Τα διάφορα μοντέλα επικοινωνίας διακρίνουν πέντε βασικούς συντελεστές: τον Πομπό, τον Δέκτη, το Μήνυμα, τον Κώδικα και το Μέσο.
Για να μπορεί να συντελεστεί η επικοινωνία, διαπροσωπική ή μη, άμεση ή διαμεσολαβημένη, προϋποθέτει την ύπαρξη κοινών κωδίκων, δηλαδή ολοκληρωμένων σημασιολογικών συστημάτων, που θα πρέπει να είναι γνωστά σε όλους τους επικοινωνούντες. Με άλλα λόγια, οι επικοινωνούντες να κατέχουν και να μιλούν την ίδια γλώσσα, με την ευρύτερη δυνατή έννοια του όρου γλώσσα. Όταν η προϋπόθεση αυτή δεν πληρούται, τότε υπάρχει ασυνεννοησία.
Παρ'όλο που επικοινωνούμε συνήθως με διάφορους τρόπους, παρ'όλο που οι κώδικες, όπως τους λέμε, της επικοινωνίας ποικίλλουν (το ντύσιμο π.χ. ο τρόπος που τρώμε, οδηγούμε κ.α. είναι μερικοί από αυτούς), ο σημαντικότερος κώδικας που διαθέτουμε είναι η γλώσσα. Τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή της μορφή, η γλώσσα επιτρέπει στους ανθρώπους να έχουν ιστορία, να θέτουν στόχους και να αντιλαμβάνονται, να σκέπτονται και να εκφράζουν, με αποχρώσεις και ακρίβεια, τα πιο σύνθετα νοήματα. Νοήματα πολυεπίπεδα, αντιφατικά ή διφορούμενα. Η πλευρά εκείνη της επικοινωνίας που διεξάγεται με τη χρήση της γλώσσας ονομάζεται λεκτική επικοινωνία.
Δεν επικοινωνούμε όμως μόνο με το λόγο. Η επικοινωνία είναι και μη λεκτική. Οι κινήσεις του σώματος και οι διάφορες μορφές έκφρασης του προσώπου επιτρέπουν στον άνθρωπο να εκφράζει σιωπηλά τα συναισθήματά του: τη λύπη, το θυμό, την επιθυμία, την απορία, την ειρωνεία, την κόπωση, την αδιαφορία, τη χαρά του.
Πολλά από τα σωματικά μηνύματα αυτής της συναισθηματικής επικοινωνίας δεν προσλαμβάνονται ενσυνείδητα από τους επικοινωνούντες. Με άλλα λόγια, η πληροφορία για το πως μπορεί να νιώθει ο άλλος, φτάνει σε μας χωρίς όμως να αναγνωρίζουμε την προέλευσή της επακριβώς. Αυτό συμβαίνει γιατί το αντιληπτικό σύστημα που διαθέτει ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να συλλαμβάνει πολλές λεπτομέρειες και με ταχύτητα που υπερβαίνει τη δυνατότητά του να τις επεξεργάζεται πλήρως νοητικά. Όμως, το φαινόμενο αυτό δεν σχετίζεται μόνο με την νευροφυσιολογία. Είναι αλληλένδετο και με τη λειτουργία του ασυνείδητου, με μηχανισμούς δηλαδή - όπως η απώθηση, η άρνηση ή η μόνωση - που έχουν να κάνουν με την επιλεκτικότητα της αντίληψης όπως μας διδάσκει η ψυχανάλυση.
Εκτός από τη λεκτική και μη λεκτική επικοινωνία, υπάρχει και εκείνη που προκύπτει μέσα από αυτά που κάνουμε ή δεν κάνουμε σε σχέση με τον άλλο. Όταν π.χ. κάποιος καθυστερεί στο ραντεβού του ή κάποιος άλλος σωπαίνει όταν του υποβάλλουν μια ερώτηση, επικοινωνούν και οι δύο, ο καθένας με άλλο τρόπο, εκπέμπουν δηλαδή μηνύματα. Φανταστείτε δυο επιβάτες αεροπλάνου, όπου ένας προσπαθεί να πιάσει κουβέντα με τον άλλο, ενώ ο άλλος προσπαθεί να την αποφύγει.
