Τι να γνωρίζεις για τη διαταραχή που αντιμετωπίζουν όλο και περισσότεροι νέοι!
Μπορεί να τύχει στις κοινωνικές μας συναναστροφές, να νιώσουμε άγχος και αμηχανία. Επίσης, βιώνουμε άγχος και φόβο, όταν καλούμαστε να είμαστε σε ετοιμότητα σε μια κατάσταση και πρέπει να ανταποκριθούμε ανάλογα σε μια πρόκληση ή απειλή για εμάς. Πριν μια παρουσίαση, μια ομιλία, μια νέα γνωριμία. Αυτό το άγχος είναι λογικό και βρίσκεται στις καθημερινές περιστάσεις της ζωή μας.
Βέβαια, αυτά τα συναισθήματα, δεν μας επηρεάζουν με τόσο έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις και σωματικά συμπτώματα, όπως αυτά της κοινωνικής φοβίας.
Πολλοί άνθρωποι, δηλώνουν ντροπαλοί, ωστόσο η ανησυχία τους υποχωρεί αν κάποιος τους κάνει να νιώσουν ασφαλείς ή προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τη ντροπαλότητά τους. Τα άτομα με κοινωνικό άγχος όμως, συχνά δυσκολεύονται να λάβουν ικανοποίηση και ευχαρίστηση στις κοινωνικές τους συναναστροφές. Το άγχος αυτό, γίνεται δυσλειτουργικό όταν αποφεύγονται πλέον οι κοινωνικές επαφές κι οι ομαδικές δραστηριότητες. Τα άτομα αυτά υποφέρουν, φοβούμενοι την αποτυχία τους και την επίκριση των άλλων. Αγχώνονται για την ταπείνωση, τα αποδοκιμαστικά ή προσβλητικά σχόλια, τα οποία επαναλαμβάνουν στο μυαλό τους. Φοβούμενοι ότι το άγχος τους φαίνεται από τις εκφράσεις τους, αγχώνονται ακόμα περισσότερο και τελικά καταλήγουν στο να αποφεύγουν την κατάσταση που τους προκαλεί άγχος, την αλληλεπίδραση ακόμα και με τους γύρω τους. Υιοθετούν έτσι, μια παθητική στάση ζωής, αποφεύγοντας ό, τι σκέπτονται ότι ενδεχομένως θα φοβηθούν.
Υπερβολικά αυστηροί γονείς που επιβάλλουν συνεχώς όρια και τις απαιτήσεις τους στα παιδιά τους, αφήνουν συχνά μικρό περιθώριο σε αυτά να αναπτυχθούν αυτόνομα και ελεύθερα, με αποτέλεσμα τα παιδιά αργότερα να βιώσουν πιθανώς φοβίες, ανασφάλειες, ως αποτέλεσμα των πρώιμων τραυμάτων τους.
Η κοινωνική φοβία είναι σύμπτωμα που προέρχεται από την άλλη μόνο από τους γονείς, ως απόρροια των επιταγών και των απαιτήσεων τους ή θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε και ως κοινωνικό σύμπτωμα;
Το mainstream αναφέρεται στα προϊόντα που στόχο τους έχουν την κατανάλωση από ευρύ κοινό. Ουσιαστικά, είναι η μαζική κουλτούρα, μια διασκέδαση, η οποία βασίζεται στην εικόνα και τη μουσική. Έτσι πια ο φόβος της κοινωνικής απόρριψης, οδηγεί πλέον σε ένα μιμητισμό δίχως προηγούμενο. Η κοινωνία μας έχει ανάγκη την υποκειμενικότητα, καθώς όλα μοιάζουν όμοια, ακολουθώντας τα κοινά πρότυπα. Πλέον, αυτά τα πρότυπα όμως έχουν καταστεί κοινότυπα. Οι νέοι αλλά κι οι μεγαλύτεροι άνθρωποι σε ηλικία, οικειοποιούνται ξένες απόψεις δίχως κριτική και προβληματισμό. Η τέχνη γίνεται μαζική κουλτούρα, ο τρόπος ομιλίας, η μόδα, φαίνεται απαραίτητο να ακολουθεί το μεταμοντέρνο. Υπαγόμαστε σε ένα κομφορμισμό, υπάρχει μια προσαρμογή στις συνήθειες, ακόμα κι αν οι άνθρωποι δεν εκφράζονται από αυτές.
Τα άτομα δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες των πράξεών τους και της επιθυμίας τους.
Υπό το πρόσχημα του αποδεκτού, οι ατομικές ιδιαιτερότητες ισοπεδώνονται. Αναβιώνουν επίσης μορφές ρατσισμού ενάντια στην τόλμη του διαφορετικού. Πλέον πολλά ζητήματα, θεωρούνται προφανή κι αποδεκτά. Έτσι, το ανεξάρτητο πνεύμα βρίσκεται σε λήθαργο. Η αυτενέργεια είναι παρελθόν. Με την πάροδο του χρόνου, από κοινότητα και ολότητα με συνοχή, οργάνωση και συνείδηση, γίναμε μάζα, γεμάτη πάθη παρά ατομικότητα. Ακραίες συμπεριφορές ή η απόλυτη απομόνωση βρίσκονται στα άκρα ενός συνεχούς από τις πράξεις όσων προσπαθούν να λειτουργούν «καθώς πρέπει».
Ο άνθρωπος είναι όμως μοναδικός. Ούτε παρομοιάζεται, ούτε μπορεί να αντικατασταθεί με υποκατάστατα από το ίδιόν του. Ο υποκειμενισμός του καθενός, δίνει αξία στο όλον. Και βέβαια, χρειάζεται την κοινωνία να του θέτει όρια και να τον κοινωνικοποιεί. Αλλά και η κοινωνία έχει ανάγκη τη μοναδικότητα του κάθε ενός για να υπάρχει επί της ουσίας.
Τέλος, όταν δημιουργούμε έργα δίχως υποκειμενικότητα και ανταποκρινόμαστε μόνο στα αιτήματα των άλλων, χάνουμε το νόημα της δικής μας ζωής. Αυτός ο παραγκωνισμός της υποκειμενικότητας, έχει ως συνέπεια διάφορα συμπτώματα, μεταξύ των οποίων και αυτό, που αναφέρεται ως κοινωνική φοβία.
Η κοινωνική φοβία δεν είναι μια ετικέτα που καθορίζει όποιον την «κατέχει». Παρά είναι μια όψη, του απολεσθέντος εαυτού.