Γράφει ο Θανάσης Μπαντές
Ο Ζακ Μεσρίν δεν είναι συγγραφέας· είναι εγκληματίας και μάλιστα με πολύ πλούσιο βιογραφικό που περιλαμβάνει από ληστείες τραπεζών μέχρι αιματηρά ξεκαθαρίσματα μαφιόζικου τύπου, από κινηματογραφικές αποδράσεις μέχρι δολοφονίες αστυνομικών. Απασχόλησε υπερβολικά τον τύπο και την παγκόσμια αστυνομία και ανακηρύχτηκε νούμερο 1 δημόσιος κίνδυνος σε Ευρώπη και Καναδά. Το 1975 μέσα από τη φυλακή κατάφερε να εκδώσει ένα βιβλίο αυτοβιογραφικού χαρακτήρα που έχει τον τίτλο «Το ένστικτο του θανάτου».
Το βιβλίο αυτό – ακολουθώντας πιστά τη μοίρα του συγγραφέα του – έμελλε να έχει επεισοδιακή ιστορία. Ο πρώτος εκδότης, ο Ζαν Κλώντ Λαττές, απέσυρε το βιβλίο από την κυκλοφορία δηλώνοντας ότι είναι καθήκον του να αποσύρει ένα βιβλίο που δεν αρέσει στην αστυνομία. Ο Μεσρίν έστειλε μια οργισμένη επιστολή που του ανακοίνωνε ότι δεν τον θεωρεί πλέον εκδότη του. Ο Λαττές επανέκδωσε το βιβλίο μετά το θάνατο του Μεσρίν, αλλά αυτή τη φορά τον ανάγκασαν να το αποσύρει οι κληρονόμοι του Μεσρίν, που του έκαναν μήνυση. Τελικά το βιβλίο δημοσιεύτηκε από τις εκδόσεις Champ Libre. To Μάρτη του 1984 ο ιδιοκτήτης της Champ Libre και εκδότης του Μεσρίν, Ζεράρ Λεμποβισί, βρίσκεται δολοφονημένος με τέσσερις σφαίρες στον αυχένα. Η δολοφονία του δεν εξιχνιάστηκε ποτέ.
«Το ένστικτο του θανάτου»
«Το ένστικτο του θανάτου» δεν είναι απλώς μια καταγραφή γεγονότων, μια αλυσίδα περιπετειών, που αφορούν την γκαγκστερερική πραγματικότητα, η οποία, όσο να ‘ναι, μαγνητίζει το κοινό. Δεν είναι δηλαδή μια εμπορικής φύσεως φούσκα που προβάλλει δάκρυ κι αίμα για να μαζέψει αναγνώστες. Είναι μια τίμια παρουσίαση ενός κόσμου που δεν οριοθετείται μόνο από την καταιγιστική δράση της παρανομίας, αλλά διευρύνεται από το υπόβαθρο που εκπροσωπείται πίσω από τη δράση. (Το γεγονός ότι ο Μεσρίν δεν είναι συγγραφέας δρα ευεργετικά στο βιβλίο, αφού όλα περιγράφονται χωρίς στολίδια και φιοριτούρες, που μόνο ζημία θα μπορούσαν να κάνουν. Ο Ζαν Πωλ Μπελμοντώ πλήρωσε 100.000 δολάρια για τα κινηματογραφικά δικαιώματα του βιβλίου).
Ο Μεσρίν δεν απολογείται για τις φρικαλέες του ενέργειες, αλλά αντίθετα κατηγορεί. Κατηγορεί ένα σύστημα που υποδουλώνει και ευνουχίζει τους ανθρώπους εξαναγκάζοντάς τους να υποκύψουν σε νομοθεσίες, που ουσιαστικά όχι μόνο δεν αποδέχονται, αλλά καταδικάζουν, αφού οι νόμοι είναι προϊόντα που δεν εξασφαλίζουν τη δικαιοσύνη αλλά τα συμφέροντα των ισχυρών. Με δυο λόγια βλέπουμε έναν καθαρά ποινικό να διεκδικεί επαναστατικότητα τονίζοντας ότι το νόμιμο δεν είναι δίκαιο.
Και αυτό δεν το επιχειρεί από τη θέση του κακομοίρη ή του απόκληρου που δεν μπορούσε να βρει δουλειά ή που πεινούσαν τα παιδιά του κι αναγκάστηκε να περάσει στην παρανομία. Αντίθετα, ως αποφυλακισμένος και πατέρας δύο παιδιών ζήτησε δουλειά σε ένα αρχιτεκτονικό γραφείο και προσλήφθηκε αμέσως, παρόλο που δεν έκρυψε από τον ιδιοκτήτη του γραφείου ούτε το εγκληματικό του παρελθόν ούτε την παραμονή του στη φυλακή. Θα λέγαμε ότι η κοινωνία τον αποδέχτηκε ξανά στους κόλπους της, ως ενεργό μέλος, χωρίς ίχνος ρατσισμού ή έστω επιφυλακτικότητας.
