Ο Αυγουστίνος (354-430 μ. Χ.) ήθελε απεγνωσμένα να γνωρίζει την αλήθεια. Όντας χριστιανός πίστευε στο Θεό. Όμως η πίστη του άφηνε αναπάντητα πολλά ερωτήματα. Τι ήθελε ο Θεός από αυτόν να κάνει; Πως όφειλε να ζει; Σε τι όφειλε να πιστεύει; Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σκεπτόμενος αυτά τα ερωτήματα και γράφοντας γι’ αυτά. Το τίμημα είναι πολύ υψηλό. Για όσους πιστεύουν στην πιθανότητα της αιώνιας κόλασης, ένα φιλοσοφικό λάθος μπορεί να έχει τρομερές συνέπειες. Κατά την άποψη του Αυγουστίνου, αν έσφαλλε μπορεί να κατέληγε να καίγεται στο θειάφι για πάντα. Ένα πρόβλημα που τον απασχολούσε ιδιαίτερα ήταν το γιατί ο Θεός επέτρεπε το κακό στον κόσμο. Ο Αυγουστίνος έδωσε μια απάντηση που εξακολουθεί να είναι δημοφιλής σε πολλούς πιστούς. […]
Η μητέρα του Αυγουστίνου ήταν χριστιανή, αλλά ο πατέρας του πίστευε σε μια τοπική θρησκεία. Ύστερα από μια άγρια νιότη και πρώιμη εφηβεία, κατά την οποία απέκτησε ένα παιδί με μια ερωμένη, ο Αυγουστίνος προσηλυτίστηκε στον χριστιανισμό όταν ήταν 30 ετών, ενώ κάποια στιγμή έγινε Επίσκοπος Ιππώνος. […] Στη μετέπειτα ζωή του έγραψε πολλά βιβλία, όπως τις Εξομολογήσεις, την Πολιτεία του Θεού και κάπου εκατό ακόμα. Είχε επηρεαστεί πολύ από τον Πλάτωνα, αλλά τον ερμήνευσε χριστιανικά.
Οι περισσότεροι χριστιανοί πιστεύουν πως ο Θεός έχει ειδικές δυνάμεις: είναι υπέρτατα καλός, γνωρίζει τα πάντα και μπορεί να κάνει τα πάντα. Όλα αυτά ενυπάρχουν στον ορισμό του «Θεού». Ο Θεός δεν θα ήταν θεός αν δεν είχε αυτές τις ιδιότητες. Σε πολλές άλλες θρησκείες περιγράφεται ο Θεός με παρόμοιο τρόπο, αλλά ο Αυγουστίνος ενδιαφερόταν μόνο για τη χριστιανική οπτική.
Όποιος πιστεύει σε αυτό τον Θεό θα πρέπει να παραδεχτεί πως υπάρχει πολλή οδύνη στον κόσμο. Αυτό δύσκολα θα το αρνιόταν κανείς. Η οδύνη οφείλεται εν μέρει σε φυσικά φαινόμενα, όπως είναι οι σεισμοί και οι ασθένειες. Η οδύνη οφείλεται εν μέρει και στο ηθικό κακό που προξενούν οι άνθρωποι. Ο φόνος και τα βασανιστήρια είναι δύο προφανή παραδείγματα ηθικού κακού. Πολύ προτού γράψει ο Αυγουστίνος, ο Έλληνας φιλόσοφος Επίκουρος είχε καταλάβει ότι αυτό αποτελεί πρόβλημα. Πως γίνεται ένας αγαθός, παντοδύναμος Θεός να ανέχεται το κακό; Αν ο Θεός είναι παντοδύναμος και δε φαίνεται να θέλει να το σταματήσει, πως γίνεται να είναι πανάγαθος; Αυτό δε φαίνεται να βγάζει νόημα. Ακόμα και σήμερα απασχολεί πολλούς ανθρώπους. Ο Αυγουστίνος εστίασε στο ηθικό κακό. Αναγνώρισε ότι είναι μάλλον ακατανόητη η ιδέα ενός αγαθού Θεού που γνωρίζει ότι το κακό συμβαίνει και δεν κάνει τίποτα για να το εμποδίσει. Δεν του άρεσε η ιδέα ότι ο Θεός πράττει με μυστηριώδεις τρόπους που βρίσκονται πέραν της ανθρώπινης κατανόησης. Ο Αυγουστίνος ήθελε απαντήσεις.
[…] Ο Θεός πρέπει να ξέρει τι συμβαίνει, αφού ξέρει τα πάντα. Τίποτα δεν του διαφεύγει. Και πρέπει να θέλει να μη συμβαίνει το κακό, αφού μόνο τότε έχει νόημα να θεωρείται πανάγαθος. Εν τούτοις ο δολοφόνος σκοτώνει το θύμα του […] Τι συμβαίνει λοιπόν; Αυτό είναι το κλασικό Πρόβλημα του Κακού, δηλαδή το πώς να εξηγήσουμε γιατί ο Θεός επιτρέπει τέτοια πράγματα […] Υπό μία έννοια, ο Θεός πρέπει να θέλησε το κακό να γίνει.
Όταν ήταν νέος, ο Αυγουστίνος απέφευγε να πιστεύει πως ο Θεός ήθελε το κακό να συμβαίνει. Ήταν Μανιχαϊστής. Ο Μανιχαϊσμός ήταν μια θρησκεία που προερχόταν από την Περσία. Οι Μανιχαϊστές πίστευαν πως ο Θεός δεν ήταν πανίσχυρος. Απεναντίας, υπήρχε μια ατελείωτη πάλη ανάμεσα στις εξίσου ισχυρές δυνάμεις του καλού και του κακού. Έτσι, από αυτή την άποψη, ο Θεός και ο Σατανάς αγωνίζονται συνέχεια για τον έλεγχο. Αμφότεροι είναι πολύ ισχυροί, ώστε να νικήσει ο ένας τον άλλον.
