Πριν από 3000 χρόνια περίπου ο Δαυίδ έγραψε τους 150 υπέροχους Ψαλμούς. Πολλοί από τους Ψαλμούς αυτούς ψάλλονται στους Ιερούς ναούς κατα τη διάρκεια των θείων Ακολουθιών.
Η λέξη Ψαλμός προέρχεται από το ελληνικό ρήμα ψάλλω. Σημαίνει υμνώ το Θεό μελωδικά. Λατρεύω τον Κύριο με ψαλμωδίες. Οι Ψαλμοί είναι 150 και γράφτηκαν από τον σπουδαιο βασιλιά του Ισραήλ τον Δαυίδ που νίκησε τον Φιλισταίο γίγαντα Γολιάθ. Περιλαμβάνονται στο Κανονικό Βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης (Σεφέρ Τεχιλίμ= Βιβλίο Ψαλμών).
Το βιβλίο αυτό είναι γνωστό και με το όνομα ΨΑΛΤΗΡΙΟΝ. Σύμφωνα με την Εβραϊκη Βίβλο και τη μετάφραση των Ο΄Εβδομήκοντα το βιβλίο των Ψαλμών αποτελείται από 150 Ψαλμούς. Χωρίζεται δε σε πέντε ομάδες Ψαλμών σε συσχέτιση με τη Πεντάτευχο του Μωσαϊκού νόμου.
Η Χριστιανική εκκλησία από τους πρώτους αιώνες λατρείας χρησιμοποίησε το βιβλίο των Ψαλμών για να υμνήσει τον Θεό.Οι περισσότεροι ψαλμοί του Δαυίδ διαβάζονται
«χύμα». Πολλοί στίχοι των Ψαλμών ψάλλονται μελωδικά στις διάφορες Ιερές Ακολουθίες. Πολλοί από τους Ψαλμούς έχουν μελοποιηθεί και καλύπτουν Λειτουργικές ανάγκες.της Χριστιανικής λατρείας.Διαβάζοντας ο χριστιανός με ευλάβεια το βιβλίο των Ψαλμών διαπιστώνει ανακαλύπτει ενα μεγάλο και πολύτιμο θησαυρό.
Ο (Ηχητικό άκουσμα) Πεντηκοστός Ψαλμός!
Είναι ο υπέροχος και πολύ γνωστός ψαλμός του Δαυίδ ο 50ος Ψαλμός. Λέγεται ότι τον έγραψε περίπου το 1000 πΧ. Την εποχή εκείνη ο Δαυίδ κυριεύθηκε από σφοδρό πάθος για τη πανέμορφη Βηθσαβεέ τη γυναίκα του στρατηγού Ουρίου. Το ολέθριο αυτό ερωτικό του πάθος τον τύφλωσε. Ο Χετταίος Ουρίας ήταν γενναίος στρατηγός πιστός στο βασιλια Δαυίδ. Παρόλα αυτά θόλωσε το μυαλό του Δαυίδ. Έστειλε τον γενναίο και πιστό Ουρία στο πιο επικίνδυνο σημείο του μετώπου για να σκοτωθεί οπωσδήποτε. Πράγματι στη μάχη κατά των Αμμωνιτών ο γενναίος Ουρίας πολέμησε ηρωικά και σκοτώθηκε. Τότε ο Δαυίδ ελαβε τη χήρα Βηθσαβεέ για γυναίκα του.
Ο παντογνώστης Θεός είδε την ειδεχθή πράξη του Δαυίδ. Έστειλε στο βασιλιά το Προφήτη Νάθαν για να τον επιπλήξη σφοδρά για το πολύ μεγάλο αμάρτημα του. Στο Βιβλίο ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Β΄κεφάλαιο ΙΒ της Παλαιάς Διαθήκης αναφέρεται η επίσκεψη του Νάθαν στο βασιλιά Δαυίδ με τα παρακάτω λόγια:
..Και απέστειλε Κύριος τον Νάθαν τον προφήτην προς Δαυίδ. Και εισήλθε προς αυτόν και είπεν….Τί εφαύλισας τον λόγον Κυρίου; Τον Ουρίαν το Χετταίον επάταξας εν ρομφαία και την γυναίκαν αυτού έλαβες σεαυτώ εις γυναίκα..!
Η τιμωρία του Δαυίδ ήταν μεγάλη. Αρχικά πέθανε το παιδί που γέννησε στο Δαυίδ η Βηθσαβεέ. Τα παιδιά του Δαυίδ από τις άλλες γυναίκες και παλλακίδες του θέλησαν να τον εκθρονίσουν. Ο μεγάλος γιος του Δαυίδ ο ωραίος Αβεσσαλώμ επαναστάτησε.
Ό βασιλιάς Δαυίδ μετανόησε βαθύτατα. Συντετριμμένος από το αμάρτημα του ζήτησε από το Θεό να τον συγχωρήσει. Τα λόγια της μετάνοιας του εβγαιναν σαν μια θερμή προσευχή προς το Θεό. Ζήτησε τη συγχώρεση από τη βαριά αμαρτία του.
