Το κείμενο που ακολουθεί βασίζεται κυρίως στο κεφάλαιο "a therapeutic approach to marriage and sexuality" από το βιβλίο «object relations -couple therapy» των D. Scharff και J. Scharff, σε ελεύθερη μετάφραση.
papapan
Ο πρώτος μας «έρωτας»: η μάνα
Η σεξουαλικότητα στο γάμο απεικονίζει τις σωματικές πτυχές της πρώιμης σχέσης μητέρας-νεογνού, οι οποίες εξασθενίζουν καθώς το παιδί αυτονομείται ως προς τις σωματικές του ανάγκες και επανεμφανίζονται στην ενήλικη σεξουαλικότητα.
Το έμβρυο αναπτύσσεται μέσα στη μητέρα σωματικά και ψυχολογικά, εισχωρώντας στον εσωτερικό της κόσμο και επικοινωνώντας βαθιά με τα συνειδητά και ασυνείδητα μέρη της οργάνωσής της, ενώ εκείνη διατηρεί μέσα της τη μελλοντική ψυχολογική οργάνωση του εμβρύου (psychosomatic partnership). Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις η μητέρα έχει ήδη διαμορφώσει το ρόλο της ως μέλος του περιβάλλοντος που θα φροντίσει, όχι μόνο με το σώμα της, αλλά και με τον προσεκτικό προγραμματισμό της, την άφιξη του μωρού. Ο πατέρας έχει συνήθως τον ουσιαστικό ρόλο να στηρίζει τη μητέρα, ακόμα και πριν εμφανιστεί το νήπιο.
Τους πρώτους μήνες αυτής της συναλλαγής κυριαρχεί η σωματική επαφή. Κατά γενική ομολογία το μωρό συχνά νυστάζει ή κοιμάται, αλλά όταν είναι άγρυπνο, ένα μεγάλο μέρος του χρόνου του αφιερώνεται στην αντίληψη της προσοχής και φροντίδας που του παρέχεται (τάϊσμα, αγκάλιασμα, λούσιμο). Υπάρχουν και τρόποι συναλλαγής που δεν αφορούν άμεσα στις σωματικές ανάγκες του μωρού, όπως είναι π.χ. το βλέμμα ή η φωνή. Όμως κι αυτοί οι τρόποι επικοινωνίας ανήκουν περισσότερο στις σωματικές ανάγκες παρά στις ψυχικές.
Πέραν της κάλυψης σωματικών αναγκών, υπάρχει επίσης και μια «περιοχή», ο τομέας των μεταβατικών φαινομένων όπως την ονόμασε ο Winnicott, όπου το νήπιο ανακαλύπτει σταδιακά τον εαυτό του και την επίδραση του εαυτού του πάνω στο κόσμο.
Η σωματική πλευρά της ψυχοσωματικής συναλλαγής μητέρας-νηπίου ελαττώνεται γρήγορα κατά τη διάρκεια των μηνών και των ετών που ακολουθούν, χωρίς να εξαφανίζεται. Μπορούμε να σημειώσουμε ότι ενώ υπάρχει ακόμα η κάλυψη σωματικών αναγκών, σταδιακά αυξάνει η ανάγκη εξερεύνησης του ευρύτερου χώρου. Ήδη μετά από 6 ? 8 μήνες, τα νήπια ξοδεύουν ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος του άγρυπνου χρόνου τους εξετάζοντας και εξερευνώντας το ευρύτερο περιβάλλον, πέραν από τις μητέρες τους. Ο μεταβατικός αυτός χώρος γίνεται μεγαλύτερος και ελέγχεται περισσότερο από το νήπιο παρά από τη μητέρα. Πρέπει να σημειώσουμε, εντούτοις, ότι στην προέλευσή του ο μεταβατικός χώρος προκύπτει μέσα από τις παροχές της μητέρας. Έτσι παραμένει καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής, μια σημαντική σύνδεση μεταξύ του μεταβατικού χώρου, της ποιότητας των παροχών και των αντίστοιχων αναγκών του παιδιού ή του ενηλίκου. Όταν υπάρχει ασφάλεια, σιγουριά και αξιόπιστο κράτημα (holding), οι ικανοποιητικές σχέσεις μεσολαβούν δια της οδού του μεταβατικού χώρου στη δημιουργία εσωτερικών αντικειμένων που προσφέρουν ασφάλεια. Αντίθετα, η σχέση με κακά αντικείμενα θα αυξήσει την ανάγκη για ασφάλεια.
