Απ. ιθ' 1-21
1 Μετὰ ταῦτα ἤκουσα ὡς φωνὴν μεγάλην ὄχλου πολλοῦ ἐν τῷ οὐρανῷ λεγόντων· ἀλληλούϊα· ἡ σωτηρία καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, 2 ὅτι ἀληθιναὶ καὶ δίκαιαι αἱ κρίσεις αὐτοῦ· ὅτι ἔκρινε τὴν πόρνην τὴν μεγάλην, ἥτις διέφθειρε τὴν γῆν ἐν τῇ πορνείᾳ αὐτῆς, καὶ ἐξεδίκησε τὸ αἷμα τῶν δούλων αὐτοῦ ἐκ χειρὸς αὐτῆς. 3 καὶ δεύτερον εἴρηκαν· ἀλληλούϊα· καὶ ὁ καπνὸς αὐτῆς ἀναβαίνει εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. 4 καὶ ἔπεσαν οἱ εἴκοσι καὶ τέσσαρες πρεσβύτεροι καὶ τὰ τέσσαρα ζῶα καὶ προσεκύνησαν τῷ Θεῷ τῷ καθημένῳ ἐπὶ τῷ θρόνῳ λέγοντες· ἀμήν, ἀλληλούϊα. | 1 Μετά από αυτά άκουσα σαν φωνή μεγάλη από πλήθος πολύ στον ουρανό να λένε: «Αλληλούια. η σωτηρία και η δόξα και η δύναμη είναι του Θεού μας, 2 γιατί αληθινές και δίκαιες οι κρίσεις του. γιατί έκρινε την πόρνη τη μεγάλη που διέφθειρε τη γη με την πορνεία της, και εκδικήθηκε το αίμα των δούλων του που χύθηκε από το χέρι της». 3 Και για δεύτερη φορά έχουν πει: «Αλληλούια. και ο καπνός της ανεβαίνει στους αιώνες των αιώνων». 4 Και έπεσαν οι πρεσβύτεροι οι είκοσι τέσσερις και τα τέσσερα ζωντανά όντα και προσκύνησαν το Θεό που κάθεται πάνω στο θρόνο, λέγοντας: «Αμήν, Αλληλούια». |
Το γαμήλιο δείπνο του Αρνίου | |
5 καὶ φωνὴ ἀπὸ τοῦ θρόνου ἐξῆλθε λέγουσα· αἰνεῖτε τὸν Θεὸν ἡμῶν πάντες οἱ δοῦλοι αὐτοῦ καὶ οἱ φοβούμενοι αὐτόν, οἱ μικροὶ καὶ οἱ μεγάλοι. 6 Καὶ ἤκουσα ὡς φωνὴν ὄχλου πολλοῦ καὶ ὡς φωνὴν ὑδάτων πολλῶν καὶ ὡς φωνὴν βροντῶν ἰσχυρῶν, λεγόντων· ἀλληλούϊα· ὅτι ἐβασίλευσε Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ. 7 χαίρωμεν καὶ ἀγαλλιώμεθα καὶ δῶμεν τὴν δόξαν αὐτῷ, ὅτι ἦλθεν ὁ γάμος τοῦ ἀρνίου καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ ἡτοίμασεν ἑαυτήν. 8 καὶ ἐδόθη αὐτῇ ἵνα περιβάληται βύσσινον λαμπρὸν καθαρόν· τὸ γὰρ βύσσινον τὰ δικαιώματα τῶν ἁγίων ἐστί. 9 Καὶ λέγει μοι· γράψον, μακάριοι οἱ εἰς τὸ δεῖπνον τοῦ γάμου τοῦ ἀρνίου κεκλημένοι. καὶ λέγει μοι· οὗτοι οἱ λόγοι ἀληθινοὶ τοῦ Θεοῦ εἰσι. 10 Καὶ ἔπεσα ἔμπροσθεν τῶν ποδῶν αὐτοῦ προσκυνῆσαι αὐτῷ. καὶ λέγει μοι· ὅρα μή· σύνδουλός σού εἰμι καὶ τῶν ἀδελφῶν σου τῶν ἐχόντων τὴν μαρτυρίαν ᾿Ιησοῦ· τῷ Θεῷ προσκύνησον· ἡ γὰρ μαρτυρία τοῦ ᾿Ιησοῦ ἐστι τὸ πνεῦμα τῆς προφητείας. | 5 Και φωνή εξήλθε από το θρόνο, λέγοντας: «Αινείτε το Θεό μας όλοι οι δούλοι του και όσοι τον φοβάστε, οι μικροί και οι μεγάλοι». 6 Και άκουσα σαν φωνή από όχλο πολύ και σαν βοή από νερά πολλά και σαν βοή βροντών ισχυρών να λένε: «Αλληλούια, γιατί βασίλεψε Κύριος ο Θεός μας ο Παντοκράτορας. 