- Το συντακτικό πεδίο περιλαμβάνει φαινόμενα που αφορούν στη μετάδοση της πληροφορίας και συνιστούν αντικείμενο των θεωρητικών της Πληροφορικής, ειδικότερα όσων ασχολούνται με την κωδικοποίηση, τα κανάλια επικοινωνίας, και άλλες ιδιότητες της γλώσσας. Η διερεύνηση της περιοχής αυτής της επικοινωνίας αποτελεί και αντικείμενο των Μαθηματικών.
- Στο σημασιολογικό πεδίο εξετάζονται τα σύμβολα, οι έννοιες και οι σημασίες, δηλαδή η σχέση σημαίνοντος (η γνώση που έχει ο ομιλητής για το πως δηλώνεται η σημασία μιας λέξης, φωνολογικά στον προφορικό λόγο και ορθογραφικά στον γραπτό ) και σημαινόμενου (η γνώση που έχει ο ομιλητής για το τι σημαίνει μια λέξη, χειρονομία, σήμα). Η διερεύνηση της περιοχής αυτής της επικοινωνίας συνιστά αντικείμενο της Φιλοσοφίας.
- Στο πραγματολογικό πεδίο μελετάται η επίδραση της επικοινωνίας στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Στην κατηγορία αυτή διερευνώνται όλες οι μορφές συμπεριφοράς (λεκτική και μη λεκτική) καθώς και το πλαίσιο μέσα στο οποίο η επικοινωνία, λαμβάνει χώρα. Η βασική αρχή είναι ότι τα πάντα, κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα ή αδράνεια, ομιλία ή σιωπή, όλα είναι ένα μήνυμα. Η επικοινωνία, δηλαδή, αποτελεί κατεξοχήν και πάνω απ'όλα μια μορφή δράσης, παρέμβασης, επίδρασης πάνω στον άλλο. Αντικείμενο διερεύνησης δεν είναι μόνο το μήνυμα αυτό καθεαυτό, αλλά η συναλλαγή μεταξύ πομπού και αποδέκτη. Η πλευρά αυτή της επικοινωνίας αποτελεί αντικείμενο της Ψυχολογίας.
- Το πρώτο αφορά στην ανυπαρξία της μη επικοινωνίας. Η επικοινωνία ταυτίζεται με τη συμπεριφορά. Δεν υπάρχει, λοιπόν, αντίθετη κατάσταση, δηλαδή μη επικοινωνία.
- Το δεύτερο αφορά στην οργάνωση της επικοινωνίας, η οποία διακρίνεται σε δύο επίπεδα: α) στο επίπεδο του περιεχομένου (content) του μηνύματος και β) στο επίπεδο του ορισμού της σχέσης (command). Τα δύο αυτά επίπεδα βρίσκονται σε άμεση συσχέτιση: όσο λιγότερο σαφής είναι o ορισμός της σχέσης (πως αντιλαμβάνεται το ένα άτομο το άλλο), τόσο το περιεχόμενο ενός μηνύματος χάνει την αυτοτέλειά του με αποτέλεσμα να εμπλέκεται διαρκώς στη διασαφήνιση του ορισμού της σχέσης των επικοινωνούντων.
- Το τρίτο ορίζει ότι η επικοινωνία εμπεριέχει ένα τριαδικό σχήμα αλληλεπίδρασης. Κάθε απάντηση σε ένα ερέθισμα προκαλεί ταυτόχρονα και ερέθισμα για μιαν απάντηση. Το τριαδικό σχήμα αλληλεπίδρασης είναι κυκλικό, δεν ανήκει στο σχήμα μονόδρομης κατεύθυνσης αίτιο - αποτέλεσμα.
- Σύμφωνα με το τέταρτο αξίωμα, η επικοινωνία χωρίζεται σε δύο κατηγορίες, την ψηφιακή (λεκτική) και την αναλογική (μη λεκτική). Είναι φανερό ότι η αναλογική είναι η πιο ασαφής, διότι δεν έχει τη δυνατότητα να εκφράσει έννοιες όπως αντίθεση, χρονική διάκριση, υπόθεση, προϋπόθεση.