Ταπεινωμένος και βαθύτατα συντετριμμένος ο μεγάλος βασιλιάς του Ισραήλ έγραψε τον 50ο Ψαλμό που διαβάζεται και ψάλλεται μελοποιημένος στους Ιερούς ναούς των Ορθοδόξων χριστιανών!
Οι στίχοι του ωραίου αυτού Ψαλμού είναι οι ακόλουθοι:
Eλεησόν με ο Θεός κατά το μέγα Ελεός Σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου εξάλειψον το ανόμημα μου!
Επι πλειον πλύνον με από της ανομίας μου και από της αμαρτίας μου καθάρισόν με.
Οτι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω και η αμαρτία μου εστί δια παντός.
Σοί μόνω ήμαρτον, και το πονηρόν ενώπιον Σου εποίησα.
Όπως αν δικαιωθής εν τοις λόγοις Σου και νικήσης εν τω κρίνεσθαί Σε.
Επι πλειον πλύνον με από της ανομίας μου και από της αμαρτίας μου καθάρισόν με.
Οτι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω και η αμαρτία μου εστί δια παντός.
Σοί μόνω ήμαρτον, και το πονηρόν ενώπιον Σου εποίησα.
Όπως αν δικαιωθής εν τοις λόγοις Σου και νικήσης εν τω κρίνεσθαί Σε.
Ιδού γαρ εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησε με η μήτηρ μου.
Ιδού γαρ αλήθειαν ηγάπησας.
Τα άδηλα και τα κρύφια της σοφίας Σου εδήλωσας μοι.
Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι.
Πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι.
Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν και ευφροσύνην.
Αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινωμένα.
Απόστρεψον το πρόσωπον Σου από των αμαρτιών μου.
Και πάσας τας ανομίας μου εξάλειψον.
Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός.
Και πνευμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου.
Μη απορρίψης με από του προσώπου Σου.
Και το πνεύμα Σου το Αγιον μη αντανέλης απ εμού.
Απόδος μοι την αγαλλίασιν του σωτηρίου Σου.
Και πνεύματι ηγεμονικώ στήριξόν με!
Διδάξω ανόμους τας οδούς Σου.
Και ασεβείς επί Σε επιστρέψη.
Ρύσαι με εξ αιμάτων ο Θεός.
Ο Θεός της σωτηρίας μου.
Αγαλλιάσεται η γλώσσα μου την δικαιοσύνην Σου.
Τα άδηλα και τα κρύφια της σοφίας Σου εδήλωσας μοι.
Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι.
Πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι.
Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν και ευφροσύνην.
Αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινωμένα.
Απόστρεψον το πρόσωπον Σου από των αμαρτιών μου.
Και πάσας τας ανομίας μου εξάλειψον.
Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός.
Και πνευμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου.
Μη απορρίψης με από του προσώπου Σου.
Και το πνεύμα Σου το Αγιον μη αντανέλης απ εμού.
Απόδος μοι την αγαλλίασιν του σωτηρίου Σου.
Και πνεύματι ηγεμονικώ στήριξόν με!
Διδάξω ανόμους τας οδούς Σου.
Και ασεβείς επί Σε επιστρέψη.
Ρύσαι με εξ αιμάτων ο Θεός.
Ο Θεός της σωτηρίας μου.
Αγαλλιάσεται η γλώσσα μου την δικαιοσύνην Σου.
Κύριε,τα χείλη μου ανοίξεις, και το στόμα μου αναγγελεί την αίνεσιν Σου.
Ότι, ει ηθέλησας θυσίαν,έδωκα αν!
Ολοκαυτώματα ουκ ευδοκήσεις.
Θυσία τω Θεώ, πνεύμα συντετριμμένον.
Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει.
Αγάθυνον Κύριε εν τη ευδοκία Σου την Σιών και οικοδομηθήτω τα τείχη Ιερουσαλήμ.
Τότε ευδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, αναφοράν και ολοκαυτώματα.
Τότε ανοίσουσιν επι τω θυσιαστήριον Σου μόσχους!
Ολοκαυτώματα ουκ ευδοκήσεις.
Θυσία τω Θεώ, πνεύμα συντετριμμένον.
Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει.
Αγάθυνον Κύριε εν τη ευδοκία Σου την Σιών και οικοδομηθήτω τα τείχη Ιερουσαλήμ.
Τότε ευδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, αναφοράν και ολοκαυτώματα.
Τότε ανοίσουσιν επι τω θυσιαστήριον Σου μόσχους!
Πρωί - Μεσημέρι - Βράδυ
Πολλοί μεγάλοι Ιεροψάλτες κατά καιρούς μελοποίησαν τον πεντηκοστό Ψαλμό.