7 Ας χαιρόμαστε και ας αγαλλιάζουμε, και ας δώσουμε τη δόξα σ’ αυτόν, γιατί ήρθε ο γάμος του Αρνίου, και η γυναίκα του ετοίμασε τον εαυτό της, 8 και της δόθηκε να ντυθεί εκλεκτό λινό λαμπρό, καθαρό. γιατί το εκλεκτό λινό είναι οι δίκαιες πράξεις των αγίων». 9 Και μου λέει: «Γράψε: Μακάριοι οι καλεσμένοι στο δείπνο του γάμου του Αρνίου». Και μου λέει: «Αυτοί οι λόγοι είναι αληθινοί, του Θεού». 10 Και έπεσα μπροστά στα πόδια του, για να τον προσκυνήσω. Και μου λέει: «Κοίτα μην το κάνεις! Σύνδουλός σου είμαι και των αδελφών σου που έχουν τη μαρτυρία για τον Ιησού. το Θεό προσκύνησε». Γιατί η μαρτυρία για τον Ιησού είναι το πνεύμα της προφητείας. |
Ο ιππέας του λευκού ίππου | |
11 Καὶ εἶδον τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγμένον, καὶ ἰδοὺ ἵππος λευκός, καὶ ὁ καθήμενος ἐπ᾿ αὐτόν, καλούμενος πιστὸς καὶ ἀληθινός, καὶ ἐν δικαιοσύνῃ κρίνει καὶ πολεμεῖ· 12 οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ὡς φλὸξ πυρός, καὶ ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ διαδήματα πολλά, ἔχων ὀνόματα γεγραμμένα, καὶ ὄνομα γεγραμμένον ὃ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ αὐτός, 13 καὶ περιβεβλημένος ἱμάτιον βεβαμμένον ἐν αἵματι, καὶ κέκληται τὸ ὄνομα αὐτοῦ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. 14 καὶ τὰ στρατεύματα τὰ ἐν τῷ οὐρανῷ ἠκολούθει αὐτῷ ἐπὶ ἵπποις λευκοῖς, ἐνδεδυμένοι βύσσινον λευκὸν καθαρόν. 15 καὶ ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ ἐκπορεύεται ρομφαία ὀξεῖα δίστομος, ἵνα ἐν αὐτῇ πατάσσῃ τὰ ἔθνη· καὶ αὐτὸς ποιμανεῖ αὐτοὺς ἐν ράβδῳ σιδηρᾷ· καὶ αὐτὸς πατεῖ τὴν ληνὸν τοῦ οἴνου τοῦ θυμοῦ τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ τοῦ παντοκράτορος. 16 καὶ ἔχει ἐπὶ τὸ ἱμάτιον καὶ ἐπὶ τὸν μηρὸν αὐτοῦ ὄνομα γεγραμμένον, βασιλεὺς βασιλέων καὶ κύριος κυρίων. 17 Καὶ εἶδον ἕνα ἄγγελον ἑστῶτα ἐν τῷ ἡλίῳ, καὶ ἔκραξεν ἐν φωνῇ μεγάλῃ λέγων πᾶσι τοῖς ὀρνέοις τοῖς πετομένοις ἐν μεσουρανήματι· δεῦτε συνάχθητε εἰς τὸ δεῖπνον τὸ μέγα τοῦ Θεοῦ, 18 ἵνα φάγητε σάρκας βασιλέων καὶ σάρκας χιλιάρχων καὶ σάρκας ἰσχυρῶν καὶ σάρκας ἵππων καὶ τῶν καθημένων ἐπ᾿ αὐτῶν, καὶ σάρκας πάντων ἐλευθέρων τε καὶ δούλων, καὶ μικρῶν τε καὶ μεγάλων. 19 Καὶ εἶδον τὸ θηρίον καὶ τοὺς βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ τὰ στρατεύματα αὐτῶν συνηγμένα ποιῆσαι τὸν πόλεμον μετὰ τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ ἵππου καὶ μετὰ τοῦ στρατεύματος αὐτοῦ. 