- Το πέμπτο αξίωμα ορίζει ότι η επικοινωνία οργανώνεται σε πρότυπα συμπεριφοράς και η συμπεριφορά καθορίζεται από κανόνες. Η μελέτη αυτών των κανόνων ονομάζεται «μετεπικοινωνία». Η μετεπικοινωνία, συνεπώς αναφέρεται στη μελέτη της ίδιας της επικοινωνίας.
- Επίπεδο θέματος: ( πληροφορία, υπόθεση, δουλειά, ζήτημα ).
- Επίπεδο σχέσης: ( τι αισθάνεται, τι σκέπτεται, ο Πομπός για τον Δέκτη, λόγος, τόνος φωνής κλπ.).
- Επίπεδο αυτοαποκάλυψης (αυτοπαρουσίασης): κινήσεις, γνώσεις, τρόπος έκφρασης (στοιχεία και συναισθήματα που σχετίζονται με την αυτοπεποίθηση).
- Επίπεδο πρόσκλησης: ( ο Πομπός προσπαθεί να επηρεάσει τον Δέκτη. Ο Δέκτης διερωτάται: που με πάει, τι θέλει να κάνω).
Η σύγκρουση δημιουργείται όταν ο Δέκτης αντιδρά σ'εκείνο το επίπεδο, στο οποίο ο Πομπός δεν ήθελε να δώσει το βάρος. Όταν Πομπός και Δέκτης βρίσκονται (επικοινωνούν) στο ίδιο επίπεδο, μπορεί να υπάρχει διαφορετική άποψη, αλλά δεν υπάρχει σύγκρουση.
Εκείνη: Αν δε σ'αρέσει πήγαινε αλλού να φας.
Εκείνη: Εσύ οδηγείς ή εγώ;
1. Το κόκκινο έγινε πράσινο..................... | θέμα |
2. Δεν οδηγείς καλά, είσαι αργή............... | σχέση |
3. Βιάζομαι............................................... | αυτοαποκάλυψη |
4. Ξεκίνα, πάτα γκάζι................................ | πρόσκληση |
- Εντάξει (και να ξεκινήσει) ..........................αντίδραση στο επίπεδο θέματος
- Μπορεί να ισχύει αυτό που λες, αλλά έχω άλλες χάρες (να χαμογελάσει και να ξεκινήσει)
ή ....αλλά δε μ'αρέσει να τ'ακούω ..........αντίδραση στο επίπεδο σχέσης - Δεν ήξερα ότι βιάζεσαι (και να ξεκινήσει βιαστικά)........................ αντίδραση στο επίπεδο αυτοαποκάλυψης
- Στις διαταγές σας αφέντη μου (και να ξεκινήσει)..... αντίδραση στο επίπεδο πρόσκλησης
Δυνατότητες αντίδρασης του δασκάλου:
- Το έκανε επίτηδες; (ζητά κι άλλες πληροφορίες -αντίδραση στο επίπεδο θέματος)
- Σε βλέπω πολύ θυμωμένη (αντίδραση στο επίπεδο αυτοαποκάλυψης )
- «Γιατί το λες εμένα αυτό, δεν είμαι ο αστυνομικός σας» ή «χαίρομαι που μ'εμπιστεύεσαι» (αντίδραση στο επίπεδο σχέσης)
- «Έρχομαι να δω τι συνέβη» (αντίδραση στο επίπεδο προσδοκίας)
Στο επίπεδο σχέσης: Τιμωρία του Δέκτη (βλέπεις σε τι χάλια μ'έφερες; ).
Στο επίπεδο αυτοαποκάλυψης: Χαρά ή λύπη.
Στο επίπεδο πρόσκλησης: Στρατηγική να προκαλέσεις την προσοχή, το ενδιαφέρον του άλλου.
