Να μη βγάλουνε το χρόνο τους - «Πρόσθες αυτοίς κακά - Point of view

Εν τάχει

Να μη βγάλουνε το χρόνο τους - «Πρόσθες αυτοίς κακά



Άκουσα μια γιαγιά αυτές τις μέρες να λέει αγανακτισμένη για τους πολιτικούς που στερούν το μισθό από τα παιδιά της "Να μη βγάλουνε το χρόνο τους"



Με ρώτησε κάποιος: 



"Αυτό που ψάλουμε την Μεγάλη Σαρακοστή, το "Πρόσθες αυτοίς κακά, Κύριε, τους ενδόξοις της γής", γιατί το λέμε, αφού είναι κατάρα;" 

"Όταν κάνουν επιδρομή οι βάρβαροι, του είπα, και πάνε να καταστρέψουν στα καλά καθούμενα έναν λαό και ο λαός προσεύχεται να τους βρουν κακά, δηλαδή να σπάσουν τα αμάξια τους, και τα άλογά τους να πάθουν κάτι, για να εμποδισθούν, καλό είναι ή κακό; 
Αυτό εννοεί, να τους έρθουν εμπόδια. Δεν είναι ότι καταριούνται". 


- Γέροντα, πότε πιάνει η κατάρα; 

Η κατάρα πιάνει, όταν υπάρχη στην μέση αδικία. 

Αν λ.χ. κάποια κοροϊδέψη μια πονεμένη ή της κάνη ένα κακό και η πονεμένη την καταρασθή, πάει, χάνεται το σόι της. 
Όταν δηλαδή κάνω κακό σε κάποιον και εκείνος με καταριέται, πιάνουν οι κατάρες του. 

Επιτρέπει ο Θεός και πιάνουν, όπως επιτρέπει λ.χ. να σκοτώση ένας κάποιον άλλον. 

Όταν όμως δεν υπάρχη αδικία, τότε η κατάρα γυρνά πίσω σ' αυτόν που την έδωσε. 



- Και πώς απαλλάσσεται κανείς από την κατάρα; 

- Με την μετάνοια και την εξομολόγηση. 

Έχω υπ' όψιν μου πολλές περιπτώσεις, άνθρωποι που ταλαιπωρήθηκαν από κατάρα, όταν το κατάλαβαν ότι τους καταράσθηκαν, γιατί είχαν φταίξει, μετάνοιωσαν, εξομολογήθηκαν και τακτοποιήθηκαν. 

Αν αυτός που έφταιξε πη: 

"Θεέ μου, έκανα αυτό και αυτό, συγχώρεσέ με..." και εξομολογηθή με πόνο και ειλικρίνεια, τότε ο Θεός θα τον συγχωρήση, Θεός είναι. 


- Και τιμωρείται μόνον αυτός που δέχεται την κατάρα ή και αυτός που την δίνει; 

- Αυτός που δέχεται την κατάρα, βασανίζεται σ' αυτήν την ζωή. 

Αυτός όμως που καταράσθηκε, βασανίζεται και σ' αυτήν την ζωή, και στην άλλη, γιατί ως εγκληματίας θα τιμωρηθή εκεί από τον Θεό, αν δεν μετανοήση και εξομολογηθή. 

Γιατί, εντάξει, μπορεί κάποιος να σε πείραξε, εσύ όμως με την κατάραπου δίνεις, είναι σαν να παίρνης το πιστόλι και να τον σκοτώνης. Με ποιο δικαίωμα το κάνεις αυτό; 

Ό,τι και αν σου έκανε ο άλλος, δεν έχεις δικαίωμα να τον σκοτώσης. 

Για να καταρασθή κανείς, σημαίνει ότι έχει κακία. Κατάρα δίνει κανείς, όταν το λέη με πάθος, με αγανάκτηση. 

Η κατάρα, όταν προέρχεται από άνθρωπο που έχει δίκαιο, έχει μεγάλη ισχύ, ιδίως η κατάρα της χήρας. 


Θυμάμαι, μια γριά είχε ένα αλογάκι και το έβαζε στην άκρη του δάσους να βοσκήση. 

Επειδή ήταν λίγο ζόρικο, είχε βρει ένα γερό σχοινί και το έδενε. 

Μια φορά πήγαν στο δάσος τρεις γυναίκες να κόψουν ξύλα. 
Η μια ήταν πλούσια, η άλλη χήρα και η άλλη ήταν ορφανή και πολύ φτωχιά. 

