Τα τελώνια στους βίους Αγίων
Στην περίπτωση του στρατιώτη Ταξιότη για παράδειγμα, αναφέρεται ότι επανήλθε στη ζωή μετά από έξι ώρες μέσα στον τάφο και διηγήθηκε την ακόλουθη εμπειρία: « Την ώρα που πέθαινα, είδα μπροστά μου Αιθίοπες με πολύ τρομακτική εμφάνιση, η ψυχή μου ταράχτηκε θωρώντας τους. Τότε εμφανίστηκαν δυό εξαστράπτοντες νέοι, και η ψυχή μου πετάχτηκε και φώλιασε στην αγκαλιά τους. Αρχίσαμε να ανεβαίνουμε αργά στον αέρα, σαν να πετούσαμε, και φτάσαμε στα τελώνια που φρουρούν την άνοδο και εμποδίζουν την ψυχή κάθε ανθρώπου να περάσει ανάμεσά τους. Κάθε τελώνιο ήλεγχε ένα συγκεκριμένο είδος αμαρτίας: ένα ήλεγχε το ψέμα, άλλο τον φθόνο, άλλο την υπερηφάνεια, κάθε είδος αμαρτίας έχει τους δικούς του ελεγκτές στον αέρα. Είδα ακόμα ότι οι άγγελοι κρατούσαν φυλαγμένες μέσα σε ένα μικρό μπαούλο όλες μου τις καλές πράξεις, βγάζοντάς τες έξω, τις συνέκριναν με τις κακές μου πράξεις. Έτσι περάσαμε μέσα από όλα τα τελώνια. Και όταν, πλησιάζοντας τις πύλες του ουρανού, φθάσαμε στο τελώνιο της πορνείας, οι φρουροί που ήταν εκεί με σταμάτησαν και μου παρουσίασαν όλες τις πράξεις πορνείας που είχα διαπράξει με τη σάρκα μου, από την παιδική ηλικία μέχρι το θάνατό μου. Οι άγγελοι που με οδηγούσαν είπαν: « Όλες τις σαρκικές αμαρτίες που διέπραξες στην πόλη, ο Θεός σου τις συγχώρεσε επειδή μετανόησες γι' αυτές». Οι εχθροί μου, όμως, αμέσως μετά τη φράση αυτή δήλωσαν: « Αλλά όταν έφυγες από την πόλη και πήγες στο χωριό, μοίχευσες με τη γυναίκα ενός αγρότη». Οι άγγελοι, ακούγοντάς τους και μη βρίσκοντας καμιά καλή μου πράξη που να μπορούσαν να παρουσιάσουν για να ξεπληρώσουν αυτήν την αμαρτία, με άφησαν και έφυγαν. Τότε με άρπαξαν τα πονηρά πνεύματα και, χτυπώντας με αλύπητα, με κατέβασαν κάτω στη γή. Η γή άνοιξε, και εγώ οδηγήθηκα μέσα από στενούς και δυσώδεις κατήφορους στην υπόγεια φυλακή του άδη».
Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος παραθέτει και άλλες εμπειρίες σχετικά με τα τελώνια στους Βίους Αγίων: την εμπειρία του αγ. Ευστρατίου του Μεγαλομάρτυρος, του αγ. Νήφωνος εκ Κωνσταντίας Κύπρου, ο οποίος είδε πολλές ψυχές να ανέρχονται περνώντας μέσα από τα τελώνια, του αγ. Συμεών Εμέσης του διά Χριστόν σαλού, του αγ. Ιωάννου του Ελεήμονος, Πατριάρχου Αλεξανδρείας, του αγ. Συμεών του Θαυμαστού Όρους και, τέλος, του αγ. Μακαρίου του Μεγάλου.
Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος αγνοούσε την ύπαρξη πολλών πηγών της πρώιμης περιόδου της Ορθοδοξίας στη Δύση, οι οποίες δε μεταφράστηκαν ποτέ στα Ελληνικά ή τα Ρώσικα, και αυτές όμως περιέχουν άφθονες περιγραφές των τελωνίων. Απ' ότι φαίνεται, η ονομασία «τελώνια» περιορίζεται μόνο στις προερχόμενες από την Ανατολική Εκκλησία πηγές, αλλά η πραγματικότητα που περιγράφουν τόσο οι Ανατολικές όσο και οι Δυτικές πηγές είναι ακριβώς η ίδια.
Ο αγ. Κολούμβας, για παράδειγμα, ο ιδρυτής της νησιωτικής μονής της Αιόνας στη Σκωτία (+597), είδε πολλές φορές στη ζωή του τη μάχη που έδιναν οι δαίμονες στον αέρα για τις ψυχές των ανθρώπων που μόλις είχαν πεθάνει. Ο αγ. Αδαμνανός αναφέρει αυτά τα περιστατικά στο έργο του Βίος του αγ. Κολούμβα, ένα από τα οποία παραθέτουμε στη συνέχεια:
«Μια μέρα ο αγ. Κολούμβας συγκέντρωσε όλους τους μοναχούς του και τους είπε: «Ας βοηθήσουμε με την προσευχή μας τους μοναχούς του Ηγούμενου Κόμγκελ, οι οποίοι αυτή τη στιγμή πνίγονται στη λίμνη του Μόσχου, «Να, κοιτάξτε αυτή τη στιγμή μάχονται στον αέρα εναντίον εχθρικών δυνάμεων οι οποίες προσπαθούν να αρπάξουν μακριά την ψυχή ενός ξένου που πνίγεται κι αυτός μαζί τους». Κατόπιν, αφού προσευχήθηκαν, ο αγ. Κολούμβας τους είπε: «Ευχαριστήστε τον Χριστό, αφού τώρα οι άγιοι άγγελοι έχουν συναντήσει αυτές τις άγιες ψυχές και έχουν απελευθερώσει τον ξένο, σώζοντάς τον μετά από τη θριαμβευτική τους νίκη εναντίον των δαιμόνων».
