Οι δώδεκα ψυχικές δυνάμεις του Αδάμ που κληρονομεί κάθε άνθρωπος - Point of view

Εν τάχει

Οι δώδεκα ψυχικές δυνάμεις του Αδάμ που κληρονομεί κάθε άνθρωπος



Στα κάτωθι παραθέματα περιγράφονται οι ψυχικές δυνάμεις τού ανθρώπου, η κατά Θεόν κίνησή τους και η πτώση τών πρωτοπλάστων, την οποία θεράπευσε η ενανθρώπηση τού Θεού Λόγου

Με το αυτεξούσιό του ο άνθρωπος σώζεται ή κολάζεται. Εξαρτάται από το πώς αποφασίζει (αυτεξούσια) να ζήση την ζωή του. Δημιουργήθηκε από τον Θεό καλός λίαν. Με την προαίρεσή του αχρειώθηκε. Το κακό φύτρωσε στις επιλογές του, στην διαχείριση τής θελήσεώς του, όχι σ’ αυτήν καθ’ εαυτήν την φυσική του θέληση. Ο όσιος Δαμασκηνός λέει: «Εξ αρχής ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ όλον καλωσύνη, όλον καθαρότητα, όλον αγιότητα, και τού χάρισε δώδεκα ψυχικές δυνάμεις, τις οποίες έχει κάθε άνθρωπος». Στην συνέχεια διατυπώνει με πολύ απλό τρόπο, προσαρμοσμένο στην απλοϊκότητα τών ακροατών του, μια ασκητική ορθόδοξη ανθρωπολογία, περιγράφοντας αυτές τις δώδεκα ψυχικές δυνάμεις.

Τις κατατάσσει σε τρεις κατηγορίες: στις φυσικές, ζωτικές και γνωστικές.

Ως «φυσικές» χαρακτηρίζει τρεις δυνάμεις: την γεννητική, την θρεπτική και την αυξητική. Τις χαρακτηρίζει φυσικές, όχι διότι αυτές μόνον ανήκουν στην φύση τών ανθρώπων, αλλά διότι «με αυτές γεννάται, τρέφεται και αυξάνει ο άνθρωπος». Παρατηρεί μάλιστα ότι «αυτές τις δυνάμεις τις έχουν και τα άλογα ζώα και τα φυτά».

«Ζωτικές» ονομάζει τέσσερεις δυνάμεις: την βούληση, την προαίρεση, τον θυμό και την επιθυμία. Εξηγεί ότι τις χαρακτηρίζει «ζωτικές» επειδή με αυτές «ζη και αναζωούται ο άνθρωπος». Ειδικότερα λέει ότι βούληση είναι η δύναμη με την οποία ο άνθρωπος «όλως διόλου “βούλεται” και θέλει το καλό». Όπως φαίνεται χαρακτηρίζει ως βούληση την λογική και ζωτική όρεξη τής ψυχής, την οποία ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής ονομάζει φυσικό θέλημα, «δύναμιν τού κατά φύσιν όντος ορεκτικήν». Με την βούληση ο άνθρωπος θέλει το καλό. «Όταν, όμως, διαλέγει το καλό από το κακό ή το κακό από το καλό, τότε εκείνη η δύναμη λέγεται προαίρεση», που είναι η δεύτερη ζωτική δύναμη.

Στο σημείο αυτό ο όσιος Δαμασκηνός κάνει μια σημαντική χριστολογική παρατήρηση. Στον Χριστό, λέει, μόνο βούληση έχουμε, διότι ο Χριστός δεν ήθελε ποτέ το κακό, αλλά πάντοτε το καλό. Οπότε δεν μπορούμε να μιλάμε για προαίρεση στον Χριστό. Ο Χριστός δεν «προαιρείτο», αφού, ως Θεός που είναι, το θέλημά Του ταυτίζεται με το όντως καλό και αγαθό.