Ο Μεσρίν πέρασε κάποιο διάστημα ως νόμιμος εργαζόμενος οικογενειάρχης αλλά όπως αποδείχτηκε ήταν αδύνατο να συνεχίσει αυτή τη ζωή. Ήταν αδύνατο να προσαρμοστεί στο συγκεκριμένο μοντέλο που θέλει εργασία από το πρωί μέχρι το απόγευμα και οικογενειακά σαββατοκύριακα. Ο ίδιος γράφει ότι δεν μπορεί να ζήσει η τίγρης στο κλουβί. Έτσι εγκαταλείπει τη δουλειά και ξαναμπλέκεται με την παρανομία. Χωρίς να προβαίνει σε κρίσεις καθιστά σαφές ότι το πρόβλημά του είναι καθαρά προσωπικό και δεν αφορά συγκεκριμένες συμπεριφορές αδικίας ή αχαριστίας σε βάρος του. Αφορά το μοντέλο της ζωής που καλείται να ζήσει (και που αποδέχονται όλοι οι υπόλοιποι), το οποίο είναι στείρο και μίζερο, χωρίς χαρές ή εντάσεις, χωρίς διέξοδο, αφού το επαναλαμβανόμενο καθημερινό τίποτα της νομιμότητας είναι για το Μεσρίν αδιέξοδο σαν το θάνατο.
Έτσι το βιβλίο γίνεται καταγγελτικό. Καταγγέλλει την ηθική νομιμότητα που στερεί την αληθινή ζωή από τους ανθρώπους καθιστώντας τους φερέφωνα και μαριονέτες, που μοχθούν για την επιβίωση μέσα στα στενά όρια που τους έμαθαν να θεωρούν ζωή. Η ηθική και η νομιμότητα παρουσιάζονται σαν παγίδα που εγκλωβίζει τους πολλούς ανθρώπους και που στήνεται από τους λίγους προκειμένου να κρατάν τους πολλούς στην κατάσταση της ύπνωσης που τους βολεύει. Φυσικά, ο τρόπος ζωής που υιοθετεί είναι αδιέξοδος – και το πληρώνει με τη ζωή του – και η ιδεολογία του εγκλήματος, ως στάση ζωής, δεν μπορεί να αποτελέσει ούτε κοινωνικό όραμα αλλά ούτε παράδειγμα ατομικής συμπεριφοράς.
instinct De Mort
Ο Μεσρίν δεν είναι διανοούμενος για να θεμελιώσει θεωρητικά τις πεποιθήσεις του· είναι ποινικός, δηλαδή άνθρωπος της δράσης, κι ως εκ τούτου ενεργεί ενστικτωδώς πρεσβεύοντας μια αλήθεια που περισσότερο διαισθάνεται παρά αποκρυσταλλώνει. Έτσι, συμπεριφέρεται με σκληρότητα, μόνος απέναντι σε μια κοινωνία που θεωρητικά του φέρθηκε καλά και θεωρητικά, επίσης, καθορίζεται από νόμους και ηθικές αρχές που σέβονται τις ελευθερίες και τη συμβίωση, αλλά ουσιαστικά χρησιμοποιεί εξίσου τη δική της σκληρότητα ασκώντας καθημερινή βία, προκειμένου να φέρει τους ανθρώπους στα δικά της μέτρα και σταθμά, τα οποία ορίζονται με βάναυσο και αδιάλλακτο τρόπο από τη βούληση της κάθε λογής εξουσίας.
Ο Μεσρίν ποτέ δεν επιτίθεται σε συνανθρώπους του βιοπαλαιστές, ούτε μπουκάρει σε σπίτια αδιακρίτως προκειμένου να κλέψει πενταροδεκάρες. Βασικός – σχεδόν μόνιμος – στόχος του είναι οι τράπεζες. Έφτασε σε σημείο να ληστεύει ολομόναχος, σχεδόν καθημερινά, τράπεζες ως προσωπική άσκηση ψυχραιμίας. Όταν τα περιθώρια στένεψαν πολύ στη Γαλλία κατέφυγε στον Καναδά. Εκεί προχώρησε σε νέες ληστείες ώσπου τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν στην περιβόητη Ειδική Σωφρονιστική Μονάδα, τη σκληρότερη φυλακή υψίστης ασφαλείας της χώρας.
