Δε μένουμε όπου δε μας θέλουν - Point of view

Εν τάχει

Δε μένουμε όπου δε μας θέλουν



Δεν υπάρχει νομίζω άνθρωπος που να μη θέλει να ζει και να χαίρεται μέσα σε καλές σχέσεις.



Σχέσεις οικογενειακές, φιλίες, ερωτικούς δεσμούς, συνεργασίες, συνοδοιπορίες και όλων των ειδών τα πάρε δώσε. Δεν αρκεί όμως να οδηγείς εσύ προσεχτικά και σωστά το αμάξι σου για να φτάσεις στον προορισμό σου, πρέπει να μη σου έρθει ο άλλος κόντρα καταπάνω σου από την απέναντι λωρίδα του δρόμου.


Κάποιοι στο πίσω μέρος του κεφαλιού σκέφτονται: Καλύτερα χωρίς σχέση παρά με κακή σχέση. Και άλλοι σκέφτονται: Καλύτερα σε κακή σχέση παρά χωρίς σχέση…


Υπάρχει όμως μια ακλόνητη, ισχυρή αντίσταση της ψυχοπνευματικής ισορροπίας σε ό,τι αποφασίζουμε για τη ζωή μας: η μοναξιά αρνείται σθεναρά να γιατρευτεί μέσα σε κακές σχέσεις. Αντιθέτως αυξάνεται, αρρωσταίνει χειρότερα. Επιπλέον σβήνει η ελπίδα τού «ίσως αύριο»… Είσαι εγκλωβισμένος και αισθάνεσαι παράλυτος.
Σχέση δίχως επικοινωνία είναι η πιο σκληρή φυλακή. Οδηγεί και σε κάτι παραπέρα, άσχημο, στενάχωρο και αγχογόνο: Σε υποβιβάζει στα ίδια τα μάτια σου, λιγοστεύει και εξαφανίζει με τον καιρό την αυτοεκτίμηση. Δίχως αυτοεκτίμηση, δεν έχεις αυτοπεποίθηση, και δίχως αυτοπεποίθηση καταντάς όλο και περισσότερο σκλάβος. Οι άλλοι, χρησιμοποιούν τους σκλάβους τους, βολεύονται ευχαρίστως, αλλά δεν τους σέβονται, δεν τους εκτιμούν, οι βολικοί δούλοι τούς εκνευρίζουν.






Τα παιδιά μας, ζώντας και μεγαλώνοντας μέσα σε τέτοια ασθενική, νοσηρή, δήθεν υπερευαίσθητη ατμόσφαιρα, μας θυμώνουν που δεν τους χαρίζουμε σθένος και τονωτικό παράδειγμα. Η δεδομένη ανασφάλεια τέτοιων γονεϊκών συμπεριφορών τούς μεταγγίζει ανασφάλεια για τις δικές τους περιπέτειες στο μέλλον. Τα παιδιά ζητούν από τους γονείς τους να τα στηρίζουν και να τα ξεφοβίζουν, να τα εμπνέουν στο σημαντικό. Να καλλιεργούν όραμα που κάνει τη ζωή και τον αγώνα να αξίζει, να ενθουσιάζει.


Για τούτο και τα μικρά παιδιά εξελίσσονται σε έφηβους τόσο αυστηρούς με τους γονείς τους, σκληρούς, επικριτικούς, απόλυτους και οργισμένους.


Κακά τα ψέματα! Οι αγάπες αξιώνουν θαυμασμό. Και όταν λέμε θαυμασμό, δεν εννοούμε κοινωνικές επιτυχίες ή καθαυτό πλούτη, αλλά το δέος που μας προξενούν οι ελεύθερες ψυχές, οι τονωτικές, οι έντιμες.


Ο έντιμος ούτε εξαγοράζει ούτε εξαγοράζεται, δεν κολακεύεται ούτε κολακεύει. Έχει λεβεντιά. Είναι ευαίσθητος απέναντι στο ερώτημα: «Με θέλουν εδώ ή δε με θέλουν;»






Κανείς να μη μένει εκεί όπου δεν τον θέλουν. Είναι μεγάλο ρεζιλίκι να κάνεις ότι δεν το καταλαβαίνεις, να λες πως ψιχαλίζει όταν σε φτύνουν. Ούτε σε έρωτες, ούτε σε γάμους, ούτε καν κοντά στα παιδιά του δεν επιτρέπεται να μένει κανείς όταν δεν είναι ευπρόσδεκτος. Μόνο αν φύγει θα έχει ελπίδα να τον ξαναπροσεγγίσουν, να τον καλέσουν να επιστρέψει, αν θέλει βέβαια ως τότε πάλι κι ο ίδιος.



Οι αποστάσεις σώζουν την υγεία και τη σχέση, επανεξετάζεις καταστάσεις και μετανοείς, διορθώνεσαι και ξεσκαρτάρεις. Με τέτοια εσωτερική έμπρακτη εργασία απομένει ατόφιο το αληθινό και πετιέται στα σκουπίδια το ψεύτικο. Αν μια σχέση είναι ψεύτικη, ας πεταχτεί, είναι λύτρωση! Αν είναι αληθινή, θα μάθει να διαχειρίζεται υγιώς την κατάστασή της. Ο καθαρός αέρας της απόστασης είναι διαυγής, αναζωογονητικός και διαφωτιστικός. Είναι ανοησία να φοβόμαστε να ξεκολλήσουμε από όποιον λέμε πως αγαπάμε. Τον πρώτο καιρό που αποχωριζόμαστε μια κίβδηλη σχέση ή μια κίβδηλη συμπεριφορά, ο εθισμός της ανάγκης μάς κάνει να υποφέρουμε, θέλουν χρόνο όλων των ειδών και ποιοτήτων οι αποτοξινώσεις. Έπειτα όμως από ένα διάστημα, μόνο μια αλήθεια από εκείνη την κατάσταση επιζεί, οι ψευδοανάγκες και τα ψευδοαισθήματα εξανεμίζονται. Συχνά τότε αναρωτιέσαι: Μα γιατί άργησα τόσο να λυτρωθώ; Γιατί φοβόμουν να απομακρυνθώ από τη σκλαβιά μου; Όταν δε φαίνεσαι σε βλέπουν καλύτερα, και όταν σιωπάς ακούγεσαι.


Η απόσταση που απαιτείται να πάρεις δε σημαίνει απουσία αγάπης, ούτε διακοπή σχέσης, αντιθέτως. Όσοι όντως αγαπούν είναι πολύ ευαίσθητοι στο να μη φορτώνονται, να μην πιέζουν, να μην ενοχλούν τους αγαπημένους. Η ανθρωπιά σου και η ποιότητά σου εξαρτώνται εν πολλοίς από το τι κάνεις με τη μοναξιά σου. Πώς τη ζεις, πώς τη διαχειρίζεσαι. Όταν δηλαδή χρειαστεί να την ακολουθήσεις, όταν, μένοντας μόνος, διασώζεις τον αυτοσεβασμό σου.





Γλείφω ή γλύφω;*





Η σχέση σου με τη μοναξιά καθορίζει την ποιότητα των σχέσεων με τους άλλους. Εννοούμε με άλλους με τους οποίους δε «σκοτώνεις την ώρα σου», αλλά «ζεις την ώρα σου». Δεν περνάς τον καιρό σου, αλλά τον γεμίζεις.


Η ώρα μου! Ο καιρός μου! Τι ωραίες λέξεις, τι νόημα!


Τελικά κακώς ονομάζουμε μοναξιά τη μοναξιά. Έτσι όπως το λέμε, η μοναξιά μοιάζει με εσωτερική ερήμωση, με την ανυδρία τού έσω μη κόσμου, με το κενό. Με το αδειανό μη σύμπαν και την άπνοια της πλήξης και της ανίας. Δεν είναι όμως! Είναι απαραίτητο να διαχωρίζουμε μοναξιά από ερήμωση.


Η πρώτη είναι η αναγκαία προϋπόθεση κάθε αυτογνωσίας, κάθε γνώσης, κάθε ανεξαρτησίας, κάθε ωρίμανσης, και εξέλιξης, και ενδυνάμωσης, κάθε κοινωνίας. Μοναξιά είναι το σημείο συνάντησης με τον χαρακτήρα μας και με το θείο. Ο τόπος του ραντεβού μας. Όλοι αξίζουμε τη μοναξιά, αξίζει να μένουν και μόνοι, διότι εκεί πιέζει και παίρνει φόρα η φτέρνα του δρομέα. Μόνοι λοιπόν, για ένα διάστημα, κάποιες ώρες της μέρας, αναγκαστικά της νύχτας, κάποιες μεγάλες εποχές της ζωής, κάποιες ζωές. Εκεί εκκολάπτεται η μάθηση, η αφομοίωση, ο απολογισμός και ο σχεδιασμός, η ενίσχυση.



Τον φτύνουν και νομίζει ότι βρέχει


Το συγκλονιστικό βίντεο για «shurt shaging» δείχνει έναν επιθετικό άνθρωπο να εκσφενδονίζει την σεξιστική καταχρηστική του συμπεριφορά σε μια κυρία για την επιλογή της ενδυμασίας της - και κανείς δεν παρεμβαίνει


Αντιπαράθεση πραγματοποιείται μεταξύ του άντρα και της κυρίας στην κεντρική πλατεία.

Ο σεξιστικός άνθρωπος καλεί την κυρία «τσούλα» και την ρωτάει γιατί είναι ντυμένη έτσι.

Η γυναίκα υπερασπίζεται τον εαυτό της και αναζητά βοήθεια, αλλά οι άνθρωποι απλά παρακολουθούν τη λογομαχία.

Ένας τρίτος ηθοποιός εμφανίζεται προς υπεράσπιση της γυναίκας ζητώντας εξηγήσεις.

Και τότε, από το πουθενά, μια τυχαία περαστική αναλαμβάνει να τερματίσει το σκηνικό, χτυπώντας τον σεξιστή στο κεφάλι με ένα μπουκάλι.

*Γλείφω ή γλύφω;

Και τα δύο είναι σωστά, καθώς είναι δύο διαφορετικές λέξεις. Είναι ομόηχες αλλά με διαφορετική ετυμολογία και σημασία. Γλείφω το παγωτό, "λείχω" στα αρχαία (εξού και τα: γλειφιτζούρι, γλείψιμο, γλείφτης) και γλύφω την πέτρα, δηλαδή την σκαλίζω (εξού και τα: γλύπτης, γλυφίδα, οδοντογλυφίδα). Αρκετοί, όμως, αγνοούν τη λέξη "γλύφω" και τη θεωρούν λάθος έχοντας στο μυαλό τους μόνο τη λέξη "γλείφω". Γλωσσικά μπερδέματα!




~ Απόσπασμα από το βιβλίο
«Σιωπάς για να ακούγεσαι»
της Μάρως Βαμβουνάκη
εκδ. Ψυχογιός










Pages