Εθνικιστές
"πατριώτες" και διεθνιστές "αντιεθνικιστές"
Οι επαγγελματίες
πατριώτες, καλούμενοι άλλοτε και "εθνικόφρονες", μόνο εθνικόφρονες δεν
αποδείχθηκε πως ήταν. Στις εκλογές του 1920, ενώ στην Μικρά Ασία ο ελληνικός στρατός
έδινε μάχες για την απελευθέρωση των υπόδουλων και σφαγιαζόμενων Μικρασιατών,
αυτοί ως προεκλογικό τους σύνθημα είχαν το "μικρά πλην τίμια Ελλάς" και έσχιζαν
τους χάρτες της Μεγάλης Ελλάδας τυφλωμένοι από τον
κομματισμό τους, γιατί ήξεραν πως αν αυτοί οι χάρτες γίνονταν πράξη, θα έχαναν
το δικαίωμα να τρώνε δίχως να παράγουν. Στις εκλογές
αυτές νίκησαν αυτοί, και κατάφεραν με την ανικανότητά τους να αποδιοργανώσουν
έναν νικηφόρο ώς τότε στρατό, και να προκαλέσουν την Μικρασιατική Καταστροφή.
Αυτοί, που άλλαζαν τα τοπωνύμια της Μακεδονίας-Ηπείρου-Θράκης κατά τον
μεσοπόλεμο, επειδή με το μυαλό τους
πιστεύουν ότι μόνο ό,τι είναι αρχαιοελληνικό είναι αυθεντικά ελληνικό, αλλιώς
είναι "εθνικώς ύποπτο", λες και αν λ.χ. η Λαμία λέγεται «Ζητούνι» και το Μέτσοβο
«Μέτσοβο», οι κάτοικοί τους δεν είναι πλήρως Έλληνες, και πρέπει να
«επανελληνιστούν», ή αν δεν βρούνε ζωγραφιστά πάνω σε αρχαιοελληνικά αγγεία
κανένα κλαρίνο ή μπουζούκι, θα θεωρούν «εκφυλισμένη» κι όχι γνήσια την ελληνική
μουσική αυτή. Στη διάρκεια της Κατοχής, αυτοί οι Πατριώτες,
συνεργάζονταν με τους Ναζί, ήταν η κυβέρνηση κατοχής, ενώ μερικοί από αυτούς
λούφαζαν μαζί με τον αγγλόδουλο μονάρχη μακριά από την Ελλάδα. Μόλις έληξε η Κατοχή, φοβούμενοι πως θα τους
στήσουν στα έξι μέτρα, άρχισαν τον εμφύλιο με το γνωστό απερίγραπτο φασισμό και
τρομοκρατία της περιόδου 1949-1974. Χώρισαν το λαό σε δυο μέρη, και στο δικό τους έκαναν δώρο το
κράτος, δίνοντάς τους αξιώματα κρατικά. Πούλησαν την Κύπρο με τις συμφωνίες
Ζυρίχης-Λονδίνου (1959) βάσει των οποίων ο Τουρκικός στρατός είχε δικαίωμα
"επέμβασης" στο νησί, και τελικά, προκάλεσαν με το
πραξικόπημά τους την τουρκική εισβολή στη Κύπρο το 1974 (αφού πρώτα άφησαν
αφύλακτη την Κύπρο, όταν απέσυραν (Δεκέμβριος του 1967) από εκεί την Ελληνική
μεραρχία που είχε στείλει ο Γ. Παπανδρέου στα 1964). Πολύ θα
ήθελαν να σφάξουν όλους τους "Μογγόλους" Τούρκους, όλους τους Αλβανούς
και
"Σκοπιανούς" και να πάρουν τα εδάφη που με συμφωνίες έχουν. "Δεν
είναι ρατσιστές", αλλά λένε «τι υπάνθρωποι που είναι οι
άλλοι οι λαοί. Όλα από εμάς τα πήραν, (είχαμε διαστημόπλοια το 9000 π.Χ.!)».
Βρίζουν "προδότη" και "πουλημένο" και "μασώνο" και "εβραίο" όποιον
διαφωνεί με τις απόψεις τους. Αυτοί που παραμένουν πολεμοχαρείς παρόλο που
προκάλεσαν με την ανικανότητά τους μόνο πολεμικές ήττες (1922, 1974).
Έχουν το Βυζάντιο μόνο για να σφάξουν τους Τούρκους. Ξαφνικά τους έπιασε το αμεσοδημοκρατικό τους και
ζητούσαν δημοψηφίσματα για τις ταυτότητες, ώστε να δακτυλοδείχνουν τους μη
Ορθοδόξους Έλληνες. Όταν δουν πως επιμένεις να διαφωνείς, θα σε
ρωτήσουν «είσαι Έλληνας ή όχι;».
Πάμε και στους
"αντιεθνικιστές". Αυτοί λοιπόν
αποκαλούσαν ιμπεριαλιστική την Μικρασιατική εκστρατεία, επειδή έτσι ήταν η
κομματική γραμμή από την ΕΣΣΔ, επειδή ο Λένιν θέλοντας να έχει ήσυχα τα νώτα της η ΕΣΣΔ έκανε
συνθήκες με τους Κεμαλιστές που σφάγιαζαν τους Μικρασιάτες και τους Αρμένιους.
Έγραφαν στο Ριζοσπάσπη (στις
12/7/1935, στο άρθρο "μια επιφύλαξη") πως όχι μόνο δε λυπήθηκαν για τη
Μικρασιατική Καταστροφή αλλά και συνετέλεσαν κι αυτοί σε
αυτήν, επιδιώκοντάς την. Τα εκατομμύρια των ελληνικών πληθυσμών της Ανατολής που
ζούσαν από χιλιάδες χρόνια στην περιοχή αυτή αποκαλούνταν
"ελληνικές παροικίες του εξωτερικού", ενώ ολόκληρη η Μικρασιατική
χερσόνησος με τα τόσα εκατομμύρια Αρμενίων,
Κούρδων,
Ρωμηών, Νεστοριανών κ.ά. που ζούσαν σε αυτήν αποκαλούνταν "το καθαρά
τουρκικό μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας".
Έλεγαν πως οι σφαγές των Μικρασιατών ήταν δικαιολογημένη ή αναμενόμενη
αντίδραση
του Κεμάλ (τον οποίο αποκαλούσαν "προοδευτικό") στην κατοχή της Ιωνίας.
Κι
ας
είχαν αρχίσει οι σφαγές και γενοκτονίες από το 1914, πολύ πριν πατήσει
Έλληνας
στρατιώτης το πόδι του στη Σμύρνη. Το επιχείρημα του
"ιμπεριαλισμού" το χρησιμοποιεί κανείς όποτε τον συμφέρει. Μήπως,
σύμφωνα με το
επιχείρημα αυτό, θα έπρεπε οι νεοέλληνες να παραιτηθούν κι από την
Ανεξαρτησία
τους, στα 1827-29, επειδή αυτή ήταν προϊόν της στρατιωτικής επέμβασης
των
Μεγάλων Δυνάμεων στα εσωτερικά της Τουρκίας τη στιγμή που ο Ιμπραήμ είχε
καθυποτάξει την Πελοπόννησο και το ελληνικό επαναστατικό κίνημα είχε
σβήσει; Οι διεθνιστές, που όταν, στο Μεσοπόλεμο, η Τρίτη Διεθνής διέταζε
πως
πρέπει να δημιουργηθεί Ανεξάρτητο Μακεδονικό και Θρακικό κράτος (με
απόσπαση
των εδαφών από την Ελλάδα φυσικά), αυτοί συμφωνούσαν πλην τιμητικών
εξαιρέσεων
(Κορδάτος). Σήμερα θρηνούν σα
μωρές παρθένες για την απώλεια της πολυπολιτισμικότητας του ελλαδικού χώρου κατά
τον 20ό αιώνα, λες και δε γνωρίζουν ότι οι πνευματικοί πρόγονοί τους, οι
«ευρωπαϊστές» και δυτικιστές του 19ου αι. ήταν αυτοί που πρότειναν κι
προώθησαν το Δυτικό μοντέλο του «έθνους-κράτους» στα Βαλκάνια. Ενδιαφέρονται για τα "ανθρώπινα δικαιώματα" των
εν Ελλάδι μειονοτήτων, κι αν αυτές δεν υπάρχουν, συνήθως τις εφευρίσκουν ώστε να
έχουν κάτι να απασχολούνται, αλλά πάντα σιωπούν, ένοχα ή αμήχανα, όταν πρόκειται
για τους Κωνσταντινοπολίτες ή τους Ίμβριους ή τους εναπομείναντες Κύπριους στα
Κατεχόμενα, επειδή κατά τη γνώμη τους η ενασχόληση με αυτούς είναι φασισμός και
εθνικισμός, και κάνουν εκδηλώσεις ελληνοτουρκικής φιλίας με αδελφοποιήσεις
ελληνικών και τουρκικών πόλεων τη στιγμή που "τα ντυμένα στο χακί ταξικά
αδέρφια" τους, οι Τούρκοι εργάτες φαντάροι, κατέχουν την Κύπρο.
Κατά
κάποιο μυστηριώδη τρόπο, φαίνεται πως για τους αριστερούς διεθνιστές και τους
δεξιούς κοσμοπολίτες
η Ελληνική πλειονότητα της Κύπρου είναι παιδί ενός κατώτερου θεού, και η
απαίτησή της για αυτοδιάθεση-Ένωση με την Ελλάδα είναι είτε ανέφικτη είτε
σοβινιστική, ενώ όλες οι άλλες πλειονότητες, των Αλβανών Κοσοβάρων, των Βοσνίων,
των Τσετσένων, των Ζαπατίστας, των Ζουλού και μυριάδων άλλων πάντα ξένων λαών,
έχουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης η εξάσκηση του οποίου είναι και πρέπει να
είναι εφικτή. Ίσως βρεθεί κάποτε κανένας δεξιός κοσμοπολίτης ή αριστερός, -
ευρωπαϊστής ή μαρξιστής/αναρχικός, αδιάφορο -
και μπορέσει να μας εξηγήσει εμάς και των Ελλήνων της Κύπρου οι οποίοι άλλωστε
με δημοψήφισμα έχουν ζητήσει την Ένωση, πώς γίνεται μερικοί να έχουν και μερικοί
να μην έχουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης.
Αν θέλουν τόσο πολύ να προστατεύσουν την τουρκοκυπριακή μειονότητα δίνοντάς της
ομόσπονδο κράτος, θεωρώντας αυτονόητο πως το τουρκοκυπριακό
18%
του συνολικού κυπριακού πληθυσμού είναι πολιτικά ισότιμο με το υπόλοιπο 82%
(των Ελλήνων της Κύπρου), γιατί δεν προτείνουν και τη διχοτόμηση του Κοσσόβου,
της Βοσνίας ή της Τουρκίας για να προστατεύσουν τις Σερβικές και Κουρδικές
μειονότητες εκεί;
Αφού αγωνίζονται για τα νόμιμα δικαιώματα των απανταχού μειονοτήτων εντός των
υφιστάμενων συνόρων σε όλο τον κόσμο, γιατί δεν απαίτησαν ποτέ να δοθεί καθεστώς
αυτοδιοίκησης στην Ίμβρο, σύμφωνα με τα όσα λέει η συνθήκη της Λωζάνης; Μήπως κι
αυτό είναι "εθνικισμός και ανορθολογισμός";
Όταν
λένε/λέγαν "τα Κατεχόμενα", ΠΟΤΕ δεν το είπαν για την κατεχόμενη από τους
Τούρκους Κύπρο, αλλά για την Παλαιστίνη. Αναρωτιώντουσαν αν οι Κύπριοι
είναι Έλληνες. 35 χρόνια μετά τη λήξη του αγώνα της ΕΟΚΑ ανακάλυψαν καμμιά 25ριά
Κύπριους αριστερούς προδότες που η ΕΟΚΑ εκτέλεσε (σε σύνολο 71 εκτελεσθέντων
προδοτών, δηλαδή οι λοιποί, περισσότεροι, προδότες ήταν δεξιοί και κεντρώοι),
και μαίνονται εναντίον της, απλώς επειδή η ΕΟΚΑ δεν ήταν κομμουνιστική οργάνωση,
σιωπώντας για το «φωτιά και τσεκούρι» του Βελουχιώτη. Ώς το 1989 αποκαλούσαν τους Βορειοηπειρώτες "ελληνόφωνους Αλβανούς".
Κατηγορούν ακόμα και τους επαναστάτες του 1821 για "ρατσισμό κατά των
Τούρκων", εξισώνοντας θύμα και θύτη.
