«Όποιος μελετήσει με προσοχή την Παλαιά Διαθήκη, θα δει, πως υπάρχουν ένα σωρό αντιφάσεις, αναχρονισμοί, μυθολογικές παραδόσεις, ασυναρτησίες, κενά και -το σπουδαιότερο- στο εβραϊκό κείμενο αλλού μεν υπάρχει ο τύπος Ελωχείμ, που σημαίνει θεοί κι αλλού ο τύπος Γιαχβέ.
»Μέσα στα ίδια βιβλία και στα ίδια κεφάλαια τής Βίβλου υπάρχει διπλοτυπία σχετικά με το όνομα τού θεού των εβραίων, αλλού δηλαδή γίνεται λόγος για θεοὺς κι αλλού για ένα θεό. Δε χρειάζεται πολύ μυαλό, για να καταλάβει κανείς, πως αν ένας έγραφε την Πεντάτευχο (σ.σ. τα πρώτα πέντε βιβλία τής εβραϊκής Βίβλου) και υπήρχε μια μόνη παράδοση, δε θα είχαμε αυτή την ανωμαλία και παντού θα χρησιμοποιούνταν η ονομασία Ελωχείμ (=θεοί) ή ο τύπος Γιαχβέ. Στο πρώτο βιβλίο τής Πεντατεύχου, το όνομα τού Γιαχβέ αναφέρεται 143 φορές και η ονομασία Ελωχείμ, 165.
»Έπειτα και σχετικά με την αρχέγονη ιστορία των εβραίων, δεν υπάρχει ομοιόμορφη παράδοση και ο αδελφοκτόνος Κάιν είναι μεν επικατάρατος από τους Ελωχείμ (=θεούς), αλλά προστατεύεται από τον Γιαχβέ. ("Είπε στον Κάιν ο Γιαχβέ, γι΄ αυτό εκείνος, που θα σκοτώσει τον Κάιν θα τιμωρηθεί εφτά φορές. Και έβαλε σημάδι πάνω στον Κάιν ο Γιαχβέ, για να μην τον σκοτώσει όποιος τον βρει", Γεν. 4,15).
»Έχουμε ακόμα διπλή αφήγηση τής μετονομασίας τού Ιακὡβ, διπλό δεκάλογο, διπλές και αλλού τριπλές απαγορεύσεις διαφόρων τροφών, δυο εξιστορήσεις για τον κατακλυσμό και τις μέρες που βάσταξε, διαφορετικές εκδοχὲς για το πούλημα τού Ιωσήφ, αντίθετα ιστορήματα για το γάμο τού Ιακώβ, πολλαπλούς νόμους για τις ίδιες κοινωνικές καταστάσεις, αναχρονισμούς, διαφορές στη γλώσσα και το ύφος και πολλά κενά.
»Μα και οι κοσμογονικές παραδόσεις, που ιστορούνται στο πρώτο βιβλίο είναι αντιφατικές. Οι θεοί επλασαν τον Αδάμ και την Εύα και τους είπαν να συνουσιαστούν, για ν΄ αυξηθεί και μεγαλώσει η γενιά τους (Γεν. 1,28). Πιό κάτω, ο Γιαχβέ έπλασε πρώτα τον Αδάμ κι αργότερα την Εύα (Γεν. 2, 19-24). Οι δυό πρωτόπλαστοι ήταν γυμνοί (Γεν. 2,25), αλλού όμως ο Γιαχβέ απ΄ την αρχὴ τους έντυσε με προβιές (Γεν. 3,21). (Σ.σ. Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Σε ποιο θεό πιστεύουν;).
»Όλα αυτά δείχνουν, πως η Πεντάτευχος, όχι μόνο δε γράφτηκε από ένα συγγραφέα, μα και πως οι συγγραφείς, που σύνταξαν τα διάφορα κεφάλαιά της, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο και σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα, αντλούσαν το ιστορικό υλικό τους από δυο κυρίως αρχειακές πηγές, που αντανακλούν τις παραδόσεις και τη μυθολογία δυο ξεχωριστών λαών.
