Δάμων και Φιντίας - H φιλία των Πυθαγορείων - Point of view

Εν τάχει

Δάμων και Φιντίας - H φιλία των Πυθαγορείων




Κάθε φορά που θέλουμε να μιλήσουμε για μία μεγάλη φιλία μεταξύ δύο μεγάλων ανδρών, λέμε "Δάμων και Φιντίας". Η φιλία τους έμεινε αιώνιο παράδειγμα και μέτρο συγκρίσεως των πραγματικών συναισθημάτων απέναντί μας.

Ποιοι όμως υπήρξαν οι Δάμων και Φιντίας; Ο Δάμων ήταν Πυθαγόρειος φιλόσοφος ο οποίος έζησε και έδρασε στις Συρακούσες της Σικελίας. Εζησε κατά τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ., όταν τύραννος των Συρακουσών υπήρξε ο Διονύσιος ο νεότερος. Ο τελευταίος θεώρησε τον Φιντία, τον καλύτερο φίλο του Δάμωνος, ύποπτο συνομωσίας εναντίον του και τον κατεδίκασε εις θάνατον. 

Σύμφωνα με όσα γράφτηκαν (από τον Κικέρωνα, τον Βαλέριο Μάξιμο, τον Ιάμβλιχο τον φιλόσοφο Αριστόξενο, τον Πορφύριο και τον Διόδωρο το Σικελό μετά την απόφαση του Διονυσίου να εκτελέσει τον Φιντία, ο Δάμωνας ίσως προσπαθεί να εκμαιεύσσει χάρη, όμως δεν εισακούγεται. Επειδή ο Φιντίας έχει σοβαρές εκκρεμότητες σχετικές με τις ευθύνες του και στον κύκλο των Πυθαγορείων (δεν ξέρουμε τι λογής) ο Δάμων μένει ως όμηρος, ανθρώπινο αμανάτι ή εγγύηση, και εκείνος φεύγει να τις τακτοποιήσει.



Αν δεν επιστρέψει εγκαίρως, στη θέση του θα εκτελεστεί ο Δάμων. Δεν είναι βέβαιο πώς ακριβώς βρέθηκε ο Δάμων σε αυτή τη θέση αν και όλοι συμφωνούν ότι ήταν προθυμότατος. Πιθανόν να προσφέρθηκε μόνος του ώστε να τακτοποιήσει ο φίλος του τις υποθέσεις του, πιθανόν και να το πρότεινε ο Φιντίας σίγουρος ότι δεν θα αμφισβητείτο ο λόγος της τιμής του ότι θα επιστρέψει, ίσως και να ήταν ιδέα του Διονυσίου -όταν δηλαδή ο Φιντίας ζήτησε αναστολή εκτέλεσης της ποινής για λίγες ώρες ώστε να ρυθμίσει σοβαρά ζητήματα, πιθανόν ο Διονύσιος να του είπε "εντάξει, αλλά θα κρατήσω όμηρο τον Δάμωνα". Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Δάμων με φυσικότητα και εμπιστοσύνη αποδέχτηκε την ομηρία. Αν ο Φιντίας δεν επέστρεφε, θα σταύρωναν ή θα αποκεφάλιζαν εκείνον στη θέση του.

Ο μυθιστορηματικές παραλλαγές του μύθου αναφέρουν ότι έφυγε με τα πόδια για το χωριό του που δεν ήταν ιδιαίτερα κοντά στις Συρακούσες και ότι αφού τακτοποίησε τα της μητέρας και της αδελφής του, την πάντρεψε δηλαδή, στο δρόμο της επιστροφής τον έπιασαν ληστές, ότι ξέφυγε αλλά βρέθηκε σε ένα φουσκωμένο ποτάμι και ταλαιπωρήθηκε να το διαβεί και ότι έβλεπε τον ήλιο να δύει και να πλησιάζει η ώρα της εκτέλεσης και να αγωνιά για το φίλο του. Όμως πιο τεκμηριωμένο φαίνεται πως έλειψε για λίγο και εκτός από τον Υγίνο κανείς δεν αναφέρεται σε γάμους, ληστές και ποτάμια.

