύλη από την αρχή της χρονιάς, κι αδυνατούν να φτιάξουν ένα πρόγραμμα έτσι ώστε να περιληφθεί όλη η ύλη. Το αποτέλεσμα είναι οτι οι μαθητές τελειώνουν το Λύκειο μην έχοντας ακούσει ποτέ για τον πιο βασικό μηχανισμό μέσω του οποίου εξελίχθηκε και συνεχίζει να εξελίσσεται η ζωή στη Γη.
Ελάχιστα μόνο έχω να πω προς όλους όσους γράφουν εναντίον της εξέλιξης και προπαγανδίζουν το δημιουργισμό: αγαπητοί κύριοι, για να κρίνει κανείς και να μιλήσει για κάποιο θέμα, πρέπει να έχει πλήρη γνώση του αντικειμένου-του. Η θεωρία της εξέλιξης περιλαμβάνει χιλιάδες — στην κυριολεξία — γνώσεις γεγονότων, τις οποίες εσείς αγνοείτε. Για σας η “εξέλιξη” είναι κατά βάση μια λέξη· μια ενοχλητική λέξη κενή περιεχομένου, σχετιζόμενη μ’ εκείνον τον επίσης ενοχλητικό επιστήμονα που άκουγε στο όνομα “Δαρβίνος”. Αυτό είναι η εξέλιξη στο μυαλό-σας: μια κενή έννοια, ένας πυρήνας χωρίς άλω. Για να καταλάβετε τί είναι αυτό εναντίον του οποίου επιτίθεστε, πρέπει να ξοδέψετε τουλάχιστον μια δεκαετία σπουδάζοντας βιολογία, και μαθαίνοντας, όπως είπα, χιλιάδες γεγονότα, που αν τα βάλει κανείς δίπλα-δίπλα, όπως τα κομμάτια ενός παζλ, θα δει την πλήρη εικόνα του παζλ να σχηματίζει την έννοια “ΕΞΕΛΙΞΗ”. Εσείς όμως βλέπετε το πολύ ένα-δυο κομματάκια του παζλ, και απ’ αυτά συμπεραίνετε οτι η εξέλιξη δεν μπορεί να έχει συμβεί, γιατί δεν ταιριάζει με την προαποφασισμένη ιδεολογία-σας.
Και όμως, το οτι η εξέλιξη είναι ιδιότητα της ύλης αποδεικνύεται ακόμη και μαθηματικά! Το να επιτίθεται κανείς εναντίον της εξελικτικής θεωρίας έχει τόσο νόημα όσο το να επιτίθεται εναντίον του Πυθαγορείου Θεωρήματος. «Μα αφού υπάρχει απόδειξη, ορίστε, νά την!» θα σας έλεγε το κάθε γυμνασιόπαιδο αν ισχυριζόσαστε οτι οι Πυθαγόρειοι(*) δεν ήξεραν τί έλεγαν όταν διατύπωναν τη γνωστή σχέση μεταξύ υποτείνουσας και κάθετων πλευρών ορθογωνίου τριγώνου. Για να αποδείξουμε οτι η εξέλιξη πράγματι μπορεί να συμβεί, αρκεί να δεχτούμε τις παρακάτω λογικές υποθέσεις (ή αξιώματα, όπως είναι πιο γνωστά στα μαθηματικά):
  • Οτι υπάρχει ένας πληθυσμός από οντότητες (δεν είναι απαραίτητο να είναι έμβια όντα, μπορούν να είναι οτιδήποτε, π.χ. άτομα και μόρια, ή ακόμη και μη υλικές οντότητες, όπως προγράμματα σε υπολογιστή), που έχουν την ιδιότητα να αναπαράγονται, δηλαδή να δημιουργούν αντίγραφα του εαυτού-τους.
  • Οτι τα αντίγραφα δεν είναι απόλυτα πιστά, αλλά έχουν μικροατέλειες· πάντως είναι αρκετά πιστά ώστε να χαρακτηρίζονται σαν αντίγραφα.
  • Οτι οι οντότητες αυτές υπάρχουν μέσα σε ένα περιβάλλον από το οποίο προσλαμβάνουν συστατικά (“τροφή”) και στο οποίο αποβάλλουν άλλα συστατικά.
  • Οτι οι οντότητες δεν εξακολουθούν να υπάρχουν επ’ άπειρο, δηλαδή κάποτε καταστρέφονται και αποδίδουν στο περιβάλλον τα συστατικά από τα οποία αποτελούνται.
  • Οτι το περιβάλλον είναι πεπερασμένο, δηλαδή δεν μπορεί να συντηρήσει άπειρο αριθμό οντοτήτων με τα συστατικά-του.