Μελοποιημένα κείμενα του (Ν) Ψαλμού έχουν γραφεί από τους περίφημους Μαϊστορες : Πρίγγο, Στανίτσα και πολλούς άλλους Πρωτοψάλτες. Στον Μουσικό Πανδέκτη της Αδελφότητος Θεολόγων «Η Ζωή» υπάρχουν μελοποιημένα Κείμενα του Πεντηκοστού Ψαλμού στους ηχους: Β΄, Βαρύ, και Πλάγιο του Τετάρτου. Εδώ και πολλά χρόνια μερικοί Πρωτοψάλτες υποστήριξαν ότι είναι αντιπαραδοσιακη η ψαλμώδηση του Πεντηκοστού Ψαλμού στον ήχο της Κυριακής. Αυτή η «γνώμη» τους έπεσε στο κενό. Διότι οι περισσότεροι Ιεροψάλτες υιοθέτησαν τη «καινοτομία» αυτή. Αποδέχτηκαν ότι αν ψάλλεται ο Ψαλμός με λιτές κλασσικές γραμμές δημιουργεί ένα πολύ ωραίο άκουσμα. Μετά την ανάγνωση του Ιερού Ευαγγελίου του Όρθρου συνηθίζεται οι πιστοί να ασπάζονται το Ιερό Ευαγγέλιο. Με τη καινοτομία αυτή της ψαλμώδησης του (Ν) Ψαλμού στον ηχο της Κυριακής εξοικονομείται ο απαιτούμενος Χρόνος. Γιαυτό και οι περισσότεροι Ιεροψάλτες ενστερνίστηκαν τη ψαλμώδηση του (Ν) Ψαλμού τις Κυριακές στους ορθόδοξους Ιερούς Ναούς.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΤΟΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΟ ΨΑΛΜΟ ΤΟΥ ΔΑΥΙΔ
Ὁ 50ός ψαλμός εἶναι ὁ πλέον συνήθης ψαλμός πού χρησιμοποιεῖται στήν Ἐκκλησία μας, σέ ὅλες τίς περιπτώσεις, ἰδιαιτέρως κατά τίς ἡμέρες τῆς Μ. Σαρακοστῆς.Αὐτός ὁ ψαλμός σύμφωνα μέ τήν ἀρχαία παράδοση πού ὑπάρχει γραμμένη στό ψαλτήριο, ἀποδίδεται στόν προφητάνακτα Δαυίδ. Αὐτόν τόν σπουδαῖο βασιλιά.
Κατά σειράν εἶναι ὁ δεύτερος βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ, μετά τόν Σαούλ. Ἐπελέγη ἀπό τόν Θεό. Ἦταν βοσκός αἰγοπροβάτων ὅταν ὁ Θεός τόν ἐκάλεσε διά τού προφήτου Σαμουήλ, γιά νά τόν ἀναδείξει βασιλιά τοῦ Ἰσραήλ. Ὁ Δαυίδ εἶχε τό μεγάλο τάλαντο τῆς ποιήσεως καί ἔπαιζε καί ὄργανο, τό ψαλτήριο.Τό ψαλτήριο εἶναι ὄργανο καί ἐπειδή τά θρησκευτικά συνοδεύοντο ἀπό τό ὄργανο πού ἐλέγετο ψαλτήριο, λέμε ψαλτήριο, ψαλμοί κ.λπ.
Ὁ ψαλμός αὐτός σύμφωνα μέ τήν παράδοση, γράφεται μετά ἀπό τήν μεγάλη ἁμαρτία τήν ὁποία διέπραξε ὁ Δαυίδ, ὁ ὁποῖος ἔπεσε στό φοβερό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας. Κατόπιν τόν ἐπισκέπτεται ὁ προφήτης Νάθαν ἀπεσταλμένος ἀπό τόν Θεό καί τοῦ λέει μία παραβολή:
- Ἐδῶ στήν περιοχή μᾶς ἦταν ἕνας πλούσιος πού εἶχε πολλά πρόβατα καί ἕνας ἄλλος φτωχός εἶχε μία μικρή προβατίνα. Ὁ πλούσιος σκοτώνει τόν φτωχό καί τοῦ παίρνει τό πρόβατο. Ἐξοργίζεται ὁ Δαυίδ καί ρωτάει ποιός εἶναι αὐτός καί πού εἶναι. Ὁ Νάθαν τοῦ λέει, Βασιλιά μου αὐτός δέν εἶναι μακριά, ἐδῶ εἶναι, ἐσύ εἶσαι.
Ἡ στιγμή εἶναι συγκλονιστική. Ὁ Δαυίδ συναισθάνεται βαθύτατά το μέγεθος τῆς ἁμαρτίας του, τήν μεγάλη πτώση του. Γεννιόνται ἐρωτηματικά, πώς ὁ Θεός ἄφησε αὐτόν τόν ἐκλεκτό νά πέσει.Ὁ Θεός δέν ὑπογράφει συμβόλαιο μέ τόν καθένα μας, ἐμεῖς νά πηγαίνουμε ἀντίθετα ἀπό τό θέλημά Του καί αὐτός νά μᾶς κρατάει ἀπό τό χαλινάρι.
