Η διατήρηση της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς - Point of view

Εν τάχει

Η διατήρηση της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς





Η φιλοσοφία της αρχαίας Ρώμης στηριζόταν σε εκείνη της Ελλάδας, χωρίς καμία αξιόλογη πρω­τοτυπία, και δεν χαρακτηρίστηκε από καμιά συνέ­πεια στο σχηματισμό φιλοσοφικών σχολών. Όσον αφορά την ιστορική κληρονομιά, η κυριότερη υπηρεσία που προσέφερε η Ρώμη στη φιλοσοφία ήταν η διάδοση της φιλοσοφικής σκέψης στη Ρω­μαϊκή Αυτοκρατορία και η ανάπτυξη λατινικής ορολογίας, που αποτέλεσε τη βάση για την εξέλι­ξη της φιλοσοφίας στο Μεσαίωνα.





Τον 1ο αιώνα π. Χ. εκλείπει η παλιά εχθρότητα των Ρωμαίων προς τους φιλοσόφους, συνεπώς η φιλοσοφία μπορεί να ευδοκιμήσει στο ρωμαϊκό έδαφος. Ο επικουρισμός φτάνει στη Ρώμη και αποκτά οπαδούς, αν και ερχόταν σε σύγκρουση με τις παραδοσιακές ρωμαϊκές αντιλήψεις και υπέσκαπτε τα θεμέλια της παραδοσιακής ηθικής. 

Οι συγκρούσεις και ο πολιτικός αναβρασμός των τελευταίων χρόνων της Δημοκρατίας οδήγησαν τους Ρωμαίους στην ήρεμη ατμόσφαιρα του Κήπου. Ανάμεσα στους ρωμαίους επικούρειους ξεχωρίζει ένας, ο οποίος κατόρθωσε να περιβάλει την επικούρεια φιλοσοφία με τη γοητεία των Μουσών: ο Λουκρήτιος.

Ο Τίτος Λουκρήτιος Κάρος (Titus Lucretius Carus) γεννήθηκε περίπου στα 97 π.Χ. και πέθανε γύρω στα 55 π.Χ. Ήταν Ρωμαίος ποιητής και φιλόσοφος. Το μόνο γνωστό του έργο είναι το εκτενές φιλοσοφικό διδακτικό ποίημα De Rerum Natura ("Περί της φύσεως των πραγμάτων"), 7.415 στίχων που συνδύαζε τη διδασκαλία του Επί­κουρου με τον Ατομισμό του Δημόκριτου.

Η διάσωση όλων των κειμένων του ποιήματος είναι αξιοσημείωτο γεγονός, δεδομένης της εχθρότητας της χριστιανικής Εκκλησίας. Επίσης, σκεφτείτε ότι το έργο επί αιώνες ήταν θαμμένο στα άδυτα ενός μοναστηριού της νότιας Γερμανίας, ώσπου ήρθε στο φως το 1417.

Ο Επίκουρος για τον Λουκρήτιο ήταν θεός αφού ήταν εκείνος που πρώτος βρήκε το νόημα της ζωής, ό,τι σήμερα ονομάζουμε σοφία, εκείνος που με την επιστημοσύνη του άρπαξε τη ζωή μέσα απ’ τις τόσες ανεμοζάλες κι από βαθιά σκοτάδια, και την απίθωσε σε τέτοιο γαλήνιο λιμάνι και σε τόσο καθάριο φως.





Το μόνο που εκστασιάζει τον Λουκρήτιο είναι το μυστήριο που αποκάλυψε η επικούρεια φιλοσοφία. Και τούτο το μυστήριο είναι πως δεν υπάρχει κανένα μυστήριο· μοναχά κάτι αραχνοφωλιές μες στον ανθρώπινο νου.

Ο στόχος του έργου ήταν να απαλλάξει το νου των ανθρώπων από την προκατάληψη και το φόβο του θανάτου. Για να το πετύχει αυτό αναπτύσσει διεξοδικά τις θέσεις του Επίκουρου, τον οποίον και αποθεώνει. Ο Λουκρήτιος εκφράζει σε προσεγμένα κλασικά λατινικά τις επικούρειες απόψεις του για τη μεταφυσική, την υλιστική ατομική θεωρία και, γενικότερα, την υπεροχή των φυσικών φαινομένων ως κεντρικής ερμηνείας της λειτουργίας του κόσμου.

