Εβρ. ι' 1-39
Η θυσία του Χριστού παραμέρισε τις Μωσαϊκές θυσίες | |
1 Σκιὰν γὰρ ἔχων ὁ νόμος τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, οὐκ αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῶν πραγμάτων, κατ' ἐνιαυτὸν ταῖς αὐταῖς θυσίαις ἃς προσφέρουσιν εἰς τὸ διηνεκές, οὐδέποτε δύναται τοὺς προσερχομένους τελειῶσαι· 2 ἐπεὶ οὐκ ἂν ἐπαύσαντο προσφερόμεναι, διὰ τὸ μηδεμίαν ἔχειν ἔτι συνείδησιν ἁμαρτιῶν τοὺς λατρεύοντας, ἅπαξ κεκαθαρμένους; 3 ἀλλ' ἐν αὐταῖς ἀνάμνησις ἁμαρτιῶν κατ' ἐνιαυτόν· 4 ἀδύνατον γὰρ αἷμα ταύρων καὶ τράγων ἀφαιρεῖν ἁμαρτίας. 5 Διὸ εἰσερχόμενος εἰς τὸν κόσμον λέγει· θυσίαν καὶ προσφορὰν οὐκ ἠθέλησας, σῶμα δὲ κατηρτίσω μοι· 6 ὁλοκαυτώματα καὶ περὶ ἁμαρτίας οὐκ εὐδόκησας· 7 τότε εἶπον· ἰδοὺ ἥκω, ἐν κεφαλίδι βιβλίου γέγραπται περὶ ἐμοῦ, τοῦ ποιῆσαι, ὁ Θεός, τὸ θέλημά σου. 8 ἀνώτερον λέγων ὅτι θυσίαν καὶ προσφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα καὶ περὶ ἁμαρτίας οὐκ ἠθέλησας οὐδὲ εὐδόκησας, αἵτινες κατὰ τὸν νόμον προσφέρονται, 9 τότε εἴρηκεν· ἰδοὺ ἥκω τοῦ ποιῆσαι, ὁ Θεός, τὸ θέλημά σου. ἀναιρεῖ τὸ πρῶτον ἵνα τὸ δεύτερον στήσῃ. 10 ἐν ᾧ θελήματι ἡγιασμένοι ἐσμὲν διὰ τῆς προσφορᾶς τοῦ σώματος τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐφάπαξ. 11 Καὶ πᾶς μὲν ἱερεὺς ἕστηκε καθ' ἡμέραν λειτουργῶν καὶ τὰς αὐτὰς πολλάκις προσφέρων θυσίας, αἵτινες οὐδέποτε δύνανται περιελεῖν ἁμαρτίας· 12 αὐτὸς δὲ μίαν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν προσενέγκας θυσίαν εἰς τὸ διηνεκὲς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, 13 τὸ λοιπὸν ἐκδεχόμενος ἕως τεθῶσιν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ ὑποπόδιον τῶν ποδῶν αὐτοῦ. 14 μιᾷ γὰρ προσφορᾷ τετελείωκεν εἰς τὸ διηνεκὲς τοὺς ἁγιαζομένους. 15 Μαρτυρεῖ δὲ ἡμῖν καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον· μετὰ γὰρ τὸ προειρηκέναι, 16 αὕτη ἡ διαθήκη ἣν διαθήσομαι πρὸς αὐτοὺς μετὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, λέγει Κύριος· διδοὺς νόμους μου ἐπὶ καρδίας αὐτῶν, καὶ ἐπὶ τῶν διανοιῶν αὐτῶν ἐπιγράψω αὐτούς, 17 καὶ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν καὶ τῶν ἀνομιῶν αὐτῶν οὐ μὴ μνησθῶ ἔτι. 18 ὅπου δὲ ἄφεσις τούτων, οὐκέτι προσφορὰ περὶ ἁμαρτίας. | 1 Γιατί, επειδή ο νόμος έχει τη σκιά των μελλοντικών αγαθών, όχι την ίδια την εικόνα των πραγμάτων, δε δύναται ποτέ να τελειοποιήσει αυτούς που προσέρχονται κάθε έτος με τις ίδιες θυσίες, τις οποίες προσφέρουν συνεχώς. 