Ὅπως λέει ἡ σοφία τῆς Π. Διαθήκης, ἄφησε τόν ἄνθρωπο ὁ Θεός νά ἔχει ὁ ἴδιος τήν πρωτοβουλία νά ἐπιλέγει ἑκάστοτε τόν δρόμο του. Τόν νόμο τοῦ Θεοῦ τόν ξέρει, καί ἐλάχιστοι εἶναι ἐκεῖνοι πού μποροῦν μέ κάποια σοβαρότητα νά ἰσχυρισθοῦν ὅτι δέν ξέρουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σήμερα. Τό θέμα εἶναι πόσοι τόν ἐφαρμόζουμε καί ἄν πάντοτε τόν ἐφαρμόζουμε.
Ὁ ψαλμός αὐτός εἶναι γραμμένος μέσα ἀπό τήν συντριβή τήν ὁποία αἰσθάνεται ὁ Δαυίδ. Σ’ αὐτό τό ἔξοχο ποίημα δέν ἔχει εἰκόνες πού φαντάζουν. Οἱ τόνοι εἶναι πολύ χαμηλοί, τίποτα δέν εἶναι περιττό καί μᾶς κάνει ἐντύπωση ὅτι ἐπανέρχεται στό θέμα τῆς ἁμαρτίας του, τῆς ἱκεσίας πρός τό θεῖο ἔλεος νά τύχει συγγνώμης, καί τήν σειρά τῶν αἰτημάτων τά ὁποῖα διατυπώνει, γιά νά μπορέσει νά ἐπανέλθει στήν προτέρα εὐδαίμονα κατάσταση «Ἀπόδος μοί τήν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου» θά πεῖ σέ κάποια στιγμή.
Αὐτός ὁ ψαλμός προχωρεῖ σέ βάθος, δέν εἶναι ἐπιφάνεια. Δέν εἶναι τό «Κύριε, ἐλέησον» πού λέμε πολλές φορές μηχανικά. Δέν κρίνω τό Κύριε ἐλέησον πού λέει ἡ Ἐκκλησία. Κρίνω ἐμᾶς πού πολλές φορές τό λέμε μηχανικά. Τό «Κύριε ἐλέησον» εἶναι κάτι τό συγκλονιστικό, ζητᾶμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας πού ἔχει τόση πνευματικότητα, ὑπάρχει ἡ λεγομένη «εὐχή» πού τήν ξέρουμε ὅλοι «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ τόν ἁμαρτωλό». Εἶναι ἡ σύντομη εὐχή πού λένε οἱ μοναχοί, πού λέμε καί ἐμεῖς καί πού εἶναι ὄντως αὐτή ἡ ἐπίκληση θαυματουργική, σώζει. Ἔχω δεῖ ἀνθρώπους νά σώζονται ἀπό τά χέρια τοῦ διαβόλου τόν ὁποῖο βλέπουν χωρίς νά τό ἔχουν συνειδητοποιήσει, νά σώζονται μ’ αὐτήν τήν εὐχή.
Σ’ αὐτήν τήν εὐχή ὑπάρχει τό «Ἐλέησον μέ».
Τόσο συνυφαίνεται μέ τήν πνευματική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ὁ περίφημος αὐτός ψαλμός τῆς μετανοίας «Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός σου καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἑξάλειψον τό ἀνόμημά μου». «Ἐπί πλεῖον πλῦνον μέ……ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει».
Ἀκολουθεῖ ἕνα δίστιχο πού εἶναι προσθήκη μεταγενέστερη καί ἄν εἴμαστε λίγο προσεκτικοί στό κείμενο θά δοῦμε ὅτι δέν ταιριάζει στήν μελωδικότητα τοῦ ψαλμοῦ ὅπως τελειώνει «Ἀγάθυνον Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκία σου τήν Σιῶν, καί οἰκοδομηθήτω τά τείχη Ἱερουσαλήμ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφοράν καί ὁλοκαυτώματα» ἐνῶ προηγουμένως ἔλεγε «ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις». «Τότε ἀνοίσουσιν ἐπί τό θυσιαστήριόν σου μόσχους».
Εἶναι μία προσδοκία τῆς ἐπανόδου στήν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, μεταγενεστέρα προσθήκη σ’ αὐτόν τόν ὑπέροχο ψαλμό. Ὁ ψαλμός ξεκινάει μέ τό «Ἐλέησον μέ».
Τί σημαίνει ἡ λέξη ἐλέησον, ὁ ὅρος εἶναι οἰκεῖος σέ μᾶς ἀπό τήν λέξη ἐλεημοσύνη.
Ἐλεημοσύνη εἶναι ὅτι κάποιος ἔχει καί στρέφεται σέ κάποιον πού στερεῖται καί τοῦ παρέχει ἀπό ἐκεῖνα πού ἔχει, κινούμενος ἀπό ἔλεος. Ἔλεος εἶναι μία φορά ἀπό μέσα πρός τά ἔξω πρός τόν ἀπέναντί μας. Ὁ Θεός εἶναι ὁ ἐλεήμων.