Θα πρέπει να σταθεί κανείς ειδικά στο φαινόμενο, να προσπαθούν ορισμένοι
να αποδώσουν γενοκτονίες στους εξεγερμένους 1821 λόγω της σφαγής των
Τούρκων της Τριπολιτσάς. Πρόκειται για ερμηνεία της ιστορίας η οποία δεν
λαμβάνει υπόψη το ιστορικό πλαίσιο, το οποίο είναι ότι η οθωμανική
κυριαρχία
ήταν τυραννική και όχι πολιτεία ισονομίας, ότι η τουρκική αυθαιρεσία
ήταν ο
κανόνας, ότι τα ουτοπιστικά σχέδια του Ρήγα ούτε καν οι άλλοι ορθόδοξοι
Βαλκάνιοι τα αποδέχθηκαν στην πράξη, πόσο μάλλον οι Τούρκοι Βαλκάνιοι,
κι
επομένως ότι μόνη λύση ήταν η ελληνική επανάσταση, ότι οι Τούρκοι
Βαλκάνιοι (και
οι Τούρκοι γενικά) δεν θα αποδέχονταν την εξίσωσή τους με τους ραγιάδες
παρά
μόνο δια της βίας, ότι από τη στιγμή που οι Τούρκοι Βαλκάνιοι πολεμούσαν
εναντίον ενός δίκαιου σκοπού (εκτός κι αν κατά τους αντιεθνικιστές η
οσμανική
κυριαρχία δεν ήταν τυραννία), θα ξεπάστρευαν τους επαναστατημένους όπως
τους
ξεπάστρευαν κάθε φορά που αποτύγχανε η επανάστασή τους. Οι
αντιεθνικιστές κάνουν
λόγο για σφαγή των Τούρκων της Τριπολιτσάς λόγω του ελληνικού
εθνικισμού.
Αντιφάσκουν όμως, γιατί η σφαγή των κατοίκων μιας πολιορκημένης πόλης
ήταν ο
κανόνας πολύ πριν τον Διαφωτισμό και το αίτημα για καθαρά εθνικό κράτος,
για
"καθαρές εθνικά περιοχές". Λίγη
γνώση της ιστορίας της κατάκτησης των Βαλκανίων από τους Οσμανούς θα
βοηθούσε
τους αντιεθνικιστές να το αντιληφθούν. Αν οι επαναστατημένοι πολιρκητές
κατέθεταν τα όπλα, πριν ή μετά την άλωση της Τριπολιτσάς, από τύψεις για
την
απάνθρωπη συμπεριφορά τους, τότε ήταν βέβαιο ότι τους περίμενε εκείνη η
μοίρα
που επιφυλάχθηκε στους πολιορκημένους της Τριπολιτσάς: η ανελέητη σφαγή.
Όπως
γράφει ο Κ. Κουτσουρέλης ("Πολιτικοί
και λογοτεχνικοί καθωσπρεπισμοί", Σημειώσεις 65, Ιούνιος 2007)
«Αν ο
καθωσπρεπιστής μας είναι ιστορικός, και γράφει για να διδάξει παιδιά του
δημοτικού λ.χ., πρώτο το μέλημα θα είναι παντί σθένει να πάψει το εγχειρίδιο να
βρέχεται από αίμα. Εξανδραποδισμοί, δηλώσεις, σφαγές, όλα όσα συνθέτουν την
ιστορία εν τέλει, θα τα θέσει εκποδών. Τα ολοκαυτώματα θα στρογγυλευτούν, οι
προαιώνιες αντιπαλότητες θα υποβαθμιστούν, οι αρχαίες ενοχές θα κατασιγαστούν ή
θα τεθούν κατά μέρος εμπρός στο προσδόκιμο πάμφωτο μέλλον. Ο καθωσπρεπιστής
ιστορικός δεν διστάζει να πει ότι βλέπει στο παρελθόν μία νόσο, και ότι δικός
του σκοπός είναι πρώτα η επούλωση των παλαιών πληγών. Μόνο που στους αντίποδες
της κλασικής θεραπευτικής, η οποία ζητά από τους ιατήρες να καταπολεμούν τις
παθογόνες αιτίες, ο καθωσπρεπιστής μας νομίζει πως θ’ αρκέσει γι’ αυτό μια
τελετουργική
condemmatio
memoriae,
ένα άναρθρο ξόρκι. Αν ο καθωσπρεπισμός μας είναι κριτικός, κι έχει να κάνει με
λογοτεχνικά κείμενα καίρια, θα τα κοιτάξει πάντα υπό γωνίαν. Σκοπός του δεν
είναι να εκθέσει όσα πράγματι διάβασε, αλλά να μας ανακοινώσει απλώς όσα
πιστεύει ότι κιόλας γνωρίζει. Αν στα χέρια του πέσει ο Σολωμός, φερ’ ειπείν, και
ο Ύμνος, εκείνες οι εκπληκτικές τριάντα ή σαράντα στροφές του ποιήματος
που ιστορούν την άλωση της Τριπολιτσάς, ο καθωσπρέπει κριτικός θα διαγνώσει
αμέσως την προσχεδιασμένη γενοκτονία, θα κατακεραυνώσει τις φονικές βουλές των
πορθητών, θα υποδείξει κραδαίνοντας το δάχτυλό του ψηλά την κατάντια όσων
τολμούν να ισχυρίζονται ότι πολεμούν περί πάτρης. Αν του θυμίσεις τί ρητή
ηδονή, πόσο απύθμενο πάθος εκδίκησης κρύβουν οι περιγραφές των σφαγών στον
Σαίξπηρ ή στον Όμηρο οι σκηνές των κολασμένων στον Δάντη, ο κριτικός μας θα
σηκώσει αμήχανα τους ώμους. Αν του θυμίσεις τον Λουκρήτιο και το
De rerum naturae,
την
πανάρχαια αλήθεια δηλαδή ότι τίποτε δεν περιστρέφει ταχύτερα τη μηχανή του
μίσους απ’ ό,τι ο φόβος και η καταπίεση που το γεννούν (nan
cupide conculcatur nimis ante metutum – με λύσσα κανείς ποδοπατά
ό,τι πρωτύτερα έτρεμε),
ο καθωσπρεπιστής μας θ’ αρνηθεί και την ανθρώπινη φύση».
Ο πασιφισμός των
προαναφερόμενων αντιεθνικιστών θέτει την Ειρήνη υπεράνω της Ελευθερίας, έχει ως
προϋποθέσεις έναν φανταστικό κόσμο όπου όλοι (λ.χ. και
οι Τούρκοι κυρίαρχοι) αποδέχονται την εξάλειψη της τυραννίας μέσω του διαλόγου, δίχως να
συλλογιέται κανείς τι πρακτικές συνέπειες θα είχε μια τέτοια πασιφιστική στάση των τοτινών για το παρόν μας (ή
λ.χ. μια πασιφιστική στάση των κατεκτημένων από τους Ναζί
ευρωπαϊκών λαών). Άλλωστε οι θρηνωδίες για την "εθνοκάθαρση του 1821" είναι
υποκριτικές. Οι περισσότεροι από τους παραπάνω ήταν υπέρμαχοι των
"ανθρωπιστικών" βομβαρδισμών στη Γιουγκοσλαβία, υπέρμαχοι γενικά της χρήσης βίας
από τις ΗΠΑ για χάρη "του καλού", υπέρμαχοι (λ.χ. ο Ιός) της μίας πλευράς
(Αλβανοί Κοσσόβου) κι εναντίον της άλλης (Σέρβοι), αντί να διακηρύττουν παντού
και πάντοτε τον
ουδέτερο πασιφισμό τους. Ο πασιφισμός τους εκείνη τη στιγμή (ή στο Ιράκ ή στο
Αφγανιστάν) είχε πάει περίπατο, για χάρη "της ελευθερίας των υπόδουλων".
Επίσης υποκριτικός είναι ο πασιφισμός των αριστερών αντιεθνικιστών, αφού αυτοί
είναι υπέρμαχοι της βίας για την επίλυση των οικονομικοκοινωνικών διαφορών.
(6/9/2007)
(Ἑλληνικὴ)
Ἀριστερὰ καὶ ἑλληνικὸ ἔθνος.
Θὰ πρέπει νὰ τονιστεῖ, ὡστόσο, ἐνάντια σὲ μιὰ γνωστὴ δεξιὰ λαϊκή/ἐθνικιστικὴ
προκατάληψη καὶ ὑπεροψία, ὅτι ἡ πατριωτικὴ Ἀριστερὰ ἀνέλαβε ὄχι λίγες φορὲς τὴν
ἡγεσία τῆς Ἀριστερᾶς καὶ ὅτι ἀντίστροφα ἡ προδοτικὴ Δεξιὰ προωθοῦσε στὴν πράξη
ἀντεθνικὲς θέσεις διακηρύσσοντας στὰ λόγια ταυτοχρόνως ἐθνικὰ ὀρθὲς θέσεις. Ἔτσι,
τὸ κυπριακὸ κομμουνιστικὸ ΑΚΕΛ, τὸ ὁποῖο κατηγορεῖται ὡς ἀνθελληνικό, ἔχει δείξει δείγματα ἑλληνικοῦ
πατριωτισμοῦ σὲ στιγμὲς στὶς ὁποῖες οἱ δεξιοί, Ἑλλαδίτες καὶ Κύπριοι, ἦταν
ἀπόντες ἀπὸ τὸν ἐθνικὸ ἀγώνα. Στὰ 1947
τὸ ΚΚΕ ὑποδείκνυε στὸ ΑΚΕΛ νὰ ὀργανώσει τὸν ἑνωτικὸ ἔνοπλο ἀγώνα. Στὰ 1949 τὸ ΑΚΕΛ προσχωρεῖ στὴν ἀνένδοτη ἑνωτικὴ
γραμμή: τότε, τόσο οἱ ἀριστεροὶ δήμαρχοι ὅσο καὶ οἱ ὀργανώσεις τοῦ ΑΚΕΛ
ἀπέστελναν ὑπομνήματα στὸν ΟΗΕ καὶ τὴν Ἀγγλία ζητώντας τὴν Ἕνωση.
Στὸ
ὑπόμνημα πρὸς τὸν ΟΗΕ (παράρτημα Α) ἀπορρίπτονται ὅλες οἱ ἀπόψεις τῶν Νεοκυπρίων
καὶ σημερινῶν ΑΚΕΛικῶν γιὰ τὴν μὴ ἑλληνικότητα τῆς Κύπρου, τῶν Ἑ/Κυπρίων, τῆς
κυπριακῆς διαλέκτου, καὶ (παράρτημα Β) τὴν ἄρνηση τῶν ἑνωτικῶν ἀγώνων τοῦ
παρελθόντος, λὲς καὶ προβλεπόταν τὸ φαινόμενο τοῦ Χριστόφια καὶ τῶν φιλάθλων τῆς
«Ὁμόνοιας» ποὺ ὑψώνουν τὴν τουρκοκυπριακὴ σημαία. Ἐπιπλέον, καταρρίπτεται (παρ.
6-8) ἀπὸ τότε ἡ ἄποψη ὅτι οἱ Ἑ/Κύπριοι ὑπὸ βρετανικὴ κατοχὴ ἀπολάμβαναν
οίκονομική, πολιτικὴ ἐλευθερία καὶ ἐλευθερία τῆς σκέψης, κοινῶς ὅτι καλοπέρναγαν
καὶ δὲν εἶχαν λόγο νὰ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν Ἕνωση.
Τὸ ΑΚΕΛ
ζητοῦσε δημοψήφισμα στὴν Κύπρο ὥστε νὰ καταδειχτεῖ ἡ θέληση τῶν Κυπρίων γιὰ
Ἕνωση τῆς Κύπρου μὲ τὴν Ἑλλάδα. Ὁ γραμματέας τοῦ ΑΚΕΛ Ἐ. Παπαϊωάννου ζητοῦσε ἀπὸ
τὸν τοτινὸ Ἕλληνα πρωθυπουργὸ νὰ πάει στὰ Ἡνωμένα Ἔθνη καὶ
«νὰ ὑποστηρίξη τὸν
πανελλήνιο πόθο γιὰ τὴν Ἕνωση τῆς Κύπρου μὲ τὴ Μητέρα Ἑλλάδα».
Στὰ 1945
(17/6) σὲ διακήρυξη τῆς Κ.Ε. τοῦ ΑΚΕΛ τὸ κόμμα αὐτοπροσδιορίζεται καὶ ὡς «ἀπόλυτα
Ἑνωτικό». Ἡ πνευματικὴ καὶ οἰκονομικὴ πρόοδος τοῦ Κυπριακοῦ λαοῦ «ἐξαρτῶνται
ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο ἀπὸ τὴν Ἕνωση τῆς Κύπρου μὲ τὴν Ἑλλάδα». Τὸ ΑΚΕΛ
δηλώνει περήφανο «γιὰ ὅλες τὶς ἐθνικὲς ἐκδηλώσεις του» μὲ σκοπὸ τὴν Ἕνωση.
