Α Κορ. ιε' 1-58
Η ανάσταση του Χριστού | |
1 Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε, 2 δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῆ ἐπιστεύσατε. 3 παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, 4 καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτη ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφάς, 5 καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα· 6 ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι, τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν· 7 ἔπειτα ὤφθη ᾿Ιακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν· 8 ἔσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί. 9 ἐγὼ γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων, ὃς οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος, διότι ἐδίωξα τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ· 10 χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι· καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ δέ, ἀλλ᾿ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί. 11 εἴτε οὖν ἐγὼ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτω κηρύσσομεν καὶ οὕτως ἐπιστεύσατε. | 1 Σας κάνω γνωστό λοιπόν, αδελφοί, το ευαγγέλιο που σας ευαγγέλισα, το οποίο και παραλάβατε, στο οποίο και έχετε σταθεί, 2 μέσω του οποίου και σώζεστε, αν το κατέχετε με τα λόγια που σας ευαγγέλισα, εκτός αν μάταια πιστέψατε. 3 Γιατί σας παράδωσα πρώτα ό,τι και παράλαβα, ότι ο Χριστός πέθανε για τις αμαρτίες μας κατά τις Γραφές 4 και ότι τάφηκε και ότι έχει εγερθεί την ημέρα την τρίτη κατά τις Γραφές 5 και ότι φανερώθηκε στον Κηφά, έπειτα στους δώδεκα. 6 Έπειτα φανερώθηκε σε πεντακόσιους αδελφούς μια μόνο φορά, από τους οποίους οι περισσότεροι παραμένουν ως τώρα, μερικοί όμως κοιμήθηκαν. 7 Έπειτα φανερώθηκε στον Ιάκωβο, έπειτα σε όλους τους αποστόλους. 8 Και τελευταίο απ’ όλους, σαν ακριβώς σε έκτρωμα, φανερώθηκε και σ’ εμένα. 9 Γιατί εγώ είμαι ο ελάχιστος των αποστόλων, που δεν είμαι άξιος να καλούμαι απόστολος, γιατί καταδίωξα την εκκλησία του Θεού. 10 Με τη χάρη όμως του Θεού είμαι αυτό που είμαι, και η χάρη του που δόθηκε σ’ εμένα δεν υπήρξε χωρίς αποτέλεσμα, αλλά περισσότερο από όλους αυτούς κοπίασα, όχι εγώ όμως, αλλά η χάρη του Θεού που είναι μαζί μου. 11 Είτε λοιπόν εγώ είτε εκείνοι, έτσι κηρύττουμε και έτσι πιστέψατε. |
Η ανάσταση από τους νεκρούς | |
12 Εἰ δὲ Χριστὸς κηρύσσεται ὅτι ἐκ νεκρῶν ἐγήγερται, πῶς λέγουσί τινες ἐν ὑμῖν ὅτι ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν; 13 εἰ δὲ ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν, οὐδὲ Χριστὸς ἐγήγερται· 14 εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν. 15 εὑρισκόμεθα δὲ καὶ ψευδομάρτυρες τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἐμαρτυρήσαμεν κατὰ τοῦ Θεοῦ ὅτι ἤγειρε τὸν Χριστόν, ὃν οὐκ ἤγειρεν, εἴπερ ἄρα νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται· 16 εἰ γὰρ νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται, οὐδὲ Χριστὸς ἐγήγερται. 17 εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν· ἔτι ἐστὲ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν. 18 ἄρα καὶ οἱ κοιμηθέντες ἐν Χριστῷ ἀπώλοντο. 19 εἰ ἐν τῇ ζωῇ ταύτῃ ἠλπικότες ἐσμὲν ἐν Χριστῷ μόνον, ἐλεεινότεροι πάντων ἀνθρώπων ἐσμέν. 