Αναισθησία της ψυχής - Point of view

Εν τάχει

Αναισθησία της ψυχής





Ξέρουμε όλοι μας και από την προσωπική μας ζωή αλλά και από τη ζωή των αδελφών μας γύρω μας ότι πριν γνωρίσουμε τον Χριστό ή όταν ήμασταν σε μικρότερη πνευματική κατάσταση 

πολλά πράγματα γινόντουσαν, τα κάναμε, και δεν καταλαβαίναμε τίποτα. 

Αμαρτάναμε, ζούσαμε αδιάφορα, η ζωή μας κυλούσε μέσα σε μια αμέλεια, σε μια αποχαύνωση και δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τίποτα. 

Ήταν τρόπω τινά όλα ήσυχα, σα να μην υπήρχε ούτε πόλεμος, ούτε ανησυχία, ούτε αγωνία, ούτε λογισμοί, τίποτα. 

Γιατί; 

Διότι ήμασταν σε μια νάρκη, σε έναν ύπνο, έναν βαθύ ύπνο, και όλα γινόντουσαν κι εμείς ιδέα δεν είχαμε για το τί γινόταν γύρω μας, τί γινόταν μέσα μας, τί κάναμε εμείς οι ίδιοι.




Όταν η χάρις του Θεού επισκεφθεί την ψυχή μας και γίνει το πρώτο ξύπνημα προς την πνευματική ζωή τότε αρχίζουμε σιγά-σιγά να εντοπίζουμε τα διάφορα πράγματα που κάνουμε, τις διάφορες αμαρτίες και να καταλαβαίνουμε ότι αυτό το πράγμα δεν είναι σωστό, το άλλο είναι αμαρτία, το άλλο δεν το θέλει ο Θεός. Να δημιουργείται μέσα μας μία θλίψη για τις παραβάσεις που κάνουμε και σιγά-σιγά να λεπτύνεται η συνείδησή μας. Να μας ελέγχει η συνείδησις, να μας ενοχλεί, να μην μας αφήνει σε ησυχία. Να μας στενοχωρεί ο έλεγχος της συνειδήσεως ώστε ολίγον κατ’ ολίγον όχι μόνο να διορθωθούμε αλλά κυρίως να αποκτήσουμε αίσθηση μετανοίας. Διότι η αναισθησία της ψυχής μας κάνει να αισθανόμαστε πάρα πολύ ωραία και δεν έχουμε καμμιά αίσθηση μετανοίας μέσα μας. 



Κι αυτό είναι ένα φαινόμενο που το παρατηρούμε κυρίως όταν κάποιος άνθρωπος θα έρθει να εξομολογηθεί την πρώτη φορά. Εάν δεν είχε προηγηθεί μια περίοδος πνευματικής εργασίας, έρχεται να εξομολογηθεί και δεν βρίσκει αμαρτίες. Σου λέει, δεν έκανα τίποτα. Μα τί έκαμα; Δεν έχω τίποτα. Δεν βρίσκει τίποτα. Δεν αισθάνεται τον λόγο της μετανοίας μέσα του. 



Αντίθετα, όχι μόνο δεν αισθάνεται λόγο μετανοίας, όχι μόνο δεν αισθάνεται ότι δεν έχει καμμία αμαρτία, αλλά είναι πρόθυμος να αρχίσει να εγκωμιάζει τον εαυτό του. Ότι είναι πολύ καλός άνθρωπος, ότι πάντοτε εξυπηρετεί όλους, ότι αγαπά όλον τον κόσμο, ότι δεν κατηγορεί κανέναν, δεν αδικεί κανέναν, ότι δεν έκανε κανένα κακό στη ζωή του, ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ευεργετημένοι από αυτόν κι αυτός συγχωρά τους πάντες. Δεν βρίσκει αμαρτία στον εαυτό του, δεν έχει καμμία αμαρτία. 