Ο Μεσρίν την περιγράφει με μίσος. Κελιά χωρίς παράθυρα, με ένα μόνιμα αναμμένο φως που έκανε τον κρατούμενο να ξεχνάει τι θα πει νύχτα και να βρίσκεται σε ένα διαρκές μπέρδεμα χρόνου. Οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να κοιμηθούν και πολλοί τρελαίνονταν κι αυτοκτονούσαν. Η απανθρωπιά του σωφρονιστικού συστήματος είναι η προσωποποίηση της κρατικής βίας, που έχει στόχο να τσακίσει το ηθικό το «σκληρών» παραβατών και που, τελικά, ατσάλωσε τις εγκληματικές πεποιθήσεις του Μεσρίν.
Φυσικά, ήταν από τους πρώτους που κατήγγειλαν τις φρικτές συνθήκες κράτησης και διεκδίκησαν καλύτερες συνθήκες για τους κρατούμενους. Το θέμα της κράτησης στις φυλακές πήρε μεγάλες διαστάσεις στη Γαλλία και βελτιώθηκαν αρκετά οι όροι μετά από αγώνες και διαβήματα στον τύπο που έκανε ο ίδιος ο Μεσρίν. Όταν απέδρασε από τις φυλακές του Καναδά έκανε ίσως την πιο εξεζητημένη ενέργεια στην ιστορία του παγκόσμιου εγκλήματος. Επέστρεψε μετά από λίγο καιρό μ’ ένα αυτοκίνητο κι άνοιξε πυρ εναντίον των φρουρών προσπαθώντας να πετύχει την απόδραση των υπολοίπων. Μετά από πραγματική μάχη όπου τραυματίστηκε τόσο ίδιος όσο και ο σύντροφός του – καθώς και πολλοί φρουροί – έφυγε άπραγος. Η είδηση έκανε το γύρο του κόσμου και λίγους μήνες μετά οι φυλακές αυτές έκλεισαν. Ήταν η εκδίκηση του Μεσρίν που έπαιρνε διαστάσεις λαϊκού ήρωα.
Ζακ Μεσρίν. Booking photo of Mesrine, taken in 1973.
Κι εδώ βρίσκεται ο πυρήνας της αντανακλαστικής δράσης του Μεσρίν, που δεν είναι άλλος από τον προσωπικό νόμο του αδάμαστου ενστίκτου απέναντι σε κάτι ασαφές (κι ωστόσο καθορισμένο), που προσπαθεί να τον καταπιέσει και τον προκαλεί σ’ έναν χωρίς όρους πόλεμο. Η οπτική του Μεσρίν απέναντι στην τρέχουσα ηθική αποκτά διαστάσεις νεύρωσης, αφού η κατάρριψή της γίνεται πλέον μοναδικός στόχος ζωής. Από ένα σημείο και μετά δίνει την εντύπωση ότι αδιαφορεί παντελώς για τα πάντα – και κυρίως για τη ζωή του – αρκεί να υπηρετήσει τον αγώνα στον οποίο στρατεύθηκε. Τον αγώνα απέναντι σε οτιδήποτε ψεύτικο μπορεί να τον περιορίσει. Η καταπίεση των ανθρώπων από τη στρατευμένη ηθική, καθώς και η ρευστότητα αυτής της ηθικής που ξέρει να ελίσσεται ανάλογα με τα συμφέροντα της εξουσίας – όταν ο Μεσρίν δολοφονούσε ως στρατιώτης στον πόλεμο της Αλγερίας πήρε παράσημο κι επέστρεψε σαν ήρωας της πατρίδας – όσο αδιεξοδικά κι αν παρουσιάζονται από το Μεσρίν κρύβουν τη δύναμη μιας κουτσουρεμένης, δειλής κι αδιέξοδης αλήθειας. Της ολοκληρωτικής σύμβασης του ατόμου στο πλαίσιο της κοινωνικότητας. Δηλαδή του ανελεύθερου.
Το ερώτημα ποιος καθορίζει την τρέχουσα ηθική και με τι κριτήρια, κάνει το θέμα πολυπλοκότερο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μεσρίν απέκτησε επικίνδυνη δημοτικότητα στη Γαλλία ούτε είναι τυχαίο ότι απαγορεύτηκε για χρόνια το βιβλίο του. Και φυσικά, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι δολοφονήθηκε από τα πυρά 80 αστυνομικών που τον έκαναν κόσκινο μέσα στο αυτοκίνητό του – 21 σφαίρες βρέθηκαν μόνο στο κεφάλι του – και το αιμόφυρτο πτώμα του φιγουράρισε στα πρωτοσέλιδα όλων των εφημερίδων.
Οι φωτογραφίες είναι από εδώ: