Στην πραγματικότητα η επιστήμη και η θρησκεία εξελίσσονται με τα μέσα τους η κάθε μία, σε εδάφη που είναι ουσιωδώς διάφορα. Το να θέλει κανείς να αντιτάσσει την μία κατά της άλλης, αποδεικνύει απλώς ότι παραγνωρίζει και τις δύο. Ώστε δεν υπάρχει ανταγωνισμός. Ο ανταγωνισμός υπάρχει μόνο στη σκέψη των καλοθελητών, οι οποίοι αποβλέπουν σε αμφίβολους, σκοτεινούς και δόλιους σκοπούς.
Την ολέθρια σκοπιμότητα του τεχνητού αυτού θορύβου αναλύει πολύ ωραία ο καθηγητής του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασσαχουσέτης (ΗΠΑ) E. H. Hauser (Χάουζερ). «Η προσπάθεια για να επέλθει ρήξη μεταξύ επιστήμης και θρησκείας, και ιδιαιτέρως του Χριστιανισμού, προέρχεται – γράφει ο Hauser – από τον φόβο εκείνων, οι οποίοι υποστηρίζουν ολοκληρωτικά καθεστώτα». Φοβούνται μήπως ο Χριστιανισμός με την συνεργασία της επιστήμης «αποτελέσει μια υπεράνθρωπη καθολικής φύσεως παγκόσμια δύναμη, η οποία δεν θα ήταν δυνατόν να δαμαστεί από τις ορέξεις τους».
Και ενώ ο Λαβουαζιέ ζητούσε να αναβληθεί η εκτέλεσή του για λίγες μέρες, ώστε να τελειώσει την μελέτη του «Περί αναπνοής των ζώων», το δικαστήριο των άθεων του έδινε την απάντηση: «Η δημοκρατία δεν χρειάζεται πλέον επιστήμονες»! Οι άθεοι της Γαλλικής Επαναστάσεως έτρεμαν την συνεργασία πίστεως και επιστήμης. Ο φόβος αυτός τους έκανε να πολεμούν, στο πρόσωπο του Λαβουαζιέ, τις δύο δυνάμεις, οι οποίες διαμορφώνουν την ζωή μας.
Διότι ο Βαβύλωφ υποστήριζε – κατόπιν αντικειμενικών επιστημονικών παρατηρήσεων – την διευθυνόμενη εξέλιξη των ειδών, δηλαδή την τελεολογία στη φύση. Αλλά έτσι ερχόταν σε αντίθεση με τον υλισμό. Γι’ αυτό το άθεο κομμουνιστικό κράτος τον απομάκρυνε από την θέση του και τον εξόρισε στη Σιβηρία (υπάρχει η πεποίθηση ότι τον δολοφόνησαν). Η απιστία δεν μπορούσε να ανεχθεί την φωνή της γνήσιας επιστήμης, η οποία ήταν σύμφωνη με τις αλήθειες τη χριστιανικής πίστεως.
Η θεωρία όμως αυτή δεν ήταν αρεστή στον άθεο κομουνισμό. Γι’ αυτό ο Σοβιετικός τύπος την πολέμησε με σφοδρότητα. Ο πόλεμος εναντίον της κορυφώθηκε το 1949, όταν ένας αριθμός Ρώσων αστρονόμων, οι οποίοι συμφωνούσαν με τις ανωτέρω ιδέες των Δυτικών συναδέλφων τους, διώχτηκαν και εξορίστηκαν!
Η Σοβιετική Ακαδημία απέρριψε επισήμως την θεωρία της Σχετικότητας, καθώς επίσης και την «άποψη ενός πεπερασμένου, αλλά διαστελλόμενου Σύμπαντος, την οποίαν οι Δυτικοί αστρονόμοι θεωρούν ως μία συνέπεια της θεωρίας της Σχετικότητας». Η θεωρία της Σχετικότητας είχε αποκηρυχθεί στη Ρωσία επί ένα τέταρτο του αιώνα. Κατόπιν όμως αποκαταστάθηκε, γιατί αποφασίστηκε επισήμως… ότι «στο κάτω – κάτω» δεν αντιφάσκει προς τον Μαρξισμό!… Οι σοβιετικοί αναγκάστηκαν από τα πράγματα να αναγνωρίσουν την ορθότητα των θεωριών του Αϊνστάιν και του Μαξ Πλανκ.
Γι’ αυτό η Ρωσική Ακαδημία των Επιστημών απέρριψε, όπως αναφέραμε προηγουμένως, την θεωρία της Σχετικότητας, όπως επίσης και την θεωρία των Κβάντα και τις θεωρίες των Μπορ και Χάιζενμπεργκ, τους οποίους χαρακτήρισαν ως… «σκοταδιστές, εχθρούς της μαθήσεως και της επιστήμης ή μεταφυσικούς της μπουρζουαζίας» (bourgeois metaphysicians)!