Ταυτόχρονα ἀπορρίπτεται ἡ μεσοπολεμικὴ θέση τοῦ Κ.Κ. Κύπρου ὑπὲρ τῆς
Ἀνεξαρτησίας (καὶ συμμετοχῆς σὲ βαλκανικὴ ὁμοσπονδία στὴν ὁποία ἄλλωστε θὰ
συμμετεῖχε καὶ ἡ Ἑλλάδα). Ἡ ἀπόρριψη αὐτὴ αἰτιολογεῖται ὄχι σὲ ἐθνικιστικὴ ἀλλὰ
σὲ σοσιαλιστικὴ βάση. Τὰ λάθη τοῦ Κ.Κ.Κ. εἶναι «ἀντεθνικὰ καὶ ἀντιπατριωτικὰ
λάθη…ποὺ ἀπόρρεαν ἀπὸ τὴ μὴ σωστὴ κατανόηση τῶν Σοσιαλιστικῶν καὶ Κομμουνιστικῶν
δογμάτων». Ἡ σύνδεση ἐθνικοῦ καὶ σοσιαλιστικοῦ, σὲ ἀντίθεση μὲ ὅ,τι νομίζουν
ὁρισμένοι, διακηρύσσεται ρητά: «Οἱ ὑγιεῖς σοσιαλιστικὲς μας ἀρχὲς δὲν μᾶς
ἐμποδίζουν, ἀλλ’ ἀντίθετα, περισσότερο μᾶς ἐνθαρρύνουν στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν Ἐθνικὴ
Ἀποκατάσταση». Γινόταν ἀντιληπτὸ ἀπὸ τὸ τοτινὸ ΑΚΕΛ ὅτι «τὸ φαρδὺ
ἐργατικὸ κίνημα δὲν μποροῦσε νὰ τρέφει ἐμπιστοσύνη σὲ τέτοια καθοδήγηση ποὺ…περιφρονοῦσε
τὰ ἐθνικὰ αἰσθήματα τοῦ λαοῦ». Ἐπίσης σημαντικό: Ἡ ἀπαίτηση γιὰ Ἕνωση
γινόταν ἀνεξαρτήτως τοῦ πολιτικοῦ καθεστῶτος τῆς Ἑλλάδας. «Βασικὸς σκοπὸς τοῦ
ΑΚΕΛ καὶ τῶν ὀργανώσεων ποὺ τὸ ἀκολουθοῦν ἦταν καὶ παραμένει ἡ Ἕνωση τῆς Κύπρου
μὲ τὴν Ἑλλάδα κάτω ἀπὸ ὁποιεσδήποτε καθεστωτικὲς ἢ πολιτειακὲς συνθῆκες κι ἂν
βρίσκεται αὐτή», γεγονὸς ποὺ καταρρίπτει τὶς ἐνστάσεις σημερινῶν ΑΚΕΛικῶν
ἀλλὰ καὶ ἀντικομμουνιστῶν ὅτι ἡ ἀπαίτηση γιὰ Ἕνωση ἦταν ἁπλῶς ζήτημα «ἀντιαγγλικοῦ»
(ἀντιιμπεριαλιστικοῦ) τακτικισμοῦ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Ἐμφυλίου καὶ
μετεμφυλιακά.
(20/11/2010)
Ἀντίθετα, τὴν ἴδια ἐποχὴ ὁ πρόξενος τῆς Ἑλλάδας στὴν Κύπρο, δεξιὸς Ἄγγελος
Βλάχος, ἀποκαλοῦσε
«τρομοκρατία» τὸν ἀγώνα τῆς ΕΟΚΑ, εἶχε τὸ θράσος νὰ
ὑποστηρίζει ὅτι ὁ ἀγώνας αὐτὸς
«ἐπιβλήθηκε στοὺς Κύπριους», ἀμφισβητοῦσε
τὴν ἑλληνικότητα τῶν Κυπρίων, θεωροῦσε τὴν ἔναρξη τοῦ ἀγώνα (1η Ἀπριλίου
1955)
«ἡμέρα
ἀποφράδα γιὰ τὴν ἱστορία τοῦ Ἑλληνισμοῦ» καὶ ὕβριζε τοὺς Μακάριο καὶ Διγενῆ:
«ἦσαν
οἱ δύο πιὸ ἄκριτοι, πιὸ ἀδίστακτοι καὶ ματαιόδοξοι καὶ πιὸ πείσμονες ἄνθρωποι
ποὺ ἔχω γνωρίσει, δυὸ θλιβεροί τυχοδιῶκτες». Τὴν ἴδια ἐποχὴ ὁ ἐθνικόφρονας
Ἀβέρωφ (1957), τῆς ἴδιας ἀξιολύπητης ξενόδουλης φάρας μὲ τὸν Ἄ. Βλάχο,
χαρακτήριζε
«κατακτητικὸ
πόλεμο» τὴ Μικρασιατικὴ Ἐκστρατεία.
Στα 1959, στην κοινή ανακοίνωση της ΕΔΑ, του Κόμματος των
Προοδευτικών, της νέας Αγροτικής Κίνησης και της Δημοκρατικής Ένωσης διαβάζουμε:
«Ας προσπαθή η Κυβέρνησις να καταπνίξη την φωνήν του Έθνους. Ας απαντά με την
κραυγήν "αίσχος" στην ιαχήν "ΖΗΤΩ Η ΕΝΩΣΙΣ". Ουδένα θα πτοήση και ουδέν θα
επιτύχη. Ο Κυπριακός λαός θα συνεχίση σταθερός και αποφασισμένος τον δρόμον του,
τον δρόμον της τιμής και της ελευθερίας, τον δρόμον της Ενώσεως της Κύπρου με
την Ελλάδα, μέχρι που να ξημερώση μια αυγή και να τον καλέση ο λυτρωμός». Στα
1964 (εφ. Αυγή, 30/9) ο πρόεδρος της ΕΔΑ Ιωάννης Πασσαλίδης καταδίκαζε τη θέση
του υπ. εξ. της ΕΣΣΔ Γκρομίκο για ομοσπονδιακή λύση στην Κύπρο.
Για τον πρόεδρο της ΕΔΑ υπάρχουν συγκεντρωμένες (σε βιβλίο των εκδ. Αιγαίο
- Λευκωσία 2009) οι ομιλίες του για το Κυπριακό. Εκεί βλέπουμε τον Ιω. Πασσαλίδη
(1951-1967) να διακηρύσσει σε διάφορες συνεδριάσεις της Βουλής την άποψη της
μετεμφυλιακής ευρύτερης Αριστεράς. Έτσι, (συνεδρίαση Βουλής στις 14-5-1952)
«πραγματικά εθνική πολιτική για το Κυπριακό σημαίνει: επίσημη σαφή
επανατοποθέτησή του στη βάση, άμεση και χωρίς όρους αυτοδιάθεση»,
και
«Τα
σύνορά μας κινδυνεύουν από τους Μεμέτηδες (= Τούρκους)». Στη συνεδρίαση της
9-4-1956:
«Είπε [ο πρώην Υπουργός Ασφαλείας] και κάτι άλλο, ότι η ΕΔΑ καμμιά
φορά δεν ανεφέρθη στους αγωνιστάς της Κύπρου, στην ΕΟΚΑ, στο Διγενή.
Εμείς
πάντοτε υποστηρίζουμε όλους τους πραγματικούς αγωνιστές της Κύπρου, ανεξάρτητα
από τα πολιτικά τους φρονήματα" και "Δεν υπάρχει Έλληνας στην Ελλάδα να
μη θέλη την Ένωσι», και
«Τους βάζουν οι φίλοι σας οι Άγγλοι τους Τούρκους
και τους πιέζουν να διεκδικούν και εδάφη ελληνικά. Και αύριον, εάν θα επιτύχη
και θα τα διεκδικήση η Τουρκία, και θα σας πουν...ας δώσουμε στον μεμέτη
και την Μυτιλήνη και την Κύπρο». Στη συνεδρίαση της 11-6-1958
«Ας
είναι βέβαιοι
εκείνοι που συνωμοτούν κατά της Κυπριακής ελευθερίας ότι το έθνος θα
απαντήση...με έντασιν του αγώνος υπέρ του απαραγράπτου δικαιώματος του
Κυπριακού
λαού δια την αυτοδιάθεσίν του και την ένωσιν με την Μητέρα Ελλάδα» και
«Το έθνος
ουδέποτε θα δεχθή μίαν λύσιν που δεν θα εξασφαλίζη την πλήρη αυτοδιάθεσιν στους
Κυπρίους».
Στη συνεδρίαση της 12-6-1958
«Εμείς ούτε και σήμερον ούτε και εις το μέλλον αναγνωρίζομεν δικαιώματα εις την Τουρκίαν δια την
Κύπρον, ούτε και απομακρυνόμεθα από το ιερόν αίτημα του Κυπριακού λαού
περί της αυτοδιαθέσεώς του» και
«Δεν ημπορούν ούτε οι Κύπριοι ούτε κανείς Έλλην
να αρνηθή το σύνθημα της αυτοδιαθέσεως. Και η
αυτοκυβέρνησις η δημοκρατική, δι' ωρισμένον χρονικόν διάστημα, θα είναι απλώς
ενδιάμεσο στάδιον, και μετά να ακολουθήση το δημοψήφισμα δια την αυτοδιάθεσιν.
Και εις αυτήν την αυτοκυβέρνησιν, την δημοκρατικήν, δεν
παραγνωρίζομεν τα δικαιώματα της τουρκικής μειονότητος, αλλά αρνούμεθα
αναγνώρισιν της Τουρκίας ως παράγοντος εις το Κυπριακόν θέμα».
Στη συνεδρίαση της 18-11-1958
«Προτείνομεν να γίνει συζήτησις επί του εξής σχεδίου
ψηφίσματος. Η Βουλή των Ελλήνων εκφράζουσα την αμέριστον συμπαράστασίν της εις
τον ηρωικώς αγωνιζόμενον δια την αυτοδιάθεσίν του Κυπριακόν λαόν, Ψηφίζει:
....2. Αποκρούει κάθε λύσιν επί του Κυπριακού αποκλείουσαν την τελικήν εφαρμογήν
της αρχής της αυτοδιαθέσεως».
Στις δέκα παραπάνω σειρές κονιορτοποιούνται όλα τα επιχειρήματα των συγχρόνων
«αντιεθνικιστών" Αριστερών για την Κύπρο. (4/7/2010)
Στο
«Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ: από το τέλος του 1949 έως και την 12η
ολομέλεια» διαβάζουμε: 3.Α.26. ΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ. 3.Α.26.α. Ιστορική εισαγωγή 244 Στον
κυπριακό χώρο, το ΑΚΕΛ αντιμετωπίζοντας τη σθεναρή άρνηση της αντικομμουνιστικής
«Εθναρχίας» για ενωτικό απελευθερωτικό αγώνα, ανέλαβε την 245 πρωτοβουλία
συλλογής υπογραφών και προκήρυξης δημοψηφίσματος για την αυτοδιάθεση της Κύπρου,
που προβλεπόταν να γίνει το Δεκέμβριο του 1949. Η «Εθναρχία»προκήρυξε παρόμοιο
δημοψήσιμα για τον Ιανουάριο του 1950 με αίτημα την ένωση της Κύπρου με την
Ελλάδα. Το ΑΚΕΛ εκτιμώντας ότι η ενιαία δράση μπορούσε να είναι πολύ πιο
αποτελεσματική, παραιτήθηκε από τη δική του πολιτική θέση και πρωτοβουλία,
στηρίζοντας τις αντίστοιχες της «Εθναρχίας». […] (Η Βρετανία) με προβοκάτσιες
όξυνε τις ελληνοτουρκικές αντιθέσεις, δημιουργώντας βαθιές αντιθέσεις μεταξύ των
τουρκοκύπριων και τους (sic) ελληνοκύπριων. […] 246
3.Α.26.β. Οι θέσεις του ΚΚΕ για το Κυπριακό Στα χρόνια του ένοπλου
αγώνα 1946-1949, το ΚΚΕ πρόβαλε το σύνθημα «Λεύτερη Κύπρος στη Λεύτερη Ελλάδα».
Στις 27 Ιουνίου 1950, από το ραδιοφωνικό σταθμό «Ελεύθερη Ελλάδα» μεταδόθηκε
μήνυμα του Ν. Ζαχαριάδη με τίτλο «Οι Έλληνες πατριώτες και η Ένωση με την
Κύπρο». Το μήνυμα ανέφερε ότι «το παγκύπριο δημοψήφισμα υπέρ της Ένωσης
με την Ελλάδα ξαναέβαλε στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα αυτό που συγκινεί
κατάβαθα την κάθε ελληνική ψυχή». Το μήνυμα τόνιζε και τα εξής: «Εκείνο
λοιπόν, που πρώτα απόλα σήμερα χρειάζεται στην Ελλάδα είναι οι λαϊκές οργανώσεις
και τα δημοκρατικά κόμματα όχι μόνο να πάρουν ξεκάθαρη θέση στο ζήτημα της
ένωσης μα και να προχωρήσουν στην ενιαία, με τις λαϊκές οργανώσεις της Κύπρου,
εμ΄φανιση και εκδήλωση του αγώνα για την ένωση. Να προχωρήσουν […] στην οργάνωση
της πάλης του λαού της Ελλάδας για την ένωση, πάλης που είναι ένα κομμάτι του
αγώνα μας για τη λεφτεριά και ανεξαρτησία της Ελλάδας, μια και ο εχθρός, ο
καταχτητής είναι ο ίδιος, οι αμερικανοάγγλοι ιμπεριαλιστές και τα τσιράκια οι
λακέδες που δουλεύουν στ’ αφεντικά αυτά είναι επίσης οι
ίδιοι μοναρχοφασίστες (…). Η συγκέντρωση στο Παναθηναϊκό πρέπει να είναι ένας
μεγαλειώδης παλλαϊκός συναγερμός με ένα επιβλητικό σύνθημα: ΕΝΩΣΗ! Κάτω οι
κατακτητές! […]». Το Νοέμβρη του 1951, οι θέσεις του ΚΚΕ εκφράστηκαν στο
περιοδικό «Νέος Κόσμος» με το άρθρο «Η Πάλη του Κυπριακού Λαού για τη
Λεφτεριά και την Ειρήνη». Το άρθρο έπαιρνε θέση υπέρ της Ένωσης της Κύπρου
με την Ελλάδα ακόμα και στις συνθήκες 247 της «αμερικανοκρατίας» ….και εκτιμούσε
την τότε δράση του ΑΚΕΛ: «[…] βασικό καθήκον του ΑΚΕΛ είνε: […] να
σφυρηλατήσει παραπέρα το πιο πλατύ εθνικό δημοκρατικό μέτωπο για την Ένωση με
την Ελλάδα, απομονώνοντας τους πράχτορες του ιμπεριαλισμού […] παρά τις
επιτυχίες και ιδιαίτερα μετά το 6ο Συνέδριο του ΑΚΕΛ στα 1949, που
διόρθωσε το λάθος της "αυτοκυβέρνησης"». Επίσης στο άρθρο εκτιμάται ότι: «…λείπει
από το ΑΚΕΛ η σαφήνεια και η καθαρότητα στη στρατηγική και την ταχτική του
κόμματος, που εκφράζεται στο σύνθημα της Ένωσης […] Οι
γνώμες που διατυπώνονται ότι η ένωση με τη μοναρχοφασιστική Ελλάδα δεν πρόκειται
να αλλάξει τίποτα για το Κυπριακό λαό αφού και η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από
αμερικάνικη ιμπεριαλιστική κατοχή, δεν είνε καθόλου […] σωστές. Γιατί με την
ένωση θα έχουμε συγκέντρωση των δυνάμεων του λαού Κύπρου και Ελλάδας και συνεπώς
ο αγώνας ενάντια στην αμερικανοκρατία και το μοναρχοφασισμό θα ενισχυθεί με τις
ενωμένες δυνάμεις του λαού και θα είναι πιο αποτελεσματικός. Χωρισμένοι
οι λαοί μας είνε πιο αδύνατοι […] Κινητήριες δυνάμεις της εθνικοαπελευθερωτικής
επανάστασης στην Κύπρο είνε οι έλληνες και τούρκοι εργάτες και αγρότες, η
φτωχολογιά των πόλεων, οι τίμοι 248 διανοούμενοι ενωμένοι σ’ ένα εθνικό
δημοκρατικό μέτωπο με την καθοδήγηση του ΑΚΕΛ […] Στο εθνικό αυτό δημοκρατικό
μέτωπο πρέπει να μπουν και όλα τα τίμια και πατριωτικά στοιχεία απ’ τον κλήρο,
τη μισοαστική και αστική τάξη. Το εθνικό δημοκρατικό μέτωπο πρέπει να αγκαλιάζει
όλο το λαό της Κύπρου, έλληνες και τούρκους […]». Αργότερα (1956) το ΚΚΕ
σωστά εγκατέλειψε το σύνθημα της ένωσης και υιοθέτησε το σύνθημα της
αυτοδιάθεσης της Κύπρου. Ωστόσο η αυτοδιάθεση και άλλοτε η ανεξαρτησία
περιέχονταν στην επίσημη κομματική τοποθέτηση για πολλά χρόνια, με τη
διευκρίνιση ότι η έννοια της ανεξαρτησίας δεν απέκλειε το ενδεχόμενο της ένωσης.
