Τι είναι η αμαρτία; εν ω τις ήττηται, εν τούτω και δεδούλωται - Point of view

Εν τάχει

Τι είναι η αμαρτία; εν ω τις ήττηται, εν τούτω και δεδούλωται





Βασιλεύ  ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας, ο πανταχού παρών  και τα πάντα πληρών, ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός, ελθέ και σκήνωσον εν ημίν, και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος, και σώσον αγαθέ τας ψυχάς ημών. Αμήν. 




Ο Θεός εδημιούργησεν τον άνθρωπον και εκείνη ήταν η φυσική ζωή του ανθρώπου μέσα εις τον Παράδεισον, εις τον χώρον δηλαδή εκείνον, τον οποίον ο Θεός τον ετοποθέτησε και ο άνθρωπος λειτουργούσε φυσιολογικά. Εγνωρίζαμεν τον κατά φύσιν άνθρωπον, τον Αδάμ, ο οποίος βγήκε από τα χέρια του Θεού έχοντας όλες τις δωρεές, τις οποίες έδωσε ο Θεός κι όλα τα χαρίσματα· μετά συμβαίνει το γεγονός της πτώσεως, το οποίο διακόπτει την κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεόν και ο άνθρωπος αρχίζει να διαστρέφονται μέσα του όλες αυτές οι ενέργειες· και εν συνεχεία έχουμε το γεγονός της εισόδου του Θεού εις τον κόσμον, εις τον Χριστόν η σάρκωσις του Θεού Λόγου, όπου έχομεν τον νέον άνθρωπον, τον Θεάνθρωπον, ο οποίος αποτελεί πλέον μια πραγματικότητα και βιώνεται μέσα στον χώρον της Εκκλησίας.
Εκείνο, το οποίον έχει σημασία νομίζω, ιδίως για σας, για κάποιο παιδί, για κάποιον άνθρωπον που ευρίσκεται στην έναρξη της ζωής του και της πνευματικής του ζωής, είναι να καταλάβει κανείς το τι σημαίνει τελικά αυτό που λέμε μερικές φορές αμαρτία. Και γιατί δηλαδή όλες οι εντολές και όλοι οι κανόνες και όλα αυτά, τα οποία φαίνονται πολλές φορές, έτσι τρόπον τινά, σαν δεσμευτικά στον άνθρωπον ή σαν λόγοι, οι οποίοι εμποδίζουν την ελευθερίαν του. Εν ολίγοις, το έργον της σωτηρίας, το έργο δηλαδή το οποίον ο Θεός έκανε στον κόσμον όταν ήρθε, ήταν να μας δώσει εμάς ακριβώς να καταλάβομε πώς μπορούμε να επιστρέψουμε πίσω. Και αυτή η επιστροφή μας γίνεται κατ’ έναν πολύ φυσιολογικόν τρόπο. Από κει δηλαδή που επέσαμε, από κει πρέπει να επιστρέψουμε για να πορευθούμε προς τον Θεόν. Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος είχεν ως κύριον έργον του εις τον Παράδεισον, εις την κατά φύσιν δημιουργίαν του, ως πρώτον και κατ’ εξοχήν έργον του, την αδιάλειπτον προσευχήν ή όπως αλλιώς ονομάζεται, την αέναον μνήμην του Θεού, την συνεχή δηλαδή θεωρίαν του Θεού.
Ο άνθρωπος ενωμένος, χωρίς να έχει ουδεμίαν διάσπαση, ενωμένες οι δυνάμεις του, ο νους του, η καρδία του, η θέλησίς του, η φρόνησίς του, η αγάπη του, όλες οι δυνάμεις του και ψυχικές και σωματικές ήταν ενωμένες σε μίαν ενέργεια κι αυτή η ενέργεια ήταν, ακριβώς, ο άνθρωπος να ζει συνεχώς μαζί με τον Θεόν. Αυτή η εργασία ονομάζεται αδιάλειπτος προσευχή, δηλαδή μια συνεχής ενασχόλησις με τον Θεόν.
Οπωσδήποτε καταλαβαίνετε ότι αυτή η ενασχόλησις με τον Θεόν δεν είναι κάτι το στατικόν, δεν είναι κάτι, το οποίον δημιουργεί κόρον εις τον άνθρωπον· διότι αν είναι κάτι, το οποίον κάποτε θα το βαρεθούμε, οπωσδήποτε φυσιολογικά θα έρθει μια ώρα που θα δικαιολογηθεί η απομάκρυνσις από τον Θεόν. Αλλά επειδή ο Θεός είναι ένα πέλαγος ανεξάντλητον αγάπης και θαυμασμού και εκπλήξεως, πνευματικής, γι’ αυτόν τον λόγον ουδέποτε ο άνθρωπος, ο οποίος ζει κοντά στον Θεόν, φτάνει σε κόρον. Μπορούμε να πούμε ότι ούτε ξέρει ο άνθρωπος ο πνευματικός τι σημαίνει κορεσμός της αγάπης του Θεού.
Ενώ εις την καθημερινήν αγάπη, στην σαρκικήν αγάπη, στην φυσιολογικήν αγάπη μπορεί κάποτε κάποιος να πει ότι, ε, τον αγαπούσα, στην αρχή περισσότερο, τώρα τον συνήθισα ή τον βαρέθηκα κιόλας, καμιά φορά. Ενώ στον Θεόν δεν συμβαίνει αυτό, γι’ αυτό βλέπετε ότι και οι άγγελοι ακόμα έχουν μια συνεχή φορά δοξολογίας προς τον Θεόν. Και οι πνευματικοί άνθρωποι ενώ η ζωή τους κυλά εξωτερικά σε μίαν φαινομενικήν μονοτονία, εντούτοις έχει τέτοιαν δύναμιν, που απουσιάζει παντελώς κάθε έννοια κόρου και πλήξης εις την ζωήν των ανθρώπων των πνευματικών, διότι ακριβώς, ο Θεός, ο οποίος πληρεί την ζωήν τους είναι ακόρεστος, είναι πέλαγος ο Θεός.
Με την πτώση, λοιπόν, η πρώτη, ακριβώς, ενέργεια αυτή, η πρώτη εργασία του ανθρώπου, η οποία ήταν η συνεχής θεωρία του Θεού, εδιεκόπηκε κι έτσι ο νους του ανθρώπου εσκορπίσθηκε πλέον εις την ύλην. Έπεσεν ο άνθρωπος και άφησεν τον Θεόν, δεν μπορούσε πλέον να ασχοληθεί με τον Θεόν και άρχισε να ασχολείται με την ύλη, με το περιβάλλον. Υπετάγη δηλαδή στο περιβάλλον, υπετάγη και στην ύλην, υπετάγη και εις τα πάθη· κι έτσι άρχισεν ο άνθρωπος να λατρεύει την Κτίσιν αντί τον Κτίστην. Πέραν του ότι βέβαια έπαυσεν η αδιάλειπτος προσευχή και η συνεχής θεωρία του Θεού, ακόμα και αυτά τα χαρίσματα, τα οποία ο Θεός έδωκε, κι αυτά διεστράφησαν. Έτσι έχουμε την παρουσίαν των παθών.
Σ’ αυτόν το σημείον πρέπει να πούμε, έστω και με λίγα λόγια ότι αυτή η πολεμική τρόπον τινά των πνευματικών ανθρώπων, της Εκκλησίας, κατά των παθών και ιδιαίτερα των σαρκικών παθών, των σχέσεων δηλαδή των δύο φύλων ή διαφόρων άλλων σχέσεων, τέλος πάντων, ή ενεργειών σαρκικών, ακριβώς αυτόν τον λόγον έχουν: ότι επειδή αυτές οι ενέργειες, αυτές οι εκδηλώσεις του ανθρώπου, δεν ευρίσκοντο εις την κατά φύσιν δημιουργίαν του, γι’ αυτόν τον λόγον υποτάσσονται πλέον εις τον χώρον τον πνευματικόν, υπό έναν λόγον· γίνονται ένλογες, φεύγουν από το παράλογον και γίνονται ένλογες και ο άνθρωπος γίνεται κύριος των ενεργειών αυτών και χρησιμοποιεί τις ενέργειες αυτές όταν χρειάζονται. Γι’ αυτόν τον λόγον και η Εκκλησία, τονίζει ότι δεν επιτρέπονται οι σχέσεις των ανθρώπων οι ερωτικές, όπως κακώς λέγονται, σαρκικές λέγονται όχι ερωτικές, διότι οι ερωτικές σχέσεις είναι πνευματικές σχέσεις. Αν ο Θεός είναι «έρως», όπως Τον ονομάζουν οι Πατέρες, είναι δηλαδή τέτοια αγάπη απόλυτος και δυνατή, που ώστε έχει δύναμη δηλαδή προς τον άλλον άνθρωπο, τότε οι σχέσεις αυτές είναι πνευματικές. Αλλά οι καθεαυτόν σαρκικές σχέσεις, οι οποίες υποτάσσονται βέβαια στον άνθρωπον κι εξυπηρετούν τον άνθρωπον και ενισχύουν τους δεσμούς των ανθρώπων σε χώρους νόμιμους και ευλογημένους από τον Θεόν, αυτές οι σχέσεις, πράγματι, γίνονται, όργανα, τα οποία δίδουν στον άνθρωπον παράτασιν.