Αυτό είναι ξέρετε, συγνώμη που θα το πω, αλλά είναι το άκρον [άωτον] της αναισθησίας, της ψυχικής αναισθησίας. Όλοι έχουμε αυτήν την αναισθησία, κι εγώ και ο καθένας μας έχουμε δόση αναισθησίας. Ενώ βλέπουμε σε Αγίους ανθρώπους που όντως δεν έχουν τίποτα, εξωτερικά η ζωή τους είναι σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, κι όμως στην Εξομολόγηση έχουν θρήνο μετανοίας. Η ζωή τους είναι μια βαθιά μετάνοια. Και λέει κανείς, για ποιό λόγο μετανοείς; Τί έκανες; Δεν έκανε τίποτα το εξωτερικό .. αλλά επειδή ξύπνησε η ψυχή του κι επειδή έχει αίσθηση πλέον μέσα του, έφυγε η αναισθησία. Βλέπει πόσο μακριά είναι ο Θεός και που είναι αυτός. Καταλαβαίνει το πόσο Άγιος είναι ο Θεός και πόσο αμαρτωλός είναι ο ίδιος. Καταλαβαίνει τί σημαίνει Θεός και τί σημαίνει άνθρωπος. Βλέπει την άπειρη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Βλέπει τα πλούσια χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός. Βλέπει το πόσες δυνατότητες μας έδωσε και πόσο μας στόλισε με τόσες αρετές και τόσα χαρίσματα κι εμείς δεν κάνουμε τίποτα, δεν ανταποκρινόμαστε σ’ αυτήν την αγάπη του Θεού. Και αυτή η αίσθηση είναι αρκετή για να κρατά την ψυχή του σε μία διαρκή μετάνοια. 


Και η μετάνοια βέβαια είναι ζωογόνος .. διότι ξυπνά την ψυχή και αρχίζουν να λειτουργούν πλέον όλα όσα μας έδωσε ο Θεός. Και όταν ο άνθρωπος έχει βαθιά μετάνοια, τότε και θαύματα να επιτελέσει δεν μπορεί να τον πλησιάσει η υπερηφάνεια. Η μετάνοια είναι σαν μια φλόγα, σαν μία φωτιά που καίει την καρδιά του ανθρώπου και ό,τι και να γίνει δεν τον συγκινεί τίποτα. Όπως κάποιος άνθρωπος ο οποίος έχει ένα βαθύ πένθος. Πέθανε κάποιος προσφιλής, δικός του, παιδί του και τον καίει μέσα του αυτός ο πόνος του πένθους και ό,τι και να δει και ό,τι και αν κάμει πλέον δεν τον συγκινεί τίποτα. Δεν τον θέλγει τίποτα σ’ αυτόν τον κόσμο διότι μέσα του υπάρχει ο πόνος. Κατά τον ίδιο τρόπο μέσα στις ψυχές των Αγίων υπάρχει αυτή η αίσθηση της μετανοίας και τίποτα του παρόντος κόσμου δεν τον συγκινεί. Τίποτα απολύτως. 


Ο κόσμος όλος να τους προσκυνήσει, να τους επευφημίσει, να τους δοξάσει, τίποτα, σαν αηδία τα βλέπουν αυτά τα πράγματα. Ο κόσμος να τους βρίσει, να τους φτύσει, να τους εξευτελίσει, τίποτα, όλα τα βλέπουν σαν ένα θέατρο, ένα θέατρο που παράγεται, που τελειώνει. Δεν ξεγελιούνται οι άνθρωποι του Θεού γιατί ακριβώς η μετάνοια τους βοηθά ώστε να έχουν εγρήγορση, να είναι ξύπνιοι, να καταλαβαίνουν. Γι’ αυτό είπαμε ότι οι Άγιοι ήταν πολύ έξυπνοι άνθρωποι. Γιατί μοιάζουν με έναν σκοπευτή ο οποίος σκοπεύει και στοχεύει τον στόχο του. Δεν ξεγελιέται να πιάνει κουβέντα δεξιά κι αριστερά αλλά κοιτάει ακριβώς τον στόχο, μόλις βγει αμέσως να χτυπήσει για να πιάσει το πρώτο βραβείο. .. Δεν μπορεί τίποτα να τους γελάσει γιατί υπάρχει μία νήψις μέσα τους, μία εγρήγορσις η οποία τους κάνει να έχουν ασταμάτητα το νου και την καρδία τους στο Θεό. 


Αυτή λοιπόν η αναισθησία που καλύπτει όλους μας είναι γέννημα της παραβάσεως των εντολών του Θεού. Όταν παραβαίνουμε τις εντολές του Θεού και δεν μετανοούμε .., και γίνεται μία παράβαση και δεν μετανοούμε, δεύτερη και δεν μετανοούμε, τρίτη και δεν μετανοούμε, τότε αυτή η παράβασις είναι σαν μία λίμα η οποία τρίβει συνέχεια την οξύτητα της συνειδήσεως και την αμβλύνει και μετά γίνεται τόσο αμβλεία που είναι επίπεδη πλέον, δεν έχει καμμία δυνατότητα να συλλάβει οτιδήποτε. Οι συνεχείς λοιπόν παραβάσεις των εντολών του Θεού φέρνουν στην καρδία ως αποτέλεσμα την αναισθησία ή τη νέκρωση της καρδίας. Και πράγματι εδώ χρειάζεται θαύμα να αναστηθεί ο άνθρωπος. 

