Ιστορίες πλάνης - Point of view

Εν τάχει

Ιστορίες πλάνης






Οι χριστιανοί όλων των εποχών ξέρουν εκ πείρας ότι, εκτός από το Θεό και τους αγγέλους Του, υπάρχουν και άλλα όντα, σκοτεινοί άγγελοι, που μισούν το Θεό και εκείνους που Τον αγαπούν. Οι σκοτεινοί αυτοί άγγελοι, που είναι ψεύτες και πονηροί, μπορούν να εμφανιστούν στους ανθρώπους ως άγγελοι του Φωτός, ή ακόμη και ως ο Θεός ο Ίδιος, για να τους παραπλανήσουν, ώστε να τους αποδώσουν λατρεία.
Ήδη μέσα στην Καινή Διαθήκη, ο μέγας απόστολος Παύλος, μαθητής του Ιησού, προειδοποιεί τους χριστιανούς ότι ο διάβολος «μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός» (Β΄ επιστολή προς Κορινθίους, 11, 14), ενώ ο επίσης μέγας απόστολος Ιωάννης παραγγέλλει στους χριστιανούς να μην πιστεύουν κάθε πνεύμα που τους εμφανίζεται, αλλά να υποβάλλουν τα πνεύματα σε προσεχτική δοκιμασία, για να μην εξαπατηθούν (Α΄ επιστολή Ιωάννου, 4, 1). Ο ίδιος μάλιστα δίνει ένα κριτήριο, για να το χρησιμοποιήσουν οι χριστιανοί σ’ αυτή τη δοκιμασία: «παν πνεύμα ό ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού εστί. και παν πνεύμα ό μη ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού ουκ εστίν» («κάθε πνεύμα, που παραδέχεται ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε με σάρκα, προέρχεται από το Θεό, και κάθε πνεύμα, που δεν παραδέχεται ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε με σάρκα, δεν προέρχεται από το Θεό», στο ίδιο, 4, 2-3). Η συγκεκριμένη «δοκιμασία» του πνεύματος οφείλεται στο ότι αυτήν ακριβώς τη χριστιανική διδασκαλία (την αληθινή ανθρώπινη φύση του Χριστού) απέρριπταν οι γνωστικοί διδάσκαλοι, θεωρώντας το ανθρώπινο σώμα και την ύλη γενικά ως δημιουργία κατώτερης θεότητας και έδρα του κακού.
Η δοκιμασία που πρότεινε ο άγιος Ιωάννης εφαρμόστηκε σε όλες τις εποχές του χριστιανισμού και ονομάζεται «διάκρισις των πνευμάτων». Μέσα στους αιώνες καταγράφονται πάρα πολλές περιπτώσεις απατηλών εμφανίσεων σκοτεινών πνευμάτων, μεταμφιεσμένων σε φωτεινά, που έδιναν δήθεν στους ανθρώπους οράματα, αλλά ακόμη και το χάρισμα της προφητείας ή των θαυμάτων, ενώ στην πραγματικότητα τους εξαπατούσαν, για να τους παρασύρουν κοντά τους. Οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού ανέπτυξαν πολύ λεπτά πνευματικά αισθητήρια, για να μπορούν να διακρίνουν τα αληθινά οράματα του Θεού και των αγγέλων από τα ψευδή οράματα των αντίθετων προς το Θεό δυνάμεων. Και συνέστησαν επίμονα (και συνιστούν ακόμη, γιατί πάντα υπάρχουν άγιοι χριστιανοί διδάσκαλοι) στους χριστιανούς να μην πιστεύουν κάθε υπερφυσικό σημείο που εμφανίζεται στη ζωή τους, αλλά να το απορρίπτουν, να προσεύχονται στο Θεό να τους απαλλάξει απ’ αυτό και να εξομολογούνται με ταπείνωση σε έναν έμπειρο πνευματικό (πνευματικό πατέρα, «γέροντα»), για να αξιολογούν τις καταστάσεις όπως πρέπει και όχι επιπόλαια.
Ένα πρώτο κριτήριο, που μπορεί να βρει κάποιος στα κείμενα των ορθόδοξων ασκητών (π.χ. σε πολλά έργα αγίων που περιλαμβάνονται στη μεγάλη συλλογή Φιλοκαλία, καθώς και στη διδασκαλία του σύγχρονου αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη), είναι ότι το γνήσιο θεϊκό βίωμα προκαλεί στον άνθρωπο γαλήνη και αγάπη προς τους εχθρούς, ενώ το ψευδοβίωμα προκαλεί αποστροφή ή ταραχή, έστω κι αν συνοδεύεται με κάποιο αίσθημα ενθουσιασμού ή «χαράς». Αυτό το κριτήριο όμως δεν είναι απόλυτα ασφαλές, γιατί ένας αρχάριος μπορεί να νομίζει ότι αισθάνεται γαλήνη ακόμη και σε κατάσταση πλάνης, γι’ αυτό όλοι οι δάσκαλοι της ορθόδοξης πνευματικότητας συνιστούν επίμονα να μην επιθυμούμε ούτε να επιδιώκουμε, αλλά αντιθέτως να αποφεύγουμε τις «υπερφυσικές» εμπειρίες (και να τις αγνοούμε νηφάλια, αν εμφανιστούν), δίνοντας έμφαση μόνο στην προσπάθειά μας για την κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη και την εγκατάσταση σ’ αυτήν της παγκόσμιας εν Χριστώ αγάπης.
Αν σε μένα (ό μη γένοιτο), που είμαι ένας εγωιστής άνθρωπος, αρχίσει να εμφανίζεται ο Θεός, η Παναγία ή ένα άλλο άγιο πρόσωπο, κινδυνεύω να πέσω θύμα του εγωισμού μου, ο οποίος θα κολακευτεί και θα διογκωθεί, και να αποδώσω λατρεία στον εχθρό αντί για το Θεό.
Θα σταχυολογήσουμε εδώ μερικές ιστορίες πλάνης, επιχειρώντας να καταδείξουμε στους αναγνώστες μας τη λεπτότητα και πολυμορφία των παγίδων, τις συνέπειες από την πτώση σε αυτές, καθώς και αξιοπρόσεκτες περιπτώσεις αποφυγής τους. Οι ιστορίες πλάνης γίνονται εξαιρετικά επίκαιρες, για δύο κυρίως λόγους:
α) Γιατί φανερώνουν ότι τα πνευματικά βιώματα των χριστιανών (τουλάχιστον στον αρχαίο χριστιανισμό και στον ορθόδοξο) δεν γίνονται αποδεκτά χωρίς κρίση και αξιολόγηση, πράγμα που οφείλει να προβληματίσει κάθε «ορθολογιστή», που τα απορρίπτει ασυζητητί για ιδεολογικούς λόγους, και να τον παρακινήσει σε περαιτέρω έρευνα.
β) Γιατί τις τελευταίες δεκαετίες, στο δυτικό κόσμο, που αποστατεί μαζικά από το χριστιανισμό, έχει ανακάμψει ο μυστικισμός και ο πνευματισμός κάθε είδους και γνωρίζει έξαρση η αναζήτηση «εμπειριών» με διάφορες «μεθόδους», που τα αποτελέσματά τους δυστυχώς δεν αξιολογούνται με προσοχή. Οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού διδάσκουν από την εμπειρία τους ότι ένα πνευματικό βίωμα μπορεί να είναι αληθινό, όμως δεν είναι οπωσδήποτε αυτό που φαίνεται – επομένως δεν είναι συνετό να του «παραδοθούμε» με εμπιστοσύνη άνευ όρων.
1. Το «ουράνιο ένδυμα»
Η παρακάτω περίπτωση περιλαμβάνεται και σχολιάζεται στην κλασική πλέον μελέτη του Αμερικανού ορθόδοξου διδασκάλου π. Σεραφείμ Ρόουζ Orthodoxy and the religion of the future (έκδ. St. Herman of Alaska Brotherhood, Platina, California, USA), από την οποία και τη λαμβάνουμε (1).