Ο αγ. Βονιφάτιος, ο Αγγλοσάξονας «απόστολος στους Γερμανούς», που έζησε τον 8ο αιώνα, αναφέρει σε μία από τις επιστολές του σχετική διήγηση, όπως του τη μετέφερε προσωπικά κάποιος μοναχός της μονής του Ουένλοκ, ο οποίος πέθανε και επανήλθε στη ζωή μετά από λίγες ώρες. «Καθώς εκείνος χωριζόταν από το σώμα του, εμφανίστηκαν μπροστά του άγγελοι που τον σήκωσαν ψηλά, οι οποίοι είχαν μία τέτοια απόλυτη λαμπρότητα που δεν άντεχε να τους αντικρίσει ...; «Με μετέφεραν ψηλά», είπε, «ψηλά στον αέρα ...;» Ο μοναχός αυτός είπε επίσης ότι όση ώρα βρισκόταν έξω από το σώμα του, μαζεύτηκαν στο μέρος όπου βρίσκονταν αμέτρητες ψυχές, που ο αριθμός τους ξεπερνούσε ακόμα και τον αριθμό των ανθρώπων που φανταζόταν ότι κατοικούσαν πάνω στη γη. Είπε ακόμα ότι υπήρχε ένα πλήθος πονηρών πνευμάτων και μια υπέροχη χορωδία από τους ανώτερους αγγέλους, τα άθλια πνεύματα και οι άγιοι άγγελοι είχαν μία βίαιη λογομαχία μεταξύ τους και είχαν μεταφερθεί εκεί, οι δαίμονες παρουσίαζαν κατηγορίες εναντίον τους, βαρύνοντας το φορτίο των αμαρτιών τους, ενώ οι άγγελοι το έκαναν ελαφρύτερο δικαιολογώντας τους.
«Ο μοναχός άκουσε όλες τις αμαρτίες του, τις οποίες είχε διαπράξει από την εποχή της νεότητάς του και τις οποίες είτε δεν είχε εξομολογηθεί είτε τις είχε ξεχάσει, ή δεν τις θεωρούσε ως αμαρτίες, αυτές κραύγαζαν εναντίον του, η καθεμία με τη δική της φωνή, αποδίδοντάς του βαριές κατηγορίες. Κάθε αμαρτία που είχε διαπράξει κάθε μέρα της ζωής του και που είχε αμελήσει να την εξομολογηθεί, όπως και πολλές που ο ίδιος δε γνώριζε ότι ήταν αμαρτίες, όλες κραύγαζαν εναντίον του με τρομακτικά λόγια. Κατά τον ίδιο τρόπο τα πονηρά πνεύματα μπήκαν στον χορό των κατηγοριών φωνάζοντας δυνατά και επιβεβαιώνοντάς τες και αποκαλύπτοντας το χρόνο και τον τόπο που διαπράχθηκε η καθεμιά, παρουσίαζαν αποδείξεις των αμαρτωλών του πράξεων ...; Έτσι, έχοντας συσσωρεύσει μπροστά του και «λογαριάσει» όλες τις αμαρτίες του, εκείνοι οι πανάρχαιοι εχθροί τον κήρυξαν ένοχο και, ως εκ τούτου, υπαγόμενο στη δικαιοδοσία τους.
Όμως, από την άλλη, διηγούνταν ο μοναχός, εκείνες οι ασήμαντες μικρές αρετές που είχα επιδείξει στη ζωή μου ελλιπώς και αναξίως μίλησαν άφοβα υπερασπίζοντάς με ...; Και εκείνα τα αγγελικά πνεύματα με την απέραντη αγάπη τους με υπεράσπιζαν και με στήριζαν, ενώ οι αρετές, σημαντικά μεγαλοποιημένες, μου φαίνονταν πολύ πιο σπουδαίες και εξαιρετικές απ' όσο θα μπορούσαν ποτέ να είναι στην πράξη με τη δική μου δύναμη.
Μία σύγχρονη εμπειρία των τελωνίων
«Η αντίληψη του χρόνου έσβησε εντελώς στο νού μου. Δεν ξέρω πόση ώρα ανεβαίναμε ψηλά. Ξαφνικά ακούστηκε κάποιος θόρυβος και με κραυγές και γέλια άρχισε γρήγορα να μας πλησιάζει ένα πλήθος κάποιων απαίσιων όντων.
«Δαίμονες!» σκέφτηκα. Το κατάλαβα μάλιστα πάρα πολύ γρήγορα και με έπιασε κάτι σαν τρόμος που μέχρι τότε μου ήταν άγνωστος. Δαίμονες! Φαντάζομαι πώς θα ειρωνευόμουν και θα γελούσα αν κάποιος λίγες μέρες, ακόμα και λίγες ώρες νωρίτερα, μου έλεγε ότι πιστεύει στην ύπαρξή τους και είδε με τα μάτια του τους δαίμονες! Ως μορφωμένος άνθρωπος του τέλους του δεκάτου ενάτου αιώνα, με το όνομα αυτό θεωρούσα τις κακές συνήθειες και τα πάθη του ανθρώπου. Γι' αυτό και η λέξη αυτή δεν ήταν για μένα όνομα, αλλά ένας όρος που δηλώνει κάποια αφηρημένη έννοια. Και ξαφνικά αυτή «η αφηρημένη έννοια» παρουσιάστηκε μπροστά μου σαν ζωντανό πρόσωπο!...
«Αφού μας περικύκλωσαν από όλες τις πλευρές οι δαίμονες φώναζαν και απαιτούσαν απ' τους αγγέλους να με παραδώσουν σ' αυτούς. Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να με αρπάξουν από τα χέρια τους, αλλά δεν τολμούσαν να το κάνουν. Από τις αισχρές κραυγές και τα ουρλιάσματα που έβγαζαν ξεχώριζα κάποιες λέξεις και μερικές φορές και ολόκληρες τις φράσεις.