Στο μεταξύ ο Διονύσιος το έβρισκε διασκεδαστικό να λέει στο Δάμωνα ότι ήταν ανόητος να πιστέψει πως θα επέστρεφε ποτέ ο Φιντίας που "τώρα βρίσκεται κάπου πανευτυχής που γλίτωσε τη θανατική καταδίκη ενώ ο φίλος του είναι το ελάφι της υπόθεσης" -παραλληλίζοντας τις περιστάσεις με τη θυσία της Ιφιγένειας. Ο Δάμωνας υπερασπίζεται με σθένος τον Φιντία και λέει ότι σαν όλους τους πυθαγόρειους θα κρατήσει το λόγο του και ότι η μόνη περίπτωση να μην έρθει στην ώρα του, θα οφείλεται σε κάποιο απρόβλεπτο και μεγάλο εμπόδιο. Καθώς τον οδηγούν πια στο σταυρό ή στη λαιμητόμο της εποχής, παρακαλάει όντως να υψωθεί κάποιο ανυπέρβλητο εμπόδιο να κρατήσει μακριά τον Φιντία για αρκετή ακόμα ώρα, ώστε να εκτελεστεί αυτός αντί εκείνου.

Όμως πάνω που θα τον εκτελούσαν, εμφανίστηκε κάθιδρος ο Φιντίας. Ο Δάμων, από αγάπη για το φίλο του, επέμεινε να εκτελεστεί εκείνος "αφού ο Φιντίας έφθασε μετά την προθεσμία" αλλά ο Φιντίας αντέτεινε ότι έστω και αργοπορημένος πρόλαβε και ότι δεν θα έπρεπε να θανατωθεί στη θέση του κανένας. Καθώς οι δύο φίλοι πάλευαν να πείσουν τον Διονύσιο όχι για να γλιτώσουν τη δική τους ζωή, αλλά για να γλιτώσουν ο ένας τη ζωή του άλλου, ο κυβερνήτης των Συρακουσών συγκινήθηκε και είπε να αφεθούν και οι δύο ελεύθεροι και "να τον δεχτούν ως τρίτο φίλο" επειδή θαύμασε το βαθμό της φιλίας τους.

Σύμφωνα με τις πηγές, οι δύο φίλοι του εξήγησαν ότι αυτό ήταν αδύνατον -μάλλον επειδή δεν ήταν πυθαγόρειος και δεν μετείχε στις τελετές τους- και έφυγαν προς άγνωστη -σε εμάς- κατεύθυνση. Φέρεται δε ότι όλα αυτά τα ιστόρησε στον Αριστόξενο ο ίδιος ο Διονύσιος όταν είχε πια ξεπέσει στην Κόρινθο, όπου είναι γνωστό ότι πέρασε τον τελευταίο χρόνο της περιπετειώδους ζωής του μέσα στην αθλιότητα ή πάντως αρκετά άσχημα.  (1)


Από τότε η φιλία τους έχει μείνει ένα αξεπέραστο πρότυπο αληθινών συναισθημάτων.

Η φιλία του Δάμωνος με τον Φιντία δεν είναι η μόνη παροιμιώδης στην αρχαιότητα. Ονομαστή κατά τους αρχαιοτάτους χρόνους υπήρξε η φιλία του Αχιλλέως με τον Πάτροκλο. Και οι δύο έλαβαν μέρος στον Τρωϊκό πόλεμο. Η ιστορία τους είναι η εξής: Οταν ο Αχιλλεύς θυμωμένος με τον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα εγκατέλειψε την μάχη μαζί με τον υπόλοιπο στρατό του, τους περίφημους Μυρμηδόνες, οι Αχαιοί άρχισαν να χάνουν τον πόλεμο για πρώτη φορά. Οι Αχαιοί κινδύνεψαν πραγματικά να πυρποληθεί ο στόλος τους και να μην μπορέσουν ποτέ να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, ακόμα και να νικούσαν. 

