Πόλη της Χίου (Αγ. Λουκάς Λειβαδίων)
Α. Εμπροσθότυπος: Σφίγγα
Β. Οπισθότυπος: Αμφορέας με επιγραφή «ΧΙΟΣ» και επώνυμος άρχων Αθηνικών 190 – 84 π.Χ.
Πόλη της Χίου (Αγ. Ιωάννης Θεολόγος)- Οικ. Βασιλείου
– Γιατί, παππού, άλλα νομίσματα είναι μικρά κι άλλα πιο μεγάλα;
– Γιατί όλα τα νομίσματα δεν είχαν την ίδια αξία. Είναι όπως στις μέρες μας. Μ’ ένα κατοστάρικο παίρνεις τσίχλες, μα για να πάρεις παγωτό χρειάζονται δυο-τρία τουλάχιστον!
– Ποια κατοστάρικα, βρε παππού; Ευρώ, ευρώ έχουμε τώρα!
– Σωστά! Ευρώ. Βλέπεις τώρα με τη Νομισματική Ένωση της Ευρώπης υπάρχει ένα ενιαίο νόμισμα.
– Πολύ έξυπνοι οι Ευρωπαίοι, ε, παππού, που πρώτοι σκέφτηκαν κάτι τέτοιο; Που να παιδευόμαστε τώρα να μαθαίνουμε το νόμισμα κάθε χώρας και να μπερδεύουμε τις λίρες με τις πεσέτες…
336 – 323 π.Χ.
Χρονολογία κοπής 320 π.Χ.
Νομισματικό μουσείο Αθηνών – Ιλίου Μέλαθρον
– Κι υπήρχαν από πολύ παλιά νομίσματα, παππούκο; Από τότε που υπήρχαν και οι άνθρωποι στη γη;
– Όχι, όχι, μικρέ μου, τα νομίσματα εφευρέθηκαν πολύ αργότερα. Την εποχή που οι άνθρωποι ζούσαν από τη γεωργία και την κτηνοτροφία δεν υπήρχαν νομίσματα. Αν χρειαζόντουσαν κάποιο προϊόν, που δεν το παρήγαγαν ή αν ήθελαν να αποκτήσουν κάποιο αντικείμενο απαραίτητο για τις καθημερινές τους ασχολίες, το ντύσιμο και τον καλλωπισμό τους ή το στόλισμα των σπιτιών τους, έκαναν ανταλλαγές μεταξύ τους. Όπως ακριβώς κάνεις εσύ με το φίλο σου το Νικόλα! Αρχικά μάλιστα η αξία των διαφόρων αντικειμένων υπολογιζόταν όχι με χρήματα, αλλά με βόδια! Με βόδια πλήρωναν τα πρόστιμα για διάφορες παραβάσεις και βόδια έδιναν για προίκα οι πατεράδες στις κόρες τους. Πολλές εκατοντάδες χρόνια αργότερα στη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο χρησιμοποίησαν τα μέταλλα, που άλλοτε ως κομμάτια χωρίς μορφή κι άλλοτε με τη μορφή ράβδων, δακτυλίων, τριπόδων ή πελέκεων, τσεκουριών δηλαδή, χρησίμευαν για πληρωμές και εμπορικές συναλλαγές. Τα πρώτα νομίσματα εμφανίσθηκαν περίπου 600 χρόνια πριν τη γέννηση του Χριστού, δηλαδή πάνω από 2600 χρόνια πριν από σήμερα. Στην Ελλάδα τα πρώτα νομίσματα κόπηκαν στην Αίγινα, ένα μικρό νησί κοντά στην Αθήνα. Να, σαν κι αυτό που υπάρχει στο Μουσείο μας με τη χελώνα στη μια του όψη.
– Μαμά, σήμερα είναι σπουδαία μέρα. Θα πάμε με τον παππού στην πόλη. Εκείνος ο γνωστός του αρχαιολόγος, που δουλεύει στο Μουσείο, του είπε πως, αν θέλουμε, μπορούμε να πάμε μαζί του στην ανασκαφή. Βρήκαν ένα αρχαίο σπίτι σ’ ένα οικόπεδο, που οι σύγχρονοι ιδιοκτήτες του σκόπευαν να χτίσουν το δικό τους σπίτι. Μόλις πήγε να σκάψει η μπουλντόζα, όπ! Εμφανίσθηκε ένας αρχαίος τοίχος κι έτσι σταμάτησε η εκσκαφή. Κι ύστερα βρέθηκε κι άλλος κι άλλος τοίχος κι ύστερα ένα αρχαίο δάπεδο, μέχρι που αποκαλύφθηκε ένα ολόκληρο αρχαίο σπίτι, μαμά! Και επειδή το έσωσαν από τα δόντια της μπουλντόζας, λέει ο παππούς, την ανασκαφή την είπαν σωστική.Άμα γυρίσω, θα στα πω όλα, μαμά, να τα μάθεις κι εσύ, όμως τώρα βιάζομαι πολύ! Κι έτρεξε να δει, αν ήταν έτοιμος ο παππούς του.
