χχ
Πόσο ελεύθερες και συνειδητές είναι οι καθημερινές επιλογές μας; Από τη φιλοσοφία μέχρι την κβαντική φυσική και από τη βιοκυβερνητική μέχρι τη νευροψυχολογία, η σύγχρονη επιστημονική έρευνα απεργάζεται μια ιδιαίτερα περίεργη και ανοίκεια εικόνα του ανθρώπου: όχι ως ενός ενσυνείδητου δράστη ικανού να επιλέγει ελεύθερα αυτό που επιθυμεί, αλλά ως μιας θλιβερής βιολογικής μαριονέτας η οποία κινείται από τα αόρατα νήματα των γονιδίων και των ασυνείδητων εγκεφαλικών επιταγών.
Για να καταλήξω στον τίτλο και στην οριστική δομή του σημερινού άρθρου έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα σε πολλές εναλλακτικές «λύσεις» οι οποίες, ενώ αναδείκνυαν ορισμένες πληροφορίες, απέκρυπταν κάποιες άλλες. Έπρεπε δηλαδή να κάνω μια σειρά από επιλογές.
Ορισμένες από αυτές τις επιλογές ήταν συνειδητές αφού, κατά τη γνώμη του γράφοντος, εξυπηρετούσαν καλύτερα τις νοηματικές και τις αισθητικές ανάγκες του κειμένου. Πολλές όμως από τις λεκτικές, συντακτικές ή σημασιολογικές επιλογές ήταν ημιαυτόματες και, εν πολλοίς, μη συνειδητές. Και ευτυχώς! Διότι αν έπρεπε να δικαιολογηθεί πλήρως κάθε μία από αυτές τις επιλογές, τότε το κείμενο δεν θα τελείωνε ποτέ.
Μέχρι πρόσφατα διαθέταμε μόνο υπερφυσικές και μεταφυσικές απαντήσεις στο πανάρχαιο αλλά θεμελιώδες ερώτημα: από τι εξαρτάται η τυπικά ανθρώπινη ικανότητά μας να επιλέγουμε συνειδητά και να δρούμε ελεύθερα; Κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, ωστόσο, άρχισαν να εμφανίζονται δειλά δειλά ορισμένες πιο ρεαλιστικές και κυρίως εμπειρικά ελέγξιμες επιστημονικές εξηγήσεις σχετικά με το πώς αναδύεται η «ελεύθερη βούληση».
Πιο πρόσφατα, μάλιστα, η εντυπωσιακή ανάπτυξη των τεχνικών απεικόνισης των δομών και των λειτουργιών του εγκεφάλου φαίνεται να ανοίγει τον δρόμο για μια αμιγώς φυσιοκρατική προσέγγιση: οι εκδηλώσεις της ανθρώπινης ελευθερίας βουλήσεως εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό και ίσως καθορίζονται από τη λειτουργία του εγκεφάλου μας!
Πράγματι, ολοένα και συχνότερα οι έρευνες των νευροεπιστημόνων και των γνωσιακών ψυχολόγων αποκαλύπτουν ότι πίσω και κάτω από τις συνειδητές και φαινομενικά προσωπικές επιλογές μας κρύβονται κάποιες αδιαφανείς -και άρα μη συνειδητές- εγκεφαλικές διεργασίες οι οποίες προκαθορίζουν αυτό που εμείς, εκ των υστέρων, θεωρούμε ότι έχουμε επιλέξει.
Αν όμως ορισμένες εγκεφαλικές δομές επιλέγουν πράγματι για μας και πριν από εμάς, τότε η ανθρώπινη ελευθερία βουλήσεως δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια ψευδαίσθηση που δημιουργεί ο νους μας: ένα καθησυχαστικό κατασκεύασμα που διασφαλίζει και επιβεβαιώνει την ενότητα του «εαυτού» μας.