»Επίσης, έχουμε να παρατηρήσουμε και τούτο: Εξόν απ΄ τη διπλοτυπία στα ονόματα τής θεότητας (Γιαχβέ - Ελωχείμ) και πολλές φορές και την πολυτυπία (Γιαχβέ - Ελ - Αντονάι - Ελωάχ - Ελωχείμ), αλλού μεν γίνεται λόγος για τους απόγονους τού Ιακώβ κι αλλού για τους ισραηλίτες, χωρίς να φαίνεται, πως είναι ο ίδιος λαός. (Για τους ισραηλίτες δε σημειώνεται ποιός είναι ο γενάρχης τους, ενώ για τους εβραίους συχνά αναφέρεται ο Ιακώβ και μερικές φορές κι ο Αβραάμ). Μα και τα γεωγραφικά ονόματα διαφέρουν κι όταν ακόμα πρόκειται για τα ίδια «ιστορικά» περιστατικά. Το όρος Σινά αναφέρεται πολλές φορές με το όνομα Χωρείβ και οι κενίτες ή κεναίοι με το όνομα κενεζαίοι. Κι ακόμα, αλλού αναφέρεται η ονομασία Χεβρών (Γεν. 18,18) αντί Αργόβ (Ιησ. Ν. 14,15), η τοποθεσία Δαν (Γεν. 14,14) αντί Λαϊσά (Κριτ. 18,28) και Βαιθήλ (Γεν. 12, 8, 28,19, 35,15) αντί Λουζά (Ιησ. Ν. 18,13) . Κοντά σ΄ αυτά πουθενά στην Πεντάτευχο δε φαίνεται ο συγγραφέας της. Και απλό ακόμα διάβασμά της δείχνει, πως δεν υπάρχει εσωτερικός σύνδεσμος και γενικά η σύνθεση τού κειμένου παρουσιάζει ανομοιογένεια, διαφορά στο ύφος και αντιφάσεις στην έκθεση των διαφόρων περιστατικών.
»Όταν κανείς έχει όλα αυτά υπ΄ όψη και συμβουλευτεί και τους ειδικούς, που λένε, πως το εβραϊκό κείμενο παρουσιάζει και γλωσσικά ανομοιομορφίες και ανωμαλίες, καταλαβαίνει εύκολα, πως δε γράφτηκε από τον Μωυσὴ ή από ένα συγγραφέα ούτε και συντάχτηκε στα χρόνια, που παραδέχονται οι θεολόγοι.
»Κι όμως, η αυθεντία τής Βίβλου και για τους χριστιανούς και για τους εβραίους θεωρούνταν αιώνες ολόκληρους σαν κατι το αυταπόδεικτο και πολὺ λίγοι τόλμησαν ν΄ ασκήσουν κριτικὴ στο κείμενό της, επειδὴ περνούσε γιὰ θεόπνευστο.» (Αποσπάσματα από την εισαγωγή τού βιβλίου.)
Ο Γιάννης Κορδάτος (Ζαγορά Πηλίου, 1891-1961) ήταν νομικός, κοινωνιολόγος, πολιτικός, ιστορικός, μελετητής τής ελληνικής ιστορίας από την αρχαιότητα έως την σύγχρονη εποχή. Υπήρξε από τα ιδρυτικά στελέχη τής «Φοιτητικής Συντροφιάς» και τού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος, προκατόχου τού Κ.Κ.Ε., διετέλεσε γενικός γραμματέας του (1920-1924) και διευθυντής τού Ριζοσπάστη (1922-1924). Το 1927 αποχώρησε από το Κ.Κ.Ε., συνέχισε ωστόσο να είναι κοντά του και γι΄αυτό φυλακίστηκε στα χρόνια τής δικτατορίας τού Μεταξά.
Αν και αυτοδίδακτος ιστορικός, εν τούτοις ήταν πολυγραφότατος. Το βιβλίο του «Η κοινωνική σημασία τής ελληνικής επαναστάσεως τού 1821», που πρωτοκυκλοφόρησε το 1924, προκάλεσε ποικίλες και έντονες αντιδράσεις. Παρόμοιες αντιδράσεις προκάλεσε και το βιβλίο του «Ιησούς Χριστός και χριστιανισμός», το οποίο, αν και αποτέλεσμα μόχθου 20 ετών, δεν κυκλοφόρησε παρά μόνο μετά τον θάνατό του, καθώς κανένας εκδότης δεν τολμούσε να αναλάβει την έκδοσή του. (Συγκρίνετε τη στάση τού Γ. Κορδάτου με τη στάση των σημερινών ηγετών της Αριστεράς, που δεν διανοούνται καν να τα βάλουν με την Εκκλησία, παρά άγονται και φέρονται από τούς ιεράρχες δέσμιοι τόσο τής ευσεβούς ψήφου, όσο κυρίως των ρωμιοσυνιστικών αντιλήψεων και ιδεοληψιών τους).
