Εγκατάλειψη - Alexandre Jollien - Point of view

Εν τάχει

Εγκατάλειψη - Alexandre Jollien


Ένα ιδανικό μουσικό κομμάτι για να βιώσετε την εγκατάλειψη.






Μικρά διαμάντια” μου αρέσει να αποκαλώ τα μικρά βιβλιαράκια που κρύβουν μέσα στις λίγες σελίδες τους περισσότερο νόημα και ουσία από ό,τι τεράστια μυθιστορήματα. Κι αυτό επειδή η φιλοσοφία δεν χρειάζεται χώρο, αλλά τρόπο. Τον μεγαλύτερο υπαρξιακό προβληματισμό μπορείς να τον χωρέσεις σε μία μονάχα πρόταση.
Ένα τέτοιο “μικρό διαμάντι” είναι και η “Εγκατάλειψη” του σύγχρονου Γάλλου φιλοσόφου, Alexandre Jollien. Ενός ανθρώπου που αντιμετώπιζε από τη γέννησή του πολύ σοβαρά κινητικά προβλήματα, αλλά ωστόσο όχι μόνο ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία, αλλά έφτασε να είναι ένας από τους πιο σημαντικούς στοχαστές της εποχής μας. Θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε ως τον “Στίβεν Χόκινγκ” της φιλοσοφίας. 