Στόν 102ο ψαλμό λέει «Οἰκτίρμων καί ἐλεήμων ὁ Κύριος μακρόθυμος καί πολυέλεος, οὐκ εἰς τέλος ὀργισθήσεται, οὐδέ εἰς τόν αἰώνα μηνιεῖ». Αὐτή εἶναι ἡ σταθερά ἰδεολογία τῆς Π. Διαθήκης, ἡ ὁποία εἶναι τόσο παρεξηγημένη, γιατί μερικοί ἔχουν κολλήσει σέ μερικά πράγματα δέν μποροῦν νά τά ἑρμηνεύσουν καί νά καταλάβουν καί τά ἀπορρίπτουν μέ πολλή ἄνεση.
«Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός» ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά προσφέρει στόν Δαυίδ, σέ μένα, σέ σᾶς, τήν ἄφεση γιά τίς ἁμαρτίες μας, εἶναι ὁ Θεός μέ τό μέγα ἔλεός του.
Τό μέγα ἔλεος ἀναφέρεται ἐδῶ γιά τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας. Δέν εἶναι ἕνα ἁπλό ἔλεος αὐτό πού οἱ ἄνθρωποι κάνουν στόν συνάνθρωπο ἐξ ὑποχρεώσεως, ἀλλά εἶναι ὁ ἀναμάρτητος Θεός, ὁ Πλάστης, ὁ Κύριός μας.Ἐκεῖνος πρός τόν ὁποῖο στρέφεται ὁ ἁμαρτήσας, στρεφόμαστε ἐμεῖς γιατί ποιός εἶναι ἀναμάρτητος.
Κάνουμε ἐπίκληση στό μέγα ἔλεός Του καί Τοῦ ζητᾶμε νά μᾶς ἐλεήσει. Τήν ὥρα πού λέει αὐτά συνειδητοποιεῖ τό μέγεθος τοῦ θανασίμου ἁμαρτήματος.Θυμᾶται τό «οὐ μοιχεύσεις» τόν τρόπο τῆς μοιχείας, θυμᾶται τήν ἐλαφρότητα μέ τήν ὁποία ἀντιμετώπισε τήν περίπτωση. Καί συνειδητοποιεῖ ὅτι ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε τήν εὐκαιρία νά συνέλθει.
Καί ἐπικαλεῖται «τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν του» γιά νά «ἐξαλείψει τό ἀνόμημά του». Ἔτσι μπαίνει στό νόημα τῆς μετανοίας. Σύμφωνα μέ τήν Ἐκκλησία τό νόημα τῆς μετανοίας, μέ τό ἀντίστοιχο μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, εἶναι ὁ ἄνθρωπος νά μισήσει τήν ἁμαρτία τήν ὁποία διέπραξε.
Νά ἀναλάβει πλήρως τήν εὐθύνη «Σοί μόνω ἥμαρτον» ἔχω συνείδηση «ὅτι τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω». Τό παράπτωμα τοῦ Ἀδάμ εἶναι ὅτι παραπέμπει στόν ἄλλο «ἡ Εὕα μέ ἠπάτησεν». Καί ὅταν ἐρωτᾶται ἡ Εὕα, ὁ ὄφις.
Ἐδῶ εἶναι ἡ συνείδηση τῆς ἁμαρτωλότητας καί τοῦ ζητάει νά ἐξαλείψει τό ἀνόμημά του, νά τό σβήσει.
Ἡ πεμπτουσία τῆς μετανοίας εἶναι νά ἐπανέλθει ὁ ἄνθρωπος στήν προτέρα κατάσταση, στήν πρό τῆς ἁμαρτίας κατάσταση. Καί αὐτό εἶναι κάτι πού εἶναι χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά γιά νά ἔλθει ἡ χάρις πρέπει καί ὁ ἄνθρωπος νά κάνει ἕνα μικρό βῆμα.
Ὁ ψαλμός βοηθᾶ σ’ αὐτό τό μικρό βῆμα, νά κινηθεῖ ὁ ἄνθρωπος πρός τόν Θεό καί νά ζητήσει τό θεῖο ἔλεος. Καί τοῦ ζητάει αὐτό πού ἐπιτυγχάνεται μέ τήν μετάνοια, τοῦ ἀνομήματος τοῦ ὁποιουδήποτε ἀνομήματος.
Πόσο εἰλικρινής, πόσο βαθιά εἶναι ἡ μετάνοια, τόση μεγάλη εἶναι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ Θεός ἐπιβλέπει ἐπί τήν ταπείνωσιν τῶν ἀνθρώπων καί ἐξαλείφει, δηλαδή δέν ἀφήνει ἴχνος, δέν ἀφήνει οὐλή ἀπό τό τραῦμα.
Καί περισσότερο «πλῦνον μέ ἀπό τῆς ἀνομίας μου καί ἀπό τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισον μέ». Καί τήν ἀνομία μου τήν γνωρίζω, «καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστί διά παντός». Ὅσο σκέπτομαι τήν ἁμαρτία μου, τόσο δέν φεύγει ἀπό τόν νοῦ μου, συνειδητοποιῶ τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά εὐτυχῶς δέν μένω ἐκεῖ μόνο, κάνω τό βῆμα πρός Ἐκεῖνον πού εἶναι ἡ πηγή τοῦ ἐλέους.
