Η μάσκα είναι ένα πολύ πονηρό πράγμα, αλλά ταυτόχρονα και πολύ ειλικρινές. Δεν ξέρεις ποτέ τι βρίσκεται από πίσω, αλλά πάντα ξέρεις ότι κάτι κρύβεται από πίσω, και μάλιστα διαφορετικό.
Λέει: «είμαι μια μάσκα». Επίσης όμως λέει, ότι αυτό το κάτι που κρύβεται από πίσω, δεν με ικανοποιεί απόλυτα, δεν είναι το μόνο μου πρόσωπο. Υπάρχει κι ένα άλλο πρόσωπο, που ζει μέσα μου σε λανθάνουσα κατάσταση, καταπιεσμένη.
Τον περισσότερο καιρό παλεύω να κρύψω την επιθυμία μου να το διαπραγματευτώ, να το παραδεχτώ, ή να το φανερώσω. Τώρα όμως που η κοινωνία μου επιτρέπει να δραπετεύσω από τη δεσμευτικότητα των συμβάσεών της, τώρα, φορώ τη μάσκα του εαυτού με τον οποίο ερωτοτροπώ, και δεν τολμώ να φανερώσω τον υπόλοιπο καιρό. Το τραγικό όμως είναι, ότι μέσα στην ειλικρίνειά της, η μάσκα αποκαλύπτει τις ενδόμυχες ανάγκες μου, αυτές ίσα- ίσα που δεν παραδέχομαι. Τις βροντοφωνάζει. Τις εκθέτει σε δημόσια θέα.
Αυτό είναι τραγικό για τον ενήλικα, για τον εξής λόγο: Ενηλικίωση, είναι η επιτυχημένη ολοκλήρωση όλων των εξελικτικών σταδίων της ανάπτυξης, ώστε να έχει παγιώσει πλέον ο άνθρωπος μια εσωτερική και εξωτερική κατάσταση που τον εκφράζει. Αποτυπώνει δηλαδή τις «φυσικές του προδιαγραφές», έτσι που να νοιώθει ήρεμος και χωρίς εσωτερικές πληγές και συγκρούσεις, να είναι παραγωγικός, και καθώς προχωρεί στη ζωή του, με όλες τις δυσκολίες και τα προβλήματα, αυτή η κατασταλαγμένη του προσωπικότητα, να γίνεται μία οδός προς την ευτυχία.
Για τον πνευματικό άνθρωπο, που ποτέ δεν παύει να παλεύει με πάθη κι ένα σωρό αντίρροπες δυνάμεις, η προσωπικότητα είναι κάτι που εξελίσσεται συνεχώς. Ακόμη και οι πιο μεγαλειώδεις ανατροπές της γίνονται μέσα στο πλαίσιο της «ιδιοπροσωπίας». Αυτήν ακριβώς την «ιδιοπροσωπία» καταργεί η μάσκα, έστω και προσωρινά. Διακόπτει όμως έτσι την ομαλή πορεία του ανθρώπου με συνοδοιπόρο τον εαυτό του. Όχι προς τα έξω μόνο. Μέσα του. Ας λέει ότι είναι παιχνίδι. Δεν είναι. Είναι μια άρνηση εαυτού, μια ανατροπή εαυτού. Ας είναι και προσωρινή, το ερωτηματικό, το πλήγμα, παραμένει.
Έχει κάνει ήδη μία καταγραφή στο ασυνείδητο, μια σύναψη στο βάθος του εγκεφάλου, που μιας και έγινε, θα παραμείνει ενεργή έστω και για λίγο, και κάπου θα φανεί, κάτι θα επηρεάσει, άθελά μας..
Όποιος δεν χρειάζεται να δραπετεύσει από τον εαυτό του, όποιος δεν αισθάνεται σε διάσταση με τον πραγματικό του εαυτό, δεν χρειάζεται και την προσωρινή ανακούφιση της απενοχοποίησης που του παρέχει η μάσκα. Γιατί πρωτίστως, «μάσκα» δεν σημαίνει τροποποίηση, αλλά κρύψιμο. Συγκάλυψη.
Αυτό δεν είναι τόσο απόλυτο για τα παιδιά, επειδή ακριβώς βρίσκονται μέσα σε εξελικτική πορεία. Το παιδί δεν γνωρίζει τον εαυτό του, κι ας τον υποψιάζεται. Τον ψάχνει πειραματιζόμενο με διάφορα πρόσωπα, συμπεριφορές, αντιδράσεις, προσεγγίσεις και επιλογές. Στο παιδί, αυτός ο πειραματισμός και οι εναλλαγές, δίνουν «εμπειρία εαυτού», κι αυτή είναι απαραίτητη, γιατί η ενδόμυχη αίσθηση είναι η μόνη αξιόπιστη. Δεν μιλώ εδώ για την υποβοήθηση και προσανατολισμό αυτής της αίσθησης μέσω της κατάλληλης παιδείας,που, ναι, χρειάζεται. Όμως μόνον ό,τι σφραγίζεται από εμπειρία υιοθετείται ή απορρίπτεται, και η μάσκα είναι για το παιδί άλλη μία πηγή εμπειρίας, όπως είναι και το παιχνίδι. Είναι μορφή και μέρος του «παιχνιδιού μίμησης».
Για τον ενήλικα όμως, σ’ αυτό το προαιώνιο παιχνίδι-μάχη ανάμεσα στο κρυφό και το φανερό, το ομολογημένο και το ανομολόγητο, υπάρχουν πολλές παραλλαγές.