Όμως εάν αυτές γίνουν κύριες στον άνθρωπον και υποτάξουν τον άνθρωπον, τότε αφαιρούν από τον άνθρωπον την δυνατότητα της ελευθερίας του και γίνονται πάθη και γίνονται αμαρτίες και γίνονται αιτίες πολλές φορές να σκοτισθεί περισσότερον ο άνθρωπος. Διότι είναι αποδεδειγμένον από την πείραν ότι όσο πιο πολλές φορές επιτελούνται τόσο πιο πολλές φορές υποδουλώνουν τους ανθρώπους. Είναι ένα μυστήριο, πράγματι, το οποίον παρατηρεί κανείς καθημερινά και ιδίως σήμερα! Πολλές φορές λέω κι εγώ έτσι, βλέποντας την εξομολόγησιν πολλών ανθρώπων, το πόσο οι άνθρωποι υποφέρουν, σήμερα και ιδιαίτερα οι άνθρωποι, οι οποίοι ευρίσκονται κάτω από την κυριαρχίαν αυτών των παθών· λέω, τουλάχιστον αφού κάνουν όλα αυτά που κάνουν, τουλάχιστον να ήταν ευτυχισμένοι, αν μη τι άλλο, και ας σέρνονταν ελεύθεροι. Διότι αν οι σχέσεις, οι ελεύθερες σχέσεις, αυτές οι σαρκικές ελεύθερες σχέσεις απελευθέρωναν τον άνθρωπον και ολοκλήρωναν την προσωπικότητάν του, τουλάχιστον, ε, δεν βαριέσαι, ας είναι τουλάχιστον σ’ αυτήν την ζωήν τουλάχιστον ελεύθερος κι ολοκληρωμένος. Αλλά ενώ σήμερα είναι τόσον εύκολες και τόσον κατά κόρον επαναλαμβάνονται, καμιά φορά και με ιλιγγιώδη ταχύτητα, και αριθμούς που φρίττει κανείς, φρίττουν κι αυτοί που τα κάνουν ακόμα. Καμιά φορά, τόσο πολύ γίνονται, που κι αυτοί που τις επιτελούν, δηλαδή, θαυμάζουν τον εαυτόν τους· με πόσην δύναμιν δηλαδή επιτελούνται αυτά τα πράγματα κι όμως βλέπει κανείς ότι αυτά όλα συντρίβουν τον άνθρωπον τελικά και υποδουλώνουν την προσωπικότηταν του ανθρώπου και βυθίζουν τον άνθρωπον σ’ ένα σκότος.
Και ενώ προσπαθεί να βγει απ’ αυτά, απ’ αυτό το σκότος, νομιζόμενος ότι έστω και αν τα κάνει περισσότερο θα βγει ακόμα πιο πολύ, όσο πιο πολύ τα κάνει, τόσο πιο πολύ δεσμεύεται και τόσο πιο πολύ σκότος πηγάζει απ’ όλα αυτά. Και φτάνει ο άνθρωπος, αν τελικά βγει, σώος, ζωντανός, ξέρω ‘γω, όσο του επιτρέψουν οι περιστάσεις, να αγωνιστεί, καταλαβαίνει ότι τελικά αυτά τα δεσμά είναι θανατηφόρα· και αρχίζει, βέβαια, ένας αγώνας να αποδεσμευτεί. Βέβαια, είναι γεγονός ότι είναι δύσκολο πράγμα, ο άνθρωπος, ο οποίος υπετάγηκε εις τα πάθη, να αποδεσμευτεί γιατί τα πάθη είναι τύραννος, είναι ο χειρότερος τύραννος στον άνθρωπον· και τον υποδουλώνουν και δεν λογαριάζουν ούτε αποφάσεις ούτε πόθους ούτε φόβους ούτε τίποτα. Όταν έρθει η ώρα, κατά την οποίαν θα ενεργήσει το πάθος στον άνθρωπο τότε χάνονται όλα, διότι δεσμεύεται ο άνθρωπος. Όπως οι Πατέρες καλώς ερεύνησαν, είπαν ότι το πρώτο πράγμα, το οποίο υποδουλώνουν τα πάθη είναι ο νους· όταν πιάσουν τον νου, τότε πια δεν γίνεται τίποτα πλέον, το σώμα πάει μόνο του, όλα υποτάσσονται, ας πούμε. Είναι σαν να, πώς να πούμε, έχει τα κλειδιά του αυτοκινήτου σου κάποιος και παίρνει, ανοίγει την πόρτα, ανοίγει το τιμόνι και πάει. Εσύ φώναζε όσο θέλεις, ότι μην πας από δω, εκείνος θα πάει· θα πάει και θα σε πάει κι εσένα μαζί, διότι πλέον έγινε πάθος, έγινε κύριος. Αυτό που λέει ο Απόστολος Πέτρος ότι εν ω τις ήττηται, εν τούτω και δεδούλωται (Πέτρ. Β’, 2,19), ότι εκεί, όπου κάποιος ηττήθηκε, στο πάθος που ηττήθηκε σ’ αυτό και υποδουλώθηκε. Και δοκιμάστε και στον εαυτό σας να δείτε, μικρά πάθη ακόμα -πού αυτά τα μεγάλα;- μικρά πάθη, μικρές συνήθειες, κακές συνήθειες μικρές, οι οποίες έφθασαν να επαναληφθούν πολλές φορές και να γίνουν πάθη, ότι δεν μπορεί κανείς να απελευθερωθεί. Και εδώ, βέβαια, είναι που χρειάζεται, ο άνθρωπος να υποστεί μία πνευματική παιδεία, μία πνευματική παιδαγωγία, ώστε ο Θεός πλέον να ενεργήσει να τον βγάλει από εκεί. Γιατί πραγματικά μόνον ο Θεός μπορεί να βγάλει τον άνθρωπον  απ’ αυτήν την κατάστασιν. Ο άνθρωπος θα δώσει την ελευθερίαν του, την πρόθεσίν του, τον αγώναν του μέχρι εκεί που μπορεί και ο Θεός θα επέμβει και θα τον απελευθερώσει.
Λοιπόν, αυτή η πτώσις του ανθρώπου από τον Θεόν, η διακοπή της σχέσης του με τον Θεόν, είχε σαν αποτέλεσμα ακριβώς ο νους του ανθρώπου να διασκορπιστεί πλέον κι έτσι ο άνθρωπος να γίνει σύνθετος, από απλούς, όπως ήταν ο άνθρωπος όταν τον έπλασε ο Θεός, έγινε σύνθετος, πολυδιάστατος. Άλλα θέλει, άλλα σκέφτεται, άλλα λέει, άλλα ενεργεί, ποικίλλει δηλαδή, ποικίλλουν οι αποφάσεις του, υφίσταται τις αλλοιώσεις· αλλά όχι μόνο αυτό, όπως είπαμε, αλλά και το σώμα του ανθρώπου υπέστη, δηλαδή, αλλοίωσιν από την φθοράν αυτήν κι από την διακοπήν της σχέσεώς του με τον Θεόν. Κι έτσι το σώμα υπετάγηκε στην φθοράν, υπετάγηκε στον θάνατον τον βιολογικόν, γι’ αυτό αποθνήσκομε γι’ αυτό αρρωστούμε. Η Κτίσις υπέστη συνέπειαν από την πτώσιν, διότι κι αυτή υπετάγηκε στην φθοράν, διότι εφόσον ο άνθρωπος, ο βασιλιάς της Κτίσεως έπεσε, παρέσυρε μαζί του ολόκληρον την Δημιουργίαν. Κι έτσι οι θεομηνίες, οι αρρώστιες, η επανάσταση των ζώων κατά του ανθρώπου, όλα αυτά έγιναν πλέον ως αποτέλεσμα της πτώσεως. Γι’ αυτό πρέπει να ξέρετε ότι ο Θεός δεν εδημιούργησεν τίποτα κακό στον κόσμο· τα πάντα εν σοφία εποίησεν ο Θεός, έκαμε τα πάντα με πολλή σοφία και όταν τελείωνε τα έργα Του, λέει η Γραφή, ότι ο Θεός έβλεπε το έργον και είδε ότι ήταν πολύ καλά, καλά λίαν, πολύ καλά δηλαδή ήταν όλα τα έργα του Θεού.
