Σιωπηλά ν’ αγαπάς, δυνατά να το δείχνεις!
Πώς όμως δείχνεις ότι αγαπάς; Με το να είσαι εκεί και να μην είσαι; Λένε πως όσο πιο όμορφες είναι οι αναμνήσεις με τον σύντροφό μας, τόσο πιο πολύ πονάμε όταν μας απατά. Η απιστία μπορεί να συμβεί μονάχα μια φορά και το δίλημμα για αυτόν που έχει υποστεί αυτή την προδοσία είναι πολύ συγκεκριμένο και επιτακτικό: ξεχνιέται αυτή η «μια φορά»; Προφανώς η απάντηση δεν είναι ούτε μία, ούτε εύκολη. Αν συγχωρήσεις, πώς μπορείς να είσαι σίγουρος ότι δε θα επαναληφθεί; Η εμπιστοσύνη έχει πλέον δεχθεί ένα καίριο πλήγμα.
Σε έναν ερωτικό δεσμό, πώς κάνουμε ομορφότερη τη ζωή του άλλου; Με το να τον προδώσουμε και να φυτέψουμε τον σπόρο της αμφιβολίας στο μυαλό του; Το επιχείρημα αυτού που μας πρόδωσε είναι συνήθως ότι η απιστία δεν είναι προδοσία. Ή ότι η αγάπη δε χρειάζεται να είναι αποκλειστική. Μα αν δεν είναι προδοσία γιατί τότε γίνεται κρυφά; Εκ των πραγμάτων, όταν απατάς, τότε αγαπάς κάποιον λιγότερο και κάποιον περισσότερο, δεν είσαι πλέον απορροφημένος στον άνθρωπό σου, εφόσον διοχετεύεις ένα μεγάλο μέρος από την ενέργειά σου, τον χρόνο σου και τις δυνάμεις σου, και σε ένα άλλο πρόσωπο. Το να μοιράζεσαι την αγάπη σου σημαίνει ότι τη διαιρείς, την κατακερματίζεις, την κάνεις πιο αδύναμη, πιο λίγη.
Αλήθεια, αυτός που απατά ή αυτός που σκοπεύει να απατήσει μήπως θα έπρεπε να αναλογιστεί τι θα συμβεί αν ανακαλύψει ότι η νέα του «αγάπη» τον καλύπτει σε όλα περισσότερο; Φυσικά, θα αφήσει την παλιά του «αγάπη» για την καινούργια. Πόσο τίμιο όμως είναι αυτό; Το να ψάχνεις αλλού να βρεις κάποιον καλύτερο, αντί να συζητήσεις με τον άνθρωπό σου για να επικοινωνήσετε βαθύτερα και να έρθετε πιο κοντά.
Ποια η σχέση, λοιπόν, αυτού που απατά με την αυτογνωσία; Έχει αναρωτηθεί ποτέ γιατί έχει δεσμό με έναν άνθρωπο που δεν του αρέσει; Που δεν τον καλύπτει; Δεν γνωρίζει ότι η αγάπη πρέπει να εξυψώνει και όχι να ταπεινώνει; Να σε κάνει ευτυχή και όχι δυστυχή;
Το ζητούμενο είναι ότι και ο ίδιος αυτός που απιστεί, δεν είναι ευτυχισμένος, διότι ζει μέσα στο ψέμα και ως εκ τούτου στις ενοχές που προκύπτουν από αυτό. Αν δεν έχει κάποιος αναλογιστεί όλα τα παραπάνω, δε θα έπρεπε τουλάχιστον να σκεφτεί το «γιατί» τη δική του ανωριμότητα ή τις ανασφάλειες να τις πληρώνει ο άλλος και τις περισσότερες φορές τα παιδιά; Δεύτερο μεγάλο δίλημμα λοιπόν αυτό, όταν υπάρχουν παιδιά. Τι κάνεις τότε;
Προσποιείσαι ότι συγχώρεσες και απλά συνυπάρχεις με τον σύντροφό σου σαν δύο ξένοι μέσα στο ίδιο σπίτι για χάρη των παιδιών; Και τα παιδιά τι είναι; Αντικείμενα κενά σκέψης και μνήμης; Δε θα καταλάβουν αργά ή γρήγορα ότι δεν υπάρχει αληθινή αγάπη μεταξύ των γονιών τους, αλλά ψυχρότητα, απόσταση, έλλειψη σεβασμού και επικοινωνίας; Κι όταν τα καταλάβουν όλα αυτά, γιατί εθελοτυφλούμε και πλανώμεθα πλάνην οικτράν νομίζοντας πως κι αυτά όταν μεγαλώσουν δε θα επαναλάβουν αυτές τις συμπεριφορές;
Εν κατακλείδι, θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι:
«όταν ερωτευόμαστε δεν έχουμε μάτια για άλλον, όταν απιστούμε απλά δεν είμαστε ερωτευμένοι»
Για αυτό η αγάπη θα πρέπει να χαρίζεται μόνο εκεί που εκτιμάται. Στη σχέση το «Εγώ» πρέπει να γίνεται «Εμείς», «Εμείς οι δύο», όχι «Εμείς οι δύο και κάποιο τρίτο πρόσωπο».