Σε κάποιους ανθρώπους, η μάσκα κρύβει μια εγκληματική ψυχή, ή μία καταπιεσμένη επιθετικότητα. Σε άλλους, μία αμαρτωλή διάθεση, μια άγνοια εαυτού, μια εσωτερική αντινομία, ή μία αντικοινωνική ψυχολογία, που ίσως και να μην τολμούν να ομολογήσουν ούτε στον ίδιο τους τον εαυτό. Τα φανερώνουν μόνο τότε , που η κοινωνία επιτρέπει, τόσο σ’ εκείνους, όσο και σ΄ εκείνους που τους βλέπουν, να τους αποδεχτούν, ή ακόμη και να ταυτιστούν μαζί τους.
Στον αντίποδα αυτής της μάσκας, βρίσκεται η αγιασμένη μάσκα της σαλότητας, το αγριωπό πρόσωπο του ερημίτη, ο απρόσμενα απότομος τρόπος ενός πνευματικού. Αυτά τα «προσωπεία» δεν κρύβουν πάθη, αλλά μεγάλες αρετές και μεγάλες ευεργεσίες γι΄ αυτόν που τ΄ αντικρύζει. Το προσωπείο της σαλότητας προστατεύει εκείνον που τόλμησε να τη φορέσει και να τη βαστάξει μαρτυρικά, όχι από τα μάτια του κόσμου, αλλά πιο πολύ, από τον ίδιο του τον εαυτό, μη τυχόν και επαρθεί, και χάσει αυτό που κέρδισε. Η αγιότητα φυλάγεται συχνά πίσω από μάσκες, και οι μάσκες αυτές είναι συνήθως άσχημες για τα μάτια του κόσμου. Αντίθετα όμως με τις άλλες μάσκες τις κοσμικές, που δείχνουν ομορφιά και κρύβουν ασχήμια, αυτές οι μάσκες της αγιότητας, τα χίλια συγκεκαλυμένα προσωπεία της Θείας παρουσίας και ευεργεσίας, δείχνουν ασχήμια, αλλά κρύβουν ομορφιά, και άρωμα, και φως. Κρύβουν τον ίδιο τον Θεό, Τον προστατεύουν, Τον κρατούν μόνον για όποιον και όπου χρειάζεται. Κι όποιον φοράει τέτοια μάσκα, να τον πλησιάζεις, μην φοβάσαι. Δεν έχει αντινομίες μέσα του. Αντίθετα, τις έχει σκοτώσει όλες. Και μόνον αυτός, εκτός από τον ίδιον τον Θεό, μπορεί να σε γλυτώσει κι εσένα από τις δικές σου.
Τέλος, υπάρχει κι άλλο ένα είδος από μάσκες, που παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία. Που φοράμε όλοι μας, γιορτή-καθημερινή, και που δεν παραδεχόμαστε ότι φοράμε. Μπορεί και να μην το ξέρουμε. Ο λόγος που δεν το ξέρουμε, είναι γιατί τις φορέσαμε κάποτε χωρίς να το καταλάβουμε, κι αυτές μας έγιναν δεύτερο δέρμα. Αν κάνεις πως τις βγάζεις, ματώνεις και πονάς, και δεν θέλεις να τις τραβήξεις άλλο. Αντιστέκεσαι. Λοιπόν: αν δεις και βγαίνει εύκολα, δεν είναι τέτοια μάσκα. Μόνο άμα δεις ότι πονάς, να υποψιαστείς. Και τότε να επιμείνεις. Γιατί αυτό που βρήκες είναι μία από τις μάσκες του εγωισμού, κι όσο την έχεις, δεν πρόκειται ποτέ «να δεις Θεού πρόσωπο», ούτε να ζήσεις τη χαρά Του, είτε σ΄ αυτήν τη ζωή, είτε στην άλλη. Φοράς μια μάσκα καλωσύνης, μια μάσκα σοφίας, μια μάσκα ανωτερότητας, ανεξικακίας, διαλλακτικότητας, κατανόησης, ανοχής, συγχώρεσης, αγάπης, ταπείνωσης, δοτικότητας, αυτοθυσίας, μια μάσκα «αξίας». Συνήθως τις φοράς και όλες μαζί, τη μια πάνω απ΄ την άλλη. Κάνε πως τις ξηλώνεις όμως… Δεν θα το κάνεις. Συνήθως δεν το κάνεις από μόνος σου, πιο συχνά επειδή δεν το ξέρεις.
Κάποια όμως Θεόσταλτη στιγμή, θα τύχει κάποιος, ηθελημένα ή αθέλητα, και θα σου την τραβήξει. Πόνεσες; Τώρα ξέρεις. Μην πεις «γιατί;». Πέσε μόνο στα γόνατα, και πες: «τι Θεέ μου, τι είναι αυτό, που πρέπει να βγάλω από πάνω μου, να μην ξαναπονέσω, τι να κάνω να γλυτώσω απ’ αυτό;». Θα έρθει τότε Εκείνος και θα σου τη βγάλει απαλά- απαλά, χωρίς να πονέσεις, ούτε θα καταλάβεις για πότε το ‘κανε. Από τη στιγμή που υποψιάστηκες τη μάσκα και Τον επικαλέστηκες, θα σε απαλλάξει. Και τότε θα καταλάβεις πόσο πολύ σε βάραινε εκείνη η μάσκα που φορούσες, που νόμιζες ότι ήσουν εσύ, ότι την χρειαζόσουν, ότι δεν μπορούσες χωρίς αυτήν.
Τότε θα πάρεις μια γεύση από το τι θα πει ν΄ αναπνέεις ελεύθερο αέρα. Και θα θες κι άλλο. Έστω και μ΄ αυτό το, «πλασματικό» μόνο, κόστος. Σιγά- σιγά. Δεν βιάζεται ο Θεός…
Της Στέλλας Αναγνώστου -Δάλλα