…Ο βίος του αγίου Μαρτίνου της Tours (+397) από το μαθητή του Σουλπίτιο Σεβήρο, έχει ένα ενδιαφέρον παράδειγμα δαιμονικής ισχύος σε συνδυασμό με μια παράξενη «υλική» εκδήλωση που μοιάζει με τις σημερινές «στενές επαφές» με UFO: Ένας νέος ονόματι Ανατόλιος έγινε μοναχός κοντά στο μοναστήρι του αγίου Μαρτίνου [του αγίου Μαρτίνου της Tours (+397) του Ελεήμονος και Θαυματουργού, ενός από τους σημαντικότερους αγίους του αρχαίου δυτικού χριστιανισμού (2)], αλλά από ψεύτικη ταπείνωση έπεσε θύμα δαιμονικής πλάνης. Φανταζόταν ότι διαλεγόταν με «αγγέλους», και με σκοπό να πείσουν τους άλλους για την αγιότητά του, αυτοί οι «άγγελοι» συμφώνησαν να του δώσουν «ένα λαμπρό ένδυμα από τον ουρανό» ως σημείο της «δύναμης του Θεού» που κατοικούσε στο νεαρό. Μια βραδυά γύρω στα μεσάνυχτα ακούστηκε τρομερός υπόκωφος κρότος από πόδια που χόρευαν κι ένα βουητό σαν από πολλές φωνές στο ερημητήριο, και το κελλί του Ανατόλιου άστραψε από φως. Μετά έγινε σιωπή, και ο παραπλανημένος ξεπρόβαλε από το κελλί του με το «ουράνιο» ρούχο. «Έφεραν ένα φως και επιθεωρούσαν όλοι προσεκτικά το ένδυμα .Ήταν υπερβολικά απαλό, με ανυπέρβλητη ελκυστικότητα και με χρώμα λαμπερό κόκκινο, αλλά ήταν αδύνατον να προσδιορίσουν τη φύση του υλικού. Ταυτόχρονα, κάτω από τον πιο εξονυχιστικό έλεγχο από μάτια και δάχτυλα, έμοιαζε να είναι ένα ένδυμα και τίποτε άλλο».
Το επόμενο πρωί, ο πνευματικός πατέρας του Ανατόλιου τον πήρε από το χέρι με σκοπό να τον οδηγήσει στον άγιο Μαρτίνο, για να ανακαλύψει αν αυτό ήταν όντως κόλπο του διαβόλου. Φοβισμένος, ο παραπλανημένος αρνήθηκε να πάει, «και καθώς τον εξανάγκαζαν να πάει τη θέλησή του, το ένδυμα εξαφανίστηκε μέσα από τα χέρια εκείνων που τον τραβούσαν». Ο συγγραφέας της αφήγησης (ο οποίος είτε είδε το συμβάν ο ίδιος είτε το άκουσε από αυτόπτη μάρτυρα) συμπεραίνει ότι «ο διάβολος ήταν ανίκανος να συνεχίσει τις παραισθήσεις του ή να αποκρύψει τη φύση τους όταν θα υποβάλλονταν στα μάτια του Μαρτίνου». «Ήταν τόσο ολοκληρωτικά στην εξουσία του να βλέπει τον διάβολο, που τον αναγνώριζε κάτω από οποιαδήποτε μορφή, είτε διατηρούσε το δικό του χαρακτήρα είτε μεταμορφωνόταν σε κάποιο από τα ποικίλα σχήματα της “πνευματικής ανομίας”» - περιλαμβανομένων των μορφών των ειδωλολατρικών θεών και της εμφάνισης του ίδιου του Χριστού, με βασιλικά ενδύματα και στέμμα και περιβεβλημένου με λαμπρό κόκκινο φως».
2. Ο άγιος Ισαάκ του Κιέβου, ο διά Χριστόν σαλός
Ο άγιος Ισαάκ (3) είναι ένας από τους πρώτους Ρώσους αγίους ασκητές και μόνασε τον 11ο αιώνα στη λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Η ιερή αυτή μονή ιδρύθηκε από τον άγιο Αντώνιο του Κιέβου και αναδείχθηκε τα επόμενα χίλια χρόνια σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της ορθόδοξης πνευματικότητας, κυριολεκτικά φυτώριο αγίων, φυλάσσει δε στα σπλάχνα της πολλά σώματα αγίων άφθαρτα και μυροβλύζοντα, χωρίς φυσικά να είναι ταριχευμένα.
Ο Ισαάκ ήταν πλούσιος έμπορος που, μαθαίνοντας για τον άγιο Αντώνιο του Κιέβου, ένιωσε θείο ζήλο, «ξεφορτώθηκε» την περιουσία του μοιράζοντάς την στους φτωχούς και ήρθε να συναντήσει τον άγιο, με πρόθεση να μονάσει. Ο άγιος τον δέχτηκε και ο Ισαάκ επιδόθηκε σε υπεύθυνο και σοβαρό ασκητικό αγώνα, μέσω του οποίου ανέπτυξε λαμπρές αρετές.
Στη συνέχεια όμως θέλησε να προχωρήσει σε ένα δυσκολότερο στάδιο: να απομονωθεί σε ένα σπήλαιο, στην απόκρημνη όχθη του Δνείπερου. Πήρε την ευλογία του πνευματικού του και έζησε στη μόνωση του σπηλαίου για εφτά χρόνια, φορώντας, αντί για το κοινό τρίχινο μοναχικό ένδυμα, το δέρμα μιας κατσίκας, που το φόρεσε νωπό και το άφησε να στεγνώσει πάνω του.
Όμως ακόμη και με τόση πείρα, αποκτηθείσα με πολυετείς αγώνες, μια στιγμή εγωιστικής αδυναμίας ήταν αρκετή για μια σχεδόν ανεπανόρθωτη πτώση: κάποια νύχτα τον επισκέφτηκαν δύο λευκοφορεμένοι νέοι, που τον κάλεσαν να βγει έξω να προσκυνήσει το Χριστό, που τον επισκεπτόταν αυτοπροσώπως, γιατί ευαρεστήθηκε από τον αγώνα του.
Ο πολύπειρος ερημίτης ενέδωσε και προσκύνησε χωρίς ενδοιασμό το τρίτο πρόσωπο, που ακολουθούσε βαδίζοντας μέσα στη νύχτα. Αίφνης το όραμα άλλαξε μορφή: οι τρεις επισκέπτες έγιναν δαίμονες, που τον παρέσυραν σε αλλόφρονα χορό και, τρομοκρατώντας και απειλώντας τον με τη βεβαίωση ότι ήταν πια δικός τους, τον εγκατέλειψαν μισοπεθαμένο. Σε οικτρή κατάσταση τον ανακάλυψε την άλλη μέρα ο ίδιος ο άγιος Αντώνιος και τον μετέφερε στο μοναστήρι, όπου χρειάστηκε δυόμισι χρόνια φροντίδας και προσευχής για να συνέλθει.
Μετά από τη δοκιμασία αυτή, η συμπεριφορά του αγίου για όλη του τη ζωή ήταν αλλοπρόσαλλη. Είναι σίγουρο ότι, από ένα σημείο και έπειτα, η πνευματική του διαύγεια είχε αποκατασταθεί πλήρως και ζούσε σε μια κατάσταση προσποιητής τρέλας, ως διά Χριστόν σαλός. Η σαλότητα αυτή ήταν μια δικλείδα ασφαλείας, μια θωράκιση εναντίον της υπερηφάνειας, που τον βοήθησε να αναλάβει και να φτάσει σε μεγάλο ύψος αγιότητας. Κοιμήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1090 μ.Χ. και ενταφιάστηκε στο σπήλαιό του.