Τώρα με την είσοδον του Θεού, του Χριστού εις τον κόσμον έχουμε την ύπαρξιν της Εκκλησίας. Η Εκκλησία είναι ο χώρος ακριβώς, ο οποίος πραγματοποιεί αυτά, τα οποία μας έφερε ο Θεός, ο Χριστός. Και είναι, μπορούμε να πούμε, το νοσοκομείον μέσα στο οποίον ο ιατρός Χριστός θεραπεύει κάθε έναν, που μπαίνει μέσα σ’ αυτό. Βέβαια, υπάρχουν και μερικοί, που μπήκαν στο νοσοκομείο και πέθαναν, έτσι; Διότι, όχι όπως εδώ, που στα νοσοκομεία, που έχουμε, που θέλοντας και μη καμιά φορά αποθνήσκει κανένας, αλλά εκεί πέθαναν γιατί θέλησαν να πεθάνουν. Στο νοσοκομείο το πνευματικό όποιος δεν θέλει δεν πεθαίνει. Είναι άλλο, άλλος θάνατος αυτός. Στ’ άλλα νοσοκομεία θέλοντας δε θέλοντας άμα έρθει η ώρα σου, να πεθάνεις. Ή άμα πέσεις σε κανέναν γιατρό, που δεν ξέρει και καλά το μάθημάν του μπορεί να πεθάνεις και κατά λάθος, αλλά στην πνευματικήν ζωήν δε συμβαίνει έτσι.
Πράγματι έχομεν περιπτώσεις πολλές ανθρώπων, οι οποίοι δεν θέλησαν να συνεργαστούν με τον Θεό, δε θέλησαν ν’ αφήσουν το Θεό δηλαδή να μπει και να τους θεραπεύσει κι έτσι δεν δέχθηκαν τα φάρμακα τα πνευματικά και απέθαναν. Όμως έχομεν, ευτυχώς, και ανθρώπους, οι οποίοι έγιναν υγιείς, έγιναν αρκετά υγιείς ή έγιναν τελείως υγιείς ή έγιναν και ιατροί ακόμα. Αυτοί οι άνθρωποι είναι αυτοί, τους οποίους ο Θεός αναδεικνύει στην Εκκλησίαν ως πνευματικούς πατέρες, οι οποίοι έχοντας εμπειρίαν ήδη της πορείας της ασθενείας και της θεραπείας εις τον εαυτόν τους, είδαν στον εαυτόν τους την θεραπείαν και πλέον μπορούν να την εφαρμόσουν σ’ άλλους. Αυτοί είναι οι πραγματικοί πνευματικοί πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι είναι οι Άγιοι. Και ακριβώς εις την Εκκλησίαν μας το γεγονός, το οποίον μας επαληθεύει την γνησιότητα της Αποστολικής Διαδοχής είναι η ύπαρξις των Αγίων. Δεν είναι μόνον η ορθότητα των δογμάτων της Πίστεως.Διότι, εάν είχαμεν ορθά δόγματα μόνον αλλά λάθος ήθος, άρρωστον ήθος, δεν είχαμεν αγίους, τότε οπωσδήποτε αυτή η Εκκλησία θα ήταν νεκρή! Θα ‘ταν, μπορεί, θεωρητικά σωστή αλλά πρακτικά νεκρή.
Προηγουμένως ένα παιδί με ρώτησεν για το θέμα των διαφόρων, ακριβώς, θρησκευτικών, ας το πούμε έτσι, θεωριών ή θρησκειών, όπως λέγεται. Θέλω να σας πω ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας ήσαν εναντίον της θρησκείας και η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι εναντίον της θρησκείας. Και δεν θέλομεν εμείς να ονομαζόμαστε θρησκεία, έτσι; Διότι θρησκεία είναι έργον του ανθρώπου, ένα αποτέλεσμα της δεισιδαιμονίας του ανθρώπου. Δηλαδή ο άνθρωπος ευρισκόμενος μες στην φύσιν, και τρόπον τινά έχοντας έντονον μέσα του την γνώσιν ή την ανάμνησιν ή την αίσθησιν του Θεού, εδημιούργησε κατά καιρούς τις διάφορες θεωρίες του περί του Θεού, είτε λόγω των φυσικών φαινομένων είτε λόγω διάφορων άλλων καταστάσεων, πάντως εδημιουργήθησαν πολλές θρησκείες. Οπωσδήποτε όμως η Εκκλησία του Χριστού δεν είναι θρησκεία, διότι η κίνησις είναι αντίστροφος· δεν έχομεν μίαν ενέργειαν ανθρωπίνην που καθιστά μιαν θεωρίαν, αλλά τον Θεόν εις τον κόσμον! Τον Θεόν εις τον κόσμον! Αλλά κι αυτό ακόμα δεν φτάνει. Διότι, μπορεί να πει κάποιος ότι μπορεί να συμβαίνει και κάπου αλλού αυτό το πράγμα. Έχομεν όχι μόνον τον Θεόν εις τον κόσμον αλλά και την μαρτυρίαν του Θεού εις τον κόσμον· και την μαρτυρίαν της οικείας εμπειρίας από τον πρώτον άνθρωπον μέχρι σήμερα. Αυτό είναι το γεγονός, το οποίον επαληθεύει τη γνησιότητα της Εκκλησίας. Δηλαδή η εμπειρία ενός συγχρόνου Αγίου είναι η ίδια εμπειρία που είχαν οι Άγιοι πριν διακόσια χρόνια, η ίδια εμπειρία που είχαν πριν πεντακόσια, πριν χίλια, τον καιρόν του Χριστού, προ Χριστού, οι Προφήτες, οι Κριτές, οι Πατριάρχες, ο Αδάμ.
Αυτή η ίδια εμπειρία συνεχίζεται, με την διαφοράν μόνον ότι προ του Χριστού είχαμεν γνώσιν αμυδρά του Θεού, έτσι, δεν είχαμεν ακόμα την Σάρκωσιν του Θεού, και μετά τον Χριστόν έχουμε την τελείαν γνώσιν του Θεού Λόγου, ο οποίος εισήλθε εις τον κόσμον. Ξέρομεν ότι τέτοιες θεωρίες, τέτοιες θρησκείες υπάρχουν πάρα πολλές· όμως εάν θελήσομε να ερευνήσομε τότε υπάρχουν πολλά κριτήρια. Και είπε ο Χριστός στο Ευαγγέλιον ότι, όταν έστειλε τους μαθητές Του, είπεν ότι στο όνομα μου, τότε θα γίνουν πολλά σημεία. Πολλά σημεία και θα αναστηθούν νεκροί, θα θεραπευθούν παράλυτοι, κωφοί, διάφορα τέτοια τέρατα και σημεία, όπως τα ονομάζει, θαύματα δηλαδή. Και ακριβώς και τα θαύματα ακόμα είναι ένα σημείον, αλλά δεν είναι ακόμα μόνον τα θαύματα. Είναι η ίδια η θέωσις του ανθρώπου, το ότι ο άνθρωπος γίνεται Θεός! Εάν αυτό το γεγονός της θεώσεως παρατηρείται και σε άλλους χώρους έξω από την Εκκλησία, τότε είμαστε έτοιμοι να πούμεν ότι, δυστυχώς παιδιά, η Εκκλησία μας είναι κάτι σαν όλα τ’ άλλα. Εάν όμως δεν παρατηρείται θέωσις σε άλλους χώρους, τότε οπωσδήποτε δεν είμαστε φανατικοί εάν θεωρήσουμε ως αποκλειστικόν χώρον ενεργείας του Αγίου Πνεύματος, ενεργείας της θεώσεως, την Εκκλησίαν του Χριστού. Και όταν λέμε Εκκλησία δεν εννοούμε τις αιρέσεις, όπως π.χ. τους Ρωμαιοκαθολικούς, τους Προτεστάντες, τους Αγγλικανούς, τους Χιλιαστές, ξέρω ‘γω· εννοούμεν Εκκλησίαν την μίαν Ορθόδοξον Εκκλησίαν, η οποία και ιστορικά ακόμα κατέχει την Αποστολικήν Διαδοχήν· πέρα από την χαρισματικήν κατάστασιν, αλλά και ιστορικά είναι Αποστολική Εκκλησία.