[…] 3.Α.26.δ. Οι εθνικιστικές οργανώσεις στην Κύπρο 251 […] Η εκτίμηση
για την ΕΟΚΑ τροποποιήθηκε λίγους μήνες αργότερα, το Δεκέμβριο 1955, καθώς η 5η
Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ, με ειδική απόφαση «Για το Κυπριακό» παρότι
διατήρησε την εκτίμηση για το φιλοϊμπεριαλιστικό ρόλο της ΕΟΚΑ, πρόβαλε ως «πατριωτική
επιταγή» την ανάγκη ενιαίας πάλης του ΑΚΕΛ «με τα πατριωτικά στοιχεία της
ΕΟΚΑ, μ’ όλες τις πατριωτικές δυνάμεις». Και αργότερα, στα χρόνια 1957-1959,
η Κ.Ε. του ΚΚΕ θεωρούσε ότι το ΑΚΕΛ έπρεπε να εντάξει δυνάμεις του στο ένοπλο
αγώνα της ΕΟΚΑ «και να τον καναλιζάρει στα σωστά πλαίσια». Το ΑΚΕΛ σωστά
απέρριψε ως «τυχοδιωκτισμό» την πολιτική που πρότεινε το ΚΚΕ…»
(4-5-2012)
Τὸ ΑΚΕΛ
στὰ 1959 τασσόταν κατὰ τῶν συμφωνιῶν τῆς Ζυρίχης, διότι - κατὰ τὸ ΑΚΕΛ -
ἀπαγόρευαν τὸ δικαίωμα τῆς αὐτοδιάθεσης (= τὴν Ἕνωση μὲ τὴν Ἑλλάδα). Στὰ 1964
(19/6) τὸ ΑΚΕΛ πάλι εἶχε λάβει ἐπίσημη ἀπόφαση ὑπὲρ τῆς Ἕνωσης. Τὸ ἀριστερὸ
ΑΚΕΛ, πάλι, μὲ ἐπίσημες ἀποφάσεις (29-12-1966) εἶχε καταγγείλει τὴ γραμμὴ τῆς
Μόσχας (!) γιὰ ὁμοσπονδία καὶ ζητοῦσε ἀποφασιστικὰ
«Ἕνωση χωρὶς ἐδαφικὰ ἢ
διοικητικὰ ἀνταλλάγματα». Ἀντίθετα, ὁ Ἄ. Βλάχος, πρέσβης πλέον, κάνοντας καὶ
ἐπίδειξη τοῦ πνεύματος τοῦ Οἴκαδε, σὲ μιὰ δεξίωση ξεκαρδιζόταν μὲ τὸν Ἄγγλο
πρέσβη λέγοντάς του γιὰ τὴν Κύπρο
«πάρτε την πίσω». Καὶ δὲν χρειάζεται νὰ γίνει
λόγος γιὰ τὸ ρόλο τοῦ ΕΑΜ.
Τὸ ΚΚΕ στὰ 1947 -μέσα στὸν Ἐμφύλιο- ὑποστήριζε τὴν Ἕνωση. Ὁ Ριζοσπάστης τῆς 30ῆς
Μαρτίου 1947 εἶχε πρωτοσέλιδο ἄρθρο μὲ τίτλο:
«Ὁ ἑλληνικὸς λαὸς χαιρετίζει τὰ
Δωδεκάνησα μὲ τὸ νέο ἀδάμαστο ἀγώνα τῶν παιδιῶν του ἐναντίον τοῦ φασισμοῦ - Καὶ
δὲν ξεχνᾶ τὴν Κύπρο», στὸ ὁποῖο εἰδικότερα γράφονται τὰ ἑξῆς ὑπὲρ τῆς Ἕνωσης
Κύπρου-Ἑλλάδας:
«....Ἀντίθετα, ἡ Κύπρος, ἡ ελληνικότατη μεγαλόνησος, ποὺ θὰ
ὁλοκλήρωνε τὴ συγκρότηση τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους μὲ τὸ σύνολο τῶν ἐδαφῶν ποὺ
κατοικοῦνται ὁλοκληρωτικὰ ἢ κατὰ πλειοψηφία ἀπὸ Ἕλληνες, προδόθηκε ἀπὸ τοὺς
Γραικύλους ποὺ παριστάνουν τὸν ἐθνικόφρονα».
Στὶς 27-2-1959 σὲ ἀνακοίνωση τοῦ
ΚΚΕ ἀναφέρεται
«Ἡ ἐργατικὴ τάξη τῆς Ἑλλάδας...θὰ συνεχίσει ὣς τὸ τέρμα τὴν πάλη
γιὰ τὴν αὐτοδιάθεση τῆς Κύπρου». Τὸ ΚΚΕ
ἐπίσης ὑποστήριζε: "Ἡ «Μεγάλη
Ἰδέα» σὰ μαγικὴ
δύναμη κατάχτησε τὸ λαό μας γιὰ τὸ
λόγο πὼς οἱ κυρίαρχες τάξεις
κατάφεραν νὰ τὴν παρουσιάσουν σὰν
τὴν ἰδέα τῆς
ἀπελευθέρωσης ὅλου τοῦ
ἀλύτρωτου ἑλληνισμοῦ
καὶ τῆς συνένωσής του σ’
ἕνα κράτος, πράμα ποὺ ἦταν
φυσικὸς πόθος τοῦ λαοῦ
καὶ προοδευτικὸ στοιχεῖο,
ἐνῶ στὴν
πραγματικότητα οἱ ἀστοκοτζαμπάσηδες
πολιτικοὶ οὐδέποτε οὐσιαστικὰ
φρόντιζαν γιὰ τὴν συνένωση τῶν
Ἑλλήνων. Ἐδῶ
εἶναι τὸ ζήτημα»
(10η Ὁλομέλεια
τῆς ΚΕ τοῦ ΚΚΕ, Διακήρυξη τῶν
σκοπῶν τοῦ ΚΚΕ, στὸ
ΚΚΕ, Ἐπίσημα κείμενα,
σ. 127). Ὁ Τ. Χατζηαναστασίου ("Ἡ
ἐθνικοαπελευθερωτική διάσταση τῆς
Ἐαμικῆς Ἐθνικῆς
Ἀντίστασης", Ἄρδην τχ. 65) παρατηρεῖ:
«Ἀποδεκτὴ
ἑπομένως στὴν οὐσία
της ἡ «Μεγάλη Ἰδέα»,
ἀποδεκτὴ καὶ
στὴν πράξη ἀλλά ὑπὸ
προϋποθέσεις». (8/12/2009).
Τὸ ΚΚΕ ὑποστήριζε ἀκόμη καὶ τὴν αὐτοδιάθεση τῆς
Βορείου Ἠπείρου. Στὴν ἀπόφαση του Π.Γ. τοῦ ΚΚΕ
τῆς 1ης Ἰουνίου 1945 ἀναφέρεται:
«Τὸ ΚΚΕ διακήρυξε πάντα ὅτι ὑπάρχει ἄλυτο τὸ
βορειοηπειρωτικὸ ζήτημα. Τὸ ζήτημα αὐτὸ ἔχει τὸ δικαίωμα καὶ πρέπει νὰ τὸ λύσει
λέφτερα ὁλόκληρος ὁ βορειοηπειρωτικὸς λαός... Ἡ ἀντιπροσωπεία τοῦ ΚΚΕ στὴν Κ.Ε.
τοῦ ΕΑΜ δηλώνει ἀκόμα: Γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει τὴ δημοκρατικὴ ἑνότητα τὸ ΚΚΕ εἶνε
ἕτοιμο νὰ δεχτεῖ καὶ νὰ πραγματοποιήσει τὴν ἄποψη ἐκείνη τοῦ δημοκρατικοῦ
κόσμου γιὰ τὸ βορειοηπειρωτικὸ ποὺ θὰ διατυπώσει ἡ πλειοψηφία του. Ἂν ἡ
πλειοψηφία αὐτὴ ἀποφανθεῖ γιὰ μιὰ ἄμεση στρατιωτικὴ
κατάληψη τῆς βόρειας Ἠπείρου ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ στρατό, τὸ ΚΚΕ θὰ
διατυπώσει τὶς ἀντιρρήσεις του, μὰ θὰ πειθαρχήσει»
(Ριζοσπάστης, 2-6-1945). (1/3/2010)
Όσον αφορά στο ζήτημα της Μακεδονίας,
η στάση του ΚΚΕ δεν έχει ερμηνευτεί σωστά. Είναι, βέβαια, αλήθεια, ότι το ΚΚΕ
έκανε λάθος στα 1949 κάνοντας λόγο για "εθνική αποκατάσταση" των
"Σλαβομακεδόνων". Ωστόσο, πρέπει να πάρει κανείς τα πράγματα από την
αρχή. Ήδη, από την εποχή
του Α' Π.Π. ενώ οι κομμουνιστές της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας ήταν
εθνικιστές έχοντας το θράσος να θεωρούν τον πανσλαβισμό τους ως αυθεντικό
μαρξισμό-λενινισμό, το ΣΕΚΕ είχε άλλη άποψη.
«Τον Νοέμβριο του
1923 συνέρχεται στο Βερολίνο η 6η Συνδιάσκεψη της Βαλκανικής
Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, η οποία κάνει για πρώτη φορά λόγο για «Μακεδόνες
Σλάβους»»…Το
Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας «απέρριψε πλήρως την απόφαση της Βαλκανικής
Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας για το Μακεδονικό, εμπόδισε την κοινοποίησή της στην
Ελλάδα από τον δικό του δρόμο και τον δικό του τύπο, και επιπλέον υπέβαλε και
έγγραφη διαμαρτυρία προς την Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία».
«Τον Ιούνιο του 1925 το 5ο
συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς που συνήλθε στη Μόσχα υιοθέτησε τις
αποφάσεις της 6ης Συνδιάσκεψης της ΒΚΟ θεωρώντας τες ως δικές της
αποφάσεις, ενώ έκρινε τις αποφάσεις εκείνες ως υποχρεωτικές πλέον για όλα τα
κομμουνιστικά κόμματα της Βαλκανικής». Ο γραμματέας της
Κομιντέρν, Μανουήλσκι… «απέρριψε τα επιχειρήματα του αντιπροσώπου του ΣΕΚΕ
Σεραφείμ Μάξιμου, ότι στην ελληνική Μακεδονία δεν υπάρχει μειονοτικό κίνημα…ισχυρίστηκε
ότι «στη Μακεδονία υπάρχει ισχυρό εθνικό κίνημα υπέρ της δημιουργίας ανεξάρτητου
κράτους» και ζήτησε την πλήρη και ανεπιφύλακτη ευθυγράμμιση με τις αποφάσεις της
ΒΚΟ».
