«Φάρμακα» και «Φαρμάκια» - Point of view

Εν τάχει

«Φάρμακα» και «Φαρμάκια»



  Η ενασχόληση των ανθρώπων με τα δηλητήρια είναι τόσο παλιά όσο και το ανθρώπινο γένος. Ο άνθρωπος, από τα πρώτα του βήματα, αναζήτησε την ιαματική δράση των βοτάνων. Παράλληλα όμως διαπίστωσε σε πολλά από αυτά και τις δηλητηριώδεις ιδιότητές τους.

 Ήδη ο Διοσκουρίδης επισημαίνει ότι τα όρια μεταξύ  φαρμάκων και δηλητηρίων εξαρτώνται από τη δοσολογία. 

 Την ίδια αυτή η άποψη εξάλλου αποδίδουν στα νέα ελληνικά οι λέξεις «φάρμακο» και «φαρμάκι».




 Ο Θεόφραστος αναφέρει ότι στην Κέα φύεται άφθονο και καλής ποιότητας κώνειο, του οποίου αρχικά οι Κείοι ξέραιναν και έτριβαν τα φύλλα και τη ρίζα του και χρησιμοποιούσαν τη σκόνη αυτή ανακατεμένη με νερό. 



 Αυτό τον τρόπο παρασκευής του δηλητηρίου αναφέρει και ο Πλάτων, περιγράφοντας τις τελευταίες στιγμές του Σωκράτη.

  Αργότερα όμως, σύμφωνα πάντα με το Θεόφραστο, οι Κείοι επινόησαν την επεξεργασία του φυτού αφού αφαιρούσαν από την καροτοειδή ρίζα του κωνείου τη φλούδα, την έκοβαν σε λεπτές και μικρές φέτες που στη συνέχεια μούλιαζαν σε νερό το οποίο και έπιναν ώστε «ταχείαν και ελαφράν γίνεσθαι την απαλλαγήν».


 Ο θάνατος με κώνειο ως τρόπος εκτελέσεως θεωρείται προνομιούχος, καθότι δεν συνοδευόταν από πόνους ή ταραχή.

 Το 27 μ. Χ. ο Βαλέριος Μάξιμος υπήρξε αυτόπτης μάρτυς της αυτοκτονίας μιας πλούσιας κυρίας στην Ιουλίδα της Κέας. Η γυναίκα αυτή ήταν 90 χρόνων με πλήρη σωματική και πνευματική επάρκεια. Θέλησε μόνη της να δώσει τέλος στη ζωή της, παρουσία των υψηλών προσκεκλημένων της. 

 Ίσως, μέσω αυτής, έχουμε την πιο αξιόπιστη μαρτυρία επιδράσης του κωνείου στον ανθρώπινο οργανισμό καθώς η ίδια, αφού ήπιε το κώνειο, συνέχισε να συζητά με τους παρευρισκομένους και να διηγείται τις συνέπειες του θανατηφόρου ποτού.




 Τους εξηγούσε πώς πάγωναν τα μέλη της από τα πόδια προς τα πάνω και όταν ένιωσε ότι μουδιάζουν τα σπλάχνα της και ότι άρχισε να παραλύει η καρδιά της, ζήτησε από τις κόρες της να της κλείσουν τα μάτια.


 Στον αντίποδα του θανατηφόρου κωνείου υπάρχει μία πλειάδα βοτάνων τα οποία σε εποχές όπου η ιατρική δεν είχε τα σύγχρονα μέσα, εξασφάλιζαν στους ανθρώπους απαλλαγή από τους πόνους, θεραπεία, συχνά μάλιστα και ολική αποκατάσταση της υγείας τους. 

 Τρεις είναι οι μορφές που κυριαρχούν στη βοτανοθεραπεία: 

 Πρώτος ο Ιπποκράτης (460 έως 370 π.χ.) έψαξε για τα πραγματικά αίτια των ασθενειών και κατέφυγε με συστηματική έρευνα και επιμέλεια στη χρήση των βοτάνων.