Είναι μεγαλύτερο θαύμα να αναστηθεί μία νεκρή ψυχή παρά ένας νεκρός άνθρωπος σωματικά.

Μεγαλύτερο θαύμα να αναστηθεί η νεκρή μας ψυχή η οποία είναι βυθισμένη μέσα στο θάνατο της αμαρτίας, παρά να αναστηθεί ένας βιολογικά νεκρός. 


Και ο Θεός ενδιαφέρεται κυρίως για την ανάσταση της ψυχής μας. Και αυτό είναι που καθημερινά βλέπουμε μέσα στην Εκκλησία. Σας το είπα πολλές φορές αλλά το λέω συνέχεια. Αυτό που μας .. κάνει έκθαμβους μπροστά το μεγαλείο ακριβώς της δυνάμεως του Θεού, δεν είναι τα θαύματα, να γίνει ένας άρρωστος καλά ή ένας νεκρός να αναστηθεί. Αυτό είναι πρόσκαιρο θαύμα. Αλλά όταν βλέπεις άνθρωπο νεκρό στην ψυχή να μπαίνει στην Εκκλησία, να μπαίνει στην Εξομολόγηση και σαν μια αύρα, ζωογόνος αύρα, να καλύπτει τον άνθρωπο αυτόν και να ανασταίνει την ψυχή του, τότε θαυμάζεις πράγματι το μεγαλείο της δυνάμεως του Θεού. Μέσα στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως, μέσα στο εξομολογητάριον, γινόμαστε μάρτυρες χιλιάδων τέτοιων θαυμάτων. Εκεί είναι το μέγα θαύμα της αγάπης του Θεού. Πως νεκρές ψυχές ανασταίνονται και βρίσκουν τον Θεό. Και μετά τα πρώην δύσκολα γίνονται πανεύκολα και τα πρώην εύκολα γίνονται αηδιαστικά και δύσκολα. 


Ένας άνθρωπος ο οποίος δεν γεύτηκε τη χάρη του Θεού, εάν του πεις, ξέρεις πρέπει να προσεύχεσαι, να νηστεύεις, να πηγαίνεις Εκκλησία, να τηρείς τις εντολές του Θεού, του φαίνεται βάρος, του φαίνεται δύσκολο, τον πιάνει απόγνωση. Δεν μπορεί να δεχθεί να μπει σ’ αυτόν τον κλοιό όπως νομίζει. Όταν όμως τον επισκεφθεί η χάρις, τότε εάν του πεις, κοίταξε, εν τάξει, πας Εκκλησία, κοινωνάς, προσεύχεσαι, πήγαινε και καμμιά φορά έξω, διασκέδασε, χόρεψε, δεν μπορεί και να θέλει δεν μπορεί διότι άλλαξαν τα πράγματα. Το πνεύμα το οποίον ήταν πρώτα μέσα στην καρδιά του και κυριαρχούσε τον άνθρωπο και συμφωνούσε με το πνεύμα του κόσμου τούτου, αναπαυόταν όπου υπάρχει ο άρχων του κόσμου τούτου. Αλλά όταν βγει το πνεύμα το ακάθαρτο από τον άνθρωπο και μπει ο Χριστός, τότε δεν αναπαύεται το Πνεύμα του Χριστού εκεί που υπάρχει το κοσμικό πνεύμα. Πιάστε έναν άνθρωπο του Χριστού και πάρτε τον σ’ ένα κλαμπ, σε μια μπυραρία, δεν μπορεί εκεί μέσα, θα σκάσει, δεν μπορεί είναι αδύνατον πράγμα. Μια ασφυξία, μια θανατίλα, μια πτωμαΐνη καλύπτει τα πάντα. 

