Τότε θ’ αρχίσεις ΝΑ ΤΟΝ ΠΟΘΕΙΣ, όπως το ελάφι τα νερά, όπως η νύμφη τον νυμφίο, όπως ο εραστής την ερωμένη του, όπως το νεογέννητο το μητρικό το γάλα. Κι Εκείνος θα κρύβεται από σένα, και θα γελάει με το κλάμα σου χαρούμενος, όπως γελάει η μητέρα ευτυχισμένη με το κλάμα του μωρού της, όταν το βλέπει να τη θέλει τόσο πολύ, μέχρι δακρύων, κι όπως γελάει ο εραστής, που κρύβεται από την ερωμένη του στο πρώτο ραντεβού, και χαίρεται όταν εκείνη τον αναζητάει με πόθο.
Θα σε αφήνει να πέσεις από την κούνια σου, προσέχοντας μη χτυπηθείς ανεπανόρθωτα, για να γνωρίσεις την αδυναμία σου.
…Ώσπου η φωνή Του ν’ ακουστεί μεσ’ την καρδιά σου. Και τότε, θα τον πεις: «Πατέρα!» και θα τον νιώθεις να σου λέει: «Παιδί μου!» Θα ψάλλετε μαζί και θα γιορτάζετε στις δυσκολίες, και η φωνή Του θα’ ναι πια για σένα τόσο γνώριμη! Θ’ ακούς, και θα γελάς με αυτούς που τον αναζητούν ακόμα, Εκείνον που για σένα θα’ ναι πια ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ.
Και θ’ απομένει η επίγνωση κι ο γάμος…