Εδώ να σταματήσω για να δω εσείς αν θέλετε να πείτε κάτι, αφού εσείς μου είπατε να μιλήσω γι’ αυτόν το θέμα. Εάν έχετε κάποια αντίρρηση, γιατί, για να μην ψάχνω εγώ να βρω αντιρρήσεις από το δικόν μου το μυαλόν δηλαδή. Ναι, Αντρέα. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Ναι, ναι, ναι. Βέβαια ξέρετε ότι το θέμα δεν είναι να πείσομεν τον άλλον, διότι εάν ο άλλος δεν θέλει, δεν πείθεται με τίποτα. Ο Χριστός μπροστά στα μάτια τους έκανεν τόσα θαύματα και δεν επείθοντο, αλλά και γιατί να το παν με τους άλλους; Και οι ίδιοι οι Απόστολοι μπροστά τους κι αυτοί έκαναν θαύματα σαν του Χριστού και τα ξέχασαν όλα. Ο άνθρωπος είναι άβυσσος. Μπορούμε να πούμε ότι οπωσδήποτε τέτοια σημεία παρουσιάζονται σε πολλούς χώρους. Ένα απλόν παράδειγμα ότι η ίδια η Αγία Γραφή, η Παλαιά Διαθήκη, αναφέρει το γεγονός όπου ο Μωυσής επήγε στο Φαραώ, έκαμε θαύματα μπροστά στο Φαραώ, το οποίο ο Θεός τού είπε να τα κάμει, και την ίδιαν στιγμήν οι μάγοι έκαναν τα ίδια πράγματα και, τρόπον τινά, δεν εμποδίζοντο από τον Θεόν. Και ακόμα είναι γεγονός ότι ξέρομεν ότι πέρα, εκτός μάλλον από την ύπαρξιν του Θεού έχομεν και ύπαρξιν πνευμάτων, αντιθέτων από τον Θεόν, δημιουργήματα κι αυτά του Θεού αλλά αρνηθέντα σε κάποιο διάστημα τη συνεργασία με τον Θεό, οι οποίοι κι αυτοί κάνουν οπωσδήποτε σημεία και θαύματα και δυνάμεις. Ακόμα ο ίδιος ο Χριστός μας προειδοποίησεν ότι εις τις έσχατες ημέρες αυτός, ο οποίος θα παρουσιαστεί ως «Χριστός» εις τον κόσμον, θα κάνει τέτοια σημεία εις τον κόσμον, κατά τα οποία ει δυνατόν ακόμα, εάν είναι δυνατόν θα κινδυνέψουν να πλανηθούν και οι εκλεκτοί άνθρωποι.
Θυμάμαι ένα γεγονός στο Άγιον Όρος, το ‘χω πει πολλές φορές αλλά ίσως εσείς να μην τ’ ακούσατε· πριν μερικά χρόνια είχε έρθει ένα παιδί στο Άγιον Όρος, Έλληνας, ο οποίος μεγάλωσε στο Θιβέτ. Αυτό το παιδί λεγόταν Γιώργος. Αυτός πήγε στο μοναστήρι της Σίμωνος Πέτρας, και εκεί έκανεν το πρώτο του θαύμα. Τι έκαμεν; Στην τράπεζαν των μοναχών κινούσε, όπως είπες κι εσύ, τα πιάτα· χόρευαν τα πιάτα και τα μαχαίρια και τα πιρούνια. Ε, βέβαια, πρώτη φορά είδαν και οι μοναχοί, τέτοιον πράγμα στο τραπέζιν τους. Ε, τον περιμάζεψαν, αυτός επέμενε ότι αυτά τα κάνει με την δύναμιν του Θεού. Του είπαν ότι αυτά τα πράγματα δεν είναι από τον Θεόν κι αυτός έλεγεν όχι, είναι από τον Θεόν, ξέρω ‘γω, το πολύ πολύ δηλαδή κατέληγε στο να λέει ότι είναι με την δύναμη της σκέψεως. Τέλος πάντων, για να μην τα πολυλογούμεν, τον οδήγησαν στον Γέροντα, τον πατέρα Παΐσιο, τον μακαριστό και του διηγήθηκαν ότι, πάτερ, αυτό το παιδί κάνει αυτά τα πράματα στο μοναστήρι. Μάλιστα δε, να σας διηγηθώ κάτι, που ήταν γελοίο· ήταν καλοκαίρι και ήταν Ιούλιος τότε και μαζεύαμεν και τα φουντούκια στον Άγιον Όρος. Και ήρθεν αυτός εκεί που μαζεύαμε τα φουντούκια κι έλεγε, αφήστε με, να σας τα μαζέψω όλα μόνος μου· να τα μαζέψω από τα δέντρα, να τα καθαρίσω, να τα βάλω και στα τσουβάλια μέσα, ας πούμε. Βέβαια δεν ξέρω αν μπορούσε να το κάνει, τέλος πάντων, επήγε στον πατέρα Παΐσιο. Ήμουνα κι εγώ εκεί, εδώ ήμουν αυτόπτης μάρτυς. Είχαν έρθει οι πατέρες από την Σιμωνόπετρα, οι οποίοι ζουν ακόμα βέβαια, είναι νέοι. Και έπιασε μια πέτρα αυτός, μία πέτραν, μια σκληρήν πέτρα, ξέρετε στο Άγιον Όρος έχει κάτι βράχια, κάτι πέτρες σκληρές, και κάθισε απέναντι σταυροπόδι, πώς κάθονται αυτοί οι άνθρωποι που κάνουν τέτοιες δουλειές, και διέλυσεν την πέτραν· πράγματι την διέλυσεν. Δηλαδή, ενώ εξωτερικά η πέτρα παρέμενεν στο σχήμα της, όταν την άγγιζες αυτήν την πέτρα ήταν πλέον στάχτη, δηλαδή έχασε την συνοχήν της, την σκληρότητάν της. Και ήμαστε παρόντες κι εμείς, ήταν κι ο γέροντας, ο πατήρ Παΐσιος. Του λέει, μπορείς να κάνεις κι εσύ αυτό το πράγμα; του λέει του γέροντα Παΐσιου.  Λέει αυτός, κοίταξε να δεις, του λέει, παιδί μου, εγώ φακίρης δεν είμαι, ούτε ήρθα εδώ στο Άγιον Όρος να σπάζω πέτρες, αλλά, του λέει, μπορώ να σε κάμω εσένα να μην μπορείς να το κάμεις αυτό το πράγμα. Του λέει, πώς θα το κάνεις αυτό το πράγμα; Λέει, θα σου δείξω εγώ, δυο λεπτά. Είχε εκεί έναν κήπο που έβγαλε κάτι ντομάτες, πιάνει έναν σβώλον εκεί από χώμα, βρεμένον, φρεσκοποτισμένον κοκκινόχωμα, το έκανε ένα κουλούρι εκεί, ένα βώλο κι έβαλε επάνω το σημείο του Τιμίου Σταυρού. Και το ‘βαλε απέναντι. Του λέει, τώρα σπάστο· αυτό είναι χώμα, εκείνο ήταν πέτρα, δε θέλει και πολλή δύναμιν, να πούμε, μπορείς να τη διαλύσεις στο πι και φι. Οπωσδήποτε αυτός δεν μπόρεσεν να κάμει τίποτε! Η δύναμη του Θεού είναι ακαταμάχητος κι οπωσδήποτε έχουμε κι άλλες ενέργειες. Όλοι μας βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τέτοιες καταστάσεις. Είναι όμως γεγονός ότι όταν ο Θεός είναι παρών αυτά διαλύονται όλα. Ξέρω πολλές περιπτώσεις, ιδίως σε καταστάσεις αυτών των λεγομένων ινδουιστικών θεωριών κτλ, ανατολικών θρησκειών, όπου δεν μπόρεσαν να επιτύχουν τίποτα.
