Στην αρχή η πολιτεία παίρνει τα μέτρα της με τον μόνο τρόπο που γνωρίζει: αποφασίζει να (απο)κλείσει τους τυφλούς στην απομόνωση ενός ασύλου, με τη σκέψη πως έτσι δεν θα κολλήσουν τον υπόλοιπο πληθυσμό.
«Προσοχή, προσοχή, προσοχή. Η κυβέρνηση λυπάται που αναγκάστηκε ν’ ασκήσει αποφασιστικά αυτό που θεωρεί δικαίωμα και καθήκον της. Ήτοι να προφυλάξει με κάθε μέσο τον πληθυσμό ενώπιον της κρίσης που αντιμετωπίζουμε, η οποία κατά τα φαινόμενα μπορεί να προσδιοριστεί ως ένα είδος επιδημικού ξεσπάσματος τυφλότητας, που προσωρινά περιγράφεται ως λευκή πληγή, ελπίζει ότι μπορεί να βασίζεται στον πατριωτισμό και τη συνεργασία όλων των πολιτών για να σταματήσουμε τη διάδοση της μολυσματικής νόσου […]
Η απόφαση να συγκεντρώσουμε στο ίδιο μέρος τους πληγέντες, και σε κοντινό μέρος, ξεχωριστό όμως, αυτούς που βρέθηκαν σε κάποιου είδους επαφή μαζί τους πάρθηκε κατόπιν σοβαρής και ωρίμου σκέψεως.
Η κυβέρνηση έχει πλήρη συνείδηση των καθηκόντων της και αναμένει ότι αυτοί στους οποίους απευθύνεται το μήνυμα αυτό, θ’ αναλάβουν επίσης, ως ευσυνείδητοι πολίτες που οφείλουν να είναι, τις ευθύνες που τους αντιστοιχούν, λαμβάνοντας υπόψη τους ότι η απομόνωση στην οποία τώρα βρίσκονται συνιστά πράξη αλληλεγγύης προς το υπόλοιπο του έθνους μας.
Τέλος, ζητούμε την προσοχή όλων σας στις οδηγίες που ακολουθούν:
Πρώτον, τα φώτα θα παραμείνουν αναμμένα και είναι ανώφελη κάθε προσπάθεια χειρισμού των διακοπτών, δεν λειτουργούν.
Δεύτερον, η έξοδος από το κτίριο χωρίς προηγούμενη άδεια συνεπάγεται άμεση θανάτωση.
Τρίτον, σε κάθε θάλαμο υπάρχει ένα τηλέφωνο του οποίου μπορεί να γίνει χρήση μόνο για να ζητήσετε απ’ έξω τη διάθεση προϊόντων ατομικής υγιεινής και καθαριότητας.
Τέταρτον, οι τρόφιμοι υποχρεούνται να πλένουν οι ίδιοι το ρουχισμό τους καθημερινά.
Πέμπτον, συνίσταται η εκλογή υπευθύνων θαλάμου, πρόκειται επομένως για σύσταση και όχι για διαταγή […]
Έκτον, τρεις φορές την ημέρα θα τοποθετούνται κιβώτια με τρόφιμα στην πύλη της εισόδου, δεξιά και αριστερά, και προορίζονται, αντίστοιχα, για τους ασθενείς και τους εκτεθειμένους στη μόλυνση.
Έβδομον, όλα τα υπολείμματα θα καίγονται […]
Όγδοον, η καύση οφείλει να γίνεται στα εσωτερικά προαύλια του κτηρίου ή στον περίβολο.
Ένατον, οι τρόφιμοι είναι υπεύθυνοι για τυχόν αρνητικά παρεπόμενα της καύσης.
Δέκατον, σε περίπτωση πυρκαγιάς, τυχαίας ή σκόπιμης, οι πυροσβέστες δεν θα επέμβουν.
Ενδέκατον, αντίστοιχα οι τρόφιμοι δεν πρέπει να υπολογίζουν σε κανενός είδους εξωτερική παρέμβαση στην περίπτωση που εκδηλωθούν ασθένειες, όπως επίσης και απείθεια ή επιθετική συμπεριφορά.