Η “Εγκατάλειψη” είναι φιλοσοφικό δοκίμιο πάνω στις έννοιες της εγκατάλειψης και της αποδοχής. Πραγματεύεται πώς μπορεί κανείς να βρει τη γαλήνη, μέσα από το να αφήνεσαι συνειδητά στην ύπαρξη και να αγκαλιάζεις το τώρα δίχως να προσπαθείς να το αλλάξεις. Είναι βαθιά επηρεασμένο από την ανατολίτικη σκέψη, και ειδικά από τον Βουδισμό και τη διδασκαλία του Ζεν, όμως δεν λείπουν οι αναφορές σε πολλούς σπουδαίους στοχαστές της ιστορίας, όπως τον Αριστοτέλη, τον Νίτσε, τον Γκαίτε, τον Διογένη τον Κυνικό, κα. Ένα αξιοθαύμαστο χαρακτηριστικό του Τζολιέν είναι οι ανοιχτοί ορίζοντές του μέσα στον κόσμο της φιλοσοφίας. 
Αντί να αναλύσουμε όλους τους πυλώνες αυτού του μικρού βιβλίου (τους οποίους αξίζει να μελετήσετε μόνοι σας διαβάζοντάς το, διαδικασία που διαρκεί λιγότερο από δύο ώρες), θα επικεντρωθούμε στη πιο σημαντική έννοια του εν λόγω έργου:
Εγκατάλειψη
Ο συγκεκριμένος όρος μόνο τυχαία δεν έχει επιλεχθεί ως τίτλος του βιβλίου, μιας και είναι το “νοητό πέπλο” που αγκαλιάζει όλες τις υπόλοιπες πραγματείες του. Η εγκατάλειψη για τον Τζολιέν έχει διττή λειτουργία και συνίσταται στην αλληλεπίδραση δύο άλλων εννοιών: της αποδοχής και της συνειδητότητας. 
Όταν κάθεσαι, να κάθεσαι. Όταν είσαι όρθιος, να είσαι όρθιος. Όταν περπατάς, να περπατάς. Και, κυρίως, να μην αμφιταλαντεύεσαι
Σε καμία περίπτωση λοιπόν δεν έχουμε να κάνουμε με την άνευ όρων παράδοση στη ζωή, την ολοκληρωτική υποταγή στη μοίρα. Εγκατάλειψη εδώ σημαίνει “συνειδητή αποδοχή”, είναι μία διαδικασία ουσιαστικής παρατήρησης και διαρκώς μεταβαλλόμενης συνειδητοποίησης. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για μία μορφή “τέλους”, για ένα καθοριστικό βήμα από το οποίο δεν υπάρχουν μεταβολές (γι’ αυτό και είναι πιο συγγενική με τη διδασκαλεία του Ζεν, κι όχι τόσο με τη “φώτιση” του Βουδισμού, από τον οποίο ωστόσο είναι επίσης επηρεασμένη). Ο άνθρωπος που έχει πετύχει (ή μάλλον, την πετυχαίνει τώρα) την εγκατάλειψη, δεν άλλαξε τίποτα στην υπόστασή του, ούτε εξωτερικά ούτε εσωτερικά – το μόνο που έπραξε (και που πράττει τώρα) είναι ένας επαναπροσδιορισμός της συνειδησιακής σκοπιάς. Με πιο απλά λόγια, βλέπει τα πράγματα με άλλο μάτι. 
Καθοριστική σημασία δίνει για την επίτευξη αυτής της κατάστασης/συνήθειας στην εξής φράση, παρμένη από τη Διαμαντένια Σούτρα: “Αυτή δεν είναι η πραγματικότητα του Βούδα, γι’ αυτό και την ονομάζω πραγματικότητα του Βούδα”. Αυτός ο πανίσχυρος (όσο και φαινομενικά παράλογος) λογισμός μας βοηθάει να πετύχουμε κάτι εξαιρετικά σημαντικό – την απελευθέρωση και απαγκίστρωση από τα δεσμά των ορισμών και των λέξεων. “Ο Alexandre δεν είναι ο Alexandre, γι’ αυτό τον ονομάζω Alexandre”. Ο άνθρωπος σήμερα, εγκλωβισμένος μέσα στις απόλυτες έννοιες που έχει χτίσει ως κάγκελα του συνειδησιακού κλουβιού του, είναι ανίκανος να αντιληφθεί πλέον την πολυπλοκότητα της ύπαρξης, κι έχει χάσει ως εκ τούτου κάθε δυνατότητα προσαρμογής σε αυτή. Όπως είχε τονίσει ο Ανρί Μπεργκσόν: “Να υπάρχεις σημαίνεις να αλλάζεις”. Τα πάντα αλλάζουν, τα πάντα μεταβάλλονται, “τα πάντα ρει”, κι όποιος αποστασιοποιείται από τη ροή της ζωής, χάνεται όχι μονάχα από τον κόσμο, αλλά, το σημαντικότερο, από τη φύση του εαυτού του. 
Νομίζω πως η χαρά και η θλίψη βρίσκονται μέσα μας. Αποκτούν διάρκεια, ίσως ακριβώς επειδή δεν τολμούμε να τα ζήσουμε σε βάθος