… 


Είναι κριτήριο ξέρετε της πνευματικής κατάστασής μας. Γι’ αυτό λέμε πολλές φορές, μα είναι αμαρτία να πάω να διασκεδάσω; Δεν είναι θέμα αν είναι αμαρτία ή όχι. Είναι κριτήριο για σένα, για την πνευματικότητά σου εάν ανέχεσαι αυτούς τους χώρους. Εάν αναπαύεσαι σε έναν τέτοιο χώρο σημαίνει ότι ακόμα το Πνεύμα του Θεού δεν ενεργεί μέσα σου. … Η καρδία ακόμα κοιμάται, βρίσκεται σ’ έναν ύπνο και συντελείται ένας πόλεμος το πως θα ξυπνήσει αυτή η καρδιά του ανθρώπου. 


Είναι μεγάλος αγώνας δεν είναι μικρό πράγμα. Οι Άγιοι, διήλθαν τη ζωή τους ικετεύοντας μετά πολλών δακρύων τον Θεό να αναστήσει τη νεκρή ψυχή τους. Το ζητούσαν επίμονα από το Θεό. Όμως, ο καλός Θεός για να μην μας αδικήσει μας έδωσε τη δυνατότητα να αξιοποιήσουμε πνευματικά όλα όσα μας συμβαίνουν γύρω μας. Έτσι, κάθε περίσταση, κάθε πόνος, κάθε περιπέτεια, κάθε πειρασμός, ακόμα και κάθε πτώση εάν αξιοποιηθεί πνευματικά δια της ταπεινώσεως και της μετανοίας γίνεται ένα εργαλείο που μπορεί να χτυπήσει αυτή τη σκληρότητα της καρδιάς μας. Κι όπως είπαμε και προηγουμένως, η παράβαση των εντολών του Θεού φέρνει ως αποτέλεσμα τη νέκρωση της ψυχής μας και την αναισθησία της ψυχής μας, να μην καταλαβαίνει τίποτα και να μην αισθάνεται τίποτα. Κατά αντίθετο τρόπο, και η ακρίβεια της τηρήσεως των εντολών του Θεού έχει ως αποτέλεσμα την αναζωογόνηση της ψυχής μας, το να χτυπήσει αυτήν την αναισθησία. Γι’ αυτό οι Πατέρες θέτουν σα βάση την ακριβή τήρηση των εντολών του Θεού. 


Δηλαδή, αν θέλουμε να αποκτήσουμε υγεία πνευματική, τότε δεν πρέπει να απατώμεθα. Μία οδός υπάρχει: η τήρησις των εντολών του Θεού μετά ακριβείας, μετά πολλής ακριβείας. Και κάθε φορά που τηρούνται οι εντολές του Θεού, τότε συντελείται μέσα μας ένα χτύπημα σ’ αυτήν την πέτρα που καλύπτει την ψυχή μας .. [που] δεν αφήνει την ψυχή να δεχθεί ακριβώς τα ερεθίσματα αυτής της επελεύσεως της χάριτος. Όμως η τήρηση των εντολών σιγά-σιγά ζωογονεί την ψυχή και μοιάζει ο άνθρωπος σαν .. ένα ραδιόφωνο και ενώ είναι η συσκευή καλή δεν έχει ενέργεια .. μόλις το βάλει στο ρεύμα αρχίζει αμέσως να δέχεται τα ηλεκτρικά κύματα και να μεταδίδει αυτό που του στέλνει ο σταθμός. Έτσι συμβαίνει και με την καρδιά του ανθρώπου, μόλις ξυπνήσει από τον λήθαργο της αμαρτίας, αρχίζει η ψυχή να δέχεται τα μηνύματα του Θεού κι αρχίζει ο πρώην σκληρός, ο πρώην θυμώδης, ο πρώην άσωτος, ο πρώην νεκρός να γίνεται ευκατάνυκτος, πράος, υπομονετικός, ταπεινός, να υπερίπταται των γήινων πραγμάτων, σιγά-σιγά να προχωρεί προς τον Θεό. Η ακρίβεια της τηρήσεως των εντολών του Θεού είναι το κλειδί το οποίο σπάζει την αναισθησία της καρδιάς μας. 