Οι δύο συχνότερες αφορμές που μπορούν να οδηγήσουν σε πρόβλημα είναι: πρώτον, δύσκολα παραμένει κανείς στο θέμα και δεύτερον δύσκολα φτάνει η πληροφορία στο δέκτη εξαιτίας του δυσνόητου χαρακτήρα της.
- Απλή, κατανοητή, συγκεκριμένη πληροφορία.
- Κατανομή, ταξινόμηση.
- Συντομία.
- Ερεθίσματα (παραδείγματα, χιούμορ).
- Εάν η συνεργασία δεν προχωρά, τι γίνεται με τη σχέση; (λύνουμε πρώτα το μεταξύ μας πρόβλημα και μετά συνεχίζουμε τη συνεργασία).
- Τι μου είναι σημαντικό με σένα τώρα και κάτω από τις συνθήκες που επικρατούν.
Πρόβλημα δημιουργείται όταν το περιεχόμενο, κυρίως όμως ο τρόπος έκφρασης της πληροφορίας προκαλεί αρνητικά συναισθήματα στο Δέκτη. (οι δύο άξονες: εκτίμηση - υποτίμηση και καθοδήγηση - αδιαφορία).
- « Μαμά εγώ θα φορέσω το τζιν μου.
Η μητέρα της μπορεί να αντιδράσει με τους εξής τρόπους
- Αγαπούλα μου αυτό δεν ταιριάζει, φόρεσε τη μαύρη σου φούστα και πάμε. (Στο σχεδιάγραμμα η περιοχή 1)
- Χαζή είσαι; Τη μαύρη σου φούστα φόρεσε και πάμε. (περιοχή 2)
- Κάνε ότι θέλεις. Ούτως ή άλλως, μυαλό να σκεφτείς λογικά δεν έχεις. (περιοχή 3)
- Φοβάμαι πως δε θα φαίνεσαι γιορτινή. Με παντελόνια όμως νιώθεις πιο άνετα, δεν είναι; (περιοχή 4)
α. Συμφωνία και στα δύο επίπεδα: Ιδανική, αλλά σπάνια περίπτωση.
β. Ασυμφωνία στο θέμα, συμφωνία στη σχέση: δε δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα.
γ. Συμφωνία στο θέμα, ασυμφωνία στη σχέση: Όταν λείψει το θέμα εμφανίζεται το πρόβλημα σχέσης.
π.χ. Όταν φύγουν τα παιδιά τα παιδιά απο το σπίτι το ζευγάρι μπορεί να οδηγηθεί ακόμα και σε διαζύγιο. Σ' άλλες περιπτώσεις μερικά παιδιά διατηρούν τα προβλήματα ή τα συμπτώματά τους για να μη χωρίσουν οι γονείς.
δ. Ασυμφωνία και στα δύο επίπεδα: η χειρότερη μορφή επικοινωνίας.
3). ΑΥΤΟΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
Όταν η σχέση με γονείς και περιβάλλον επηρεάζουν αρνητικά την αυτοεκτίμησή μου, τότε αυξάνει ο φόβος αποτυχίας και φοβάμαι μην ανακαλυφθεί η αδυναμία μου. Έχει προηγηθεί ο μηχανισμός της ενδοβολής ( ήδη από την παιδική ηλικία ). Με το μηχανισμό της ενδοβολής ο κριτής εισέρχεται μέσα μου και γίνομαι εγώ ο κριτής του εαυτού μου κι έτσι ενοχοποιούμαι. Για να απαλλαγώ από την ενοχή προβάλω πάλι τον κριτή προς τα έξω οπότε το περιβάλλον γίνεται ο κριτής και τότε φοβάμαι την κρίση, την τιμωρία ή την απόρριψη.
Ο κόσμος του παιδιού (κι αργότερα του ενήλικου) είναι γεμάτος "δικαστές" κι "ανταγωνιστές". Αναγκαζόμαστε λοιπόν να αναπτύσσουμε διάφορες τεχνικές για να αποφεύγουμε τους φόβους απόρριψης και ενοχής.