Αυτή η φράση λοιπόν είναι η “σανίδα” μας στο ποτάμι της ζωής. Είναι το μάτι που βλέπει το Τάο, για τον Ταοϊσμό. Είναι η αποδοχή και το “κολύμπι” του εαυτού μέσα σε αυτό το χειμαρρώδες ποτάμι, μέσα από τη φυσική τάση του οποίου προκύπτει και η φυσική δράση μας – γι’ αυτό κι αυτός που επιτρέπει στον εαυτό του να “εγκαταλειφθεί” δεν είναι αδρανής, αλλά ουσιαστικά δραστήριος. 
Ας μιλήσουμε με παραδείγματα όμως. Ο Τζολιέν αναφέρει πως μία μέρα ζήτησε από τον μικρό του γιο να του φέρει ένα γιαούρτι να φάει. Ο πιτσιρικάς του το έφερε, δίχως όμως να φέρει κουτάλι. 
Εδώ η “νόηση” μπορεί να δει ένα ξεκάθαρο πρόβλημα – ή μάλλον, πολλά. Πρώτον, ο γιος δεν αντιλαμβάνεται τις ανάγκες και τα προβλήματα του ανάπηρου πατέρα του. Υπάρχει “ρήξη”, μη κατανόηση. Δεύτερον, υπάρχει η ρίζα αυτού του προβλήματος: το γεγονός ότι ο πατέρας του είναι ανάπηρος. Εάν ήταν υγιής, κανένα από αυτά τα προβλήματα δεν θα είχε δημιουργηθεί κι όλα θα ήταν “φυσιολογικά” και “ιδανικά”. Η ατέλεια, η έλλειψη συνεπώς, υψώνεται ως τοίχος μπροστά στο αγαθό της ευτυχίας. 
Συχνά, λέω στον γιο μου: “Ακόμα κι αν έβαζες φωτιά στο σπίτι, εγώ θα σε αγαπούσα”. Και προσθέτω αμέσως: “Αλλά δεν σου το συνιστώ”!
Πριν πούμε τι έκανε ο πατέρας εν τέλει, ας επιμείνουμε σε αυτό το σημείο, το οποίο είναι και το καθοριστικότερο σφάλμα της νόησης: η προσμονή και το κυνήγι του ιδεατού. Το “Εγώ” υποθέτει πως η ευτυχία βρίσκεται μονάχα σε μία ιδεατή συνθήκη, και πως μία ατέλεια είναι ικανή να τη καταρρίψει. Η εγκατάλειψη όμως μας διδάσκει πως η ευτυχία και η χαρά είναι έννοιες συνυφασμένες με το τώρα – με το γήινο, το πραγματικό και το τωρινό. Η χαρά δεν είναι απλώς αποτέλεσμα του να ζεις στο τώρα – είναι το ίδιο και το αυτό. Συνείδηση του τώρα σημαίνει χαρά. 
Σκεφτείτε τις νοητικές διαδικασίες ενός δυστυχισμένου ανθρώπου (ενός τωρινά δυστυχισμένου ανθρώπου, επειδή κανένας δεν είναι παντοτινά ευτυχισμένος ή δυστυχισμένος). Ή, καλύτερα, σκεφτείτε τη κατεύθυνση των σκέψεών του – τρέχουν είτε προς το παρελθόν, είτε προς το μέλλον. Για παράδειγμα, ένας νεαρός πίνει καφέ, και σκέφτεται τις εξετάσεις που πλησιάζουν για τη σχολή του. Ή, θυμάται για τον άσχημο χωρισμό που είχε με τη κοπέλα του πριν δύο μήνες. Αυτή η αμφιταλάντευση είναι που προκαλεί σύγχυση, κι όσο λιγότερο σταθεροί είμαστε στο τώρα, τόσο μεγαλύτερη απόκλιση μπορούν να έχουν οι σκέψεις μας από αυτό. Οι άνθρωποι φτάνουν στο σημείο να προβληματίζονται για αρχαίες αναμνήσεις του παρελθόντος και αστρονομικά μακρινές συνθήκες του μέλλοντος. Για παράδειγμα, αυτός ο νέος θα μπορούσε να προβληματίζεται για έναν τσακωμό που είχε με τη μητέρα του πριν από δεκατρία χρόνια, και για το αν θα καταφέρει να συνταξιοδοτηθεί στα εξήντα του! Δεν υπάρχουν όρια στον παραλογισμό του ανθρώπου.
Εδώ, όμως, ο δικηγόρος του διαβόλου μπορεί να εισάγει ένα εξαιρετικό ερώτημα! “Αν ο καφές που μόλις του έφεραν, είναι χάλια; Αν δεν πίνεται, βρε αδερφέ! Αν μία συνθήκη του τώρα “αντικειμενικά αρνητική”, πώς να είναι ευτυχισμένος, όσο κι ελεύθερος κι αν είναι από το χθες και το αύριο”; Μέσα από αυτό το ερώτημα γεννιέται και η δεύτερη αιτία της μη-εγκατάλειψης: η Σύγκριση
Τι πάει να πει ο καφές είναι “κακός”; Τι είναι κακό, και τι όχι; “Έπεσαν δύο κουταλιές ζάχαρης παραπάνω και είναι πετιμέζι”! Είναι “πετιμέζι” ως προς τι; “Ως προς τον καλό καφέ”, είναι η απάντηση. 
Ιδού λοιπόν πάλι η ύπουλη εμπλοκή του ιδεατού. Ιδεατού είτε ως προς τον “προτιμότερο” καφέ που ήπιαμε προχθές (άντε πάλι φύγαμε από το τώρα), είτε ως προς την ιδέα του “τέλειου” καφέ, που – αν δεν το έχετε μαντέψει ήδη – ΔΕΝ υπάρχει. 
“Με τους όρους τελειότητα και πραγματικότητα, εννοώ το ίδιο”.