Αντικείμενο εδώ είναι η μάνα ή το/τα άτομα που φροντίζουν το παιδί. Ως γνωστόν, ενδοβάλλουμε μέσω ταύτισης τα σημαντικά πρόσωπα (εσωτερικευμένα αντικείμενα), κυρίως της παιδικής ηλικίας, τα οποία στη συνέχεια καθορίζουν τις σχέσεις που δημιουργούμε. Στην πραγματικότητα, βέβαια, δεν εσωτερικεύουμε τα άτομα αυτά καθεαυτά, αλλά τη μορφή και ποιότητα σχέσης που είχαμε μ? αυτά. Γι αυτό άλλωστε η σχέση με τη μητέρα κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας είναι τόσο σημαντική.
Με άλλα λόγια: Επειδή το νήπιο δεν μπορεί να αλλάξει ή να εγκαταλείψει τη μητέρα του όταν αυτή δεν το ικανοποιεί, αναγκάζεται να ενδοβάλλει (ενσωματώσει) τις δύσκολες, ματαιωτικές πλευρές της σχέσης τους. Αυτά τα εσωτερικευμένα αντικείμενα, τα ενδοβλήματα όπως επίσης ονομάζονται, αποτελούν ασυνείδητους ψυχολογικούς αντιπροσώπους του εξωτερικού κόσμου. Για παράδειγμα, η μητέρα είναι καλή αλλά και κακή εξαιτίας της ματαίωσης πολλών επιθυμιών μας. Δεν μπορώ να τη διώξω, ούτε να την αλλάξω. Eνδοβάλλω λοιπόν τις κακές πλευρές της, τις βάζω δηλαδή στην αποθήκη του ασυνείδητου, ώστε να εξακολουθώ να τη θεωρώ καλή. Κλείνω δηλαδή τα μάτια μου στις κακές πλευρές της, τις οποίες απωθώ στο ασυνείδητο.
Η σεξουαλική επαφή και ο γάμος
Η ψυχική και σωματική συναλλαγή και αλληλεπίδραση μεταξύ μητέρας και παιδιού επηρεάζει όλες τις σχέσεις, συμπεριλαμβανομένης της ενήλικης σεξουαλικής σχέσης. Η ενήλικη σεξουαλική σχέση είναι εκείνη που προσφέρει την ενότητα ποικίλλων φυσικών και ψυχολογικών παραγόντων μιας εγγύτητας, όπως έχει βιωθεί μέσα από τη σχέση μητέρας-παιδιού. Πρόκειται για μια αρχαϊκή κληρονομιά που ενισχύεται από σωματική ικανοποίηση και δικαιολογεί το μέγεθος της έντασής της.
Στην εφηβεία, η σεξουαλικότητα, όσο ευχάριστη κι αν είναι, αποτελεί περίοδο προετοιμασίας για μια ενήλικη σχέση. Η εφηβεία πρέπει να είναι μια περίοδος πρακτικής, ένας σταθμός προς το δρόμο μακροπρόθεσμων ενήλικων σχέσεων, μια πειραματική φάση χωρίς τα πολλά εμπόδια μιας δεσμευτικής σχέσης.
