Ναύκρατις*
Ποιοι από τους ονομαστούς για τη σύνεση και τη μόρφωση τους Έλληνες επισκέφτηκαν την Αίγυπτο την αρχαία εποχή για να γνωρίσουν τα έθιμα και τον πολιτισμό της.
Οι ιερείς των Αιγυπτίων ιστορούν από τις καταγραφές στα ιερά τους βιβλία ότι τους επισκέφτηκαν τα παλαιά χρόνια ο Ορφέας, ο Μουσαίος, ο Μελάμπους και ο Δαίδαλος, καθώς και ο ποιητής Όμηρος και ο Λυκούργος ο Σπαρτιάτης, ο Σόλων ο Αθηναίος και ο φιλόσοφος Πλάτων, ήλθε επίσης ο Πυθαγόρας ο Σάμιος και ο μαθηματικός Εύδοξος, καθώς επίσης ο Δημόκριτος ο Αβδηρίτης και ο Οινοπίδης ο Χίος.
Τεκμήρια της επίσκεψης όλων ετούτων δείχνουν για άλλους τα αγάλματα τους και για άλλους τοποθεσίες ή κτίρια που φέρουν τ’ όνομα τους, και φέρνουν αποδείξεις από τον τομέα της γνώσης που υπηρέτησε ο καθένας τους, βγάζοντας το συμπέρασμα πως από την Αίγυπτο πήραν όλες τις γνώσεις για τις οποίες θαυμάστηκαν από τους Έλληνες. Ο Ορφέας, για παράδειγμα, πήρε από την Αίγυπτο τις περισσότερες από τις μυστικές τελετουργίες, τις οργιαστικές τελετές που συνοδεύουν τις περιπλανήσεις του και τη μυθική παράδοση για τις εμπειρίες του στον Άδη. Γιατί η λατρεία του Όσιρι είναι ίδια μ’ εκείνη του Διονύσου, ενώ της Ίσιδος είναι πανομοιότυπη με την αντίστοιχη της Δήμητρας και μόνο τα ονόματα έχουν αλλάξει.
Όσο για την τιμωρία των ασεβών στον Άδη και τους «λειμώνες» των ευσεβών και τις φανταστικές αντιλήψεις που κυκλοφορούν ανάμεσα στους πολλούς, που δεν είναι παρά πλάσματα της φαντασίας, τα εισήγαγε ο Ορφέας κατ’ απομίμηση των αιγυπτιακών ταφικών εθίμων. Για παράδειγμα, ο ψυχοπομπός Ερμής, σύμφωνα με το αρχαίο αιγυπτιακό έθιμο, ανεβάζει το σώμα του Άπι μέχρι ένα σημείο και το παραδίδει σε κάποιον που φοράει τη μάσκα του Κέρβερου. Ο Ορφέας εισήγαγε τούτο το στοιχείο στους Έλληνες και σύμφωνα μ’ αυτό λέει ο Όμηρος.
Ο Ερμής ο Κυλλήνιος καλούσε τις ψυχές των μνηστήρων, κρατώντας στα χέρια ραβδί.
Και πάλι λίγο παρακάτω
Πέρασαν από τα ρεύματα του Ωκεανού και το Λευκό κι από τις πύλες του Ήλιου και της χώρας των ονείρων περνούσαν και γρήγορα έφτασαν στο λιβάδι με τους ασφόδελους, όπου οι ψυχές κατοικούν, φαντάσματα των πεθαμένων
Ονομάζει, λοιπόν, τον ποταμό Ωκεανό, γιατί οι Αιγύπτιοι στη γλώσσα τους Ωκεανό λένε τον Νείλο, οι πύλες του Ήλιου είναι η Ηλιούπολις, ενώ «λειμώνα» ονομάζει τη μυθική κατοικία των νεκρών, τον τόπο κοντά στη λίμνη που ονομάζεται Αχερουσία και βρίσκεται κοντά στη Μέμφιδα, γύρω από την οποία υπάρχουν όντως πανέμορφα λιβάδια, έλος, λωτοί και καλαμιές. Το ίδιο λέγεται και για τη δοξασία ότι σ’ εκείνο τον τόπο κατοικούν οι νεκροί, επειδή οι περισσότεροι και μεγαλύτεροι τάφοι των Αιγυπτίων βρίσκονται εκεί, αφού περάσουν οι νεκροί από σώματα τους στις εκεί κρύπτες.
