Ο Ξενοφάνης ήταν φιλόσοφος και ποιητής και συχνά θεωρείται ως ιδρυτής της Ελεατικής σχολής. Γεννήθηκε στη μικρασιατική Κολοφώνα και όταν οι Πέρσες κατέκτησαν την Ιωνία, στα 546, εκπατρίσθηκε στην ηλικία των 25 ετών οπότε επί πολλά έτη περιερχόταν στις ελληνικές πόλεις σαν ποιητής και ραψωδός. Όντας εξαιρετικά φτωχός, έγραφε ιάμβους και ελεγείες, μεταξύ των οποίων εποποιίες για την ίδρυση του Κολοφώνα και της Ελέας. Τέλος εγκαταστάθηκε στην Ελέα, αποικία που ίδρυσαν στη Μεγάλη Ελλάδα οι πρόσφυγες της Ιωνίας.
Η ιστορία τον κατέγραψε γιατί άσκησε κριτική στον αρχαίο θρησκευτικό ανθρωπομορφισμό, αλλά και για την ώθηση που έδωσε με τη σκέψη του στο μονοθεϊσμό και σε ορισμένες πρωτοποριακές ιδέες του σε τομείς της γνώσης.
Το φιλοσοφικό του έργο κατεστράφη και μόνο από μερικά λείψανα του έργου του «Περί φύσεως», διδακτικού έπους, και τις μαρτυρίες του Αριστοτέλη, Θεοφράστου κ.α., γνωρίζουμε τι πίστευε. Ο Ξενοφάνης μεταφέροντας τη φιλοσοφία από την Ανατολή στη Δύση, προσέδωσε σ’ αυτήν καθαρά θρησκευτική χροιά. Υπήρξε τολμηρός ελεγκτής της πολυθεϊστικής θρησκείας των Ελλήνων, ύψωσε φωνή εναντίον της, και καταφέρθηκε με δριμύτητα κατά των κοσμογονικών προλήψεων και των ηθικών αρχών της ελληνικής Μυθολογίας.
Ο Ξενοφάνης αγανακτούσε κυρίως και σάρκαζε για το λόγο ότι η Μυθολογία είχε πλάσει ένα πλήθος από θεούς ανθρωπόμορφους, με όλα τα πάθη και τα ελαττώματα των θνητών. Ότι ο Θεός είναι ένας και αυτός είναι όλος όμμα, όλος ους, όλος νους, και άρχει άσκοπα με την ίδια του τη διάνοια. Όντας αναλλοίωτος και ακίνητος, δεν έχει ανάγκη να μεταναστεύσει από τόπο σε τόπο για να εκτελεί τα θελήματά του. Είναι πανταχού παρών. Η μόνη αυτή θεότητα του Ξενοφάνη εναρμονίζεται με το Σύμπαν, οπότε ο μονοθεϊσμός του είναι ταυτόχρονα και πανθεϊσμός. Ο Αριστοτέλης γι αυτό αποκαλούσε τον Ξενοφάνη «πρώτο οπαδό του Ενός».
Ο Ξενοφάνης ασκεί σκληρή κριτική στην ανθρώπινη μορφή που έχουν οι θεοί της εποχής του και το ελάττωμα των ιερατείων να ταυτίζουν τους θεούς με τα ανθρώπινα μέτρα.
Η Ιωνική Φυσική που ανακάλυψε την έννοια της Ενότητας και της Ολότητας του κόσμου, βοήθησε τον Ξενοφάνη στην σύλληψη του θείου και η έννοια του Θεού ορίζεται ως αρχή και ουσία του Σύμπαντος κόσμου.
Η Ιωνική Φυσική που ανακάλυψε την έννοια της Ενότητας και της Ολότητας του κόσμου, βοήθησε τον Ξενοφάνη στην σύλληψη του θείου και η έννοια του Θεού ορίζεται ως αρχή και ουσία του Σύμπαντος κόσμου.