Η άρνηση του ΣΕΚΕ
να δεχτεί μακεδονικό έθνος και απόσπαση της ελληνικής Μακεδονίας, διατυπώθηκε
κατά τη διάρκεια του Εθνικού Συμβουλίου 3-8/2/1924, από την τριμελή κεντρική
επιτροπή, από τους Θωμά Αποστολίδη, Γιάνη Κορδάτο, και Σεραφείμ Μάξιμο, οδήγησε
στο να έρθουν στην Αθήνα οι εκπρόσωποι της Κομιντέρν, οι οποίοι οργάνωσαν «το 3ο
Έκτακτο Συνέδριο» μεταξύ 26/11-3/12/1924, «αντικαθιστώντας τον γραμματέα Θωμά
Αποστολίδη με τον Παντελή Πουλιόπουλο, ενώ έδωσαν γραμμή για να περιέλθουν σε
δυσμένεια ο Γιάννης Κορδάτος και άλλα ηγετικά στελέχη. Το 3ο Έκτακτο
Συνέδριο πραγματοποιήθηκε τόσο απροετοίμαστα ώστε και ο ίδιος ο Μανουήλσκι αναγκάστηκε
να παραδεχτεί ότι «σε ένα τακτικό συνέδριο πρέπει να αντιπροσωπεύεται η κοινή
γνώμη του Κόμματος, πράγμα που δεν συμβαίνει με το σώμα αυτό»».
«Ο γραμματέας της απερχόμενης Κεντρικής Επιτροπής Θωμάς Αποστολίδης
απέρριψε με σοβαρά και τεκμηριωμένα επιχειρήματα το σύνθημα για ενιαία και
ανεξάρτητη Μακεδονία «ως ανεδαφικό». «Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Αποστολίδης,
«Η εθνολογική και
κοινωνική σύνθεσις του ελληνικού τμήματος της Μακεδονίας σήμερα, δεν είναι η
αυτή με τα λοιπά τμήματά της. Εις το ελληνικό τμήμα της Μακεδονίας η άφιξις και
η διασπορά 600.000 προσφύγων επέφερε μία μεγάλη εθνολογική μεταβολή…Σύμφωνα με
το σύνθημα αυτό, ο προσφυγικός αυτός πληθυσμός δεν έχει καμία θέση στη Μακεδονία»
(…) Σύμφωνα πάντα με τα Πρακτικά του Συνεδρίου στην ομιλία του ο Αποστολίδης
ανέφερε μεταξύ των άλλων και το γεγονός ότι ήταν τόση η απροθυμία της βάσης του
κόμματος και τέτοια η αντίσταση στις γραμμές του να δεχτεί την παράλογη απόφαση
της Κομιντέρν περί ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας, ώστε ο Ε. Σταυρίδης, στον
οποίο είχε ανατεθεί το καθήκον να μεταβεί στη Μακεδονία και να κάνει
εσωκομματική ανάλυση της απόφασης της Κομιντέρν, δεν βρήκε πουθενά συμφωνία και
αποδοχή από τα μέλη του Κόμματος. Και στο Συνέδριο υπέβαλε έκθεση που
πιστοποιούσε ότι σύσσωμο το Κόμμα απορρίπτει αυτήν τη θέση. Παρά
το γεγονός ότι τα
περισσότερα μέλη της ηγεσίας του πρώην ΣΕΚΕ και νυν ΚΚΕ αντέδρασαν στην αφόρητη
πίεση του Μανουήλσκι και της Κομιντέρν, στο τέλος υιοθετήθηκε η
καταστρεπτική για το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα θέση…Στο Μανιφέστο, που
δόθηκε στη δημοσιότητα στις 14 Δεκεμβρίου 1924 αναφερόταν…ότι οι Έλληνες
κομμουνιστές αγωνίζονται «για την ένωση των τριών τμημάτων της Μακεδονίας και
Θράκης και για την ενιαία και ανεξάρτητη κρατική τους ύπαρξη».
Κατά τον Άγι Στίνα, μέλος του ΚΚΕ
τότε, που διαγράφτηκε το 1931 «Το Έκτακτο Συνέδριο συνήλθε μυστικά, δίχως να
προηγηθεί καμιά συζήτηση, ούτε προφορικά στις οργανώσεις και δίχως ουσιαστικά να
εκλεγούν αντιπρόσωποι….Το συνέδριο δεν έγινε μυστικά και κρυφά από την αστυνομία,
αλλά κρυφά και μυστικά από το κόμμα». Κατά τον Στίνα, το
σύνθημα για ανεξάρτητη Μακεδονία το έθεσε το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα «και
δεν ήταν καθόλου από λόγους αρχής αλλά καθαρά από λόγους σκοπιμότητας, από την
προσπάθειά του δηλαδή να επηρεάσει και να προσεταιρισθεί τους πρόσφυγες
Σλαβομακεδόνες που ήταν συγκεντρωμένοι σε ορισμένες περιοχές της Βουλγαρίας και
αποτελούσαν μια υπολογίσιμη, αξιόμαχη ένοπλη δύναμη». Στο
3ο Τακτικό Συνέδριο (Μάρτιος 1927) ενώ έγινε αυτοκριτική, ενώ
εισηγητές όπως ο Χ. Βάτης αρνήθηκαν την ύπαρξη μακεδονικής εθνότητας και την
ανυπαρξία ελληνικής πλειονότητας στην ελληνική Μακεδονία, επιβεβαιώθηκε ωστόσο η
θέση του 3ου Έκτακτου Συνεδρίου. Ο
Πουλιόπουλος το Φεβρουάριο του 1927 (Ριζοσπάστης 5-2-1927) υποστήριξε ότι τα
συνθήματα για ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη χρεοκόπησαν: «ήταν τόσο άτυχα, ώστε
άφηναν να δημιουργηθεί η τρομερή παρεξήγηση ότι επαναστατικός διεθνισμός δεν
είναι τίποτα άλλο, παρά συμμαχία με τους Βουλγάρους κομιτατζήδες. Του κάκου
προσπαθήσαμε να διαλύσουμε τη σύγχυση». Το 1934, με την 6η
Ολομέλεια, πάλι δεν καταγγέλθηκε η απόφαση του 1924 αλλά υιοθετήθηκε το σύνθημα
«Εθνική αυτοδιάθεση μέχρι αποχωρισμού των καταπιεζόμενων Μακεδόνων και Θρακών…».
«Τον Δεκέμβριο
του 1935, το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ απέσυρε επισήμως το σύνθημα για
ανεξάρτητη Μακεδονία-Θράκη». Σε αυτό αναφέρεται ότι «Την
αντικατάσταση του παλιού συνθήματος «ενιαία και ανεξάρτητος Μακεδονία» επιβάλλει
αυτή η ίδια η αλλαγή της εθνολογικής σύνθεσης στο ελληνικό κομμάτι της
Μακεδονίας»…ενώ λίγο παρακάτω προστέθηκε ότι «Ο πληθυσμός στο ελληνικό
κομμάτι της Μακεδονίας είναι σήμερα στην πλειοψηφία του ελληνικός».
«Η απόφαση εκείνη στην αρχή συνάντησε την αντίδραση της Κομμουνιστικής
Διεθνούς. Ο τότε οργανωτικός γραμματέας του ΚΚΕ Βασίλης Νεφελούδης, που μετέφερε
στην Κομιντέρν τις νέες θέσεις…έγραψε αργότερα ότι «Στους κύκλους της
Κομμουνιστικής Διεθνούς αρχικά η αλλαγή θεωρήθηκε σαν οπορτουνιστική υποχώρηση
στη σοβινιστική πίεση των Ελλήνων αντιδραστικών. Το ΚΚΕ επέμενε στη θέση που
πήρε στο συνέδριο. Εξέθεσε στην Κομμουνιστική Διεθνή τα πραγματικά δεδομένα του
προβλήματος. Παρουσίασε πίνακες που έδειχναν την πραγματική εθνολογική σύνθεση
του πληθυσμού στην ελληνική Μακεδονία και Θράκη, μετά την ανταλλαγή των
πληθυσμών. Υπερασπίστηκε με σταθερότητα τη θέση του και την επέβαλε»».
Βλέπουμε ότι, κατά τον Μεσοπόλεμο, το ΚΚΕ αδυνατούσε λόγω μεγέθους να αντιδράσει
αποτελεσματικά στις σοβινιστικές-πανσλαβιστικές ορέξεις των Σλάβων (Σοβιετικών,
Βουλγάρων, Σέρβων) "κομμουνιστών", οι οποίοι, όπως οι Αμερικανοί στηρίζονταν σε
προδότες και υποστήριζαν την εθνοπροδοτική-αντιδραστική μεριά της Δεξιάς,
παρομοίως επενέβαιναν στα εσωτερικά του ΣΕΚΕ έχοντας το θράσος να υποστηρίζουν
ότι η εναντίωση στην άποψη για 'ανεξάρτητη Μακεδονία" συνιστά έλλειψη
κομμουνιστικής κοσμοαντίληψης. Όταν το ΚΚΕ ισχυροποιήθηκε, απέρριψε το αίτημα
για απόσπαση της Μακεδονίας.
Κατά τον Εμφύλιο, πάλι, η
συγκατάθεση του
ΚΚΕ στη δημιουργία του ΣΝΟΦ κατά τον Βασίλη Υφαντή, πολιτευτή του ΚΚΕ και
αντάρτη κατά την Κατοχή, έγινε «για να εμποδίσει τους σλαβόφωνους να παρασυρθούν
από την Οχράνα, δεν μπόρεσε όμως στη συνέχεια να την ελέγξει».
Επίσης, γνωστή είναι η άρνηση του ΚΚΕ στην πρόταση του Τέμπο για
δημιουργία κοινού επιτελείου των αντάρτικων σωμάτων της Βαλκανικής τον 8ο/1943
και η διάλυση του ΣΝΟΦ από το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ τον 5ο/1944.
Παρ’ όλο που η ηγεσία του ΚΚΕ έκανε λάθη τόσο όσον αφορά στο θέμα της
"εθνικής αποκατάστασης" των μακεδονιστών Σλαβόφωνων στα 1949,
όσο και στο θέμα της δημιουργίας του ΣΝΟΦ, τα τοπικά στελέχη του ΚΚΕ/ΕΑΜ
παρεμπόδιζαν την μεταπήδηση σλαβόφωνων οπαδών από τις οργανώσεις του ΕΑΜ στο
ΣΝΟΦ. Κατά τον Ευάγγελο Κωφό,
«Αναμφίβολα, η απόφαση του Ιανουαρίου 1949
βασίστηκε σε καθαρά οπορτουνιστικούς υπολογισμούς τακτικής, για να αποτραπεί η
διαρροή μεγάλου τμήματος του σλαβομακεδονικού στοιχείου του ΔΣΕ προς τη
Γιουγκοσλαβία του «αποστάτη» Τίτο» («Ελληνικό κράτος και Μακεδονικές
ταυτότητες (1950-2005)», σελ. 360). Όπως ο Ζαχαριάδης
ανέφερε στην 7η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, «Εμείς
θάπρεπε να κινητοποιήσουμε όλες τις δυνάμεις του σλαβομακεδονικού λαού, να
σταματήσουμε τις λιποταξίες, την υπονομευτική και διαλυτική δουλειά που έκαμναν
οι πράκτορες του Τίτο, βάζοντάς τους ένα πολιτικό εμπόδιο» (Ιάκωβος Δ.
Μιχαηλίδης, «Ταυτότητες, διπλωματία, πολιτικοί και στρατιωτικοί συσχετισμοί: Η
περίπτωση των Σλαβοφώνων στην Ελλάδα (1919-1949), σελ. 348).
Κατά τον Ευάγγελο Κωφό,
είδαν το φως της
δημοσιότητας «δυο κείμενα συμφωνιών, στα οποία η μία
εμφανίζει το ΚΚΕ να συμφωνεί με τους Βούλγαρους κομμουνιστές και η άλλη με τους
Γιουγκοσλάβους παρτιζάνους και τη βουλγαρόφιλη ΕΜΕΟ για την εκχώρηση της
ελληνικής Μακεδονίας σε ξένη επικράτεια. Οι συμφωνίες αυτές –γνωστές ως σύμφωνο
Ιωαννίδη-Δασκάλοφ (Πετρίτσι, καλοκαίρι 1943) και σύμφωνο Τζήμα-Κάλτσεφ-ΣΝΟΦ και
σία (Καρυδιές, Ιανουάριος 1944)- διαδόθηκαν ευρύτατα. Ήταν όμως πλαστές».
Τον 11ο/1944 αντιπροσωπία του ΚΚΕ με τον Στέργιο Αναστασιάδη
συναντιέται στη Σόφια με τον γραμματέα του ΚΚΒ ΤΡάιτσο Κοστόφ, και ο πρώτος είπε
στον δεύτερο: «πιστεύουμε ότι η ελληνική Μακεδονία μπορεί να υπάρχει μόνο ως
αναπόσπαστο τμήμα της Ελλάδας», παρ' όλο που την ίδια στιγμή οι
δήθεν "διεθνιστές" (λέγε με πανσλαβιστή) Βούλγαροι "κομμουνιστές" του ΚΚΒ
ζητούσαν έξοδο στο Αιγαίο και προσάρτηση της ελληνικής Θράκης
(18-11-2012).
Καὶ στὸ ἐπίπεδο τῆς θεωρίας, ἀκόμη, βλέπουμε τὴν παλαιὰ Ἀριστερὰ
νὰ ὑπεραμύνεται θέσεων τὶς ὁποῖες οἱ ἀντιεθνικιστὲς τῶν ΜΜΕ/ΑΕΙ κι οἱ ὁπαδοί
τους σήμερα χαρακτηρίζουν ἀπὸ ἐθνικιστικὲς ἕως φασιστικές.