«Είναι δικός μας, αρνήθηκε το Θεό», ξαφνικά φώναξαν όλοι με μια φωνή και ταυτόχρονα όρμησαν πάνω μου. Το αίμα πάγωσε στις φλέβες μου.
«Είναι ψέμα! Αυτό δεν είναι αλήθεια!», ήθελα να τους απαντήσω, όταν ξαναβρήκα τον εαυτό μου, και όμως η μνήμη μου έδεσε τη γλώσσα. Με έναν τρόπο ακατανόητο θυμήθηκε ξαφνικά ένα ασήμαντο περιστατικό που συνέβη τόσο παλιά, την εποχή που ήμουν νέος, και πού το ξέχασα σχεδόν εντελώς».
Στο σημείο αυτό ο συγγραφέας θυμάται ένα περιστατικό από τα σχολικά του χρόνια. Κάποια μέρα, σε μία φιλοσοφική συζήτησε που είχε με φίλους του, ένας από αυτούς εξέφρασε την εξής άποψη: «Γιατί πρέπει να πιστέψω στο Θεό, αν χωρίς καμιά διαφορά μπορώ να πιστεύω ότι ο Θεός δεν υπάρχει;». Στην ερώτηση αυτή ο συγγραφέας απάντησε: «Μπορεί και να μην υπάρχει». Τη στιγμή όμως, μετά το θάνατό του, που βρέθηκε αντιμέτωπος με τους δαίμονες - κατήγορους στα τελώνια, ο συγγραφέας αναλογίστηκε:
«Αυτή η απάντηση μου κυριολεκτικά ήταν «αργόν ρήμα». Δεν μπορούσε αυτή η βαττολογία του φίλου μου να μου δημιουργήσει αμφιβολίες στην ύπαρξη του Θεού. Άλλωστε χωρίς πολλή προσοχή παρακολουθούσα αυτά που έλεγε. Και όμως, όπως φάνηκε τώρα, ο αργός αυτός λόγος δεν ξεχάστηκε. Έπρεπε τώρα να δικαιολογηθώ και να ανατρέψω αυτήν την κατηγορία. Έτσι πραγματοποιήθηκε ο λόγος του Ευαγγελίου ...; Θα δώσουμε λόγο για κάθε ανώφελο λόγο που λέμε παρακινούμενοι από τον εχθρό της σωτηρίας μας.
«Η κατηγορία αυτή ήταν το πιο δυνατό επιχείρημα που πρόβαλαν οι δαίμονες, ζητώντας να παραδοθώ στα χέρια τους. Η κατηγορία αυτή τους έδωσε καινούρια δύναμη και θάρρος και βγάζοντας άγριες κραυγές άρχισαν να περιστρέφονται γύρω μας, εμποδίζοντάς μας να συνεχίσουμε το δρόμο μας.
«Τότε σκέφτηκα την προσευχή και άρχισα να προσεύχομαι, ζητώντας τη βοήθεια όσων αγίων γνώριζα και τα ονόματα των οποίων μου ήλθαν στο νου τη στιγμή εκείνη. Αυτό όμως δε φόβισε καθόλου τους εχθρούς μου. Εγώ ο ελεεινός, που μόνο κατ' όνομα ήμουν χριστιανός, μόνο τότε, ίσως πρώτη φορά στη ζωή μου, θυμήθηκα εκείνη που ονομάζεται Προστάτιδα του γένους των χριστιανών.
«Ήταν πολύ τρομαγμένη η ψυχή μου και γι' αυτό πολύ θερμή βγήκε η προσευχή μου προς την Παναγία. Μόλις είπα το όνομά της αμέσως μας σκέπασε μία λευκή ομίχλη η οποία άρχισε γρήγορα να περικυκλώνει την απαίσια αυτή στρατιά των δαιμόνων και σε λίγο την έκρυψε ολοτελώς από τα μάτια μου. Πολλή ώρα όμως άκουγα τις κραυγές και τα ουρλιάσματά τους. Επειδή όμως οι φωνές γίνονται όλο και πιο αδύναμες, κατάλαβα ότι οι δαίμονες έμειναν πίσω».
Η εμπειρία των τελωνίων πριν το θάνατο
«Την παραμονή του θανάτου του περιέπεσε σε έκσταση και με τα μάτια ανοικτά παρατηρούσε δεξιά και αριστερά της κλίνης του. Σαν να τον ανέκριναν κάποιοι, απαντούσε - τον άκουγαν όλοι οι παρευρισκόμενοι - και άλλοτε έλεγε: «Ναι, πράγματι, αληθινά, πλην όμως ενήστευσα τόσα έτη γι' αυτό». Άλλοτε : «Όχι, είναι ψέμα. Αυτό δεν το έκανα». Έπειτα από λίγο: «Αυτό ναι, αληθινά το έπραξα, αλλά έκλαυσα, έκανα διακονήματα αγάπης». Και πάλι: «Αληθινά με κατηγορείτε». Μερικές φορές για ορισμένα απαντούσε: «Ναι, αληθινά, ναι. Γι' αυτά δεν έχω τι να απολογηθώ. Ο Θεός είναι ελεήμων». Ήταν αλήθεια ένα θέαμα φρικτό και φοβερό. Ένα δικαστήριο αόρατο και χωρίς έλεος. Και το φοβερότερο ότι τον κατηγορούσαν και για πράξεις που δεν είχε διαπράξει. Ο ησυχαστής αυτός και αναχωρητής για ορισμένα πταίσματά του - αλίμονο! - έλεγε: «Γι' αυτά δεν έχω τι να ειπώ». Και είχε σαράντα περίπου έτη μοναχός, χωρίς να του λείπει και το δάκρυ !... Και ενώ συνεχιζόταν η αυστηρά αυτή δικαστική ανάκρισις, αποχωρίσθηκε το σώμα του, χωρίς να αφήσει καμιά ένδειξη για την κρίση ή το πόρισμα ή την απόφαση και το τέλος της δίκης».