Ἐάν μείνω στήν συνείδηση τῆς ἁμαρτίας, δύο πράγματα μπορεῖ νά συμβοῦν. Νά μέ κατακυριεύσει ὁ διάβολος ὁ ὁποῖος περιμένει ν΄ ἀπελπιστῶ, πράγμα πού δέν παθαίνει ὁ Δαυίδ. Ἄν ἀπελπισθῶ θά τό πάρω ἀπόφαση καί θά ἐπαναλάβω. Τώρα ἐγώ δέν μπορῶ νά διορθωθῶ, μ’ αὐτά πού ἔχω κάνει δέν σώζομαι.
Τό βλέπουμε αὐτό στόν καθημερινό βίο σέ ὅλα τα ἐπίπεδα. Τό δεύτερο εἶναι νά μᾶς καταλάβει ἀλλιῶς ὁ διάβολος.
Σᾶς ἀναφέρω τόν διάβολο διότι περιμένει πάντοτε. Συνήθως ὁ διάβολος περιμένει στήν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖ ἀγριεύει περισσότερο, ἐκεῖ πού ὁ ἄνθρωπος νομίζει ὅτι ἔχει ἀσφάλεια καί ἀρχίζει καί ἀποκτᾶ μιά περίεργη αὐτοπεποίθηση, ἐκεῖ τόν περιμένει ὁ δαίμονας. Τό ξέρουμε αὐτό. Καί λέμε κατόπιν, πώς τό ἔκανα ἐγώ αὐτό τό πράγμα.
Πῶς τό ἔκανα ἐγώ, ὑπεισέρχεται τό ἐγώ. Μετατίθεται τό ἁμάρτημα, γίνεται ἁμάρτημα πρός ἐμέ καί ὄχι ἐνώπιόν του Θεοῦ. Πῶς ἐγώ τό ἔκανα αὐτό. Ὅταν δέν ἔχουμε μεταθέσει σέ τρίτους τήν ἁμαρτία μας. – Ἐγώ δέν ἔφταιγα ἀλλά οἱ συνθῆκες κ.λπ. Εἶναι συνηθισμένα πράγματα αὐτά. Καί εἶναι πολύ καλός σύμβουλος σ’ αὐτά ὁ διάβολος νά δίνει δικαιολογίες.
Δέν συμβαίνει ὅμως τό ἴδιο πράγμα μέ τόν Δαυίδ.Ὁ Δαυίδ εἶχε συνείδηση τοῦ ἐγκλήματός του. «Σοί μόνω ἥμαρτον». Αὐτό τό σοί ἀντιπαρατίθεται στό ἐγώ. Πῶς ἔπεσα ἐγώ! «Σοί μόνω ἥμαρτον καί τό πονηρόν ἐνώπιόν σου ἐποίησα». Σέ σένα μπροστά ἔκανα τό πονηρό. Ὁ ὀφθαλμός τοῦ Θεοῦ βλέπει κατάματα. Γιατί δέν ἐπεμβαίνει ὁ Θεός; Γιατί κατέβηκε καί σταυρώθηκε, γιά νά κρατήσουμε τήν ἐλευθερία μας.
Γιά νά εἴμαστε ἐλεύθεροι νά διαλέξουμε, μέ τόν Θεό ἤ χωρίς τόν Θεό, ἤ καί ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. «Ὅπως ἄν δικαιωθῆς ἐν τοῖς λόγοις σου, καί νικήσης ἐν τῷ κρίνεσθαι μέ». Καί ἔτσι δικαιώνεται ὁ νόμος καί ἄν ἤθελα κριθῶ ἀπό ἐσένα θά νικοῦσες.
Σέ ἄλλη περίπτωση: «Ἐάν ἀνομίες παρατηρήσεις Κύριε, Κύριε, τίς ὑποστήσεται»; καί ἀλλοῦ πάλι «ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν». «Ἰδού γάρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησε μέ ἡ μήτηρ μου». Δέν εἶναι κάποια ἁμαρτωλή σύλληψη. Σ’ αὐτό ἀντιπαρατίθεται ὅτι ὁ Θεός ἀγαπᾶ τήν ἀλήθεια καί ὅτι ἀποκαλύπτει «τά ἄδηλα καί τά κρύφια της σοφίας» στόν προφήτη του, ἀλλά καί σέ μᾶς. Δέν γνωρίζουμε τόν νόμο του; Δέν γνωρίζουμε τό θέλημά του; Τό εὐαγγέλιό του;
Μᾶς ἀπέστειλε προφῆτες, μᾶς ἐδίδαξαν οἱ Γραφές του, ἦρθε ὁ ἴδιος καί ἐνηνθρώπισε καί σταυρώθηκε.Κατόπιν ἔστειλε τούς ἀποστόλους γιά νά κηρύξουν καί νά ἐμπεδώσουν τό εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας, ὥστε νά μήν ὑπάρχει δικαιολογία.