Σὲ
ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ Σχέδιο Προγράμματος τοῦ ΚΚΕ τοῦ 1953, ἀπὸ τὸν 7ο
τόμο του: ΚΚΕ, Τὰ ἐπίσημα κείμενα (1949-1955), ἐκδ. Σύγχρονη Ἐποχή, σσ.
609-610 διαβάζει κανείς: «Μέσα στὴ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, τὸν πιὸ ἰσχυρὸ
παράγοντα ἀποτελοῦσε ἡ ρωμέικη-γκραίκικη λαότητα, ποὺ συνδεόταν ἱστορικά-λαογραφικά
τόσο μὲ τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα καὶ τὴν ἀλεξανδρινή-ἑλληνιστικὴ ἐποχὴ ὅσο καὶ μὲ τὴν
ἀνατολικὴ ρωμαϊκή αὐτοκρατορία καὶ τὴν ὀρθόδοξη ἀνατολικὴ ἐκκλησία. Ἡ λαότητα
αὐτή… εἶχε τὴν ἴδια γλώσσα, τὴ ρωμέικη λαϊκὴ γλώσσα (δημοτική), ποὺ προέρχονταν,
βασικά, ἀπ’ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ καὶ ἀπ’ τὴν ἑλληνικὴ τῆς ἑλληνιστικῆς περιόδου,
εἶχε τὴν ἴδια θρησκεία, τὴν ὀρθόδοξη-βυζαντινή, ποὺ χρησιμοποιοῦσε καὶ αὐτὴ τὴν
ἑλληνιστική-ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα τῶν εὐαγγελίων, εἶχε, ὅπως εἰπώθηκε καὶ πιὸ
πάνω, κοινές ἱστορικὲς παραδόσεις καὶ γεωγραφικὰ ζοῦσε στὸν ἴδιο χῶρο». Ὁ
Ν. Ζαχαριάδης στὶς 9/9/1945 στὸν Ριζοσπάστη ἔγραφε μεταξὺ ἄλλων
τὰ ἑξῆς: «…χωρὶς νὰ παραγνωρίζουμε τὶς ἐθνικὲς καὶ τοπικὲς ἰδιομορφίες, ἡ
Ὀρθοδοξία ἰδεολογικά–πνευματικὰ ἀνταποκρίνεται σὲ μιὰ νοοτροπία λαϊκή, σ’ ἕνα
ἐσωτερικὸ ψυχικὸ δεσμό, ποὺ…συγκεντρώνει καὶ ἐκφράζει ἐσωτερικὴ λαϊκὴ ἑνότητα
καὶ ἐκδηλώνει ἀνώτερα ἰδεώδη καὶ χαρίσματα. (…) Ἐδῶ θὰ πρέπει ἐπίσης νὰ
τονίσουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολική Ἐκκλησία καὶ ἡ Χριστιανική θρησκεία
γενικότερα, ὅπως τὴν ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία αὐτή, παῖξαν ὄχι μόνο στὴ Ρωσία μὰ καὶ
στὰ Βαλκάνια ἕναν προοδευτικὸ ρόλο τόσο σὰν παράγοντας ποὺ διευκόλυνε καὶ
ἐπιτάχυνε τὴν ἐθνικὴ διαμόρφωση, συσπείρωση καὶ ἀνάπτυξη, παρέχοντάς της ἑνιαῖα
ἰδεολογικὰ πλαίσια, ὅσο σὰν στοιχεῖο ποὺ στὰ χρόνια τοῦ ἐξανδραποδισμοῦ καὶ τῆς
σκλαβιᾶς κάτω ἀπὸ τὴν ὀθωμανικὴ τυραννία συνέτεινε σημαντικὰ καὶ οὐσιαστικὰ στὸν
ἐθνικοαπελευθρωτικὸ τότε ἀγώνα, παρὰ καὶ ἐνάντια στὴν ἀντίδραση καὶ προδοσία ποὺ
ἔκαναν σημαντικοὶ καὶ σημαίνοντες παράγοντες καὶ κορυφὲς τῆς Ὀρθοδοξίας
ἰδιαίτερα στὸ Φανάρι. Εἶναι ἀναρίθμητα τὰ παραδείγματα ποὺ δείχνουν ὅτι Ταγοὶ
καὶ ἁπλοὶ στρατευόμενοι τῆς ἐκκλησιαστικής ἱεραρχίας πάλεψαν καὶ μὲ τὸ ντουφέκι
στὸ χέρι στὸ πλευρὸ τοῦ Λαοῦ καὶ ὅτι μοναστήρια καὶ μοναστήρια εἶχαν μεταβληθεῖ
σὲ μπαρουταποθῆκες καὶ λαϊκὰ φρούρια. Στὰ χρόνια τῆς χιτλεροφασιστικῆς
ὑποδούλωσης στὴν Ἑλλάδα, παρὰ τὴν οὐσιαστικὴ ἀντίδραση
τῆς κεφαλῆς τῆς Αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας, ποὺ συνέχιζε τὴν προδοτικὴ καὶ ἀντιλαϊκὴ
στάση της κατὰ τὴν περίοδο τῆς τεταρτοαυγουστιανῆς δικτατορίας, ἕνα μεγάλο μέρος
τοῦ Κλήρου τάχθηκε στὸ πλευρὸ τοῦ Λαοῦ καὶ πολέμησε μαζί του».
(20/12/2009).
Πράγματι, ο Γ. Θεοτοκάς (Φύλλα ημερολογίου, σ. 508)
αναφέρει:
«Σήμερα
ήτανε διαδηλώσεις του ΕΑΜ...υπήρχαν και παπάδες μέσα στις εαμικές διαδηλώσεις»,
ενώ στο λόγο του στη Λαμία ο Βελουχιώτης αναφέρει για τον κατώτερο κλήρο:
«Εμείς
βλέπουμε ότι χιλιάδες βρίσκονται τώρα στην πρωτοπορία του κινήματός μας και η
συμβολή του κλήρου, που στάθηκε στο πλευρό μας υπήρξε ανεκτίμητη».
Γιὰ τὸν Μὰρξ μπορεῖ νὰ εἰπωθεῖ ὅτι ἡ ἄποψή του γιὰ τὴν ἑλληνικὴ συνέχεια εἶναι
πιὸ κοντά σὲ ὅσους κάνουν λόγο γιὰ συνέχεια, παρὰ γιὰ ἀσυνέχεια. Καταρχὴν ὁ Μὰρξ
φαίνεται ὅτι θεωροῦσε τοὺς Μακεδόνες Ἕλληνες -σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν Σκαρίμπα, γιὰ
παράδειγμα- μιὰ καὶ πίστευε ὅτι
«ἡ
Ἑλλάδα γνώρισε τὴ μεγαλύτερη ἄνθησή της...στὸ ἐξωτερικὸ μὲ τὴν ἐποχὴ τοῦ
Ἀλεξάνδρου»
(ἐφ. Rheinische Zeitung,
φ. 191-5, 10-14/7/1842). Ὅσον ἀφορᾶ στὸ
Βυζάντιο, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ θεωροῦσε
«θρησκευτικὸ
κράτος»,
σαφέστατα τὸ θεωροῦσε "ἑλληνικό", γιὰ πολλοὺς λόγους: Πρῶτον, ἔκανε λόγο γιὰ τὸν
«ἑλληνικὸ
πατριωτισμὸ τῆς Νίκαιας».
Δεύτερον χαρακτήριζε "ἑλληνικὴ" τὴν Αὐτοκρατορία καὶ "Ἕλληνες"
τοὺς αὐτοκράτορές της. Ἔτσι, διαβάζουμε:
«Ἕλληνες
αὐτοκράτορες»
καὶ
«…ἡ εὐρωπαϊκὴ ἑλληνικὴ
αὐτοκρατορία» (12-8-1853), «..τοὺς Ἕλληνες
αὐτοκράτορες τῆς Κωνσταντινούπολης» (6-5-1854), «…οἱ Ἕλληνες
αὐτοκράτορες» (3-5-1854) καὶ «…τῶν Ἑλλήνων ἡγεμόνων» (9-1-1857).
Τρίτον, ἀπὸ ὅλους τοὺς βαλκανικοὺς Ὀρθόδοξους λαοὺς μόνο στοὺς Νεοέλληνες
ἀπέδιδε πρόθεση ἐπανασύστασης τοῦ Βυζαντίου: «Οἱ Ἕλληνες τοῦ λεγόμενου
[ἑλληνικοῦ] βασιλείου, καθῶς κι ὅσοι ζοῦν στὰ Ἰόνια νησιὰ ὑπὸ βρεταννικὴ
κυριαρχία.....Φθάνουν μάλιστα νὰ ὀνειρεύονται καὶ τὴν παλινόρθωση τοῦ Βυζαντίου»
(29-3-1854), ἀρνούμενος μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τά, μετὰ ἀπὸ 1,5 αἰώνα διατυπωμένα,
φληναφλήματα ὅσων σημερινῶν Νεοελλήνων μεταμοντέρνων ἀριστερῶν ἱστορικῶν
ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ βυζαντινὴ κληρονομιὰ ἀνήκει ἰσότιμα σὲ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους
τῶν Βαλκανίων καὶ κάνουν λόγο γιὰ ἁπλῶς πολυεθνικὸ Βυζάντιο. Ἔτσι, ἡ
ἐθνικὴ συνέχεια: Κλασσικὴ Ἑλλάδα-Ἀλέξανδρος-Βυζάντιο-Νεοέλληνες φαίνεται νὰ
εἶναι παραδεκτὴ ἀπὸ τὸν Μάρξ.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, εἶναι γεγονὸς ὅτι ὁ Ἔνγκελς θεωροῦσε ἐθνικὸ κριτήριο τὴν φυλετικὴ
συνέχεια καὶ μὲ βάση αὐτὴν ὑποστήριζε (1853) ὅτι οἱ Ἕλληνες
«εἶναι ὡς
ἐπὶ τὸ πλεῖστο σλαβικῆς καταγωγῆς, ὅμως υἱοθέτησαν τὴν σύγχρονη ἑλληνικὴ
γλώσσα…εἶναι τώρα γενικὰ ἀποδεκτὸ ὅτι πολὺ λίγο καθαρὸ ἑλληνικὸ αἷμα ὑπάρχει
ἀκόμα καὶ στὴν Ἑλλάδα». Γιὰ τοὺς Ἕλληνες ὁ Ἔνγκελς (21-4-1853) γράφει: «Ἂν
ἐξαιρέσουμε ἕναν ἀραιὸ πληθυσμό, ποὺ ἔχει δεχτεῖ τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, μολονότι
στὴν πραγματικότητα εἶναι σλαβικῆς καταγωγῆς…». Δηλαδή, ὁ Ἔνγκελς εἶχε
μᾶλλον διαφορετικὴ ἄποψη ἀπὸ τὸν Μὰρξ γιὰ τὸ θέμα τῆς ἑλληνικῆς συνέχειας
βασιζόμενος στὸ κριτήριο τῆς ράτσας. Τὸ ἀφελὲς αὐτὸ κριτήριο, τὸ ὁποῖο ἀργότερα
υἱοθετήθηκε -ὡς βασικὸ ἢ ἀποκλειστικὸ ἀπὸ τοὺς Ναζί-, συνέχισαν νὰ υἱοθετοῦν
ἀναφορικὰ μὲ τὸ ζήτημα τῆς ἑλληνικῆς ἐθνικῆς συνέχειας τόσο Ἕλληνες κομμουνιστὲς
ἱστορικοὶ ὅπως ὁ Κορδάτος (λ.χ. «ἡ ἑλληνικὴ ἐθνότητα δὲν ἔμεινε καθαρόαιμη
μέσα στὸ διάβα τῶν αἰώνων» στὸ Ἡ κοινωνικὴ σημασία τῆς ἑλληνικὴς
ἐπαναστάσεως τοῦ 1821) ὅσο καὶ ξένοι μαρξιστὲς ἱστορικοὶ ὅπως ὁ Χομπσμπάουμ:
Ὁ τελευταῖος πρακτικῶς ταυτίζει τὸ ἔθνος μὲ τὴ φυλή, ὅταν ἰσχυρίζεται (σὲ
συνέντευξή του στα 1995 στὴν Ἐλευθεροτυπία) ὅτι ὁ ἰσχυρισμὸς γιὰ
ἀναλλοίωτη, διαχρονικά, ἐθνικὴ συνείδηση ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸν ἰσχυρισμὸ ὅτι
συγκεκριμένα ἄτομα-τωρινοὶ ὁπαδοὶ μιᾶς ὁμάδας ἦταν, διαχρονικά,
ὁπαδοὶ τῆς ὁμάδας αὐτῆς. Πράγματι, ὅταν γράφει «στὸν βαθμὸ ποὺ θὰ μποροῦμε νὰ
μιλᾶμε γιὰ μία πολιτισμικὴ συνέχεια μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων αὐτὴ δὲν θὰ τὴν ἔβρισκε
κάποιος τόσο στοὺς πληθυσμοὺς ποὺ κατοικοῦσαν στὴ σημερινὴ Ἑλλάδα, ὅσο στοὺς
ἑλληνικοὺς πληθυσμοὺς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας», πάλι
ταυτίζει τὴν ὕπαρξη
πολιτισμικῆς, ἄρα κι ἐθνικῆς, συνέχειας μὲ τὴν ὕπαρξη φυλετικῆς συνέχειας.