3. Ο άγιος Νικήτας του Κιέβου
Στην ιστορική μονή του Κιέβου μάς μεταφέρει και η επόμενη περίπτωση που θα εξετάσουμε (4). Ο μοναχός Νικήτας, ενάρετος, αλλά χωρίς να έχει γίνει ακόμη τόσο διαυγής, που να είναι «άτρεπτος» προς το κακό, ζητούσε επίμονα από τον πνευματικό του, τον άγιο Νίκωνα, που ήταν ηγούμενος της μονής και κατά σάρκα αδελφός του, να του επιτρέψει να μονάσει έγκλειστος σε σπήλαιο. Ο σοφός γέροντάς του αρνιόταν, βλέποντας ότι ο αδελφός και μαθητής του έχει ακόμη σκιές πνευματικής ανωριμότητας στην καρδιά του. Επειδή όμως ο μαθητής επέμενε και τον διαβεβαίωνε επιπόλαια ότι «ποτέ δεν θα τον απατούσαν οι παγίδες του εχθρού», ο δάσκαλος υποτάχθηκε και, παρά τη θέλησή του, συναίνεσε. Έτσι, ο μοναχός «υπάκουσε στο λογισμό του» και ικανοποίησε το θέλημά του ασφαλίζοντας από μέσα την πόρτα του κελιού του ή, κατά άλλη πληροφορία, φεύγοντας από το μοναστήρι και κάνοντας κατοικία του μια σπηλιά.
Όμως, λίγες μόλις μέρες μετά τον εγκλεισμό του, ένιωσε μια ουράνια ευωδία στο χώρο γύρω του. “Άγγελος θα είναι” σκέφτηκε αμέσως και, μιμούμενος το ριψοκίνδυνο αίτημα του Μωυσή προς το Θεό, είπε: «Κύριε, εμφάνισέ μου τον εαυτό σου». Ένας άγγελος εμφανίστηκε και του είπε: «Νικήτα, από εδώ και πέρα θα σταματήσεις να προσεύχεσαι και θ’ αρχίσεις να διαβάζεις βιβλία, για να μπορείς να συμβουλεύεις τους ανθρώπους που θα έρχονται σε σένα. Με εντολή του Θεού, εγώ θα προσεύχομαι για σένα». Ο άπειρος μοναχός έπεσε στην παγίδα πολύ εύκολα. Μόνο που ο επισκέπτης δεν ήταν άγγελος, αλλά διάβολος που είχε λάβει μορφή αγγέλου.
Ο Νικήτας έπαψε να προσεύχεται (πράγμα που θα μπορούσε να τον προφυλάξει) και άρχισε να μελετά. Έγινε σοφός σύμβουλος και σιγά σιγά πλήθος προσκυνητών τον επισκεπτόταν ως έμπειρο και χαρισματούχο πνευματικό. Και πράγματι, εμφάνισε ακόμη και προφητικό χάρισμα. Η φήμη του έφτασε στο απόγειό της, όταν κάποτε διαμήνυσε στον πρίγκιπα Ιζιασλάβο: «Σήμερα δολοφονήθηκε στο Ζαβόλτς ο πρίγκιπας του Νόβγκοροντ Γκλέμπ Σβιατοσλάβιτς. Στείλε γρήγορα το γιο σου Σβιατοπόλκ, να πάρει το θρόνο του Νόβγκοροντ».
Ο ηγούμενος Νίκων όμως ήταν επιφυλακτικός και περίμενε... Διαπίστωσε σύντομα ότι, ενώ ο Νικήτας γνώριζε απ’ έξω ολόκληρη σχεδόν την Παλαιά Διαθήκη και τη χρησιμοποιούσε μ’ εκπληκτική ευχέρεια στις συζητήσεις του, δεν ήξερε καθόλου την Καινή Διαθήκη. Δεν τη μελετούσε ποτέ και δεν ήθελε να γίνεται ούτε λόγος γι’ αυτήν! Απ’ αυτή τη συμπεριφορά του οι γέροντες της μονής πείστηκαν ότι είχε πλανηθεί από το διάβολο. Και μια ομάδα επίλεκτων μοναχών, μεταξύ των οποίων ο ηγούμενος Νίκων, ο κατοπινός ηγούμενος Ιωάννης, ο Ποιμένας ο Νηστευτής, ο Ησαΐας, κατοπινός επίσκοπος Ροστώφ, ο Ισαάκιος ο Έγκλειστος, ο Αγαπητός ο Ιαματικός, ο Γρηγόριος ο Θαυματουργός και άλλοι, πήγαν στο κελί του και τον έσυραν διά της βίας στη μονή, ενώ εκείνος, εκτός εαυτού, ωρυόταν, απειλούσε και ούρλιαζε σαν πληγωμένο θηρίο.
Χρειάστηκαν εξορκισμοί και πολυετής προσευχή για να επανέλθει ο Νικήτας στην αρχική του πνευματική καθαρότητα. Η μετάνοιά του τον βοήθησε να καλλιεργήσει την «υψοποιό ταπείνωση» και τελικά αξιώθηκε να γίνει επίσκοπος του Νόβγκοροντ και άγιος. Κοιμήθηκε το 1096.
4. Συνάντηση με το «φύλακα άγγελο»(5)
Ένας νεαρός Ρουμάνος διάκονος, που ήρθε να μονάσει στο Άγιο Όρος το 19ο αιώνα, εξομολογούνταν στο μεγάλο όσιο Αγιορείτη γέροντα Σάββα τον Πνευματικό (1821-1908). Κάποια μέρα του λέει: «Γέροντα, σε παρακαλώ, αύριο μνημόνευσε στη λειτουργία τη μητέρα μου, που κοιμήθηκε και της κάνουν τα τριήμερα».
Ο γέροντας θορυβήθηκε από αυτή την ξαφνική πληροφορία και τον ρώτησε πώς έμαθε τόσο σύντομα ότι η μητέρα του είχε κοιμηθεί στη Ρουμανία (σημειωτέον ότι δεν υπήρχαν τηλέφωνα).
«Μου το είπε ο φύλακας άγγελός μου» είπε ντροπαλά ο διάκονος. Ο γέροντας ξαφνιάστηκε. «Βλέπεις το φύλακα άγγελό σου;» ρώτησε. Ο διάκονος το παραδέχτηκε. «Πόσο καιρό;» «Κάπου δύο χρόνια. Μου παρουσιάστηκε και με συντροφεύει στην προσευχή. Λέμε μαζί τους Χαιρετισμούς, κάνουμε μετάνοιες και ανοίγουμε πνευματικές συζητήσεις». «Και γιατί, παιδί μου, τόσο καιρό, δε μου ανέφερες τίποτε;». «Μου είπε ο άγγελός μου ότι… δεν είναι απαραίτητο».
Ο γέροντας επέστησε την προσοχή στο νεαρό μαθητή του ότι ένα τέτοιο όραμα δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο πνευματικά και τον κάλεσε να υποβάλει τον επισκέπτη του σε δοκιμασία. Να του ζητήσει να πει το «Θεοτόκε Παρθένε» και να κάνει το σημείο του σταυρού. Ο νεαρός δέχτηκε. Η δοκιμασία έγινε με επιτυχία –ο επισκέπτης έκανε ό,τι του ζητήθηκε– αλλά ο γέροντας δεν πείστηκε. Μετά από δύο χρόνια επιρροή, ένας αρχάριος είναι εύκολο να υποβληθεί στην απατηλή ιδέα ότι ακούει ένα τροπάριο ή ότι βλέπει το σημείο του σταυρού. Και ζήτησε μια τελευταία δοκιμασία:
«Ο διάβολος δε μπορεί να διαβάσει μια σκέψη, αν μείνει μέσα σου κρυπτή και αψηλάφητη. Θα κάνω λοιπόν τώρα μια τέτοια σκέψη κι εσύ θα ζητήσεις από τον άγγελό σου να σου αποκαλύψει τι σκέφτηκα».
