Ετούτη τη νεόφερτη αρετή της προσποίησης και της συγκάλυψης, που είναι αυτήν εδώ την ώρα σε τόσο μεγάλη εκτίμηση, τη μισώ θανάσιμα· και από όλα τα ελαττώματα, δεν βρίσκω κανένα άλλο που να μαρτυράει τόση ανανδρία και πνευματική χαμέρπεια. Είναι δειλό και δουλοπρεπές χαρακτηριστικό να μεταμφιέζεται κανείς και να κρύβεται κάτω από ένα προσωπείο και να μην τολμάει να εμφανιστεί όπως είναι. Με αυτό τον τρόπο οι σύγχρονοί μας εκπαιδεύονται στη δολιότητα: μαθημένοι να παράγουν ψεύτικους λόγους, δεν το θεωρούν θέμα συνείδησης αν παραβαίνουν το λόγο τους. Ένα ανώτερο μυαλό δεν πρέπει διόλου να διαψεύδει τις σκέψεις του: θέλει τα εσώτερα μέρη του να είναι ορατά. Εκεί, είτε κάθε τι είναι καλό είτε τουλάχιστον κάθε τι είναι ανθρώπινο.
Η αλήθεια είναι το πρώτο και βασικό μέρος της αρετής.
Πρέπει να την αγαπάει κανείς για αυτή την ίδια. Εκείνος που λέει την αλήθεια, επειδή είναι υποχρεωμένος από εξωτερικούς λόγους και επειδή τον εξυπηρετεί, και που δεν φοβάται διόλου να πει ένα ψέμα, όταν αυτό δεν έχει σημασία για κανέναν, δεν είναι επαρκώς φιλαλήθης. Από την ίδια της τη φύση, η ψυχή μου αποφεύγει το ψέμα και μισεί ακόμα και να το σκέφτεται.
Νιώθω μια εσωτερική ντροπή και μια αιχμηρή τύψη, αν καμιά φορά [το ψέμα] μου ξεφεύγει – όπως καμιά φορά μου ξεφεύγει – όταν οι περιστάσεις με αιφνιδιάζουν και με ταράζουν απρομελέτητα.
Δεν πρέπει να λέμε πάντα τα πάντα, γιατί θα ήταν ανοησία· αυτό όμως που λέμε, πρέπει να είναι εκείνο που σκεφτόμαστε, διαφορετικά είναι κακία.
(Michel de Montaigne)
Δεν ξέρω τι πλεονέκτημα περιμένουν [οι ηγεμόνες] από τη συνεχή προσποίηση και παραποίηση, εκτός αν είναι να μη γίνονται πιστευτοί, ακόμα και όταν λένε την αλήθεια.
Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να πλανέψει τους ανθρώπους μια ή δύο φορές· να ομολογεί όμως κανείς ότι κρύβεται και να καυχιέται, όπως έκαμαν ορισμένοι ηγεμόνες μας, ότι “θα έριχναν το πουκάμισό τους στη φωτιά, αν ο κόσμος ήταν κοινωνός των αληθινών τους προθέσεων” (το οποίο είναι ρήση ενός αρχαίου, του Μέτελλου του Μακεδονικού) και ότι “όποιος δεν ξέρει να υποκρίνεται, δεν ξέρει να βασιλεύει”
(Λουδοβίκος Ια'),
αποτελεί προειδοποίηση προς εκείνους που έχουν να κάμουν μαζί τους ότι όλα όσα λένε δεν είναι άλλο από κοροϊδία και ψέμα.
Όσο πιο πανούργος και πολύπειρος, τόσο πιο μισητός και ύποπτος είναι κανείς, όταν χάσει τη φήμη της τιμιότητας
(Κικέρων)
Θα ήταν μεγάλη αφέλεια, αν αφηνόταν κανείς να τον αποκοιμίσουν η όψη ή τα λόγια εκείνου που έχει την πρόθεση να είναι πάντα διαφορετικός εξωτερικά από ό,τι είναι μέσα του, όπως έκανε ο Τιβέριος.
