Φαίνεται πως η δεισιδαιμονία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας άλογος φόβος της θεότητας.
Ο δεισιδαίμονας πλένει τα χέρια του και ραντίζεται με νερό από τις χοές, κι’ υστέρα βγαίνει από το ναό και γυρίζει όλη τη μέρα κρατώντας στο στόμα ένα φύλλο, δάφνης σαν δει γάτα, σταματάει και δεν συνεχίζει το δρόμο του πριν πατήσει κάποιος άλλος στο μέρος, από όπου είχε περάσει η γάτα, ή αν δεν ρίξει τρεις μικρές πέτρες στο δρόμο, για να διώξει από κοντά του την κακοσημαδιά σ’ οποίο μέρος του σπιτιού του δει φίδι θα στήσει αμέσως βωμό και μόλις δει σε κανένα σταυροδρόμι εκείνες τις καθαγιασμένες πέτρες που τοποθετεί ευλαβικά ο λαός, πλησιάζει, χύνει επάνω τους όσο λάδι έχει στο μπουκάλι του, γονατίζει μπροστά τους και τις προσκυνάει.
Αν του τρυπήσει κανένα ποντίκι το σακί με τ’ αλεύρι, τρέχει αμέσως στον εξηγητή, που του λέει να πάει να το μπαλώσει μα αυτός δεν ικανοποιείται από την απάντηση και, φοβισμένος από την τόσο ασυνήθιστη αυτή ιστορία, δεν τολμάει να ξαναχρησιμοποιήσει το σακί και το πετάει άλλη μια αδυναμία του είναι να κάνει ολοένα αγιασμούς στο σπίτι του, να αποφεύγει να κάθεται επάνω σε τάφο ή να παρακολουθεί μνημόσυνα, ή να μπαίνει σε δωμάτιο λεχώνας, κι’ αν του τύχει να δει κανένα όνειρο, πηγαίνει και βρίσκει τους ονειροκρίτες, τους μάντεις και τους οιωνό σκοπούς για να του πουν σε ποιόν θεό ή σε ποια θεά θα πρέπει να θυσιάσει.
Στο τέλος κάθε μηνός, τακτικότατα, πηγαίνει στους ιερείς του Ορφέα για να τον μυήσουν στα μυστήρια, παίρνει μαζί του και την γυναίκα του ή, αν εκείνη δεν ευκαιρεί, πηγαίνει με την τροφό και τα παιδιά όταν περπατάει στην πόλη, δεν παραλείπει ποτέ να ραντίζει το κεφάλι του, για καθαρμό, με το νερό από τις βρύσες της πλατείας και από καιρό σε καιρό πηγαίνει στις ιέρειες, που τον απολυμαίνουν δένοντας και απλώνοντας γύρω από το σώμα του το πτώμα κανενός σκύλου, η σκυλλοκρόμμυδα.
Τέλος, αν δει κανέναν επιληπτικό, τον πιάνει φρίκη και φτύνει στον κόρφο του, για να αποτρέψει το κακό πού θα πάθει από το συναπάντημα.
Ο Θεόφραστος ο Ερέσιος (371 π.Χ. – περ. 287/5 π.Χ.) ήταν φιλόσοφος της αρχαιότητας. Θεωρείται συνεχιστής του έργου του Αριστοτέλη τον οποίο και διαδέχτηκε στη διεύθυνση της Περιπατητικής Σχολής.