Οι πρώτες σαφείς νευροψυχολογικές ενδείξεις υπέρ αυτής της μάλλον δυσάρεστης υποψίας προέκυψαν από τα περίφημα πειράματα του Benjamin Libet στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Με σειρά πειραμάτων, που θεωρούνται πλέον κλασικά, ο B. Libet παρακολούθησε μέσω ενός ηλεκτροεγκεφαλογράφου την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου πολλών εθελοντών, το κρανίο των οποίων είχε συνδέσει μέσω ηλεκτροδίων στον ηλεκτροεγκεφαλογράφο (EEG). Ζήτησε λοιπόν από τους εθελοντές να κουνήσουν, όποτε αυτοί το αποφάσιζαν, τα δάκτυλα ενός χεριού, τους μυς των οποίων παρακολουθούσε ταυτόχρονα μέσω ενός ηλεκτρομυογράφου (EMG).
Ετσι κατάφερε να δείξει ότι η εγκεφαλική δραστηριότητα, που καταγραφόταν από τον EEG, προηγείτο σαφώς από την εσκεμμένη κίνηση του χεριού, που καταγραφόταν από τον EMG. Για την ακρίβεια, τα εγκεφαλικά κέντρα που αποφασίζουν την κίνηση του χεριού ενεργοποιούνται μισό δευτερόλεπτο (550 χιλιοστά του δευτερολέπτου) προτού ο εθελοντής αποφασίσει «συνειδητά» αυτήν την κίνηση. Με άλλα λόγια, οι δομές του εγκεφάλου μας που είναι υπεύθυνες για την οποιαδήποτε σωματική κίνηση ενεργοποιούνται προτού εμείς το «αποφασίσουμε» συνειδητά και δώσουμε εντολή γι’ αυτήν την εκούσια κίνηση!
Μετέπειτα εντοπιστικές μελέτες, τόσο σε φυσιολογικά άτομα όσο και σε άτομα που έπασχαν από κάποια νευρολογική κινητική διαταραχή, έδειξαν ότι το εγκεφαλικό υπόστρωμα των διεργασιών της ελεύθερης βούλησης, μολονότι είναι αρκετά ευρύ, εντοπίζεται κυρίως στον κατώτερο βρεγματικό φλοιό των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, ενώ περιλαμβάνει και βαθύτερες προκινητικές δομές. Αυτές οι εγκεφαλικές δομές προάγουν τις μη συνειδητές διεργασίες που καθορίζουν, κατόπιν εορτής, τις συνειδητές «επιλογές» ή τις κινητικές «αποφάσεις» μας.
Βέβαια, αυτά τα νέα πειραματικά δεδομένα δεν είναι άμοιρα κριτικής. Πολλοί ειδικοί είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί στο να αποδεχτούν ως απλή «ψευδαίσθηση» όλες τις εκδηλώσεις της ελεύθερης βούλησης. Ακόμη και ο πρωτοπόρος νευροψυχολόγος B. Libet, σε ένα δοκίμιο που δημοσίευσε το 1999, κάνει λόγο για μια «ημι-ελεύθερη βούληση», όπου οι μη συνειδητές εγκεφαλικές δομές προτείνουν ενώ ο ανθρώπινος νους, στο σύνολό του, καθιστά επιλογές μας ορισμένες αποφάσεις του.
Πανανθρώπινη νοητική ικανότητα ή ψευδαίσθηση;
Πάντως οι περισσότερες από τις πιο πρόσφατες μελέτες σχετικά με το εγκεφαλικό υπόστρωμα και τους βιοψυχολογικούς μηχανισμούς της ανθρώπινης «ελεύθερης βούλησης» βασίστηκαν κυρίως στις απεικονιστικές τεχνικές της λειτουργικής Μαγνητικής Τομογραφίας (fMRI). Στο πεδίο αυτό πρωτοποριακές είναι οι μελέτες του Jon-Dylan Haynes και των συνεργατών του, στο Κέντρο Μπερνστάιν για την υπολογιστική νευροεπιστήμη στο Βερολίνο.
Σε μια έρευνα του 2014, ο Haynes ζήτησε από αρκετούς εθελοντές να επιλέξουν συνειδητά είτε να προσθέσουν είτε να αφαιρέσουν δύο αριθμούς, ενώ όλες οι εγκεφαλικές διεργασίες της επιλογής τους καταγράφονταν από έναν ισχυρό λειτουργικό τομογράφο. Ετσι, διαπίστωσε ότι στον εγκέφαλο των εθελοντών εμφανίζονταν πρότυπα ενεργοποίησης νευρωνικών κυκλωμάτων, τα οποία του επέτρεπαν να προβλέπει επακριβώς αν οι εθελοντές θα επέλεγαν να κάνουν πρόσθεση ή αφαίρεση. Αυτά τα πρότυπα νευρωνικής ενεργοποίησης εμφανίζονταν απαρέγκλιτα 4 δευτερόλεπτα πριν οι εθελοντές επιλέξουν συνειδητά τη μαθηματική πράξη που θα εκτελούσαν!