Εκείνοι οι συγγραφείς της εποχής μας, που όταν όρισαν τις υποχρεώσεις ενός ηγεμόνα,
(αναφορά στον Ν. Μακιαβέλλι),
έλαβαν υπόψη τους μόνο τι είναι καλό για τις υποθέσεις του κράτους και το έθεσαν πριν από την πιστότητα και τη συνείδησή του, θα είχαν κάτι να πουν σε έναν ηγεμόνα, που η τύχη θα του είχε τακτοποιήσει σε τέτοιο βαθμό τις υποθέσεις, ώστε θα μπορούσε να τις ορίσει μια για πάντα με μια μόνη παράλειψη και παράβαση του λόγου του. Όμως, το πράγμα δεν πάει έτσι.
Οι ηγεμόνες σκοντάφτουν συχνά σε παζαρέματα που δεν διαφέρουν το ένα από το άλλο: κάνουν ειρήνη περισσότερο από μία φορά, κάνουν περισσότερες από μία συνθήκες στη διάρκεια της ζωής τους.
Το κέρδος τούς προτρέπει, όταν για πρώτη φορά εμφανίζονται δόλιοι. Και πάντα σχεδόν εμφανίζεται κάποιο κέρδος, όπως συμβαίνει με όλες τις ανομίες (ανοσιουργήματα, φονικά, στάσεις, προδοσίες γίνονται για κάποιου είδους όφελος).
Αυτό το πρώτο κέρδος όμως κουβαλάει πίσω του αμέτρητες απώλειες, ρίχνοντας αυτό τον ηγεμόνα, εξαιτίας της πρώτης αθέτησης εμπιστοσύνης, έξω από κάθε διαπραγμάτευση και κάθε τρόπο συμφωνίας.
Ακόμα και τα χαρίσματα που έχω και που δεν είναι αξιόμεμπτα, τα βρίσκω άχρηστα σε ετούτο τον αιώνα. Την ευπροσηγορία των τρόπων μου θα την ονόμαζε κανείς ανανδρία και αδυναμία· την πιστότητα και την ευσυνειδησία θα τις έβρισκε τραβηγμένες και δεισιδαίμονες· την ειλικρίνεια και την ανεξαρτησία οχληρές, απερίσκεπτες και ριψοκίνδυνες. Σε κάτι χρησιμεύει η κακοτυχία: καλό κάνει να γεννιέσαι σε έναν πολύ διεφθαρμένο αιώνα, γιατί – σε σύγκριση με άλλους καιρούς – θεωρείσαι ενάρετος δίχως να σου στοιχίζει ακριβά.
Αν στις μέρες μας ένας φίλος δεν αρνιέται ότι του εμπιστεύτηκες χρήματα, αν το παλιό σου πορτοφόλι σου επιστρέφει γεμάτο σκουριασμένα νομίσματα, θαύμα εμπιστοσύνης είναι κι άξιο στις δέλτους των Ετρούσκων να γραφεί, και του πρέπει θυσία στεφανοφόρας προβατίνας.
(Γιουβενάλης)
Τίποτα δεν είναι τόσο δημοφιλές όσο η καλοσύνη.
(Κικέρων)
Με τέτοιο μέτρο σύγκρισης θα είχα βρει τον εαυτό μου σπουδαίο και σπάνιο, όπως τον βρίσκω πυγμαίο και κοινότατο σε σύγκριση με μερικούς περασμένους αιώνες, όπου ήταν σύνηθες (αν άλλα ισχυρότερα γνωρίσματα δεν συνέβαλαν), να βλέπεις έναν άνθρωπο συγκρατημένο στην εκδίκηση, αργό στην αδικοπραγία, ευλαβή στην τήρηση του λόγου του, ούτε διπρόσωπο ούτε ευεπηρέαστο ούτε ικανό να συμβιβάσει τις πεποιθήσεις του με τη θέληση άλλων και με τις περιστάσεις. Θα άφηνα μάλλον τα εκκρεμή ζητήματα να σπάσουν τα μούτρα τους, παρά να στρεβλώσω την αξιοπιστία μου προς εξυπηρέτησή τους.