Επίσης, η συνάντηση με τα τελώνια μετά το θάνατο αποτελεί μόνο μία συγκεκριμένη και τελική μορφή της συνολικής μάχης την οποία διεξάγει διά βίου η ψυχή του Χριστιανού. Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος γράφει: « Όπως η ανάσταση της ψυχής του Χριστιανού από το θάνατο της αμαρτίας πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής της, ακριβώς έτσι πραγματοποιείται μυστικά, εδώ στη γή, η δοκιμασία της ψυχής από τις εναέριες δυνάμεις, με κατάληξη την αιχμαλώτισή της ή την απελευθέρωσή της από αυτές τις δυνάμεις - κατά τη διαδρομή της μέσα από τον αέρα, μετά το θάνατο, αυτή η αιχμαλώτιση ή η απελευθέρωση της απλώς γίνονται φανερές».
Μερικοί άγιοι, όπως ο Μακάριος ο Μέγας, του οποίου η διέλευση από τα τελώνια ήταν ορατή από διάφορους μαθητές του, ανέρχονται μέσα από τους δαιμονικούς «εισπράκτορες» χωρίς να συναντήσουν καμιά αντίσταση, αφού έχουν ήδη κερδίσει τον πόλεμο με τους δαίμονες σ' αυτήν τη ζωή. Αμέσως παρακάτω παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το Βίο του:
«Όταν έφτασε η ώρα του θανάτου του αββά Μακαρίου, ήρθε να πάρει την ψυχή του το Χερουβείμ που ήταν ο φύλακας άγγελός του, με τη συνοδεία πλήθους ουράνιων ταγμάτων. Κατήλθαν επίσης χοροί αποστόλων, προφητών, μαρτύρων, ιεραρχών, μοναχών και δικαίων. Οι δαίμονες διετάχθησαν σε σειρές και πλήθη στα τελώνια με σκοπό να εμποδίσουν τη διέλευση της ένθεης ψυχής του. Η ψυχή άρχισε να ανέρχεται. Στέκοντας πολύ μακριά της, στα τελώνια, τα πονηρά πνεύματα φώναζαν: «Ω Μακάριε, πόση δόξα αξιώθηκες να λάβεις!» Ο ταπεινός άνδρας τους απάντησε: «Όχι! Ακόμα φοβάμαι, αφού δε γνωρίζω εάν έχω πράξει κάτι αγαθό». Στο μεταξύ ανερχόταν ταχέως στον ουρανό. Από κάποια άλλα τελώνια που βρίσκονταν ψηλότερα οι εναέριες δυνάμεις κραύγαζαν και πάλι: «Δεν είναι έτσι! Μας ξέφυγες Μακάριε». «Όχι», απάντησε εκείνος «ακόμα χρειάζομαι να αναχωρήσω». Όταν είχε ήδη φτάσει στις πύλες του ουρανού, οι δαίμονες, θρηνώντας από μοχθηρία και φθόνο, κραύγασαν: «Δεν είναι έτσι! Μας ξέφυγες Μακάριε!» και εκείνος απάντησε: Με φύλαξη η δύναμη του Χριστού μου και ξέφυγα απ' τα δίχτυα σας!».
Οι μεγάλοι άγιοι του Θεού περνούν μέσα από τις εναέριες φρουρές των σκοτεινών δυνάμεων με τόσο μεγάλη ελευθερία, επειδή κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής τους διεξάγουν ανένδοτη μάχη εναντίον τους και, αφού τελικά τους νικήσουν, αποκτούν στα βάθη της καρδιάς τους τέλεια ελευθερία από την αμαρτία, γίνονται ο ναός και το ιερό του Αγίου Πνεύματος, κάνοντας την κατοικία της λογικής ψυχής τους απροσπέλαστη για τους πεπτωκότες αγγέλους.
Η μερική κρίση
Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί είναι τυχεροί αφού έχουν στη διάθεσή τοςυ τη διδασκαλία περί τελωνίων και μερικής κρίσης, όπως αυτή εκτίθεται με σαφήνεια σε πολυάριθμα Πατερικά κείμενα και Βίους Αγίων. Όμως, είναι αλήθεια ότι κάθε άνθρωπος που εντρυφά στη μελέτη απλώς και μόνον της Αγίας Γραφής θα συναντήσει μία πολύ παρόμοια διδασκαλία. Ετσι, ο Προτεστάντης Ευαγγελιστής Μπίλλυ Γκράχαμ γράφει στο βιβλίο του για τους αγγέλους: «Τη στιγμή του θανάτου η ψυχή εγκαταλείπει το σώμα και περνά μέσα από την ατμόσφαιρα. Όμως η Αγία Γραφή μας διδάσκει ότι εκεί παραμονεύει ο διάβολος. Είναι ο «άρχοντας της εξουσίας του αέρος». Εάν οι πνευματικοί μας οφθαλμοί ήταν ανοικτοί, πιθανώς θα βλέπαμε τον αέρα γεμάτο με τους εχθρούς του Χριστού, τους δαίμονες. Αφού ο σατανάς κατάφερε να παρεμποδίσει για τρείς εβδομάδες τον άγγελο του Δανιήλ κατά την αποστολή του στη γή, τότε μπορούμε να φανταστούμε την εχθρότητα που θα συναντήσει ένας Χριστιανός όταν πεθάνει ...;Η στιγμή του θανάτου αποτελεί την τελευταία ευκαιρία του σατανά να επιτεθεί στον αληθινό πιστό, όμως ο Θεός στέλνει τους αγγέλους Του για να μας φυλάξουν εκείνη την ώρα».