«Ραντιεῖς μέ ὑσσώπω, καί καθαρισθήσομαι» ὁ ὕσσωπος εἶναι ἕνα φυτό, σάν τό δικό μας τόν βασιλικό ἤ τό δεντρολίβανο πού τό χρησιμοποιοῦμε γιά θρησκευτικούς λόγους. Εἶναι εἰκόνα που χρησιμοποιεῖ γιά τόν ἐξαγίασμο.
«Πλυνεῖς μέ καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι». Νά προσέξουμε γιατί ὁ διάβολος βάζει πολλές φορές τήν ἀμφιβολία ἄν ὄντως ὁ Θεός συγχώρησε τό ἁμάρτημά μας. Ὅλα αὐτά πού θά κάνουν τόν ἄνθρωπο πανλευκό σάν χιόνι εἶναι ἀγαλλίαση εὐφροσύνη καί θά φθάσει ἡ ἀγαλλίαση μέχρι «τά ὀστᾶ τά τεταπεινωμένα».
Τά ὀστᾶ χρησιμοποιοῦνται ἐδῶ γιά τόν ἔσω ἄνθρωπο. Αὐτή ἡ ἀγαλλίαση φθάνει μέχρι τά τρίσβαθα τῆς ψυχῆς.Πάλι ἐπανέρχεται ὁ προφητάναξ καί βλέπει κανείς τήν συνείδηση τῆς ἁμαρτωλότητας, ἀλλά καί κάτι ἄλλο πολύ μεγάλο καί πολύ σπουδαῖο, τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά σταθεῖ ἐνώπιόν του Θεοῦ.
Ἐνώπιόν του Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος εἶναι τίποτα. Καί ὅμως χάριν αὐτοῦ του τίποτα πού νομίζουμε, ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί σταυρώθηκε γι’ αὐτό τό τίποτα. Γιά νά τό ἀναδείξει σ’ αὐτό πού ἐκεῖνος ἔπλασε «εἰς τό καθ’ ὁμοίωσιν ἐπαναγαγε» ὅπως λέμε στήν νεκρώσιμη ἀκολουθία.
«Ἀποστρεψον τό πρόσωπόν σου ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν μου, καί πάσας τάς ἀνομίας μου ἑξάλειψον».
Στρέψε τό πρόσωπό σου ἐσύ ὁ Πανάγιος ἀπό μένα, καί ἐξάλειψε πάσας τάς ἀνομίας μου.
Ἐκεῖνο πού θέλει ὁ ἄνθρωπος καί ἔχει ἀνάγκη εἶναι ἡ «καρδία καθαρά κτίσε μέσα μου, καί πνεῦμα εὐθές».
Αὐτήν τήν εὐθύτητα τοῦ πνεύματος πού δέν κάνει καί δέν ἀκολουθεῖ γυριστά δρομάκια, ἀλλά προχωρεῖ στήν εὐθεία. Τί σημασία ἔχει ἡ καθαρά καρδιά; Θά θυμόμαστε ὅτι ἕνας ἀπό τούς μακαριστούς του Κυρίου εἶναι «Μακάριοι, οἱ καθαροί τή καρδία ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται». Ἄνθρωπος πού δέν ἔχει καθαρή καρδιά δέν θά δεῖ Θεοῦ πρόσωπο. Ὄχι μόνο ἐκεῖ, ἀλλά ἐδῶ.
Ὁ λαός μας, λέει δέν εἶδα Θεοῦ πρόσωπο. Καί ξέρουμε αὐτές τίς στιγμές πού ἔχουμε μία λάμψη τοῦ θείου μέσα μας, στήν καρδιά μας. Καί τήν ἔχουμε αὐτή τήν λάμψη ὅταν μέ τήν βοήθειά Του καί τήν χάρι Του, καθαρίζουμε τήν καρδιά μας, ἀφήνουμε τόν Θεό νά τήν καθαρίσει μέ τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως.Τότε βλέπουμε τοῦ Θεοῦ τό πρόσωπο.
«Μή ἀπορρίψης μέ ἀπό τοῦ προσώπου σου, καί τό πνεῦμα σου τό Ἅγιον μή ἀντανέλης ἀπ’; ἐμοῦ». Αὐτή ἡ ἀπόρριψη ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ ἱκεσία μας. Ἀπόστρεψε τό πρόσωπό σου ἀπό τίς ἁμαρτίες μας καί μήν ἀπορρίψεις ἐμᾶς ἀπό τό πρόσωπό σου. Ὁ Παράδεισος εἶναι το νά ἔχω θέα τοῦ Θεοῦ καί ἡ πρόγευση γιά τούς δικαίους ἀρχίζει ἀπό ἐδῶ.
Μέσα στόν πόνο, μέσα στήν κατ’ ἄνθρωπον δυστυχία πολλές φορές, λάμπει τό φῶς τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, καί βλέπει τοῦ Θεοῦ τό πρόσωπο.