Σχολιάζοντας αυτά τα εντυπωσιακά δεδομένα, ο Haynes γράφει σε σχετικό άρθρο του στο επιστημονικό περιοδικό «New Scientist»: «Οι αποφάσεις μας καθορίζονται σε ένα υποσυνείδητο επίπεδο πολύ πριν μπει στο παιχνίδι η συνείδηση». Και καταλήγει: «Απ’ ό,τι φαίνεται, τις αποφάσεις τις παίρνει ο εγκέφαλος πριν από το πρόσωπο».
Ωστόσο, ορισμένοι επιστήμονες, βασιζόμενοι σε αυτές τις μελέτες, οδηγήθηκαν σε ακόμη πιο ακραίες θέσεις. Για παράδειγμα, ο εξελικτικός βιολόγος Jerry Coyne υποστήριξε ότι «το ίδιο ισχύει για όλες τις επιλογές μας· ούτε μία από αυτές δεν προκύπτει από μια ελεύθερη και συνειδητή επιλογή από μέρους μας». Ενώ ένας άλλος επιφανής νευροεπιστήμονας, ο Sam Harris, θεωρεί πως αυτές οι ανακαλύψεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν είμαστε τίποτε περισσότερο από «βιοχημικές μαριονέτες».
Στις πιο ακραίες περιπτώσεις, οι οπαδοί του βιολογικού ντετερμινισμού θεωρούν ότι η οποιαδήποτε δυνατότητα για ελευθερία βουλήσεως είναι όχι απλώς απίθανη, αλλά κυριολεκτικά αδιανόητη μέσα σε ένα νομοκρατούμενο και αιτιοκρατικό Σύμπαν. Ετσι, όμως, οι πιο φανατικοί ντετερμινιστές αποδεικνύονται εξίσου απλοϊκοί και δογματικοί με τους δυϊστές και τους οπαδούς της δημιουργίας, οι οποίοι, προκειμένου να δικαιολογήσουν την παρουσία της ανθρώπινης ελεύθερης βούλησης, καταφεύγουν στο «θαύμα» της θεϊκής δημιουργίας μιας άυλης και ασώματης ψυχής, η οποία είναι εκ φύσεως ελεύθερη.
Αραγε, οι έρευνες που αναφέραμε αποδεικνύουν ότι όλες ανεξαιρέτως οι συνειδητές επιλογές ή οι αποφάσεις μας είναι απλώς τα «υποπροϊόντα» μιας μη συνειδητής και εντελώς ανόητης εγκεφαλικής διεργασίας;
Ασφαλώς όχι. Αυτό που συχνά παραβλέπεται είναι οι εγγενείς γνωσιακοί περιορισμοί τόσο των πειραματικών δεδομένων όσο και των επιστημονικών τους εξηγήσεων: τα νοητικά φαινόμενα είναι εξαιρετικά πολύπλοκα για να μπορεί να ελπίζει κανείς ότι θα μπορούσαν να εξηγηθούν από ένα απλοϊκό -δηλαδή γραμμικό και αιτιοκρατικό- εξηγητικό σχήμα.
Επιπλέον, υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο να ισχυρίζεται κανείς ότι υπάρχουν κάποια εγγενή νευροβιολογικά ή και κοινωνικά όρια στις εκάστοτε επιλογές μας και στο να πιστεύει ακράδαντα στην ανυπαρξία της ανθρώπινης βούλησης.
Σε ό,τι αφορά την ύπαρξη ή όχι της ελευθερίας βουλήσεως, η σύγχρονη επιστημονική έρευνα, εστιάζοντας στις νευροβιολογικές και άρα τις φυσικές προϋποθέσεις της, φαίνεται να επιβεβαιώνει τον ορισμό της ελευθερίας που έδωσε (ήδη από το 1677!) ο Σπινόζα στην περίφημη «Ηθική» του: «Ελεύθερο λέγεται το πράγμα που υπάρχει από μόνη την αναγκαιότητα της φύσης του και καθορίζεται να ενεργεί από μόνο τον εαυτό του» (μετάφραση Ε. Βανταράκης, εκδ. «Εκκρεμές»).