Η σεξουαλική επαφή όσο κι αν δε θεωρείται ως ο βασικότερος παράγοντας μιας συζυγικής σχέσης, επιδρά σημαντικά στο συναισθηματικό δεσμό. Όταν πηγαίνει καλά, συναντώνται και ανανεώνονται οι πτυχές αγάπης και φροντίδας των εσωτερικευμένων αντικειμενότροπων σχέσεων των συζύγων. Σε αντίθετη περίπτωση αυξάνουν οι τάσεις διάσπασης και απώθησης, αφενός των ανεκπλήρωτων επιθυμιών προς το διεγερτικό αντικείμενο κι αφετέρου του θυμού και της απογοήτευσης προς το απορριπτικό αντικείμενο (αρχικό αντικείμενο είναι συνήθως η μητέρα, αργότερα είναι ο/η σύντροφος). Μια ικανοποιητική σεξουαλική σχέση αυξάνει τον έρωτα και την αγάπη και αργότερα ενισχύει τους δεσμούς του γάμου, μειώνει τη φθορά της καθημερινότητας και στηρίζει το ζεύγος όταν βρίσκεται κάτω από πιέσεις. Ενώ μια ματαιωτική ή απειλητική σεξουαλική σχέση επηρεάζει αρνητικά τα αισθήματα εμπιστοσύνης, ασφάλειας, αγάπης και φροντίδας και δε μπορεί να προσφέρει στήριξη στο δεσμό του γάμου.
Αναφερόμενοι στις σχέσεις με το αντικείμενο (ή στις αντικειμενότροπες σχέσεις) εννοούμε κυρίως τις προ-γλωσσικές, προ-λογικές διεργασίες που διαδραματίζονται στη βρεφική ηλικία. Ένα βρέφος πχ δεν εστιάζει την προσοχή του μόνο στο να πάρει το γάλα από τη μητέρα του, αλλά και στο να βιώσει την εμπειρία του ταΐσματος, με την αίσθηση της ζεστασιάς και του συναισθηματικού δεσμού που αποτελεί μέρος αυτής της εμπειρίας. Με ασυνείδητους μηχανισμούς οι εμπειρίες αυτές ενσωματώνονται (ενδοβάλλονται) στην παιδική ηλικία και αργότερα προβάλλονται σε τρίτους, πχ στο/στη σύντροφο. Το ίδιο ισχύει, βέβαια και για το σύντροφο. Τα αίτια ενός συζυγικού προβλήματος δε θα πρέπει λοιπόν να τα αναζητούμε στον άλλο (αυτός είναι η αφορμή και όχι η αιτία), αλλά στον ίδιο τον εαυτό μας, δηλαδή στις αντικειμενότροπες σχέσεις του παρελθόντος μας.
Με την έναρξη του γάμου ή μιας παρόμοιας σχέσης, τα ζητήματα απόρριψης αντικειμένου για κάθε έναν από τους συντρόφους δε μπορούν πλέον να αγνοηθούν. Η τεράστια αμφιθυμία που προκαλεί η συζυγική σχέση με τις έντονες ικανοποιήσεις αλλά και ματαιώσεις της, ενεργοποιεί και επαναλαμβάνει σε ένα μεγάλο ποσοστό τις συγκρούσεις της αρχαϊκής σχέσης μητέρας ? παιδιού. Μόλις η σχέση μονιμοποιείται, πράγμα που συνήθως συμβαίνει με το γάμο, τότε όλες οι πλευρές της προσωπικότητας κάθε συντρόφου πιέζουν για αναγνώριση και αποδοχή.
Δημιουργούμε καινούριες στενές σχέσεις προκειμένου να λύσουμε τις παλιές εσωτερικευμένες συγκρούσεις. Ταυτόχρονα, χωρίς να το καταλαβαίνουμε συνειδητά, ωθούμε τον άλλο, το συζυγικό σύντροφο, να αλλάξει, για να ταιριάξει με το αντίστοιχο εσωτερικό αντικείμενο. Για παράδειγμα, αν έχω εσωτερικεύσει την εικόνα μιας κακής, ματαιωτικής μητέρας, θα ωθήσω τη γυναίκα μου να φερθεί το ίδιο, ώστε να ταιριάξουν οι ψυχολογικές τους εικόνες. Όταν τις ταιριάξω, τότε αρχίζω τη σύγκρουση μαζί της, για να την κάνω να μου δώσει ό,τι μου στέρησε η μητέρα. Πρόκειται για τον μηχανισμό της προβολικής ταύτισης που εμπεριέχει και αυτό που ονομάζουμε αυτοεκπληρούμενη προφητεία («? ήξερα εγώ ότι είσαι έτσι»).