 Το έργο του ακολούθησε ο Θεόφραστος (372 -287 π.Χ.) με το έργο του «Περί φυτών ιστορίας», ο οποίος και έθεσε τις βάσεις της σύγχρονης βοτανικής και εντόπισε ένα πολύ μεγάλο μέρος των φαρμακευτικών και αρωματικών ιδιοτήτων φυτών που γνωρίζουμε σήμερα.

  Τελευταίος είναι ο Διοσκουρίδης ο οποίος εμφανίστηκε τον 1ο αιώνα μ.Χ., οπότε και η βοτανολογία έφτασε στο αποκορύφωμα της.




 Οι γνώσεις του αποτελούν μέχρι και σήμερα πηγή κατάπληξης, καθώς τα βασικά του συμπεράσματα από τις επιστημονικές του παρατηρήσεις ισχύουν μέχρι και σήμερα.


 Από τις αναφορές και των τριών μπορούμε να συμπεράνουμε ποια ήταν τα κυριότερα προβλήματα υγείας στην αρχαιότητα.

 Ο Διοσκουρίδης απαριθμεί πάνω από 50 ασθένειες που βασανίζουν το ανθρώπινο σώμα, από τον απλό πονοκέφαλο μέχρι τις πέτρες των νεφρών και το έλκος του στομάχου.

 Τα γυναικολογικά προβλήματα και οι δηλητηριάσεις φαίνεται να ήταν συχνά.

 Οι απλές πληγές όμως είτε σε καιρό ειρήνης είτε σε καιρό πολέμου, ήταν ίσως το βασικότερο πρόβλημα σε μία εποχή που τα αντιβιοτικά ήταν άγνωστα.

 Έτσι φυτά όπως το λυσιμάχιον χρησιμοποιούνταν για τις αιμοστατικές τους ιδιότητες.

 Η ελξίνη (περδικάκι ή ανεμόχορτο) και το αρίσαρον (λυχναράκι) χρησιμοποιούνταν για την στυπτικότητά τους.
 
 Ο Διοσκουρίδης  δε έδινε στους ασθενείς το κρασί με λίγο χυμό από ρίζα μανδραγόρα για να τους ρίξει σε βαθύ ύπνο ώστε να μπορέσει να καυτηριάσει τις πληγές τους.


 Υπήρχαν όμως και φυτά πολύτιμα, με πολλαπλές ιδιότητες που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να καταπολεμηθεί μεγάλος αριθμός παθήσεων και ενοχλήσεων. Με τους πόρους του κρότωνα (κρουτούνι ή κουρτούνι) έφτιαχναν ρετσινόλαδο που ήταν καθαρτικό και εμετικό και χρήσιμο στην παραγωγή έμπλαστρου, όπως αναφέρει ο Διοσκουρίδης.

 Ο Πλίνιος προσθέτει ότι ρετσινόλαδο με ίση ποσότητα χλιαρού νερού χαλαρώνει τα έντερα.

 Τέλος, ο ασφόδελος, εκτός από τις δεισιδαιμονίες που τον περιέβαλαν και που τον έκαναν ένα γενικό προφυλακτικό εναντίον παντός είδους κακών, είχε και πολλαπλές φαρμακευτικές χρήσεις. Θεραπεύει μεταξύ άλλων τον ίκτερο τους σπασμούς και το άσθμα.


 Σε μία εποχή επιστροφής στους φυσικούς τρόπους αντιμετώπισης παθήσεων και τραυματισμών, ως συμπληρωματικών της κλασικής ιατρικής, οι παρατηρήσεις των αρχαίων Ελλήνων όσον αφορά τα βότανα αποδεικνύονται πολύτιμες και μέχρι τις μέρες μας ανακουφίζουν τον πόνο εκατομμυρίων ανθρώπων.

 Η ελληνική γη, πλούσια σε βότανα, καθώς έχει την πλουσιότερη χλωρίδα σε όλη την Ευρώπη και τη λεκάνη της Μεσογείου, αρχίζει να αποτελεί ξανά πηγή βότανων, τα οποία καλλιεργούνται συστηματικά, όπως συμβαίνει και στο Άγιον Όρος, και εξάγονται σε όλο τον κόσμο.