2 Επειδή δε θα έπαυαν να προσφέρονται, γιατί δε θα είχαν πλέον καμιά συνείδηση αμαρτιών αυτοί που λατρεύουν, αφού θα είχαν καθαριστεί μια φορά για πάντα; 3 Αλλά με αυτές γίνεται ανάμνηση αμαρτιών κάθε έτος. 4 γιατί είναι αδύνατο αίμα ταύρων και τράγων να αφαιρεί αμαρτίες. 5 Γι’ αυτό, όταν εισέρχεται ο Υιός στον κόσμο, λέει: Θυσία και προσφορά δε θέλησες, αλλά μου κατασκεύασες σώμα. 6 σε ολοκαυτώματα και σε θυσίες για αμαρτίες δεν ευαρεστήθηκες. 7 Τότε είπα: Ιδού, έχω έρθει, στον κύλινδρο του βιβλίου είναι γραμμένο για μένα, για να κάνω, ω Θεέ, το θέλημά σου. 8 Αφού λέει πιο πάνω ότι θυσίες και προσφορές και ολοκαυτώματα και θυσίες για αμαρτίες δε θέλησες ούτε ευαρεστήθηκες σ’ αυτές, οι οποίες σύμφωνα με το νόμο προσφέρονται, 9 τότε λέει: Ιδού, έχω έρθει, για να κάνω το θέλημά σου. Αναιρεί το πρώτο, για να στήσει το δεύτερο. 10 Μέσα σ’ αυτό το θέλημα είμαστε αγιασμένοι μέσω της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού μια φορά για πάντα. 11 Και βέβαια, κάθε ιερέας στέκεται κάθε ημέρα λειτουργώντας και προσφέροντας τις ίδιες θυσίες πολλές φορές, οι οποίες ποτέ δε δύνανται να αφαιρέσουν αμαρτίες. 12 Αυτός, όμως, αφού πρόσφερε μία θυσία για αμαρτίες συνεχώς, κάθισε στα δεξιά του Θεού 13 και στο εξής περιμένει, ωσότου τεθούν οι εχθροί του υποπόδιο των ποδιών του. 14 Γιατί με μία προσφορά έχει καθιερώσει ως ιερείς συνεχώς αυτούς που αγιάζονται. 15 Το μαρτυρεί επίσης σ’ εμάς και το Πνεύμα το Άγιο. Γιατί μετά από αυτό που έχει πει: 16 «Αυτή είναι η διαθήκη που θα κάνω με αυτούς μετά τις ημέρες εκείνες», λέει ο Κύριος: «Θα δώσω τους νόμους μου πάνω στην καρδιά τους και πάνω στη διάνοιά τους θα τους γράψω, 17 και τις αμαρτίες τους και τις ανομίες τους δε θα τις θυμάμαι πια». 18 Όπου, λοιπόν, υπάρχει άφεση αυτών δε γίνεται πια προσφορά για αμαρτίες. |
Προτροπή και προειδοποίηση | |