Από την άλλη πλευρά, ακριβώς για τον λόγο αυτό, η έγγαμη σχέση έχει και αρκετές δυνατότητες θεραπείας των αρχικών μας τραυμάτων. Αν δηλαδή η γυναίκα μου έχει τη δυνατότητα να μου δώσει ό,τι μου στέρησε η μητέρα μου, η εσωτερική σύγκρουση, η οποία είχε ενδεχομένως οδηγήσει σε κατάθλιψη, βελτιώνεται και με αυτό τον τρόπο βελτιώνεται ή εξαφανίζεται και η κατάθλιψη.
Σε περίπτωση που ο ένας ή και οι δύο σύντροφοι έχουν εύθραυστα διεγερτικά αντικείμενα, τα απορριπτικά αντικείμενα και το εγώ μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τον ενθουσιασμό και τη σεξουαλικοποίηση του δεσμού. Γι?αυτό άλλωστε παρατηρούμε συχνά μια χαρακτηριστική μείωση ενδιαφέροντος για τη σεξουαλική πράξη τη στιγμή του γάμου ή της δέσμευσης. Ένας άνδρας ή μια γυναίκα που συνειδητά ή ασυνείδητα απειλείται από το σεξ, επειδή αυτό σχετίζεται με φοβική (απειλητική) αντικειμενότροπη σχέση του παρελθόντος, μπορεί να αντιδράσει με ευχαρίστηση και ενθουσιασμό (διέγερση) όταν ερωτοτροπεί ή συνδέεται με κάποιον, αλλά να χάσει τα συναισθήματα αυτά, μόλις η σχέση εξασφαλιστεί.
Πολλές καταστάσεις κατά την ανάπτυξη του συζυγικού κύκλου ζωής μπορούν να καταπιέσουν το ζευγάρι: η γέννηση του πρώτου ή επόμενου παιδιού, αλλαγές στη σταδιοδρομία ή νέες προκλήσεις των διαφορετικών φάσεων ζωής, όπως είναι η οιδιπόδεια φάση και η εφηβεία των παιδιών, η κρίση της μέσης ηλικίας, το γήρας κ.α.. Όλες αυτές οι αλλαγές ζωής μπορούν να προκαλέσουν εξέλιξη και αναζωογόνηση ενός γάμου ή αντίθετα να τον διαταράξουν. Και ο οποιοσδήποτε απειλητικός παράγοντας μπορεί να επηρεάσει τη σεξουαλική σχέση του ζευγαριού.
Η σεξουαλική επαφή δεν εκφράζει μόνο την αγάπη που εγχέει ενέργεια και ενθουσιασμό στη δημιουργική ένωση, εκδηλώνει επίσης τις δυσκολίες που παράγει ένα απορριπτικό σύστημα αντικειμένων που μοιράζεται το ζευγάρι. Μια αρκετά καλή σεξουαλική ζωή βοηθά το ζευγάρι ανακουφίζοντας και χαλαρώνοντας τις εντάσεις και αναζωογονώντας τη σχέση. Η απουσία του σεξ μπορεί να προκαλέσει φθορά, απογοήτευση και αισθήματα απόρριψης, με αποτέλεσμα να απειλείται η συντήρηση ή η διατήρηση της σχέσης.