Ο Γ. Κορδάτος ήταν επίσης μεγάλος γνώστης της ελληνικής Γραμματείας, αρχαίας και νέας και ασχολήθηκε επαγγελματικά ως επιμελητής των εκδόσεων τής κλασικής ελληνικής Γραμματείας, που κυκλοφόρησαν από τον οίκο τού Ι. Χ. Ζαχαρόπουλου. (Διαβάστε αποσπάσματα από έργα τού Γιάννη Κορδάτου στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Οι λόγοι επιβολής των νηστειών, Περί της μη ελληνικής καταγωγής των βλάχων).
«Το συγγραφικό ιστορικό έργο τού Γ. Κορδάτου εκτείνεται σε μεγάλο θεματολογικό και χρονολογικό εύρος: από την αρχαία Ελλάδα και τη Σαπφώ έως την αγροτική εξέγερση τού 1910 στο Κιλελέρ και από την αρχαία τραγωδία έως την ελληνική κεφαλαιοκρατία και το δημοτικισμό. Ενα ογκώδες και επιβλητικό έργο, με αναθεωρήσεις και επανεκδόσεις, το οποίο ακολούθησε την πνευματική πορεία τού δημιουργού του, εκκινώντας από τη μαρξιστική θεωρία σε ιδιότυπους και μοναχικούς δρόμους. Ο Κορδάτος είχε την τύχη να δει τα βιβλία του να γνωρίζουν πολύ σημαντική εκδοτική επιτυχία, που βρισκόταν σε αναντιστοιχία με τη σκληρή κριτική, με την οποία τα υποδέχθηκαν οι διανοούμενοι τής εποχής του. Η κριτική δεν αφορούσε μόνο τα λάθη, τις απλουστεύσεις και τα θεωρητικά σχήματα χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, που εύκολα θα αναγνώριζε κανείς στις σελίδες των βιβλίων του, αλλά συνδεόταν, κυρίως, με την εκάστοτε πολιτική του τοποθέτηση, με τη διαφωνία προς τις απόψεις του, είτε από αριστερά είτε από δεξιά. Η νεότερη ιστοριογραφία αγνόησε, σε μεγάλο βαθμό, το έργο τού Κορδάτου, με κύρια εξαίρεση τις μελέτες του για το εργατικό και αγροτικό κίνημα στη χώρα μας, μοναδικά σημεία αναφοράς για τα σχετικά ζητήματα επί πολλές δεκαετίες.» (Β. Καραμανωλάκης, enet.gr).
Δυο δεκαετίες ήταν καταπιασμένος ο συγγραφέας με τη μελέτη τής ιστορίας τού χριστιανισμού κι ειδικότερα με την Παλαιά Διαθήκη. Η πρώτη έκδοση τής «Παλαιάς Διαθήκης στο φως τής κριτικής» έγινε στην Αθήνα το 1947. Μέχρι τότε, λίγες σχετικές εργασίες είχαν δημοσιευτεί στη χώρα μας κι αυτές ήταν στα καλούπια τής επίσημης θεολογίας. Δεν ήταν εκείνες, που θα γκρέμιζαν τις προλήψεις και θα άνοιγαν διάπλατα το δρόμο τής έρευνας και τής κριτικής, πράγμα, που κατάφερε ο Κορδάτος και με το βιβλίο αυτό, αλλά και με άλλα επίσης σχετικά βιβλία του, όπως το «Αρχαίες θρησκείες και χριστιανισμός» (1927) και το «Ιησούς Χριστός και χριστιανισμός» (δύο τόμοι, 1975).
Η «Παλαιά Διαθήκη στο φως τής κριτικής» αποτελεί ένα πρωτοποριακό για την εποχή του βιβλίο, που δεν έχει όμως, ακόμα ξεπεραστεί κι όχι ένα απλό συλλεκτικό κομμάτι τής βιβλιοθήκης μας.
Κατεβάστε ολόκληρο το βιβλίο. (295 σελίδες, αρχείο μορφής pdf, 8,28 ΜΒ).