- Δείχνουμε τη σοκολατένια πλευρά για να μην φανούν οι αδυναμίες (προβολή, αυτοέπαινος, εντυπωσιακός αλλά δυσνόητος λόγος, έμμεση προβολή αναφέροντας ¨παρεπιπτώντος¨ πτυχία, διπλώματα, ταξίδια, εξοχικά σπίτια κ.α. ή οδηγώντας μια συζήτηση σε «εντός - έδρας» θέματα, δηλαδή σε αυτά που έχουμε αρκετές γνώσεις.
- Αποφεύγουμε την έκθεση (σιωπή, αποφυγή ερωτήσεων και κριτικής, αποφυγή εκδήλωσης συναισθημάτων, αλλαγή θέματος)
- Χρησιμοποιούμε άλλα πρόσωπα αντί το Εγώ («δεν μπορεί να...», «σε λίγο θα πάμε για ύπνο», «η λογική λέει...», «πρέπει διαρκώς να διακόπτεις;»
- Επιδεικνύουμε αδυναμίες: «αυτό δεν το μπορώ με τίποτα», «είμαι χάλια» με σκοπό να αποφύγουμε τις ευθύνες ή μια πιθανή αποτυχία.
- Τόσο λιγότερο αποτελεσματικός είναι στη δουλειά του, στη συνεργασία, στην πληροφόρηση κ.λ.π. Η συζύτηση χάνει την αξία και την ποιότητά της (το επίπεδο θέματος μπαίνει σε δεύτερη μοίρα).
- Δε μαθαίνει ότι και άλλοι μπορεί να έχουν παρόμοια προβλήματα.
- Δε μπορεί να δημιουργήσει και να διατηρήσει ουσιαστικές σχέσεις.
- Έχει αυξημένο άγχος εξαιτίας της συνεχούς προσπάθειας να δείχνει κάτι άλλο απ'αυτό που αισθάνεται, και πολλές φορές μάλιστα ασυνείδητα. Η ανάγκη να δείχνουμε έναν άλλο εαυτό, μας κρατά σε μια συνεχή ένταση που είναι επικίνδυνη για την υγεία μας. Τα περισσότερα ψυχοσωματικά συμπτώματα έχουν τις ρίζες τους σε αυτήν την προσπάθεια. Τα συγκεκριμένα άτομα αρκετές φορές δεν έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στα ίδια τους τα συναισθήματα. Στην ερώτηση «πως αισθάνεστε τώρα» δυσκολεύονται ν'απαντήσουν, σκέφτονται και το «βρίσκουν» μετά από λογική σκέψη («μάλλον ναι...», «αυτό θα'πρεπε να νιώθω..»).
Παραδείγματα:
Με το κλάμα μπορούμε να προκαλέσουμε αγκάλιασμα.
Η αδεξιότητα αναγκάζει τον άλλο να αναλάβει : "δώσε μου να το κάνω εγώ".
Μια φοβία του ενός συντρόφου αναγκάζει τον άλλο να επιστρέφει νωρίς στο σπίτι.
Δίχνοντας οτι είμαστε ιδιαίτερα ευαίσθητοι, παύει ο άλλος να είναι επικριτικός,
Η παιδική συμπεριφορά προκαλεί περισσότερη προσοχή, έστω και με θυμό.
- Να αγνοεί το "σύμπτωμα".
- Να απευθύνεται στον ασυνείδητο σκοπό του Πομπού: "μήπως θέλεις ν'ασχοληθώ περισσότερο μαζί σου;"
- Να εκφράζει τα δικά του συναισθήματα και προβλήματα. Έτσι μαθαίνει ο Πομπός να κάνει κι αυτός το ίδιο και κυρίως συνειδητοποιεί ότι δεν είναι κακό να έχεις πρόβλημα ή αδυναμίες.
Π.χ. Οι ομιλίες πολιτικών, η περιγραφή ιδεολογιών, η ανάλυση πολιτικών ή θρησκευτικών διαφορών κ.α, αλλά και εκφράσεις όπως «μας τέλειωσε η ζάχαρη».)