«Ἀπόδος μοί τήν ἀγαλλίασιν ΄τοῦ σωτηρίου σου καί πνεύματι ἠγεμονικῶ στήριξον μέ». Ἡγεμονικόν σημαίνει νά ἡγεῖται τό πνεῦμα σέ ὅλο το εἶναι. Νά μήν κυριαρχοῦμαι ἀπό τά πάθη, ἀλλά τό πνεῦμα μου πού στρέφεται πρός σε καί καθαγιάζεται ἀπό ἐσένα καί τό Ἅγιό σου Πνεῦμα, νά ἠγεμονεύει σ΄ὅλο μου τό βίο.
Τώρα κάνει ἕνα τάμα. «Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς σου καί ἀσεβεῖς ἐπί σέ ἐπιστρέψουσι». Τό νά φέρεις κάποιον στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὄχι νά τόν σύρεις, ὄχι νά τόν προκαλέσεις, ὄχι νά τοῦ πεῖς ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, γιατί ἔτσι θά τόν διώξεις. Ἀλλά μέ τήν ἀγάπη σου καί τήν ταπεινοφροσύνη σου, νά τόν προσεγγίσεις, νά τόν σαγηνεύσεις.
Ὄχι μέ τήν σαγήνη τῶν λόγων καί τῶν τρόπων, ἀλλά μέ τῶν ἔργων σου τῶν καλῶν το παράδειγμα.Αὐτό ὑπονοεῖ ἐδῶ, ὅτι θά ζήσω ἕνα βίο τέτοιο Θεέ μου, ὥστε νά μπορέσω νά φέρω ἀνθρώπους εἰς μετάνοια «Ρύσαι ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός, ὁ Θεός τῆς σωτηρίας μου». Ὁ Θεός ἀποκαλεῖται Θεός τῆς σωτηρίας «ἀγαλλιάσεται ἡ γλώσσα μου τήν δικαιοσύνην σου».
Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀγαλλίαση καί νά τό λές ἀκόμη. «Κύριε, τά χείλη μου ἀνοίξεις» ἐσύ ν’ ἀνοίξεις τά χείλη μου γιά ν’ ἀναγγέλει τό στόμα μου τήν αἴνεσίν σου. Ἄν ἤθελες θυσία θά σοῦ ἔδινα. «Ὁλοκαύτωμα οὐκ εὐδοκήσεις». Ἀλλά ἐσύ δέν θέλεις ὁλοκαυτώματα. Καί τώρα τό ἄκρον ἄωτον, ὁ ὕψιστος βαθμός τῆς πνευματικότητας τῆς Π. Διαθήκης.
«Θυσία τῷ Θεῶ πνεῦμα συντετριμμένον» τό μυστικό της Ἁγίας καί Μ. Τεσσαρακοστῆς. Ἡ συντριβή τοῦ ἀνθρώπου γιά ὅσα ἔκανε. Γιά ὅσα δέν ἔκανε σωστά καί καλά. Γι’ αὐτό πού εἶναι καί γι’ αὐτό πού δέν εἶναι, πού θέλει ὁ Θεός νά εἶσαι. «Θυσία τῷ Θεῶ». Ὁ Θεός λογίζει ὡς θυσία τό πνεῦμα τό συντετριμμένο, αὐτό πού λέμε ἐμεῖς κατάνυξη.
Ὁ ψαλμωδός κλείνει αὐτόν τόν περίφημο ψαλμό μέ τήν κατάνυξη καί τήν ταπείνωση.
Τίς δύο σπουδαιότατες ἀρετές πού συνιστοῦν τόν πνευματικό ἄνθρωπο. Ὄχι τά πτυχία, ὄχι οἱ καθηγεσίες στά Πανεπιστήμια, οὔτε οἱ Ἀκαδημίες, οὔτε τά πολλά διπλώματα, ἀλλά τό πνεῦμα τό συντετριμμένο καί ἡ ταπεινοφροσύνη, εἶναι ἐκεῖνα πού ἀνεβάζουν τόν ἄνθρωπο. Ὁ ψαλμός αὐτός ἅς εἶναι μία ἀφορμή νά ἀναθεωρήσουμε τόν μέχρι τοῦδε βίο μας καί νά κάνουμε ἀπό σήμερα μία νέα ἀρχή.Μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ, μέ πνεῦμα συντετριμμένο καί τεταπεινωμένο.
Τοῦ Νικολάου Μπρατσιώτη,καθηγητῆ τῆς Βιβλικῆς Ἱστορίας καί Βιβλικῆς Θεολογίας στήν Θεολογική Σχολή Ἀθηνῶν.
πηγή:http://www.gonia.gr
Πεντηκοστός ψαλμός σε ήχο πλάγιο του τετάρτου και στη συνέχεια τα ιδιόμελα του Τριωδίου
( Της Μετανοίας, Της Σωτηρίας και Τα πλήθη των πεπραγμένων )