Η σεξουαλική δυσλειτουργία είναι μια δευτερογενής δυσκολία για ένα ζευγάρι του οποίου η σεξουαλική ζωή διαταράσσεται κυρίως λόγω των αιτιών στη γενικότερή του σχέση, αλλά αποτελεί μια πρωτογενή δυσκολία όταν υπάρχει περιστασιακή ανησυχία απόδοσης, έλλειψη γνώσης για σεξ ή φυσική εξασθένιση. Οι ψυχοδυναμικοί θεραπευτές ενδέχεται να αγνοήσουν αυτές τις τελευταίες περιπτώσεις, θεωρώντας τες ασήμαντες για την παθολογία της σχέσης, ενώ οι θεραπευτές που είναι ειδικοί στις σεξουαλικές διαταραχές αλλά όχι στη ψυχοθεραπεία, μπορεί να υποτιμήσουν τις δευτερογενείς δυσκολίες, δηλαδή τον πρωταρχικό ρόλο που ασκούν οι αντικειμενότροπες σχέσεις στη γένεση πολλών σεξουαλικών προβλημάτων.
Θεραπεία σεξουαλικών διαταραχών
Δεν περιοριζόμαστε πλέον στις υποθέσεις του Freud ότι η ώριμη γυναικεία σεξουαλικότητα εκφράζεται μέσα από τον κολπικό οργασμό. Μπορούμε να δούμε το μηχανισμό του οργασμού ως φυσιολογικό μηχανισμό, που είναι μερικές φορές ανεξάρτητος και άλλες να επηρεάζεται από τα εσωτερικευμένα αντικείμενα. Η εμπειρία μάς διδάσκει ότι ο οργασμός δεν είναι κριτής της συναισθηματικής ωριμότητας. Έτσι επιβεβαιώνεται ο ισχυρισμός πολλαπλών ερευνών ότι οι περισσότερες γυναίκες δεν έχουν οργασμό όταν η διέγερση προκαλείται από το πέος. Μόνο το 20% με 30% των γυναικών φτάνουν σε οργασμό χωρίς χειρωνακτική βοήθεια (κολπικός οργασμός) και το υπόλοιπο 75% περίπου χρειάζεται την πρόσθετη υποκίνηση της κλειτορίδας (κλειτοριδικός οργασμός).
Οι σύγχρονες μέθοδοι αντιμετώπισης σεξουαλικών διαταραχών εστιάζουν την προσοχή τους στα εσωτερικευμένα αντικείμενα της παιδικής ηλικίας (ιδιαίτερα στη σχέση μητέρας -παιδιού που περιγράφηκε πιο πάνω, απ΄ όπου πηγάζει η προέλευση της ικανότητας για σχέση ενός ατόμου), αλλά και στην κατανόηση της φυσιολογίας της σεξουαλικής λειτουργίας. Έχει διαπιστωθεί, επίσης, ότι η επανενδοβολή πρώιμων αντικειμένων του κάθε συντρόφου στην τρέχουσα σχέση ενδέχεται να οδηγήσει στο σεξουαλικό αδιέξοδο.
Η μειωμένη επιθυμία είναι μια από τις πιο συχνές διαταραχές της σεξουαλικής και συζυγικής ζωής και συναντάται εξίσου συχνά στο σύζυγο ή τη σύζυγο. Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης το σεξουαλικό ενδιαφέρον και τα παράγωγά του αντιπροσωπεύουν τη σχέση με τα ενδοβλημένα αντικείμενα απόρριψης. Ένα άτομο μπορεί να έχει μόνιμα αδιαφορία για σεξ ή μπορεί να έχει ενδιαφέρον κατά τη διάρκεια της εφηβείας ή του φλέρτ και να μειωθεί εξαιτίας μιας σχέσης δέσμευσης ή στο γάμο. Οι δυσκολίες που προέρχονται από πρώιμες ενδοβλημένες σχέσεις αντικειμένου απαιτούν συχνά μια εντατική ψυχοθεραπεία ή ψυχανάλυση. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες ανταποκρίνονται σε μια βραχυπρόθεσμη θεραπεία ζεύγους. Ακόμα και όταν η βραχυπρόθεσμη θεραπεία δε λύσει το πρόβλημα, η διαδικασία της προσπάθειας μπορεί να συντελέσει στην κατανόηση των δυσκολιών του ατόμου με τη μειωμένη επιθυμία και των τρόπων με τους οποίους ο σύντροφος από την άλλη πλευρά συνήθως ασυνείδητα την υποστηρίζει.
