1.
Ψυχολογία: | Η επιστήμη που μελετά τις ψυχικές διεργασίες και την συμπεριφορά του ανθρώπου. | ||||
Ψυχιατρική: | Ο κλάδος της ιατρικής που ασχολείται με την προέλευση, διάγνωση, πρόληψη και θεραπεία των ψυχικών διαταραχών. | ||||
Ψυχή: | Οι ψυχοπνευματικές λειτουργίες του ανθρώπου σε αντιδιαστολή προς τις βιολογικές του λειτουργίες. | ||||
Ψυχοθεραπεία: | Η αντιμετώπιση προβλημάτων, ψυχικών διαταραχών ή συμπτωμάτων , κυρίως μέσα από τη «συζήτηση» παρά με τη χρήση φαρμάκων ή άλλων ουσιών και μεθόδων. | ||||
Ψυχανάλυση: | Μία από τις ψυχοθεραπευτικές τεχνικές, όπως επίσης και μία θεωρία της ψυχολογίας της ανθρώπινης ψυχοσυναισθηματικής (ή ψυχοσεξουαλικής) ανάπτυξης και συμπεριφοράς που αναπτύχθηκε αρχικά από τον Freud. Αντικείμενο ανάλυσης και ερμηνείας αποτελούν κυρίως οι ασυνείδητες συγκρούσεις, οι μηχανισμοί άμυνας και γενικότερα οι ασυνείδητες ψυχικές διεργασίες. | ||||
Ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία: | Φάσμα ψυχοθεραπειών που στο ένα άκρο του είναι η ψυχανάλυση και στο άλλο η υποστηρικτική ψυχοθεραπεία. Βασίζεται στην ψυχαναλυτική θεωρία. Όσο περισσότερο αποκαλυπτική είναι τόσο περισσότερο μοιάζει στην ψυχανάλυση. | ||||
Ψυχοθεραπευτής: | Εκπαιδευμένο άτομο που εξασκεί την ψυχοθεραπεία. |
2.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να κάνω μερικές επιπλέον επισημάνσεις:
Γι'αυτούς και για άλλους λόγους (και για να μπορεί να βοηθηθεί περισσότερος κόσμος) αναπτύχθηκε η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία, όπου τροποποιήθηκε μερικώς η τεχνική, αλλά διατηρήθηκε η ψυχανάλυση ως θεωρητικό υπόβαθρο, ως τρόπος δηλαδή κατανόησης και ανάλυσης της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η συχνότητα των συνεδριών είναι συνήθως 1-2 φορές την εβδομάδα, η διάρκεια εξαρτάται από την ψυχοπαθολογία του «πελάτη» και από τους στόχους που βάζουν μαζί, θεραπευτής και θεραπευόμενος. Εκεί που χρειάζεται εφαρμόζεται και παράλληλη φαρμακοθεραπεία.
Ασυνείδητο: | Eίναι εκείνες οι ψυχικές λειτουργίες που δε γίνονται συνειδητά αντιληπτές. Συναισθηματικές καταστάσεις κι εμπειρίες που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές ή να επεξεργαστούν σε επίπεδο συνειδητό, απωθούνται. Το υλικό όμως που έχει απωθηθεί και δεν είναι συνειδητό, δεν εξαφανίζεται και εμφανίζεται έμμεσα δια μέσου των ονείρων, των ψυχογενών συμπτωμάτων των μηχανισμών άμυνας και άλλων εν μέρη δυσνόητων καταστάσεων και συμπεριφορών.
Παράδειγμα: Όταν ένα παιδί βλέπει στο όνειρό του ότι πήγαν τον μικρό αδελφό του στο γιατρό και του έβγαλαν το δόντι (ή ότι ο αδελφός του έπεσε από το ποδήλατο κι έσπασε το πόδι του), αυτό προφανώς σημαίνει ότι υπάρχουν επιθετικά συναισθήματα προς τον αδελφό αυτό, τα οποία δε γίνονται αποδεκτά (υποτίθεται ότι τ'αδέλφια δεν πρέπει να μισούνται) και απωθούνται. Έμμεσα εμφανίζονται στο όνειρο. Ένας που πλένει κάθε τόσο τα χέρια του (πολλές φορές μάλιστα και με οινόπνευμα) προσπαθεί σε συνειδητό επίπεδο να προφυλαχθεί από τα μικρόβια, στην ουσία όμως, σε ασυνείδητο επίπεδο, προσπαθεί ν'απαλλαγεί από τις ενοχές του.