Η δοκιμασία αυτή αποκάλυψε το αληθινό πρόσωπο του «αγγέλου»: στην αρχή αρνήθηκε, κατόπιν απείλησε το θύμα του ότι με την ασέβειά του θα χάσει τη θεϊκή εύνοια και τέλος εμφανίστηκε με σκοτεινή και τρομερή μορφή και τον διαβεβαίωσε ότι «αύριο τέτοια ώρα», ενισχυμένος από μια ομάδα δαιμόνων, θα τον πάρει στην κόλαση.
Ο διάκονος έμεινε μόνος, σωστό ερείπιο. Τράπηκε σε φυγή και έτρεξε στο καλύβι του πνευματικού του. Άρπαξε το ράσο του και δεν το άφηνε, τρέμοντας όλο και περισσότερο καθώς πλησίασε η ώρα να πραγματοποιηθεί η δαιμονική απειλή. Ο γέροντας Σάββας γονάτισε και προσευχήθηκε έντονα, καλώντας τη βοήθεια του Θεού, και με τη δύναμη της προσευχής του, η επόμενη νύχτα πέρασε χωρίς συνέπειες.
Ο νεαρός Ρουμάνος παρέμεινε στον Άθωνα και σιγά σιγά ωρίμασε πνευματικά και χειροτονήθηκε και ιερέας. Όμως σε όλη του τη ζωή ενοχλούνταν από πειρασμούς, καθώς έμειναν στην ψυχή του αμυχές από τα τραύματα εκείνης της νύχτας και την επήρεια της διετούς σχέσης με τον άγγελο, που δεν ήταν άγγελος.
5. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Τον εικοστό αιώνα, με κέντρο το Άγιο Όρος, αναδείχθηκαν μερικοί κορυφαίοι χριστιανοί άγιοι, που μπορούν να χαρακτηριστούν παγκόσμιοι (ή, πιο δόκιμα, «οικουμενικοί») διδάσκαλοι. Ανάμεσα στους σημαντικότερους είναι χωρίς αμφιβολία δύο Ρώσοι, ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (1866-1934) και ο μαθητής και βιογράφος του γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ (1896-1993), ιδρυτής της μονής του Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ της Αγγλίας, ενός από τα σπουδαιότερα κέντρα της ορθόδοξης πνευματικότητας στο δυτικό κόσμο.
Οι δύο αυτοί χριστιανοί διδάσκαλοι καταθέτουν τη δική τους εμπειρία για τα ψευδοβιώματα, αντίγραφα των αληθινών, που συνιστούν πειρασμούς:
Ως αρχάριος αγωνιστής (δόκιμος μοναχός ακόμη) ο άγιος Σιλουανός γνώρισε τουλάχιστον δύο φορές βιώματα πλάνης. Τη μία φορά, ενώ προσευχόταν στο κελλί του, ο χώρος «γέμισε από ένα ασυνήθιστο φως, που διαπέρασε ακόμη και το σώμα του, έτσι που είδε τι ήταν μέσα από το θώρακά του. Ο λογισμός τού λέει: “Δέξου το, είναι η χάρη”. Η ψυχή όμως του δόκιμου ταράχθηκε και έμεινε σε μεγάλη απορία. Η προσευχή συνέχισε να ενεργείται μέσα του και μετά από αυτό, αλλά το πνεύμα της συντριβής απομακρύνθηκε τόσο, που σε ώρα προσευχής του ήρθε γέλιο. Χτύπησε δυνατά το μέτωπο με τη γροθιά του. Το γέλιο έπαψε, αλλά το πνεύμα της μετάνοιας δεν ξαναγύρισε και η προσευχή του συνεχίσθηκε χωρίς κατάνυξη. Τότε κατάλαβε πως του συνέβη κάτι ανάρμοστο» (6).
Την άλλη φορά, κατά την ώρα της λειτουργίας, ένιωσε ότι άνοιξαν οι ουρανοί και άκουσε τον προφήτη Δαβίδ από τον παράδεισο να υμνεί το Θεό. Αντιλαμβανόμενος ότι πρόκειται περί απάτης, ο άγιος αρνήθηκε και αυτό το βίωμα.
Ας σημειωθεί ότι το γέλιο, που ο άγιος αξιολόγησε όχι ως αποτέλεσμα αυθεντικής θεϊκής χαράς, αλλά ως «ανάρμοστο» ψυχοσωματικό ξέσπασμα, υπενθυμίζει το «γέλιο του Αγίου Πνεύματος», που καταγράφεται ως «πνευματικό βίωμα» στο κίνημα των «αναγεννημένων χριστιανών»:
«Ήμουν τόσο χαρούμενος, που το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να γελώ σωριασμένος στο πάτωμα». «Άρχισα να γελώ… Ήθελα μόνο να γελώ και να γελώ, όπως κάνεις όταν νιώθεις τόσο καλά, που δε μπορείς να μιλήσεις γι’ αυτό. Κρατούσα τα πλευρά μου και γελούσα ώσπου διπλώθηκα στα δύο» (7).
6. Ο γέροντας Σωφρόνιος
Ο μέγας γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ, στο κύκνειο άσμα του, τη συγκλονιστική αυτοβιογραφική και βαθιά θεολογική μελέτη Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, αναφέρει:
«Από των παιδικών μου χρόνων απέκτησα την συνήθειαν να προσεύχωμαι. Πρωΐαν τινά όμως, εις τινά οδόν της Μόσχας, εσφηνώθη εις τον νουν μου η σκέψις: δεν είναι δυνατόν το απόλυτον να είναι “πρόσωπον”. […] Έκτοτε […] ήρχισα να αποσπώμαι από της προσευχής και να στρέφωμαι προς διαλογισμόν εξωχριστιανικού τύπου. Συντόμως, μετά τούτο, κατά τινα νύκτα αφυπνίσθην δι’ ακαταλήπτου τρόπου. Είδον το δωμάτιόν μου πλήρες ανομοιογενούς, τεθλασμένου και παλλομένου φωτός. Η ψυχή μου εταράχθη. Ησθάνθην αποστροφήν προς το όραμα τούτο. Μάλλον ειπείν, δυσφορίαν τινά μεμιγμένην μετά τινος τρόμου, ομοίως προς φόβον τον οποίον προκαλεί όφις εισερχόμενος έρπων εις οικίαν. Εξήλθον εκ του δωματίου μου εις την τραπεζαρίαν, διήλθον εκεί λεπτά τινα και κατόπιν επανήλθον εις την κλίνην μου. Δεν υπήρχε πλέον φως και εκοιμήθην εκ νέου.
»Ολίγον βραδύτερον, κατά την περίοδον της ασκήσεως του υπερβατικού διαλογισμού, εις ον εσημείωσα πρόοδον ως προς την αυτοσυγκέντρωσιν, είδον την διανοητικήν μου ενέργειαν ομοίαν προς φως, ουχί ισχυρόν. Το φως τούτο ευρίσκετο εντός της κρανιακής κοιλότητος και πέριξ αυτής. Η καρδία όμως δεν συμμετείχεν εις αυτό, ζώσα κεχωρισμένως από του εγκεφάλου.
»Μετά παρέλευσιν πολλών ετών αφ’ ότου επεσκέφθη εμέ το έλεος του Υψίστου Θεού [σ.σ: μετά την επιστροφή του στο χριστιανισμό], παρετήρησα ότι το άκτιστον Φως [σ.σ: το αληθινό φως του Θεού] είναι ήρεμον, ακέραιον, ομοιογενές. Ενεργεί επί του νοός, επί της καρδίας, εισέτι δε και επί του σώματος. Κατά την θεωρίαν αυτού [σ.σ: κατά την όρασή του] όλη η ύπαρξις ημών ευρίσκεται εν καταστάσει, την οποίαν η “γη” δεν γνωρίζει. Αυτό το Φως είναι φως αγάπης, φως συνέσεως, φως αθανασίας και θαυμαστής ειρήνης.
