Απ. η' 1-13
Η έβδομη σφραγίδα και το χρυσό λιβανιστήρι | |
1 Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν ἑβδόμην, ἐγένετο σιγὴ ἐν τῷ οὐρανῷ ὡς ἡμιώριον. 2 Καὶ εἶδον τοὺς ἑπτὰ ἀγγέλους οἳ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἑστήκασι, καὶ ἐδόθησαν αὐτοῖς ἑπτὰ σάλπιγγες. 3 καὶ ἄλλος ἄγγελος ἦλθε καὶ ἐστάθη ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου ἔχων λιβανωτὸν χρυσοῦν, καὶ ἐδόθη αὐτῷ θυμιάματα πολλά, ἵνα δώσῃ ταῖς προσευχαῖς τῶν ἁγίων πάντων ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὸ χρυσοῦν τὸ ἐνώπιον τοῦ θρόνου. 4 καὶ ἀνέβη ὁ καπνὸς τῶν θυμιαμάτων ταῖς προσευχαῖς τῶν ἁγίων ἐκ χειρὸς τοῦ ἀγγέλου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. 5 καὶ εἴληφεν ὁ ἄγγελος τὸν λιβανωτὸν καὶ ἐγέμισεν αὐτὸν ἐκ τοῦ πυρὸς τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἔβαλεν εἰς τὴν γῆν. καὶ ἐγένοντο βρονταὶ καὶ φωναὶ καὶ ἀστραπαὶ καὶ σεισμός. | 1 Και όταν άνοιξε τη σφραγίδα την έβδομη, έγινε σιγή στον ουρανό περίπου μισή ώρα. 2 Και είδα τους εφτά αγγέλους που μπροστά στο Θεό έχουν σταθεί, και τους δόθηκαν εφτά σάλπιγγες. 3 Και άλλος άγγελος ήρθε και στάθηκε δίπλα στο θυσιαστήριο, έχοντας λιβανιστήρι χρυσό, και του δόθηκαν θυμιάματα πολλά, για να τα προσφέρει με τις προσευχές όλων των αγίων πάνω στο θυσιαστήριο το χρυσό που είναι μπροστά στο θρόνο. 4 Και ανέβηκε ο καπνός των θυμιαμάτων με τις προσευχές των αγίων από το χέρι του αγγέλου μπροστά στο Θεό. 5 Και έχει λάβει ο άγγελος το λιβανιστήρι και το γέμισε από τη φωτιά του θυσιαστηρίου και την έριξε στη γη. Και έγιναν βροντές και φωνές και αστραπές και σεισμός. |
Οι σάλπιγγες | |
6 Καὶ οἱ ἑπτὰ ἄγγελοι οἱ ἔχοντες τὰς ἑπτὰ σάλπιγγας ἡτοίμασαν ἑαυτοὺς ἵνα σαλπίσωσι. 7 Καὶ ὁ πρῶτος ἐσάλπισε, καὶ ἐγένετο χάλαζα καὶ πῦρ μεμιγμένα ἐν αἵματι, καὶ ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν· καὶ τὸ τρίτον τῆς γῆς κατεκάη, καὶ τὸ τρίτον τῶν δένδρων κατεκάη, καὶ πᾶς χόρτος χλωρὸς κατεκάη. 8 Καὶ ὁ δεύτερος ἄγγελος ἐσάλπισε, καὶ ὡς ὄρος μέγα πυρὶ καιόμενον ἐβλήθη εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἐγένετο τὸ τρίτον τῆς θαλάσσης αἷμα, 9 καὶ ἀπέθανε τὸ τρίτον τῶν κτισμάτων τῶν ἐν τῇ θαλάσσῃ, τὰ ἔχοντα ψυχάς, καὶ τὸ τρίτον τῶν πλοίων διεφθάρη. 10 Καὶ ὁ τρίτος ἄγγελος ἐσάλπισε, καὶ ἔπεσεν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀστὴρ μέγας καιόμενος ὡς λαμπάς, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ τὸ τρίτον τῶν ποταμῶν καὶ ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων. 11 καὶ τὸ ὄνομα τοῦ ἀστέρος λέγεται ὁ ῎Αψινθος. καὶ ἐγένετο τὸ τρίτον τῶν ὑδάτων εἰς ἄψινθον, καὶ πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων ἀπέθανον ἐκ τῶν ὑδάτων, ὅτι ἐπικράνθησαν. 12 Καὶ ὁ τέταρτος ἄγγελος ἐσάλπισε, καὶ ἐπλήγη τὸ τρίτον τοῦ ἡλίου καὶ τὸ τρίτον τῆς σελήνης καὶ τὸ τρίτον τῶν ἀστέρων, ἵνα σκοτισθῇ τὸ τρίτον αὐτῶν, καὶ τὸ τρίτον αὐτῆς μὴ φανῇ ἡ ἡμέρα, καὶ ἡ νὺξ ὁμοίως. 13 Καὶ εἶδον καὶ ἤκουσα ἑνὸς ἀετοῦ πετομένου ἐν μεσουρανήματι, λέγοντος φωνῇ μεγάλῃ· οὐαί, οὐαί, οὐαὶ τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς ἐκ τῶν λοιπῶν φωνῶν τῆς σάλπιγγος τῶν τριῶν ἀγγέλων τῶν μελλόντων σαλπίζειν. | 6 Και οι εφτά άγγελοι, που έχουν τις εφτά σάλπιγγες, ετοιμάστηκαν για να σαλπίσουν. 7 Και ο πρώτος σάλπισε: και έγινε χαλάζι και φωτιά ανακατεμένα με αίμα και ρίχτηκαν στη γη. Και το ένα τρίτο της γης κατακάηκε και το ένα τρίτο των δέντρων κατακάηκε και κάθε χλωρό χορτάρι κατακάηκε. 8 Και ο δεύτερος άγγελος σάλπισε: και κάτι σαν όρος μεγάλο που καίγεται με φωτιά ρίχτηκε στη θάλασσα. Και έγινε το ένα τρίτο της θάλασσας αίμα 9 και πέθανε το ένα τρίτο των κτισμάτων που είναι μέσα στη θάλασσα και έχουν ψυχές και το ένα τρίτο των πλοίων καταστράφηκαν. 10 Και ο τρίτος άγγελος σάλπισε: και έπεσε από τον ουρανό ένας αστέρας μεγάλος που καίγεται σαν λαμπάδα και έπεσε πάνω στο ένα τρίτο των ποταμών και πάνω στις πηγές των νερών. 11 Και το όνομα του αστέρα λέγεται ο Άψινθος. Και έγινε το ένα τρίτο των νερών αψίνθιο και πολλοί από τους ανθρώπους πέθαναν από τα νερά, γιατί πικράθηκαν. 12 Και ο τέταρτος άγγελος σάλπισε: και χτυπήθηκε το ένα τρίτο του ήλιου και το ένα τρίτο της σελήνης και το ένα τρίτο των αστέρων, ώστε να σκοτεινιάσει το ένα τρίτο αυτών και η ημέρα να μη φέξει στο ένα τρίτο της και η νύχτα ομοίως. 13 Και είδα, και άκουσα έναν αετό να πετάει στα μεσούρανα, λέγοντας με φωνή μεγάλη: Ουαί, ουαί, ουαί σ’ αυτούς που κατοικούν πάνω στη γη από τις υπόλοιπες φωνές της σάλπιγγας των τριών αγγέλων που μέλλουν να σαλπίζουν». |