|
Άγχος: | Δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση ως απάντηση / αντίδραση σε αναμενόμενο κίνδυνο/απειλή. Σε αντιπαράθεση με το φόβο, στο άγχος ο κίνδυνος δεν είναι πραγματικός, αλλά έχει ενδοψυχική προέλευση (π.χ. ασυνείδητη σύγκρουση, ενοχή, κατάρρευση κ.λ.π). |
Φόβος / φοβία: | Ο φόβος είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα. Η φοβία είναι ένας επίμονος, παθολογικός, έντονος φόβος ενός αντικειμένου ή μιας κατάστασης. Το φοβικό άτομο αντιλαμβάνεται ότι ο φόβος είναι παράλογος, αλλά δεν μπορεί ν'απαλλαγεί από αυτόν. Οι φοβικές διαταραχές (ή νευρώσεις) περιλαμβάνουν την αγοραφοβία, την κλειστοφοβία, καρκινοφοβία κλπ. με ή χωρίς πανικό, την κοινωνική φοβία (φόβος του ατόμου να τον παρατηρούν, π.χ. φόβος ομιλίας μπροστά σε ακροατήριο, φόβος κοκκινίσματος κ.λ.π.) και την απλή φοβία.
Όταν κυριαρχεί το άγχος χωρίς εμφανές ή συγκεκριμένο αντικείμενο τότε μιλάμε για αγχώδεις διαταραχές.
Παρένθεση: για τους ψυχοθεραπευτές με ψυχοδυναμική κατεύθυνση (αυτοί δηλ. που ασκούν την τεχνική της ψυχανάλυσης ή της ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας) δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία οι κατηγορίες και υποκατηγορίες των φοβικών διαταραχών που χρησιμοποιούν συνήθως οι κλασικοί ψυχίατροι για να συνεννοούνται μεταξύ τους, ή οι φαρμακευτικές εταιρίες για να διαφημίσουν τα φάρμακά τους. Στόχος τους είναι η συνειδητοποίηση και επεξεργασία ασυνείδητων κινήτρων, τάσεων ή ενδοψυχικών συγκρούσεων που έχουν οδηγήσει σε οποιοδήποτε φοβικό σύμπτωμα. (Λεπτομέρειες για τις φοβίες θ'αναφέρω σε ειδικό κεφάλαιο).
Θεραπεία συμπεριφοράς (behavior therapy): Εστιάζεται στη φανερή και αντικειμενικά παρατηρούμενη συμπεριφορά, χρησιμοποιώντας διάφορες τεχνικές που προέρχονται από τη θεωρία της μάθησης. Ότι έχει «μάθει» κανείς μπορεί να το «ξεμάθει». Σε αντιδιαστολή με τις ψυχαναλυτικές ψυχοθεραπείες στοχεύει στη βελτίωση των συμπτωμάτων χωρίς να απευθύνεται στην ψυχοδυναμική αιτιολογία ( τι και πως συμβαίνει κάτι και όχι γιατί να συμβαίνει, ενώ η ψυχαναλυτική προσέγγιση των προβλημάτων ή συμπτωμάτων ασχολείται ιδιαίτερα με το «γιατί»).