  Το κώνειο (αγγλ. poison hemlock) είναι φυτικό δηλητήριο. Οφείλει την ονομασία του στο ρήμα "κωνάω", που σημαίνει "περιστρέφω" (αρχ. ελλ. παράγωγο "κώνος" = σβούρα). Παράγεται από το φυτό κώνειον το στικτόν (Conium maculatum). Το φυτό είναι πολύ κοινό στην Ελλάδα, από τα αρχαία χρόνια έως σήμερα. Στην Αρχαία Αθήνα χρησιμοποιούνταν για τις ναρκωτικές του ιδιότητες από τους ιεροφάντες (ως αναφροδισιακό).

  Η δραστική ουσία του κωνείου είναι το αλκαλοειδές κωνειΐνη. Θεωρείται, μαζί με την νικοτίνη, το ισχυρότερο των φυτικών δηλητηρίων. Το βασικό της μειονέκτημα είναι ότι είναι ισχυρά πτητική ένωση και, κατά συνέπεια, μη πρόσφατα παρασκευάσματα χάνουν σταδιακά την δηλητηριώδη ισχύ τους.




 Η κατάποση εκχυλίσματος (κυρίως φύλλων και βλαστών) κωνείου προκαλεί ανώδυνο θάνατο. Στην αρχή τα αισθητήρια νεύρα νεκρώνονται από την περιφέρεια προς το κέντρο. Υπάρχει απώλεια των μυικών δυνάμεων, αμβλύνονται οι περιφερειακές αισθήσεις, το ανακλαστικό τόξο του νωτιαίου μυελού προκαλεί τρόμο και σπασμούς. Τέλος, επέρχεται ύπνος, εγκεφαλική νάρκη και, τελικά, θάνατος.

 
 Βοτανική Περιγραφή

 Φυτό ποώδες, λείο σχεδόν χωρίς τρίχες, μεγάλο, με ύψος από 50cm έως 2,5m, μονοετές ή διετές.

 Ο βλαστός είναι ισχυρός, ορθός, διακλαδιζόμενος, συνήθως με ερυθροκαστανές κηλίδες προς το κάτω μέρος, κούφιος εσωτερικά, γραμμωτός κατά μήκος εξωτερικά.

 Τα φύλλα του είναι έμμισχα, αντίθετα, τα κατώτερα μεγάλα μέχρι 50x40cm με το περίγραμμα τους τριγωνικό, σύνθετα, 2-4 φορές πτεροειδή, μαλακά, χωρίς τρίχες Με τμήματα λογχοειδή έως δελτοειδή, πτεροσχιδή, χνουδωτά.

 Φύλλα περιβλήματος: μόνιμα βράκτεια, βραχέα κατανεύοντα 0-5-6 στενά τριγωνικά έως ωοειδή-λογχοειδή φύλλα, με άκρα που γυρνούν προς τα κάτω, ξηρής μεμβρανώδους υφής.

 Περιβλημάτιο εκ 3-6 φυλλαρίων, μονόπλευρα προς το έξω μέρος του μερικού σκιαδίου που φαρδαίνουν και συμφύονται στην βάση.

 Ταξιανθίες σύνθετα σκιάδια, με 10-20 ακτίνες, στην άκρη και σε μασχάλες του βλαστού, με άνθη μικρά, λευκά χωρίς σέπαλα, που αναπτύσσονται συνήθως τον δεύτερο χρόνο.

 Πέταλα αντωοειδή, με κορυφή κυρτή προς τον άξονα.

 Στύλοι βραχείς, παχείς, διεστώτες.

 Καρπός τεφροπράσινος, διαχαίνιο, ωοειδής, υποσφαιρικός σχεδόν σφαιρικός, πεπιεσμένος εκ των πλαγίων 2,5-3,5 mm,που διασπώνται σε δύο τεμάχια, με μεριστοκάρπια που είναι ωοειδή και φέρουν ανάγλυφες πλευρές κυματοειδείς επαλξωτές

 Χωρίς εκκριματοφόρους αγωγούς..