Είδαν το άλογο που ήταν δεμένο με το σχοινί και βοσκούσε και είπαν: 

"Δεν παίρνουμε το σχοινί να δέσουμε τα ξύλα;" 

Το έκοψαν στα τρία και πήρε η καθεμιά από ένα κομμάτι να δέσουν τα δεμάτια τους. Επόμενο ήταν να φύγη το άλογο. 

Όταν ήρθε η γριά και δεν βρήκε το ζώο, αγανάκτησε. Άρχισε να το ψάχνη παντού, παιδεύτηκε πολύ να το βρη. 

Τελικά, όταν το βρήκε, είπε αγανακτισμένη: "Με το ίδιο το σχοινί να την κουβαλήσουν αυτήν που το πήρε". 

Μια μέρα, ο αδελφός της πλούσιας έκανε αστεία με ένα όπλο νομίζοντας πως είναι άδειο -ήταν από αυτά που είχαν αφήσει οι Ιταλοί- και χτύπησε την αδελφή του στον λαιμό. 

Έπρεπε να την μεταφέρουν στο νοσοκομείο και χρειάσθηκε σχοινί, για να την δέσουν επάνω σε μια ξύλινη σκάλα. 

Εκείνη την ώρα βρέθηκε το ένα κομμάτι σχοινί, το κλεμμένο, αλλά δεν έφθανε. 

Έφεραν και οι δύο άλλες γειτόνισσες τα δικά τους κλεμμένα κομμάτια και την έδεσαν στην σκάλα και την μετέφεραν στο νοσοκομείο. 

Έτσι πραγματοποιήθηκε η κατάρα της γριάς, "Με το ίδιο σχοινί να την κουβαλήσουν". 

Και τελικά πέθανε η καημένη, ο Θεός να την αναπαύση. 

Βλέπετε, έπιασε η κατάρα στην πλούσια, που δεν είχε οικονομική ανάγκη. 

Οι άλλες είχαν την φτώχεια τους, είχαν κάποια ελαφρυντικά. 




Τί σημαίνει “Πρόσθες αυτοίς κακά, Κύριε”;





 Εἶναι στίχος ποὺ τὸν ἀκοῦμε στὸ προοίμιο τῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ Νυμφίου κατὰ τὴ Μ. Ἑβδομάδα. Προτάσσεται πρὶν ἀπὸ τὸ κατανυκτικὸ τροπάριο «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται», μαζὶ μὲ ἄλλους τρεῖς στίχους («Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός...» κ.ο.κ.), καὶ ὅλοι μαζὶ ἀνήκουν στὴν περίφημη «ᾠδὴ» τοῦ προφήτη Ἡσαΐα.

   «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­θες αὐτοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (Ἡσ. κς΄ [26] 15).

   Σκανδαλιστικὸς ἀκούγεται ὁ στίχος. Εὐχόμαστε λοιπὸν μέσα στὴν Ἐκκλησία νὰ δίνει ὁ Θεὸς κακὰ στοὺς ἐνδόξους, τοὺς κυβερνῆτες τῆς γῆς; Καὶ πῶς αὐτὸ μπορεῖ νὰ συνάδει μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ ἐλέους καὶ τῆς συγγνώμης ποὺ κυριαρχεῖ στὴν Ἐκκλησία μας, αὐτὸ ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε, ὅταν μάλιστα ἀνέβαινε στὸ Σταυρὸ ὁδηγημένος ἀπὸ τοὺς κακούργους ἐκείνους ἐχθρούς Του; Πῶς μπορεῖ τὸ «πρόσθες κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» νὰ συμφωνήσει μὲ τὸ «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι»; (Λουκ. κγ΄ [23] 34).

   Καταρχὰς πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι τὸ «πρόσθες κακὰ» ἀνήκει στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅταν δηλαδὴ ἀκόμα δὲν εἶχαν ἐκχυθεῖ στὸν κόσμο τὰ ἄπειρα ἐλέη καὶ οἱ οἰκτιρμοὶ τοῦ ἁγίου Θεοῦ, τὰ ὁποῖα ἀκριβῶς ἐξεχύθησαν μὲ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἄνθρωποι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀκόμα καὶ οἱ ἁγιότεροι ἐξ αὐτῶν, δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ ἐννοήσουν τὸ βάθος καὶ πλάτος τῆς θεϊκῆς συγκαταβάσεως, τοῦ ἐλέους καὶ τῆς φιλανθρωπίας τοῦ μεγάλου Θεοῦ. Καὶ προκειμένου νὰ διατηρηθεῖ ἀκέραιη καὶ ἀλώβητη ἡ λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, προέβαιναν σὲ τέτοιου εἴδους ἀφορισμοὺς ὅσων ἔδειχναν στὴ ζωή τους ἀσέβεια καὶ ἀποστασία.

