Όταν η ψυχή μου έχασε την ταπείνωση - Point of view

Εν τάχει

Όταν η ψυχή μου έχασε την ταπείνωση







Μου δόθηκε το ακόλουθο βίωμα: Όταν έχασε η ψυχή μου την ταπείνωση, έγινα ευέξαπτος.

Θυμόμουν όμως την ταπείνωση τού Χριστού και την διψούσα.


Άρχισα λοιπόν με το πένθος της μετανοίας και ικέτευα τον Θεό να με συγχωρέση και να με καθαρίση από το πνεύμα της υπεροψίας, χαρίζοντας μου την άγια ειρήνη Του. 

Κι όταν η ψυχή μου μίσησε τις αμαρτίες, τότε με δίδαξε το Άγιο Πνεύμα την αδιάλειπτη προσευχή και την αγάπη. 

Και ξέροντας πόσο αγαπά ο Κύριος το λαό Του, ιδίως τους νεκρούς, έχυνα κάθε βράδυ δάκρυα γι' αυτούς. 

 Πονούσε η καρδιά μου, που στερούνται οι άνθρωποι από τέτοιο σπλαχνικό Θεό.


Και μια φορά είπα στον πνευματικό: 

Λυπάμαι όσους υποφέρουν στον άδη και κλαίω κάθε νύχτα γι' αυτούς και τόσο καταπονείται η ψυχή μου, ώστε λυπάμαι ακόμα και για τους δαίμονες. 

Και ο πνευματικός μου απάντησε πως μια τέτοια προσευχή προέρχεται από την Χάρη τού Θεού.

Ενας ασκητής με ρώτησε 

«Κλαίς για τις αμαρτίες σου;» 

Του λέω 

«Μάλλον λίγο, οδύρομαι όμως πολύ για τους νεκρούς».

Τότε μου λέει εκείνος: 

«Κλαίγε για τον εαυτό σου, όσο για τούς άλλους θα τούς ελεήση ο Κύριος. 

Έτσι είπε ο ηγούμενος Μακάριος ».


Υπάκουσα κι άρχισα να κάνω όπως μού είπε, έπαψα να κλαίω για τους νεκρούς, αλλά τότε σταμάτησαν τα δάκρυα και για μένα τον ίδιο. 

Μίλησα γι αυτό το θέμα σ΄έναν άλλον ασκητή που είχε το χάρισμα των δακρύων.


Αγαπούσε να σκέφτεται πώς ο Κύριος, ο Βασιλιάς τής Δόξας, έπαθε τόσα πολλά για μας κι έχυνε άφθονα δάκρυα κάθε μέρα. 

Ρώτησα αυτόν τον ασκητή:

«Θα ήταν καλό να προσεύχομαι για τους νεκρούς;» 

Στέναξε και μού είπε:

«Εγώ αν ήταν δυνατόν, θα έβγαζα όλους από τον άδη, και μόνο τότε θ΄αναπαυόταν και θα χαιρόταν η ψυχή μου». 

Και συγχρόνως έκανε μια χειρονομία σαν αν μάζευε στάχυα να θερίση, κι από τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα.

Από τότε έπαψα πια να αναχαιτίζω τα δάκρυα στις προσευχές μου για τους νεκρούς και μού ξανάρθαν τα δάκρυα και οδυρόμουν πολύ προσευχόμενος γι΄αυτούς.




«Η ταπεινοφροσύνη είναι 


εντελώς ανίκητη από τους δαίμονες…»






Ένας αδελφός πήγε στο όρος της Φέρμης. στον μεγάλο γέροντα, και του είπε: «Αββά, τι να κάνω που χάνεται η ψυχή μου;».

 «Γιατί, παιδί μου;» τον ρώτησε ο γέροντας. 

Ο αδελφός αποκρίθηκε: «Όταν ήμουν στον κόσμο, έκανα στ’ αλήθεια πολλές νηστείες και αγρυπνίες και είχα μέσα μου πολλή κατάνυξη και θέρμη. Τώρα όμως δεν βλέπω μέσα μου κανένα καλό».

 «Πίστεψέ με, παιδί μου», του είπε ο γέροντας «όσα έκανες όταν ήσουν στον κόσμο, τα έκανες επειδή η κενοδοξία και ο έπαινος των ανθρώπων έβαζαν μέσα σου αυτή την προθυμία, ο Θεός όμως δεν τα δεχόταν. Γι’ αυτό ούτε ο σατανάς σε πολεμούσε, γιατί δεν τον ένοιαζε να κόψει την προθυμία σου, αφού δεν είχες καμία ωφέλεια από αυτήν… Τώρα όμως, που είδε ότι έγινες στρατιώτης του Χριστού και βγήκες να τον πολεμήσεις, πήρε και αυτός τα όπλα εναντίον σου. Πλην όμως στον Θεό αρέσει ο ένας ψαλμός που λες τώρα με κατάνυξη, παρά οι χίλιοι που έλεγες στον κόσμο· και δέχεται ο Θεός τη λίγη τωρινή νηστεία σου περισσότερο από τις εβδομάδες που νήστευες στον κόσμο…».


Ο αδελφός απάντησε: «Καθόλου δεν νηστεύω τώρα, αλλά όλα τα καλά που είχα στον κόσμο έφυγαν από εμένα». 

Και ο γέροντας του είπε: «Αδελφέ, σου φτάνει αυτό που έχεις. Μόνο κάνε υπομονή, και καλά είσαι». 

Καθώς όμως ο αδελφός επέμενε και έλεγε: «Αλήθεια, αββά, χάνεται η ψυχή μου», 

ο γέροντας του είπε: «Πίστεψε, αδελφέ, δεν ήθελα να σου το πω, για να μη βλαφτεί ο λογισμός σου. Επειδή όμως βλέπω ότι ο σατανάς σε έριξε σε αποθάρρυνση, σου λέω: Το ότι νομίζεις πως όταν ήσουν στον κόσμο έκανες καλά και είχες καλή ζωή, είναι υπερηφάνεια. Έτσι νόμιζε και ο Φαρισαίος και έχασε όλα τα καλά που είχε κάνει. Επίσης, το ότι τώρα πιστεύεις πως τίποτε καλό δεν κάνεις, σου φτάνει, αδελφέ, για να σωθείς, γιατί είναι ταπείνωση. Έτσι δικαιώθηκε και ο τελώνης, χωρίς να κάνει κανένα καλό.

Γιατί στον Θεό είναι πιο αρεστός ένας άνθρωπος αμαρτωλός και αμελής με συντριβή καρδιάς και ταπείνωση, παρά εκείνος που κάνει πολλά καλά και έχει την ιδέα ότι γενικά κάνει κάτι καλό».


Ο αδελφός ωφελήθηκε πάρα πολύ και έβαλε μετάνοια στον γέροντα λέγοντας:

«Σήμερα, αββά, σώθηκε η ψυχή μου με τη βοήθειά σου».






Ευεργετινός (ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των Θεοφόρων και Αγίων Πατέρων).

Pages