»Μετά την εκ νέου εις Χριστόν στροφήν μου, η “ανατολική” εμπειρία μου, ήτις διήρκεσε περίπου επτά ή οκτώ έτη, εφάνη εις το πνεύμα μου ως το πλέον φοβερόν έγκλημα κατά της αγάπης του Θεού…» (8).
Ας σημειωθεί ότι, κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, ο άνθρωπος, όπως και ο άγγελος, ως δημιουργημένος κατ’ εικόνα Θεού, είναι φωτεινό ον. Γι’ αυτό, κατά τη διάρκεια έντονης πνευματικής (μυστικιστικής) εργασίας είναι πιθανόν να δει το όραμα του δικού του νοητού φωτός. Αυτό μπορεί να του προκαλέσει σύγχυση και να νομίζει ότι βρέθηκε σε κατάσταση «φώτισης», ενώ η φώτιση έρχεται με την όραση του άκτιστου Φωτός του Θεού, η οποία επιτυγχάνεται με την καλλιέργεια της ταπείνωσης και της σταυρικής αγάπης και όχι με την εφαρμογή κάποιας τεχνικής.
Κατά μία άποψη, η πτώση του Εωσφόρου συντελέστηκε επειδή ο εκπεσών αρχάγγελος γοητεύτηκε ενατενίζοντας το φως του, το οποίο θεώρησε ίσης ποιότητας με το Φως του Θεού και ο εγωισμός που γεννήθηκε εντός του τον εκτόξευσε μακριά από το Θεό, επειδή ο Θεός είναι Ταπείνωση.
Η διάκριση των πνευμάτων
Όπως η χάρη του αληθινού Θεού μπορεί να εμφανιστεί παντού, άσχετα από την ιδέα που έχεις για το «τι είναι ο Θεός» (γι’ αυτό και παρατηρούμε αληθινά θαύματα σε αγνούς ανθρώπους και εκτός του χριστιανισμού), έτσι και η πλάνη μπορεί να εμφανιστεί παντού, γι’ αυτό και παρατηρούμε ψεύτικα θαύματα και βιώματα και εντός του χριστιανισμού.
Με ποιο τρόπο μπορούμε να αποφύγουμε την πλάνη;
«Οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανικού αγώνα ζητούν από τους ευσεβείς αγωνιστές να μην εμπιστεύονται κανενός είδους εικόνα ή οπτασία που θα εμφανιστεί ξαφνικά μπροστά τους, ούτε ν’ αρχίζουν κουβέντα μαζί της ούτε να της δίνουν καμιά προσοχή. Επίσης τους ζητούν να προφυλάσσουν τον εαυτό τους κατά τη διάρκεια αυτών των εμφανίσεων κάνοντας το σημείο του σταυρού, να κλείνουν τα μάτια τους και, με ακλόνητη επίγνωση της αναξιότητας και της ακαταλληλότητάς τους να βλέπουν άγια πνεύματα, να ικετεύουν το Θεό ζητώντας Του να τους προστατεύει απ’ όλες τις παγίδες και τις πλάνες που με πανουργία επινοούν εναντίον των ανθρώπων τα μοχθηρά πνεύματα» τονίζει ο μεγάλος Ρώσος άγιος του 19ου αιώνα Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ (9).
Οι μυημένοι στις διάφορες τεχνικές του ανατολικού μυστικισμού, κατά κανόνα, επιδιώκουν ως πνευματική πρόοδο την ανάδειξη δυνάμεων, που θεωρούνται κρυμμένες στο «εσώτερο είναι» του ανθρώπου. Πρόκειται για δυνάμεις (σίντι) που ποικίλουν, από σχετικά απλές, όπως η εκπομπή «κυμάτων θετικής ενέργειας», έως «προχωρημένες», όπως το ξύπνημα και η διαχείριση της ενέργειας κουνταλίνι. Τηλεπαθητικές και τηλεκινητικές ικανότητες, αστρικά ταξίδια, θέαση και ανάγνωση της αύρας κ.τ.τ. είναι μερικές από τις ιδιότητες, με τις οποίες «επιβραβεύεται» η σωστή και ακριβής εφαρμογή των ανατολικών τεχνικών.
Αντίθετα, οι χριστιανοί αποφεύγουν την απόχτηση «ξεχωριστών δυνάμεων» και «χαρισμάτων». Με κανένα τρόπο δεν τα επιδιώκουν και, αν συμβούν στη ζωή τους, δεν τα καλλιεργούν. Δεν τα θεωρούν δικά τους, αλλά δώρα του Θεού – αλλά και πιθανόν παγίδες του εχθρού. Γι’ αυτό και τα αποκρούουν. Ακόμη και εξαιρετικά έμπειροι ασκητές, που έχουν περάσει από τις παγίδες και τα μιμητικά βιώματα και μπορούν να διακρίνουν τα γνήσια από τα πλαστά, κατά κανόνα τα δέχονται μετά από εξομολόγηση.
Η εξομολόγηση, κατά τους αγίους χριστιανούς διδασκάλους, είναι απόλυτα απαραίτητη σε περίπτωση που ένας άνθρωπος αρχίσει να βιώνει «ξεχωριστές» και «υπερφυσικές» καταστάσεις στη ζωή του, ιδιαίτερα αν είναι καταστάσεις «ευχάριστες» ή «αποτελεσματικές». Το δρόμο του χριστιανισμού δεν τον βαδίζεις μόνος. Και ο πιο πολύτιμος σύντροφός σου (ο αντίστοιχος του γιατρού, όχι μόνο για ηθικά αλλά γενικώς για πνευματικά θέματα) είναι ο εξομολόγος σου. Αν ο εξομολόγος σου δεν είναι κατάλληλος για σένα, άφησέ τον και αναζήτησε άλλον. Αναζητώντας με ταπείνωση και προσευχή, κι όχι με την κρυφή επιθυμία να βρεις κάποιον που να «αναγνωρίσει την αξία και το μεγαλείο σου», θα συναντήσεις τον κατάλληλο – όχι βέβαια επειδή «το σύμπαν» θα συνωμοτήσει για να πέσεις πάνω του, αλλά επειδή ο Θεός θα σου τον στείλει (10).
Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, ο Μέγας, αντιστάθηκε πέντε χρόνια στο λογισμό που τον καλούσε να εισέλθει στο εσωτερικό της ερήμου, «λέγων μήπως από δαιμόνων εστίν». Και μόνο όταν είδε ότι ο λογισμός επέμενε, παρά την αντίστασή του (που προφανώς περιελάμβανε και «καρδιακή προσευχή» και νηστεία και συμμετοχή στα άγια μυστήρια), μπήκε στην έρημο, όπου συναντήθηκε και συνομίλησε με τους δύο γυμνούς ασκητές. Και τότε ακόμη, δίστασε να τους μιλήσει, μήπως είναι πνεύματα. Και τελικά, όταν επέστρεψε, ευκαιρίας δοθείσης, εξομολογήθηκε το γεγονός παρουσία των γερόντων της συντροφιάς του αγίου Παμβώ (11).
Διφορούμενοι λογισμοί, που καλούν τον αγωνιστή «να εισέλθει στην έρημο» για «μεγαλύτερη άσκηση», είναι κάτι συνηθισμένο στους μοναχούς. Παρόμοια με τον άγιο Μακάριο, δεκαπέντε αιώνες αργότερα, ο άγιος Σιλουανός πολέμήσε έναν τέτοιο λογισμό, που (αντίθετα με την περίπτωση του αγίου Μακαρίου) αποδείχτηκε παγίδα: «Ο λογισμός τού πρότεινε: “Πήγαινε στην έρημο, ντύσου σάκκο και σώζου εκεί”. “Καλά” απάντησε εκείνος, “θα πάω στον ηγούμενο να ζητήσω την ευλογία του”. “Μην πηγαίνεις, ο ηγούμενος δεν θα ευλογήσει” λέει ο λογισμός. […] “Αν ο ηγούμενος δεν ευλογεί, άρα δεν με σπρώχνεις προς το καλό”… Και με ισχυρή θέληση από το βάθος της ψυχής του, είπε: “Εδώ θα πεθάνω για τις αμαρτίες μου”» (12)
Ο άγιος γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης (1924-1994), που έζησε μια οκτάωρη επίσκεψη της αγίας μεγαλομάρτυρος Ευφημίας και είδε σε όραμα τα φοβερά της μαρτύρια, δοκίμασε την αγία ζητώντας της να ψάλει το δοξαστικό της εορτής της Αγίας Τριάδας «Δεύτε, λαοί, την τρισυπόστατον Θεότητα προσκυνήσωμεν…», παρόλο που συνοδευόταν από την Παναγία και τον άγιο Ιωάννη τον Ευαγγελιστή.