 Η ρίζα είναι σαν του φυτού Pastinaca (parsnip) και διακλαδιζόμενη

 Οσμή: Το φυτό έχει βαριά και δυσάρεστη οσμή που γίνεται εντονότερη με την σύνθλιψη των φύλλων των βλαστών και των καρπών. Οσμή σαν από ούρα ποντικών.

 Η γεύση των καρπών είναι πικρή και προκαλεί ναυτία.


 Ιστορία

 Γνωστό από πολύ παλιά, φημολογείται ότι χρησιμοποιήθηκε πριν από τους ιστορικούς χρόνους για την θανάτωση των γερόντων των ανικάνων προς εργασία, των αναπήρων και των αρρώστων Κείων (νήσος Κέα = Τζιά).

 Το κώνειο της Αττικής και ιδιαίτερα των Μεγάρων θεωρείτο δραστικότερο. Επίσης προτιμούσαν το φυόμενο σε μέρη ψυχρά και σκιερά όπως αυτό της Λούσσης πλησίον της Μαντινείας.

 Ο Άτταλος ο Γ’ βασιλεύς της Περγάμου καλλιεργούσε το κώνειο μαζί με πολλά άλλα δηλητηριώδη φυτά στον κήπο του. Στην Αθήνα χρησιμοποιείτο γιά τις ναρκωτικές του ιδιότητες από τους ιεροφάντες, ως αναφροδισιακό.

 Ο Ιπποκράτης σε πολλά σημεία των συγγραμμάτων του αναφέρει το σπέρμα του κώνειου ως ναρκωτικό, σε καταπλάσματα, υπόθετα και υποκαπνισμούς.

 Τον 3ον π.Χ. αιώνα ο Νίκανδρος το περιγράφει ως εξής στα «Αλεξιφάρμακα»: το δηλητήριο φέρνει σκοτεινή νύκτα «σκοτόεσσαν νύκτα», οι άνθρωποι παραλύουν και έρπουν στα χέρια, η αναπνοή τους πιάνεται καθώς φράζει ο λαιμός, τα άκρα παγώνουν και τέλος η ψυχή τους πηγαίνει στον άλλο κόσμο από έλλειψη αέρα λόγω παράλυση της αναπνοής.

 Με κώνειο θανατώθηκε και ο μέγας φιλόσοφος Σωκράτης. Τέσσερα χρόνια κατόπιν, αφότου παρακολούθησε μέχρι την φυλακή τον μαθητή του Θηραμένη, συλλαμβάνεται και αυτός (399 πΧ), κατηγορούμενος για ασέβεια και διαφθορά των νέων και διότι αδικεί «τον ήττω λόγον κρείττων ποιώνκαι τους άλλους ταύτα διδάσκων» (Πλάτων, Απολογία, 19).

 Στην φυλακή, αφού έμαθε από τον δεσμοφύλακα την ημέρα που έπρεπε να πάρει το κώνειο και τα συμπτώματα της δηλητηριάσεως, έλαβε το φάρμακο με απόλυτη αταραξία και χωρίς καμία μεταβολή των χαρακτηριστικών του προσώπου του.

 Ο Πλάτων στον Φαίδωνα μας δίνει με λαμπρό τρόπο την εικόνα της δηλητηριάσεως. Λέει λοιπόν ο Πλάτων:

 «Όταν ένοιωσε ο Σωκράτης να βαραίνουν τα σκέλη του ξάπλωσε, στη πλάτη. Έτσι του σύστησε ο δήμιος. Συγχρόνως αγγίζοντας τον, αφού πέρασε λίγος χρόνος, παρατηρούσε τα πέλματα και τα σκέλη. Κατόπιν πίεσε δυνατά το πόδι και τον ρώτησε αν αισθάνεται. Ό δε ουκ Εύη. (Είχε ήδη αρχίσει η νέκρωση των αισθητικών νεύρων από την περιφέρεια) και μετά από αυτό πίεσε πάλι, τις κνήμες και αφού ξαναήρθε μας έδειχνε ότι παγώνει και παραλύει. Τον άγγιξε και είπε ότι όταν φθάσει (η παράλυση ) στην καρδιά τότε θα πεθάνει. Ήδη σχεδόν το πάγωμα είχε φθάσει στο επιγάστριο. Ξεσκεπάστηκε, γιατί ήταν σκεπασμένος και είπε αυτό που ήταν τα τελευταία λόγια «ώ, Κρίτων, τω Ασκληπιώ οφείλομεν αλετρυόνα απόδοτε και μη αμελήσετε.» 