Βλέπουμε, δηλαδή, ὅτι τὸ μετέπειτα φασιστικὸ κριτήριο ἀρχικὰ υἱοθετήθηκε
ἐκ μὲρους τῆς μαρξιστικῆς Ἀριστερᾶς ἀπὸ τὸν Ἔνγκελς καὶ ἐπιβιώνει ὣς σήμερα,
διαμέσου τῶν Σκαρίμπα (ὅταν θεωροῦσε φυλετικὰ μὴ ὅμοιους Μακεδόνες και
[Νότιους;] Ἕλληνες), Κορδάτου, Χομπσμπάουμ καὶ ποικίλλων Ἑλλήνων
ἀντιεξουσιαστῶν καὶ ἀριστεριστῶν κάθε εἴδους. Ἔτσι, ἐπανερχόμαστε πάλι, ξανὰ καὶ
ξανά, στὴ διαπίστωση γιὰ τὴν ταύτιση μεταξὺ Ἀκροδεξιᾶς καὶ
ἑνὸς τμήματος τῆς Ἀριστερᾶς (εἰδικὰ τῆς κατ' ἐπάγγελμα ἀντιεθνικιστικῆς) ὡς πρὸς
τὰ κριτήρια διαπίστωσης τῆς ἐθνικῆς (ἀ)συνέχειας.
Δὲ θὰ ἐμπλακοῦμε σὲ ἀνούσιες διαμάχες σχετικὰ μὲ τὸ ἂν ἕνας λαὸς πρέπει ἢ δὲν
πρέπει νὰ εἶναι ἐθνικὰ ὑπερήφανος. Θὰ ἀρκεστοῦμε στὸ τί ἔγραφε ὁ Λένιν στὰ 1914
(στὸ Γιὰ τὴν ἐθνικὴ περηφάνεια των Μεγαλορώσσων):
«Εἶναι
ἄραγε ξένο γιὰ μᾶς τοὺς μεγαλορώσους συνειδητοὺς προλετάριους τὸ αἴσθημα τῆς
ἐθνικῆς ὑπερηφάνειας; Ὄχι βέβαια».
Αὐτὰ ἀπὸ τὸν Λένιν, ὁ ὁποῖος ἀντιτάχθηκε στὴν ρωσσικὴ ἐθνικιστικὴ κυριαρχία
ἐντὸς τῆς ΕΣΣΔ καὶ ὑποστήριζε τὴν αὐτοδιάθεση μέχρι τοῦ δικαιώματος τῆς
ἀπόσχισης. (7/3/2010)
Τὰ παραπάνω
λέγονται μὲ διπλὸ σκοπό: ὄχι μόνο νὰ καταδείξουν ὅτι ὁ πατριωτισμὸς
δὲν εἶναι ἐγγενὴς δεξιὰ ἰδιότητα καὶ ὅτι πολλὲς φορὲς ἡ Ἀριστερά ἦταν
πιὸ
πατριωτική/ἐθνικιστικὴ ἀπὸ ὅ,τι ἡ, στὰ λόγια ἐθνικιστική, Δεξιά, ἀλλὰ νὰ
ἐναντιωθοῦν στὴν καπηλεία τῆς σημερινῆς ἑλλαδικῆς καὶ κυπριακῆς
Ἀριστερᾶς ἀπὸ
τοὺς (Ἑλλαδίτες καὶ Κυπρίους) ἀριστεροὺς ἐχθροὺς τοῦ ἑλληνικοῦ
πατριωτισμοῦ οἱ ὁποῖοι θέλουν εἴτε τὴν
ἐπιστροφὴ στὸν ἀνεδαφικὸ καὶ καταστροφικὸ διεθνισμὸ τοῦ 1920, ὁ ὁποῖος
ὁδηγοῦσε
στὴν ἀπομόνωση τῆς Ἀριστερᾶς, εἴτε σὲ ἕναν ἀμερικανόδουλο
κοσμοπολιτισμό. Οἱ ἕλληνες Ἀριστεροὶ θὰ πρέπει νὰ θυμοῦνται ὅτι ἡ
ἑλληνικὴ
Ἀριστερὰ ἀπέκτησε λαϊκὴ ἀπήχηση μόνο ὅταν ὑπερασπίστηκε δημοκρατικὰ καὶ
δίκαια
ἐθνικὰ αἰτήματα τοῦ νεοελληνικοῦ ἔθνους. Ἀντίθετα, ἂν ἐπιτρέψουν στὴν
ἀντιπατριωτικὴ μερίδα νὰ ἡγεμονεύει, τότε θὰ δίνουν πάτημα στὴν (ἀκραία)
Δεξιά.
Καί, βέβαια, μὲ τὰ παραπάνω δὲν ὑπονοεῖται ὅτι οἱ Ἀριστεροί πρέπει νὰ
ἔχουν
θέσεις τύπου γνωστῶν ἀκροδεξιῶν ὀργανώσεων, ἀλλὰ νὰ μὴν ἐξαπατῶνται
δεχόμενοι
ὅσα λὲν οἱ ψευδοαντιεθνικιστές, ὅτι θέσεις ὅπως λ.χ. ἡ Αὐτοδιάθεση εἶναι
ἀκροδεξιές. Οἱ ἀντιπατριῶτες Ἀριστεροί,
τῆς ἀντιπατριωτικῆς Ἀριστερᾶς (σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν πατριωτική), φυσικά,
κάνουν ὅ,τι εἶναι δυνατὸ γιὰ νὰ ἀπαλείψουν τὴν ἀνάμνηση καὶ τῆ συνέχεια
τῆς πατριωτικῆς γραμμῆς συκοφαντώντας τοὺς πατριῶτες τοῦ ΑΚΕΛ καὶ τοῦ
ΕΑΜ ὡς "ἐθνικιστὲς"
(μὲ τὴν κακὴ ἔννοια) καὶ κάνοντας κριτικὴ στὶς θέσεις τῶν τελευταίων ὡς
"ἐσφαλμένες".
Ἐσφαλμένες ἦταν καὶ εἶναι μόνο οἱ θέσεις τῶν ὁπαδῶν τῆς διεθνιστικῆς
καθαρότητας. Στοιχεῖα σὰν τὰ παραπάνω, γιὰ τὸν ἀριστερὸ πατριωτισμὸ,
εἶναι ποὺ
θέλουν νὰ ἀποκρύβουν "ἀντιεθνικιστὲς" τύπου Ἄ. Γαβριηλίδη.(21-10-2009)
Καὶ γι' αὐτὸ ἡ ἐπιχειρηματολογία τους βασίζεται στὸ ψεῦδος.
Σε αυτούς, αφιερώνουμε και τα λόγια του Ναζίμ Χικμέτ, με τον
οποίο εκστασιάζονται: «Η Κύπρος ήταν πάντοτε
Ελληνική. Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα για την Ελληνικότητα της νήσου. Η πλειοψηφία
των κατοίκων της είναι Έλληνες και δίκαια αγωνίζονται για την ένωση της Κύπρου
με την Ελλάδα. Η τουρκική μειονότητα
πρέπει να συνεργαστεί με τους Έλληνες Κύπριους για την απαλλαγή από τον αγγλικό
ιμπεριαλισμό....Εκείνοι που προσπαθούν να στρέψουν τους
Τούρκους εναντίον των Ελλήνων, μόνο τα συμφέροντα του ξένου κατακτητή
εξυπηρετούν» (συνέντευξη στην εφ. Αυγή 17-4-1955).
(8/2/2010)
(18-5-2012) Τί ἀπέμεινε ἀπὸ τὴν «ἐθνικοποίηση» τῆς Ἀριστερᾶς διὰ τοῦ ΕΑΜ
καὶ τοῦ ἀγώνα γιὰ τὴν αὐτοδιάθεση-ἕνωση τῆς Κύπρου; Ἀπὸ ὅ,τι φαίνεται, καὶ γιὰ
τὴν πλειονότητα τῆς Ἀριστερᾶς, τὸ ΕΑΜ ἦταν ἕνα λάθος: λάθος ὅσον ἀφορᾶ τὸ ἔψιλον
στὰ ἀρχικά του, γιατὶ κανονικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ΤΑΜ, Ταξικὸ Ἀπελευθερωτικὸ
Μέτωπο. Ἡ ἀριστερὴ αὐτὴ πλειονότητα ροκανίζει τὸ κλαδὶ στὸ ὁποῖο κάθεται καὶ
χάρη στὸ ὁποῖο ἡ Ἀριστερὰ ἀνέβηκε ψηλὰ καὶ ἀπέκτησε τόση κοινωνικὴ ἀπήχηση. Ἂν ἡ
πλειονότητα αὐτὴ ἐντὸς τῆς Ἀριστερᾶς πιστεύει ἢ θέλει νὰ διαδίδει τὴν ἄποψη ὅτι
ἡ Ἀριστερὰ μετεμφυλιακὰ ἀπέκτησε μεγάλη κοινωνικὴ ἀπήχηση καὶ ἰσχὺ γιὰ λόγο
διαφορετικὸ ἀπὸ τὴν ἀπόφασή της στὰ 1942 νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος εἶναι
γελασμένη ἢ θρασεία. Ἴσως αὐτὴ ἡ πλειονότητα νὰ πιστεύει ὅτι μὲ τὴν ἀπόφαση τῆς
Ἀριστερᾶς νὰ ἱδρύσει τὸ ΕΑΜ (καὶ νὰ ἐθνικοποιηθεῖ ὣς τὴ δεκαετία τοῦ 1960) "ἔπαιξε
καὶ ἔχασε", ἐνῶ ἂν διατηροῦσε τὸν μεσοπολεμικὸ αὐστηρὰ ταξικὸ αὐτοπροσδιορισμό
της εἴτε θὰ κέρδιζε (τὸν Ἐμφύλιο) εἴτε -τουλάχιστον- δὲν θὰ ἔχανε ἄδικα (ἤτοι
δίχως ὄφελος, δηλαδὴ δίχως τὴν κατάληψη τῆς ἐξουσίας) τὴν ταξική της ἰδεολογικὴ
καθαρότητα, δηλαδὴ -τουλάχιστον- δὲν θὰ προχωροῦσε (χάριν τῆς σταδιακῆς-ὁμαλῆς
ἐπικράτησής της) σὲ ἀπόψεις τὶς ὁποῖες ὁ σκληρὸς πυρήνας της (τοῦ Μεσοπολέμου)
δὲν ἤθελε κἂν νὰ ἀκούσει. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τὸ ΚΚΕ δὲν ἔπρεπε χάριν τῆς ἐθνικῆς
ἑνότητας καὶ τῆς ἐθνικῆς ἰδέας νὰ προχωρήσει σὲ ἀνεπίτρεπτες παραχωρήσεις (Βάρκιζα
κ.ἄ.): Ἀλλὰ τὸ λάθος αὐτὸ δὲν ὀφείλεται στὴν ἴδια τὴν ἐθνικὴ ἰδέα οὔτε στὴ θέση
ὅτι γιὰ νὰ γίνεις ἀποδεκτὸς ὡς ΕΑΜ-ΚΚΕ στὴν κοινωνία ἑνὸς κράτους ἔπρεπε νὰ
δηλώσεις καὶ νὰ ἀποδεικνύεις ὅτι ὑπερασπίζεσαι τὸ ἔθνος τοῦ κράτους καὶ τὸ
κράτος τοῦ ἔθνους καθὼς καὶ τὰ ὑπόδουλα (Κύπριοι) τμήματα τοῦ ἔθνους, παρὰ
ὀφείλεται σὲ ἀφελεῖς καὶ ὑπὸ τὸ κράτος τοῦ φόβου τοτινὲς διαπιστώσεις σχετικὰ μὲ
τὴν ἀγγλικὴ πολιτικὴ καὶ τοὺς ἐγχώριους συμμάχους της. Μὲ τὴν ἀπόρριψη ὡς λάθους
τῆς τοτινῆς ἐθνικοποίησης τὸ ΚΚΕ καὶ ἡ ὑπόλοιπη δῆθεν ἀντιεθνικιστικὴ Ἀριστερὰ
ἀποδίδουν τὰ τοτινὰ δικά τους λάθη σὲ λάθος αἴτια, πράγμα ποὺ εἶναι βολικὸ καθὼς
καὶ τὰ ὀφέλη ἀπὸ τὴν τοτινὴ «ἐθνικοποίηση» κρατοῦν (τὰ κοινωνικὰ εὔσημα
τοῦ ἥρωα-θύματος, ποὺ δὲν εἶχαν στὸν Μεσοπόλεμο) ἀλλὰ καὶ διακηρύσσουν
τὴν ταξικὴ καὶ ἀεθνικὴ καθαρότητά τους.
Τὸ δυστύχημα εἶναι ὅτι
ἀγνοοῦν ἰσχυρὰ ἱστορικὰ παραδείγματα ὅπως αὐτὸ τῆς μεσοπολεμικῆς Γερμανίας:
Ἐπειδὴ οἱ Σοσιαλιστὲς εἶχαν καταπνίξει τὴν κομμουνιστικὴ ἐξέγερση ἀμέσως μετὰ
τὸν Α’ Π.Π., οἱ Κομμουνιστὲ ἀπέκλειαν κάθε περίπτωση συνεργασίας μὲ αὐτούς.