Ο Λουκρήτιος αντιπαθούσε και έβλεπε ως αβάσιμη τη δεισιδαιμονία καθώς δεν πίστευε ότι το Σύμπαν κυβερνάται από θεϊκές παρεμβάσεις ή υπερφυσικές δυνάμεις, όπως θεωρούσε η πλειονότητα των ανθρώπων του καιρού του. Ο θάνατος για τον Λουκρήτιο δεν ήταν εγγενώς ούτε καλός ούτε κακός, μόνο μία απόλυτη παύση της ύπαρξης, και ο φόβος του θανάτου δεν ήταν παρά μία προβολή επίγειων, καθημερινών φόβων.

Ο επικουρισμός δεν κυριάρχησε τελικά στη Ρώμη. Εκτοπίστηκε από το αντίπαλο δέος, τον Στωικισμό. Το ιδανικό του λάθε βιώσας δεν ταίριαζε στην ιδιοσυγκρασία ενός λαού, ο οποίος είχε στο αίμα του τη δημόσια δράση και το ενδιαφέρον για την πολιτική ζωή. Αν και απέκτησε πολλούς εχθρούς, κυρίως από τον χώρο του χριστιανισμού, άντεξε στον χρόνο, θαυμάστηκε και εξακολουθεί να θαυμάζεται και να εντυπωσιάζει με την ένταση, το πάθος και το σφρίγος που το χαρακτηρίζει.

Ο Κικέρων, από την άλλη, συνδύασε διάφορες φιλοσοφικές τάσεις της αρχαιότητας στο έργο του. Στην επιστημολογία, ενέμεινε στη σκεπτικιστι­κή εκδοχή της Ακαδημίας, ενώ στην ηθική, στην ανθρωπολογία και στη θεολογία, ακολούθησε τα διδάγματα του Στωικισμού – άλλωστε ήταν μαθητής του Διόδοτου – στη μετριοπαθή εκδοχή του

Σε αυτόν οφείλει η αρ­χαία ελληνική φιλοσοφία την αναγνώρισή της από τους Ρωμαίους, η στάση των οποίων προς τη φι­λοσοφία ήταν κάθε άλλο παρά επιδοκιμαστική. Ο Κικέρων δικαιούται σεβασμού κυρίως ως μετα­φραστής και κομιστής της αρχαίας ελληνικής φι­λοσοφίας, γιατί μετέφερε τις ελληνικές ηθικές και πολιτικές θεωρίες στο ρωμαϊκό κόσμο.

Επειδή ήταν ένας στοχαστικός και συνάμα πραγματιστής πολιτικός, αντιλαμβανόταν τον ιδανικό βίο ως σύν­θεση φιλοσοφίας και ρητορικής που βρισκόταν μόνιμα στην υπηρεσία του κράτους, το οποίο το όριζε ως σύμπραξη βασισμένη στη νομική συναί­νεση και στο κοινό συμφέρον. Για να αποτρέψει την άτοπη χρήση της ρητορικής, απαιτούσε οι ομιλητές να διαθέτουν όχι μόνο ρητορική δεινότη­τα, αλλά και ηθική αξιοπρέπεια.

Στη γνωσιολογία του, αρνούνταν ότι μπορεί να υπάρχει απολύτως βέβαιη γνώση, και, συνεπής με αυτήν την άποψη, διαμαρτυρόταν ενάντια σε κάθε δογματισμό. Ωστόσο, απαιτούσε ο καθένας να εξετάζει επακριβώς τις κρίσεις που διατυπώ­νει, αξιολογώντας προσεκτικά όλα τα δυνατά αντεπιχειρήματα.

Τέλος ο Κικέρων έγραψε λόγους υπεράσπισης των εξεγερμένων από τον Σπάρτακο δούλων, έγινε κατήγορος του καταχρηστή ηγεμόνα της Σικελίας, Βέρρη ενώ έμεινε γνωστός για τους περίφημους μύδρους του κατά του επίδοξου στασιαστή Κατιλίνα.





Ο Σενέκας (περίπου 4 π.Χ. – 65 μ.Χ. είχε και αυτός εμπλακεί ενεργά στη ρωμαϊκή πολιτική. Ήταν δάσκαλος και παιδαγωγός του Νέρωνα, και, μάλιστα, αργότερα αυτοκτόνησε κατ’ εντολήν του μαθητή του. Απέρριψε αποφασιστικά την ατομική θεωρία και στράφηκε πρωτίστως στον πρώιμο Στωικισμό, στον Κυνισμό και στον Επικουρισμό.

Αυτό που τον ενδιέφερε κυρίως ήταν μια πρακτική ηθική, ακόμη και απλοϊκή, βασισμένη στη στωική θεωρία για τα αγαθά. Το πρότυπο συμπεριφοράς, όπως έλεγε, πρέπει να είναι ο αδιατάρακτος στωικός σοφός, που τον χαρακτηρίζει ιδιαίτερα ο έλεγχος των παθών του και η γαλήνη μπροστά στο θάνατο. Όπως και ο Λουκρήτιος, έθεσε την επιστημονική έρευνα στην υπηρεσία της διαφώτισης και της ηθικής.

Ο Σενέκας επικάλυψε τον στωικισμό με ένα πέπλο ουμανισμού, που συνοψίζεται στη φράση του «ο άνθρωπος είναι ιερός για τον άνθρωπο», και υπηρέτησε το στωικό ιδανικό του σοφού που μεριμνά για την κοινωνία από θέση ευθύνης. Για τον Σενέκα χρέος των πλουσίων και των αρχόντων ήταν η βοήθεια προς τους κοινωνικά αδύναμους. Στα δράματα που έγραψε (π.χ. «Φαίδρα», «Οιδίπους», «Μήδεια», «Κείμενα», «Θυέστης», «Αγαμέμνων» κλπ.), βασισμένα σε ελληνικούς μύθους και κλασικές αττικές τραγωδίες, επηρεάστηκε από τον Ευριπίδη, τον Βιργίλιο και τον Οβίδιο.

Ακόμα και στους Χριστιανούς έγινε συμπαθής ο Σενέκας για την ηθική διδασκαλία του και για το τέλος του ως «μάρτυρα» της φιλοσοφίας και από αυτή τη συμπάθεια προέκυψε η ψευδεπίγραφη αλληλογραφία του με τον Απόστολο Παύλο, η οποία βρήκε αναγνώστες στο χριστιανικό κόσμο.

Ο Μάρκος Αυρήλιος, ο «φιλόσοφος αυτοκρά­τορας», έμεινε προσκολλημένος στην ηθική και πολιτική φιλοσοφία των στωικών. Η σύνδεση της ηθικής με τη θρησκεία τον οδήγησε στη διατύπωση της θέσης ότι η παράλογη συμπεριφορά ισοδυναμεί με ανυπακοή στον Θεό. Βασιζόμενος στην ορθολογική ταυτότητα των ανθρώπων, άντλησε ένα κοσμοπολίτικο πολιτικό ιδανικό, που νομιμοποίησε ιδεολογικά τον αυτοκρατορικό τίτλο της Ρώμης.

Ήταν ο τελευταίος από τους "Πέντε Καλούς Αυτοκράτορες" και θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς στωικούς φιλοσόφους. Έγραψε το περίφημο έργο "Έις εαυτόν", στα ελληνικά, κατά τη διάρκεια των εκστρατειών του που θεωρείται εξαιρετικό έργο, κλασσικό παράδειγμα της στωικής φιλοσοφίας. Ακόμη και σήμερα θεωρείται ως έργο μνημείο για μια διακυβέρνηση με γνώμονα το καθήκον και την εξυπηρέτηση του συνόλου.



Πηγές: wikipedia, Ιστορία της Φιλοσοφίας (C.Delius – M. Gatzemeier – D.Sertcan – K.Wuenscher)

via

Pages