Οι θεωρίες τους απορρίφθηκαν, γιατί έθεταν σε αμφισβήτηση την άποψη του μαρξισμού ότι η ύλη κατέχει στο σύμπαν τα πρωτεία. Οι θεωρίες αυτές χαρακτηρίστηκαν «μπουρζουάδικος μεταφυσικός ιδεαλισμός». Παραλλήλως οι μεταφράσεις στη Ρωσική των φιλοσοφικών εργασιών των ανωτέρω επιστημόνων, όπως και των εργασιών του Έντιγκτον ( Eddington), απαγορεύτηκαν. Οι Ρώσοι επιστήμονες, οι οποίοι δέχτηκαν τις θεωρίες αυτές, πολεμήθηκαν.
Γι’ αυτό ο 20ος αιώνας θα πρέπει ν’ αρνηθεί και την αρχή του ιντετερμινισμού (αυταρχίας) στη Φυσική, την ειδική θεωρία της Σχετικότητας, την θεωρία των Κβάντα και τέλος τη γνήσια τάση της σύγχρονης επιστήμης. Ο μαρξισμός είναι σήμερα επιστημονικός αν αντιστρατεύεται τον Χάιζενμπεργκ, τον Μπορ, τον Αϊζενστάιν και τους μεγαλύτερους σοφούς τους εποχής».
Γιατί οι ιδέες του επιστήμονα Mendel, ο οποίος ήταν ιερέας, και οι νόμοι τους οποίους διετύπωσε, έσειαν τα θεμέλια του οικοδομήματος του Δαρβινισμού. Επιπλέον δε, συμφωνούσαν με σχέδιο δημιουργίας της ζώσας ύλης. Έτσι όμως ενίσχυαν το θρησκευτικό συναίσθημα και υποστήριζαν, ότι δημιουργός της ζωής είναι ο Θεός.
Στον λαό της Ρωσίας υπενθυμιζόταν, ότι ο Λένιν είχε ανησυχήσει πολύ από παρόμοιες επιστημονικές εξελίξεις, οι οποίες παρατηρήθηκαν στην εποχή του. Έλεγαν στον λαό: Ο Λένιν στα έργα του «τονίζει με πολλή αγανάκτηση ότι οι ιδεαλιστικές τάσεις στη φιλοσοφία της επιστήμης, που παρατηρούνταν την πρώτη δεκαετία του παρόντος αιώνα, συνοδεύονταν από μία επανεμφάνιση του θεϊσμού που ήταν ολότελα ασυμβίβαστος με τον …μαρξισμό».
Ο Λένιν θεωρούσε τον θεϊσμό ως «μια ιδιαίτερα ολέθρια μορφή της μεταφυσικής, διότι συνεπάγεται όχι μόνο την αποδοχή ιδεών ξένων προς τον διαλεκτικό υλισμό, αλλά εισχωρεί και στις σφαίρες της ηθικής και της κοινωνικής συμπεριφοράς. Αργότερα οι Σοβιετικοί, όπως υποχρεώθηκαν να αποδεχθούν τις θεωρίες των Αϊνστάιν και Πλανκ, έτσι υποχρεώθηκαν να αναγνωρίσουν και την ορθότητα των γενετικών θεωριών των Mendel και Morgan.
Οι εχθροί της επιστήμης αρπάζουν αυθαίρετα την σημαία της επιστήμης και παρουσιάζουν την επιστήμη ως σύμμαχο την ιδεολογικών τους αρχών.
Οι αντίπαλοί μου ας διακηρύσσουν ό,τι θέλουν για να υποστηρίξουν τις φιλοσοφικές ή πολιτικές τους αρχές. «Κι αν με προκαλούσαν θα πρόσθετα: Τόσο το χειρότερο για κείνους των οποίων οι αρχές, οι θεωρίες και τα συστήματά τους δεν συμφωνούν με την αλήθεια των φυσικών γεγονότων! (…). Και με την ίδια ανεξαρτησία της γνώμης μου προσθέτω: Τόσο το χειρότερο για εκείνους, που οι φιλοσοφικές ή οι πολιτικές τους αρχές παρεμποδίζονται απ’ τις έρευνές μου και τις μελέτες μου».
Γι’ αυτό ακριβώς πρέσβευε, ότι «η επιστήμη δεν πρέπει ν’ ανησυχεί καθόλου, για τις φιλοσοφικές συνέπειες των εργασιών της. Γιατί αυτές δεν είναι δυνατόν να έρθουν σε αντίθεση με την αλήθεια, την οποία μας αποκάλυψε ο Δημιουργός Θεός.