Φεβρουάριος: Ο μήνας αυτός δεν υπήρχε αρχικά στο Ρωμαϊκό ημερολόγιο μια και αυτό είχε μόνο 10 μήνες. Μαζί με τον Ιανουάριο προστέθηκαν το 753 π.Χ. Μέχρι το 46 π.Χ. είχε σωστές τις μέρες του. Ο Ιούλιος Καίσαρας τον περιόρισε σε μήνα με 29 μέρες και ο Οκταβιανός Αύγουστος σε 28 για να συμπληρώσει μια ακόμα μέρα στον μήνα που εισήγαγε και θεώρησε δικό του ώστε να έχει και αυτός 31 μέρες. Το όνομα του οφείλεται στις γιορτές καθαρμών και εξαγνισμού που έκαναν τότε: FEBRUS –FEBRUA (καθαρτήρια γιορτή αφιερωμένη στους νεκρούς).
Μάρτιος: Ο Ρωμύλος ονόμασε τον πρώτο μήνα του ρωμαϊκού έτους προς τιμή του θεού του πολέμου που οι Ρωμαίοι ονόμαζαν Mars, άλλοι υποστηρίζουν ότι το όνομα προέρχεται από τον Ερμή ( Mercurius ).
Απρίλιος: Ήταν ο δεύτερος μήνας των ρωμαίων αλλά είναι ο πρώτος της άνοιξης ανοίγει δηλαδή την νέα εποχή ,(το ανοίγω λέγετε στα λατινικά aperire).
Μάιος: Και αυτός οφείλει το όνομα του στους Ρωμαίους (Maius ) και ήταν ο 3ος μήνας του ρωμαϊκού έτους. Λέγετε ότι το όνομα του το πήρε από τη μητέρα του Ερμή τη Μαία που τιμόταν τις πρώτες ημέρες αυτού του μήνα.
Ιούνιος: Το όνομα του προήλθε από την αντίστοιχη της θεάς Ήρας για τους Ρωμαίους, τη Ζούνο, μια άλλη δοξασία λέει ότι το όνομα του προέρχεται από τον πρώτο ύπατο της Ρώμης τον Λεύκιο Ιούνιο Βρούτο.
Ιούλιος: Έτσι ονόμασε το μήνα αυτόν ο Μάρκος Αντώνιος (ήταν ο 5ος μήνας του ρωμαϊκού έτους για να τιμήσει τον Ιούλιο Καίσαρα που γεννήθηκε την 5η μέρα αυτού του μήνα, το 45 π.Χ..
Αύγουστος: Ήταν ο 6ος Ρωμαϊκός μήνας. Η σύγκλητος για να τιμήσει τον Οκταβιανό ονόμασε έτσι τον 6ο μήνα του ρωμαϊκού έτους.
Σεπτέμβριος: Ο μήνας αυτός ήταν ο έβδομος μήνας του Ρωμαϊκού ημερολογίου. Το όνομα του οφείλετε από το επτά που στα λατινικά λέγεται septem.
Οκτώβριος: Ονομάστηκε έτσι και αυτός γιατί ήταν ο όγδοος στη σειρά.
Νοέμβριος: Το όνομα του προήλθε από τον αριθμό εννέα μια και ήταν ο 9ος μήνας του ρωμαϊκού έτους.
Δεκέμβριος: Και αυτού του μήνα το όνομα προήλθε από τον αριθμό δέκα, μια και ο Δεκέμβριος ήταν ο 10ος μήνας του ρωμαϊκού έτους ( δέκα λατ.= decem).
Είδη φαίνεται η μεγάλη ανακολουθία των μηνών: ο 12ος μήνας λέγεται 10ος , ο 11ος λέγεται 9ος κλπ.