20 Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. 21 ἐπειδὴ γὰρ δι᾿ ἀνθρώπου ὁ θάνατος, καὶ δι᾿ ἀνθρώπου ἀνάστασις νεκρῶν. 22 ὥσπερ γὰρ ἐν τῷ ᾿Αδὰμ πάντες ἀποθνήσκουσιν, οὕτω καὶ ἐν τῷ Χριστῷ πάντες ζωοποιηθήσονται. 23 ἕκαστος δὲ ἐν τῷ ἰδίῳ τάγματι· ἀπαρχὴ Χριστός, ἔπειτα οἱ Χριστοῦ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ· 24 εἶτα τὸ τέλος, ὅταν παραδῷ τὴν βασιλείαν τῷ Θεῷ καὶ πατρί, ὅταν καταργήσῃ πᾶσαν ἀρχὴν καὶ πᾶσαν ἐξουσίαν καὶ δύναμιν. 25 δεῖ γὰρ αὐτὸν βασιλεύειν ἄχρις οὗ ἂν θῇ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. 26 ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος· 27 πάντα γὰρ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. ὅταν δὲ εἴπῃ ὅτι πάντα ὑποτέτακται, δῆλον ὅτι ἐκτὸς τοῦ ὑποτάξαντος αὐτῷ τὰ πάντα. 28 ὅταν δὲ ὑποταγῇ αὐτῷ τὰ πάντα, τότε καὶ αὐτὸς ὁ υἱὸς ὑποταγήσεται τῷ ὑποτάξαντι αὐτῷ τὰ πάντα, ἵνα ᾖ ὁ Θεὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσιν. 29 ᾿Επεὶ τί ποιήσουσιν οἱ βαπτιζόμενοι ὑπὲρ τῶν νεκρῶν, εἰ ὅλως νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται; τί καὶ βαπτίζονται ὑπὲρ τῶν νεκρῶν; 30 τί καὶ ἡμεῖς κινδυνεύομεν πᾶσαν ὥραν; 31 καθ᾿ ἡμέραν ἀποθνήσκω, νὴ τὴν ὑμετέραν καύχησιν ἣν ἔχω ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν. 32 εἰ κατὰ ἄνθρωπον ἐθηριομάχησα ἐν ᾿Εφέσῳ, τί μοι τὸ ὄφελος; εἰ νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται, φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν. 33 μὴ πλανᾶσθε· φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί. 34 ἐκνήψατε δικαίως καὶ μὴ ἁμαρτάνετε· ἀγνωσίαν γὰρ Θεοῦ τινες ἔχουσι· πρὸς ἐντροπὴν ὑμῖν λέγω. | 12 Αν λοιπόν ο Χριστός κηρύττεται ότι από τους νεκρούς έχει εγερθεί, πώς λένε μεταξύ σας μερικοί ότι ανάσταση νεκρών δεν υπάρχει; 13 Αν λοιπόν ανάσταση νεκρών δεν υπάρχει, ούτε ο Χριστός έχει εγερθεί. 14 Και αν ο Χριστός δεν έχει εγερθεί, άρα είναι κενό και το κήρυγμά μας, κενή και η πίστη σας. 15 Βρισκόμαστε επίσης και ψευδομάρτυρες του Θεού, γιατί μαρτυρήσαμε ενάντια στο Θεό ότι έγειρε το Χριστό, τον οποίο συνεπώς δεν έγειρε, αν βέβαια οι νεκροί δεν εγείρονται. 16 Γιατί αν οι νεκροί δεν εγείρονται, ούτε ο Χριστός έχει εγερθεί. 17 Και αν ο Χριστός δεν έχει εγερθεί, μάταιη είναι η πίστη σας, ακόμα είστε μέσα στις αμαρτίες σας. 18 Άρα και όσοι κοιμήθηκαν με το Χριστό, χάθηκαν. 19 Αν μόνο στη ζωή αυτήν έχουμε ελπίσει στο Χριστό, είμαστε ελεεινότεροι από όλους τους ανθρώπους. 20 Τώρα όμως ο Χριστός έχει εγερθεί από τους νεκρούς, απαρχή αυτών που έχουν κοιμηθεί. 21 Γιατί, επειδή μέσω ανθρώπου ήρθε ο θάνατος, και μέσω ανθρώπου ήρθε η ανάσταση των νεκρών. 22 Γιατί όπως ακριβώς στον Αδάμ όλοι πεθαίνουν, έτσι και στο Χριστό όλοι θα ζωοποιηθούν. 23 Καθένας όμως στη δική του τάξη: απαρχή είναι ο Χριστός, έπειτα αυτοί που είναι του Χριστού κατά την παρουσία του, 24 έπειτα το τέλος, όταν παραδίνει τη βασιλεία στο Θεό και Πατέρα, όταν καταργήσει κάθε αρχή και κάθε εξουσία και δύναμη. 25 Γιατί πρέπει αυτός να βασιλεύει μέχρις ότου θέσει όλους τους εχθρούς κάτω από τα πόδια του. 26 Έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος. 27 γιατί όλα τα υπέταξε κάτω από τα πόδια του. Όταν όμως πει ότι όλα του έχουν υποταχτεί, είναι φανερό ότι αυτός που υπέταξε σ’ αυτόν τα πάντα είναι εκτός. 