   Ἐδῶ ὅμως τὸ πνεῦμα αὐτὸ ξεπερνιέται ἀπὸ τὸν Ἡσαΐα. Διότι ὁ Προφήτης τοῦ Θεοῦ, προβλέποντας τὸ μέλλον τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν καὶ ἀντιλαμβανόμενος τί ὁ Θεὸς πρόκειται νὰ πράξει σ’ αὐτούς, λέει ἐκ τῶν προτέρων ὅσα πρόκειται νὰ πάθουν οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, οἱ κυβερνῆτες τῶν ἐθνῶν ποὺ εἶναι ἀσεβεῖς καὶ ἄδικοι, πονηροὶ καὶ ἀλαζόνες, καὶ συμπεριφέρον­ται μὲ σκληρότητα καὶ ἀδικία πρὸς τοὺς ὑπηκόους τους, μὴ ὑπολογίζοντας οὔτε ἀνθρώπινο οὔτε θεῖο δίκαιο. Ἡ προστακτικὴ συνεπῶς «πρόσθες» δὲν σημαίνει ὅτι ὁ Προφήτης εὔχεται στὸ Θεὸ νὰ τιμωρήσει μὲ ἀλλεπάλληλες συμφορὲς τοὺς ἰσχυροὺς τῆς γῆς, ἀλλὰ ὅτι δίνει σαφὴ προειδοποίηση, προβλέπει καθαρὰ αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς πρόκειται νὰ πράξει. «Προαγορευτικόν», δηλαδὴ προφητικὸ εἶναι ἐ­δῶ τὸ «πρόσθες», ἐξηγεῖ ὁ ἑρμηνευτὴς τῶν Γραφῶν Θεοδώρητος, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Προφήτης «προλέγει τὸν ὄλεθρον τῶν διωκόντων τοὺς εὐσεβεῖς»1.
Ἀκόμα ὅμως κι ἂν ἔτσι ἔχουν τὰ πρά­γματα, θὰ μποροῦσε νὰ ἀντείπει κανείς, γιατί ὁ Θεὸς νὰ στέλνει κακὰ σὲ ὅσους δὲν θέλουν νὰ βαδίζουν σύμφωνα μὲ τὸ νόμο Του;

   Στὴν ἐρώτηση αὐτὴ ἀπαντᾶ διεξοδικὰ ὁ Μ. Βασίλειος στὸ λόγο του «Ὅτι οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός». Ἐκεῖ ὁ μέγας ἱεράρχης, ἀφοῦ ἐξαρχῆς κάνει τὴ διάκριση τοῦ πραγματικοῦ («φύσει») κακοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἀπὸ τὸ θεωρούμενο ἀπὸ ἐμᾶς κακό («τὸ πρὸς τὴν ἡμετέραν αἴσθησιν»), ποὺ εἶναι ὅ,τι μᾶς πονεῖ καὶ μᾶς κάνει νὰ θλιβόμαστε (πόνοι, δυστυχίες, συμφορές, καταστροφές, θάνατος), ἔπειτα ξεκάθαρα λέει ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἔφτιαξε κακὸ στὸν κόσμο. Πῶς ἐξάλλου εἶναι δυνατὸν ὁ πανάγαθος Θεὸς νὰ ἔφτιαξε κάτι κακό; «Ὅλως μὴ Θεὸν αἴτιον ἡγοῦ τῆς ὑπάρξεως τοῦ κακοῦ», σὲ καμιὰ περίπτωση μὴ θεωρήσεις τὸν Θεὸ αἴτιο τῆς ὑπάρξεως τοῦ κακοῦ, τονίζει ὁ ἱερὸς Πατήρ. Τὸ κακὸ ὑπάρχει, ἐξηγεῖ, ἀπὸ τὸ αὐτεξούσιον τοῦ ἀνθρώπου, τὴ θέλησή του νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθοῦ.