Το αίτημα (ψήφισέ με, πίστεψέ με ή φέρε μου κλπ. εκπέμπεται σαν να αναφέρεται στο επίπεδο θέματος.
- Όταν φοβόμαστε την αυτοαποκάλυψη:
Δε ζητάμε βοήθεια, για να μη δείξουμε την αδυναμία μας. Δε ζητάμε κάτι "καινούργιο" κάνοντας έρωτα, για να μην παρεξηγηθούμε. - Όταν φοβόμαστε την άρνηση:
Μια "μπερδεμένη" πρόσκληση μπορεί ο Δ. να μην την καταλάβει καλά και να δυσκολευτεί να αρνηθεί. - Όταν από παιδιά δεν έχουμε μάθει (δε μας επιτρεπόταν) να εκφράζουμε τις επιθυμίες μας.
- Όταν δεν ξέρουμε εάν ο Δ. θα δεχθεί να κάνει αυτό που θα του ζητήσουμε.
- π.χ. Αντί να πούμε: "Μπορείς να με πάς ως το σπίτι με το αμάξι σου;" Λέμε "υπάρχει εδώ κοντά λεωφορείο;"
Αντί: "Είστε πανέμορφη, θα ήθελα πολύ να γνωριστούμε, έστω και για λίγο" , επιλέγουμε: " Έχετε μήπως φωτιά;" - Όταν προτιμούμε να δώσουμε τη δυνατότητα στον άλλο να κάνει αυτό που θέλουμε "αυθόρμητα"!
- «Ήταν πολύ καλή η ιδέα να συναντηθούμε σήμερα το βράδυ». Σε λίγο οι επισκέπτες θα φύγουν! - Όταν υποθέτουμε ότι ο Δ. δυσκολεύεται να πει όχι.
- Όταν φοβόμαστε την ευθύνη των πράξεων που ζητάμε από συνάδελφο, σύζυγο, παιδί κλπ.
Π.χ. Το φόρεσε το παλτό σου μπορεί να οδηγήσει τον Δέκτη σε αρνητική συμπεριφορά και να αρνηθεί να φορέσει το παλτό του. (ο Δέκτης αισθάνεται ότι ο Πομπός δεν τον εμπιστεύεται ή ότι δεν του συμπεριφέρεται καλά).
- Π.χ. Φίλος στο ζηλιάρη σύζυγο: "Μην παρακολουθείς βήμα προς βήμα τη γυναίκα σου, αυτό μπορεί να χαλάσει το γάμο σου".
- Μια υπάλληλος δεν τα πηγαίνει καλά με τον προϊστάμενο της. Ο σύζυγός της τη συμβουλεύει να μην κλείνει το στόμα της και να του λέει τι αισθάνεται.
Η σύζυγος: "Δεν μπορώ, με πιάνει ταχυπαλμία".
Ο σύζυγος: "Προσπάθησε να είσαι ήρεμη"..κλπ.
Η στάση αυτή, όχι μόνο δε βοηθά, αλλά χειροτερεύει την κατάσταση, καθότι ο Δέκτης δεν είναι σε θέση ν'ακολουθήσει τη συμβουλή, την οποία άλλωστε και ο ίδιος γνωρίζει. Η ζήλια (στο πρώτο παράδειγμα) και αισθήματα ανεπάρκειας, φόβου απόρριψης (στο δεύτερο παράδειγμα), εξάρτησης, ενοχής κλπ. αποτελούν βαθύτερα προβλήματα της προσωπικότητας του Δέκτη και απαιτούν διαφορετική αντιμετώπιση (συνειδητοποίηση και θεραπευτική αντιμετώπιση του θεραπευτικού προβλήματος)
Η γλώσσα διαθέτει επίσης την ικανότητα, με τον πλούτο των λέξεων που περιλαμβάνει και τους δυνατούς (μετα)σχηματισμούς της, να δηλώνει κάτι και ταυτόχρονα να δηλώνει κάτι άλλο.
