Σωστή τοποθέτηση απέναντι στην αδικία
Πλανίζονταν μ' εκείνα τά γύφτικα σίδερα, πού χρησιμοποιούσαν τότε γιά πλάνες; Ξέρεις τί ζόρικα είναι; Άντε ύστερα, τρία χρόνια ταλαιπωρία! Ξυπόλυτος να πηγαίνη από έδώ-από εκεί, για να κηρύττει! Θεράπευε αρρώστους, με λάσπη άνοιγε τα μάτια των τυφλών, και αυτοί ζητούσαν πάλι σημεία. Έβγαζε τα δαιμόνια από τους δαιμονισμένους, άλλα δυστυχώς οι αχάριστοι άνθρωποι Του έλεγαν πώς είχε δαιμόνιο! Και ενώ τόσοι είχαν μιλήσει και προφητεύσει γι' Αυτόν, τόσα θαύματα έκανε, και τελικά ονειδισμούς, σταύρωμα.
Μια αδελφή λ.χ. βάζει περισσότερο φάρμακο και καίει με το ράντισμα τα φύλλα από τις ελιές. Της κάνουν παρατήρηση και, αντί να συναισθανθεί το λάθος της και να πει ¨ευλόγησαν, νιώθει αδικημένη και κλαίει. ¨Με αδικούν, λέει. Αν έπεφτε ακρίδα και χαλούσε τα δένδρα, δεν θα μιλούσαν, ενώ τώρα πού τα χάλασα εγώ, φωνάζουν. Χριστέ μου, μόνον Εσύ με καταλαβαίνεις, και δώσ' του δάκρυα! Μπορεί να νιώθει και χαρά, γιατί σκέφτεται ότι θα έχει μισθό από την αδικία πού δέχτηκε και να ευγνωμονεί τον Χριστό! Αυτό είναι μια λανθασμένη κατάσταση, είναι μεγάλη πλάνη.
Όταν αδικείται κάποιος και αποδεικνύει ότι δεν φταίει, δικαιώνεται και ικανοποιείται. Τότε νιώθει μια κοσμική χαρά. Αν όμως αντιμετωπίζει την αδικία πνευματικά, με καλό λογισμό, και δεν φροντίζει να αποδείξει την αθωότητα του, αισθάνεται πνευματική χαρά. Δηλαδή τότε έχει μέσα του την θεϊκή παρηγοριά και κινείται στον χώρο της δοξολογίας. Ξέρετε τί χαρά έχει μια ψυχή, αν αδικηθεί και δεν δικαιολογηθεί, για να της πουν ¨μπράβο ή ¨συγγνώμη;
Να μάθετε να χαίρεσθε με αυτήν την πνευματική χαρά, όχι με την κοσμική. Πάσχα θα έχετε τότε κάθε μέρα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από την χαρά πού νιώθεις, όταν δέχεσαι την αδικία. Μακάρι να με αδικούσαν όλοι οι άνθρωποι! Ειλικρινά σας λέω, την γλυκύτερη πνευματική χαρά την ένιωσα μέσα στην αδικία. Ξέρετε πόσο χαίρομαι, όταν κάποιος με πει πλανεμένο; ¨Δόξα Σοι ό θεός, λέω, από αυτό έχω μισθό, ενώ, αν με πουν άγιο, χρωστάω. Γλυκύτερο πράγμα από την αδικία δεν υπάρχει!
Γι' αυτό, αν και ήμουν απασχολημένος, διέκοψα αυτό πού έκανα, άνοιξα την πόρτα, τον πήρα μέσα, του πρόσφερα ένα νερό και με τρόπο άρχισα να τον ρωτάω για την ζωή του, γιατί έβλεπα ότι είχε πνευματικό περιεχόμενο. ¨Τί δουλειά κάνεις, παλικάρι;, τον ρώτησα.
¨Τί δουλειά, πάτερ; μου λέει. Εγώ στην φυλακή μεγάλωσα. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου εκεί τα πέρασα. Τώρα είμαι είκοσι έξι χρόνων. ¨Καλά, βρε παλικάρι, τί έκανες, και σε έκλειναν φυλακή;, τον ρώτησα. Κι εκείνος μου άνοιξε την καρδιά του: ¨Από μικρός, μου είπε, πονούσα πολύ, όταν έβλεπα δυστυχισμένους ανθρώπους. Ήξερα όλους τους πονεμένους, όχι μόνον από την ενορία μου, άλλα και από άλλες ενορίες. Επειδή ό παπάς της ενορίας μας με τους επιτρόπους μάζευαν συνέχεια χρήματα και έφτιαχναν κτίρια, αίθουσες κ.λπ. ή έκαναν διάφορους εξωραϊσμούς, είχαν παραμεληθεί τελείως οι φτωχές οικογένειες. Εγώ δεν κρίνω εάν ήταν απαραίτητα αυτά πού έφτιαχναν, άλλα έβλεπα να υπάρχουν πολλοί δυστυχισμένοι άνθρωποι.