Τελώνια: Λυδία Λίθος της αυθεντικής μεταθανάτιος εμπειρίας
Η περιγραφή της διέλευσης των τελωνίων - που αποτελεί ένα είδος λυδίας λίθου της αυθεντικής μεταθανάτιας εμπειρίας - απουσιάζει παντελώς από τις σημερινές διηγήσεις, και δεν είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε το λόγο: η απουσία των αγγέλων που έρχονται να συναντήσουν την ψυχή, η απουσία κρίσης, η επιπολαιότητα πολλών αφηγήσεων, ακόμα και η σύντομη χρονική διάρκεια τέτοιων εμπειριών - η οποία συνήθως κυμαίνεται μεταξύ πέντε και δέκα λεπτών, ενώ οι αντίστοιχες εμπειρίες που περιγράφονται στους Βίους Αγίων και σε άλλες Ορθόδοξες πηγές διαρκούν από μερικές ώρες έως μερικές ημέρες, όλα αυτά αποτελούν σαφείς ενδείξεις ότι οι σημερινές εμπειρίες, αν και ενίοτε πολύ εντυπωσιακές και μη ερμηνεύσιμες βάσει κανενός φυσικού νόμου γνωστού στην ιατρική επιστήμη, στερούνται, εντούτοις, ιδιαίτερου βάθους. Εάν όντως πρόκειται για εμπειρίες θανάτου, τότε αφορούν μόνο το πολύ αρχικό στάδιο της διαδρομής της ψυχής μετά το θάνατο, λαμβάνουν χώρα κατά τις πρώτες στιγμές του θανάτου, πριν να οριστικοποιηθεί η απόφαση του Θεού για την ψυχή, η οποία φανερώνεται με την εμφάνιση των αγγέλων που έρχονται να πάρουν την ψυχή, ενώ υπάρχει ακόμα πιθανότητα να επιστρέψει μέσα στο σώμα με φυσικό τρόπο.
Και πάλι, όμως, υπολείπεται μία ικανοποιητική εξήγηση για τις εμπειρίες της εποχής μας. Τι είναι αυτά τα πανέμορφα τοπία που συχνά βλέπουν οι άνθρωποι; Πού βρίσκεται αυτή η «ουράνια» πόλη που αντικρίζουν; Τι είναι όλος αυτός ο κόσμος με τον οποίο αναμφισβήτητα έρχονται σε επαφή κατά τη διάρκεια των «εξωσωματικών» εμπειριών;
Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα μπορεί να εντοπιστεί στην έρευνα ενός μάλλον διαφορετικού είδους κειμένων από τις προαναφερθείσες Ορθόδοξες πηγές, τα κείμενα αυτά βασίζονται επίσης σε προσωπικές εμπειρίες, και είναι πολύ περισσότερο ενδελεχή στις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά τους απ' ότι αυτά που περιγράφουν τις σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες. Είναι τα κείμενα στα οποία στρέφεται επίσης ο Δρ. Μούντυ καθώς και άλλοι ερευνητές, και στα οποία βρίσκουν αξιοσημείωτες ομοιότητες με τις κλινικές περιπτώσεις που έχουν εξάψει το ενδιαφέρον του σημερινού ανθρώπου για τη μετά θάνατον ζωή.
Η διδασκαλία του Επισκόπου Θεοφάνη του Έγκλειστου περί τελωνίων
«Εξωσωματικές» εμπειρίες στην αποκρυφιστική βιβλιογραφία
Ο λόγος είναι πολύ απλός: η χριστιανική διδασκαλία προέρχεται από την αποκαλυμμένη από το Θεό στον άνθρωπο πορεία της ψυχής μετά το θάνατο, και επικεντρώνεται κυρίως στην τελική κατάσταση της ψυχής στον παράδεισο ή την κόλαση. Ενώ υπάρχει επίσης πληθώρα χριστιανικών κειμένων που περιγράφουν το τι συμβαίνει στη ψυχή μετά το θάνατο, βασιζόμενα σε προσωπικές μεταθανάτιες ή εξωσωματικές εμπειρίες, όπως παρουσιάστηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο περί «τελωνίων», το σύνολο αυτών των κειμένων σαφώς καταλαμβάνει δευτερεύουσα θέση συγκρινόμενο με την κύρια χριστιανική διδασκαλία περί της τελικής κατάστασης της ψυχής, και είναι κυρίως χρήσιμο στο να διασαφηνίσει και να προβάλει εντονότερα τα βασικά σημεία της Χριστιανικής διδασκαλίας.
Ωστόσο, στα αποκρυφιστικά κείμενα ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει: η κύρια έμφαση προσδίδεται στην εμπειρία της ψυχής στον «εξωσωματικό» κόσμο, ενώ η τελική της κατάσταση συνήθως μένει ασαφής ή ανοικτή σε προσωπικές γνώμες και υποθέσεις, που δήθεν βασίζονται σε αυτές τις εμπειρίες. Οι σύγχρονοι ερευνητές ελκύονται πολύ πιο εύκολα από τις εμπειρίες των συγγραφέων του αποκρυφισμού, οι οποίες φαίνονται να επιδέχονται, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, «επιστημονική» διερεύνηση, παρά από τη χριστιανική διδασκαλία, η οποία απαιτεί δέσμευση εκ μέρους του ανθρώπου όσον αφορά την πίστη και την εμπιστοσύνη του καθώς και τη διαγωγή μίας πνευματικής ζωής σύμφωνης με αυτές.
Στο παρόν κεφάλαιο θα επιχειρήσουμε να επισημάνουμε μερικούς από τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε μία τέτοια προσέγγιση, η οποία δεν είναι καθόλου τόσο «αντικειμενική» όσο φαίνεται σε μερικούς, καθώς επίσης και να προβούμε σε μία εκτίμηση αυτών των «εξωσωματικών» εμπειριών από την άποψη του Ορθόδοξου Χριστιανισμού. Για να γίνει αυτό, πρέπει να εξετάσουμε ένα μέρος της αποκρυφιστικής βιβλιογραφίας την οποία οι σύγχρονοι ερευνητές χρησιμοποιούν για να διασαφηνίσουν τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες.