Τότε ο Πατροκλος ο φίλος του Αχιλλέως και ένας από τους Μυρμηδόνες, επειδή συμπόνεσε τους Αχαιούς ζήτησε από τον φίλο του να του επιτρέψει να λάβει εκείνος μέρος στον πόλεμο φορώντας βέβαια την πανοπλία και πέρνωντας τα όπλα του Αχιλλέως. Ετσι, οι Τρώες θα τον περνούσαν για εκείνον και , θα τον φοβόντουσαν και θα υποχωρούσαν. Ο Πάτροκλος λοιπόν με την συγκατάθεση του Αχιλλέως, φορώντάς πάνω του την στολή του τελευταίου και έχοντας μαζί του τους Μυρμιδόνες κατάφερε να αποκρούσει τους Τρώες. Σκοτώθηκε όμως από τον αρχηγό τους, τον Εκτορα.

Όταν έμαθε το περιστατικό ο Αχιλλεύς όχι μόνο λυπήθηκε και θρήνησε βαρειά τον φίλο του αλλά εξοργίσθηκε εναντίον του Εκτορος και, παρόλο που γνώριζε ότι η δική του ύπαρξη και ζωή ήταν στενά συνδεδεμένη με την ύπαρξη του Εκτορος, προτίμησε να εκδικηθεί τον θάνατο του φίλου του σκοτώνοντας τον Εκτορα ακόμα και αν έπρεπε να πληρώσει και ο ίδιος με την ζωή του.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Αχιλλέας, θέτει πάνω και από την ίδια του την ζωή την φιλία. Ο Αχιλλεύς κηδεύει με άκρως τιμητικό τρόπο τον φίλο του και νεκρό πια Πάτροκλο θεσπίζοντας ακόμη και αθλητικούς αγώνες πρός τιμήν του. Τελικά κατευθύνεται εναντίον του Εκτορος. Και παρόλο που η μητέρα του, η Θέτις ως νηρηίδα, (νεράϊδα - θαλασσινή θεότητα), του κάνει γνωστό ότι θα πεθάνει και εκείνος, αν θανατώσει τον Εκτορα, εκείνος δεν υπολογίζει τίποτα. Από μία μακροχρόνια ζωή όπου θα πεθάνει σε βαθειά γεράματα, προτιμάει να πεθάνει νέος και ωραίος πάνω στο άνθος της ηλικίας του, αρκεί να λάβει την τιμή ότι εκδικήθηκε τον φονιά του φίλου του.

Στον διάλογο που έχει με την μητέρα του στην ραψωδία Σ’ της Ιλιάδος ο Αχιλλεύς λέει χαρακτηριστικά: "...γιατί η καρδιά μου δεν το ζητά και να βρίσκομαι μεταξύ ανδρών, αν πριν από το κοντάρισμα δεν χτυπηθεί και χάσει την ζωή του ο Εκτωρ, πληρώνοντας του Πατρόκλου το σπάραγμα, του γιού του Μενοιτίου" . Η Θέτις κλαίγοντας απαντά "λιγόζωος λοιπόν θα μου είσαι παιδί μου με αυτά που λες, γιατί ύστερα από τον Εκτορα είναι βέβαιος ο χαμός σου." Και ο Αχιλλεύς απαντά βαρυστενάζοντας: "Μακάρι να πέθαινε αμέσως, αφού δεν ήταν γραφτό μου να δώσω βοήθεια στον φίλο μου όταν σκοτωνόταν..."