Μαζί με την τήρηση των εντολών του Θεού, που είναι η πρακτική εργασία, οπωσδήποτε είναι και μερικά άλλα απαραίτητα. Δεύτερο απαραίτητο στοιχείο είναι η συνεχής επίκλησις του Χριστού. Το να επικαλούμαστε συνεχώς το όνομα του Χριστού, να λέμε την ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.» Αυτή η ευχή είναι παντοδύναμος γιατί Παντοδύναμος είναι Αυτός τον οποίον επικαλούμαστε. Ο Χριστός του οποίου επικαλούμεθα το όνομα, είναι Παντοδύναμος και η ευχή γίνεται ενέργεια από τον Παντοδύναμο Θεό και μπαίνει μέσα μας. Και όταν συνεχώς επικαλούμαστε τον Χριστό και κρατούμε με επιμονή το όνομα του Χριστού, τότε κατά έναν τρόπο έτσι μυστικό, κατά έναν τρόπο παράδοξο, εισέρχεται μέσα στο βάθος του είναι μας αυτή η ευχή και σπάζει αυτήν την πέτρινη καρδιά και προχωρεί στο βάθος του είναι του ανθρώπου, για να του δώσει μέχρι εκείνη τη βαθύτατη πτυχή της ύπαρξής του τη δυνατότητα να κοινωνήσει με το Πνεύμα το Άγιο. 


Είναι λοιπόν απαραίτητος όρος η προσευχή. Αδιαλείπτως προσεύχεσθε, λέει ο Απόστολος. Το να επικαλούμαστε συνεχώς το όνομα του Χριστού. Ξέρετε πιστεύω ότι αυτό που λέει η Γραφή, πᾶς ὃς ἐὰν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται -ο καθένας που θα επικαλεσθεί το όνομα του Χριστού θα σωθεί-, αυτό είναι. Είναι αδύνατον πράγμα να επικαλείσαι το όνομα του Χριστού και να μην βρει ο Χριστός τρόπο να σε σώσει. Είναι αδύνατον. Ο Θεός είναι Παντοδύναμος, δεν είναι δυνατόν ο διάβολος, με όσες πανουργίες κι αν διαθέτει και με όσα κρατούμενα κι αν έχει εις βάρος μας, να μπορέσει να νικήσει τη δύναμη του Θεού όταν ο άνθρωπος επκαλείται τον Χριστό. Όταν εμείς λέμε, δεν ξέρω πως να γλιτώσω από αυτό το πάθος είμαστε αιχμάλωτοι, όλοι μας είμαστε αιχμάλωτοι. Ποιος μπορεί να καυχηθεί .. ότι είμαστε ελεύθεροι; Είμαστε δυστυχώς δούλοι της αμαρτίας, αιχμάλωτοι, άλλος σε μικρό άλλος σε μεγάλο βαθμό γιατί είμαστε άνθρωποι αδύνατοι. Όμως, όταν επικαλούμαστε τον Χριστό με πόνο και καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ανάγκη την παρουσία του Θεού, τότε αφήνουμε τον Θεό να ενεργήσει και ο Θεός ξέρει τον τρόπο με τον οποίον θα μας σώσει. Φτάνει εμείς ταπεινά να αφήνουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού. Και έχει ο Θεός πολλούς τρόπους .. 


Και όπως ένας γιατρός όταν είναι να θεραπεύσει έναν άνθρωπο δεν τον λυπάται αλλά τον κόβει, τον ράβει, του σκίζει το κεφάλι του, του σκίζει το κρέας του, του βάζει ενέσεις. Του κάνει βάσανα ο γιατρός του αρρώστου, δεν τον λυπάται γιατί αν τον λυπηθεί δεν θα θεραπευθεί. Έτσι και ο Καλός Ιατρός Θεός, φαίνεται πολλές φορές στα μάτια μας ότι δεν μας λυπάται. Και λένε πολλοί άνθρωποι, Θεέ μου δεν με λυπάσαι; μα πόσα βάσανα; Μοιάζουμε σαν τα παιδάκια τα οποία δεν καταλαβαίνουν την ιατρική επέμβαση του Θεού. Όμως έστω και αν σε αυτή τη ζωή σαν άνθρωποι δεν μπορούμε να το καταλάβουμε καλά, όταν θα έρθει η ώρα που εμείς θα φύγουμε από αυτόν τον κόσμο και θα ανοίξουν τα μάτια της ψυχής μας πλέον, τότε νομίζω ότι η πρώτη φωνή ευχαριστίας προς τον Θεό θα είναι για όλα τα λυπηρά που περάσαμε σ’ αυτόν τον κόσμο. Θα ευχαριστήσουμε τον Θεό για όλες τις θλίψεις, για όλον τον πόνο, για όλες τις δυσκολίες που περάσαμε. Διότι το μεγαλύτερο φάρμακο το οποίο απαλύνει την ψυχή του ανθρώπου και διώχνει την αναισθησία είναι ο πόνος, οι θλίψεις, οι δοκιμασίες. 

*** 

Απομαγνητοφώνηση Φαίη/Αβέρωφ


Πηγή elena

Pages