Η Θιβετιανή Βίβλος των Νεκρών
Στα κατοπινά στάδια των διαρκείας 49 ημερών «εξωσωματικών» εμπειριών που περιγράφονται στο βιβλίο, παρουσιάζονται οράματα τόσο «ειρηνικών» όσο και «αγριωπών» θεοτήτων, τα οποία όλα, σύμφωνα με τη βουδιστική διδασκαλία, θεωρούνται ως απατηλά. Θα εξηγήσουμε παρακάτω, εξετάζοντας τη φύση του κόσμου αυτού, το γιατί τα εν λόγω οράματα είναι πράγματι κατά κύριο λόγο απατηλά. Η κατάληξη της όλης διαδικασίας είναι η τελική πτώση της ψυχής σε μία «μετενσάρκωση», την οποία η βουδιστική διδασκαλία θεωρεί ως κακό που μπορεί να αποφευχθεί με την εξάσκηση στο Βουδισμό. Ο Δρ. Καρλ Γιούνγκ, στην Ψυχολογική του ανάλυση σχετικά με το βιβλίο, διαπιστώνει ότι αυτά τα οράματα παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με τις περιγραφές του μεταθανάτιου κόσμου στα πνευματιστικά κείμενα της σημερινής Δύσης - και τα δύο «δίνουν στον άνθρωπο μία αηδιαστική εντύπωση της απόλυτης βλακείας και κοινοτοπίας που χαρακτηρίζουν τα μηνύματα από τον «κόσμο των πνευμάτων».
Σε δύο σημεία οι σύγχρονες εμπειρίες μοιάζουν εντυπωσιακά με τις αναφερόμενες στη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών, γεγονός που εξηγεί και το ενδιαφέρον του Δρος Μούντυ και των άλλων ερευνητών για το συγκεκριμένο βιβλίο. Πρώτον, η περιγραφή της «εξωσωματικής» εμπειρίας κατά τις πρώτες στιγμές του θανάτου είναι ουσιαστικά ίδια με την αντίστοιχη περιγραφή των σύγχρονων εμπειριών, όπως επίσης και με αυτήν που απαντάται στην Ορθόδοξη γραμματεία: η ψυχή του αποθανόντος εμφανίζεται ως «αστραφτερό πλασματικό σώμα», ορατό σε άλλα όντα της ίδιας με αυτό φύσης αλλά όχι στους σαρκικούς ανθρώπους, αρχικά δε γνωρίζει εάν ζεί ή εάν έχει πεθάνει, βλέπει ανθρώπους να στέκονται γύρω από το σώμα, ακούει τους οδυρμούς των συγγενών και φίλων, και διατηρεί όλες τις αισθήσεις της σε πλήρη λειτουργία, μπορεί να κινείται ανεμπόδιστα και να διέρχεται από στερεά αντικείμενα. Δεύτερον, υπάρχει ένα «πρώτο καθαρό φώς κατά τη στιγμή του θανάτου», το οποίο οι σύγχρονοι ερευνητές ταυτίζουν με το «φωτεινό όν» των σύγχρονων περιγραφών.
Δεν υπάρχει λόγος να αμφιβάλουμε για το ότι τα όσα περιγράφονται στη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών βασίζονται σε κάποιο είδος «εξωσωματικής» εμπειρίας, όμως, όπως θα δούμε παρακάτω, η πραγματική μεταθανάτια κατάσταση είναι μόνο μία από αυτές τις εμπειρίες, και δεν πρέπει να δεχόμαστε ανεπιφύλακτα την οποιαδήποτε «εξωσωματική» εμπειρία ως αποκάλυψη του τι πράγματι συμβαίνει στην ψυχή μετά το θάνατο. Οι εμπειρίες των μέντιουμ της Δύσης μπορούν επίσης να είναι γνήσιες, ασφαλώς, όμως, δε μεταβιβάζουν πραγματικά μηνύματα από τους νεκρούς, όπως προσποιούνται ότι κάνουν.
Υπάρχει αρκετή ομοιότητα ανάμεσα στη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών και στην κατά πολύ προγενέστερη Αιγυπτιακή Βίβλο των Νεκρών. Σύμφωνα με την τελευταία, η ψυχή μετά το θάνατο υφίσταται πολλές μεταμορφώσεις και συναντάται με πολλούς «θεούς». Δεν υπάρχει, ωστόσο, καμιά ζωντανή παράδοση σχετικά με την ερμηνεία αυτού του βιβλίου, και έτσι ο σημερινός αναγνώστης μπορεί μόνο να εικάζει το νόημα μερικών συμβολισμών του. Σύμφωνα με την Αιγυπτιακή Βίβλο των Νεκρών ο αποθανών μεταμορφώνεται διαδοχικά σε χελιδόνι, χρυσό γεράκι, ερπετό με ανθρώπινες κνήμες και πέλματα, κροκόδειλο, ερωδιό, άνθος λωτού κλπ, και συναντά παράξενους «θεούς» και όντα ενός άλλου κόσμου, όπως π.χ. τους τέσσερις άγιους πιθήκους», την ιπποπόταμο - θεά, διάφορους θεούς με κεφάλια σκύλων, τσακαλιών, πιθήκων, πουλιών κλπ.
Οι περίπλοκες και συγκεχυμένες εμπειρίες από το «μεταθανάτιο» βασίλειο, όπως περιγράφονται σε αυτό το βιβλίο, βρίσκονται σε έντονη αντίθεση με τη σαφήνεια και την απλότητα των Χριστιανών εμπειριών. Παρότι και το βιβλίο αυτό βασίζεται, όπως είναι αρκετά πιθανό, σε κάποιο είδος πραγματικών «εξωσωματικών» εμπειριών, βρίθει, εντούτοις, από απατηλές εμφανίσεις οπτασιών όπως και η Θιβετιανή Βίβλος των Νεκρών και σίγουρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιγράφει την πραγματική κατάσταση της ψυχής μετά το θάνατο.
