Η πάλη του Ιακώβ - Point of view

Εν τάχει

Η πάλη του Ιακώβ





  Σε μια από τις πιο συγκλονιστικές σκηνές του Βιβλίου της Γένεσης, ο Ιακώβ παλεύει όλη νύχτα μέσα σε μια σπηλιά με έναν μυστηριώδη ξένο (32: 24-32). Ο Ιακώβ βρίσκεται σε μια κρίσιμη φάση της ζωής του. Επιστρέφει στη μητρική γη ύστερα από απουσία είκοσι ετών. Ο μεγάλος του φόβος είναι απέναντι στον δίδυμο αδελφό του Ησαύ, τον οποίο είχε εξαπατήσει πριν από μια εικοσαετία, παίρνοντας με δόλο την ευχή του τυφλού πατέρα τους, Ισαάκ. Την ευχή κανονικά δικαιούνταν ο Ησαύ (είχε προηγηθεί στη γέννα), γι' αυτό και ορκίστηκε να σκοτώσει τον Ιακώβ. Η μητέρα τους, η Ρεβέκκα, έπεισε τότε τον Ιακώβ να φύγει για να γλιτώσει.

Καθώς επιστρέφει έπειτα από χρόνια, ο Ιακώβ διανυκτερεύει σε μια σπηλιά όπου όμως δέχεται την επίθεση κάποιου αγνώστου. Η μάχη είναι σώμα με σώμα και κρατάει ώς το χάραμα. Τότε, ο λαβωμένος στον μηρό Ιακώβ συνειδητοποιεί ότι ο σκοτεινός αυτός άγνωστος είναι ο ίδιος ο Θεός («είδον γαρ Θεόν πρόσωπον προς πρόσωπον, και εσώθη μου η ψυχή», 32:29-30). Μάλιστα, ο «ξένος» του ανακοινώνει ότι από δω και πέρα το όνομά του δεν θα είναι Ιακώβ αλλά Ισραήλ - «Αυτός που παλεύει με τον Θεό». Κατά κάποιο τρόπο, ο Ιακώβ συμφιλιώνεται με τον «ξένο», συνειδητοποιεί ότι είναι ένα κομμάτι δικό του.

Το επεισόδιο παρουσιάζει την εξής ιδιαιτερότητα, αν όχι αντίφαση: σύμφωνα με την ιουδαϊκή θρησκεία, ουδείς είναι σε θέση να κοιτάξει το πρόσωπο του Θεού και να επιζήσει αυτής της εμπειρίας. Γιατί, λοιπόν, συμπεριλαμβάνεται μια τέτοια σκηνή στην Παλαιά Διαθήκη; Ισως διότι για τους Ισραηλίτες υπάρχει ένα βαθύτερο νόημα στην εικόνα της πάλης: όπως ο Ιακώβ, λαβωμένος στον μηρό, επιστρέφει στη γενέθλια γη έχοντας λάβει την ευλογία του «ξένου», αποφασισμένος πλέον να σταθεί αντάξιος των περιστάσεων, έτσι και ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να «παλέψει και με τον Θεό ακόμα» για να φτάσει σε μια αυτογνωσία.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς θρησκευόμενος για να αισθανθεί έλξη ή και δέος από μια τέτοια ιστορία - όπως και από πολλές άλλες των Γραφών, με αποκορύφωμα, ίσως, τα Πάθη του Χριστού. Αυτή είναι και η τεράστια διαφορά ανάμεσα στον μύθο και το μύθευμα: ο πρώτος είναι ένα ψέμα που μας λέει μιαν αλήθεια, το δεύτερο είναι απλώς ένα ψέμα. Σήμερα, η μεταφυσική ελάχιστα μάς αγγίζει επί της ουσίας, και δεν μιλώ εδώ για γραφικούς εσωτερισμούς τύπου New Age ή επικίνδυνους αποκρυφισμούς, αλλά για την αρχέγονη σχέση μας με το Ιερό. Ζούμε σε έναν κόσμο ο οποίος μας υπαγορεύει διαρκώς ότι η κατάκτηση της ταυτότητας πλέον δεν μπορεί παρά να περνάει μέσα από την οδό του αυτοπροσδιορισμού (ο εαυτός μας μέσα στον κόσμο, όχι έξω από αυτόν), ότι ο ετεροπροσδιορισμός είναι ένα παλαιό ημερολόγιο (φοβάμαι πώς ο καλύτερος τρόπος να κρύψουμε το πρόσωπό μας είναι μέσα στα στεγανά ενός ιδεολογικού ή θρησκευτικού δόγματος). Συνεπώς, η πάλη του Ιακώβ ενδεχομένως να μας δείχνει ότι ο εαυτός (οι αδυναμίες, τα συμπλέγματα, τα σύνδρομά μας) δεν είναι παρά ένας μυστηριώδης ξένος με τον οποίο οφείλουμε να παλεύουμε κάθε νύχτα μέσα σε μια σκοτεινή σπηλιά.

Όπως έχει γράψει και η θεολόγος Κάρεν Αρμστρονγκ, «οι θρησκευτικοί ήρωες των Ισραηλιτών δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν τον φωτισμό χωρίς κόπο ή με τη γαλήνια αταραξία ενός Βούδα». Νομίζω, το ίδιο ισχύει και για εμάς. Επειδή αυτή η ιουδαιοχριστιανική παράδοση ακουμπάει παντού πάνω μας και μέσα μας ως ανεξίτηλη ψυχική εγγραφή, αυτή η έννοια της πάλης, της σύγκρουσης, είναι κάτι δικό μας.


via

Pages