Αυτά είναι, δεν έχει άλλα. Τουλάχιστον αυτά είναι τα “βασικά” αξιώματα, γιατί αν κάτσετε να γράψετε ένα πρόγραμμα που να τα υλοποιεί, θα δείτε οτι θα χρειαστείτε και κάποιες άλλες προφανείς υποθέσεις, όπως οτι υπάρχει ένας “χρόνος” που ρέει, ή οτι η κάθε οντότητα κάνει κάτι σε μια μονάδα χρόνου (κινείται, τρώει, αποβάλλει, σχάται και αναπαράγεται, κλπ.). Καμία όμως από αυτές τις υποθέσεις δεν είναι εξωπραγματική ή μυστήρια· είναι ακριβώς οι υποθέσεις που θα αναμέναμε για ένα φυσικό σύστημα. Τα βάζετε λοιπόν όλα τα παραπάνω στον υπολογιστή-σας, τρέχετε το πρόγραμμα, και διαπιστώνετε οτι οι οντότητες εξελίσσονται, δηλαδή τα χαρακτηριστικά των οντοτήτων-απογόνων αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου. Ένα τέτοιο πρόγραμμα ονομάζεται “τυπικό σύστημα” (αγγλ.: formal system), και καθώς δεν δέχεται δεδομένα από εξωγενείς παράγοντες, δηλαδή εξαρτάται μόνο από τα δεδομένα που του έχουμε προκαθορίσει, ονομάζεται “κλειστό” τυπικό σύστημα. Κάθε κλειστό τυπικό σύστημα, αφού εκτελεστεί και ολοκληρώσει την εκτέλεσή του, ισοδυναμεί με μια μαθηματική απόδειξη. Επειδή όμως η απόδειξη αυτή είναι πολύπλοκη (εξαιρετικά πολύπλοκη αν επιχειρούσαμε να τη γράψουμε όπως γράφουμε τις πιο παραδοσιακές αποδείξεις στα μαθηματικά), αφήνουμε τον υπολογιστή να κάνει τη δουλειά-του (να εκτελέσει το κλειστό τυπικό σύστημα), και όταν τελειώσει και παρατηρήσουμε τα αποτελέσματα, λέμε οτι έχουμε μια “απόδειξη”. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό που αναμένουμε να παρατηρήσουμε είναι η ύπαρξη εξέλιξης. Στη σελίδα αυτή (γραμμένη στα αγγλικά, ελπίζω να μπορείτε να την παρακολουθήσετε) παρουσιάζω ακριβώς ένα τέτοιο πρόγραμμα, που ισοδυναμεί με απόδειξη στοιχειώδους εξέλιξης.
Βέβαια η εξέλιξη των βιολογικών ειδών έχει πολλά επιπλέον χαρακτηριστικά που δεν έπονται άμεσα από τα παραπάνω αξιώματα, όπως π.χ. οτι περιλαμβάνει είδη φυτών και ζώων που διατηρούνται για κάποιο χρόνο πριν να εξαφανιστούν· ή οτι τα είδη σχηματίζουν οικογένειες, τάξεις, ομοταξίες, συνομοταξίες, φύλα, κλπ.· όμως όλα αυτά είναι “μπιχλιμπίδια” που προστέθηκαν μετά, πάνω στο βασικό “πυρήνα” που είναι η αναπαραγωγή, ή καλύτερα ακόμα, ο πυρήνας είναι τα βασικά αξιώματα που προανέφερα. Η ύπαρξη διαφορετικών βιολογικών ειδών, λόγου χάρη, έγινε κανόνας κυρίως μετά την εμφάνιση του “ξες”. (Όσο πιο πίσω πάμε στο χρόνο, συναντώντας οργανισμούς χωρίς “ξεσουαλική” αναπαραγωγή, τόσο λιγότερο καλά ορισμένη βλέπουμε οτι γίνεται η έννοια “είδος”.)
Όμως οι αντιρρήσεις των “αντιφρονούντων” είναι συνήθως διττής μορφής: όχι μόνο αντιτίθενται στην ιδέα οτι η εξελικτική διαδικασία δημιούργησε όλα τα έμβια όντα (κι αυτά που υπάρχουν τώρα, κι αυτά που υπήρξαν στο παρελθόν) χωρίς κανένα “θεϊκό δάκτυλο”, αλλά και ρωτούν — δικαιολογημένα, λόγω άγνοιας — «Πώς είναι δυνατό να εμφανίστηκε η εξέλιξη; Ποιος όρισε την εξέλιξη — που άντε, ας υποθέσουμε χαριστικά οτι ισχύει — σαν θεμελιώδη νόμο της φύσης;» (Ποιος αν όχι ο Θεός, θέλουνε να πούνε, αλλά περιμένουν τους επιστήμονες να καταλήξουν σ’ αυτό το συμπέρασμα.)