Ετσι λοιπόν, είναι βέβαιο και το γνωρίζει ο Αχιλλεύς ότι θα πεθάνει. Εντούτοις, προτιμά τον θάνατο χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς συζήτηση, παρόλο που είναι η ίδια η μάνα του που τον παρακαλεί και βλέπει τον πόνο της και τον σπαραγμό της. Προέχει όμως η φιλία.


Αυτή η βαθειά σχέση Αχιλλέως και Πατρόκλου έγινε πηγή εμπνεύσεως και παράδειγμα για τον Μέγα Αλέξανδρο προς τον Ηφαιστίωνα. Κορυφαία όμως στιγμή υπήρξε όταν ο νικητής της περσικής αυτοκρατορίας ο Μέγας Αλέξανδρος μπαίνει στην σκηνή της μητέρας του ηττημένου Δαρείου. Εκείνος το έχει βαλει στα πόδια. Στην σκηνή βρίσκονται η μητέρα του Δαρείου μαζί με όλη την πολυτέλεια της περσικής αυλής και τους υπασπιστές της. Ο Αλέξανδρος μπαίνει μέσα για να την συναντήσει έχοντας στο πλευρό του τον Ηφαιστίωνα και επειδή όπως γνωρίζουμε από την ιστορία, ο Ηφαιστίων υπήρξε πιο ψηλός από τον Αλέξανδρο και η αμφίεσή του δεν διέφερε καθόλου - τί και αν εκείνος δεν υπήρξε αρχιστράτηγος;- η μητέρα του Δαρείου χωρίς να το ξέρει υποκλίνεται μπροστά στον Ηφαιστίωνα.
Οι υπασπιστές μάταια της έκαναν νοήματα για να της δείξουν ποιος είναι ο Αλέξανδρος. Οταν πια το καταλαβαίνει είναι αργά. Η πράξις έχει πια συντελεστεί. Τότε εκείνη πέφτει στα πόδια του Αλέξανδρου ντροπιασμένη. Ο Αλέξανδρος γελά την σηκώνει από τα χέρια απαλά και τρυφερά και της λέει "δεν πειράζει μητέρα και εκείνος Αλέξανδρος είναι" αναφερόμενος βεβαίως στον φίλο του τον Ηφαιστίωνα. Ο Αλέξανδρος όχι μόνο δεν θύμωσε με την γυναίκα αλλά αντιμετώπισε το επεισόδιο εύθυμα. Γιατί δεν ένοιωθε καθόλου να απειλείται η εξουσία του ή να ανταγωνίζεται ο ίδιος τον παιδικό του φίλο Ηφαιστίωνα.

Από αυτό το επεισόδιο θα μπορούσαμε να βγάλουμε πολλά συμπεράσματα για την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οταν πολύ αργότερα το 324 π.Χ. ο Ηφαιστίων στα βάθη της Ανατολής στα Εκβάτανα θα πεθάνει, ο Αλέξανδρος θα λυπηθεί τόσο πολύ ώστε θα θελήσει να τιμήσει τον νεκρό φίλο του με τρόπο που ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια. Από εκεί, οι μελετητές συμπεραίνουν ότι ο Αλέξανδρος άρχισε να ξεφεύγει από το μέτρο και την ελληνική κοσμοθέαση των πραγμάτων. Ομως είναι δείγμα και αυτό του υπέρμετρου πόνου που ένοιωσε για τον χαμό του φίλου του.