Ο θυμός, η τρίτη ζωτική δύναμη, είναι εκείνη με την οποία στρεφόμαστε εναντίον τού διαβόλου. Εναντίον αυτού πρέπει να θυμώνουμε, όχι εναντίον τών ανθρώπων. Εκείνον να κακολογούμε και σε εκείνον να κάνουμε κακό (να καταστρέφουμε τα έργα του), διότι αυτός μάς έκανε «παροίκους», μάς έβγαλε από τον Παράδεισο.

Η τέταρτη ζωτική δύναμη, η επιθυμία, μάς δόθηκε για να επιθυμούμε το καλό, την πρώτη μας πατρίδα, την Βασιλεία τών Ουρανών. Αυτή είναι η φυσική και ευλογημένη κίνηση τής επιθυμίας.

Σύμφωνα με τον όσιο Δαμασκηνό οι άλλες πέντε δυνάμεις τής ψυχής χαρακτηρίζονται «γνωστικές» και είναι: η αίσθηση, η φαντασία, η δόξα, η διάνοια και ο νους. Αυτή η διαίρεση τών γνωστικών δυνάμεων τής ψυχής μάς θυμίζει τον δεύτερο λόγο στα Εισόδια τής Θεοτόκου τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, χωρίς όμως να υπάρχη απόλυτη ταύτιση στην περιγραφή τών δυνάμεων αυτών.

Ο όσιος Δαμασκηνός την αίσθηση, ως γνωστική δύναμη τής ψυχής, την συνδέει με τις πέντε σωματικές αισθήσεις (όραση, όσφρηση, ακοή, γεύση, αφή), οι οποίες λειτουργούν όταν τα αισθητά αντικείμενα είναι παρόντα. Την φαντασία, επίσης, συνδέει άμεσα με τις αισθήσεις, αφού είναι η ενθύμηση πραγμάτων που είδαμε, όπως επίσης και με τα όνειρα και τον «ενδιάθετο λόγο», αφού σ’ αυτά ενεργεί η φαντασία.

Κατά τον όσιο Δαμασκηνό η δόξα είναι η δύναμη με την οποία σχηματίζουμε γνώμη για ό,τι γίνεται αντιληπτό σε εμάς, και είναι διπλή: άλογη και λογική. Ως άλογη δόξα χαρακτηρίζει ο Όσιος την παραδοχή κάποιου γεγονότος, χωρίς να γνωρίζουμε το πώς έγινε, ενώ, αν γνωρίζουμε, είναι λογική. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς χαρακτηρίζει «ψήφο άλογη» την «δόξα» που προέρχεται από την φαντασία, ενώ λογική αυτήν που προέρχεται από την διάνοια.

Η διάνοια κατά τον όσιο Δαμασκηνό είναι η δύναμη τής ψυχής με την οποία συλλογιζόμαστε και ελέγχουμε αν οι πληροφορίες που φθάνουν σ’ εμάς είναι αληθείς ή ψευδείς.

Ο νους τέλος είναι κάτι ξεχωριστό από όλες τις υπόλοιπες ένδεκα δυνάμεις. Ο όσιος Δαμασκηνός, χωρίς να κάνη εκτενείς αναλύσεις για τον νου, λέει με απλά λόγια ότι «όσα κάμνουν και ενεργούν οι ένδεκα δυνάμεις, όλο για τον νου δουλεύουν, και είναι ο νους σαν βασιλιάς αναπαυμένος. Ο νους περπατάει μόνο στα φανερά και ομολογημένα πράγματα, δηλαδή, στο ότι είναι ο Θεός αγαθός, στο ότι ο ήλιος λάμπει, στο ότι ο άνθρωπος είναι θνητός».

Στην συνέχεια ο όσιος Δαμασκηνός περιγράφει την φυσική λειτουργία τών δώδεκα δυνάμεων τής ψυχής.