28 Και όταν υποταχτούν σ’ αυτόν τα πάντα, τότε και ο ίδιος ο Υιός θα υποταχτεί σ’ αυτόν που του υπόταξε τα πάντα, για να είναι ο Θεός τα πάντα σε όλους. 29 Επειδή τι θα κάνουν όσοι βαφτίζονται υπέρ των νεκρών; Αν καθόλου οι νεκροί δεν εγείρονται, γιατί επίσης βαφτίζονται υπέρ αυτών; 30 Γιατί και εμείς κινδυνεύουμε κάθε ώρα; 31 Κάθε ημέρα πεθαίνω, μα την καύχηση που έχω για σας, αδελφοί, την οποία έχω στο Χριστό Ιησού τον Κύριό μας. 32 Αν ανθρώπινα θηριομάχησα στην Έφεσο, ποιο είναι σ’ εμένα το όφελος; Αν οι νεκροί δεν εγείρονται, ας φάμε και ας πιούμε, γιατί αύριο πεθαίνουμε. 33 Μην πλανάστε! Φθείρουν τα χρηστά ήθη οι κακές συναστροφές. 34 Συνέλθετε, όπως είναι δίκαιο, και μην αμαρτάνετε, γιατί άγνοια Θεού έχουν μερικοί. για ντροπή σας το λέω. |
Η ανάσταση του σώματος | |
35 ᾿Αλλ᾿ ἐρεῖ τις· πῶς ἐγείρονται οἱ νεκροί; ποίῳ δὲ σώματι ἔρχονται; 36 ἄφρον, σὺ ὃ σπείρεις, οὐ ζωοποιεῖται ἐὰν μὴ ἀποθάνῃ· 37 καὶ ὃ σπείρεις, οὐ τὸ σῶμα τὸ γενησόμενον σπείρεις, ἀλλὰ γυμνὸν κόκκον, εἰ τύχοι σίτου ἤ τινος τῶν λοιπῶν· 38 ὁ δὲ Θεὸς αὐτῷ δίδωσι σῶμα καθὼς ἠθέλησε, καὶ ἑκάστῳ τῶν σπερμάτων τὸ ἴδιον σῶμα. 39 οὐ πᾶσα σὰρξ ἡ αὐτὴ σάρξ, ἀλλὰ ἄλλη μὲν ἀνθρώπων, ἄλλη δὲ σὰρξ κτηνῶν, ἄλλη δὲ ἰχθύων, ἄλλη δὲ πετεινῶν. 40 καὶ σώματα ἐπουράνια, καὶ σώματα ἐπίγεια· ἀλλ᾿ ἑτέρα μὲν ἡ τῶν ἐπουρανίων δόξα, ἑτέρα δὲ ἡ τῶν ἐπιγείων. 41 ἄλλη δόξα ἡλίου, καὶ ἄλλη δόξα σελήνης, καὶ ἄλλη δόξα ἀστέρων· ἀστὴρ γὰρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ. 42 οὕτω καὶ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. σπείρεται ἐν φθορᾷ, ἐγείρεται ἐν ἀφθαρσίᾳ· 43 σπείρεται ἐν ἀτιμίᾳ, ἐγείρεται ἐν δόξῃ· σπείρεται ἐν ἀσθενείᾳ, ἐγείρεται ἐν δυνάμει· 44 σπείρεται σῶμα ψυχικόν, ἐγείρεται σῶμα πνευματικόν. ἔστι σῶμα ψυχικόν, καὶ ἔστι σῶμα πνευματικόν. 45 οὕτω καὶ γέγραπται· ἐγένετο ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ᾿Αδὰμ εἰς ψυχὴν ζῶσαν· ὁ ἔσχατος ᾿Αδὰμ εἰς πνεῦμα ζωοποιοῦν· 46 ἀλλ᾿ οὐ πρῶτον τὸ πνευματικόν, ἀλλὰ τὸ ψυχικόν, ἔπειτα τὸ πνευματικόν. 47 ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς χοϊκός, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ. 48 οἷος ὁ χοϊκός, τοιοῦτοι καὶ οἱ χοϊκοί, καὶ οἷος ὁ ἐπουράνιος, τοιοῦτοι καὶ οἱ ἐπουράνιοι. 49 καὶ καθὼς ἐφορέσαμεν τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ, φορέσομεν καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου. 50 Τοῦτο δέ φημι, ἀδελφοί, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα βασιλείαν Θεοῦ κληρονομῆσαι οὐ δύνανται, οὐδὲ ἡ φθορὰ τὴν ἀφθαρσίαν κληρονομεῖ. 51 ἰδοὺ μυστήριον ὑμῖν λέγω· πάντες μὲν οὐ κοιμηθησόμεθα, πάντες δὲ ἀλλαγησόμεθα, 52 ἐν ἀτόμῳ, ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ, ἐν τῇ ἐσχάτῃ σάλπιγγι· σαλπίσει γάρ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐγερθήσονται ἄφθαρτοι, καὶ ἡμεῖς ἀλλαγησόμεθα. 53 δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν. 54 ὅταν δὲ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσηται ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσηται ἀθανασίαν, τότε γενήσεται ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος· κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος 55 ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος; 56 τὸ δὲ κέντρον τοῦ θανάτου ἡ ἁμαρτία, ἡ δὲ δύναμις τῆς ἁμαρτίας ὁ νόμος. 