Ἐπιπλέον, οἱ γερμανοὶ Κομμουνιστὲς καὶ Σοσιαλιστὲς δὲν τόνισαν ὅσο ἔπρεπε τὸ
στοιχεῖο τῆς ἀδικίας ἐναντίον τοῦ ἔθνους τους ἀπὸ τὶς συνθῆκες εἰρήνης μετὰ τὸν
Α’ Π.Π. μὲ τὶς ὁποῖες παραδόθηκαν σὲ ξένη κυριαρχία περιοχὲς ποὺ κατοικοῦνταν
ἀπὸ γερμανικὴ πλειονότητα καὶ ἐπιβλήθηκαν ἐξοντωτικὲς γιὰ τοὺς Γερμανοὺς
πολεμικὲς ἀποζημιώσεις. Δὲν ἀνέλαβαν τὴν ἡγεμονία στόν, προφανῶς ἐθνικό, ἀγώνα
γιὰ ἀποκατάσταση τῆς ἀδικίας αὐτῆς, δὲν συνδύασαν ἐθνικὸ καὶ σοσιαλιστικὸ ζήτημα
καί, ἔτσι, γιὰ τοὺς δύο αὐτοὺς παραπάνω λόγους ἀντὶ τῶν Κομμουνιστῶν ἐπικράτησαν
οἱ «ἐθνικο-σοσιαλιστές». Τὸ ἀποτέλεσμα: Ἀντί, ἂν κυριαρχοῦσαν οἱ γερμανοὶ
Κομμουνιστές, νὰ «στραφεῖ» τὸ ἐθνικὸ ζήτημα τῆς γερμανικῆς ταπείνωσης καὶ νὰ
συνδυαστεῖ μὲ τὸ ταξικὸ ζήτημα, ἐπέτρεψαν στοὺς Ναζὶ νὰ διακηρύσσουν πὼς αὐτοὶ (οἱ
Ναζὶ) μόνο θέλουν καὶ εἶναι σὲ θέση νὰ ἀντιμετωπίσουν ἐπιτυχῶς τὸ ἐθνικὸ ζήτημα,
μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸ ὁδηγήσουν ὄχι στὴν κατεύθυνση τῆς ἀποκατάστασης τῆς ἐθνικῆς
ἀδικίας ἀλλὰ σὲ ἰμπεριαλιστικὲς (Γ’ Ράιχ) καὶ συνωμοσιολογικὲς (ἀντιεβραϊκὲς)
κατευθύνσεις. Σὲ αὐτὸ μεγάλη εὐθύνη ἔχει καὶ ἡ ταξικὴ ἰδεολογικὴ καθαρότητα ποὺ
ζητοῦσε ἡ ΕΣΣΔ ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους Κομμουνιστές: Ὅταν ἀντιλήφθηκε ἡ σοβιετικὴ
ἡγεσία τὸ λάθος της, ἦταν ἤδη ἀργὰ καὶ ὁ Ναζισμὸς εἶχε ἐπικρατήσει στὴ Γερμανία.
Τὸ ἴδιο λάθος φαίνεται νὰ κάνουν καὶ σήμερα οἱ Ἀριστεροὶ στὴν Ἑλλάδα, σὲ
διαφορετικὴ κλίμακα καὶ μὲ διαφορετικὰ ἐνδεχόμενα, ἀλλὰ πάντοτε ἀντίστοιχα.
Αὐτὸ δὲν σημαίνει προτροπὴ γιὰ δημιουργία νέου ΕΑΜ ἐδῶ καὶ τώρα
ἀλλὰ γιὰ ἐγκατάλειψη τῆς τωρινῆς πολιτικῆς στάσης.
(18-5-2012)
Καὶ γιὰ νὰ μὴν ἀναφερόμαστε μόνο στὸ ΚΚΕ καὶ τὸ ΑΚΕΛ, δηλαδὴ
τοὺς κατεξοχὴν ἐκπροσώπους τῆς μαρξιστικῆς Ἀριστερᾶς στὴν Ἑλλάδα, ἀξίζει νὰ
παρατεθεῖ ἡ ἄποψη τοῦ Καστοριάδη γιὰ ὁρισμένα ἐθνικὰ ζητήματα, ἡ ὁποία ἔρχεται
σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὶς ἀπόψεις τῶν περισσότερων ὑποστηρικτῶν του ("καστοριαδικῶν"),
οἱ ὁποῖοι υἱοθετοῦν ἕναν "πέρα βρέχει" ἀντιεθνικισμό. Ὁ Καστοριάδης ὅσο κι ἂν
ἐναντιωνόταν στὸν ἐθνικισμὸ ἢ στὴν ἑλληνικὴ ὑποστήριξη πρὸς τὴν Σερβία στὸν
Γιουγκοσλαβικό ἐμφύλιο τῆς δεκαετίας τοῦ 1990 κατὰ τὰ ἄλλα δὲν εἶχε τὶς ἀεθνικὲς
ψευδαισθήσεις τῶν "αὐτόνομων" ἑλλήνων ὁμοϊδεατῶν του.
Ἔτσι, σὲ ἀντίθεση μὲ
τοὺς Ἕλληνες ἀμεσοδημοκράτες ἀντιεθνικιστές, ποὺ θεωροῦν ὡς "ἑλληνικὴ
ἐθνικιστικὴ κινδυνολογία"τὴν ἄποψη ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἀπειλεῖται ἀπὸ τὴν
Τουρκία, ὁ ἀμεσοδημοκράτης ἀντιεθνικιστὴς Καστοριάδης πίστευε ὅτι: "Τὸ
ὅτι ἡ Τουρκία ἔχει
βλέψεις στὰ νησιὰ τοῦ
Αἰγαίου καὶ στὴ
Δυτικὴ Θράκη εἶναι γνωστό. Ποιὸς
εἶναι ὁ ἐνδεχόμενος
κίνδυνος; Νὰ ἐπωφεληθεῖ
ἡ Τουρκία τῆς πυρκαγιᾶς στὰ
Βαλκάνια, γιὰ νὰ βάλει χέρι στὴ
Δυτικὴ Θράκη καὶ σὲ
τρία τέσσερα νησιὰ τοῦ Αἰγαίου".
Σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς Ἕλληνες ἀντιεθνικιστές, ποὺ θεωροῦν ὅτι ἡ ΠΓΔΜ ἔχει, μὲ βάση
τὸ ἀπολυτοποιημένο δικαίωμα τοῦ αὐτοπροσδιορισμοῦ, νὰ καλεῖται
Μακεδονία, ὁ Καστοριάδης πίστευε ὅτι: "Ἡ
ἑλληνικὴ πλευρὰ
θὰ ἔπρεπε, ἀπὸ
τὴν ἀρχή, νὰ
πεῖ ὅτι θὰ
ἀναγνωρίσει τὸ νέο κράτος,
ἐφόσον: πρῶτον, προστεθεῖ
ἕνας ἐπιθετικὸς
προσδιορισμὸς στὸ
ὄνομά του· δεύτερον, ἀναγνωριστεῖ
ρητὰ καὶ μὲ
διεθνὴ ἐγγύηση τὸ
ἀπαραβίαστο τῶν σημερινῶν
συνόρων· τρίτον, ἀφαιρεθεῖ τὸ
σύμβολο τῆς Βεργίνας ἀπὸ
τὴ σημαία του".
Μάλιστα ὁ Καστοριάδης ὑποστήριζε τὰ παραπάνω παρ' ὅλο ποὺ ἦταν ἐνάντιος στὸν
οἰκονομικὸ ἀποκλεισμό (ἐμπάργκο) τῆς ΠΓΔΜ ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα. Τέλος, σὲ πλήρη
ἀντίθεση μὲ τοὺς Ἕλληνες ἀντιεθνικιστές, ποὺ θεωροῦν ὅτι τὰ σύνορα πρέπει νὰ
καταργηθοῦν ἄμεσα, ὁ ἀμεσοδημοκράτης Καστοριάδης κατανοοῦσε ὅτι εἶναι ἄλλο
πράγμα ἡ ἀπαίτηση γιὰ κατάργηση τῶν συνόρων καὶ τῶν κρατῶν καὶ ἄλλο τὸ νὰ
χαιρετίζεται ἡ μεταβολὴ τῶν συνόρων δίχως νὰ ἔχει συμβεῖ παγκοσμίως ἡ κατάργηση
τῶν συνόρων: "ἐγὼ
εἶμαι ὑπὲρ
τῆς κατάργησης τῶν συνόρων καί,
ἐπίσης, ἐχθρὸς
κάθε ἐθνικισμοῦ. Ἀλλὰ
ὅσο ὑπάρχουν σύνορα,
ὁποιαδήποτε βίαια μεταβολὴ
ἀναζωπυρώνει τοὺς
ἑκατέρωθεν ἐθνικισμοὺς καὶ
μᾶς πηγαίνει μερικοὺς αἰῶνες
πίσω".
(2/3/2010)
Ἀλλὰ δὲν ἦταν μόνο ὁ Καστοριάδης ποὺ θεωροῦσε
παράλογη τὴν σλαβομακεδονικὴ ἀπαίτηση νὰ ὀνομάζεται Μακεδονία ἡ ΠΓΔΜ. Στὰ μέσα
τοῦ 1932 ὁ Τρότσκυ εἶχε ἀλληλογραφήσει μὲ ἡγετικὸ στέλεχος τῆς ὁμάδας τῶν
Ἀρχειομαρξιστῶν σχετικὰ μὲ τὸ Μακεδονικὸ ζήτημα. Τὰ παρακάτω ἀποσπάσματα εἶναι
ἀποκαλυπτικὰ καὶ εἶναι ἀπολύτως ἀντίθετα μὲ τὶς ἀπόψεις τῶν σημερινῶν
Τροτσκιστῶν στὴν Ἑλλάδα σχετικὰ μὲ τὸ Μακεδονικό. Νά τί ἔγραφε ὁ Ἕλληνας
Ἀρχειομαρξιστής στὸν Τρότσκυ:
Το συνέδριό
μας πήρε απόφαση ενάντια στο σύνθημα για ανεξαρτησία της Μακεδονίας, που είχε
υιοθετήσει το κόμμα το 1925 [...] Προέκυψε μετά την πλήρη ανταλλαγή
πληθυσμών Ελλήνων, Τούρκων και Βουλγάρων. Η βουλγαρική Μακεδονία αποτελούνταν
στο 90% από Βούλγαρους, η ελληνική Μακεδονία από 90% Ελληνες, η σερβική
Μακεδονία το ίδιο. Αν εξαιρέσουμε την εβραϊκή μειονότητα, η οποία μένει μόνο
στις πόλεις, όλοι στην επαρχία είναι Ελληνες από την Μικρά Ασία και την περιοχή
της Μαύρης Θάλασσας [...] το βουλγαρικό κόμμα είχε συμμαχήσει με τους
Βούλγαρους εθνικιστές, οι οποίοι αυτοαποκαλούνταν "Μακεδόνες", ελπίζοντας να
τους κερδίσουν με το μέρος τους. Σ' αυτή τη βάση ήταν που προβλήθηκε το σύνθημα
για την ανεξαρτησία της Μακεδονίας. [...] Η Μακεδονία δεν αποτελεί μια
ομοιόμορφη εθνική ολότητα.
[...] είχαμε μεγάλες εθνικές
επαναστατικές κινητοποιήσεις ενάντια στην κατοχή της Κύπρου από την Αγγλία.
Υποστηρίξαμε το δικαίωμα του πληθυσμού να αυτοδιατεθεί και εξηγήσαμε την ανάγκη
για επαναστατικούς αγώνες. Πήραμε την ίδια θέση όσον αφορά τα Δωδεκάνησα, που
βρίσκονταν υπό την κατοχή των Ιταλών. Η οργάνωση έχει ασχοληθεί με το μακεδονικό
ζήτημα για αρκετά χρόνια. Η συμμαχία του κόμματος με τους Βούλγαρους εθνικιστές
το υπονόμευσε σοβαρά.
(πηγή,
Intercontinental Press 30-8-1976)
Τὸ τραγελαφικὸ
στὶς ἀπόψεις τοῦ Τρότσκυ, ὁ ὁποῖος προσπαθεῖ νὰ συνετίσει καὶ νὰ διαφωτίσει τὸν
Ἕλληνα Ἀρχειομαρξιστή, εἶναι ὅτι θεωρεῖ δίκαιο ἕνα αἴτημα γιὰ αὐτονόμηση
τμήματος τῆς ἑλληνικῆς Μακεδονίας στὸ ὁποῖο ῆταν συγκεντρωμένοι οἱ ἐθνικὰ
Σλαβομακεδόνες (82 χιλιάδες πληθυσμός Σλαβόφωνων κι ὄχι ἀπαραίτητα
Σλαβομακεδόνων, σύμφωνα μὲ τὶς ἐκτιμήσεις τῆς ἐποχῆς), ἀλλὰ καταπολέμησε, ὡς
Σοβιετικός, τὸ ἀντίστοιχο αἴτημα 1,5-2 ἑκατομμυρίων Ἕλλήνων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας γιὰ
ἀποσκίρτηση ἀπὸ τὸ Τουρκικὸ κράτος. Οἱ 82.000 εἶχαν δικαίωμα νὰ ἀποσχιστοῦν, τὰ
2 ἑκατομμύρια δὲν εἶχαν, καὶ μάλιστα ἦταν ἰμπεριαλιστικὴ ἡ ἐπιδίωξή τους. Ἔτσι
ἀντιλαμβανόταν ὁ Τρότσκυ καὶ ἡ σοβιετικὴ ἡγεσία τοῦ 1920 τὰ μαθηματικά καὶ τὴν
αὐτοδιάθεση τῶν λαῶν.
(12-7-2013)