Θα σας πω ακόμα ένα παράδειγμα, το οποίο μου το διηγήθηκε ο πατήρ Ζαχαρίας, ο οποίος είναι στο Έσσεξ και κάποια άλλα παιδιά κι ο μακαρίτης ο πατήρ Παύλος ο Εγγλεζάκης. Αυτοί σπούδαζαν στη Γαλλία, αυτοί όλοι· ήταν ο πατήρ Κύριλλος, ο οποίος είναι ηγούμενος στο μοναστήρι εκεί, ο πατήρ Ζαχαρίας ο Κύπριος, ο Εγγλεζάκης, ο Τελερίδης που είναι επίσκοπος,  και καμιά δεκαριά φίλοι, που σπούδαζαν στον Άγιο Σέργιο, στη Γαλλία. Και τότε έγινε μεγάλη διαφήμιση στη Γαλλία ότι θα ‘ρχόταν ένας μεγάλος γκουρού να μιλήσει και όποιος ήθελε, να πούμε, κάτι μπορούσε να ρωτήσει και θα του απαντούσε αυτός αμέσως. Κι έγινε σαματάς μεγάλος στο Παρίσι. Ε, αυτοί φοιτητές τώρα, όπως καλή ώρα σαν κι εσάς –μερικοί από σας, γιατί είναι και μερικοί που δεν είναι φοιτητές εδώ, αλλά δεν πειράζει- ας πούμε σαν μερικοί από σας, έτσι νέοι ας πούμε και ζωηροί, είπαν να πάμε κι εμείς να δούμε τι θα κάμει αυτός.
Και τρόπον τινά είχαν και λίγο όρεξη να τον στριμώξουν, αυτό το γεροντάκι. Πήγαν, αγόρασαν τα εισιτήρια, πήγαν στο θέατρο, κάθισαν όλοι σε μια σειρά οι μοναχοί κι αυτά και περίμεναν να ‘ρθει η ώρα να ‘ρθει μέσα ο γκουρού να μιλήσει. Πράγματι, εβγήκεν η μαθήτριάν του, είπεν ότι να κάμετε πέντε λεπτά, ξέρω ‘γω, σιωπή, να συγκεντρωθείτε όλοι, να δημιουργηθεί η κατάλληλη ατμόσφαιρα για να μπορέσει να ‘ρθει ο παππούλης να μιλήσει, να πει κάτι, του ‘βάλαν κι ένα χαλί να καθίσει. Περίμεναν και βγήκε πράγματι.  Αποφασίσανε να λένε συνέχεια την ευχή· οπόταν έβγαλαν το κομποσχοίνι τους και όλοι προσευχόντουσαν «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού ελέησον ημάς». Συνέχεια, αδιαλείπτως, έλεγαν την ευχή.
Οπόταν κάθισε αυτός και περίμενε όλος ο κόσμος, πολλές, πάρα πολλές, δυο-τρεις-τέσσερις χιλιάδες άνθρωποι, περίμεναν με κομμένη ανάσα να δουν τι θα πει τώρα. Ε, έκατσεν λίγη ώρα, κάθισε σε στάση διαλογισμού και προσπαθούσεν να βρει κάτι να πει. Ξαφνικά, σηκώθηκε κι έφυγε και πήγε πάλι στο δωμάτιό του, από κει που βγήκε. Ε, θόρυβος τώρα, τι έγινε, πού πήγε, πού πήγε αυτός ο γέρος; Τρέχει η μαθήτρια πίσω να δει τι έγινε, γιατί άρχισε ο κόσμος να διαμαρτύρεται. Τέλος πάντων, βγαίνει και λέει συγγνώμη, θα πάρετε όλοι πίσω τα χρήματά σας από την είσοδο, ξέρω ’γω, εκεί, διότι δεν μπορεί να επικοινωνήσει σήμερα ο διδάσκαλος· υπάρχουν αντίθετα πνεύματα, δεν μπορεί να επικοινωνήσει. Ε, και αυτά τα αντίθετα τα πνεύματα τι ήταν; Ήταν αυτές οι μικρές προσευχές, που έλεγαν αυτά τα παιδάκια, οι φοιτητές τότε. Δηλαδή θέλω να πω ότι συντρίβονται οι ενέργειες των αντιθέτων πνευμάτων μπροστά στη δύναμη του Θεού, έτσι; Οπόταν υπάρχουν κριτήρια. Οι δε Πατέρες, από την εμπειρίαν τους, μας παρέδωκαν ακριβώς και στοιχεία, τα οποία μπορούμε να εντοπίσομε από πού προέρχονται αυτές οι ενέργειες. Οπόταν το ότι υπάρχουν ενέργειες και το ότι γίνονται ενέργειες το ξέρομεν. Αλλά έχομε την δύναμιν να εξετάσομε εάν αυτές οι ενέργειες είναι εκ του Θεού ή όχι. 
(Δεν ακούγεται η ερώτηση) Ναι, ναι. Οπωσδήποτε εάν είμαστε τόσον απλοί, όπως υποτίθεται λέμε, ε, το καλύτερο που έχομε να κάνουμε είναι να ρωτήσομε, να ρωτήσουμεν  την Εκκλησία· κι η Εκκλησία, κι όταν λέμε Εκκλησία εννοούμε τους πνευματικούς ανθρώπους της Εκκλησίας, έχουν την δύναμιν και την διάκρισιν να καταλάβουν, μία ενέργεια από πού προέρχεται. Και ακόμα επειδή ακριβώς η πλάνη, όπως λέγεται, τα έργα αυτά της πλάνης, των αντικειμένων δυνάμεων, των αντιθέτων δυνάμεων, μιμούνται τα έργα του Θεού και κατά έναν τρόπον πολύ, δηλαδή έτσι, λεπτόν, που ακόμα είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει κανείς, γι’ αυτό επιβάλλεται περισσότερον, έστω κι αν ακόμα εμείς από μόνοι μας τα χαρακτηρίσουμε και τα εντοπίσουμε, πάλιν να ρωτήσουμεν και  δεύτερον άνθρωπον για να καταλάβουμε τι γίνεται. Διότι ναι μεν οι Πατέρες μάς έδωσαν κριτήρια και μας έδωσαν στοιχεία, βάσει των οποίων ερμηνεύουμε και εξετάζουμε τα διάφορα φαινόμενα, αλλά πέραν τούτων και η ζωντανή εμπειρία του Αγίου Πνεύματος είναι αρκετή να κρίνει την ενέργειαν, την οποίαν προέρχεται. Όπως λέει ο Απόστολος Παύλος ότι ο πνευματικός άνθρωπος πάντας, όλους δηλαδή τους κρίνει, αυτός όμως από κανέναν δεν μπορεί να κριθεί· διότι το Πνεύμα του Θεού μπορεί να κρίνει όλες τις ενέργειες κι όλα τα φαινόμενα, τα οποία συμβαίνουν. Κι έτσι το καλύτερο που έχομεν να κάνομε, πάντοτε να ερωτούμε εις την Εκκλησία. Και όταν ερωτούμε βέβαια, οπωσδήποτε πιστεύω ότι θα λάβομεν σωστήν απάντησιν.
Ναι, παιδί μου, πες μας εσύ.
-    Οι Ρωμαιοκαθολικοί είναι αίρεση; 
     Ναι, οι Ρωμαιοκαθολικοί βεβαίως είναι αίρεση. Είναι αίρεση διότι υπήρξεν ιστορική στιγμή, κατά την οποίαν απεχώρησαν από την Εκκλησίαν. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Ο κ. Νικολαΐδης το ‘πεν αυτό; [γέλια από το ακροατήριο]Τώρα θα με κάνετε να πάω ν’ αγοράσω κι εγώ τηλεόραση! Έχω είκοσι χρόνια να δω αλλά ….