Στο άλλο άκρο των περιπτώσεων υπάρχουν ζευγάρια όπου το σεξουαλικό ενδιαφέρον έχει μειωθεί λόγω επαναλαμβανόμενων συγκρούσεων μεταξύ τους ή εξαιτίας πιέσεων που προέρχονται από τις γνωστές πηγές της ζωής τους, π.χ. μια εξαντλητική εργασία ή ένα νέο μωρό. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ποιότητα του γάμου και η σεξουαλική ζωή μπορούν να βελτιωθούν όταν βελτιωθεί η γενική κατάσταση, αλλά μπορεί επίσης οι πιέσεις και η δυσαρέσκεια της προσωπικής ζωής να εισβάλλουν στο γάμο και τη σεξουαλική επαφή. Ή η σεξουαλική απροθυμία μπορεί να παραμείνει ως κατάλοιπο της πίεσης, με το ζεύγος ανίκανο να επιστρέψει στην προηγούμενη ισορροπία του.
Εάν η πτώση της σεξουαλικής επιθυμίας είναι αποτέλεσμα μιας βαθύτερης δυσαρέσκειας ή σύγκρουσης δεν αναμένουμε να δούμε σύντομα βελτίωση. Ενώ τα ζευγάρια που είχαν μια ικανοποιητική σεξουαλική ζωή δε χρειάζονται μακροπρόθεσμες θεραπείες.
Το μειωμένο ενδιαφέρον για την σεξουαλική πράξη και οι δυσκολίες της σεξουαλικής σχέσης συνήθως προκύπτουν από μια γενικότερη σύγκρουση του ζευγαριού, από τη ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του κάθε συντρόφου, από τις ασυνείδητες σχέσεις αντικειμένου κι από την προβλητική ταύτιση που χρησιμοποιείται κι από τις δύο πλευρές. (Η προβλητική ταύτιση είναι ένας αμυντικός μηχανισμός που περιγράφεται αναλυτικά σε άλλο σημείο της ιστοσελίδας -μηχανισμοί άμυνας ). Μια θεραπεία ψυχοδυναμικής κατεύθυνσης θα είναι στις περιπτώσεις αυτές συνήθως ικανοποιητική.
Εντούτοις, πολλά - ίσως τα περισσότερα ζευγάρια- παρουσιάζουν μια μικτή εικόνα. Τα συζυγικά προβλήματα πηγάζουν από τη δυσκολία ανάπτυξης σχέσεων αντικειμένου και στους δύο συντρόφους, από την ένταση κρίσεων ζωής κι από τις συγκρούσεις μέσα στο γάμο. Σεξουαλικές δυσκολίες προκύπτουν από τα αρχικά θέματα εσωτερικευμένων αντικειμένων, αλλά ενισχύονται στη συνέχεια από τα συζυγικά προβλήματα. Σε πολλά ζευγάρια, η σχετική συμβολή κάθε πηγής δε μπορεί να καθοριστεί ακριβώς. Οι θεραπευτές κάνουν μια θεωρητική υπόθεση όταν σχεδιάζουν την παρέμβαση που θα τους δώσει στοιχεία για την περαιτέρω πορεία, χρησιμοποιώντας και άλλους τρόπους αντιμετώπισης σε περίπτωση αδιέξοδου. Η αλλαγή μπορεί να είναι από τη συζυγική θεραπεία στη σεξουαλική θεραπεία, από τη σεξουαλική θεραπεία στη θεραπεία ζεύγους ή την ατομική θεραπεία με έναν ή με τους δύο συντρόφους. Μερικές φορές, η χρησιμότερη αλλαγή είναι να περάσει κανείς από τη θεραπεία ζεύγους στην οικογενειακή θεραπεία, προκειμένου να ερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο ζητήματα ολόκληρης της οικογένειας προσκρούουν στο ζευγάρι. Στην οικογενειακή θεραπεία από την άλλη πλευρά μπορεί να μελετήσουμε τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζονται τα παιδιά και στη συνέχεια να προκύψει μια καλύτερη κατανόηση του ζεύγους. Η θεραπεία λοιπόν μπορεί να κινηθεί σε οποιαδήποτε κατεύθυνση, από το άτομο προς το ζεύγος ή από το ζεύγος προς το άτομο, και μπορεί να συμπεριλάβει παροδικά θεραπεία επικεντρωμένη στη σεξουαλική δυσλειτουργία.