Αλλά και οι υπόλοιποι μύθοι των Ελλήνων οι σχετικοί με τον Άδη συμφωνούν με τα έθιμα που ακολουθούνται ακόμη και σήμερα στην Αίγυπτο” γιατί το πλοίο που διακομίζει τα σώματα λέγεται «βάρις», ενώ δίνεται ναύλο [ένα νόμισμα οβολού] στον πορθμέα που στη γλώσσα της χώρας ονομάζεται «χάρων». Λένε επίσης πως κοντά σ’ εκείνους τους τόπους υπάρχει ιερό της «σκοτίας» Εκάτης και πύλες του Κωκυτού και της Λήθης σφαλισμένες με χάλκινες αμπάρες. Υπάρχουν επίσης κι άλλες πύλες, της Αλήθειας, και κοντά τους στέκει άγαλμα ακέφαλο της Δίκης.
Υπάρχουν και πολλά άλλα πράγματα που έχουν μυθοποιηθεί και παραμένουν στους Αιγυπτίους, των οποίων έχει διατηρηθεί η ονομασία αλλά και τα τηρούμενα έθιμα περί αυτών. Στην πόλη των Ακανθών, για παράδειγμα, πέρα από τον Νείλο προς τη Λιβύη, που απέχει εκατόν είκοσι στάδια από τη Μέμφιδα, υπάρχει ένα τρύπιο πιθάρι στο οποίο φέρνουν κάθε μέρα τριακόσιοι εξήντα ιερείς νερό από τον Νείλο εκεί κοντά αναπαρίσταται και ο μύθος του Όκνου στη διάρκεια ενός πανηγυριού, όπου ένας άνθρωπος πλέκει απ’ τη μια άκρη ένα μακρύ σκοινί, ενώ πίσω του πολλοί άνθρωποι το ξεπλέκουν από την άλλη.
Λένε επίσης πως και ο Μελάμπους πήρε από την Αίγυπτο τις τελετές που κάνουν οι Έλληνες προς τιμήν του Διονύσου, καθώς και τους μύθους για τον Κρόνο, για τις Τιτανομαχίες και όλες γενικά τις ιστορίες για τα πάθη των θεών. Όσο για τον Δαίδαλο, λένε πως μιμήθηκε την πολυπλοκότητα του λαβύρινθου, που σώζεται μέχρι σήμερα, τον οποίο έχτισε, άλλοι λένε, ο Μένιδης, κι άλλοι, ο βασιλιάς Μάρρος, πολλά χρόνια πριν τη βασιλεία του Μίνωα.
Ο ρυθμός των αρχαίων ανδριάντων της Αιγύπτου είναι ίδιος με τον ρυθμό των αγαλμάτων που κατασκεύασε ο Δαίδαλος στους Έλληνες. Όσο για το ωραιότατο πρόπυλο του ναού του Ηφαίστου στη Μέμφιδα λένε πως χτίστηκε επίσης από τον Δαίδαλο, που επειδή θαυμάστηκε πολύ, τιμήθηκε με ξύλινο άγαλμα που σκάλισε με τα ίδια του τα χέρια και στήθηκε στον εν λόγω ναό, και πέρα απ’ αυτά απέκτησε μεγάλη δόξα για την ευφυΐα του και τιμήθηκε σαν θεός για τις πολλές του ανακαλύψεις· γιατί σ’ ένα νησί προς τη Μέμφιδα υπάρχει ακόμη ιερό του Δαιδάλου που τιμούν οι κάτοικοι της περιοχής.
Για την παρουσία του Ομήρου στην Αίγυπτο φέρνουν διάφορες αποδείξεις, κυρίως όμως το φάρμακο που έδωσε η Ελένη στον Τηλέμαχο στο σπίτι του Μενέλαου που σε κάνει να ξεχνάς τις περασμένες συμφορές. Διότι το «νηπενθές», που λέει ο ποιητής ότι πήρε η Ελένη από την Πολύδαμνα τη σύζυγο του Θώνη στις Θήβες, φαίνεται πως το γνώριζε ο ίδιος πολύ καλά- γιατί, λένε, ακόμη και σήμερα οι γυναίκες στην προαναφερθείσα πόλη χρησιμοποιούν τη δύναμη του και πως μόνο οι γυναίκες της Διόσπολης είχαν βρει από τα παλαιά χρόνια φάρμακο της οργής και της λύπης” αλλά οι Θήβες και η Διόσπολις, προσθέτουν, είναι μία και η αυτή πόλη.