Τρεις παρανοήσεις σχετικά με το πανανθρώπινο δικαίωμα στην ψευδαίσθηση
Η ελεύθερη βούληση είναι άραγε συμβατή -και σε ποιο βαθμό- με τα όσα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα για τη Φύση; Όλες οι μέχρι στιγμής παρατηρήσιμες φυσικές διεργασίες είναι είτε αιτιοκρατικές είτε τυχαίες. Και σε ό,τι αφορά τα πιο πολύπλοκα φυσικά συστήματα, όπως π.χ. ο ανθρώπινος εγκέφαλος, αυτά προκύπτουν και συντηρούνται από έναν «ευτυχή» συνδυασμό τύχης και αναγκαιότητας, από ένα δημιουργικό μείγμα αιτιοκρατίας και τυχαιότητας.
Και η ελεύθερη βούληση, αν όντως υπάρχει, θα πρέπει αναμφίβολα να είναι μια πολύπλοκη λειτουργία του εγκεφάλου μας. Από αυτές τις βασικές επιστημονικές παραδοχές προκύπτουν μια σειρά από παρανοήσεις σχετικά με την ελευθερία βουλήσεως:
1. Ελεύθερη βούληση δεν μπορεί να υπάρχει σε ένα νομοκρατούμενο και αιτιοκρατικό Σύμπαν. Κάθε άλλο παρά απαραίτητο (και νόμιμο!) είναι αυτό το συμπέρασμα. Μπορεί κάλλιστα να σκεφτεί κανείς απολύτως φυσικούς νόμους που όχι μόνον επιτρέπουν αλλά και επιβάλλουν στα επαρκώς πολύπλοκα συστήματα την ανάδυση και την ύπαρξη μη γραμμικών αιτιοκρατικών διεργασιών και πολλαπλών «επιλογών» όσον αφορά τις μελλοντικές τους καταστάσεις.
2. Αν δεν διαθέτουμε ελεύθερη βούληση, τότε οι πράξεις μας είναι πάντοτε προβλέψιμες. Δυστυχώς ή ευτυχώς, ακόμη κι αν οι περισσότερες εγκεφαλικές διεργασίες ήταν θεωρητικά προβλέψιμες (κάτι που θα πρέπει να αποδειχθεί) είναι εξαιρετικά απίθανο να καταφέρναμε κάποτε να τις προβλέπουμε εξαρχής.
Επιπλέον, σε όλες ανεξαιρέτως τις εγκεφαλικές διεργασίες υπεισέρχεται μια σημαντική, μη ντετερμινιστική ή και τυχαία μεταβλητή, η οποία λειτουργεί απαγορευτικά σε κάθε προσπάθεια πρόβλεψης και προκαθορισμού των μελλοντικών καταστάσεων και επιλογών του συστήματος.
3. Αν δεν υπάρχει ελευθερία βουλήσεως, τότε δεν έχουμε καμία προσωπική ευθύνη για τις πράξεις μας. Πρόκειται για την αρχαιότερη και πιο ανησυχαστική κοινωνικά και ηθικά παρανόηση. Η άρρητη παραδοχή που υπάρχει σε αυτό το επιχείρημα είναι ότι αποδέχεται κανείς ως πρόδηλη τη δυϊστική διάκριση της ψυχής από το σώμα ή του νου από τον εγκέφαλο. Μόνο αν οι συνειδητές επιλογές ή οι πράξεις σου δεν λαμβάνουν χώρα εντός του εαυτού σου δεν έχεις την παραμικρή ευθύνη γι’ αυτές. Και το ίδιο ασφαλώς ισχύει και για τους άλλους ανθρώπους. Σε αυτή την περίπτωση, η κοινωνικότητα θα ήταν αδύνατη και στις πολιτείες μας θα επικρατούσε μόνο το δίκαιο του ισχυρότερου. Μήπως αυτό σας θυμίζει αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στις σχέσεις της χώρας μας με τους «εταίρους» της;
***
Σπύρος Μανουσέλης