Ο Αλέξανδρος όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο του Ηφαιστίωνος, δεν θέλησε επί τρείς ημέρες να αγγίξει τροφή, παρά έκλαιγε και οδύρετο ή έμενε γεμάτος πένθιμη σιγή. Δέκα χρόνια πριν, είχαν και οι δύο στεφανώσει τον Ιλιο, την πρωτεύουσα της Τροίας, τους τάφους του Αχιλλέως και του Πατρόκλου. Μόλις πέθανε ο Πάτροκλος μετά από λίγο τον ακολούθησε και ο Αχιλλεύς. Και τί τραγικό! Το ίδιο ακριβώς θα συνέβαινε και με τον Ηφαιστίωνα και τον Μέγα Αλέξανδρο. Ενας νεότερος ιστορικός γράφει: "Ο Αλέξανδρος και ο Ηφαιστίων είχαν στεφανώσει μαζί, στο Ιλιο, τους τάφους των δύο ομηρικών ηρώων. Είχαν περάσει από τότε ακριβώς δέκα χρόνια. Χρόνια που έκαναν την ίδια ιστορία να γίνει μύθος. Η αθανασία ζητάει έναν πρόωρο θάνατο. Και η αιωνιότητα της φιλίας τον πρόωρο θάνατο των δύο φίλων."


«Φίλος» στα αρχαία ελληνικά είναι ο αγαπημένος, αυτός δηλαδή που βρίσκεται πολύ κοντά στην ψυχή μας.

φίλος= αγαπητός, αγαπημένος, φιλότης=φιλία, αγάπη, στοργή.

Και φιλότης είναι η φιλία, η αγάπη και η στοργή. Πολλές είναι οι λέξεις του δυτικού λεξιλογίου οι οποίες κατάγονται από την αρχαία ελληνική και ως πρώτο συνθετικό έχουν την λέξη φίλος:

«Φιλάνθρωπος», «φιλαρμονικός» ( από το φίλος και αρμονία δηλαδή αυτός που αγαπάει την αρμονία).

Φιλαρμονική ονομάζεται η ορχήστρα στα ελληνικά η οποία αγαπά την μουσική, αγαπά την αρμονία, τους αρμονικούς ήχους. Γι' αυτό άλλωστε και philarmonique στα γαλλικά και σε όλες τις λατινογενείς γλώσσες, σημαίνει τον φιλόμουσο.

Φιλολογία είναι η αγάπη για τους λόγους, ενώ φιλοσοφία είναι η αγάπη για την σοφία δηλαδή η αγάπη για την αναζήτηση της σοφίας κάτι το οποίο προσπαθεί να επιτύχει ο φιλόσοφος. Ο όρος φιλοτελισμός έχει να κάνει με την αγάπη για την συλλογή γραμματοσήμων. Ο όρος προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις φίλος και τέλος. «Τέλος» στα ελληνικά είναι ο «φόρος», εξ ού και τελωνείο, τέλη κυκλοφορίας κλπ για την αποστολή επιστολών και συλλογές γραμματοσήμων λέγεται «φιλοτελισμός».

Επομένως και οι λέξεις οι οποίες πλάστηκαν στην Δυτική Ευρώπη, για να αποδώσουν στην εντέλεια το νόημα που χρειάζεται, χρησιμοποιούν ελληνικές ρίζες. Πολλές από τις λέξεις που προαναφέραμε δεν έχουν το αντίστοιχό τους στην λατινική. Αυτό σημαίνει είτε ότι τις δανείσθηκαν απ' ευθείας οι υπόλοιπες δυτικές γλώσσες από την αρχαιοελληνική παρακάμπτοντας την λατινική ή ότι είναι μεταγενέστεροι όροι, οι οποίοι επλάσθησαμν αργότερα όπως προείπαμε για την λέξη φιλοτελισμός. Ολα αυτά μας αποδεικνύουν για πολλοστή φορά ότι η ελληνική γλώσσα είναι αξεπέραστη όσον αφορά στην ετυμολογία και την ακριβολογία της. Γι' αυτό άλλωστε και οι δυτικές γλώσσες καταφεύγουν στο ελληνικό οπλοστάσιο για κάθετι νέο που θέλουν να ονομάσουν. Μόνον έτσι το όνομα που θα προσδώσουν θα αποδίδει με σαφήνεια τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά αυτού του πράγματος που ονοματοδοτούν. 
(2)

Σύνθεση από πηγές (1) & (2)

Επεξεργασία, επιμέλεια  αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος



Pages