Μάς λέει: «Αυτές τις δώδεκα δυνάμεις, που αναφέραμε, τις έδωσε ο Θεός στον Αδάμ για να ορέγεται το καλό, να αγαπά το αγαθό, να επιθυμή το δίκαιο, να συλλογίζεται το συμφέρον, να έρχεται από το μη ον στο είναι, να τρέφεται σωματικά και ψυχικά· σωματικά με το φαγητό και ψυχικά με τον λόγο τού Θεού. Να αυξάνη το κορμί του και οι αρετές να περισσεύουν στην ψυχή· να θέλη το θέλημα τού Θεού, να προκρίνη το καλό από το κακό, να οργίζεται κατά τού διαβόλου, να επιθυμή την Βασιλεία τών Ουρανών, […] να φαντάζεται την παλαιά πατρίδα, να δοξάζη τον αγαθό Θεό, να διανοήται τα ψυχικά και να νοή ποιο είναι το συμφέρον του».

Σύμφωνα με τον όσιο Δαμασκηνό, ο Θεός μετά την δημιουργία τού Αδάμ είπε στον πρωτόπλαστο: «Όλα είναι στην εξουσία σου. Για όλα σού επιτρέπω να εξετάζης την αρχήν τους. Μόνο τον Θεό να μην ερευνήσης, πώς έγινε ή πώς είναι». Αυτή ήταν η εντολή που δόθηκε μέσα στον Παράδεισο, την οποία ο Αδάμ παρήκουσε. Η αμαρτία του ήταν ότι «εκεί που δεν έφθανε, θέλησε να ανεβή και τα ακατάληπτα να καταλάβη». Έτσι διώχθηκε από τον Παράδεισο.

Στην συνέχεια ο όσιος Δαμασκηνός, σ’ αυτούς που στέκονταν στον αισθητό καρπό «τού γινώσκειν καλόν και πονηρόν», τους εξηγεί ότι εκείνο το «ξύλον» ήταν διπλό, αισθητό και νοητό, όπως βεβαιώνει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγοντας: «θεωρία γαρ ην το φυτόν, ως η εμή θεωρία». Η εντολή μάλιστα που δόθηκε ήταν για να θυμάται ο Αδάμ ότι είναι κτίσμα και έχει «αυθέντη» τον Θεό. «Αυτός όμως δεν άκουσε το πρόσταγμα τού Θεού, αλλά τού πλάνου όφεως, τού διαβόλου, που φθονούσε το καλό του».

Την απομάκρυνση τού Αδάμ από τον Παράδεισο ακολούθησαν όλα τα δεινά. Ο Θεός ως φύσει φιλάνθρωπος με πολλούς τρόπους προσπάθησε να συνετίση τον άνθρωπο, αλλά αυτός πλέον δεν μισούσε την αμαρτία, δεν ήθελε να κάνη το θέλημα τού Θεού· έκανε το θέλημα τού κορμιού του και τού διαβόλου. Έτσι, η ειδωλολατρεία πληθυνόταν και τον αληθινό Θεό κανείς δεν λάτρευε.

Αυτήν την μεγάλη ασθένεια τού ανθρώπου κανείς άνθρωπος δεν ήταν ικανός να θεραπεύση. Αυτήν θεράπευσε με την ενανθρώπησή Του ο Υιός και Λόγος τού Θεού Πατρός.

Με όσα σύντομα εκτέθηκαν προηγουμένως γίνεται σαφές ότι το κήρυγμα τής Εκκλησίας στα χρόνια τής Οθωμανοκρατίας ήταν καθαρό, παρά την υπερβολική κάποιες φορές απλούστευσή του, κήρυγμα τής προφητικής και αποστολικής Παραδόσεως. Διατηρούσε και μεταλαμπάδευε την καυστική και φωτιστική φλόγα τής ορθόδοξης διδασκαλίας.

  Ιατρεία τής φύσεώς μας, η οποία «ενόσησε» από την φθορά και τον θάνατο, εξ αιτίας τών οποίων βασίλευσε η αμαρτία.
Οσίου Δαμασκηνού τού Στουδίτου

Pages