Τα έργα του Εμάνιουελ Σβέντενμποργκ
Τότε, σε ηλικία 56 χρόνων, έστρεψε την προσοχή του στον αόρατο κόσμο και κατά τα τελευταία 25 χρόνια της ζωής του παρήγαγε έναν τεράστιο αριθμό θρησκευτικών έργων τα οποία περιγράφουν τον παράδεισο, την κόλαση, αγγέλους και πνεύματα, όλα βάσει της δικής του προσωπικής εμπειρίας.
Οι περιγραφές των αόρατων κόσμων από τον Σβέντενμποργκ θυμίζουν ανησυχητικά τον γήινο κόσμο: σε γενικές γραμμές, ωστόσο, συμφωνούν με τις περιγραφές που συναντούμε στα περισσότερα αποκρυφιστικά κείμενα. Κατά τον Σβέντενμποργκ, όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει, εισέρχεται στον «κόσμο των πνευμάτων», ο οποίος βρίσκεται στο μέσο της απόστασης μεταξύ κόλασης και παραδείσου. Αυτός ο κόσμος, παρότι είναι πνευματικός και όχι υλικός, θυμίζει τόσο πολύ την υλική πραγματικότητα, ώστε ο αποθανών αρχικά δε γνωρίζει ότι έχει πεθάνει, έχει το ίδιο είδος «σώματος» και αισθητηριακών λειτουργιών που είχε και όταν βρισκόταν μέσα στον γήινο σώμα του. Κατά τη στιγμή του θανάτου εμφανίζεται ένα όραμα φωτός, κάτι λαμπρό και ακαθόριστο, και πραγματοποιείται μία «ανασκόπηση» της ζωής του αποθανόντος και των καλών και κακών του πράξεων. Συναντά φίλους και γνωστούς του από τον γήινο κόσμο, και για λίγη ώρα συνεχίζει να υπάρχει με έναν τρόπο που μοιάζει πολύ με τον τρόπο που υπήρχε στη γή, η μόνη διαφορά είναι ότι στον κόσμο αυτά τα πάντα είναι πολύ περισσότερο «εσωτερικά», ο αποθανών ελκύεται από τα πράγματα και τα πρόσωπα που αγαπά, και η πραγματικότητα καθορίζεται από τη σκέψη - αμέσως μόλις σκεφτεί κάποιο αγαπημένο του πρόσωπο, το πρόσωπο αυτό εμφανίζεται μπροστά του σαν να το είχε φωνάξει. Όταν ο άνθρωπος συνηθίσει να υπάρχει μέσα σε αυτόν τον πνευματικό κόσμο, διδάσκεται από τους φίλους του σχετικά με τον παράδεισο και την κόλαση, και οδηγείται σε διάφορες πόλεις, κήπους και πάρκα.
Σε αυτόν τον ενδιάμεσο «κόσμο των πνευμάτων» ο άνθρωπος «προετοιμάζεται» για τον παράδεισο με μία διαδικασία εκπαίδευσης που διαρκεί από λίγες ημέρες έως έναν χρόνο.
Όμως, ο ίδιος ο «Παράδεισος», όπως περιγράφεται από τον Σβέντενμποργκ, δεν είναι πολύ διαφορετικός από τον «κόσμο των πνευμάτων», και τόσο ο Παράδεισος όσο και ο κόσμος αυτός μοιάζουν πολύ με τη γη. Υπάρχουν αυλές και μέγαρα όπως και στη γή, πάρκα και κήποι, σπίτια και υπνοδωμάτια για τους «αγγέλους», με πολλές διαφορετικές φορεσιές γι' αυτούς. Υπάρχουν κυβερνήσεις και νόμοι και δικαστήρια - όλα, φυσικά, πιο «πνευματικά» απ' ότι στη γή. Υπάρχουν εκκλησίες όπου γίνονται λειτουργίες, και κληρικοί οι οποίοι βγάζουν κηρύγματα και σαστίζουν εάν κάποιος από το εκκλησίασμα διαφωνήσει μαζί τους. Υπάρχουν γάμοι, σχολεία, δημόσια ζωή, υπάρχει ανατροφή και εκπαίδευση των παιδιών, εν ολίγοις, σχεδόν οτιδήποτε υπάρχει στην επίγεια ζωή το οποίο μπορεί να γίνει «πνευματικό». Ο ίδιος ο Σβέντενμποργκ μιλούσε όχι μόνο με πολλούς από τους «αγγέλους» του παραδείσου, οι οποίοι όλοι, όπως πίστευε, ήταν απλώς και μόνο οι ψυχές των νεκρών, αλλά και με τους παράξενους κατοίκους του Ερμή, του Δία και άλλων πλανητών, συζήτησε με τον Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ στον «παράδεισο» και κατάφερε να τον κάνει ν' ασπαστεί τις δικές του ιδέες, δεν έπεισε όμως τον Καλβίνο να αποκηρύξει την πίστη του στην προκαθορισμένη από το Θεό ανθρώπινη μοίρα. Η «κόλαση» περιγράφεται ως ένας τόπος που επίσης θυμίζει τη γή, χαρακτηριστικό των κατοίκων του είναι η φιλαυτία και η διάπραξη αμαρτιών.