  (παρέμβαση κάποιου ακροατή) Ανέμενα αυτή την ερώτηση γέροντα. Όντως προχτές υπεβλήθη το ερώτημα, εάν οι Ρωμαιοκαθολικοί κλπ, αποτελούν αίρεσιν. Το θέμα που μιλούσαμε ήταν για τις αιρέσεις και είχαμεν πει ότι δεν κατατάσσομεν την Ρωμαιοκαθολικήν Εκκλησίαν μεταξύ των αιρέσεων, υπό την έννοιαν ότι δεν μπορεί να ανήκει στην κατηγορίαν Πεντηκοστιανών, Μαρτύρων του Ιεχωβά κλπ κλπ. Υπό αυτόν το πνεύμα το είχαμεν πει. Είπα, όμως, εγώ εκεί ότι ασφαλώς με τους Ρωμαιοκαθολικούς έχομεν δογματικές διαφορές· κι όταν έχομεν δογματικές διαφορές, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό το πράγμα αναμφίβολα συνιστά αίρεσιν. Ήμασταν όμως επιφυλακτικοί, και το καταθέτω ενώπιον όλων αυτό εδώ, να μην θίξομε αυτές τις θρησκευτικές ομάδες τις χριστιανικές, γιατί; Διότι θα ξεσηκώναμε μια θύελλα αντιδράσεων, όχι γιατί…ας πούμε και οι Αρμένηδες αποτελούν αίρεση· και οι Μαρωνίτες. Αν υπάρχει κάποιος εδώ μέσα;… Με την σωστήν, Ορθόδοξην έννοιαν του πράγματος, όταν έχουμε με κάποιαν άλλην ομάδα ή άτομον δογματικήν διαφοράν, αυτό το πράγμα σημαίνει αίρεση. Αλλά, γέροντα, είχαμεν πει εμείς εκεί, καταπολεμούμεν τις αιρέσεις εκείνες, οι οποίες ασκούν προσηλυτιστικόν έργον, ήταν αυτή η δομή του θέματος που εξετάζαμε. Ευχαριστώ.

(Μητροπολίτης Λεμ. Αθανάσιος): Οπωσδήποτε υπάρχουν, βαθμίδες, έτσι; Οι Χιλιαστές, αυτοί έχουνε καταρρίψει όλα· και κανείς μέσα στα κοσμικά, έτσι, περιθώρια προσπαθεί να μιλήσει με μαλακόν τρόπον για να μην τους πληγώσει. Αλλά τουλάχιστον, εμείς εδώ, που δεν κινδυνεύουμε, μπορούμε να πούμεν ότι πράγματι είναι αίρεσις, είναι αίρεσις.
Ναι, ναι παιδί μου. (δεν ακούγεται η ερώτηση) Οπωσδήποτε. Ξέρετε ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί π.χ. όταν σε μια εγκυκλοπαίδεια που υπάρχει στο Βατικανό, εκεί που γράφει «Ορθόδοξη Εκκλησία» λέει, «ιδέ αιρέσεις», λήμμα αιρέσεις δηλαδή. Ναι, εκείνοι βέβαια ξέρεις, δεν ενοχλούνται όταν μας αποκαλούν αιρετικούς· ναι, διότι εκεί είναι Βατικανό. Αλλά όμως αυτό δεν έχει καμιά σημασία διότι ο πρώτος, ο οποίος θεωρήθηκε πλάνος και αιρετικός ήταν ο ίδιος ο Χριστός, από τους Εβραίους. Το να μας ονομάσουν αιρετικούς, μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, ό,τι θέλουν μπορούν να μας ονομάσουν, αλλά, μπορούν να μας το αποδείξουν όμως; Αυτό είναι το ερώτημα. Μπορούν ν’ αποδείξουν ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι αίρεσις; Αφ’ ης στιγμής εμείς και ιστορικά, ιστορικά· σήμερα καταργήθηκαν οι δογματισμοί. Ωραία. Να πιάσουμε τα κείμενα των Πατέρων από τον 1ο αι. μέχρι σήμερα, να τα διαβάσουμε. Και αν σε κάτι, από όλα αυτά, η Ορθόδοξος Εκκλησία έφυγε ή τα διαστρέβλωσε, κακώς, να την ψέξομεν· εάν όμως όχι, τότε τι μπορούν να μας πουν; Και αυτό ξέρετε, ότι η μεν Ορθόδοξος Εκκλησία ουδέποτε φοβήθηκεν την έρευναν, οι δε Λατίνοι, οι παπικοί, όπως ξέρετε πολύ καλά, έφτασαν κάποτε σε ένα σημείο, που έκαιγαν κι αυτόν που διάβαζε την Παλαιά Διαθήκη!
Η Ιερά Εξέταση έκαψεν ουκ ολίγους. Διότι ήταν, το ‘πε ο Πάπας, τελείωσε, δεν μπορούσες να το αναιρέσεις. Τώρα, σήμερα, ξέρετε, σήμερα που εκδίδονται πλέον τα Πατερικά έργα  του 3ου αι., του 2ου αι., του 1ου αι., του 4ου αι., και διαβάζουν και οι Λατίνοι, οι παπικοί, τα έργα των Πατέρων, επιστρέφουν συνέχεια πίσω! Εμείς στο Άγιον Όρος, στο μοναστήρι μας στο Βατοπέδι κάθε χρόνο βαπτίζαμε 5-6-7 καθολικούς τουλάχιστον. Είχαμε επιστροφές επισκόπων! Είχαμε έναν επίσκοπο, ο οποίος ήταν στο Διπλωματικό Σώμα του Βατικανού κι έγινε Ορθόδοξος. Είχαμε πνευματικούς: ο πατήρ Πλακίδας, ένας που ζει στη Γαλλία κι έχει Ορθόδοξο μοναστήρι, επέστρεψε πίσω αυτός, ήταν πνευματικός στο Βατικανό, και ένα ολόκληρον μοναστήρι μαζίν του, έγιναν Ορθόδοξοι. Σήμερα η Ορθοδοξία είναι η μόνη, πώς να πω, η μόνη πίστις, η οποία στέκει κι αντέχει σε κάθε είδους έρευνα, ιστορική βασικά. Και νομίζω ότι το πρώτο, το πρώτον επιχείρημα της γνησιότητας της Εκκλησίας είναι η ίδια η Ιστορία πλέον, όχι η διδασκαλία από την Γραφή· διότι η Ιστορία μαρτυρεί το γεγονός της Αποστολικής Διαδοχής, της Αποστολικής Παραδόσεως. Δεν μπορεί να έρχονται οι μάρτυρες του Ιεχωβά και να λένε ότι τον 19ον αι. ξαφνικά ανακαλύφτηκε η ορθή ερμηνεία του Ευαγγελίου! Δεκαεννέα αιώνες χάσμα! Ούτε οι Προτεστάντες, τον 15ον αι. ούτε οι Πεντηκοστιανοί τον 20ον αι., κάθοδον του Αγίου Πνεύματος! Σε είκοσι αιώνες από τότε που ήρθε ο Χριστός! 
Αντρέα κάτι θέλεις να πεις!
- …….έχετε οποιεσδήποτε συγκρίσεις, οποιεσδήποτε μελέτες στα θέματα της Εκκλησίας, αλλά ένας πιστός, ένας οποιοσδήποτε, ο οποίος ανεξάρτητος, ουδέτερος, ενδιαφέρεται να μάθει για όλες, ενδιαφέρεται να μάθει το σωστό, έχει ανοιχτήν την καρδιάν του να μάθει το σωστό· δεν μπορεί να κάτσει να μελετήσει επιστημονικά όλες τις μελέτες, όλα τα βιβλία τα Πατερικά κτλ, ένας απλός άνθρωπος, ο οποίος υποτίθεται εργάζεται κτλ, έχει έναν μικρό χρόνο να αφιερώσει για την θρησκείαν, ή για την πνευματική ζωή. Δεν μπορεί να ελέγξει αυτά τα πράγματα. Δηλαδή κάποιος πρέπει να το κάνει για αυτόν ή πρέπει να γίνει κάτι, τέλος πάντων, ο άνθρωπος να δει το σωστόν κατά κάποιον τρόπον.
Αντρέα, κοίταξε, το θέμα δεν είναι θέμα μελέτης, είναι θέμα εμπειρίας. Γιατί μήπως οι γιαγιάδες μας εμάς και όλοι οι άνθρωποι οι απλοί μελέτησαν όλες τις κοσμοθεωρίες; Κοίταξε, ο Λόγος του Θεού, όπως είπε ο Χριστός, είναι φως. Όταν ο άνθρωπος, παιδί μου, μπει μέσα σ’ αυτό το φως του Θεού, μέσω της Πίστεως και της πρακτικής κοινωνίας της Εκκλησίας, πλέον αυτός δεν έχει ουδεμίαν αμφιβολίαν περί του γεγονότος αυτού! Δε χρειάζεται δηλαδή να μελετήσει! Εάν θέλει, μελετά. Αυτός μπορεί και να μελετήσει, εάν θέλει και αν έχει τον χρόνο.
Αλλά σήμερα, είδες, που έχουμε πληθώρα κοσμοθεωριών, μα η ζωή μας, και είκοσι φορές να ήταν τόσο που είναι δεν θα προλαβαίναμε να διαβάσουμε τις θεωρίες του καθενός.