|
Χαρακτήρας: | Σχετικά σταθερά στοιχεία και ιδιότητες της προσωπικότητας ενός ατόμου που κυβερνούν/καθορίζουν τους συνηθισμένους τρόπους αντίδρασής του. |
Προσωπικότητα: | Ο χαρακτηριστικός τρόπος με τον οποίο ένα άτομο σκέφτεται, αισθάνεται και συμπεριφέρεται. Αναπτύσσεται σταδιακά, συνειδητά και ασυνείδητα ως τρόπος ύπαρξης στην προσπάθεια προσαρμογής στο περιβάλλον. Με άλλα λόγια, προσωπικότητα = χαρακτήρας + επιπλέον ιδιότητες, όπως είναι οι αντιλήψεις, οι πεποιθήσεις, οι ιδεολογίες, αλλά και η ικανότητα/δυνατότητα προσαρμογής και αντιμετώπισης νέων συνθηκών ή καταστάσεων κλπ. |
Σύμπτωμα (ψυχικό): | Ασυνείδητη ψυχική διεργασία στην οποία μια απωθημένη ενόρμηση απελευθερώνεται έμμεσα και εμφανίζεται μέσα από ένα σύμπτωμα. Μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα είδος συμβιβασμού που αντανακλά μια μερική ικανοποίηση τόσο της απαγορευμένης ενόρμησης, όσο και της αντίδρασης του εγώ απέναντι σ'αυτήν. |
Μεταβίβαση: | Ασυνείδητη τάση ενός ατόμου να μεταφέρει στους άλλους τού παρόντος και άμεσου περιβάλλοντος εκείνα τα συναισθήματα και τις στάσεις που αρχικά συνδέθηκαν με σημαντικές μορφές της πρώιμης ζωής του (γονείς, αδέλφια κ.λ.π). Είναι μια θεμελιώδης διεργασία στην ψυχανάλυση και την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία, στην οποία ο άρρωστος συνήθως ταυτοποιεί το θεραπευτή με ένα γονιό ή άλλη μορφή. Η μεταβίβαση μπορεί να είναι αρνητική (εχθρική) ή θετική (αγάπη). Η ανάλυση των μεταβιβαστικών φαινομένων χρησιμοποιείται ως σημαντικό θεραπευτικό εργαλείο τόσο στην ατομική όσο και στην ομαδική ψυχοθεραπεία για να βοηθήσει τον άρρωστο στην καλύτερη κατανόηση και απόκτηση ευαισθησίας ως προς τη συμπεριφορά του και την προέλευσή της. |
Αμυντικός μηχανισμός: | Ασυνείδητη ενδοψυχική διεργασία που δρα για να ανακουφίσει τη σύγκρουση και το άγχος που προέρχονται από τις ενορμήσεις του ατόμου. (Στους αμυντικούς μηχανισμούς, όπως είναι η άρνηση, η μετάθεση, η εξιδανίκευση, η προβολή, η εκλογίκευση, η απώθηση κ.λ.π. θα ανεφερθώ σε ειδικό κεφάλαιο). |
Ενόρμηση: | Βασική ανάγκη ή τάση. Ένστικτο με ψυχική αναπαράσταση. Ενώ το ένστικτο ορίζεται ως βασική έμφυτη ορμή. Στον άνθρωπο είναι αρκετά δύσκολη η διαφοροποίηση μεταξύ ενόρμησης και ενστίκτου (π.χ. η σεξουαλικότητα και η επιθετικότητα θεωρούνται πιο κοντά στην έννοια του ενστίκτου). |
Ομαδική ψυχοθεραπεία: | Εφαρμογή ψυχοθεραπευτικών τεχνικών σε ομάδα ατόμων που χρησιμοποιεί τις διαντιδράσεις μεταξύ των μελών για να επιφέρει βελτιώσεις και αλλαγές στη συμπεριφορά και τα προβλήματα των μελών. |
5.
Σημ: Παρότι θα υπάρξει ειδικό κεφάλαιο για την ομαδική ψυχοθεραπεία, αναφέρω στο σημείο αυτό μερικές παρατηρήσεις / διευκρινήσεις.
Όχι μόνο οι τεχνικές αλλά και οι μορφές ομάδων ποικίλουν. Υπάρχουν οι μικρές 5-10(12) άτομα, οι μεσαίες 12-25(30) άτομα, οι μεγάλες ομάδες, οι κλειστές (τα άτομα δεν αλλάζουν και δεν αντικαθιστούνται καθ'όλη τη διάρκεια της θεραπείας), οι ημιανοιχτές (τα άτομα που σταματούν ή τελειώνουν τη θεραπεία αντικαθιστούνται από άλλα) και οι ανοιχτές (σε κάθε συνεδρία μπορεί να συμμετάσχει κάποιο καινούργιο άτομο) ομάδες, οι μικτές ομάδες, οι ομάδες γυναικών, αντρών, γονέων, ζευγαριών, δασκάλων κ.α., οι μαραθώνιες ομάδες (συνεδρίες καθόλη τη διάρκεια μιας μέρας για 2-5 ημέρες), οι ομάδες εργασίας, οι ομάδες εποπτείας και ούτω καθεξής.