Δεν χρειάζεται όμως καμιά θεϊκή δύναμη για να συμβεί η εξέλιξη στο γήινο περιβάλλον. Το ερώτημα που θέτουν οι “αρνητές της πραγματικότητας” είναι ουσιαστικά το εξής: πώς εμφανίστηκε το πρώτο μόριο που μπορούσε να αναπαράγει τον εαυτό-του;
Στη σελίδα αυτή (την ίδια που ανέφερα μόλις προ ολίγου) εξηγώ πώς μπορεί να εμφανίστηκαν τέτοια μόρια (πολλά, όχι ένα), αλλά η σελίδα είναι γραμμένη στα αγγλικά, και στο παρόν προσπαθώ να εξηγήσω κάποια πράγματα χωρίς να θεωρώ προαπαιτούμενη τη γνώση της αγγλικής. Γιαυτό θα κάνω μια περίληψη της σελίδας εκείνης στις λίγες παραγράφους που ακολουθούν.
Το ερώτημα του πώς εμφανίστηκε το πρώτο μόριο που μπορούσε να αναπαράγει τον εαυτό-του είναι ένα ψευδοερώτημα. Είναι τόσο λανθασμένο, όσο και το ερώτημα: Πώς εμφανίστηκε το πρώτο μόριο που μπορούσε να φάει ένα άλλο;
Ποτέ δεν χρειάστηκε να εμφανιστεί ένα πρώτο μόριο που μπορούσε να φάει άλλα, γιατί όπως είδαμε στην υπο-ενότητα περί τροφής, η ιδιότητα του “τρώγειν” ενυπάρχει στην ύλη, ακόμα και στην πιο ταπεινή χημική ένωση· απλά, όταν εμφανίζεται σε τόσο εμβρυακή μορφή δεν την αναγνωρίζουμε εύκολα και δεν τη λέμε “τρώγειν”. Παρόμοια, η έννοια του “αναπαράγεσθαι” επίσης ενυπάρχει στην ύλη, αλλά είναι ακόμα πιο συγκεκαλυμένη, ακόμα πιο δύσκολο είναι να την αναγνωρίσουμε ως τέτοια. Συγκεκριμένα, όταν συμβαίνει οποιαδήποτε χημική αντίδραση, έχουμε κάποια μόρια πριν από την αντίδραση, τα “αντιδρόντα”, και κάποια μόρια μετά, τα “παράγωγα”. Στις συνηθισμένες χημικές αντιδράσεις (αυτές που μας μαθαίνουν στην ανόργανη χημεία στο Λύκειο), τα παράγωγα δεν μοιάζουν καθόλου με τα αντιδρόντα μόρια. Γιαυτό και ούτε ασχολείται κανείς με το ερώτημα του αν μοιάζουν, και κατά πόσο μοιάζουν τα παράγωγα με τα αντιδρόντα. Όταν όμως έχουμε να κάνουμε με πολύπλοκες αντιδράσεις οργανικών μορίων, και μάλιστα με ολόκληρες ακολουθίες αντιδράσεων, τότε μπορούμε να παρατηρήσουμε οτι τα τελικά παράγωγα ίσως έχουν μια κάποια — αμυδρή και δυσδιάκριτη έστω — ομοιότητα με τα αρχικά αντιδρόντα. Και πάλι βέβαια δεν ασχολείται κανείς με το θέμα της ομοιότητας, γιατί δεν είναι κάτι που αφορά τους χημικούς. Οι βιολόγοι, από την άλλη, ασχολούνται με έμβια όντα, όχι με μόρια επιπέδου οργανικής χημείας. Εκεί όμως βρίσκεται ο “πυρήνας” της αναπαραγωγής: στα όρια μεταξύ χημείας και βιολογίας, και συγκεκριμένα στο γεγονός οτι στις πιο πολύπλοκες ακολουθίες αντιδράσεων οργανικών ενώσεων ενυπάρχει η έννοια “ομοιότητα κάποιου αρχικού αντιδρόντος με ένα από τα τελικά παράγωγα”, έστω κι αν πρόκειται για ομοιότητα κατά προσέγγιση. Τώρα, η κρίσιμη παρατήρηση είναι η εξής:
Από τη στιγμή που θα συμβεί ένας κύκλος αντιδράσεων που θα παράγει μόρια ελαφρώς παρόμοια με κάποιο αρχικό αντιδρόν μόριο, και δεδομένου οτι τα παράγωγα είναι περισσότερα του ενός, ο πληθυσμός αυτών των αντιδρόντων–παραγώγων μορίων θα έχει την τάση να αυξηθεί, γιατί και τα παράγωγα μόρια θα γίνουν αντιδρόντα και θα δημιουργήσουν άλλα παράγωγα, που επίσης θα μοίάζουν ελαφρώς με τα αντιδρόντα. Εκείνα που δεν μοιάζουν αρκετά θα χαθούν μέσα στο πλήθος των άλλων οργανικών μορίων· όσα όμως μοιάζουν λίγο περισσότερο θα “επιμείνουν” κι αυτά, γιατί θα παράγουν απογόνους από τους οποίους κάποιοι βέβαια δεν θα τύχει να τους μοιάζουν, κάποιοι άλλοι όμως θα τύχει να τους μοιάζουν ακόμα περισσότερο· και ούτω καθεξής. Χάρη σ’ αυτή τη διαδικασία λοιπόν (που μας φέρνει στο νου την έννοια “φαύλος κύκλος”), η ιδιότητα του “ομοιάζειν” τελειοποιείται, απλά και μόνο λόγω στατιστικής και πιθανοτήτων, χωρίς να υπάρχει κάποιο μαγικό χέρι που να σπρώχνει την όλη διαδικασία.
Αν πιστεύετε οτι “κατά τύχη” δεν είναι δυνατό να συμβούν τα παραπάνω, κάνετε πολύ μεγάλο λάθος. Το “κατά τύχη” μπορεί να δημιουργήσει υλικές δομές με σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα. Κοιτάξτε για παράδειγμα το παρακάτω διάγραμμα:
Η μπάλα που βλέπουμε στο άνω μέρος του διαγράμματος πέφτει προς τα κάτω, και συναντά τα εμπόδια με το σχήμα Λ, τα οποία είναι καρφωμένα στον τοίχο. Όταν συναντά ένα τέτοιο εμπόδιο η μπάλα πέφτει κατά τύχη (με πιθανότητα 50%) ή προς τα δεξιά ή προς τ’ αριστερά. Στο κάτω μέρος βλέπουμε αρκετές τέτοιες μπάλες μαζεμένες στο πάτωμα, η κάθε μια να έχει καταλήξει σε μια στοίβα. Παρόλο που οι μπάλες πέφτουν τελείως τυχαία, σχηματίζουν στο πάτωμα έναν σωρό που έχει το σχήμα της λεγόμενης διωνυμικής κατανομής, που είναι περίπου σαν καμπάνα. Το σχήμα της καμπύλης αυτής φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα:
Αυτό το σχήμα αποτελεί μια δομή που σχηματίζεται τυχαία μεν, με εξαιρετικά μεγάλη βεβαιότητα δε. Κάτι παρόμοιο θα συμβεί κι αν στρίψετε ένα νόμισμα χίλιες φορές: μπορεί μεν την κάθε φορά να έχετε την ίδια πιθανότητα (50%) να πάρετε κορώνα ή γράμματα, αλλά στις χίλιες φορές μπορείτε να έχετε μεγάλη βεβαιότητα οτι περίπου οι πεντακόσιες θα έρθουν κορώνα, και οι υπόλοιπες γράμματα. Μπορείτε μάλιστα να στοιχηματίσετε όλα τα λεφτά-σας στο οτι δεν πρόκειται να σας τύχουν λιγότερες από 10 κορώνες (και περισσότερα από 990 γράμματα). Γιατί μπορείτε να πάτε ένα τέτοιο στοίχημα; Γιατί έχετε τεράστια βεβαιότητα οτι κάτι σαν κι αυτό που περιέγραψα δεν πρόκειται να συμβεί πρακτικά ποτέ, όπως μπορούν να σας βεβαιώσουν οι νόμοι της στατιστικής και των πιθανοτήτων. Άρα το τυχαίο μπορεί να είναι τυχαίο, αλλά όταν επαναλαμβάνεται παράγει βεβαιότητα, μέσω των πιθανοθεωρητικών νόμων. Και η επανάληψη στη βιολογία οφείλεται στην αναπαραγωγή.