Η Αφροδίτη, πάλι, προσαγορεύεται «χρυσή» από τους ντόπιους σύμφωνα με πολύ παλιά παράδοση, ενώ κοντά στην πόλη που ονομάζεται Μώμεμφις υπάρχει η πεδιάδα «της χρυσής Αφροδίτης», όπως λέγεται. Ομοίως, και τους μύθους που αναφέρονται στα ζευγαρώματα του Δία και της Ήρας και στο ταξίδι τους στην Αιθιοπία κι αυτούς τους πήρε από την Αίγυπτο” γιατί κάθε χρόνο οι Αιγύπτιοι μεταφέρουν μέσα από το ποτάμι τον βωμό του Δία στη Λιβύη και μετά από μερικές μέρες τον φέρνουν πίσω, σαν να εμφανίζεται ο θεός από την Αιθιοπία- όσο για το ζευγάρωμα τούτων των θεών, οι ιερείς μεταφέρουν στη γιορτή τους τους βωμούς των δυο θεών σ’ ένα ύψωμα που έχουν στρώσει με κάθε λογής λουλούδια Αλλά και για τον Λυκούργο και για τον Πλάτωνα καθώς και για τον Σόλωνα λένε πως ενσωμάτωσαν στη νομοθεσία τους πολλά από τα αιγυπτιακά έθιμα.
Ο Πυθαγόρας έμαθε από τους Αιγυπτίους τις ιερές διδασκαλίες, τα θεωρήματα της γεωμετρίας και τη θεωρία των αριθμών, καθώς και για τη μετάβαση της ψυχής σε κάθε ζωντανό πλάσμα. Επίσης βεβαιώνουν πως και ο Δημόκριτος έμεινε κοντά τους πέντε χρόνια και διδάχτηκε πολλά για την αστρολογία. Το ίδιο και ο Οινοπίδης, που έμεινε κοντά στους ιερείς και τους αστρολόγους κι έμαθε, μεταξύ άλλων, για την λοξή τροχιά του ήλιου και για την κίνηση του που έχει αντίθετη φορά από τα άλλα άστρα.
Από τους αρχαίους αγαλματοποιούς επίσης οι πιο ξακουστοί έμειναν ένα διάστημα κοντά τους, όπως ο Τηλεκλής και ο Θεόδωρος, οι γιοι του Ροίκου, που κατασκεύασαν για τους Σαμίους το ξόανο του Πύθιου Απόλλωνα. Γιατί το ένα ήμισυ του αγάλματος έγινε από τον Τηλεκλή στη Σάμο, ενώ το άλλο ήμισυ ολοκληρώθηκε στην Έφεσο από τον αδελφό του, Θεόδωρο· όταν συντέθηκαν μεταξύ τους τα δυο μισά ταίριαξαν τόσο άψογα που νόμιζες πως ολόκληρο το άγαλμα ήταν δουλειά ενός ανθρώπου. Τούτο όμως το είδος της εργασίας δεν γίνεται πουθενά στην Ελλάδα, ενώ οι Αιγύπτιοι το κάνουν κατά κανόνα.
Γιατί εκείνοι δεν κρίνουν τη συμμετρία των αγαλμάτων με το μάτι, όπως οι Έλληνες, αλλά μόλις ξαπλώσουν την πέτρα και τη χωρίσουν για να την κατεργαστούν, τότε παίρνουν τις αναλογίες, από τη μικρότερη μέχρι τη μεγαλύτερη λεπτομέρεια” γιατί, διαιρώντας την κατασκευή ολόκληρου του σώματος σε είκοσι ένα μέρη κι ένα τέταρτο, αποδίδουν συνολικά τη συμμετρία του αγάλματος.
Κατά συνέπεια, αμέσως μόλις συμφωνήσουν οι τεχνίτες μεταξύ τους για το μέγεθος του αγάλματος, χωρίζονται και κατασκευάζουν τα μεγέθη των μερών που έχουν αναλάβει έτσι ώστε να συμφωνούν με τόση ακρίβεια μεταξύ τους ώστε να προκαλεί κατάπληξη η ιδιομορφία της μεθόδου εργασίας τους. Το ξόανο, λοιπόν, της Σάμου, είναι κομμένο, σύμφωνα με τη μέθοδο των Αιγυπτίων, στα δυο, από την κορυφή μέχρι τα γεννητικά όργανα, το άγαλμα είναι χωρισμένο στη μέση και το κάθε μέρος εφαρμόζει ακριβώς με το άλλο’ και λένε πως ως επί το πλείστον τούτο το άγαλμα είναι παρεμφερές με τα αιγυπτιακά, γιατί έχει τα χέρια τεντωμένα ίσα κάτω στα πλευρά και τα πόδια χωρισμένα σε βήμα.