– Σπινόζα (Ηθική)
Το τέλειο είναι το ολοκληρωμένο, αυτό που έφτασε στο τέλος του. Αυτό το οποίο δεν επιδέχεται καμία πλέον αλλαγή, δεν υπάρχει λόγος να αλλάξει. Αυτή όμως η πλάνη είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με τον πιο θεμελιώδη νόμο της φύσης – την αλλαγή. Τα πάντα αλλάζουν, συνεπώς τίποτα δεν είναι τέλειο. Αν δεν άλλαζαν, εξάλλου, θα υπήρχαν άνθρωποι μονάχα ευτυχισμένοι ή δυστυχισμένοι – βλέπουμε όμως πως υπάρχει αυτή η εναλλαγή της χαράς και της θλίψης μέσα μας. 
Για να το πούμε αλλιώς, κάτι δεν σου λείπε από μόνο του – αρχίζει να σου λείπει όταν συγκρίνεις τον εαυτό σου με τους άλλους
Αυτοί οι δύο είναι λοιπόν οι “εχθροί” της εγκατάλειψης – η Φυγή στο παρελθόν και το μέλλον, και η Σύγκριση. Όπως έλεγε ο Ντοστογιέφσκι: “Η μεγαλύτερη ευτυχία είναι να γνωρίζεις η πηγή της δυστυχίας”, συνεπώς ο άνθρωπος που αντιλαμβάνεται την ουσία και τα αποτελέσματα αυτών των δυσλειτουργικών διαδικασιών του μυαλού, μπορεί να αντιληφθεί και την ουσία της ευτυχίας.
Ο ευτυχισμένος άνθρωπος είναι αυτός που ζει στο Τώρα και που το αποδέχεται, δίχως το συγκρίνει με οποιαδήποτε ιδεατή συνθήκη. Αυτός που θα δοκιμάσει αυτόν τον καφέ-πετιμέζι και θα πει: “Δε πειράζει, κοίτα τι ωραίος που είναι ο ήλιος σήμερα!”. Αυτός που δεν προσκολλάται σε εξιδανικευμένες ιδέες και που δεν στηρίζει τη χαρά του σε μεγαλεπήβολες προσδοκίες του μέλλοντος, αλλά αυτός που σκύβει ταπεινά στο χωμάτινο έδαφος του τώρα και βρίσκει ένα όμορφο λουλούδι. 
Επειδή οι μεγαλύτεροι θησαυροί της ευτυχίας μας βρίσκονται στα πιο μικρά και απλά πράγματα. Και, για το όνομα του Θεού, ας είσαι καμιά φορά και στις μαύρες σου, δεν πειράζει βρε αδερφέ! 
Όμως, ξέχασα να αναφέρω τι έκανε τελικά ο Τζολιέν όταν ο γιος του του έφερε γιαούρτι δίχως κουτάλι. Έπιασε έναν μοχλό που χρησιμοποιούσε για να κινεί το αναπηρικό καροτσάκι του, κι έφαγε με αυτό. Ο γιος του ξέσπασε σε γέλια και πήραν ο ένας τον άλλο αγκαλιά.
“Η θλίψη σε προετοιμάζει για τη χαρά. Πετάει βίαια τα πάντα έξω έξω από το σπίτι σου, έτσι ώστε η καινούργια χαρά να βρει χώρο να μπει. Ταρακουνάει τα κιτρινιασμένα φύλλα από το κλαδί της καρδιάς σου, ώστε φρέσκα, πράσινα φύλλα να φυτρώσουν στη θέση τους. Τραβάει τις χαλασμένες ρίζες, ώστε νέες ρίζες από πιο κάτω να μπορέσουν να αναπτυχθούν. Όποτε η θλίψη ταρακουνάει τη καρδιά σου, πολύ καλύτερα πράγματα θα έρθουν.

– Ρουμί




Καμμένα τετράδια

Pages