Το λάθος που κάνουν οι δημιουργιστές, από καθαρή άγνοια και μόνο, είναι οτι νομίζουν οτι αυτό που δημιουργήθηκε τυχαία ήταν το πρώτο κύτταρο. Όσες φορές και να τους τονιστεί οτι η αναπαραγωγή αφορά σε οργανικά μόρια, και όχι κύτταρα, δεν πρόκειται να το καταλάβουν. Ούτε πρόκειται να καταλάβουν οτι ποτέ δεν εμφανίστηκε το πρώτο αυτο-αναπαραγόμενο μόριο εντελώς ξαφνικά, αλλά οτι και αυτή ακόμη η έννοια της αυτο-αναπαραγωγής εξελίχθηκε και τελειοποιήθηκε με το χρόνο. (Άλλο η εξέλιξη των μορίων, κι άλλο η εξέλιξη της εξέλιξης, δηλαδή της έννοιας της αυτο-αναπαραγωγής· για την τελευταία αυτή μιλώ στη σελίδα που προανέφερα.)
Έτσι λοιπόν βλέπουμε οτι και το “αναπαράγεσθαι”, όπως και το “τρώγειν”, ξεκίνησε από πολύ ταπεινό στάδιο· συγκεκριμένα από το στάδιο της χημείας, όπου δεν το αναγνωρίζουμε καν ως την ιδιότητα αυτή. Μόνο όταν τα μόρια μέσω της τελειοποίησης της διαδικασίας της αναπαραγωγής άρχισαν να παράγουν αρκετά πιστά αντίγραφά τους, τότε μόνο πέρασε η ύλη από το στάδιο της χημείας στο στάδιο της βιολογίας — πέρασμα που βέβαια δεν έγινε “εν μιά νυκτί”, αλλά διήρκεσε πολλά εκατομμύρια χρόνια. Πάνω στον αρχικό πυρήνα της απλής αναπαραγωγής άρχισαν να προστίθενται οντότητες της άλω, όπως χημικοί μηχανισμοί που τελειοποιούν την πιστότητα των αντιγράφων· ή άλλα μόρια που λειτουργούν ως “τείχη κάστρων” που προστατεύουν τα άλλα μόρια, τα υπεύθυνα για την αναπαραγωγή (από τέτοια “κάστρα μορίων” δημιουργήθηκαν τα πρώτα κύτταρα)· ή η δυνατότητα του να μπορεί ολόκληρο το “κάστρο” (το κύτταρο) να μετακινείται προς την τροφή, αντί να περιμένει να έρθει η τροφή προς το μέρος-του. Αυτοί οι μηχανισμοί προστέθηκαν όχι από κάποιο αόρατο χέρι, αλλά από την ίδια τη διαδικασία της εξέλιξης, καθώς οι οντότητες που ανέπτυξαν τους μηχανισμούς αυτούς σταδιακά και κατά τύχη, επικράτησαν εις βάρος εκείνων που δεν τους ανέπτυξαν. Σε κάποιο προχωρημένο στάδιο “ανακαλύφθηκε” και το “ξες”, που προσδίδει κάποια πλεονεκτήματα στην αναπαραγωγή: επιτρέπει τον εμπλουτισμό του πληθυσμού των γονιδίων, θέμα στο οποίο δεν έχουμε το χώρο να υπεισέλθουμε, αλλά που είναι ο λόγος για τον οποίο η αιμομιξία είναι “κακή ιδέα” στη βιολογία: επειδή καταστρατηγεί τον εμπλουτισμό των γονιδίων· γιαυτό αναπτύξαμε (όχι μόνο εμείς αλλά και όλοι οι “ξεσουαλικά αναπαραγόμενοι” οργανισμοί) ένα μηχανισμό αποφυγής της αιμομιξίας, δηλαδή την έμφυτη απέχθεια που δείχνουν οι γονείς στο να κάνουν απογόνους με τα παιδιά-τους. (Φυσικά κανένας μηχανισμός στον κόσμο της βιολογίας δεν είναι “αεροστεγής”, γιαυτό περιστασιακά παρατηρούνται εξαιρέσεις.) Εμείς οι άθρωποι, πάνω στο “ξες” έχουμε στήσει ολόκληρο οικοδόμημα, τη γνωστή “βιομηχανία του ξες”. Όλα αυτά όμως δεν είναι παρά “μπιχλιμπίδια”, άλως γύρω απ’ το βασικό πυρήνα.
Στην επόμενη ενότητα θα δούμε πώς η ύλη, που μέσω της αναπαραγωγής έγινε αυτό που λέμε “έμβια”, άρχισε να “σκέφτεται”. Όπως συνήθως, οι βάσεις του “σκέπτεσθαι” ενυπήρχαν στην ύλη από πολύ πρώιμο στάδιο. Αλλά ας δούμε τα σχετικά με αυτό το θέμα.


Pages