Για τα όσα λοιπόν ιστορούνται για την Αίγυπτο και αξίζει να τα θυμηθούμε αρκούν τα όσα ειπώθηκαν τώρα, σύμφωνα με την πρόθεση μας στην αρχή του βιβλίου τούτου…
****
Διόδωρος Σικελιώτης – Άπαντα Τόμος 01
Ο Διόδωρος Σικελιώτης ήταν αρχαίος Έλληνας ιστορικός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στον Αγύριο (Agira) της Σικελίας γύρω στο 80 π.Χ. και πέθανε γύρω στο 20 π.Χ. Οι περισσότερες πληροφορίες που έχουμε γι’ αυτόν προέρχονται από το ίδιο το έργο του, την Ιστορική Βιβλιοθήκη, το οποίο έγραψε κατόπιν παραγγελίας των Ρωμαίων
*Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, με τη βοήθεια άλλων Ελλήνων πειρατών και εξερευνητών από την Καρία και άλλα μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας, ίδρυσαν την πόλη Ναύκρατις (Naucratis) γύρω στο 550 π.Χ., η οποία θεωρείται η πρώτη και παλαιότερη ελληνική αποικία στην Αίγυπτο.
*Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, με τη βοήθεια άλλων Ελλήνων πειρατών και εξερευνητών από την Καρία και άλλα μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας, ίδρυσαν την πόλη Ναύκρατις (Naucratis) γύρω στο 550 π.Χ., η οποία θεωρείται η πρώτη και παλαιότερη ελληνική αποικία στην Αίγυπτο.
Οι Έλληνες Κροίσοι της Ναύκρατης
H Ναύκρατη, η πρώτη ελληνική εγκατάσταση στην Αίγυπτο, απασχολεί για χρόνια τους επιστήμονες. Μέχρι σήμερα, η πόλη που αναπτύχθηκε τον 7ο και 6ο αι. π.Χ., αποτελεί ίσως το πρωιμότερο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα εκδήλωσης της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων, καθώς πολίτες διαφορετικών ελληνικών πόλεων ίδρυσαν στην Αίγυπτο μια εμπορική αποικία. Πώς όμως άτομα των οποίων οι γενέτειρες βρίσκονταν σε πόλεμο κατάφεραν να μονοιάσουν και να φτιάξουν στη χώρα του Νείλου – και με τη συγκατάθεση των φαραώ – μια ακμάζουσα ελληνική πόλη;
Το αίνιγμα επιχείρησε να λύσει πρόσφατα ο ισραηλινός ερευνητής δρ Alexander Fantalkin, ο οποίος υποστήριξε ότι το θαύμα της Ναύκρατης προέκυψε υπό την αιγίδα ξένων δυνάμεων υποστηρικτικών προς τους Έλληνες εμπόρους. Συγκεκριμένα, οι ελληνικές πόλεις της Ανατολής (Μ. Ασία και ανατολικά παράλια του Αιγαίου) επιβίωναν κάτω από το ζυγό ξένων αυτοκρατοριών με επικράτεια τη σημερινή Τουρκία, καταφέρνοντας να ακμάσουν στις τέχνες, τα γράμματα και το εμπόριο. Την εποχή που δημιουργήθηκε η Ναύκρατη, η κυρίαρχη μικρασιατική δύναμη ήταν η Λυδία, της οποίας οι βασιλείς είχαν συνάψει επίσημη συμμαχία με την Αίγυπτο. Ορισμένοι Έλληνες έμποροι εκμεταλλεύτηκαν τη συμμαχία αυτήν για να ιδρύσουν την εμπορική αποικία ως επίσημοι αντιπρόσωποι της Λυδικής Αυτοκρατορίας στην Αίγυπτο. Στα πλαίσια αυτά πλήρωναν φόρο στους Λυδούς αλλά και είχαν τη συγκατάθεση των Αιγυπτίων που τους δέχτηκαν ως εντεταλμένους των συμμάχων τους Λυδών. Στο τελευταίο αυτό σημείο η θεωρία του Fantalkin καταρρίπτει την παλαιότερη άποψη που ήθελε τους Έλληνες της Ναύκρατης αυτόνομα κινούμενους δημιουργούς μιας «αδελφότητας» εμπόρων.
Ήταν λοιπόν η Ναύκρατη η πρώτη αποικία Πανελλήνων ή μια κοινότητα Λυδών επενδυτών; Κατά τον Fantalkin ήταν κάτι ανάμεσα: μια ομάδα τυπικά Λυδών υπηκόων με ελληνική ταυτότητα οι οποίοι διαπραγματεύτηκαν ως Λυδοί για να δράσουν τελικά και να διαπρέψουν ως Έλληνες. Μια ομάδα ανθρώπων που παραμέρισε εσωτερικές έριδες προς χάριν της οικονομικής ακμής και χρησιμοποίησε τα όποια «παράθυρα» άνοιγαν τα διάφορα απολυταρχικά καθεστώτα για να τα υποδουλώσει με το πνεύμα της επιτυγχάνοντας τελικά την ίδρυση μιας πόλης με ελληνικό χαρακτήρα στη χώρα του Νείλου.