Η παλατινή ανθολογία και το παραδοσιακό μας ήθος
Η Παλατινή Ανθολογία είναι μια ανεκτίμητης αξίας συλλογή αρχαίων ελληνικών, ελληνιστικών και βυζαντινών επιγραμμάτων, που έχει μεγάλο φιλολογικό, λογοτεχνικό και ιστορικό ενδιαφέρον, αλλά εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερη σημασία για τη ζωή της εκκλησίας.
Την Παλατινή Ανθολογία τη συνέταξαν ένας κληρικός και ένας μοναχός, ο Κωνσταντίνος Κεφαλάς, πρωτοπρεσβύτερος των Ανακτόρων επί Λέοντος του Σοφού, και ο Μάξιμος Πλανούδης.
Η Παλατινή Ανθολογία αποτελείται από δέκα έξι βιβλία, που περιέχουν πολλά επιγράμματα αλλά και ποιήματα, ανάμεσα στα οποία και πολλά ερωτικά, μερικά μάλιστα ιδιαίτερα τολμηρά...
Στην αρχή του δωδέκατου βιβλίου της Παλατινής Ανθολογίας, που έχει τον τίτλο Στράτωνος Μούσα Παιδική, ο Κωνσταντίνος Κεφαλάς γράφει τα εξής: «Και τι είδους ανθολόγος θα ήμουν, ώ αναγνώστη, εάν σου παρουσίαζα όλα τα άλλα κείμενα με τη σειρά τους, σου έκρυβα όμως την ποίηση του Στράτωνος του Σαρδιανού, όπου αυτός χαριτολογώντας προς τους δικούς του παρουσίαζε, νιώθοντας ευχαρίστηση με την απαγγελία των επιγραμμάτων, όχι όμως και το νόημά τους; Πάντως εσύ να έχεις στο μυαλό σου, αυτό που λέγει ο τραγικός: “Δεν διαφθείρεται στους χορούς η φρόνιμη γυναίκα”».
Αν κάποιος κληρικός σήμερα συνέτασσε μια ποιητική ανθολογία και περιελάμβανε κείμενα σαν κι αυτά που περιέχονται στην Παιδική Μούσα του Στράτωνος, όχι μόνο θα γινόταν αφορμή να ξεσηκωθούν οι «ευσεβείς» σε ιερή επανάσταση, αλλά θα έδινε την ευκαιρία ακόμη και στις πιο προοδευτικές εφημερίδες (και κυρίως σ’ αυτές) να αυξήσουν δραματικά την κυκλοφορία τους, δημιουργώντας ένα κολοσσιαίο σκάνδαλο, γεγονός που δείχνει ότι οι «καθαροί» της θρησκείας και οι «καθαροί» της ιδεολογίας έχουν κοινή προέλευση.
Η Παλατινή Ανθολογία, λοιπόν, μας δίνει τη δυνατότητα να διαπιστώσουμε ότι το πολιτιστικό και πνευματικό μας ήθος έχει υποστεί τρομακτική αλλοίωση, σε σύγκριση με εκείνο των προγόνων μας του δέκατου και του δέκατου τρίτου αιώνα.
Στην πολιτιστική και την πνευματική ζωή αυτού του τόπου σήμερα κυριαρχούν δυο μεγάλες κατηγορίες νεοελλήνων. Πρώτον εκείνοι που διακηρύσσουν ότι την εκκλησιαστική μας παράδοση τη χαρακτηρίζει στενοκεφαλιά και μισαλλοδοξία και δεύτερον εκείνοι που προβάλλουν σαν το παραδοσιακό μας ήθος τη σεμνοτυφία και έναν εντελώς ξένο προς τις γνήσιες παραδόσεις μας καθωσπρεπισμό. Αν ο Κωνσταντίνος Κεφαλάς είναι ένας πρόγονός μας πολιτιστικά και πνευματικά, οι νεοέλληνες των δύο κατηγοριών που αναφέρθηκαν δεν μπορεί να είναι νόμιμοι απόγονοί του, αλλά μάλλον νόθα τέκνα μιας κλεψιγάμου πολιτιστικής και πνευματικής επιμειξίας, που ήταν προϊόν του σκαιού και χυδαίου βιασμού της γνήσιας πολιτιστικής και πνευματικής παραδόσεώς μας από το δυτικό εισβολέα. Οι νεοέλληνες της πρώτης κατηγορίας δείχνουν πως δεν είναι γνήσια τέκνα των προγόνων τους, γιατί δεν φαίνεται να έχουν καμιά αίσθηση του πολιτιστικού και πνευματικού τους ήθους· κι αυτό γιατί δεν φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει ότι η Εκκλησία του Χριστού, που ο ρόλος της ήταν αποφασιστικός στη δημιουργία αυτού του ήθους, όχι μόνο ανέλαβε ολοκληρωτικά τη διάσωση της αρχαίας Ελληνικής κληρονομιάς, αλλά στην προσπάθειά της να διασώσει αυτή την κληρονομιά έδειξε τόση έλλειψη μισαλλοδοξίας, ώστε να μη διστάσει να διασώσει προϊόντα του αρχαίου ελληνικού πνεύματος που είναι κάπως προκλητικά για τη δική της στάση, επειδή αναγνωρίζει και εκτιμά την αδιαμφισβήτητη αισθητική τους αξία.
Η γνησιότητα της πολιτιστικής και πνευματικής καταγωγής των νεοελλήνων της δεύτερης κατηγορίας από προγόνους σαν τον Κωνσταντίνο Κεφαλά, τίθεται εν αμφιβόλω απ’ αυτή την ίδια ιερή τους αγανάκτηση για ένα τόλμημα σαν εκείνο του πρωθιερέα των Ανακτόρων του Λέοντα του Σοφού, που ήταν μαθητής του μεγάλου Φωτίου και πλούτισε τη ζωή της Εκκλησίας με το ανεκτίμητο υμνογραφικό του έργο.
Η Παλατινή Ανθολογία λοιπόν, αποτελεί μια ανεκτίμητη μαρτυρία για τη δραματική αλλοίωση του παραδοσιακού μας ήθους και θα μπορούσε να αποτελέσει πολύτιμη βοήθεια σε μια προσπάθεια αποκαταστάσεως αυτού του ήθους στη γνήσια αρχική του ποιότητα.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ π. ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΦΑΡΟΥ «ΗΘΟΣ ΑΗΘΕΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΑΚΡΙΤΑΣ», Β΄ ΕΚΔΟΣΗ 1993.