 Έτσι θα γίνουν είπε ο Κρίτων. Μήπως θέλεις κάτι άλλο να μας πεις, τον ρώτησε. Αλλά ο Σωκράτης δεν απάντησε τίποτα.... και τα όμματα έστησεν. Ιδών δε ο Κρίτων συνέλαβε το στόμα και τους οφθαλμούς.


 Ο Αριστοφάνης στους «Βάτραχους» στιχ. 186 την ψύξη των άκρων παρομοιάζει με χιόνι.

 Ο Θεόφραστος γράφει πως εκχύλισμα από τη ρίζα του κώνειου είναι το ισχυρότερο δηλητήριο και η απαλλαγή (δηλ. ο θάνατος) είναι εύκολη ακόμα και αν δοθεί μικρό καταπότιο. Ο ίδιος επισημαίνει και την συνέργεια με την μήκωνα την υπνοφόρο σε ένα ταχύ και ανώδυνο θάνατο, με μικρή σε όγκο ποσότητα φαρμάκου, παρατήρηση που αποδίδει στον βοτανικό Θρασύα, του 5ουπ.Χ αιώνα εκ Μαντινείας «ραδίαν ποιείν και άπονον την επόλυσιν τοις οποίς χρώμενος κωνείου τε και μήκωνος και ετέρων τοιούτων ώστε εύογκον είναι και μικρόν όσον δραχμής ολκήν».

 Ο Διοσκουρίδης αναφέρει: 

 «Το κώνειο όταν το πιείς προκαλεί σκοτοδίνες και θαμπώματα, ώστε να μη βλέπει κανείς ούτε λίγο, λόξιγκα και παράκρουση του νου και πάγωμα των άκρων. Στο τέλος παθαίνουν ασφυξία με σπασμούς καθώς σταματά ο αέρας στην τραχεία. Αρχικά λοιπόν, όπως και στα υπόλοιπα, θα το αποβάλλουμε με τους εμέτους, έπειτα αφού χρησιμοποιήσουμε καθαρτικό θα αποβάλλουμε αυτό που έχει διολισθήσει στα έντερα και τότε φτάνουμε στην πόση ανέρωτου κρασιού, σαν το καλλίτερο βοηθητικό μέσο, αφήνοντας ενδιάμεσα διαστήματα κατά τα οποία βοηθάει θα δοθεί για πόση, το γαϊδουρίσιο γάλα ή η αψιθιά μαζί με πιπέρι, κρασί και καστόριο. Επίσης ο απήγανος και ο δυόσμος μαζί με κρασί ή μία δραχμή καρδάμωμο ή στύρακα ή πιπέρι μαζί με σπόρο τσουκνίδας και κρασί ή τα φύλλα της δάφνης. Εξίσου και το γαλάκτωμα του σίλφιου με λάδι ή γλυκό κρασί. Και το γλυκό κρασί αν πίνεται σκέτο σε μεγάλη ποσότητα ενδείκνυνται αρκετά.»


 Ο Διοσκουρίδης αναφέρει για τις θεραπευτικές ενδείξεις του κωνείου. 

 Γράφει λοιπόν ότι, αφού ξηρανθεί έχει πολλές χρήσεις αναμειγνυόμενο για παυσίπονα κολλύρια, το εκχύλισμα του αν χρησιμοποιηθεί σε κατάπλασμα βοηθάει στον έρπητα και το ερυσίπελας. Βοηθάει επίσης αυτούς που παθαίνουν ονειρώξεις, ενώ αν το κατάπλασμα τοποθετηθεί στα γεννητικά όργανα περιορίζει την επιθυμία. Το κώνειο σταματά το γάλα στους μαστούς, περιορίζει την ανάπτυξη των μαστών στις κοπέλες, ενώ στα αγόρια προκαλεί ατροφία των όρχεων « ..μαστούς τε εν παρθενία κωλύει αυξάνεσθαι και διδύμοις ατρόφοις ποιεί επί παίδων»