Η αγία Πελαγία της Τήνου, που ανακάλυψε την εικόνα της Παναγίας, και ο γέροντας Νέστορας Διονυσιάτης (1872-1957), ανακαινιστής της μονής Κουμπέ, στο Ρέθυμνο, αρνήθηκαν τα όνειρα και τα οράματα που τους καλούσαν να ενεργήσουν, μέχρι που τελικά πείστηκαν ότι προέρχονταν από το Θεό.
Πλήθος παρόμοιων περιπτώσεων καταγράφεται στα αρχαία και σύγχρονα ασκητικά βιβλία όλων των ορθόδοξων λαών, καθώς και πλήθος άλλων, που ενέδωσαν στον πειρασμό με ανεπανόρθωτες συνέπειες. Επιβεβαιώνεται έτσι η υπόδειξη του αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτη (14ος αι.): «Μην παρασύρεστε τόσο γρήγορα από αυτό που βλέπετε, αλλά να έχετε βαρύτητα και, δοκιμάζοντας τα πάντα με προσοχή, δεχτείτε το καλό και απορρίψτε το κακό. Πάντα πρέπει να δοκιμάζετε και να εξετάζετε και μονάχα μετά να πιστεύετε».
Η άρνηση των «χαρισμάτων»
Ο χριστιανός, είτε είναι λαϊκός είτε ιερέας είτε μοναχός, ασκείται μόνο σε έναν αγώνα: στην εντός του αύξηση, κατ’ αρχάς, της ταπείνωσης (εννοείται, ειλικρινούς, όχι υποκριτικής) και, κατά δεύτερον, της αγάπης, που απορρέει από την ταπείνωση. Η αγάπη αυτή είναι σταυρική: κατευθύνεται «οριζόντια» προς το συνάνθρωπο και «κάθετα» προς το Θεό. Καμία άλλη αγωνία δεν τον τυραννά, τίποτε άλλο δεν επιδιώκει και, αν στο βάθος θα ήθελε μια ανταμοιβή, δεν είναι παρά η συγχώρηση των αμαρτιών του και η συνάντηση με το Θεό στον παράδεισο.
Ο άσωτος υιός επιθυμούσε να τον συγχωρήσει ο Πατέρας  και να τον τοποθετήσει ανάμεσα στους δούλους του, όχι να του φορέσει πολυτελή ενδύματα και να τον αποκαταστήσει στην τιμητική του θέση ως υιό του. Άσχετα αν ο Πατέρας, από την αμέτρητη αγάπη που υπερβαίνει τη δικαιοσύνη Του, τον αποκατέστησε πλήρως χωρίς καν να περιμένει την αίτηση συγγνώμης του (έπρεπε βέβαια πρώτα ο νέος να επιστρέψει προς τον Πατέρα οικειοθελώς, αλλιώς θα παρέμενε στην ξενιτιά να πεθάνει, αγκαλιά με την ανύπαρκτη πλέον «περιουσία του»). Ο άσωτος υιός είμαι εγώ, είσαι εσύ, εκτός αν θεωρώ πως είμαι αναμάρτητος – και πώς μπορώ να το ξέρω χωρίς ενδελεχή μελέτη της καρδιάς μου, όχι από τον εαυτό μου, αλλά από έναν έμπειρο και κατά το δυνατόν άγιο, εξομολόγο, φυσικά ορθόδοξο χριστιανό; Στην περίπτωση αυτή δεν ισχύει το «πίστεψε τον εαυτό σου» και «εμπιστέψου τις επιθυμίες σου» ή «άκου τη δίψα σου», αλλά, αντίθετα, «μην εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου, γιατί δεν τον βλέπεις. Χρειάζεσαι έναν καθρέφτη για να τον δεις».
Δε φαντάζεται ποτέ ο αληθινά ώριμος χριστιανός ότι μπορεί να αξιωθεί να γίνει «χαρισματούχος» ή «θαυματουργός» ενώ ζει. Άλλωστε η φαντασία θεωρείται επικίνδυνη σύντροφος της πνευματικής ζωής, γιατί ανοίγει μια πόρτα στην εισβολή λογισμών αμφίβολης προέλευσης: η προσευχή των έμπειρων χριστιανών είναι «αφάνταστη» (χωρίς να φαντάζονται εικόνες ή καταστάσεις μη πραγματικές).
Δεν υπάρχει μέθοδος για την προσευχή, που θα μπορούσε, εφαρμοζόμενη σωστά, να επιφέρει κάποια «επιθυμητά αποτελέσματα». Η λεγόμενη «ψυχοτεχνική μέθοδος» των ησυχαστών, με την οποία βοηθούνται στη συγκέντρωση του νου, για να μπορέσουν να προσευχηθούν, δεν ταυτίζεται με την προσευχή και δεν έχει καμία σημασία για τους έμπειρους. Μόνον η αγάπη πλησιάζει τον άνθρωπο στο Θεό και σκοπός της προσευχής είναι η προσέλκυση της άκτιστης θείας χάρης, ώστε να ενδυναμωθεί ο άνθρωπος στην πλήρη εφαρμογή της εντολής της αγάπης, η οποία αγκαλιάζει και τους εχθρούς και γι’ αυτό, χωρίς θεία ενίσχυση, είναι ακατόρθωτη.
Η ιδέα πολλών σύγχρονων μελετητών ότι οι ησυχαστές π.χ. προσεύχονται «διαλογιζόμενοι πάνω στο όνομα του Ιησού» είναι αποτέλεσμα σύγχυσης του ανατολικού διαλογισμού με τη χριστιανική νοερά προσευχή, που είναι κάτι εντελώς διαφορετικά: πρόσκληση προς τον Ιησού Χριστό να ελεήσει, ως έτερο Πρόσωπο, τον πάσχοντα άνθρωπο.
Ας σημειωθεί ότι ο χριστιανός δεν επιθυμεί να διακριθεί ανάμεσα στους συνανθρώπους του, αλλά αντίθετα να ενωθεί με αυτούς και ξέρει ότι, για να το πετύχει αυτό, χρειάζεται να ταπεινωθεί μέχρι τη λάσπη. Όχι με διάθεση αξιοθρήνητης αυτολύπησης, αλλά επειδή πολλοί από τους συνανθρώπους του είναι ήδη ταπεινωμένοι και εξουθενωμένοι μέχρι τη λάσπη – και μάλιστα ίσως να φέρει και ο ίδιος ευθύνη για μερικούς, εν γνώσει του ή χωρίς να το γνωρίζει. «Εάν είσαι του Χριστού, ταπείνωσε τον εαυτό σου μέχρι του σκώληκος: σάρκωσε τον εαυτό σου στον πόνο του κάθε πονεμένου, στη θλίψη του κάθε θλιμμένου, στο πάθος του κάθε βασανισμένου, στο άλγος του κάθε ζώου και πουλιού», κατά τον άγιο γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς (Σερβία, 1894-1979).