19 ῎Εχοντες οὖν, ἀδελφοί, παρρησίαν εἰς τὴν εἴσοδον τῶν ῾Αγίων ἐν τῷ αἵματι τοῦ ᾿Ιησοῦ, 20 ἣν ἐνεκαίνισεν ἡμῖν ὁδὸν πρόσφατον καὶ ζῶσαν διὰ τοῦ καταπετάσματος, τοῦτ' ἔστι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ, 21 καὶ ἱερέα μέγαν ἐπὶ τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, 22 προσερχώμεθα μετὰ ἀληθινῆς καρδίας ἐν πληροφορίᾳ πίστεως ἐρραντισμένοι τὰς καρδίας ἀπὸ συνειδήσεως πονηρᾶς, 23 καὶ λελουμένοι τὸ σῶμα ὕδατι καθαρῷ κατέχωμεν τὴν ὁμολογίαν τῆς ἐλπίδος ἀκλινῆ· πιστὸς γὰρ ὁ ἐπαγγειλάμενος· 24 καὶ κατανοῶμεν ἀλλήλους εἰς παροξυσμὸν ἀγάπης καὶ καλῶν ἔργων, 25 μὴ ἐγκαταλείποντες τὴν ἐπισυναγωγὴν ἑαυτῶν, καθὼς ἔθος τισίν, ἀλλὰ παρακαλοῦντες, καὶ τοσούτῳ μᾶλλον, ὅσῳ βλέπετε ἐγγίζουσαν τὴν ἡμέραν. 26 ῾Εκουσίως γὰρ ἁμαρτανόντων ἡμῶν μετὰ τὸ λαβεῖν τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας, οὐκέτι περὶ ἁμαρτιῶν ἀπολείπεται θυσία, 27 φοβερὰ δέ τις ἐκδοχὴ κρίσεως καὶ πυρὸς ζῆλος ἐσθίειν μέλλοντος τοὺς ὑπεναντίους. 28 ἀθετήσας τις νόμον Μωϋσέως χωρὶς οἰκτιρμῶν ἐπὶ δυσὶν ἢ τρισὶ μάρτυσιν ἀποθνήσκει· 29 πόσῳ δοκεῖτε χείρονος ἀξιωθήσεται τιμωρίας ὁ τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ καταπατήσας καὶ τὸ αἷμα τῆς διαθήκης κοινὸν ἡγησάμενος, ἐν ᾧ ἡγιάσθη, καὶ τὸ Πνεῦμα τῆς χάριτος ἐνυβρίσας; 30 οἴδαμεν γὰρ τὸν εἰπόντα· ἐμοὶ ἐκδίκησις, ἐγὼ ἀνταποδώσω, λέγει Κύριος· καὶ πάλιν· Κύριος κρινεῖ τὸν λαὸν αὐτοῦ. 31 φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος. 32 ᾿Αναμιμνήσκεσθε δὲ τὰς πρότερον ἡμέρας, ἐν αἷς φωτισθέντες πολλὴν ἄθλησιν ὑπεμείνατε παθημάτων, 33 τοῦτο μὲν ὀνειδισμοῖς τε καὶ θλίψεσι θεατριζόμενοι, τοῦτο δὲ κοινωνοὶ τῶν οὕτως ἀναστρεφομένων γενηθέντες. 34 καὶ γὰρ τοῖς δεσμοῖς μου συνεπαθήσατε καὶ τὴν ἁρπαγὴν τῶν ὑπαρχόντων ὑμῶν μετὰ χαρᾶς προσεδέξασθε, γινώσκοντες ἔχειν ἐν ἑαυτοῖς κρείττονα ὕπαρξιν ἐν οὐρανοῖς καὶ μένουσαν. 35 Μὴ ἀποβάλητε οὖν τὴν παρρησίαν ὑμῶν, ἥτις ἔχει μισθαποδοσίαν μεγάλην. 36 ὑπομονῆς γὰρ ἔχετε χρείαν, ἵνα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ποιήσαντες κομίσησθε τὴν ἐπαγγελίαν. 37 ἔτι γὰρ μικρὸν ὅσον ὅσον, ὁ ἐρχόμενος ἥξει καὶ οὐ χρονιεῖ. 38 ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται· καὶ ἐὰν ὑποστείληται, οὐκ εὐδοκεῖ ἡ ψυχή μου ἐν αὐτῷ. 39 ἡμεῖς δὲ οὐκ ἐσμὲν ὑποστολῆς εἰς ἀπώλειαν, ἀλλὰ πίστεως εἰς περιποίησιν ψυχῆς. | 19 Επειδή έχουμε λοιπόν, αδελφοί, παρρησία για να εισέλθουμε στα Άγια των Αγίων με το αίμα του Ιησού, 20 είσοδο την οποία εγκαινίασε σ’ εμάς με οδό πρόσφατη και ζωντανή διαμέσου του καταπετάσματος, τουτέστι της σάρκας του, 21 και επειδή έχουμε Ιερέα μέγα στον οίκο του Θεού, 22 ας προσερχόμαστε με ειλικρινή καρδιά, με πλήρη βεβαιότητα πίστης, έχοντας ραντισμένες τις καρδιές από κακή συνείδηση και λουσμένοι στο σώμα με καθαρό νερό. 23 Ας κατέχουμε σταθερά την ομολογία της ελπίδας μας άκαμπτη, γιατί πιστός είναι Εκείνος που έδωσε την υπόσχεση. 