Στις ομάδες με ψυχαναλυτική/ψυχοδυναμική κατεύθυνση ο θεραπευτής εστιάζει την προσοχή των μελών όχι μόνο στο τι συμβαίνει μέσα στην ομάδα, αλλά και στο γιατί να συμβαίνει. Πέραν δηλαδή των συνειδητών αντιδράσεων ή αλληλοεπιδράσεων προσπαθεί να εντοπίσει και να υποδείξει (ερμηνεύσει) τα πιθανά ασυνείδητα κίνητρα της εκάστοτε συμπεριφοράς, είτε της ομάδας σαν σύνολο, είτε κάποιου μέλους. Η συμμετοχή σε μια ομαδική ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία διαρκεί συνήθως 2-3 χρόνια, μία φορά την εβδομάδα. Οι ομάδες αυτές είναι κλειστές ή ημιανοιχτές.
- Όλες οι ομάδες έχουν κάτι να προσφέρουν.
- Οι θεραπευτές ακολουθούν συνήθως μία κατεύθυνση και χρησιμοποιούν την τεχνική που γνωρίζουν και έχουν εκπαιδευτεί.
- Δεν υπάρχουν πάντα σαφή κριτήρια και ενδείξεις για συγκεκριμένα προβλήματα. Το ίδιο πρόβλημα μπορεί ν'αντιμετωπιστεί από διαφορετικές μορφές και τεχνικές θεραπείας.
- Αρκετές φορές η επιλογή θεραπευτή ή θεραπευτικής μεθόδου εξαρτάται όχι μόνο από την ψυχοπαθολογία, αλλά κι από τις δυνατότητες του υποψήφιου ατόμου («επίπεδο», χρόνος, κόστος, ηλικία).
Οι πολύ γενικές αυτές παρατηρήσεις ισχύουν για σχετικά υγιή άτομα, άτομα δηλαδή που μπορεί να έχουν δυσκολίες με τον εαυτό τους ή με το περιβάλλον τους, αλλά δεν έχουν κάποια ψυχιατρική πάθηση ή δεν διακατέχονται από έντονα συμπτώματα. Σε ένα άτομο ιδιαίτερα διαταραγμένο δε συνιστάται -τουλάχιστον αρχικά- η ομαδική ψυχοθεραπεία. Στις περιπτώσεις αυτές (ψυχώσεις, μανία, βαριά κατάθλιψη, βαριές μορφές νευρώσεων κ.λ.π). ενδείκνυται ατομική υποστηρικτική θεραπεία, συνήθως με παράλληλη φαρμακοθεραπεία. Με την πάροδο του χρόνου, όταν τα συμπτώματα υποχωρήσουν και το άτομο είναι σε θέση να συμμετάσχει σε ομάδα, μπορεί ο θεραπευτής να προτείνει την ένταξή του σε μια ειδική ομάδα (π.χ. ομάδα ψυχωσικών).