Ο Σκύθης μοναχός Διονύσιος ο Μικρός εισήγαγε αυτή την χρονολόγηση το 533 μΧ. Έχει βάση της το 1 μ.Χ. Η χρονιά αυτή τοποθετείτε 754 χρόνια μετά από τότε που κτίσθηκε η Ρώμη. Αυτό ονόμασε πρώτο έτος Κυρίου «Primo Anno Domini» Για να εντοπίσουμε όμως αυτή την απαρχή πρέπει να ανατρέξουμε σε:
Στοιχεία από το Ευαγγέλιο
Δεν αναφέρετε ο ακριβής χρόνος της γέννησης. Αναφέρεται μόνο ότι η γέννηση του Χριστού έγινε στις ημέρες Ηρώδου του Βασιλέως (ευαγγελιστής Ματθαίος) και όταν ήταν κυβερνήτης της Συρίας ο Κυρήνιος (Ματθαίος κεφ. 2 στ. 2)
Η πορεία όμως του Ιωάννη του Βαπτιστή αναφέρεται από τον ευαγγελιστή Λουκά κεφ. 3 στ. 1-6 (και Ματθαίος κεφ. 3 στ. 1-12, Μάρκος κεφ. 1 στ. 1-8, Ιωάννης κεφ. 1 στ. 19-28). Λέει λοιπόν ο ευαγγελιστής Λουκάς, ότι ο Ιωάννης άρχισε να κηρύττει βάπτισμα μετανοίας το 15 έτος βασιλείας Τιβερίου (τότε έγινε 30 χρονών και κατά το νόμο από τότε μπορούσε ο κάθε Ιουδαίος να μιλά δημόσια. Είχαν δε ως γνωστόν 6 μήνες διαφορά με τον Ιησού, αυτή η διαφορά είναι η καθοριστική).
Ιστορικούς της εποχής
Ο Φλάβιος Ιώσηπος, ιστορικός της εποχής στα έργα του Ιουδαϊκός Πόλεμος και Ιουδαϊκή Αυτοκρατορία αναφέρει για το γνωστό Βασιλιά Ηρώδη που τον αποκαλεί Μέγα, ότι πέθανε λίγο πριν από Εβραϊκό Πάσχα και ότι λίγο μετά το θάνατο του έγινε μία έκλειψη της σελήνης.
Αστρονομικά στοιχεία
Εκλείψεις τέτοιες στα έτη που αναζητούμε έγιναν το 7, το 5, το 4 και το 1 π.Χ. Οι νεότεροι ιστορικοί που ερευνούν τον Φλάβιο τοποθετούν τον θάνατο του Ηρώδη τη νύχτα της 9ης Ιανουαρίου του 1 π. Χ..
Είναι η μόνη χρονολογία που τα στοιχεία που περιγράφει μαζί με το θάνατο τοποθετούνται και έχουν βάση ιστορικά και αστρονομικά.
Ιστορικά στοιχεία
Όπως π.χ. ποίοι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες βασίλευαν τότε. Βλέπουμε ότι η Ζωή του Χριστού, εκτυλίσσεται στα έτη της βασιλείας του Τιβέριου, όταν μάλιστα κατά το 15 έτος της βασιλείας του, ο Ιησούς γίνεται 30 ετών και αρχίζει να κηρύττει ξεκινά ο Ιωάννης το κήρυγμα του. Όμως ο Τιβέριος ανακηρύχθηκε άρχοντας στις 19/08 του 767 έτους από κτήσεως Ρώμης (15 μ.Χ. λέει ο Παπαρηγόπουλος στην Ιστορία του). Έτσι: 767 + 15 = 782 αλλά και 782 – 754 = 28 μ.Χ. Άρα το 28 μ.Χ. ο Ιωάννης γίνεται τριάντα ετών και ο Ιησούς είναι έξι μήνες νεότερος. Άρα, ο Χριστός γίνεται 30 χρονών το 29.