- Αλλά τι θα γίνει; Ο άνθρωπος, όποιος ενδιαφέρεται πράγματι, θα πρέπει να περιμένει την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος για να   ….. (δεν ακούγεται η υπόλοιπη ερώτηση)
Όχι, θα αρχίσει να αγωνίζεται πνευματικά και αν δεν βρει εις την Εκκλησία, εάν δεν επαληθευτεί ο Λόγος του Θεού, οι επαγγελίες του Χριστού στην Εκκλησίαν Του, τότε να πει ότι, ψέματα.
(δεν ακούγεται η ερώτηση)
(Απάντηση) Όχι, δεν θα περάσει η ζωή του· ο άνθρωπος μπορεί, λένε οι Πατέρες, από το πρωί μέχρι το απόγευμα να φτάσει εις μέτρον θείον, μπορεί. Τώρα εάν δεν φτάσει, άλλη υπόθεση, είναι θέμα προσωπικόν του. Αλλά έχει την δυνατότητα αμέσως να λάβει την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Μα την λαμβάνει ήδη από το βάπτισμά του, αλλά την χάνει μέσα στην πορεία των παθών. Εάν την ενεργοποιήσει… Βέβαια, είναι γεγονός ότι είναι ένα, πώς να πούμε, κάτι ακατόρθωτο· πρέπει να καταλάβουμε ότι είμαστε και άνθρωποι κι έχουμε πεπερασμένες δυνάμεις, περιορισμένες δυνάμεις. Πόσο μπορούμε να μελετήσουμε; Άντε να μελετήσουμε δυο, τρεις, πέντε, δέκα θρησκείες σωστά. Πόσες θα μελετήσουμε; Και πότε; Και με ποια κριτήρια θα τις κρίνουμε; Όμως νομίζω ότι ακριβώς ο Λόγος του Θεού αυτήν την σημασίαν έχει: τόσο πληρεί τον άνθρωπον κι έχει τέτοιαν απόδειξιν παγκόσμια ανά τους αιώνες, που νομίζω ότι η πείρα των άλλων και η πείρα των αιώνων και η πείρα της παγκοσμιότητας αυτής της εμπειρίας, μας τηρεί τον Λόγον. 
Ναι. (δεν ακούγεται η ερώτηση)
(Απάντηση): Με την απλή λογική. Να σου πω. Κοίταξε, Αντρέα, να σου πω· είναι απλή λογική. Θα ‘ταν πολύ βλάκες να δημιουργήσουν μια Πίστιν, για την οποίαν θα πέθνησκαν. Εάν δημιουργούσαν πίστιν βάσει της οποίας θα γινόντουσαν, δυνατοί, θα ‘χαν λεφτά,  θα ζούσαν καλά, θα ‘χαν χαρέμια και πιλάφια, πολύ καλά. Αλλά, να δημιουργήσουν τώρα ο Απόστολος Πέτρος, ο Παύλος κι ο Αντρέας μια πίστη βάσει της οποίας τρώγαν συνέχεια ξύλο, τους καταδίωκαν όλοι, στο τέλος τους σταύρωσαν κι ανάποδα, βάσει της πίστης που δημιούργησαν, ε, ήταν ανόητοι αυτοί. Κι η ανοησίες δεν στέκουν είκοσι αιώνες! Έτσι; Αφού αυτοί καυχώντο στο να πεθάνουν· καυχάτο ο Παύλος στο να πεθάνει, καυχάτο ο Παύλος ότι έφαε ξύλο πολλές φορές, ότι ήταν νηστικός, ότι ήταν άρρωστος, ότι ήταν ξυπόλητος, ότι τον κατεδίωκαν όλοι και το θεωρούσαν καύχημα αυτό. Επειδή έφαγε πιο πολλές ξυλιές από τους άλλους θεωρούνταν πιο ευτυχισμένος από τους άλλους ακόμα. Δηλαδή κάναν αγώνα να φάνε πιο πολλές ξυλιές αυτοί! Ε, τι πίστις είναι αυτή; Είναι σχιζοφρενής! Άντε να ‘ταν ένας· ήταν όλοι;; (δεν ακούγεται ο αντίλογος). Ε, περνούσαν καλά οι άλλες όμως. (γέλια) Τουλάχιστον κάναν τι κάναν οι άλλες, αλλά ένα πιάτο φαΐ είχαν!
Ναι, παιδί μου. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Οπωσδήποτε, παιδί μου, αλίμονο. Αυτοστιγμί δημιουργήθηκε η Εκκλησία. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Ασφαλώς ο Χριστός. Ο Χριστός. Αφού τους το ‘πε και πριν ότι θα δημιουργείτο Εκκλησία.
(δεν ακούγεται η ερώτηση).
(Απάντηση): Ναι. Να πιάσουμε το ύψος πρώτα και μετά το βάθος! Εάν υπάρχουν άγιοι στους Ρωμαιοκαθολικούς. Οπωσδήποτε παντού υπάρχουν άνθρωποι ενάρετοι, έτσι; Διότι η αρετή είναι εις την φύσιν του ανθρώπου· και στους μουσουλμάνους και στους βουδιστές και στους ειδωλολάτρες υπάρχουν ενάρετοι άνθρωποι. Ο ενάρετος άνθρωπος όμως έχει διαφορά από τον θεωμένον άνθρωπον. Άγια λείψανα. Κατ’ αρχάς δεν τα παραδέχονται ούτε οι ίδιοι οι Καθολικοί, έτσι, πώς θα τα παραδεχτούμε εμείς; Ούτε καν την θεωρίαν, με την οποίαν γίνονται τα άγια λείψανα δεν παραδέχονται. Διότι, αφ’ ης  στιγμής λένε ότι ο Θεός είναι αμέθεκτος, δεν μετέχεται, άρα λοιπόν αφού είναι αμέθεκτος δεν αγιάζεται κανείς· και ο αγιασμός έρχεται, πώς να πούμε, σαν δώρο, που το στέλνει από τον ουρανό ο Θεός εκεί που θέλει. Δεν μπορούν να υπάρξουν, ούτε θεωρητικά, λείψανα ούτε άγιοι. Σ’ αυτούς υπάρχουν ενάρετοι άνθρωποι, τους οποίους ο Θεός ξαφνικά ετίμησε, όπως τιμάμε εμείς έναν άνθρωπο. Γι’ αυτό κατά καιρούς βλέπετε ότι κι ο Πάπας, όταν θέλει, τους βγάζει κιόλας από τον Παράδεισο! Όπως έβγαλε, ξέρετε, τον Άγιον Γεώργιον· τον Άγιον Γεώργιον, την Αγία Αικατερίνη, την Αγία Βαρβάρα τους έβγαλε! Είπε ότι τώρα δε χρειάζεται, να βγουν αυτοί να μπει και κάνας άλλος! Κι έτσι τους έκαμε δεύτερης κατηγορίας. Όπως, καλά, τώρα είναι νομίζω γελοίον να μιλούμε πλέον, όσον ευγενικοί κι αν θέλομε να είμαστε, αλλά οι Ρωμαιοκαθολικοί πλέον έπαψαν να είναι, τι να πω κι εγώ δηλαδή; Κάποτε, λέει ένα ανέκδοτο ότι, κάποτε ήταν ο Πάπας, εδίδασκεν ότι είναι ο μόνος αντιπρόσωπος του Χριστού εις την γην. Και σήμερα έγινε ότι ο Χριστός είναι ο μόνος αντιπρόσωπος του Πάπα στον ουρανόν! Δηλαδή, τελείως πλέον τα πράγματα έχουν γίνει κράτος, είναι ένα κράτος. Κράτος, το οποίον κινείται μέσα στα δικά του πλαίσια και εστερήθηκε πραγματικά, υπέκυψεν εις τον πειρασμόν, τον τρίτον πειρασμόν του Χριστού. Δηλαδή, όταν ο διάβολος έδειξε στον Χριστόν όλες τις βασιλείες του κόσμου και του είπε, όλες αυτές θα σου τις δώσω εάν με προσκυνήσεις, αυτή ήταν η πτώσις του Πάπα, του πρώτου Επισκόπου της Εκκλησίας. Έγινεν εγκόσμιος άρχοντας. Γι’ αυτό ο Μέγας Άγιος και θεολόγος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο πατήρ Ιουστίνος, είπεν ότι τρεις πτώσεις είχαμεν εις την ιστορίαν του ανθρωπίνου γένους: την πρώτην πτώσιν του Αδάμ, ο οποίος κόπηκεν από τον Θεόν, η πτώσις του Ιούδα, ο οποίος ήταν μαθητής του Χριστού και τον επρόδωσεν και η πτώσις του Πάπα, ο οποίος ήταν ο πρώτος Επίσκοπος της Εκκλησίας και έπεσε και παρέσυρε μαζί του και μέγα μέρος των πιστών. Οι τρεις ιστορικές πτώσεις στην ιστορίαν του ανθρώπου. 