 Ο Γαληνός αναφέρει το κώνειο σε πολλά σημεία, το συγκαταλέγει δε στα ψυχρά δηλητήρια, τα φονεύοντα δια καταψύξεως της καρδιάς (ΧΙ,596). Μνημονεύει δε «γραία Αθηναίαν η οποία από ελαχίστης δόσεως αρξαμένη ειθίσθη τω φαρμάκω» (ΧΙ, 601)

 Ο Πλίνιος (ΧΧV,55) περιγράφων το φυτό σημειώνει το δηλητηριώδες του σπέρματος. Και ο Κέλσος αναφέρει το φυτό ως δηλητήριο και ως αντίδοτο αυτού αναφέρει άφθονο άκρατο οίνο μετά πηγάνου (απήγανου) και κένωση του στομάχου δι’ εμέτου.(V, 27,12).

 Ο Σκριβώνιος Λάργος (κεφ.179) περιγράφων τα συμπτώματα της δηλητηριάσεως, συνιστά καθαρτικά κλύσματα και γάλα όνου.

 Πρώτος στη Ελλάδα που ήπιε το κώνειο αναφέρεται ο στρατηγός και πολιτικός Θηραμένης, κατά την εποχή των 30 τυράννων, όταν καταδικάστηκε σε θάνατο (404 π.Χ). Ο Θηραμένης ήταν από την Κέα και ήπιε με θάρρος το δηλητήριο. Όταν έχυσε τις τελευταίες σταγόνες κατά γης είπε ότι ήσαν για τον αντίπαλο του Κριτία. Οι λέξεις του ήταν προφητικές, γιατί πράγματι μετ’ ολίγον φονεύθηκε ο αντίπαλος του και καταλύθηκε η τυραννία των τριάκοντα.

 Δεύτερος θανατωθείς αναφέρεται ο Πολέμαρχος, χωρίς μάλιστα να γνωσθεί η αιτία της καταδίκης του, καθώς αναφέρει ο Λυσίας (κατα Ερατοσθ.Χ1,5).

 Παρότι η δηλητηριώδης δύναμις του κωνείου ήταν γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων, η χρήση του για την θανάτωση των καταδίκων εισήχθη το 404-403 πΧ. επί 30 τυράννων. Έτσι ο τρόπος του θανάτου κατέστη «πάτριον έθος» (πατροπαράδοτη τακτική) το δε φυτόν μυσαρόν (Πλίνιος ΧΧV,13)

 Προς θανάτωση χρησιμοποιούσαν τον οπόν τον λαμβανόμενον δι’εκθλίψεως των σπερμάτων, κυρίως, διότι περιείχε το μεγαλύτερο ποσοστό δραστικής ουσίας (1% κωνειίνη) ενώ ο οπός των βλαστών και των ριζών 0,5%. Η δόση ήταν καθορισμένη και γνωστή στον δήμιο. Συνήθως η δόση ήταν μία ολκή 4,5g. περίπου.

 
 Συχνά όμως αναγκαζόταν να χορηγούν και δεύτερη και τρίτη δόση. 

 Αυτό συμπεραίνεται από τους λόγους του δεσμοφύλακα προς τον Σωκράτη. Αυτός συνιστά προς τον κατάδικο να μην ομιλεί πολύ ζωηρά για να μην θερμανθεί και χρειασθεί να πιει διπλή ή τριπλή δόση.

  Με κώνειο θανατώθηκαν επίσης ο Φωκίων (318 π.Χ) και 4 πολιτικοί του φίλοι, τότε ο δήμιος αρνιόταν να παρασκευάσει την δόση του Φωκίωνα αν δεν ελάμβανε 12 αττικάς δραχμάς, την τιμήν της μίας δόσης. Τότε κάποιος από τους παριστάμενους φίλους έδωσε τα χρήματα παρατηρήσας με πικρία ότι «οι Αθηναίοι ουδέ δωρεάν να αποθάνει επιτρέπωσι αυτώ». Στην πραγματικότητα όμως το φάρμακο χορηγείτο δωρεάν στους καταδίκους, απλώς στην συγκεκριμένη περίπτωση ο δήμιος αρνιόταν με δικά του έξοδα, να πάει στην αγορά να πάρει το κώνειον.