Έτσι ο λόγος στη λεκτική επικοινωνία μπορεί να λέει λίγα ή πολλά, μπορεί επίσης να λέει άλλα, μπορεί όμως ακόμα σε ορισμένες περιπτώσεις και να σωπαίνει, να μιλάει δηλαδή για να μη λέει τίποτα. Αυτό συμβαίνει π.χ. όταν κάποιος αφηγείται ένα περιστατικό που του έχει συμβεί και ενώ φλυαρεί ανούσια, αναφερόμενος σε απίστευτες λεπτομέρειες, αποφεύγει να κάνει το παραμικρό σχόλιο για οτιδήποτε μπορεί να αισθάνθηκε, για τα συναισθήματά του. Μερικές φορές ορισμένες σιωπές μοιάζει να δηλώνουν ή να εκφράζουν πολλά, άλλες φορές διάφορες παρεμβάσεις ή αλλαγές θέματος να έχουν το χαρακτήρα μιας συγκαλυμμένης σιωπής.
Αν ο Δέκτης υπακούσει στην εντολή, αυτομάτως αυτό που κάνει ισοδυναμεί με μη συμμόρφωσή του. Η παράδοξη εντολή, είναι συνεπώς λογικά ανεκπλήρωτη. Παράδοξο μήνυμα είναι όταν κάποιος, π.χ. ζητά από κάποιον άλλο να είναι αυθόρμητος. Πώς μπορεί κανείς να είναι αυθόρμητος, όταν η ανάλογη συμπεριφορά έρχεται να ικανοποιήσει την επιθυμία του άλλου; Παράδοξο επίσης μήνυμα είναι όταν μια γυναίκα λέει στον άνδρα της, ο οποίος ως προσωπικότητα είναι παθητικός, «θέλω να μ'εξουσιάζεις» ή «πότε επιτέλους θα μάθεις να'σαι επιβλητικός», ή όταν μια μητέρα λέει στο παιδί της «μην είσαι τόσο υπάκουος». (μία τέτοια πρόσκληση οδηγεί το Δέκτη στη θέση pat (σκάκι). Αν υπακούσει δεν θα ανταποκριθεί στην επιθυμία του αιτούντος που του λέγει να μην υπακούει. Αν δεν ακολουθήσει τη συμβουλή είναι σαν να μη δέχεται το περιεχόμενό της και άρα να συνεχίσει να είναι υπάκουος!!
Τα παράδοξα όμως μηνύματα, όπως και τα μηνύματα «διπλού δεσμού», για τα οποία γίνεται λόγος στη συνέχεια, όταν απευθύνονται συστηματικά σε μικρά παιδιά από τους γονείς τους, αποτελώντας χαρακτηριστικό τρόπο της μεταξύ τους επικοινωνίας, μπορεί να παράγουν και δράματα.
1. Από την προσωπικότητα
2. Από το φύλο
3. Από το περιβάλλον (πολιτισμός, κουλτούρα, συνήθειες)
4. Από τη φάση και τις συνθήκες ζωής ( εξωγενείς παράγοντες )
Όσον αφορά στους ασυνήθιστους ή ξαφνικούς εξωγενείς παράγοντες εννοώ περιπτώσεις όπως: βαριά ασθένεια, απώλεια εργασίας, σεισμός, πόλεμος, ξαφνικός θάνατος αγαπητού προσώπου, διαζύγιο, υποχρεωτική μετακόμιση, προσφυγιά κλπ. Αυτές και άλλες παρόμοιες καταστάσεις φορτίζουν ιδιαίτερα συναισθηματικά το άτομο και κατ'επέκταση και τον τρόπο συμπεριφοράς του. Συνήθως είναι παροδικές.
Τον πιο σημαντικό ρόλο όμως στον τομέα της επικοινωνίας (όπως άλλωστε και στα περισσότερα θέματα της ζωής) τον έχει η προσωπικότητα, καθότι μια υγιής προσωπικότητα θα είναι σε θέση να επικοινωνεί ικανοποιητικά ακόμα και κάτω από δύσκολες συνθήκες (παθολογική συμπεριφορά του άλλου, διαφορετικό φύλο, διαφορετική κουλτούρα, ξαφνικοί εξωγενείς παράγοντες κλπ.).