Πήγαινα λοιπόν κρυφά και έκλεβα από τα χρήματα πού μάζευαν από τους εράνους. Έπαιρνα αρκετά. δεν τα έπαιρνα όλα. Ύστερα αγόραζα τρόφιμα, διάφορα πράγματα, τα άφηνα κρυφά έξω από τα σπίτια των φτωχών και αμέσως, για να μην πιάσουν άλλον άδικα, πήγαινα στην αστυνομία και έλεγα: ¨εγώ έκλεψα τα χρήματα από την εκκλησία και τα ξόδεψα, χωρίς να πω τίποτε άλλο. Με άρχιζαν στο ξύλο και στο βρισίδι, ¨αλήτη, κλέφτη. εγώ σιωπούσα. Με έκλειναν μετά στην φυλακή.
Αφού τον άκουσα με προσοχή, του είπα: ¨Βρε παλικάρι, όσο καλό και αν φαίνεται αυτό, δεν είναι καλό και να μην το ξανακάνεις. 'Άκου τί θα σου πω. Θα με ακούσης;. ¨Θα σε ακούσω, πάτερ, μου λέει. ¨Να απομακρυνθείς από αυτήν την πόλη, του λέω, να πας σε άγνωστο περιβάλλον, στην τάδε πόλη, και εγώ θα φροντίσω να συνδεθείς με καλούς ανθρώπους. Να εργάζεσαι και να βοηθάς, όσο μπορείς, τους πονεμένους από το υστέρημα σου, επειδή αυτό έχει μεγαλύτερη αξία.
'Αλλά, και όταν κανείς δεν έχει τίποτε να δώσει σε έναν φτωχό και πονάει ή καρδιά του, τότε κάνει ανώτερη ελεημοσύνη, διότι κάνει ελεημοσύνη με το αίμα της καρδιάς του. Γιατί, εάν είχε κάτι και το έδινε, θα αισθανόταν και χαρά, ενώ, όταν δεν έχει να δώσει, αισθάνεται πόνο στην καρδιά. Μου υποσχέθηκε ότι θα ακούσει την συμβουλή μου και έφυγε χαρούμενος.
Έπειτα από επτά μήνες παίρνω ένα γράμμα του από τις φυλακές του Κορυδαλλού, στο όποιο έγραφε τα έξης: ¨Ασφαλώς, πάτερ μου, θα απορήσεις, πού σου γράφω πάλι από την φυλακή μετά από τόσες συμβουλές πού μού έδωσες και μετά τις υποσχέσεις πού σου έδωσα.
Μάθε ότι αυτήν την φορά υπηρετώ μια φυλάκιση την οποία είχα υπηρετήσει. κάποιο λάθος έγινε. Ευτυχώς πού δεν υπάρχει ανθρώπινη δικαιοσύνη, γιατί θα αδικούνταν οι πνευματικοί άνθρωποι, επειδή θα έχαναν τον ουράνιο μισθό. Όταν διάβασα αυτά τα τελευταία λόγια, θαύμασα αυτόν τον νέο, πού είχε πάρει τόσο ζεστά την πνευματική ζωή και είχε συλλάβει τόσο βαθιά το βαθύτερο νόημα της ζωής!
Τους μεγάλους κλέφτες πολλές φορές δεν τους κλείνουν ούτε μια φορά στην φυλακή, ενώ αυτόν τον δόλιο τον φυλάκισαν για την ίδια κλοπή δυο φορές και για άλλες κλοπές τον φυλάκισαν άδικα, μέχρι να βρουν τον πραγματικό κλέφτη!