 Θανατοθέντες με κώνειο αναφέρονται ο ρήτωρ Αισχίνης (323 π.Χ) διαφθείρας τους δικαστάς σε κάποια δίκη, ο Φιλοποίμων (197 π.Χ.), ο Βρετανικός θανατωθείς από τον Νέρωνα με μείγμα κωνείου και μήκωνος και κατά τους Χριστιανικούς χρόνους ο μάρτυρας Ιουστίνος (167 μ.Χ).


 Οι Ρωμαίοι το ονόμαζαν cicuta χρησιμοποιώντας αυτό το όνομα για διάφορα δηλητηριώδη φυτά της ιδίας οικογένειας. Το 1541 το όνομα cicuta δόθηκε σε άλλο φυτό Cicuta virosa και από τον Λινναίο η αρχαία λέξη Κώνειο στο φυτό Conium maculatum.(20)




   Κέα, Το νησί των αυτοκτονιών

 Αυτό που βρίσκω άξιο λόγου είναι ότι υπήρχε μια παράδοση ότι όποιος έφτανε την ηλικία των εξήντα θα αυτοκτονούσε οικειοθελώς πίνοντας ένα φλιτζάνι κώνιο – το ίδιο δηλητήριο με το οποίο εκτελέστηκε ο Σωκράτης. 

 Ονομαζόταν νόμος της Κέας και αναφέρεται από πολλούς αρχαίους συγγραφείς όπως ο Στράβωνας, ο Ηρακλείδης Ποντικός, ακόμη και ο Κλαύδιος Αιλιανός που έγραψε γι' αυτό μέχρι το 225 μ.Χ. 

 Ο Βαλέριος Μάξιμος το 18 μ.Χ. περιγράφει μάλιστα μια τέτοια αυτοκτονία, που έγινε παρουσία του. Μια ηλικιωμένη κυρία πήρε κώνιο περιτριγυρισμένη από την οικογένειά της, έχοντας κάνει τη διαθήκη της και φίλησε τους πάντες αποχαιρετώντας τους. 

 Λέγεται ότι ο νόμος ψηφίστηκε σε μια μακρά πολιορκία και ότι προτάθηκε από τους ηλικιωμένους για να ζήσουν οι νεότεροι. Κανείς δεν ξέρει πότε και πώς καταργήθηκε, αλλά, ως συνήθως, υπάρχει μια καλή ιστορία για αυτό.

Κάποτε ήταν ένας Κεάτης, αρνήθηκε να αφήσει τον γέρο πατέρα του να πεθάνει και τον έκρυψε στο σπίτι του παρά τη νομοθεσία.

 Κατά τη διάρκεια μιάς περιόδου έλλειψης εξουσίας στο νησί, συμφωνήθηκε ότι ο πρώτος που θα έβλεπε τις ηλιοφάνειες της αυγής θα γινόταν βασιλιάς. Ο καλός γιος άκουσε τη συμβουλή του πατέρα του και αντί να κοιτάξει ανατολικά όπως όλοι, κοίταξε δυτικά προς τα ψηλά βουνά και είδε το πρώτο φως της αυγής να χτυπά στις κορυφές τους. Όταν ρωτήθηκε αν σκέφτηκε αυτό το τέχνασμα ο ίδιος, είπε την αλήθεια. Ότι ήταν ιδέα του πατέρα του – και ότι ο πατέρας του ζούσε ακόμα.

 Αυτό το γεγονός έκανε τους νησιώτες να συνειδητοποιήσουν ότι οι παλιοί πολίτες είχαν ακόμα πολλά να συνεισφέρουν από την εμπειρία τους και κατάργησαν τον νόμο.

Ίσως κάτι να μάθουμε και στην εποχή μας ..

Pages