24 Και ας κατανοούμε ο ένας τον άλλο, για να ερεθιστούμε προς την αγάπη και τα καλά έργα, 25 χωρίς να εγκαταλείπουμε τη συναγωγή μας στο ίδιο μέρος καθώς είναι συνήθεια σε μερικούς, αλλά ας προτρέπουμε γι’ αυτήν, και τόσο περισσότερο όσο βλέπετε να πλησιάζει η Ημέρα. 26 Γιατί αν εμείς αμαρτάνουμε εκούσια μετά από τότε που λάβαμε την επίγνωση της αλήθειας, δεν υπολείπεται πια θυσία για αμαρτίες, 27 αλλά κάποια φοβερή αναμονή για κρίση και για σφοδρή φωτιά που μέλλει να καταφάει τους ενάντιους στο Θεό. 28 Αν αθετήσει κάποιος το νόμο του Μωυσή, πεθαίνει χωρίς ευσπλαχνία με την κατάθεση δύο ή τριών μαρτύρων. 29 Πόσο νομίζετε χειρότερη τιμωρία θα αξιωθεί εκείνος που καταπάτησε τον Υιό του Θεού και που θεώρησε ακάθαρτο το αίμα της διαθήκης, με το οποίο αγιάστηκε, και που έβρισε το Πνεύμα της χάρης; 30 Γιατί ξέρουμε αυτόν που είπε: Σ’ εμένα ανήκει η εκδίκηση, εγώ θα ανταποδώσω. Και πάλι: Θα κρίνει ο Κύριος το λαό του. 31 Φοβερό είναι το να πέσει κανείς στα χέρια του ζωντανού Θεού! 32 Και να θυμάστε τις προηγούμενες ημέρες, κατά τις οποίες, αφού φωτιστήκατε, υπομείνατε πολλή άθληση παθημάτων. 33 Αφενός άλλοτε με ονειδισμούς και με θλίψεις σάς έκαναν θέατρο, αφετέρου άλλοτε γίνατε συμμέτοχοι με αυτούς που τους συμπεριφέρονταν έτσι. 34 Και πράγματι, με τους φυλακισμένους συμπάσχατε και την αρπαγή των υπαρχόντων σας τη δεχτήκατε με χαρά, γνωρίζοντας ότι έχετε για τους εαυτούς σας καλύτερη περιουσία και μόνιμη. 35 Να μην αποβάλετε λοιπόν την παρρησία σας, που έχει μεγάλη μισθαποδοσία. 36 Γιατί έχετε ανάγκη από υπομονή, για να κάνετε το θέλημα του Θεού και να λάβετε ό,τι υποσχέθηκε. 37 Γιατί ακόμα πολύ λίγος χρόνος μένει. ο ερχόμενος θα έρθει και δε θα χρονίσει. 38 Ο δίκαιός μου, όμως, θα ζήσει από την πίστη, και αν υποχωρήσει, δεν ευαρεστείται η ψυχή μου σ’ αυτόν. 39 Εμείς όμως δεν είμαστε άνθρωποι της υποχώρησης, για να χαθούμε, αλλά είμαστε άνθρωποι πίστης, για να διατηρήσουμε τη σωτηρία της ψυχής μας. |
1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13