Δωδέκατον, σε περίπτωση θανάτου, οποιαδήποτε κι αν είναι η αιτία του, οι τρόφιμοι θα θάψουν χωρίς επισημότητα το πτώμα στον περίβολο.
Δέκατον τρίτον, η επικοινωνία μεταξύ των ασθενών και των εκτεθειμένων στη μόλυνση θα γίνεται από τον κεντρικό κορμό του κτηρίου.
Δέκατον τέταρτον, οι εκτεθειμένοι στη μόλυνση που τυχόν τυφλωθούν θα μεταβαίνουν αμέσως στην πτέρυγα των ήδη τυφλών.
Δέκατον πέμπτον, η ανακοίνωση αυτή θα επαναλαμβάνεται καθημερινά, την ίδια ώρα, για την ενημέρωση των νέων εισερχομένων.
Η κυβέρνηση και το έθνος αναμένουν από τον καθένα σας να εκπληρώσει το χρέος του. Καληνύχτα».
*****
Οι τυφλοί, στα μάτια όσων ακόμα βλέπουν, δεν είναι πλέον άνθρωποι. Χρειάζεται να περιθωριοποιηθούν, να απομονωθούν – όλα «για το καλό του έθνους και της πολιτείας». Σαν τους φυλακισμένους, τους πάσχοντες από ανίατες νόσους, τους φτωχούς, τους άστεγους, εκείνους που χάσαν την πατρίδα τους. Μας ενοχλεί να τους κοιτάζουμε – ίσως γιατί εμείς ακόμα βλέπουμε, ενώ εκείνοι όχι. Ίσως γιατί ξέρουμε πως δεν θα κρατήσει για πολύ.
Μα οι αναγνώστες του άρθρου, όσο και αν τρομάζουμε, άλλο τόσο συμπάσχουμε μαζί τους. Αναγνωρίζουμε την αδικία, το παράλογο της κατάστασής τους
– «δεν έφταιξαν αυτοί γι’ αυτό που έπαθαν!»,
πιάνουμε τον εαυτό μας να λέει.
«Ο καθένας θα μπορούσε να βρεθεί στη θέση τους»,
σκεφτόμαστε με αγωνία. Θέλουμε ν’ αντισταθούμε, να πάμε κόντρα στην απάνθρωπη αυτή μεταχείριση. Να τους βοηθήσουμε όπως μπορούμε. Ίσως γιατί φοβούμαστε πως, κάποτε, μπορεί να βρεθούμε κι εμείς στη θέση τους.
«Στην αρχή, τον πρώτο πρώτο καιρό, κάποιες φιλανθρωπικές οργανώσεις προσφέρθηκαν εθελοντικά να πάνε να φροντίσουν τους τυφλούς, να στρώνουν τα κρεβάτια τους, να καθαρίζουν τ’ αποχωρητήριά τους, να τους πλένουν τα ρούχα, να τους μαγειρεύουν φαγητό, αυτές τις ελάχιστες φροντίδες χωρίς τις οποίες η ζωή γίνεται γρήγορα ανυπόφορη, ακόμα και γι’ αυτούς που βλέπουν. Τα καημένα τα παιδιά τυφλώθηκαν αμέσως, αλλά τουλάχιστον πέρασε στην ιστορία η όμορφη χειρονομία τους».
Αλίμονο. Ακόμα και οι όμορφες χειρονομίες δεν καταλήγουν πουθενά. Ένας μετά τον άλλον, οι πάντες παραδίδονται στην τύφλωση.
Πες μου λοιπόν – αν γνωρίζεις πως όλα όσα κάνεις δεν κατορθώσουν να αλλάξουν την τελική κατάσταση… θα τα έκανες πάλι; Θα προσπαθούσες να βοηθήσεις, με όποιον τρόπο μπορείς – ή θα αδιαφορούσες πια;… Για σένα μετράει μόνο το αποτέλεσμα της πράξης; Ή η ίδια η πράξη;
Τι νόημα έχει η ηθική, το δίκαιο και η αλληλεγγύη σ’ έναν απάνθρωπο κόσμο; Θα τα έκανες λοιπόν; Ή θα σκεφτόσουν πως «δεν έχει πλέον νόημα»;
"Περί Τυφλότητος"
Ζοζέ Σαραμάγκου (Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 1998)