Τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα δεν συμπεριλαμβάνονταν στα Ευαγγέλια ή στη Βίβλο.
Υπήρχε μόνο μία γενική περιγραφή αρνητικών συμπεριφορών όπως «μια γλώσσα που ψεύδεται, χέρια που χύνουν αθώο αίμα και μια καρδιά που συνωμοτεί».
Ήταν τα εξής:
1) Γαστριμαργία
2) Πορνεία
3) Φιλαργυρία
4) Υπερηφάνια
5) Λύπη
6) Οργή
7) Κενοδοξία
8) Ακηδία
Μείωσε τα αμαρτήματα σε επτά, ενώνοντας την κενοδοξία με την περηφάνια και την ακηδία με τη λύπη, σχηματίζοντας το αμάρτημα της οκνηρίας.
Πρόσθεσε τη ζηλοφθονία και διέταξε τα αμαρτήματα ανάλογα με τη σημασία τους.
Χειρότερο θεωρούσε την αλαζονεία, την οποία όριζε ως τη ρίζα όλων των κακών. Ακολουθούσε η ζηλοφθονία, η οργή, η οκνηρία, η απληστία, η λαιμαργία και τέλος, η λαγνεία.
1) ταπείνωση
2) ελεημοσύνη
3) σωφροσύνη
4) νηστεία
5) αγάπη
6) μακροθυμία
7) προσευχή
Οι χαρακτήρες του Τζέφρι Τσόσερ στις «Ιστορίες του Κάντερμπουρι», που έγραψε τον 14ο αιώνα, συμβόλιζαν κι ένα διαφορετικό αμάρτημα.
Εμφανίζονται πάλι στο έργο του 16ου αιώνα, «Η τραγική ιστορία του δόκτορα Φάουστους» του Κρίστοφερ Μάρλοου, όπου ο κεντρικός χαρακτήρας κάνει συμφωνία με τον διάβολο.