Η προσωπική μου άποψη ως προς το πιο πάνω ερώτημα (ποιος, πότε, ποια θεραπεία) είναι συνοπτικά η εξής:
Νευρολόγος: | Ιατρός ειδικευμένος στις παθήσεις του νευρικού συστήματος. Σημαντική παρατήρηση: Όταν κάποιος ισχυρίζεται ότι είναι νευρικός ή ότι «έχει τα νεύρα του» δε σημαίνει ότι έχει κάποια νευρολογική πάθηση. Αν θελήσει να επισκεφτεί κάποιον ειδικό, αυτός θα πρέπει να είναι ψυχίατρος ή ψυχολόγος (αν είναι και ψυχοθεραπευτής ακόμη καλύτερα). Ο νευρολόγος ασχολείται με τα πραγματικά νεύρα (νευρώνες), διαταραχές των οποίων οδηγούν σε διάφορα συμπτώματα ή παθήσεις. Εγκεφαλικές κακώσεις, το λεγόμενο εγκεφαλικό επεισόδιο, καλοήθεις ή κακοήθεις όγκοι, πονοκέφαλοι με οργανικό υπόστρωμα, επιληψία, ατροφία του εγκεφάλου, σύνδρομο parkinson, διαταραχές όρασης ή ακοής που σχετίζονται με τα αντίστοιχα νεύρα (οπτικό, ακουστικό νεύρο), μετατραυματικές καταστάσεις (κώμα, αφασία, επιληψία, πάρεση, αμνησία κ.α.), διάφορα «σύνδρομα» του εγκεφάλου και της περιφέρειας (συνήθως των άκρων) κ.α. αποτελούν αντικείμενο της νευρολογίας/του νευρολόγου. Έχουν οργανική βάση. |
Ενσωμάτωση: | Ένας αρχέγονος ασυνείδητος αμυντικός μηχανισμός στον οποίο η ψυχική αναπαράσταση κάποιου ατόμου ή τμημάτων κάποιου ατόμου αφομοιώνεται μέσα στον εαυτό μέσα από μια διεργασία συμβολικής στοματικής πρόσληψης. Αναπαριστά ειδικό τύπο ενδοβολής και είναι ο πιο πρώιμος μηχανισμός ταυτοποίησης. |
Εναισθησία/ενόραση: | Συνειδητή αναγνώριση από το άτομο της ψυχολογικής κατάστασής του. Πιο ειδικά αναφέρεται στη συνειδητή αναγνώριση και κατανόηση από το άτομο της προέλευσης, της φύσης και των μηχανισμών (ψυχοδυναμικών κ.λ.π.) της στάσης του και των συμπτωμάτων της δυσπροσαρμοστικής συμπεριφοράς του. Είναι πολύ σημαντική προϋπόθεση στην προσπάθεια για αλλαγή στην προσωπικότητα και συμπεριφορά του ατόμου. Η διανοητική εναισθησία ( intellectual insight ) αναφέρεται στην επίγνωση της πραγματικότητας μιας κατάστασης χωρίς την ικανότητα να χρησιμοποιήσει το άτομο με επιτυχία αυτή τη γνώση για να πραγματοποιήσει μια προσαρμοστική αλλαγή στη συμπεριφορά. Η συναισθηματική εναισθησία ( emotional insight ) αναφέρεται σ'ένα βαθύτερο επίπεδο κατανόησης, συναίσθησης και επίγνωσης που είναι πιο πιθανό να οδηγήσει σε θετικές αλλαγές στην προσωπικότητα και συμπεριφορά. |
Ένστικτο: | Βασική έμφυτη ορμή. Ο Freud πρότεινε την ύπαρξη δύο αντιθετικών πρωτογενών ενστίκτων: ένα ένστικτο της ζωής (Έρως) (life instinct- E ros) και ένα ένστικτο θανάτου (θάνατος) (death instinct-Thanatos). Ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπινων ενστίκτων έχει επίσης προταθεί, όπως ένστικτο της αυτοδιαφύλαξης (αυτο-διατήρησης), σεξουαλικό ένστικτο, επιθετικό ένστικτο, ένστικτα του εγώ, κυριαρχικό ένστικτο, κοινωνικό ή ένστικτο αγέλης κ.α. Ο όρος έγινε αμφιλεγόμενος και αμφισβητήσιμος στην εφαρμογή του για την ανθρώπινη συμπεριφορά εξαιτίας της ενοχοποίησής του για κάποια σταθερή, ουσιαστικά αμετάβλητη, κατ'εξοχήν κληρονομική απάντηση ή ψυχική τάση που δεν περιλαμβάνει μάθηση ή αιτία. Είναι εξαιρετικά δύσκολο αν όχι αδύνατο, να αποδειχθεί πειστικά ότι κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα είναι στην ουσία ενστικτική. Πολλοί μοντέρνοι ψυχαναλυτές προτιμούν τον όρο ενόρμηση (drive) γι'αυτό που ο Freud ονόμαζε ένστικτο. |