57 τῷ δὲ Θεῷ χάρις τῷ διδόντι ἡμῖν τὸ νῖκος διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. 58 ῞Ωστε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ἑδραῖοι γίνεσθε, ἀμετακίνητοι, περισσεύοντες ἐν τῷ ἔργῳ τοῦ Κυρίου πάντοτε, εἰδότες ὅτι ὁ κόπος ὑμῶν οὐκ ἔστι κενὸς ἐν Κυρίῳ. | 35 Αλλά θα πει κάποιος: «Πώς εγείρονται οι νεκροί; Και με ποιο σώμα έρχονται;» 36 Άφρονα, αυτό που εσύ σπέρνεις δε ζωοποιείται αν δεν πεθάνει. 37 Και αυτό που σπέρνεις, δεν είναι το σώμα που θα γίνει που σπέρνεις, αλλά ένα γυμνό κόκκο, αν τύχει σιταριού ή κάποιον από τους υπόλοιπους. 38 Και ο Θεός δίνει σ’ αυτόν ένα σώμα καθώς θέλησε, και σε καθέναν από τους σπόρους το δικό του σώμα. 39 Κάθε σάρκα δεν είναι η ίδια σάρκα, αλλά άλλη βέβαια είναι αυτή των ανθρώπων και άλλη των κτηνών και άλλη η σάρκα των πτηνών και άλλη των ψαριών. 40 Επίσης υπάρχουν σώματα επουράνια και σώματα επίγεια. Αλλά άλλη βέβαια είναι η δόξα των επουράνιων και άλλη η δόξα των επίγειων. 41 Άλλη η δόξα του ήλιου και άλλη η δόξα της σελήνης και άλλη η δόξα των αστέρων. γιατί αστέρας από αστέρα διαφέρει στη δόξα. 42 Έτσι είναι και η ανάσταση των νεκρών. Σπέρνεται με φθορά, εγείρεται με αφθαρσία. 43 Σπέρνεται με ατιμία, εγείρεται με δόξα. Σπέρνεται με ασθένεια, εγείρεται με δύναμη. 44 Σπέρνεται σώμα ψυχικό, εγείρεται σώμα πνευματικό. Αν υπάρχει σώμα ψυχικό, υπάρχει και πνευματικό. 45 Έτσι επίσης είναι γραμμένο: Έγινε ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, ζωντανή ψυχή. ο έσχατος Αδάμ, ζωοποιό πνεύμα. 46 Αλλά πρώτα έρχεται όχι το πνευματικό, αλλά το ψυχικό, έπειτα το πνευματικό. 47 Ο πρώτος άνθρωπος ήταν από τη γη, χωματένιος, ο δεύτερος άνθρωπος είναι από τον ουρανό. 48 Όποιος ήταν ο χωματένιος, τέτοιοι είναι και οι χωματένιοι, και όποιος είναι ο επουράνιος, τέτοιοι θα είναι και οι επουράνιοι. 49 Και καθώς φορέσαμε την εικόνα του χωματένιου θα φορέσουμε και την εικόνα του επουράνιου. 50 Αυτό λοιπόν δηλώνω, αδελφοί, ότι σάρκα και αίμα τη βασιλεία του Θεού δε δύνανται να την κληρονομήσουν, ούτε η φθορά κληρονομεί την αφθαρσία. 51 Ιδού, ένα μυστήριο σας λέω: όλοι δε θα κοιμηθούμε, όλοι όμως θα αλλάξουμε, 52 σε μια στιγμή, σε ριπή οφθαλμού, κατά την έσχατη σάλπιγγα. Γιατί θα σαλπίσει και οι νεκροί θα εγερθούν άφθαρτοι και εμείς θα αλλάξουμε. 53 Γιατί πρέπει το φθαρτό τούτο να ντυθεί αφθαρσία και το θνητό τούτο να ντυθεί αθανασία. 54 Όταν λοιπόν το φθαρτό τούτο ντυθεί αφθαρσία και το θνητό τούτο ντυθεί αθανασία, τότε θα πραγματοποιηθεί ο λόγος ο γραμμένος: Καταπιώθηκε ο θάνατος σε νίκη. 55 Πού είναι, θάνατε, η νίκη σου; Πού είναι, θάνατε, το κεντρί σου; 56 Το κεντρί λοιπόν του θανάτου είναι η αμαρτία, και η δύναμη της αμαρτίας ο νόμος. 57 Αλλά ας δώσουμε ευχαριστία στο Θεό που μας δίνει τη νίκη μέσω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. 58 Ώστε, αδελφοί μου αγαπητοί, εδραίοι να γίνεστε, αμετακίνητοι, περισσεύοντας στο έργο του Κυρίου πάντοτε, αφού ξέρετε ότι ο κόπος σας στον Κύριο δεν είναι μάταιος. |