Νομισματικό μουσείο Αθηνών
– Μα πως; Μιλάνε τ’ αρχαία;
– Και βέβαια μιλάνε, όχι με ανθρώπινες φωνές, αλλά με τους δικούς τους κώδικες. Αυτά τα νομίσματα, που βρέθηκαν κρυμμένα σε τούτο το αγγείο, μας αφηγούνται μια παλιά και ξεχασμένη ιστορία. Φαίνεται πως ο ιδιοκτήτης τους τα έκρυψε εδώ βιαστικά, γιατί κάποιο ξαφνικό γεγονός συνέβη. Ίσως ένας πόλεμος, μια επιδρομή ή ένας σεισμός. Σκόπευε σίγουρα να τα ξεθάψει, όταν τα πράγματα θα είχαν φτιάξει, όμως για κάποιον άγνωστο λόγο δεν επέστρεψε ποτέ να τα πάρει. Κι αυτά έμειναν αιώνες τώρα θαμμένα στη γη, για να τα βρούμε εμείς…
– Δηλαδή τόσους αιώνες μετά είμαστε οι πρώτοι, που τα βλέπουμε και τα αγγίζουμε;
– Ακριβώς, Παντελή, οι πρώτοι.
– Και πόσο παλιά είναι;
– Αυτό δεν μπορώ να στο πω αμέσως. Ξέρουμε μόνο από το σχήμα και τη διακόσμηση του αγγείου, όπου βρέθηκαν, ότι τα έκρυψαν εκεί τον πρώτο αιώνα πριν τη γέννηση του Χριστού. Τα νομίσματα αυτά τώρα θα μεταφερθούν στο Μουσείο. Εκεί ένας ειδικός συντηρητής θα καθαρίσει την επιφάνειά τους μέχρι να φανούν οι παραστάσεις τους. Τότε θα καταλάβουμε, πότε ακριβώς χρονολογούνται.
– Μόνο στα αρχαία σπίτια βρίσκετε νομίσματα, κύριε Σοφοκλή;
– Όχι, νομίσματα βρίσκουμε και σε άλλους χώρους, για παράδειγμα στους ναούς και τα ιερά. Τα πήγαιναν εκεί οι πιστοί ως προσφορά στο θεό, για να του ζητήσουν μια χάρη ή και ως πρόστιμο καμιά φορά, αν είχαν παραβιάσει κάποιον ιερό νόμο. Νομίσματα επίσης βρίσκουμε μέσα σετάφους.
Λευκή λήκυθος (450 π.Χ.)
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών
– Στην αρχαιότητα, Παντελή, οι άνθρωποι πίστευαν πως μετά το θάνατο οι ψυχές μεταφέρονται σε έναν άλλο κόσμο, που τον ονόμαζαν Άδη ήΚάτω Κόσμο. Για να φτάσει όμως κανείς εκεί, έπρεπε να περάσει ένα υπόγειο, βαθύ και μεγάλο ποτάμι, τον Αχέροντα. Στις όχθες του απ’ την πλευρά των ζωντανών, ήταν ένας βαρκάρης με τη βάρκα του – λένε πως ήταν ο ίδιος ο θεός Ερμής -, που περνούσε απέναντι τους νεκρούς, μόνο αν είχαν μαζί τα ναύλα τους, τα χρήματα δηλαδή για το εισιτήριό τους. Γι’ αυτό το λόγο οι συγγενείς των νεκρών φρόντιζαν πάντα να βάλουν στον τάφο και ένα νόμισμα, απαραίτητο για το τελευταίο ταξίδι του αγαπημένου τους προσώπου.
– Ναι. Ο θησαυρός αυτός χρονολογείται γύρω στα 100 π.Χ. Αλλά τον έκρυψαν λίγο αργότερα, ίσως το 86 π.Χ., όταν ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης κυρίευσε τη Χίο, γιατί οι Χιώτες ήταν φίλοι με τους Ρωμαίους και λεηλάτησε όλα τα δημόσια κτήρια και τις περιουσίες των κατοίκων, έκαψε τα πάντα και έκανε πολλούς απ’ τους κατοίκους του νησιού δούλους.
– Κύριε, Σοφοκλή, πως φτιάχνονται τα νομίσματα;
(περ. 600 – 500 π.Χ.)
(Ανασκαφή Νομισματοκοπείο αρχαίας Αγοράς Θεσσαλονίκης).