[…] Οι Μανιχαϊστές θα εξηγούσαν τις πράξεις του δολοφόνου ως συνέπεια των δυνάμεων του σκότους που βρίσκονται μέσα του και τον οδήγησαν στο κακό. Αυτές οι δυνάμεις είναι τόσο ισχυρές σε ένα άτομο, ώστε οι δυνάμεις της φωτός δεν μπορούν να τις νικήσουν.
Αργότερα, ωστόσο ο Αυγουστίνος απέρριψε τη μανιχαϊστική προσέγγιση. Δεν καταλάβαινε γιατί η μάχη μεταξύ του καλού και κακού είναι ατελείωτη. Γιατί ο Θεός δεν κερδίζει τον αγώνα; […] Αν όμως ο Θεός ήταν αληθινά παντοδύναμος, όπως κατέληξε να πιστεύει ο Αυγουστίνος, το πρόβλημα του κακού παρέμενε. Γιατί ο Θεός επέτρεπε το κακό; Γιατί υπήρχε τόσο κακό; […] η βασική λύση που έδωσε στηρίζεται στην ύπαρξη της ελεύθερης βούλησης, δηλαδή στην ικανότητα του ανθρώπου να επιλέγει τι θα κάνει μετά. Αυτό είναι γνωστό ως Υπεράσπιση της Ελεύθερης Βούλησης. Πρόκειται για τη θεοδικία – την προσπάθεια να εξηγήσει και να υπερασπίσει κανείς την ιδέα πως ένας αγαθός Θεός επιτρέπει την οδύνη.
Ο Θεός μας έδωσε την ελεύθερη βούληση. Για παράδειγμα, μπορείτε να επιλέξετε αν θα διαβάσετε την επόμενη πρόταση. Είναι επιλογή σας. Αν κανείς δε σας αναγκάσει να συνεχίσετε το διάβασμα, τότε έχετε την ελευθερία να το σταματήσετε. Ο Αυγουστίνος θεωρούσε καλή την ελεύθερη βούληση, αφού μας επιτρέπει να πράττουμε ηθικά. Μπορούμε να επιλέγουμε να είμαστε καλοί, γεγονός που για τον Αυγουστίνο σήμαινε να ακολουθούμε τις επιταγές του Θεού, ιδίως τις Δέκα Εντολές, όπως και την εντολή του Ιησού «Αγάπα τον πλησίον σου». Όμως, ως συνέπεια της ελεύθερης βούλησης, ενδέχεται να αποφασίζουμε να κάνουμε το κακό. […] Αυτό συμβαίνει συχνά όταν τα συναισθήματά μας υπερισχύουν της λογικής μας […] Ο Αυγουστίνος πίστευε πως η ορθολογική πλευρά του εαυτού μας πρέπει να ελέγχει τα πάθη, μια άποψη που συμμεριζόταν με τον Πλάτωνα.
Οι άνθρωποι, σε αντίθεση με τα ζώα, έχουν τη δύναμη του ορθού λόγου και πρέπει να την αξιοποιούν. […] Ο Αυγουστίνος πρέσβευε πως ήταν πολύ καλύτερο το ότι μας πρόσφερε την επιλογή. Ειδάλλως θα ήμασταν μαριονέτες, τα νήματα των οποίων θα κινούσε ο Θεός ώστε να συμπεριφερόμαστε σωστά. Δεν θα είχε νόημα να σκεφτόμαστε πώς να συμπεριφερόμαστε αφού θα επιλέγαμε αυτόματα το καλό.
Συνεπώς, ο Θεός είναι αρκούντως ισχυρός για να εμποδίζει κάθε κακό. Αλλά το γεγονός ότι το κακό υπάρχει δεν οφείλεται άμεσα στο Θεό. Το ηθικό κακό είναι αποτέλεσμα των επιλογών μας. Ο Αυγουστίνος πίστευε πως αυτό οφείλεται εν μέρει στις επιλογές του Αδάμ και της Εύας […] Αυτό το αμάρτημα, το Προπατορικό Αμάρτημα, δεν είναι απλώς κάτι που επηρέασε τη ζωή μας. Κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως, πληρώνει αυτό το τίμημα. Ο Αυγουστίνος πίστευε πως το Προπατορικό Αμάρτημα περνά από κάθε νέα γενιά με την πράξη της σεξουαλικής αναπαραγωγής. Ακόμα και ένα παιδί, από τις πρώτες στιγμές του, φέρει ίχνη αυτού του αμαρτήματος. Το Προπατορικό Αμάρτημα μας κάνει να αμαρτάνουμε.
Για πολλούς αναγνώστες, η ιδέα ότι φταίμε και τιμωρούμαστε για πράξεις που έκανε κάποιος άλλος δεν είναι εύκολα αποδεκτό. Μοιάζει άδικο. Αλλά η ιδέα ότι το κακό οφείλεται στην ελεύθερη βούληση μας και όχι άμεσα στο Θεό εξακολουθεί να πείθει πολλούς πιστούς – τους επιτρέπει να πιστεύουν σε έναν παντογνώστη, παντοδύναμο και πανάγαθο Θεό.
Nigel Warburton, Μικρή ιστορία της φιλοσοφίας
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ, 2012, σελ. 49-55)