Η αξιολόγηση της σεξουαλικής λειτουργίας στο γάμο
Η ποιότητα της σεξουαλικής λειτουργίας μέσα σε μια σχέση θα πρέπει πάντα να ερευνάται ως τμήμα της συζυγικής ζωής, ακριβώς όπως αξιολογείται το θέμα των εξωσυζυγικών σχέσεων.
Μερικά ζευγάρια παρουσιάζουν τη σεξουαλική σχέση τους ως το κύριο πρόβλημά τους, με την έννοια ότι το σεξουαλικό τους πρόβλημα είναι η αιτία όλων των προβλημάτων τους. Άλλα ζευγάρια, με ικανοποιητική ψυχολογική σκέψη, γνωρίζουν ότι η σεξουαλική δυσκολία τους εκφράζει τις γενικότερες πτυχές της σχέσης τους που δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν. Για αυτούς η σεξουαλική απομάκρυνση αποτελεί ένα χαρακτηριστικό τρόπο εκδήλωσης διάφορων δυσκολιών. Τέλος, μερικά ζευγάρια έρχονται για θεραπεία με κάποιο συζυγικό πρόβλημα γενικού περιεχομένου, χωρίς να έχουν κατανοήσει το ρόλο της σεξουαλικής δυσκολίας ως πηγή προέλευσης ή διατήρησής του.
Ατομική ενδοψυχική σύγκρουση
Οι δυσκολίες εδώ πηγάζουν από προβλήματα ενδοψυχικής προέλευσης στο ένα ή και στα δύο άτομα. Με όρους αντικειμενότροπων σχέσεων ο γάμος ταλαιπωρείται από συγκρουσιακές εσωτερικές αντικειμενότροπες σχέσεις του ενός ή και των δύο. Ο ένας ή και οι δύο σύντροφοι είχαν προβληματικές σχέσεις με το περιβάλλον τους, κυρίως κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, οι οποίες τώρα μεταφέρονται με διάφορους αμυντικούς μηχανισμούς στο σύντροφο και αρκετές φορές και στην οικογένειά του.
Διαπροσωπική σύγκρουση μέσω προβλητικών ταυτίσεων
Αυτή η περιοχή δεν αφορά στη δυσκολία τού καθένα ξεχωριστά, εφόσον ο κάθε σύντροφος θα μπορούσε να έχει μια καλύτερη σεξουαλική σχέση ή γάμο με άλλον σύντροφο. Παρόλα αυτά η σύγκρουση μεταξύ τους μεγεθύνει τις δυσκολίες των αντικειμενοτρόπων σχέσεων στους εσωτερικούς τους κόσμους.
Στρες
Τα προβλήματα προκύπτουν εδώ από τις περιστάσεις της ζωής που δε σχετίζονται άμεσα με τη σεξουαλική επαφή (ασθένειες, οικονομικά προβλήματα, κρίσεις κ.α). Αν και οι καταστάσεις αυτές είναι στρεσογώνες από μόνες τους, συχνά συντονίζονται με τις αντικειμενοτρόπες σχέσεις του ζευγαριού, έτσι ώστε να παρεμβάλλονται στη σεξουαλική λειτουργία. Στη συνέχεια η σεξουαλική δυσλειτουργία προκαλεί μια πρόσθετη δευτερογενή διαταραχή στο γάμο.