Ναι, Κωνσταντίνε, (δεν ακούγεται η ερώτηση) μα το ισχυρίζονται και οι Ιαχωβάδες αυτό το πράγμα, το παράδοξον, οι οποίοι φτάνουν και μέχρι πριν από εκατό χρόνια. Αποστολική Διαδοχή, παιδί μου, δεν είναι μόνον να κατάγεσαι ιστορικά, αλλά πρέπει να έχεις και την Πίστιν των Αποστόλων. Δεν είναι μόνο μια ιστορική καταγωγή από τον καιρό των Αποστόλων.
(δεν ακούγεται η ερώτηση).
Ναι, είπαμεν ότι είμαστε και καλοί άνθρωποι. Κοίταξε να δεις, ναι, οπωσδήποτε εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχουν μυστήρια, έτσι; Δεν υπάρχουν μυστήρια. Τώρα, η Εκκλησία όμως έχει την δύναμιν, να αναγνωρίσει μερικά μυστήρια. Όπως π.χ. το Βάπτισμα, μερικές φορές το αναγνωρίζει για λόγους οικονομίας· αλλά όχι τίποτα πέραν του Βαπτίσματος, κανένα άλλο δεν αναγνωρίζεται. Κι αυτό αναγνωρίζεται πότε; Όταν θα μπει εις την Εκκλησίαν την Ορθόδοξον, όχι όσον είναι εκεί. Διότι το Βάπτισμα είναι είσοδος εις την Εκκλησίαν. Εάν το Βάπτισμα των Ρωμαιοκαθολικών είναι έγκυρον, τότε σε ποια Εκκλησία τους εισήγαγε; Έτσι; (δεν ακούγεται ο αντίλογος). Ε, καλά, να πούμε, ζούμε σε μια εποχή δημοκρατίας· καθένας λέει ό,τι θέλει.
Ναι. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Ναι, κοιτάξτε το Βάπτισμα, το οποίο λαμβάνει το παιδί, δεν το δεσμεύει σε τίποτα· ανά πάσα στιγμή μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Στην πορεία της ζωής του, ο κάθε ένας, παιδί μου, έχει την ελευθερία ν’ απορρίψει τον Θεόν, ν’ απορρίψει την Εκκλησίαν, ν’ απορρίψει οτιδήποτε· δεν τον δεσμεύει. Το ότι βαπτίζεται ούτε το μυαλόν του αλλάζει ούτε τίποτα. Η ελευθερία του παραμένει η ίδια. 
(δεν ακούγεται η ερώτηση).
(Απάντηση): Ποιος; Δεν ακούω καλά. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Έχει το δικαίωμα να το αρνηθεί, όπως μπορεί να αρνηθεί την γλώσσαν του. Μαθαίνει ελληνικά, ύστερα μπορεί ν’ αποφασίσει να μάθει εγγλέζικα, μαθαίνει εγγλέζικα. Τώρα αν έχουν παράπονο οι ιερείς είναι άλλη υπόθεση, δεν έχει σχέση αυτό.
Ναι. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Ναι, δηλαδή επειδή τον βάπτισαν μετά έγινε καλός; Δεν κατάλαβα δηλαδή. Κοίταξε να δεις, το ότι όποιος έρχεται, κοίταξε παιδί μου, να δεις κάτι· και το ότι γεννήθηκεν στην Κύπρο ήταν Κύπριος, και τι έγινεν μ’ αυτό; (δεν ακούγεται ο αντίλογος). Ε, ναι, ωραία, αλλά και τι φταίει, η Εκκλησία τι φταίει σ’ αυτό, δεν μπορώ να καταλάβω. (δεν ακούγεται ο αντίλογος). Όχι δεν κατάλαβα τίποτα. Τι φοιτήτρια είσαι παιδί μου εσύ; Στα κομπιούτερ φαίνεται. Εγώ δεν ξέρω, πρέπει να μου τα λέτε πιο, πιο ξεκάθαρα γιατί δεν ξέρω. (δεν ακούγεται ο αντίλογος) Παίρνει μια ταυτότητα, είπες. Ε, ωραία, εντάξει. Πάντως κοιτάξετε, το γεγονός είναι το εξής: ότι το Βάπτισμα και η Εκκλησία συνολικά δεν δεσμεύει ουδέποτε κανέναν άνθρωπον, έτσι; Ο καθένας είναι ελεύθερος, ανά πάσα στιγμή, να διερμηνεύσει, να ερευνήσει, ν’ απορρίψει, να διαλέξει, να κάνει ο,τιδήποτε θέλει, ό,τι θέλει. 
Ναι, Γιάννη μου (δεν ακούγεται η ερώτηση), ναι, το λέει για το Βάπτισμα αυτό. Και το Βάπτισμα, παιδί μου, αν δεν ενεργοποιηθεί διά του αγώνος του προσωπικού είναι ανενέργητο, είναι νεκρό. Εάν δεν αγωνιστείς, εάν δεν αγωνιστούμε όλοι μας, δηλαδή ο καθένας, τι κι αν λάβαμε Βάπτισμα; Είναι σαν να έχεις, πώς να πούμε, σαν να έχεις σπόρους, οι οποίοι δεν καλλιεργήθηκαν, παρέμειναν εκεί.
Το παιδί που είναι στο βάθος. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Συγγνώμη, παιδί μου, λίγο πιο δυνατά, κι εγώ δεν ακούω. Ε, ασφαλώς, αλίμονο. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Δεν γνωρίζω γι’ αυτό, παιδί μου, που λες, αλλά εγώ ξέρω το εξής πράγμα, οποιαδήποτε Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίσει οιονδήποτε Άγιον, αυτός είναι Άγιος που ανήκει εις όλους τους Ορθοδόξους, είτε είναι Ρουμάνος, είτε είναι Ρώσος, είτε είναι Τούρκος, ό,τι θέλει ας είναι. Έχουμε Τούρκους αγίους, έχουμε Άγιον Άχμετ, ξέρετε. Έχουμε και χότζαν Άγιον, έχουμε Άγιος Χότζας. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Μα παιδί μου, κοίταξε να δεις, ας σου απαντήσω. (δεν ακούγεται η ερώτηση). Ναι, ναι, ναι. Δεν είναι θέμα εθνικότητας η Πίστις. Το Ευαγγέλιον είναι υπεράνω εθνικοτήτων. Δεν έχει σημασία. Ένας Ορθόδοξος Ρώσος, ένας Ορθόδοξος Τούρκος, ένας Ορθόδοξος Έλληνας, είναι Ορθόξοι, τέκνα της Εκκλησίας του Χριστού, πέραν των εθνικοτήτων. Τώρα, ένας Ορθόδοξος Έλληνας κι ένας Λατίνος Έλληνας δεν έχουν ουδεμίαν σχέσιν. Περισσότερη σχέση έχω μ’ έναν Ορθόδοξον Τούρκον παρά μ’ έναν Φράγκον Έλληνα, κατάλαβες; Παρά μ’ έναν Παπικόν Έλληνα, πώς το λεν; (δεν ακούγεται η ερώτηση). Μα, άγιασε πού; Στους Καθολικούς; (δεν ακούγεται η ερώτηση) Ναι, μα για ν’ αναγνωριστεί, παιδί μου, άγιος υπάρχουν προϋποθέσεις· σημαίνει ότι η ζωή του ήταν αγία, η πίστις του ήταν Ορθόδοξος και επετέλεσε θαύματα και μετά τον θάνατόν του. Υπάρχουν προϋποθέσεις. Δεν είναι, δεν κάθονται οι Επίσκοποι και σκέφτονται ποιον να βγάλουν άγιο. Υπάρχουν δείγματα, υπάρχουν σημεία, υπάρχουν στοιχεία, δεν είναι έτσι που γίνεται κάποιος άγιος. Βασικά η Εκκλησία δεν αναγνωρίζει αγίους, απλώς η Εκκλησία (κόβεται η ηχογράφηση)...

(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία Μητροπολίτου Λεμεσού κ. Αθανασίου, που έγινε στο Πανεπιστήμιο Κύπρου)

via

Pages