Η Απογραφή του Αυγούστου
Το 3 π.Χ. εκδόθηκε η διαταγή για την απογραφή με την ευκαιρία του αργυρού ιωβηλαίου της βασιλείας του Αυγούστου, ήταν ο περίφημος όρκος πίστεως προκειμένου να αναγορευτεί ο Αυτοκράτωρ Pater Patrie το 2 π.Χ. (τον επόμενο χρόνο).
Η Χρονολόγηση της Σταύρωσης
Η Σταύρωση του Χριστού τοποθετείτε ιστορικά το 17 έτος της Βασιλείας του Τιβέριου.
Το ευαγγέλιο μας λέει ότι της Σταυρώσεως, εγγύς ην το Εβραϊκό Πάσχα. Πάλι πρέπει να αναζητήσουμε δύο στοιχεία:
a) Τι εόρταζαν οι Εβραίοι σαν Πάσχα; και
b) Στα χρόνια που εξετάζουμε πότε το Πάσχα των Εβραίων εορτάσθηκε Σάββατο; (ην γαρ μεγάλη ημέρα εκείνη του Σαββάτου λέει το Ευαγγέλιο).
Το Πάσχα για τους Εβραίους εορταζόταν την πρώτη πανσέληνο που συνέβαινε μετά την ημέρα του ερχομού της άνοιξης δηλαδή μετά την ημέρα της εαρινής ισημερίας. Την 29η κάθε μήνα οι ιερείς των Εβραίων συνεδρίαζαν. Ο μήνας λοιπόν Νισάν ήταν και ο πρώτος του εβραϊκού έτους. Η αρχή του μήνα συνδυαζόταν με την εμφάνιση της νέας σελήνης.
Τη 15η του μηνός λοιπόν, αφού ξεκινάμε με τη νέα σελήνη θα έχουμε την πανσέληνο, που την εόρταζαν σαν την εορτή των Αζύμων τη λεγομένη Πάσχα.
Ας αναζητήσουμε πάλι το 17 έτος της βασιλείας του Τιβέριου συνδυάζοντας το με τη χρονιά που έπεφτε το Πάσχα ημέρα Σάββατο. Εντοπίζουμε το 33 μ.Χ.. Με πιο διεξοδική έρευνα βρίσκεται ότι η Ανάσταση του Κυρίου έγινε τις πρωινές ώρες Κυριακής (της επομένης του Σαββάτου, της πρώτης ημέρας του κύκλου των ημερών) της 5ης Απριλίου.
Με τα διορθωμένα δεδομένα αρίθμησης δηλαδή των δύο χρονών πίσω και δεδομένου του ότι έτος 0 δεν υπάρχει, ξεκινώντας από το 2 π.Χ., έτος δηλαδή της γεννήσεως και προσθέτοντας τα 33,5 χρόνια της επίγειας ζωής του Θεανθρώπου, φτάνουμε στο 30 μ.Χ..
Του έτους 30 μ.Χ. το Πάσχα εορτάστηκε επίσης ημέρα Σάββατο. Το Πάσχα πρέπει να εορτάζετε μετά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας. Την πρώτη Κυριακή που την ακολουθεί. Αυτό όριζε και η οικουμενική σύνοδος της Νίκαιας το 325 μ.Χ. Η οικουμενική σύνοδος εν Τρούλλω το 6199 έτος από κτίσεως κόσμου, δηλαδή το 691 μ.Χ. έβαλε σαφή υπολογισμό. (Η οικουμενική Σύνοδος αυτή ονομάστηκε «εν Τρούλλω» γιατί έγινε στην αίθουσα των ανακτόρων με τον τρούλο στην Κωνσταντινούπολη, ακόμα ονομάστηκε και πενθέκτη γιατί συμπλήρωσε τις αποφάσεις των προηγουμένων συνόδων 5ης και 6ης).
Η ημερομηνία που ορίζεται σαν έτος κτίσεως κόσμου είναι το 5508 π.Χ. ή απαρχή των αιώνων όπως όρισαν οι μελετητές της μεταφρασμένης από τους εβδομήκοντα Αγίας Γραφής, και νομιμοποιήθηκε επί Λέοντος του Σοφού.