Διανοητικοποίηση: | Ασυνείδητος αμυντικός μηχανισμός στον οποίο χρησιμοποιείται η λογική σε μια προσπάθεια του ατόμου ν'αποφύγει να έρθει αντιμέτωπο με ασυνείδητες συγκρούσεις και το άγχος που συνεπάγονται. |
Ερμηνεία: | Η διεργασία με την οποία ο θεραπευτής οδηγεί τον ασθενή να αντιληφθεί και να κατανοήσει κάποια πλευρά των προβλημάτων του, της συμπεριφοράς του ή των ενδοψυχικών του διεργασιών (αντιστάσεις, άμυνες, μεταβιβάσεις και άλλες συμβολικές δραστηριότητες, όπως όνειρα και φαντασίες). |
Ενδοψυχική σύγκρουση: | Κατάσταση τάσης που ξεκινά από τη σύγκρουση δύο ή περισσοτέρων ασυμβίβαστων ή αντίθετων δυνάμεων - π.χ. επιθυμιών, αναγκών, κινήτρων, σκέψεων - μέσα στο άτομο. |
Ενδοβολή: | Η ασυνείδητη συμβολική εσωτερικοποίηση κάποιας ψυχικής αναπαράστασης ενός αγαπητού ή μισητού εξωτερικού αντικειμένου με σκοπό να εγκατασταθεί εσωτερικά σταθερή παρουσία του αντικειμένου. Το αντίθετο της προβολής ( projection ). Πρόκειται για το ασυνείδητο αμυντικό μηχανισμό ο οποίος στα πρώτα χρόνια της ζωής, μαζί με την προβολή, διαδραματίζει σημαντικότατο ρόλο στην ανάπτυξη του εγώ ή εαυτού του ατόμου. Στην περίπτωση του αγαπητού αντικειμένου, το άγχος από τον αποχωρισμό ή η τάση που ξεκινά από την αμφιθυμία προς το αντικείμενο ελαττώνεται. Στην περίπτωση του φοβούμενου ή μισητού αντικειμένου, η εσωτερικοποίηση των κακών ή επιθετικών χαρακτηριστικών του βοηθά να αποφευχθεί το άγχος τοποθετώντας συμβολικά αυτά τα χαρακτηριστικά κάτω από τον έλεγχο του ατόμου. |
Libido: | Στην ψυχαναλυτική θεωρεία πρόκειται για την ψυχική ενέργεια η οποία συνδέεται με τη σεξουαλική ενόρμηση ή το ένστικτο της ζωής. (Ο όρος «σεξουαλικός» εδώ χρησιμοποιείται με την πλατιά έννοια και περιλαμβάνει την αναζήτηση ευχαρίστησης και αντικειμένου αγάπης). Σε ελεύθερη χρήση σημαίνει ερωτική διάθεση. |
Ναρκισσισμός: | Αγάπη για τον εαυτό. Η λέξη προέρχεται από τον Νάρκισσο, πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας, που ερωτεύτηκε το είδωλο της μορφής του. Στην ψυχαναλυτική θεωρία υποδιαιρείται σε πρωτογενή και δευτερογενή. Ο πρωτογενής ναρκισσισμός αναφέρεται στην αρχική βρεφική φάση της ανάπτυξης των σχέσεων με το αντικείμενο, όταν το παιδί δεν έχει διαφοροποιήσει τον εαυτό του από τον εξωτερικό κόσμο. Όλες τις πηγές ευχαρίστησης τις θεωρεί, με μη ρεαλιστικό τρόπο, ότι προέρχονται από μέσα του, δίνοντάς του μια ψευδή αίσθηση παντοδυναμίας. Ο δευτερογενής ναρκισσισμός προκύπτει όταν η libido, που προηγουμένως έχει επενδυθεί σε εξωτερικά αντικείμενα αγάπης, κατευθύνεται και πάλι στον εαυτό. Κάποιου βαθμού ναρκισσισμός είναι φυσιολογικός. Υπερβολικός όμως ναρκισσισμός παρεμποδίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις, είτε εμφανίζεται υπό τη μορφή διαταραχής της προσωπικότητας, είτε ψύχωσης. Η ναρκισσιστική προσωπικότητα περιγράφεται σε ειδικό κεφάλαιο. |
Ψυχική υγεία: | Μια κατάσταση ισορροπίας και εσωτερικής αρμονίας στην οποία ένα άτομο είναι ικανό να λειτουργεί άνετα μέσα στο κοινωνικό του περιβάλλον και να πετυχαίνει εξίσου καλά στην αγάπη, την εργασία, τη δημιουργικότητα και την ψυχαγωγία. |