Ο Ξενοφάνης είναι λοιπόν ένας αμφισβητίας. Αμφισβητεί τις ανθρωπομορφικές ιδιότητες που αποδίδουν οι προγενέστεροί του Όμηρος και Ησίοδος στους θεούς. Τούτο το κάνει όχι γιατί επιθυμεί να δει τον κόσμο με το μάτι του υλιστή, αλλά γιατί θεωρεί ότι η θεότητα δεν μπορεί να έχει σχέση με τις ιδιότητες που της αποδίδουν. Όλα εκείνα που σχετίζονται με τις κατηγόριες και επικρίσεις μεταξύ των ανθρώπων: την κλοπή, τη μοιχεία και την αμοιβαία εξαπάτηση.
Η βάση της αμφισβήτησης του Ξενοφάνη για τις απόψεις των ποιητών οφείλεται στο γεγονός πως θεωρούσε ότι η σκανδαλώδης συμπεριφορά των Θεών είναι ασυμβίβαστη με την καλοσύνη ή η τελειότητα που υποτίθεται ότι κατέχει οποιαδήποτε θεία ύπαρξη.
Σε κάποια γνωστά αποσπάσματα του έργου του, ο Ξενοφάνης σχολιάζει τη γενική τάση των ανθρώπινων όντων να αντιλαμβάνονται τα θεία όντα με ανθρώπινη μορφή: Αλλά οι θνητοί υποθέτουν πως οι θεοί γεννιούνται, Ότι φορούν τα ρούχα τους και έχουν φωνή και σώμα. Για παράδειγμα γράφει:
Οι Αιθίοπες λένε ότι οι θεοί τους είναι μαύροι με κοντή μύτη Οι Θράκες πως οι δικοί τους είναι γαλανομάτηδες και κοκκινοτρίχηδες.
αν τα άλογα και τα βόδια είχαν τα χέρια και μπορούσαν να ζωγραφίσουν οι θεοί τους θα ‘μοιαζαν πολύ με άλογα και βόδια.
Ο Ξενοφάνης ύψωσε μια διαφορετική φωνή. Και το έκανε άλλοτε γελοιοποιώντας τον Πυθαγόρα και τον ισχυρισμό του πως στο γαύγισμα ενός σκύλου αναγνώρισε την ψυχή ενός πεθαμένου φίλου του, άλλοτε επιτιθέμενος στη μαντεία και άλλοτε αρνούμενος τις θεϊκές ιδιότητες, έτσι όπως τις κατέγραφαν οι προγενέστεροι αλλά και οι σύγχρονοί του. Ωστόσο, είχε τη δική του – μάλλον αφαιρετική και εξευγενισμένη- άποψη για τη φύση της θεότητας.
Εκεί, όμως που φαίνεται ξεκάθαρα η θέση του, ιδιαίτερα προωθημένη για την εποχή του, είναι ο χαρακτηρισμός της φύσης της θεότητας που γίνεται στα αποσπάσματα B 23-26 και κυρίως στο B 23:
Ένας θεός μέγιστος μεταξύ των θεών και των ανθρώπων. Καθόλου δε μοιάζει με τους θνητούς στο σώμα ή τη σκέψη.
Η επαναστατική αυτή ιδέα ανεβάζει την Θεότητα στην κορυφή της πνευματικής ανάτασης του ανθρώπου και το «ρεύμα» της διαμορφώνει τις βασικές αρχές της ιστορίας του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού.