Έτσι για να καθοριστεί το Πάσχα, υπολογίζεται λοιπόν αρχικά ο κύκλος της σελήνης και εντεκαπλασιάζεται. Στο αποτέλεσμα προστίθεται ο αριθμός 6 ( Το 6 φανερώνει τις μέρες μετάπτωσης της σελήνης. Κάθε 300 χρόνια πανσέληνος γίνεται 1 μέρα πιο νωρίς από αυτά που ο Μέτωνας υπολόγισε ). Αν ο κύκλος της Σελήνης είναι μέχρι 16, ή ο αριθμός 7 αν ο κύκλος της Σελήνης είναι από το 17, 18 ή 19. Το άθροισμα διαιρείται με το 30 και στο υπόλοιπο της διαίρεσης προστίθενται αριθμοί (ημέρες) μέχρι τον αριθμό 63. Δηλαδή είναι οι ημέρες του Μαρτίου του Απριλίου ή και του Μαΐου. Από την ημερομηνία που προκύπτει, η ερχόμενη Κυριακή είναι η ημέρα του Πάσχα.
Αυτές οι πράξεις οδηγούν στο λεγόμενο θεμέλιο της σελήνης (εδώ το 24), την ηλικία της σελήνης κάθε 31/12 (σελήνη μιας ημέρας, δύο ημερών …εδώ σελήνη 24 ημερών).
Αυτό το μέγεθος κάθε χρόνο μεγαλώνει κατά 11 μέρες. Ποτέ όμως δε ξεπερνά τον αριθμό 30. Μέχρι το 1582 γιορτάζαμε με τη Δύση σε κοινή ημερομηνία το Πάσχα.
Αλλά στις 15/10/1582 διορθώθηκε εκ νέου το ημερολόγιο επί πάπα Γρηγορίου του 13ου με τη βοήθεια των αστρονόμων Χριστόφορου Κλάβιους και Λουίτζι Λίλιο από την Καλαβρία, επειδή η εαρινή ισημερία είχε μετατοπιστεί κατά 10 μέρες. (αντί 21/3 ήρθε 10/3).
Τότε η 5 Οκτωβρίου μετονομάστηκε σε 15η Οκτωβρίου και το Ιουλιανό ημερολόγιο που ίσχυε ως τότε έπαψε πια να ισχύει.
Άλλη μια ανακολουθία δημιουργείται με τα δίσεκτα έτη, έτσι ορίστηκε να μην λογίζονται δίσεκτα τα κάθε εκατό χρόνια ονομαζόμενα «επαιώνια» έτη, και ας είναι διαιρετά με το 4. Δίσεκτα θα θεωρούνται τότε αν είναι διαιρετά με το 400. (Το 1900 δεν υπήρξε 29 Φεβρουαρίου. Το ίδιο θα γίνει και το 2100 εν αντιθέσει με το 2000 που υπήρξε).
Το ημερολόγιο αυτό επικρατεί σήμερα και έχει μια (1) μέρα λάθος κάθε 4000 χρόνια. Στην Ελλάδα το «νέο» ημερολόγιο εμφανίστηκε στις 16/02/1923 με κυβέρνηση Πλαστήρα, προσθέτοντας τις επιπλέον 3 μέρες που έχουν τα ημερολόγια διαφορά, εξηγώντας έτσι το γεγονός των 3 επιπλέον ημερών στις ήδη 10 που υπήρχαν ως το 1582. Η επίσημη εκκλησία αποδέχθηκε το νέο ημερολόγιο στις 24/03/1924 .
Οι μέρες της εβδομάδας ακολουθούσαν στην Αρχαία Ελλάδα την ονομασία τους ως εξής:
Χωρίζονταν σε τρεις ομάδες των 10 ημερών ή δύο των 10 και μία των 9 και οι ημερομηνίες αριθμούνταν και ονομαζόταν ως εξής :