Έτσι σού δίνεται ή ευκαιρία να πλουτίσεις και να γίνεις αρχοντοπούλα, να μην είσαι τσιγγανάκι. Αφού ό Θεός σού δίνει την δυνατότητα να γίνεις αρχοντοπούλα και να μπορείς να δίνης και σε κανέναν άλλο, γιατί θέλεις να μένεις τσιγγανάκι;
- Αν λοιπόν στα υλικά, στα μάταια, πράγματα δεν θέλουμε να ζημιωθούμε, πόσο μάλλον στα πνευματικά πρέπει να κοιτάμε πώς να μη ζημιωθούμε! Οι κοσμικοί άνθρωποι κοιτούν το υλικό κέρδος και δεν το αφήνουν να πάει χαμένο. οι πνευματικοί άνθρωποι είναι σωστό να πετάνε το πνευματικό κέρδος; 'Αλλά, και αν οι κοσμικοί ξοδεύουν τα χρήματα πού έχουν, σπαταλούν τουλάχιστον υλικά πράγματα, ενώ εμείς, όταν δεν δεχόμαστε την αδικία, σπαταλούμε πνευματικά πράγματα, ουράνια. Τα τρώμε όλα εδώ.
Γιατί να ανταλλάσσουμε τα ουράνια με τα επίγεια; Ύστερα οι καημένοι οι κοσμικοί έχουν και άγνοια πνευματική, ενώ εμείς γνωρίζουμε. γίναμε μοναχοί, για να κερδίσουμε τα ουράνια, και τελικά για άλλου ξεκινήσαμε και άλλου πάμε. Για έναν κοσμικό το να εκτελεστή ή να δαρθεί ή απλώς να διωχθεί άδικα, είναι πολύ οδυνηρό. Εμείς όμως πρέπει να τα ζητάμε αυτά και να τα υπομένουμε για την αγάπη τού Χριστού.
Να επιδιώκουμε την ατιμία, την περιφρόνηση, την ύβρη, γιατί φέρνουν κέρδη στην ψυχή μας. Ένας οικογενειάρχης λ.χ. έχει ανάγκες και ζητά να δικαιωθεί, γιατί σκέφτεται πώς θα ζήσουν και αυτός και τα καημένα τα παιδιά του, αν χάση την υπόληψη του ή αν χρεοκοπήσει. Γι' αυτό οι κοσμικοί έχουν ελαφρυντικά, ενώ εμείς δεν έχουμε ελαφρυντικά.
Δεν έχετε καταλάβει ακόμη το πνευματικό σας συμφέρον και θέλετε εξόφληση εδώ. για τον Ουρανό δεν αφήνετε τίποτε. Πώς τα παίρνεις έτσι τα πράγματα; Τί διαβάζεις; Εύεργετινό31 διαβάζεις; Εκεί δεν σου λέει τί πρέπει να κάνης; Ευαγγέλιο διαβάζεις; Να διαβάζεις κάθε μέρα.
Πρέπει να χαιρόμαστε, όταν δεν αναγνωρίζουν οι άλλοι τους κόπους μας και δεν μάς ανταμείβουν, γιατί αυτούς τους κόπους τους λαμβάνει ύπ' όψιν ό Θεός και θα μάς ανταμείψει με πληρωμή αιώνια. Αφού υπάρχει θεία ανταπόδοση, να κοιτάξουμε να βάλουμε καμιά δραχμή στο Ταμιευτήριο του Θεού. Πρέπει να δεχόμαστε την αδικία σαν μεγάλη ευλογία, γιατί αποταμιεύουμε από αυτήν ουράνια ευλογία.
Πήγαιναν σε ιδιόρρυθμο, δούλευαν εκεί τρεις-τέσσερις μήνες και ύστερα ζητούσαν μεγάλη αύξηση. Επειδή δεν τους την έδιναν, έλεγαν: ¨Δεν με συμφέρει. θα φύγω. Έπαιρναν λίγο παξιμάδι και πήγαιναν, κρύβονταν σε καμιά σπηλιά και ασκήτευαν.
Οι άλλοι είχαν την εντύπωση ότι πήγαν και δουλεύουν άλλου. Και αν ρωτούσαν στο μοναστήρι: ¨τί γίνεται, πέρασε εκείνος ό Πατέρας;, έλεγαν: ¨Ναι, πέρασε, άλλα τί ιδιότροπος πού ήταν! Ήθελε να μαζέψει από δω χρήματα. Ζητούσε αύξηση. Καλόγερος, και να ζητά αύξηση! Τί καλόγερος είναι αυτός;.
Όποτε, ωφελείτο ό αναχωρητής και από την άσκηση πού έκανε και από τις κατηγορίες των άλλων, ωφελείτο και από τους κλέφτες. Γιατί μάθαιναν οι κλέφτες ότι ό τάδε έχει χρήματα και πήγαιναν στην σπηλιά, τον ταλαιπωρούσαν, άλλα τελικά δεν έβρισκαν τίποτε.