Όταν χαλούσες τις φωλιές, δεν το ‘ξερες πως δε θα ξανάρθουν τα χελιδόνια; - Point of view

Εν τάχει

Όταν χαλούσες τις φωλιές, δεν το ‘ξερες πως δε θα ξανάρθουν τα χελιδόνια;







Άπλωνα τα χέρια μου τις νύχτες και μάζευα αστέρια και φτερά, από αγριοπερίστερα, για να τα κρύβω στο μαξιλάρι σου και να γλυκαίνω τον ύπνο σου. 

Πάντα πηδάω από το τρένο λίγο πριν φτάσει στο σταθμό. 

Οι λίμνες.. Πρόσεξες ποτέ τις λίμνες; Δεν είναι σαν τις θάλασσες. Οι θάλασσες μιλούν. Τραγουδούν. Οι λίμνες ονειρεύονται.. 

Κάθε φορά που πέφτει η βροχή πάνω στο τριαντάφυλλο θα σου στέλνω ένα φιλί να κρύβεις τ’ όνειρό σου. 

Έκλεινα την ψυχή μου στα κοχύλια και στα χάριζα, για να μαθαίνεις τα τραγούδια της θάλασσας. 

Τακ.. Τακ.. Τακ.. Μπάζει η στέγη της ψυχής μου. Δόξα τω Θεώ, δε χάλασα ακόμα. 

Πολύ απλά σε χρειάζομαι. Δε μπορώ να κουβαλήσω μόνη μου την Άνοιξη. 

Τα μονοπάτια του πάρκου ξέρουν τους δρόμους των λουλουδιών. 

Όταν χαλούσες τις φωλιές, δεν το ‘ξερες πως δε θα ξανάρθουν τα χελιδόνια; 

Κάνε λίγη γυμναστική στα δάχτυλά σου. Μην τ’ αφήνεις να γίνονται ραμολί. Κάποτε, μπορεί να χρειαστεί να δώσεις μια γροθιά στο τραπέζι. Ποτέ δεν είναι αργά. 

Εστόλισα το τοπίο της μοναξιάς σου μ’ ένα κυκλάμινο. Δεν έκανα τίποτα το σπουδαίο για να μ’ ευχαριστείς. 

Ούτ’ ένα μνημείο, που να πάρει και να σηκώσει.. Ούτ’ ένα μνημείο δε στήθηκε ποτέ πουθενά, που να λέει: Σ’ αυτόν που είχε την αντοχή να ταΐζει τα όρνια με την ψυχή του, με το μάταιο όνειρο, πως κάποτε θα τα εξημερώσει. 

Με τη λογική δεν εξηγούνται τα παράλογα. Όταν πάρουν φωτιά τα ρούχα σου, το πρώτο που κάνεις είναι να τα πετάξεις. Δε σκέφτεσαι βέβαια, πώς και από πού ξεκίνησε η φωτιά. 

Αν μπορούσα λέει.. Να σου θυμίσω λίγο τη μυρωδιά της βροχής. 

Την είδα μια μέρα να κρατά στην αγκαλιά της ένα ολοκόκκινο μεταξωτό φουλάρι. Θέλω να το χαρίσω μονολογούσε. Θέλω να το χαρίσω και δε βρίσκω κανένα να του ταιριάζει. 

Θε μου, δεν είναι μικρά αυτά που κατάφερα. Κράτησα τη φωτιά μου αναμμένη μέσα στη βροχή. Θυμώμουνα πάντα το άρωμα της πασχαλιάς, όταν πορευόμουνα στον υπόνομο. 

Ευτυχώς, σου λέω, που έμαθα μερικά χρήσιμα πραματάκια. Να μαζεύω, ας πούμε, πολύχρωμα χαρτάκια και να βάζω ουρές στα όνειρά μου. 

Γιατί φοβάσαι τόσο το Χειμώνα; Αφού σου χάρισα ένα ρούχο να σκεπάσεις την ψυχή σου. Ένα παραμύθι να νανουρίζεσαι κι ένα χαμόγελο για να ονειρεύεσαι την Άνοιξη.. 









Pages