   Ἐν τούτοις, κάποτε ὁ Θεὸς παραχωρεῖ νὰ συναντήσουν τὸν ἄνθρωπο αὐτὰ ποὺ θεωροῦμε θλιβερά, καὶ τὰ ὁποῖα εἶναι συν­έπειες τοῦ ὄντως κακοῦ, τῆς ἁμαρτίας. Καὶ τὸ κάνει αὐτὸ ὁ Θεός, ἐξηγεῖ καὶ πάλι ὁ Μ. Βασίλειος, «πρὸς τὸ συμφέρον», «ἐπὶ διορθώσει τῶν πλημμελημάτων», καθότι ὅλα αὐτὰ τὰ δεινὰ «τῆς κακίας τὴν αὔξησιν περικόπτουσι». Ὁ ἄνθρωπος ταπεινώνεται ἀπὸ τὴν ἑωσ­φορική του ἀλαζονεία καὶ συστέλλεται, ὁδηγεῖται σὲ ἐπίγνωση καὶ μετάνοια. Συν­επῶς, καταλήγει ὁ ἱερὸς Πατήρ, μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ δεινὰ ὁ Θεὸς ἀναιρεῖ τὸ ὄντως κακό, ποὺ εἶναι ἡ ἁμαρτία2.

   Ἐπιπλέον, μὲ τὸ νὰ εἶναι οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες καὶ μεγιστάνες, σὲ περίοπτη θέση, γίνονται πρότυπα καὶ ὑποδείγματα ζωῆς ἀπὸ τὸν πολὺ λαό. Ἂν λοιπὸν αὐτοὶ ἀλαζονεύονται καὶ ἀδικοῦν, καὶ παρὰ ταῦτα μένουν ἀτιμώρητοι, αὐτὸ ὁπωσδήποτε θὰ παρακινήσει πολλοὺς νὰ ἀκολουθήσουν τὸν ἴδιο δρόμο, μὲ τὴν ἰδέα μάλιστα ὅτι δὲν ὑπάρχει κανένας Θεός, καμιὰ δικαιοσύνη ὑπέρτερη τοῦ δικαίου τοῦ ἰσχυροτέρου, οὐσιαστικὰ δηλαδὴ αὐτοῦ ποὺ ὀνομάζουμε «νόμο τῆς ζούγκλας». Ὅμως ἔτσι ποῦ θὰ ὁδηγηθεῖ ἡ κοινωνία μας;

   Δύο καλὰ συνεπῶς προξενεῖ ὁ Θεὸς μὲ τὴν παραχώρηση δεινῶν στοὺς ἀσεβεῖς ἰσχυρούς: Πρῶτον, περιστέλλει τὴν ἀσέβειά τους καὶ δεύτερον, καταστέλλει διαθέσεις ἀδικίας καὶ κινήσεις ἀποστασίας ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἀκριβῶς μετανοοῦν, ἐπειδὴ βλέπουν καὶ κατανοοῦν πῶς ἐργάζεται ὁ Θεὸς στὸν κόσμο.

   Οἱ Χριστιανοί, ζώντας στὴν ἐποχὴ τῆς Χάριτος, ἔχουμε χρέος, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιταγὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, νὰ εὐ­χόμαστε ἀγαθὰ «ὑπὲρ πάντων τῶν ἐν ὑπεροχῇ ὄντων» (Α΄ Τιμ. β΄ 2). Παραλλήλως ὅμως, ὅταν βλέπουμε τὶς συνέπειες τῆς ἀποστασίας ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε καταλαβαίνουμε τί σημαίνει τὸ «πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε», καὶ αὐτὸ μᾶς γίνεται ἀφορμὴ ἀκόμα περισσότερο νὰ εὐλογοῦμε καὶ νὰ δοξάζουμε τὴν ἄπειρη φιλανθρωπία Του, ἡ ὁποία ὅ,τι ἐπιτρέπει, τὸ ἐπιτρέπει πρὸς τὸ ἀληθινὸ καὶ αἰώνιο συμφέρον μας.

1. Θεοδωρήτου Κύρου, Εἰς τὸν προφήτην Ἡσαΐαν, PG 81, 368C.
2. Βλ. Μ. Βασιλείου, Ὅτι οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός, ΕΠΕ 7, 92· 100· 104.
via

Pages