Η κληρονομιά του Ξενοφάνη
Πολλοί μεταγενέστεροι συγγραφείς προσδιόρισαν τον Ξενοφάνη ως δάσκαλο του Παρμενίδη και ιδρυτή της ελεατικής σχολής των φιλοσόφων εξαιτίας της άποψής του ότι, παρά την πολλαπλότητα των μορφών, υπάρχει ένα ακίνητο, αμετάβλητο και αιώνιο «ένα». Τούτη η άποψη για τον Ξενοφάνη είναι στηριγμένη κατά ένα μεγάλο μέρος στην αναφορά του Πλάτωνα για την «ελεατική φυλή μας, που ξεκινά από τον Ξενοφάνη και ακόμα νωρίτερα» και την παρατήρηση του Αριστοτέλη ότι «… όσον αφορά ολόκληρο τον κόσμο, λέει ότι αυτός είναι ο θεός" .
Στη Δημοκρατία, ο Πλάτων αυτο-παρουσιάζεται ως πνευματικός κληρονόμος του Ξενοφάνη, επικρίνοντας τις ιστορίες των ποιητών για τους θεούς, και απαιτώντας μετριοπάθεια. Η σύλληψη του Ξενοφάνη για τον «ένα μέγιστο Θεό» ενθάρρυνε τον Ηράκλειτο να διατυπώσει την πίστη του σε μια διάνοια που καθοδηγεί όλα τα πράγματα. Οδήγησε επίσης τον Αναξαγόρα στη διατύπωση της θεωρίας του νου και τον Αριστοτέλη στον απολογισμό του για το θείο νου που εμπνέει προς την κατεύθυνση της τελειότητας.
Αν και δεν υπάρχει κάποια άμεση διασύνδεση, μπορούμε να πούμε πως οι μεγάλοι εκπρόσωποι της ψυχολογικής θεώρησης του κόσμου όπως ο Κ. Γκ. Γιουνγκ ή ο Ζ. Φρόιντ είναι οι σύγχρονοι διάδοχοι των παρατηρήσεων του Ξενοφάνη για τη γενική τάση των ανθρώπινων όντων να συλλαμβάνουν τη θεότητα από την άποψη των δικών τους ιδιοτήτων και ικανοτήτων.
Πολύ περισσότερο πολύτιμη, όμως, είναι η προσφορά του στην πρωτοποριακή εξερεύνηση των όρων κάτω από τους οποίους τα ανθρώπινα όντα μπορούν να επιτύχουν τη γνώση της αλήθειας. Οι Ίωνες προκάτοχοί του άρχισαν τη μελέτη των φαινομένων «επάνω από τους ουρανούς και κάτω από τη γη». Αλλά, από όσα γνωρίζουμε μέχρι τώρα, δεν έστρεψαν τα πυρά τους προς την κατεύθυνση των μεγάλων ποιητών της αρχαίας Ελλάδας, ούτε επιδίωξαν μέσω των διδασκαλιών τους να διορθώσουν ή να βελτιώσουν τη συμπεριφορά των συμπολιτών τους. Αν και πολλές πτυχές της σκέψης του παραμένουν ακόμα θέμα προς συζήτηση και ανάλυση, ο Ξενοφάνης ήταν σαφώς ένας πολυδιάστατος φιλόσοφος αμφισβητίας, που άφησε το σημάδι του σε πολλές πτυχές της μεταγενέστερης ελληνικής σκέψης.
Μια πολύτιμη πρόταση στα αποσπάσματά του, μια πρόταση άρτια αισθητικά, τον κατατάσσει στους μεγάλους χρησμωδούς της φιλοσοφίας: "δόκος επί πάσι τέτυκται" (για όλα έχουμε μόνο εικασίες). H θέση του κολοφώνιου στοχαστή είναι μια προαγγελία της αριστοτελικής σύλληψης του θείου ως του "κινούντος ακινήτου".
Έγραψε: "Οι κόσμοι είναι άπειροι"
"Ό,τι γεννιέται είναι φθαρτό και η ψυχή είναι πνεύμα"
"Τα περισσότερα είναι κατώτερα από το νου"
"Δεν υπάρχει ούτε θα υπάρξει άνθρωπος που να γνωρίζει κάτι με σαφήνεια”
Από wikipedia και άλλες πηγές του δικτύου