20 καὶ ἐπιάσθη τὸ θηρίον καὶ ὁ μετ᾿ αὐτοῦ ψευδοπροφήτης ὁ ποιήσας τὰ σημεῖα ἐνώπιον αὐτοῦ, ἐν οἷς ἐπλάνησε τοὺς λαβόντας τὸ χάραγμα τοῦ θηρίου καὶ τοὺς προσκυνοῦντας τῇ εἰκόνι αὐτοῦ· ζῶντες ἐβλήθησαν οἱ δύο εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρὸς τὴν καιομένην ἐν θείῳ. 21 καὶ οἱ λοιποὶ ἀπεκτάνθησαν ἐν τῇ ρομφαίᾳ τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ ἵππου, τῇ ἐξελθούσῃ ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ· καὶ πάντα τὰ ὄρνεα ἐχορτάσθησαν ἐκ τῶν σαρκῶν αὐτῶν. | 11 Και είδα τον ουρανό ανοιγμένο, και ιδού ίππος λευκός και αυτός που κάθεται πάνω του καλείται “Πιστός και Αληθινός”, και με δικαιοσύνη κρίνει και πολεμά. 12 Και οι οφθαλμοί του είναι σαν πύρινη φλόγα, και πάνω στο κεφάλι του διαδήματα πολλά, έχοντας όνομα γραμμένο που κανείς δεν ξέρει παρά μόνο αυτός. 13 Και είναι ντυμένος με ρούχο βαμμένο σε αίμα, και έχει καλεστεί το όνομά του “Ο Λόγος του Θεού”. 14 Και τα στρατεύματα που είναι στον ουρανό τον ακολουθούσαν πάνω σε ίππους λευκούς, ντυμένοι με εκλεκτό λινό λευκό, καθαρό. 15 Και από το στόμα του εκπορεύεται ρομφαία κοφτερή, για να πατάξει με αυτήν τα έθνη, και αυτός θα τους ποιμάνει με ράβδο σιδερένια. Και αυτός πατά το πατητήρι του θυμωμένου κρασιού της οργής του Θεού του Παντοκράτορα. 16 Και έχει πάνω στο ρούχο του και πάνω στο μηρό του ένα όνομα γραμμένο: “Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων”. 17 Και είδα έναν άγγελο να έχει σταθεί στον ήλιο και έκραξε με φωνή μεγάλη, λέγοντας σε όλα τα όρνια που πετούν στα μεσούρανα: «Ελάτε, συναχτείτε στο δείπνο το μεγάλο του Θεού, 18 για να φάτε σάρκες βασιλιάδων και σάρκες χιλίαρχων και σάρκες ισχυρών και σάρκες ίππων και αυτών που κάθονται πάνω τους και σάρκες όλων, ελεύθερων και δούλων και μικρών και μεγάλων». 19 Και είδα το θηρίο και τους βασιλιάδες της γης και τα στρατεύματά τους συναγμένα, για να κάνουν τον πόλεμο με αυτόν που κάθεται πάνω στον ίππο και με το στράτευμά του. 20 Και πιάστηκε το θηρίο και μαζί του ο ψευδοπροφήτης που έκανε τα θαυματουργικά σημεία μπροστά του, με τα οποία πλάνησε εκείνους που έλαβαν το χάραγμα του θηρίου και εκείνους που προσκυνούν την εικόνα του. ζωντανοί ρίχτηκαν οι δύο στη λίμνη της φωτιάς που καίγεται με θειάφι. 21 Και οι λοιποί σκοτώθηκαν με τη ρομφαία αυτού που κάθεται πάνω στον ίππο, η οποία εξήλθε από το στόμα του, και όλα τα όρνια χόρτασαν από τις σάρκες τους. |