Λουτσιάνο Κάνφορα: Ο νους μου πάει κυρίως σε μακροσκοπικά και ταυτόχρονα διδακτικά φαινόμενα. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εκλέγεται (έστω από μια μειοψηφία όσων έχουν δικαίωμα ψήφου, δεδομένης της πελώριας αποχής του αμερικανικού εκλογικού σώματος), αλλά τις θεμελιώδεις αποφάσεις τις παίρνουν άλλοι. Τις παίρνουν δυνάμεις καθοριστικές που κινούνται στο παρασκήνιο και που μπορούν στο βάθος να περιφρονούν τους εκλογικούς τύπους. Προκειμένου να υπηρετηθούν οι σκοποί της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεμονίας είναι αναγκαία μια προκλητική και παράνομη ηλεκτρονική κατασκοπία; Ο πρόεδρος ίσως να αγνοεί ακόμα και την ύπαρξή της, αλλά αυτή πραγματοποιείται χωρίς αναστολές από εκείνους που κατέχουν την εξουσία, ακόμα και με τίμημα σοβαρές κρίσεις με τους Ευρωπαίους συμμάχους καθώς και με τους Ρώσους ή Κινέζους ανταγωνιστές. Ο πρόεδρος διακηρύσσει δημόσια την αντίθεσή του στο ανθηρό και ελεύθερο εμπόριο των όπλων, τα αποτελέσματα του οποίου είναι τρομερά; Το ισχυρότατο λόμπι των παραγωγών όπλων παραλύει όμως κάθε σχετική απόφαση. Αυτή είναι η ουσία της μεγάλης αμερικανικής πραγματικότητας και αυτό είναι το μοντέλο που σταδιακά επικρατεί παντού. Ο Μίχελς είχε συλλάβει ένα «νόμο», αλλά η πραγματικότητα που αυτός μελέτησε ήταν μικρό πράγμα σε σχέση με τη σκληρή και ανησυχητική πραγματικότητα που έχουμε μπροστά στα μάτια μας. Η ανάλυση του Μίχελς και των δασκάλων του, των θεωρητικών των ελίτ, αναφερόταν σε πολιτικούς σχηματισμούς του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, όπως τα πολιτικά κόμματα ή γενικότερα η πολιτική τάξη. Το πρόβλημα είναι ότι η πολιτική τάξη έχει υποκατασταθεί στον ρόλο της, παρ’ όλο που παραμένει στη θέση της, από δυνάμεις με πολύ μεγαλύτερο βάρος και ισχύ, οι οποίες διαφεύγουν ολικά από το εκλογικό «παιχνίδι» ή από τον λαϊκό έλεγχο. Αυτές είναι οι νέες ολιγαρχίες. Πριν προσπαθήσουμε να τις καταπολεμήσουμε, χρειάζεται να κατορθώσουμε να φανερώσουμε τον χαρακτήρα τους και την κυριαρχία τους. Θα θέλαμε έναν νέο Μαρξ, ικανό να μελετήσει τη χρηματοοικονομική εξουσία του παρόντος και του επερχόμενου μέλλοντος.
Λουτσιάνο Κάνφορα: Ο νους μου πάει κυρίως σε μακροσκοπικά και ταυτόχρονα διδακτικά φαινόμενα. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εκλέγεται (έστω από μια μειοψηφία όσων έχουν δικαίωμα ψήφου, δεδομένης της πελώριας αποχής του αμερικανικού εκλογικού σώματος), αλλά τις θεμελιώδεις αποφάσεις τις παίρνουν άλλοι. Τις παίρνουν δυνάμεις καθοριστικές που κινούνται στο παρασκήνιο και που μπορούν στο βάθος να περιφρονούν τους εκλογικούς τύπους. Προκειμένου να υπηρετηθούν οι σκοποί της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεμονίας είναι αναγκαία μια προκλητική και παράνομη ηλεκτρονική κατασκοπία; Ο πρόεδρος ίσως να αγνοεί ακόμα και την ύπαρξή της, αλλά αυτή πραγματοποιείται χωρίς αναστολές από εκείνους που κατέχουν την εξουσία, ακόμα και με τίμημα σοβαρές κρίσεις με τους Ευρωπαίους συμμάχους καθώς και με τους Ρώσους ή Κινέζους ανταγωνιστές. Ο πρόεδρος διακηρύσσει δημόσια την αντίθεσή του στο ανθηρό και ελεύθερο εμπόριο των όπλων, τα αποτελέσματα του οποίου είναι τρομερά; Το ισχυρότατο λόμπι των παραγωγών όπλων παραλύει όμως κάθε σχετική απόφαση. Αυτή είναι η ουσία της μεγάλης αμερικανικής πραγματικότητας και αυτό είναι το μοντέλο που σταδιακά επικρατεί παντού. Ο Μίχελς είχε συλλάβει ένα «νόμο», αλλά η πραγματικότητα που αυτός μελέτησε ήταν μικρό πράγμα σε σχέση με τη σκληρή και ανησυχητική πραγματικότητα που έχουμε μπροστά στα μάτια μας. Η ανάλυση του Μίχελς και των δασκάλων του, των θεωρητικών των ελίτ, αναφερόταν σε πολιτικούς σχηματισμούς του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, όπως τα πολιτικά κόμματα ή γενικότερα η πολιτική τάξη. Το πρόβλημα είναι ότι η πολιτική τάξη έχει υποκατασταθεί στον ρόλο της, παρ’ όλο που παραμένει στη θέση της, από δυνάμεις με πολύ μεγαλύτερο βάρος και ισχύ, οι οποίες διαφεύγουν ολικά από το εκλογικό «παιχνίδι» ή από τον λαϊκό έλεγχο. Αυτές είναι οι νέες ολιγαρχίες. Πριν προσπαθήσουμε να τις καταπολεμήσουμε, χρειάζεται να κατορθώσουμε να φανερώσουμε τον χαρακτήρα τους και την κυριαρχία τους. Θα θέλαμε έναν νέο Μαρξ, ικανό να μελετήσει τη χρηματοοικονομική εξουσία του παρόντος και του επερχόμενου μέλλοντος.