Ατομικά σωματικά ελαττώματα
Τα σωματικά ελαττώματα μπορούν επίσης να δημιουργήσουν σεξουαλικά προβλήματα ανεξάρτητα από τις αντικειμενότροπες σχέσεις. Αυτά έχουν αντίκτυπο στο συναισθηματικό δεσμό, δημιουργώντας ελλείψεις και κατ?επέκταση δευτερογενείς συναισθηματικές καταστάσεις, όπως απογοήτευση, απώλεια και αγανάκτηση, οι οποίες με τη σειρά τους προκαλούν ζημιά, παράγοντας συγκρούσεις.
Ενδοψυχικές δυσκολίες και στους δύο συντρόφους
Στις περιπτώσεις αυτές τα εσωτερικευμένα αντικείμενα και των δύο συντρόφων συμβάλουν στο πρόβλημά τους, το οποίο συνήθως διατηρείται μέσα τους και ανάμεσά τους μέσω αμοιβαίας προβλητικής ταύτισης.
Σεξουαλικά προβλήματα κατά τη διάρκεια συζυγικής σύγκρουσης
Οι θεραπευτές ζευγαριών γνωρίζουν την ύπαρξη σεξουαλικών προβλημάτων σε ένα γάμο, αλλά δεν έχουν ιδιαίτερη εμπειρία στην αντιμετώπισή τους, καθώς αυτοί που έρχονται για θεραπεία, έρχονται για να σώσουν το γάμο και όχι για τα σεξουαλικά τους θέματα. Καμιά φορά όμως προκύπτει ένας από τους δύο να ζητήσει βοήθεια για κάποιο σεξουαλικό πρόβλημα και όχι για τον ίδιο το γάμο. Η προσέγγιση του σεξουαλικού προβλήματος δεν θα βοηθήσει ιδιαίτερα, αν δεν αντιμετωπιστούν οι γενικότερες δυσκολίες που υπάρχουν μέσα σε μια σχέση.
Όταν η αρρώστια απειλεί
Ενώ πολλά ζευγάρια καταφέρνουν να ξεπεράσουν τις διάφορες εντάσεις της ζωής, δε μπορούν να καταλάβουν τη σχέση που έχουν αυτές οι εντάσεις με σεξουαλικές δυσκολίες που τις ακολουθούν. Αν δεν γίνει αυτή η σχέση αντιληπτή, η δυσκολία κινδυνεύει να γίνει χρόνια λόγω του συσσωρευμένου δευτερογενούς άγχους. Πολλές παθήσεις πχ συνοδεύονται από το άγχος θανάτου κι αυτό με τη σειρά του μπορεί να προκαλέσει σεξουαλικές δυσκολίες.
Όταν η αιτία είναι οργανική
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η αιτία της σεξουαλικής δυσλειτουργίας είναι οργανικής προέλευσης. Τα ζευγάρια το υποπτεύονται και ζητάν βοήθεια. Το πρόβλημα στύσης στους άντρες πχ. συνήθως έχει ψυχολογική προέλευση. Όσο μεγαλώνει η ηλικία όμως, τόσο το ποσοστό οργανικών προβλημάτων αυξάνει. Σε πολλά ζευγάρια η αποδοχή της εξασθένισης της στυτικής λειτουργίας δε διαταράσσει τη σχέση. Όταν όμως ήδη υπάρχει πρόβλημα στη σχέση ή όταν δεν μπορεί η σχετική δυσκολία να γίνει αποδεχτή, είναι αρκετά πιθανό να προκύψει διαταραχή στη σχέση και φυσικά επιδείνωση του σεξουαλικού προβλήματος.
Η σχέση μεταξύ σεξουαλικής επαφής και μακρόχρονης σχέσης, όπως είναι ο γάμος, είναι συχνά σύνθετη. Είναι σημαντικό σε κάθε περίπτωση να καταλαβαίνουμε με τη μεγαλύτερη δυνατή λεπτομέρεια τη σχέση ανάμεσά τους. Αυτό το είδος κατανόησης μας βοηθά να αναλάβουμε μια θεραπεία επιλέγοντας τους χρησιμότερους συνδυασμούς προσέγγισης και να έχουμε τη δυνατότητα να πάμε πιο πέρα στην αναζήτηση και τη θεραπεία καθώς τα πράγματα ξετυλίγονται.