Ο καθένας μπορεί εύκολα να καταλάβει γιατί ο Σβέντενμποργκ απορρίφθηκε από τους περισσότερους συγχρόνους του ως παράφρων, καθώς και γιατί ακόμα και μέχρι αρκετά πρόσφατα τα οράματά του σπανίως αντιμετωπίζονταν σοβαρά. Ωστόσο, πάντα υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν μερικοί που αναγνώριζαν ότι, όσο περίεργα κι αν ήταν αυτά τα οράματα, ο Σβέντενμποργκ βρισκόταν όντως σε επαφή με μία αόρατη πραγματικότητα: ο Γερμανός φιλόσοφος Εμάνουελ Κάντ (1724-1804), ένας από τους κύριους θεμελιωτές της σύγχρονης φιλοσοφίας, έδειξε ιδιαίτερα σοβαρό ενδιαφέρον γι' αυτόν και πίστεψε στα διάφορα δείγματα «διόρασής» του που ήταν γνωστά σε όλη την Ευρώπη, επίσης, ο Αμερικανός φιλόσοφος Εμερσον σε εκτενές δοκίμιό του για τον Σβέντενμποργκ στο έργο του Representative Men τον αποκάλεσε «έναν από τους γίγαντες της λογοτεχνίας, του οποίου η αξία δεν μπορεί να εκτιμηθεί από σχολές ολόκληρες κοινών μελετητών». Σήμερα, φυσικά, η αναβίωση του ενδιαφέροντος για τον αποκρυφισμό τον έχει επαναφέρει στο προσκήνιο ως «μύστη» και «προφήτη» μη συνδεδεμένο με τη δογματική διδασκαλία του Χριστιανισμού, και ειδικά οι ερευνητές των «μεταθανάτιων» εμπειριών επισημαίνουν αξιοσημείωτες ομοιότητες μεταξύ των δικών τους ευρημάτων και της περιγραφής των πρώτων στιγμών μετά το θάνατο που δίνει ο Σβέντενμποργκ.
Δεν υπάρχει σχεδόν καμιά αμφιβολία ότι ο Σβέντενμποργκ όντως βρισκόταν σε επαφή με αόρατα πνεύματα από τα οποία ελάμβανε τις «αποκαλύψεις». Μία εξέταση του τρόπου με τον οποίο ελάμβανε αυτές τις αποκαλύψεις θα μας δείξει ποιος είναι ο πραγματικός κόσμος αυτών των πνευμάτων.
Η ιστορία των επαφών του Σβέντενμποργκ με αόρατα πνεύματα, τις οποίες κατέγραψε λίαν λεπτομερώς στα ογκώδη έργα του journal of dreams and spiritual journal (2300 σελίδες), αποκαλύπτει με ακρίβεια τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων οι οποίοι έρχονται σε επαφή με τους δαίμονες του αέρα, όπως περιγράφονται από τον Επίσκοπο Ιγνάτιο Μπριαντσιανίνωφ. Από την παιδική του ηλικία ο Σβέντενμποργκ ασκούνταν σε μία μορφή διαλογισμού, η οποία περιελάμβανε χαλάρωση και βαθιά αυτοσυγκέντρωση, με τον καιρό, άρχισε να βλέπει μία λαμπρή φλόγα ενώ διαλογιζόταν, την οποία αποδέχθηκε με εμπιστοσύνη και την ερμήνευσε ως αν σημάδι «έγκρισης» των ιδεών του. Το γεγονός αυτό τον προετοίμασε για την έναρξη της επικοινωνίας με τον κόσμο των πνευμάτων. Αργότερα άρχισε να ονειρεύεται το Χριστό καθώς και ότι γινόταν δεκτός σε μία κοινωνία «αθανάτων» και σταδιακά άρχισε να αντιλαμβάνεται την παρουσία «πνευμάτων» γύρω του. Τελικά, τα πνεύματα άρχισαν να εμφανίζονται μπροστά του και όταν ήταν ξύπνιος. Η πρώτη τέτοια εμπειρία συνέβη όταν ταξίδευε στο Λονδίνο: Μία νύχτα, αφού είχε φάει υπερβολικά, είδε ξαφνικά σκοτάδι και ερπετά να σέρνονται αργά στο πάτωμα, και μετά έναν άνδρα καθισμένο στη γωνιά του δωματίου, ο οποίος είπε μονάχα: «Μην τρώς τόσο πολύ» και εξαφανίστηκε μέσα στο σκοτάδι. Παρότι τρόμαξε από την ξαφνική εμφάνιση της οπτασίας, την εμπιστεύτηκε ως κάτι «καλό» επειδή του έδωσε μία «ηθική» συμβουλή. Κατόπιν, όπως ανάφερε ο ίδιος, «στη διάρκεια της ίδιας νύχτας ο ίδιος άνδρας μου αποκαλύφθηκε πάλι, όμως αυτή τη φορά δε φοβήθηκα. Μου είπε μετά ότι ήταν ο Κύριος, ο Θεός, ο Δημιουργός του Κόσμου και Λυτρωτής, ότι με είχε επιλέξει για να εξηγήσω στους ανθρώπους το πνευματικό νόημα της Αγίας Γραφής, και ότι εκείνος θα μου εξηγούσε τι θα έπρεπε να γράψω σχετικά με το θέμα αυτό, εκείνη τη νύχτα, για να πειστώ απολύτως για την πραγματικότητα της ύπαρξής τους, ανοίχτηκαν μπροστά μου οι κόσμοι των πνευμάτων, η κόλαση και ο παράδεισος ...; Μετά την εμπειρία αυτή ο Κύριος άνοιγε πολλές φορές καθημερινά τους σωματικούς μου οφθαλμούς, έτσι ώστε στο μέσο της ημέρας να μπορώ να βλέπω τον άλλο κόσμο, και σε κατάσταση τέλειας εγρήγορσης να συνομιλώ με αγγέλους και πνεύματα».
Είναι ολοφάνερο από την παραπάνω περιγραφή ότι ο Σβέντενμποργκ ήλθε σε επαφή με τον εναέριο κόσμο των πεπτωκότων πνευμάτων απ' όπου και προέρχονταν όλες οι κατοπινές αποκαλύψεις του. Ο «παράδεισος» και η «κόλαση» που έβλεπε αποτελούσαν επίσης τμήματα αυτού του εναέριου κόσμου, και οι «αποκαλύψεις» που κατέγραψε είναι περιγραφές των ψευδαισθήσεων αυτού του κόσμου, ψευδαισθήσεις που τα πεπτωκότα πνεύματα συχνά δημιουργούν για τους αφελείς, προκειμένου να επιτύχουν τους δικούς τους σκοπούς. Μία ματιά σε κάποια άλλη κατηγορία αποκρυφιστικών κειμένων θα μας φανερώσει περισσότερα χαρακτηριστικά αυτού του κόσμου.
Το «αστρικό πεδίο» της θεοσοφίας