Γι’ αυτό το λόγο (και για πολλούς και σοβαρούς άλλους λόγους) παραμένει πάντοτε συνδεδεμένος με τα μυστήρια της Εκκλησίας. Συμμετέχοντας στο μυστικό δείπνο (13) της θείας Μετάληψης ενώνεται με όλους τους αδελφούς του, που κοινωνούν από το ίδιο Σώμα και Αίμα Χριστού, είτε είναι πρυτάνεις είτε αγράμματοι χωρικοί ή ζητιάνοι ή ασθενείς ή ψυχασθενείς ή παράλυτοι ή ακόμη και εγκληματίες. Κάθε υποψία ανωτερότητας, καθώς συμμετέχει στη θεία Μετάληψη, προκαλεί στην καρδιά του σκιές εγωισμού, που μπορούν να του στοιχίσουν την απώλεια της θείας χάρης, επειδή (κατά το γέροντα Σωφρόνιο) ο Θεός είναι απόλυτα καθαρός και ταπεινός και, παρόλο που η χάρη Του ενοικεί στον καθένα μας, όμως μόνο σε απόλυτα καθαρές και ταπεινές καρδιές είναι δυνατόν να δοθούν τα χαρίσματά Του. Μια αμυχή εγωισμού στην καρδιά μου μπορεί, αντίθετα, να προσελκύσει άλλα «χαρίσματα», ακριβώς όμοια με τα θεϊκά, που θα με βοηθήσουν να αναδειχθώ σε μεγάλο «θαυματουργό», «θεραπευτή» και «διδάσκαλο», αλλά θα με έχουν κάνει να ξεχάσω πόσο ταπεινός είναι ο Θεός, να ξεχάσω να ταπεινώνομαι μέχρι τη λάσπη –διότι αυτή η λάσπη είναι οι γονατισμένοι και εξουθενωμένοι αδελφοί μου.
«Θ’ αρχίσουν τότε –να φυλάει ο Θεός– οι “οράσεις”, οι “χαρισματικές” επισκέψεις. Όλα θα πάνε σχετικά εύκολα, η αγρυπνία, η νοερά προσευχή, η εγκράτεια στην τροφή και, εν συντομία, η πορεία προς την τελειότητα». «Ο εχθρός θα τον παρακινεί σε αγώνες που δεν ανταποκρίνονται στις δυνάμεις του και συνεχώς θα του ψιθυρίζει: δες αυτό, δες εκείνο, να η χάρη, να η τελειότητα, να εκείνος ο γνόφος ή το φως ή η αλήθεια κ.ο.κ. Με αυτά λοιπόν θα τον οδηγήσει προς την ολοκληρωτική απώλεια, εισάγοντας στη θέση της αλήθειας την πλάνη ή γεμίζοντας το νου και την καρδιά του με οίηση και θα τον κάνει ανίκανο να δεχτεί τη χάρη του Θεού, που είναι πάντοτε έτοιμη να μας επισκεφτεί…». «Ένα μόνο κατάλαβα, ότι δεν πρέπει ποτέ ο άνθρωπος να ορμά προς τα οράματα, προς τη θεωρία [=θέα του Θεού], προς τις υψηλές κατακτήσεις. Όλα αυτά είναι ο δρόμος της πλάνης… Μην επιθυμείτε οράματα, ακόμα και την ώρα των οραμάτων» (Σωφρόνιος) (14).
Στις 8.6.2007 εμφανίστηκε σε γνωστή μεσημβρινή τηλεοπτική εκπομπή ο θεραπευτής Έρικ Περλ (15), που, καθώς δήλωσε, είναι προικισμένος με την ικανότητα να θεραπεύει ασθένειες με την ενέργεια που εκπέμπεται από τα χέρια του. Αυτοτιτλοφορήθηκε «χειροπράκτης». Αφηγήθηκε όμως κάτι παράξενο: την ημέρα που αντιλήφθηκε για πρώτη φορά τις ξεχωριστές ικανότητες των χεριών του, ένιωθε στο σπίτι του την παρουσία άγνωστων αόρατων προσώπων. Το ίδιο και οι ασθενείς του, την άλλη μέρα στο ιατρείο του (προφανώς είναι και γιατρός).
Ένας στοιχειωδώς προβληματισμένος ορθόδοξος χριστιανός θα είχε να ρωτήσει τον αδελφό μας Ε. Περλ το εξής: Πώς, αδελφέ μου, δεν υποπτεύεσαι ότι το «χάρισμα», που εμφάνισες ξαφνικά, ίσως είναι «δώρο» κάποιων ύποπτων πνευματικών όντων; Οι μεγάλοι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού λαμβάνουν τέτοια χαρίσματα μετά από πολυετή ασκητικό μόχθο και, όταν τα λάβουν, τα περνούν από ψιλό κόσκινο. Εσύ αμέσως υποδέχτηκες την ικανότητά σου με ικανοποίηση. Τώρα, αναζητάς το Θεό; Πιστεύεις ότι χρειάζεσαι μια συνάντηση μαζί Του; Αισθάνεσαι να σου λείπει η χάρη Του και αγωνιάς για την απόκτησή της και τη διατήρησή της μετά το θάνατο; Ή μήπως νιώθεις «ολοκληρωμένος» έτσι όπως είσαι, χωρίς εξομολόγηση, χωρίς θεία κοινωνία, χωρίς εκκλησιασμό, αφού μάλιστα είσαι πεπεισμένος ότι προσφέρεις και θεάρεστη υπηρεσία στους συνανθρώπους σου; Δεν είμαι άξιος να σε κρίνω και εύχομαι ολόψυχα να κάνω λάθος, όμως μπορεί να θεραπεύεις σωματικές ασθένειες πολλών, αλλά να κλείνεις τον εαυτό σου αυτάρεσκα έξω από την πόρτα της αιωνιότητας.
Συμπερασματικά
Αξιολογώντας με τέτοια αυστηρότητα και λεπτότητα, οι άγιοι χριστιανοί διδάσκαλοι του 4ου και 5ου αιώνα μ.Χ. απέρριψαν τα μεθοδευμένα πνευματικά βιώματα των μεσσαλιανών (ευχιτών, δηλαδή «προσευχόμενων»), και οι σύγχρονοι ορθόδοξοι άγιοι διδάσκαλοι απορρίπτουν την επίσης μεθοδευμένη πνευματική εμπειρία των πεντηκοστιανών και των πάσης φύσεως «χαρισματικών» ή «αναγεννημένων» χριστιανών, καθώς και την πνευματικότητα των διαφόρων πνευματιστών και διδασκάλων που μας έρχονται δεξιόθεν και αριστερόθεν. Όχι διότι οι τεχνικές τους «δεν είναι πραγματικές» ή «δεν αποδίδουν», αλλά ακριβώς επειδή είναι πραγματικές και αποδίδουν, αλλά με ύποπτες «πηγές ενέργειας».
Στην παγκόσμια ιστορία της αγιότητας, καταγράφονται πολλοί μάγοι που αποστράφηκαν την αρχαία τέχνη τους και προχώρησαν στο χριστιανισμό, όχι γιατί η μαγεία τους «ήταν ψεύτικη», αλλά γιατί διαπίστωσαν ότι δεν τους οδηγούσε στο αιώνιο φως του Τριαδικού Θεού. Τέτοιοι μάγοι ήταν άγιος μάρτυρας Γάργαλος, που προσηλυτίστηκε στη φυλακή από τον άγιο πρίγκιπα μεγαλομάρτυρα Γοβδελαά τον Πολύαθλο τον Πέρση και μαρτύρησε κι αυτός (4ος αι.), ο άγιος Αθανάσιος ο από μάγων, που μαρτύρησε μαζί με τον άγιο Γεώργιο (303 μ.Χ.), ο ανώνυμος μάγος που έδωσε το δηλητήριο στον άγιο μεγαλομάρτυρα Ερμεία (2ος αι.) και, βλέποντας ότι δεν έπαθε τίποτε, ομολόγησε πίστη στο Χριστό και επίσης θανατώθηκε. Και ο γνωστότερος και ισχυρότερος όλων, ο άγιος μεγαλομάρτυρας Κυπριανός, που κατέληξε επίσκοπος της Αντιόχειας της Πισιδίας, αφού η μαγεία του νικήθηκε από μια ταπεινή μοναχή.
Ανάλογες περιπτώσεις υπάρχουν και στην εποχή μας, όπως ο μεγάλος Ρώσος πνευματιστής Βλαντιμίρ Μπύκωφ, που εγκατέλειψε την τέχνη του μετά από τη γνωριμία του με τους αγίους πνευματικούς πατέρες της μονής Όπτινα και συνέγραψε το κλασικό βιβλίο Ήρεμα καταφύγια για την ανάπαυση κάθε βασανισμένης ψυχής. Στη συνέχεια χειροτονήθηκε ιερέας και το 1924 ή 25 θανατώθηκε για την ορθόδοξη πίστη του από το σοβιετικό καθεστώς (16).
Δε χρειάζεται να κλείσω με κάποιο «εμπνευσμένο» ή εξεζητημένο επίλογο. Το Πνεύμα του Θεού είναι ξεκάθαρο και γνωρίζουμε από τους αγίους διδασκάλους του χριστιανισμού τους τρόπους, με τους οποίους εμφανίζεται και ενεργεί, αλλά και τους τρόπους, με τους οποίους αποκτάται. Κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να ακολουθήσει τις προτιμήσεις και τις επιλογές του – ελεύθερος ακόμη και να πλανηθεί, ακόμη και να περιπλακεί σε καταστάσεις οδυνηρές, ακόμη και να αμαρτήσει φρικτά. Καλό είναι να το αποφύγει, γιατί πιθανότατα θα χάσει την υπαρκτή και ανεκτίμητη αιωνιότητα του παραδείσου. Ας μη νομίζει ότι «θα βρει το δρόμο να επιστρέψει», τσακισμένος αλλά «πλήρης εμπειριών», για να συνεχίσει τη ζωή του σοφότερος ή ικανοποιημένος από τις εμπειρίες του. Οι αρχαίοι μύθοι όλων των λαών και τα σύγχρονα αστυνομικά δελτία αποτελούν πλούσια συλλογή από «βέβαιους» και «σθεναρούς» ανθρώπους, που δεν επέστρεψαν, αλλά έμειναν εκεί και μάλιστα νεκροί ή ψυχικά νεκροί.
Αν όμως ένας αδελφός μας δεν το απέφυγε, ποτέ δεν είναι αργά: το πετραχήλι του παπά τον περιμένει, αρκεί να δεχτεί να κάμψει ελαφρώς τον αυχένα του, για να ανυψωθεί στη συνέχεια μέχρι τους ουρανούς.

Σημειώσεις

(1) Βλ. π. Σεραφείμ Ρόουζ Η ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος, Εγρήγορση 2000, σελ. 146-147 (στη συνέχεια επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Μορφή Εκδοθείτω). Και στο διαδίκτυο, http://www.phys.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/gerontikon/seraphim_rose_orthodoxy_and_the_religion_of_the_future.htm.
(2) Ο αρχαίος δυτικός χριστιανισμός ήταν ορθόδοξος χριστιανισμός, παρόλο που η Εκκλησία (ενιαία ανατολής και δύσης) δεν ονομαζόταν «ορθόδοξη», αλλά «καθολική» (=παγκόσμια). Έτσι, οι άγιοι των αρχαίων χρόνων από όλη τη δυτική Ευρώπη τιμώνται κανονικά από τους ορθόδοξους χριστιανούς και, λόγω των προσπαθειών κάποιων ερευνητών, έχουν αρχίσει να γίνονται γνωστοί και στην Ελλάδα όλο και περισσότερο. Βλ. σχετικά Γεωργίου Εμμ. Πιπεράκη, αναπλ. καθ. Μικροβιολογίας του Παν/μίου Αθηνών, Η εν Ορθοδοξία Ηνωμένη Ευρώπη, Επτάλοφος. Του ίδιου, Πανάγιον Ορθοδόξων Αγίων, έκδ. «Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος» Μήλεσι 2006. Χριστοφόρου Κομοδάτου, επισκόπου Τελησσού, Οι άγιοι των Βρεττανικών νήσων, Αθήναι 1985, κ.λ.π.
(3) Βλ. την εξαίρετη μελέτη του Ίκαρου Πετρίδη Εμπαίζοντες – Ημείς μωροί διά Χριστόν, Μορφή Εκδοθείτω, Αθήνα 2008, σελ. 42-43 και 46-48, καθώς και http://www.pigizois.net/index2.htm (όπου και η εικόνα του).
(4) Η περίπτωσή του δημοσιεύεται και σχολιάζεται στο σύντομο βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ Η αποκάλυψη του Θεού στην ανθρώπινη καρδιά (διάλεξη στο πανεπιστήμιο της Σάντα Κρουζ το 1981),  Εγρήγορση 2004, και στο διαδίκτυο: http://www.phys.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/gerontikon/seraphim_rose_revelation_of_god_into_human_heart.htm και http://www.pigizois.net/index2.htm.
(5) Βλ. http://www.pigizois.net/index2.htm, ενότητα «Πνευματικοί Λόγοι: Λόγια Αθωνιτών Πατέρων (β΄ εκατοντάδα)».
(6) Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 2003, σελ. 28.
(7) Οι αναφορές από το π. Σεραφείμ Ρόουζ Η ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος, ό.π., σελ. 197-198. Εκεί περιλαμβάνεται και εκτενής θεολογικός σχολιασμός.
(8) Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1996, σελ. 49-50.
(9) Η παραπομπή από το π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ψυχή μετά το θάνατο – οι μεταθανάτιες εμπειρίες στο φως της ορθόδοξης διδασκαλίας, εκδ. Μυριόβιβλος.
(10) Μια εξαιρετική «εισαγωγή» στο θέμα της εύρεση κατάλληλου πνευματικού (εξομολόγου, γέροντα, πνευματικού πατέρα και διδασκάλου) από το σοφό και συνετό Αγιορείτη γέροντα Νίκωνα, βλ. στο http://egolpio.wordpress.com/2009/04/20/fnikon/. Αναλυτικά για τη θεραπευτική διάσταση όχι μόνο της εξομολόγησης αλλά συνολικά του εκκλησιαστικού γεγονότος βλ. στην κλασική μελέτη του επισκόπου Ιερόθεου Βλάχου Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 82004. Εκεί αναφέρεται και η προσευχή του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου για την εύρεση του κατάλληλου πνευματικού.
(11) Βλ. Μακαρίου του Αιγυπτίου του Αλεξανδρέως τα ευρισκόμενα πάντα. Αποφθέγματα, 238-240. Στο J. Migne, Patrologia Graeca,  τ. 34, 237-240.
(12) Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, ό.π., σελ. 26.
(13) Σημειωτέον ότι ο τελευταίος δείπνος του Ιησού με τους μαθητές Του ονομάζεται από τους αγίους Πατέρες «μυστικός», επειδή κατά τη διάρκειά του παραδόθηκε στους ανθρώπους το μυστήριο της θείας Μετάληψης. Ο όρος σημαίνει «μυστηριακός» και όχι «κρυφός». Δεν υπονοείται στην πνευματική μας παράδοση ότι ο Ιησούς και οι μαθητές Του… «κρύφτηκαν» για να δειπνήσουν.
(14) Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Αγώνας θεογνωσίας (μετά θάνατον έκδοση της πολυκύμαντης αλληλογραφίας του με το Βρετανό πρώην ρωμαιοκαθολικό πάστορα Δαβίδ Μπάλφουρ), Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 2004, σελ. 207, 197, 199.
(15) Στο ΤΜ δημοσιεύτηκαν μόνο τα αρχικά του.
(16) Βλ. την περίπτωσή του και αποσπάσματα από το βιβλίο του στο Όσιος Νεκτάριος, ο τελευταίος μεγάλος στάρετς της Όπτινα, Ιερά Μονή Οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Κάλαμος Αττικής 2003, σελ. 115-129 και 132-133.
via

Pages